Κεφάλαιο Έκτο/part 3
Στη φωτό Μετιν και Ηλια
Ο Μετίν με την Ήλια, βάδιζαν κατά μήκος του λιμανιού και η αμηχανία ήταν έκδηλη στις κινήσεις τους. Ο νεαρός περπατούσε διατηρώντας πάντοτε μία σεβαστή απόσταση ανάμεσά τους, ενώ το βλέμμα του ανηφόριζε τακτικά προς το μέρος της κοπέλας.
«Είναι αλήθεια πως οι γυναίκες στην χώρα σου, δεν έχουν ίσα δικαιώματα με τους άντρες;» τον ρώτησε στα ξαφνικά και εκείνος την κοίταξε πλαγίως.
«Εξαρτάται πολύ από το μέρος και από τον τρόπο που έχεις μεγαλώσει. Άλλα μυαλά έχουν στην Ιστανμπούλ και άλλα στα βάθη της Ανατολίας όπου πουλούν τις γυναίκες γιατί ακόμη και η ίδια τους η οικογένεια, τις θεωρεί ως ένα είδος προς πώληση. Παρά το γεγονός πως τα ισλαμικά έθιμα δέχονται την πολυγαμία, η τουρκική κυβέρνηση την έχει καταργήσει. Κάποιοι όμως, κυρίως σε χωριά και σε μακρινές περιοχές, ακόμη δίνουν προίκα στους γονείς της νύφης για να την αγοράσουν και φυσικά μπορεί να έχουν και δεύτερη σύζυγο. Εσένα πάλι, και ένα εκατομμύριο να μου χάριζαν, δεν σε έπαιρνα, ούτε για να μου φυλάς τα χωράφια που δεν έχω τις νύχτες» της είπε μειδιώντας για να εισπράξει ως απάντηση ένα θανατηφόρο βλέμμα.
«Όλη η παρέα βγήκε μία χαρά, ο Κενάν είναι χρυσό παιδί, εσύ πάλι, απορώ γιατί βγήκες, όπως λέμε στα ελληνικά στραβός» του πέταξε εκνευρισμένη.
«Μα δεν είμαι στραβός, μία χαρά βλέπω» διαμαρτυρήθηκε δήθεν εκείνος.
«Όχι, εννοώ κακότροπος και αγενής» συμπλήρωσε μειλίχια η Ήλια, σχεδόν τραγουδιστά θα έλεγε κανείς.
«Το προσπερνώ και το αντιπαρέρχομαι» της απάντησε και οι δυο τους έκατσαν σε ένα παραλιακό μπαράκι, αλλά ο Μετίν παρήγγειλε ποτό χωρίς αλκοόλ για τον εαυτό του.
«Αλήθεια, πως είναι η ζωή στην Τουρκία; Είχες ποτέ σου κάποια κοπέλα;» συνέχισε τις ερωτήσεις εκείνη.
«Τώρα με την κρίση είναι πιο δύσκολη. Η οικονομία περνά ύφεση γενικά και τα πράγματα έχουν ζορίσει. Ωστόσο, εγώ με τον Κενάν, είχαμε καλή δουλειά. Μορφωθήκαμε σε Πανεπιστήμιο σε αντίθεση με τους δικούς μας και πήραμε τη ζωή στα χέρια μας. Η Τουρκία, είναι η χώρα των αντιθέσεων. Αγαπώ την πατρίδα μου, με τα χρώματά της, την παράδοση, τη θάλασσα και φυσικά την κουζίνα της. Όσο για το δεύτερο ερώτημα, είχα μία σχέση στην ζωή μου και όταν αποφάσισα να της ζητήσω να γίνει δική μου για πάντα, εκείνη είχε ήδη προτιμήσει κάποιον άλλο. Από τότε, δεν έχω ασχοληθεί ξανά με το θέμα σχέση. Αγαπώ την εργένικη ζωή μου και δεν χρωστώ σε κανέναν εξηγήσεις. Φυσικά, στην οικογένειά μου δεν αρέσει. Άντρας και μόνος σε αυτήν την ηλικία, τους φαίνεται κάπως περίεργο. Εσένα δεν θα σε ρωτήσω καν, πρώτον γιατί δεν με αφορά, δεύτερον γιατί είναι πράγμα που φαίνεται. Κανένας δεν θα σε ανεχόταν, αν και για τους παίδαρους της πατρίδας σου, δεν μπορώ να είμαι και τόσο σίγουρος» της πέταξε παλεύοντας να μην γελάσει και η Ήλια στραβοκατάπιε.
«Αν βρεθεί καταλάθος το περιεχόμενο του ποτηριού επάνω σου, δεν θα φταίω η γυναίκα. Με έχεις στολίσει κανονικά. Όχι τίποτε άλλο, αλλά σκεφτόμουν να επισκεφθώ την Πόλη κάποια στιγμή» συνέχισε.
«Να μου το πεις όμως έγκαιρα, να έχω ειδοποιήσει το αεροδρόμιο να σε τσακώσουν στην είσοδο και να σε στείλουν πίσω» πρόφερε εκείνος γελώντας, ώσπου το γέλιο διακόπηκε ξανά και επανήλθε η αμηχανία.
«Λοιπόν, μιας που ο κλήρος να μείνω με τον ξενέρωτο έπεσε σε εμένα, τι θα ήθελες να κάνουμε απόψε;» τον ρώτησε η Ήλια, όταν άξαφνα παρατήρησε μία παρέα νεαρών ανδρών να κάθεται λίγο πιο πέρα.
Φαίνονταν κοντά στην ηλικία της και μάλιστα ο ένας, ο μεσαίος, έμοιαζε με Έλληνα θεό του Ολύμπου. Είχε ξανθά και σγουρά μαλλιά, ήταν ψηλός αλλά αρκετά αδύνατος. Φαινόταν να την προσέχει, ωστόσο η παρουσία του Μετίν δίπλα της τον μπέρδευε και γι'αυτόν τον λόγο δεν είχε κάνει καμία κίνηση.
«Λοιπόν αγαπητέ Μετίν, το θεωρώ άδικο να μου στερείς την τύχη μου. Ας όψονται οι δύο πολυαγαπημένες μου κολλητές, που ζουν τον έρωτά τους και εγώ δεν θα τους το χαλούσα με τίποτε» του γρύλισε η Ήλια.
«Κανένα πρόβλημα. Πήγαινε στον συμπατριώτη σου να βρω και εγώ την ησυχία μου, ωστόσο αν συμβεί κάτι απρόοπτο, μην με καλέσεις για βοήθεια» της πέταξε όταν την είδε να του γυρίζει την πλάτη επιδεικτικά και να κατευθύνεται στην παρέα των νεαρών.
Τότε, για κάποιον λόγο, κάτι μέσα του έσπασε. Αισθάνθηκε ξανά εκείνο το ύπουλο συναίσθημα, ένα συναίσθημα το οποίο ερχόταν από το παρελθόν, για να του υπενθυμίσει πώς είναι να χάνει κάτι που αγαπά. Στην περίπτωση της κοπέλας μπροστά του, δεν ήταν αγάπη. Ούτε και ο ίδιος ήξερε πώς έπρεπε να το χαρακτηρίσει. ΄΄Είσαι Τούρκος Μετίν. Δεν έχετε τίποτε κοινό. Είστε δύο κόσμοι διαφορετικοί. Η θέση της είναι δίπλα στους όμοιούς της΄΄ σκέφτηκε και γύρισε την πλάτη του να φύγει με κατεύθυνση την παραλία. Τη στιγμή που απομακρυνόταν, στράφηκε για τελευταία φορά προς το μέρος της και το ίδιο έκανε και η Ήλια. Οι ματιές τους κλείδωσαν για δευτερόλεπτα και τότε το είδε. Είδε την δυσαρέσκεια να καθρεφτίζεται ξεκάθαρα στο βλέμμα του, προτού μετατραπεί σε ένα πονηρό χαμόγελο που την παρακινούσε δήθεν να κάνει το επόμενο βήμα.
Αθήνα
Ο Μιχάλης είχε επιστρέψει από το επαγγελματικό του ταξίδι στην Κω και κατευθυνόταν προς το διαμέρισμα του κολλητού του, του Έκτορα όπου έμενε μαζί με την Ιλεάνα. Κατόπιν. χτύπησε το κουδούνι για να δει τον φίλο του να εμφανίζεται στο κατώφλι.
«Τι χάλια είναι αυτά ρε; Πώς έγιναν έτσι τα μούτρα σου, γιατί στράβωσες;» τον ρώτησε ελαφρώς ειρωνικά και συνέχισε «Μην μου πεις πως πήγες να την πέσεις πάλι σε κάποια που είχε δεσμό;» τον ρώτησε κρυφογελώντας για να εισπράξει μία άγαρμπη σπρωξιά.
«Όχι, πήγα να την πέσω στην κολλητή της δικιάς σου, την Ήλια» του είπε και ο Έκτορας γούρλωσε τα μάτια του.
«Μα, πού τις συνάντησες; Στο νησί;» τον ρώτησε παραξενευμένος «Και επιτέλους, σταμάτα να ασχολείσαι με την συγκεκριμένη κοπέλα. Νόμιζα πως είχες πιο ακριβά γούστα και η συγκεκριμένη είναι πιο φθηνή και από την βαφή μαλλιών που χρησιμοποιεί. Τελικά τι έγινε; Σε έδειρε;» συνέχισε τις ερωτήσεις για να τον δει να αναστενάζει.
«Τελικά, εμφανίστηκε μία παρέα Τουρκαλάδων από το πουθενά και μου την χάλασε. Γι'αυτό με βλέπεις στραβωμένο» του απάντησε ο Μιχάλης και για κάποιον λόγο ο Έκτορας στένεψε τα μάτια του.
«Τελευταία, η γειτονική χώρα μπερδεύεται πολύ στα θέματά μας. Να φανταστείς πως ανησυχεί μέχρι και ο μελλοντικός μου πεθερούλης, ο οποίος μου πάσαρε την κορούλα του προκειμένου να ξεπλύνει το μαύρο χρήμα και να συνεχίζει να ζει στην έπαυλή του στην Εκάλη» σχολίασε ο Έκτορας σκωπτικά.
«Ναι, αλλά εσένα δεν σε χάλασε. Πήρες την γκόμενα και τα λεφτά της μαζί» πρόφερε ο Μιχάλης.
«Η αλήθεια είναι πως τα λεφτά ήταν πολλά. Η Ιλεάνα, μπορεί να είναι κλασάτη, αλλά ταυτόχρονα και υπερβολικά ξενέρωτη σε κάποιες συγκεκριμένες στιγμές, σε σημείο που την βαριέμαι. Επίσης, ο μελλοντικός μου πεθερός έχει κάτι το σκοτεινό. Κάτι που ορισμένες στιγμές με τρομάζει, ωστόσο δεν είμαι βέβαιος για την πηγή αυτού του απροσδιόριστου ερέβους» του είπε ο Έκτορας για να δει ένα χαμόγελο να σκαρφαλώνει στα χείλη του κολλητού του και ευθύς να σβήνει.
«Έχεις το Μαρθάκι, τι ανησυχείς; Περνάτε καλά στην δουλειά και γι'αυτό και λάμπεις έτσι. Μην μου πεις πως την έχεις καλέσει εδώ απόψε; Όσο για τον πεθερό σου, πρόσεχε. Δεν αξίζει να ρισκάρεις ακόμη και τη ζωή σου για το χρήμα, καθώς έτσι όπως μου τον περιέγραψες μόλις, μοιάζει επικίνδυνος» πρόφερε ο Μιχάλης μόνο για να εισπράξει ένα κρυφό χαμόγελο εκ μέρους του Έκτορα.
«Εννοείται αυτό. Το σπίτι είναι όλο δικό μου. Μην φοβάσαι όμως, δεν θα την πάω στο κρεβάτι. Ώρες ώρες φοράει κάτι φτηνιάρικα αρώματα, τα οποία είναι βαριά και είμαι βέβαιος πως θα τα απορροφήσει το σεντόνι. Αύριο επιστρέφει η δικιά μου και δεν έχω καμία όρεξη να κινήσω υποψίες. Εξάλλου, είναι καλός και ο καναπές. Όσο για το ρίσκο, μην ανησυχείς. Μπορεί να έχουμε ξοδέψει πολλά για τον γάμο, όμως δεν είμαι βλάκας. Τα χέρια μου, τα λερώνω μέχρι ένα σημείο» ολοκλήρωσε ο Έκτορας και ο Μιχάλης ετοιμάστηκε να φύγει, όταν άκουσαν το κουδούνι της εξώπορτας.
«Δεν κρατιέται η γκόμενα με τίποτε» διαπίστωσε και τελικά έφυγε, αφήνοντας τον Έκτορα ημίγυμνο να υποδεχτεί την βοηθό του στην δουλειά.
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro