
Κεφάλαιο Έβδομο/ part 1
Οι εξετάσεις, διήρκησαν πολλές ώρες, ενώ εγώ ήξερα πως αργά ή γρήγορα, τα κακά μαντάτα θα έφθαναν και στον ίδιο. Όταν ο γιατρός βγήκε εκ νέου έξω, μας έκανε σήμα να περάσουμε. Στη θέα του μελαγχολικού Κενάν, ένιωσα την καρδιά μου να βουλιάζει. Όλοι μας, παλεύαμε να αποκρύψουμε την θλίψη που είχε εγκατασταθεί στην ψυχή μας, δίχως επιτυχία. Ο νεαρός γιατρός κοίταξε μία εμάς και μία τον Κενάν.
«Τα χτυπήματα, ήταν πολύ σοβαρά και θα μπορούσαν να σου κοστίσουν την ζωή. Ακόμη απαγορεύεται να μετακινηθείς από το νοσοκομείο για να επιστρέψεις στην χώρα σου. Ωστόσο, σου έχω κάποια δυσάρεστα νέα. Η μαχαιριά στον σπόνδυλο, προκάλεσε κάκωση και βλάβη, με αποτέλεσμα να καθίσταται αμφίβολη η πιθανότητα να περπατήσεις ξανά. Ωστόσο, δεν την αποκλείω, δεν θέλω να το κάνω, όχι μετά το σθένος που διέκρινα σε εσένα. Θα σας αφήσω για λίγο όλους να τα πείτε, αλλά μονάχα για λίγο» τελείωσε και αποχώρησε με την αμηχανία να παίρνει την θέση του.
Ο Μετίν, φαινόταν πιο συντετριμμένος από ποτέ. Στην πραγματικότητα είχε πανικοβληθεί καθώς δεν γνώριζε ποιανού το χέρι θα μπορούσε να σηκωθεί για να κάνει κακό στον Κενάν. Είχε χάσει το χρώμα του, την όρεξή του, τα πάντα. Ωστόσο είχε αποφασίσει να στηρίξει τον φίλο του μέχρι το τέλος. Πλησιάζοντας τον αμίλητο από το αρχικό σοκ, Κενάν, έκατσε στο κρεβάτι δίπλα του, ακουμπώντας το χέρι του.
«Μην φοβάσαι και θα πάμε στους καλύτερους φυσιοθεραπευτές στην Ιστανμπούλ και στο εξωτερικό. Θα γίνεις καλά, ανάθεμα σε αυτούς που σου επιτέθηκαν!» μούγκρισε για να δει τον Κάλιχ να πλησιάζει και εκείνος.
«Haydi!* Μην το βάζεις κάτω. Η δουλειά θα σε περιμένει και θα σου στέλνω δικό μου οδηγό για να σε παραλαμβάνει από το σπίτι σου. Να ξέρεις, πως ό,τι χρειαστείς και οικονομικά, θα σε στηρίξω. Θα περπατήσεις ξανά και μάλιστα θα τρέξεις στους Ολυμπιακούς. Θα γίνεις καλύτερα από πριν» του είπε και ο Κενάν πάλεψε να τον αγκαλιάσει παρά τους αφόρητους πόνους.
Το επόμενο βήμα, ήταν να ξεκινήσουν τα τηλέφωνα στις οικογένειες. Φυσικά, ο Μετίν απέφυγε να δώσει λεπτομέρειες και το ίδιο έκανε και ο Κενάν. Όσο για εμένα, ενημέρωσα πως θα παραμέναμε στην Κω, κάτι που δεν άρεσε καθόλου στον πατέρα μου. Οι επόμενες ημέρες, κύλησαν με δυσκολία, καθώς η παρέα είχε χάσει την όρεξή της, ενώ την πέμπτη μέρα το πρωί, θα αναχωρούσαμε όλοι. Ο Κενάν, θα έπρεπε να συνεχίσει τις θεραπείες του στην Τουρκία, ωστόσο, εγώ δεν άντεχα την ιδέα της εγκατάλειψής του, όχι στην πιο δύσκολη στιγμή της ζωής του. Αποφασισμένη, θα επέστρεφα στην Αθήνα για να ξεκαθαρίσω την κατάσταση. Σχέδια για το μέλλον μου δεν είχα, μονάχα την βεβαιότητα πως ήθελα να βρίσκομαι δίπλα στον Κενάν σε μία τόσο δύσκολη περίοδο σκληρής δοκιμασίας. Ωστόσο, συνοδό στην δική μου μελαγχολία, είχα και την Άρτεμις, η οποία ξεφυσούσε, ενώ η Ήλια, παρέμενε ως το τελευταίο, δυνατό στήριγμα και για τις δύο. Ο αποχαιρετισμός ήταν δύσκολος με κλάματα και δάκρυα. Εγώ να αγκαλιάζω τον Κενάν και η Άρτεμις να βρίσκεται στο πλάι του Κάλιχ που την φιλούσε πότε στα χείλη και πότε στο μέτωπο.
Βρισκόμασταν στο πλοίο, με προορισμό το λιμάνι του Πειραιά, όταν η Ήλια πήρε επιτέλους τον λόγο.
«Τι μας συνέβη βρε κορίτσια; Τι έγινε εκεί πίσω; Εμείς, πήγαμε για ένα απλό μπάτσελορ, εσείς βρήκατε τον έρωτα της ζωής σας στα μάτια δύο Τούρκων και ο ένας, δέχτηκε επίθεση η οποία αμφιβάλλω πως είχε ως βασικό σκοπό την ληστεία. Ο Κενάν, είχε επάνω του το πορτοφόλι του και αυτό θαρρώ πως λέει πολλά. Στο νοσοκομείο, το παρέδωσαν στον Μετίν» αποφάνθηκε η φίλη μου και για λίγο ξέχασα τη δυστυχία μου, καθώς νοητά, γύρισα πίσω στην μοιραία στιγμή.
Η Ήλια είχε δίκιο. Αν του είχαν επιτεθεί με σκοπό να τον ληστέψουν, το πρώτο πράγμα που θα του έλειπε, θα ήταν το πορτοφόλι του. Επομένως, ο σκοπός ήταν άλλος, ίσως πιο σκοτεινός από όσο μπορούσα να φανταστώ.
«Δηλαδή, υπάρχει περίπτωση να ήταν ξεκαθάρισμα λογαριασμών;» πετάχτηκε η Άρτεμις «Θέλω να πω, δεν τον γνωρίζουμε σχεδόν καθόλου, δεν ξέρουμε αν είναι μπλεγμένος κάπου. Ωστόσο, μου φαίνεται πολύ καλό και τίμιο παιδί, αλλά ποτέ δεν ξέρεις» πήγε να πει για να την διακόψω.
«Αυτό, αποκλείεται! Δεν πιστεύω ούτε στο ελάχιστο την οποιαδήποτε εμπλοκή του Κενάν σε κάτι παράνομο» τους φώναξα και ευθύς σηκώθηκα για να βγω έξω και να πάρω λίγο αέρα. Το Αιγαίο και πάλι στάθηκε φάρος φωτεινός στις γκρίζες ημέρες μου. Το Αιγαίο που επιθυμούσα να μετατρέψω σε γέφυρα, για να την διαβώ και να τον συναντήσω.
Κωνσταντινούπολη
Η επιστροφή ήταν δύσκολη. Ο Μετίν εξακολουθούσε να μασά τα λόγια του, τόσο στους δικούς του, όσο και στους γονείς του Κενάν, οι οποίοι είχαν έρθει στο αεροδρόμιο Ατατούρκ, για να τους υποδεχτούν. Μόλις όμως αντίκρισαν τον Κενάν πάνω στο αναπηρικό καροτσάκι, η μητέρα του και η αδερφή του, έβαλαν τα κλάματα ενώ ο πατέρας του άρχισε να φωνάζει. Ο ίδιος πάλι, κρατούσε με την βία τα δικά του δάκρυα που ήταν έτοιμα να ξεχυθούν εξαιτίας της απελπισίας του.
«Μην τολμήσεις και δεν επιστρέψεις στο σπίτι μας. Χρειάζεσαι βοήθεια τώρα που..»πήγε να ψελλίσει ο πατέρας του.
«Τώρα που έμεινα ανάπηρος; Μην φοβάσαι να το ξεστομίσεις πατέρα, ίσως τελικά να είναι και το μέλλον μου αυτό» του απάντησε ο Κενάν.
«Όχι υιέ μου, θα περπατήσεις ξανά. Θα κάνουμε ό,τι μπορούμε» πρόφερε βουρκωμένος ο Αντνάν.
«Εγώ σπίτι δεν γυρίζω» δήλωσε αποφασιστικά ο Κενάν και είδε τον Μετίν να τον κοιτάζει λοξά.
«Τότε, θα έρθω και εγώ να μείνω μαζί σου και δεν σηκώνω κουβέντα. Μπορεί κάτι να χρειαστείς, ή κάτι να σου συμβεί. Σε παρακαλώ μην μου το αρνηθείς! Βάλε επιτέλους τον εγωισμό σου στην άκρη» του είπε κοιτάζοντάς τον παρακλητικά μέσα στα μάτια.
«Εντάξει, δεν μπορώ να σου αρνηθώ κάτι τέτοιο» του απάντησε ο Κενάν, ενώ η Σελέν από δίπλα σπάραζε, θέτοντας απανωτές ερωτήσεις, μονολογώντας παρακλήσεις προς τον Θεό.
«Τόσο πολύ μας μισείς, εμάς; Που ακόμη και σε αυτήν την κατάσταση δεν δέχεσαι να μετακομίσεις μαζί μας; Η οικογένειά σου είμαστε που σε μεγαλώσαμε και τώρα μας βλέπεις χειρότερα και από τους εχθρούς σου» έλεγε μέσα στα αναφιλητά της.
Τότε, ο Κενάν την πλησίασε και με το χέρι του χάιδεψε τρυφερά το δικό της.
«Σε παρακαλώ, μην λες τέτοια λόγια. Δεν σε μισώ, απλώς θέλω την ησυχία μου. Δεν αντέχω να περιτριγυρίζομαι από κόσμο διαρκώς, αγαπώ την μοναξιά ακόμη και σε αυτές τις δύσκολες στιγμές. Ωστόσο είσαι ευπρόσδεκτη και εσύ και ο μπαμπάς, αλλά και η οικογένεια του Μετίν, να έρχεστε όποτε θέλετε. Από την στιγμή που θα έχω δίπλα μου τον κολλητό μου, θα είμαι μία χαρά. Επίσης, ο Κάλιχ από εδώ, ο Κοζτζούογλου, μου πρόσφερε καινούρια θέση στην εταιρεία του» ολοκλήρωσε, μόνο για να δει τους γονείς του να κοιτάζουν με δέος τον νεαρό που στεκόταν δίπλα τους σιωπηλός.
«Ε-εσύ είσαι ο διευθυντής του κολοσσού Κοζτζούογλου; Μα, πώς βρεθήκατε με τον υιό μου;» τον ρώτησε ο Αντνάν.
«Ο υιός σας, είναι ένας ήρωας γιατί έσωσε τον πατέρα μου από βέβαιο πνιγμό. Φυσικά η πρόσληψή του, ήταν το ελάχιστο ευχαριστώ για την μεγαλοψυχία που επέδειξε, αλλά οι διακοπές μας έδεσαν παρά την άσχημη κατάληξη που είχαν και πλέον, θέλω να στέκομαι στο πλευρό του ως φίλος» απάντησε ο Κάλιχ και οι δύο γονείς έβαλαν ξανά τα κλάματα.
Κανένας τους δεν παρατήρησε το τρελό βλέμμα του Εζέλ που γυάλισε στο άκουσμα της νέας δουλειάς του Κενάν. Τώρα, είχε έναν ακόμη πιο σοβαρό λόγο να θέλει να τον τυλίξει και το άπληστο και άρρωστο μυαλό του έπαιρνε διαρκώς στροφές. Φυσικά φρόντιζε η συμπεριφορά του να φαίνεται απολύτως φυσιολογική. Όλοι τους βγήκαν έξω από το αεροδρόμιο, με τον Κενάν και τους γονείς του να κατευθύνονται στο νέο του διαμέρισμα και τον Μετίν να επιστρέφει στο σπίτι για να ετοιμάσει τα πράγματά του. Η αδερφή του η Σεϊντά είχε συνέλθει και μόλις τον είδε να μπαίνει, έτρεξε και τον αγκάλιασε σφιχτά, ζητώντας παράλληλα συγγνώμη για την πράξη της.
«Με εσένα μικρή, θα τα πούμε αργότερα. Για την ώρα πηγαίνω στο δωμάτιό μου να μαζέψω μερικά ρούχα. Θα μείνω μαζί με τον Κενάν μετά το ατύχημα που είχε» δήλωσε ενώ εκείνη φανερά συγκινημένη με την κατάσταση, τον ρώτησε απλά:
«Θα μπορούσα αύριο να έρθω να τον δω; Υπόσχομαι πως δεν θα κάνω τίποτε το κακό. Με τον Κενάν, ανεξάρτητα από όσα συνέβησαν, μεγαλώσαμε μαζί και τον νοιάζομαι αληθινά. Φυσικά μπορείς να είσαι μπροστά και εσύ για να νιώθεις σιγουριά» του είπε και ο Μετίν ένευσε θετικά.
«Μόνο με εμένα μπροστά» επέμεινε και κατευθύνθηκε στο δωμάτιό του, για να δει τυχαία, το μπουκαλάκι με το αντρικό άρωμά του, στον καθρέπτη μπροστά, στο δωμάτιο των γονιών του.
Για κάποιον λόγο, και ενώ στεκόταν μπροστά στον καθρέπτη με τους γονείς του να βρίσκονται στο σαλόνι, ένιωσε κάτι παράξενο, σαν να τον ωθούσε μία δύναμη αόρατη να προβεί σε μία ενστικτώδη κίνηση. Αρκετά από τα συρτάρια ήταν μισάνοιχτα και ελαφρώς ακατάστατα. Μία πηγαία περιέργεια τον ώθησε να κοιτάξει μέσα τους. Τα άνοιξε όλα με την σειρά, μέχρι που έφθασε στην ντουλάπα με τα ρούχα και σε ένα μικρό, σφραγισμένο κουτάκι. Φαινόταν παλιό και κιτρινισμένο. Με κόπο και αγωνία, έλυσε τον σπάγκο και μόλις το άνοιξε, βρήκε το απόκομμα μίας εφημερίδας. Πάνω της, απεικονιζόταν η είδηση του θανάτου της Μπινάζ.
* Αιντε!
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro