Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Κεφάλαιο Ένατο/part 1

Αθήνα

Όλο το βράδυ αδυνατούσε να κοιμηθεί. Σκεφτόταν το γράμμα που είχε αφήσει στην Ήλια και αν άξιζε πράγματι τον κόπο.Γιατί όμως να μην άξιζε; Αντικατόπτριζε κάθε ειλικρινές του συναίσθημα και εκείνος μισούσε το ψέμα και την υποκρισία. Οι αντιδράσεις του ήταν πάντοτε έντονες, μα ουδέποτε κάλπικες. Από τη στιγμή που συνειδητοποίησε πως γι'αυτήν την κοπέλα έτρεφε συναισθήματα, επιθυμούσε να τα εκφράσει με κάθε κόστος. Ήθελε εκείνη να γνωρίζει την αλήθεια, κρίνοντας σύμφωνα με τα δικά της θέλω. Δεν την κατηγορούσε που είχε επιλέξει τον νεαρό από την Ελλάδα και ίσως να ήταν και καλύτερα έτσι, ώστε να ξεκαθαρίζουν από την αρχή τα πράγματα. Οι δυο τους ίσως έμεναν απλοί γνωστοί, καθώς λόγω του Κάλιχ και του Κενάν, όλο και κάπου θα συναντιούνταν οι δρόμοι τους μελλοντικά. Ωστόσο, εκτός από την σκέψη της Ήλιας, είχε και εκείνη του φίλου του. Για κάποιον λόγο το προαίσθημά του τον προετοίμαζε για δυσάρεστα γεγονότα, όταν στο μυαλό του έφερε το απόκομμα της εφημερίδας από τον θάνατο της Μπινάζ.

Για κάποιον λόγο, όλα είχαν γίνει υπερβολικά γρήγορα. Επίσης, τον Κενάν τον είχαν αποτρέψει από το να πάει στην κλινική, βαστώντας τον με νύχια και με δόντια, λέγοντάς του πως στη θέα του άψυχου γιού του και της γυναίκας του, δεν θα άντεχε. Θυμάται ωστόσο τον εαυτό του να τον αρπάζει και να οδηγούν φρενιασμένα μέχρι εκεί, ωστόσο η γυναίκα του βρισκόταν στην αίθουσα για νεκροψία. Για το μωρό ούτε κουβέντα. Μήπως δεν ήθελαν να μαθευτεί ποτέ ο αληθινός λόγος του θανάτου της; Μήπως η νεκροψία είχε δείξει την αλήθεια;

΄΄Τι έχεις πάθει Μετίν;Γιατί το μυαλό σου γυρνά σε αυτές τις μαύρες στιγμές;΄΄ αναρωτήθηκε. Κοίταξε την ώρα στο κινητό του. Του απέμενε μονάχα ένα τετράωρο για να συναντήσει νωρίς το πρωί την Ιλεάνα.

-------------------------------------------

Στο σπίτι της γιαγιάς Ελένης, επικρατούσε απόλυτη ησυχία, μα εγώ δεν άντεχα να κλείσω τα μάτια μου. Τα δάκρυα τα εμπόδιζαν και ας πίστευα πως μετά από δύο συνεχόμενες ώρες κλάματος θα είχαν στερέψει. Η Ήλια μου είχε τηλεφωνήσει λέγοντάς μου πως ο Μετίν ήθελε να συναντηθούμε στο Σύνταγμα, προκειμένου να του ανακοινώσω την απόφασή μου. Μου είπε επίσης συγκινημένη, πως της είχε κάνει δώρο ένα φόρεμα που έκρινε πως θα ήταν όμορφο για την ίδια, αλλά δυστυχώς κατάλαβε λανθασμένα, πως η φίλη μου τον είχε ξεχάσει παρασυρμένη από την ομορφιά και τη σιγουριά του Πέτρου. Την ήξερα πολλά χρόνια. Ήταν άνθρωπος της ρουτίνας, σιχαινόταν να πλέει σε αχαρτογράφητα νερά και ο Μετίν ήταν με βεβαιότητα μία καινούργια εμπειρία. Ένας άνθρωπος με καταγωγή, ήθη και έθιμα ολωσδιόλου διαφορετικά. Εμένα αυτό ήταν που με μάγευε, η διαφορετικότητα, ενώ αντιθέτως εκείνη την τρόμαζε και την απωθούσε ασυνείδητα.

Τώρα που το σκεφτόμουν, θα ήταν υπέροχο να μπορούσα να επιστρέψω στα χρόνια της αθωότητας, όταν το μοναδικό μου πρόβλημα, ήταν αν ο Αντρέας ο συμμαθητής μου ήταν ερωτευμένος μαζί μου, ή με το ψώνιο της τάξης. Στο σήμερα όμως, στο εδώ και τώρα είχα ανακαλύψει πως ο ίδιος μου ο πατέρας ήταν ένα πιόνι του υπόκοσμου. Το πόσο βαθιά μπλεγμένος βρισκόταν, φυσικά το αγνοούσα, αλλά η καρδιά μου βροντοχτυπούσε και μόνο στην σκέψη πως ένα τέτοιο άτομο, θα μπορούσε πάνω στην ένταση να κάνει κακό και στην μητέρα μου, γιατί άνθρωπος που βάζει μπράβους να παρακολουθήσουν και να μαχαιρώσουν έναν αθώο, είναι ικανός για όλα. Κοίταξα το τηλέφωνό μου και από το μυαλό μου πέρασε η ιδέα πως με κάποιον τρόπο με παρακολουθούσε. Με κάποιον τρόπο γνώριζε πως εγώ και ο Κενάν διατηρούσαμε επαφές. Ίσως και ο Έκτορας να το γνώριζε. Εκείνος και ο πατέρας μου είχαν πολλές και καλές σχέσεις. Από τη μία το να βάλω σε κίνδυνο τη ζωή του Κενάν, μου φαινόταν αδιανόητο, αλλά από την άλλη, δεν θα μπορούσα να ζω για πάντα υπό το καθεστώς του φόβου. Θα τον κυνηγούσα. Θα κυνηγούσα τον ίδιο μου τον πατέρα και θα τον έκλεινα φυλακή αν χρειαζόταν, αν τολμούσε να με πλησιάσει και να βλάψει όσους αγαπούσα.

Με αργές κινήσεις έβγαλα τον φάκελο της γιαγιάς μου. Μέσα του περιλάμβανε και μία παλιά φωτογραφία του σπιτιού της οικογένειάς της στα Βουρλά. Κοιτώντας έξω από το παράθυρο, μελαγχολικά διαπίστωσα πως χάραζε. Σηκώθηκα σχετικά απρόθυμα, έκανα ένα μπάνιο και παίρνοντας το σακίδιό μου, της άφησα ένα σημείωμα πως έφευγα, ευχαριστώντας την παράλληλα για όλα. Είχα τρεις μέρες στην διάθεσή μου να λείψω, με εκείνη να με καλύπτει λέγοντας πως δεν ένιωθα καλά και χρειαζόμουν χρόνο. Για τον Έκτορα, δεν έδινα δεκάρα. Αδυνατούσα να δώσω ευκαιρία σε ένα άτομο, το οποίο το αισθανόμουν καιρό τώρα σαν ξένο. Το μόνο πράγμα που με τρόμαζε, ήταν πως ένας πιθανός χωρισμός μας, θα εξαγρίωνε το θηρίο, τον Ιάσωνα και ίσως τότε για αντίποινα ή εκβιασμό στρεφόταν εκ νέου στον Κενάν.

Ήμουν έτοιμη να μπω στο ταξί, όταν το τηλέφωνό μου χτύπησε και μαζί με τις δέκα αναπάντητες από τον Έκτορα, οι οποίες όπως δήλωνε και η λέξη, είχαν μείνει αναπάντητες, είδα και τον αριθμό της Άρτεμις.

«Καλημέρα φραγκόσυκο» της είπα χρησιμοποιώντας το παρατσούκλι «Έχεις σκοπιά στον στρατό τέτοια ώρα;» πάλεψα να αστειευτώ.

«Όχι, έχω έναν άντρα που με περιμένει στην μαγική και πολυδιάστατη Πόλη. Τι; Μόνο εσύ δηλαδή θέλεις να είσαι η εκλεκτή;» άκουσα την χαρωπή της φωνή.

«Τι θα κάνουμε με την τρίτη της παρέας;» την ρώτησα.

«Το καρότο; Έτσι όπως τα έκανε με τους μνηστήρες της, ας βγάλει άκρη μόνη της» χαχάνισε εκείνη «Λοιπόν σε δύο λεπτά είμαι εκεί. Αν έχεις καλέσει ταξί, παρακάλεσέ τον να με περιμένει και εμένα» μου ζήτησε και εγώ μπαίνοντας στο αμάξι, το ανέφερα στον οδηγό.

Πράγματι, δύο λεπτά αργότερα, είδα το αυτοκίνητό της να σταθμεύει και την ίδια να έρχεται προς το μέρος μας τρέχοντας.

«Όλη σου την προίκα πήρες;» απόρησα βλέποντας την βαλίτσα.

«Η αλήθεια είναι πως έχω κλείσει εισιτήριο χωρίς επιστροφή, οπότε δεν ήμουν βέβαιη για τις ακριβείς, ταξιδιωτικές μου ανάγκες. Η άδειά μου ωστόσο από τους ασθενείς, είναι για δέκα μέρες» μου εξήγησε και ξεκινήσαμε, δίχως να γνωρίζουμε πως μία φιγούρα με καλυμμένο το πρόσωπό της, καραδοκούσε στα σκοτάδια της γειτονιάς, χωρίς να γίνεται αντιληπτή από κανέναν.

Φτάνοντας και διασχίζοντας την πλατεία Συντάγματος, είδα κοντά στο κεντρικό σιντριβάνι τον Μετίν. Από μακριά, φαινόταν σκεφτικός και αμήχανος και εγώ ήξερα πως η φίλη μας είχε ένα μερίδιο ευθύνης σε αυτό.Το υπόλοιπο αφορούσε την άκρως αποκαλυπτική απάντηση που καρτερούσε από εμένα.

«Μέραμπα!» του φώναξε από μακριά η Άρτεμης.

«Γκιουναϊντίν» της απάντησε εκείνος παλεύοντας έστω και στραβά να χαμογελάσει «Έχετε φάει πρωινό; Ξέρετε πού μπορούμε να πάμε ώστε να φάμε κάτι; Η αλήθεια είναι πως η διαμονή μου στο ξενοδοχείο ήταν άνευ πρωινού».

«Μα, δεν έμενες στην Ήλια εσύ;» τον ρώτησε η Άρτεμις.

«Ορθώς το έθεσες. Έμενα και αποφάσισα να φύγω για να μην δημιουργώ πρόβλημα και γίνομαι βάρος» συνέχισε.

«Μα, αποκλείεται η Ήλια να σε θεωρούσε βάρος»εξακολουθούσε να τον πιέζει η Άρτεμις, η οποία σε αντίθεση με εμένα είχε χάσει επεισόδια, ενώ εγώ έβλεπα τον Μετίν απέναντί μου να αναψοκοκκινίζει.

«Λοιπόν, ειλικρινά επειδή το θεωρώ άνανδρο να κρύβομαι, θα σου εξηγήσω. Δεν μπορώ να μένω μαζί με μία γυναίκα, την οποία δεν βλέπω φιλικά γιατί μου μπαίνουν περίεργες σκέψεις στο μυαλό, όπως το ότι θέλω να της κάνω έρωτα ας πούμε. Για εμένα ωστόσο, η φίλη σου δεν είναι η δοκιμή της μίας βραδιάς. Καμία γυναίκα δεν θα την χειριζόμουν με αυτόν τον τρόπο. Η Ήλια μου αρέσει, αλλά δεν έχουμε μέλλον οι δυο μας. Χθες με αγνόησε καθώς προηγούνταν ένας Έλληνας που γνώρισε, ο ίδιος που διέκοψε και μία προσωπική εξομολόγησή μου το προηγούμενο βράδυ. Δεν την κατηγορώ, έκανε την επιλογή της. Εμένα προσωπικά δεν μου έταξε κάτι και το σέβομαι απόλυτα. Ωστόσο, το θέμα δεν είμαι εγώ σήμερα, αλλά η φίλη σου» τελείωσε γυρνώντας σε εμένα.

«Όπως βλέπεις, είμαι έτοιμη να αναχωρήσω» του απάντησα.

«Ξεμπέρδεψες με τον άλλον τον δήθεν αρραβωνιαστικό;» με ρώτησε και για λίγο σάστισα.

«Όχι ακόμη, γιατί υπάρχουν κάποιοι λόγοι τους οποίους δεν θέλω να συζητήσω μαζί σου» του είπα.

«Οι λόγοι είναι δικοί σου και δεν με αφορούν. Εμένα με νοιάζει το αποτέλεσμα. Μην καταλάβω πως παίζεις σε διπλό ταμπλό. Ο Κενάν είναι ο καλύτερος άντρας που γνωρίζω, καλύτερος και από εμένα τον νευρικό και πεισματάρη, αυταρχικό του φίλο. Θυμάμαι πως την γυναίκα του την είχε βασίλισσα και από την στιγμή που σε επέλεξε η καρδιά του, να είσαι σίγουρη πως θα περάσεις μία υπέροχη ζωή. Σαν αντάλλαγμα όμως, θέλω την ειλικρίνειά σου γιατί του αξίζει και με το παραπάνω» τελείωσε και εγώ κατεβάζοντας το κεφάλι του είπα ένα ΄΄στο υπόσχομαι΄΄.

Από εκεί και πέρα, ο δρόμος ήταν ένας. Ο διεθνής αερολιμένας Αθηνών.

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro