ΚΕΦΑΛΑΙΟ 12
Ο Δημήτρης έβαλε τη ρόμπα του και άνοιξε. Η Αναστασία παρέμεινε ξαπλωμένη.
"Τι θες και μας ξυπνάς τέτοια ώρα, Γιώργο;" είπε στον υπηρέτη.
«άλλο ένα απειλητικό γράμμα από τη Φατίμα μεγαλειότατε! Έχουμε τρομοκρατήσει όλοι μέσα."
«διάβασε το μήνυμα."
"Αύριο θα πεθάνετε. Θα σκοτώσω πρώτα τους υπηρέτες και μετά τους βασιλιάδες." Η κατάσταση είχε ξεφύγει από τα όρια. Οι βασιλιάδες έβγαιναν έξω με φρουρούς τριγύρω τους. Ο πρώην βασιλιάς, ο οποίος ειδοποιήθηκε για το τελευταίο μήνυμα, αποφάσισε να ψάξει να βρει τη Φατίμα και σκέφτηκε το τέλειο κόλπο για αυτό: όταν ήρθε ο απεσταλμένος της Ο οποίος παρέδιδε τα γράμματα, για να παραδώσει το τελευταίο μήνυμα, τον έπιασε και του είπε:
Άκου να δεις... πες στη Φατίμα ότι θέλω να τη συναντήσω αύριο το απόγευμα στις εφτά, Στο παλιό σπίτι που έμενε πριν εξαφανιστεί για δεύτερη φορά." Και όταν ήρθε γ επόμενη μέρα το απόγευμα, χωρίς να πει τίποτα στον γιο του και στη νύφη του έφυγε και πήγε κρυφά στο παλιό σπίτι της Φατίμα, ελπίζοντας εκείνη να είχε παραλάβει το μήνυμα και να ήταν ήδη εκεί για να τον συναντήσει.
Η Φατίμα κοίταξε από το ματάκι.
"Κώστα, εσύ είσαι;"
"Τι είναι αυτά τα μηνύματα που μας στέλνεις; τι θα από εμάς;"
«Πέρασε μέσα και θα σου εξηγήσω." Ο Κώστας συγκράτησε τα νεύρα του και μπήκε μέσα
"Τζον, σε παρακαλώ, μας αφήνεις λίγο μονούς; θα είμαι εντάξει." Είπε η Φατίμα
"Ναι, πάω για καμία βόλτα." Και έφυγε.
«Λοιπόν;" ρώτησε ο Κώστας αφού έφυγε ο Τζον
Ξέρεις, μου λείπει η αγαπημένη μου κορούλα τελευταία, πίνω συνέχεια και μεθυσμένη γράφω αυτά τα γράμματα. Δεν εννοώ τίποτα από όλα αυτά, να το ξέρεις. Ούτε αυτά που άκουσα η Αναστασία εκείνη τη νύχτα τα εννοούσα." Ήταν η δικαιολογία της. Η αλήθεια ήταν, πως ήθελε να φέρει τον Κώστα πιο κοντά της, γιατί ήξερε πως θ αντιδράσει και θα πάει να της ζητήσει εξηγήσεις. Του είχε ετοιμάσει εν πολύ δραστικό δηλητήριο, που σε σκότωνε μέσα σε λίγες ώρες.
"Και...μου λείπεις εσύ! Σε παρακαλώ, κάνε έρωτα απόψε μαζί μου και δεν θα ξαναπαίξω την οικογένεια σου." Ο Κώστας υπάκουσε. Άλλωστε η γυναίκα του ήταν νεκρή. Δεν τον ένοιαζε τι θα του έκανε αυτή η γυναίκα, φτάνει να άφηνε ήσυχους τους δικούς του.
Πήγαν στο κρεβάτι και άρχισαν Βο φιλιούνται αγρία. κι ενώ έμειναν με τα εσώρουχα, η Φατίμα έβαλε δύο ποτήρια σαμπάνια. Στο ποτήρι του Κώστα έβαλε το δηλητήριο.
"Υπόσχομαι να μην ξανακαθίσω." Είπε και τσούγκρισαν. Ήπιαν γρήγορα το ποτό τους γιατί βιάζονταν να συνεχίσουν αυτό που άρχισαν. Η Φατίμα ήταν ευτυχισμένη που μπορούσε να τον έχει έστω για μια νύχτα στη ζωή της. Ήξερε όμως ότι δεν θα τον είχε ποτέ πραγματικά, ποτέ δεν ια την παντρευόταν, οπότε καλύτερα να πέθαινε για να μην τον είχε καμία. Αφού έκαναν ότι έκανα, ξεχάστηκαν και κοιμήθηκαν
Ο Τζον δεν γύρισε. Είχε γνωρίσει και δεκαεξάχρονη και πέρασε τη νύχτα στο σπίτι της. Δεν είχε ξανακάνει έρωτα με μικρότερη και του φαινόταν υπέροχο. Ήταν η πρώτη της φορά και λάτρευε να την καθοδηγεί π ίδιος και να του παραδίνεται κάνοντας της τα κόλπα που του είχε μάθει η Φατίμα.
Το άλλο πρωί ο Κώστας ήταν νεκρός. Η Φατίμα, χαρούμενη θα την επιτυχία του σχεδίου της, έθαψε το πτώμα τον κήπο της και περίμενε τον Τζον. Μετά από αρκετή ώρα επέστρεψε
«Που ήσουν εσύ;" τον ρώτησε.
"Κοίτα, Φατίμα, γνώρισα κι κοπέλα που είναι πιο κοντά στην ηλικία μου και θέλω να ζήσω μαζί της."
"Τι;" ρώτησε δακρυσμένη η Φατίμα.
"Και νε παρατάς έτσι απλά;"
«Συγγνώμη, δεν μπορούμε πια να είμαστε μαζί!"
Κι ενώ μάζευε τα πράγματα του, η Φατίμα πήγε και του είπε:
"Δεν θα σ' αφήσω να φύγεις, αν δεν μου κάνεις μιας τελευταία χάρη
.σκότωσε τον Δημήτρη."
"Τι;"
"Αυτό που σου λέω. Σκέψου μόνο πόσο άσχημα σου είχε φερθεί την ημέρα της βάφτισης, που σε πέταξε σαν το σκυλί στο δρόμο. Καν το και δεν θα σε ξαναενοχλήσω ποτέ. Αλλιώς...Θα στοιχειώσω στη ζωή σου.
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro