Κεφάλαιο 7
Δαγκώνω το εσωτερικό του μάγουλου μου για να συγκρατήσω το γέλιο που απειλεί να βγει από το στόμα μου, καθώς παρακολουθώ το φάσμα των εκφράσεων στο πρόσωπο της Λιάνα μόλις είμαστε και οι δύο στο αυτοκίνητο.
Ώστε η μικρή θρασύς άγγιξε τον εαυτό της έχοντας εμένα στο μυαλό της;
Αφήνω το σακίδιό της στα πίσω καθίσματα και ρίχνω μια δεύτερη ματιά στο πρόσωπό της. Τα μάγουλα που είναι αναψοκοκκινισμένα από την αμηχανία και τον ενθουσιασμό φαίνονται όμορφα πάνω της.
Τα πόδια της είναι σταυρωμένα και χαμογελάω στη θέα των γυμνών ποδιών της.
Ευλογημένος ο δημιουργός των φορεμάτων.
Πριν βάλω μπροστά το αυτοκίνητο, απλώνω το χέρι μου προς το μέρος της.
«Δώσε μου το εσώρουχό σου», με κοιτάζει σαν να μου έχει μόλις εξομολογηθεί ένα φόνο, αλλά... Βγάζει υπάκουα το εσώρουχό της, με το πρόσωπό της ακόμα πιο κόκκινο, και το σφίγγει σε μια γροθιά. «Δεν θα μου το δώσεις, μωρό μου;» σφίγγει τα χείλη της και μου το δίνει. «Έξυπνο κορίτσι», σκύβω να τη φιλήσω, και το στόμα της με υποδέχεται, έτοιμο και ζεστό. Τα χείλη της Λιάνα είναι γεμάτα, μαλακά και ζεστά, και μόνο στην σκέψη να τα έχω ξανά γύρω από τον μέλος μου, νιώθω το αίμα να ξεχύνεται στον καβάλο μου. Απομακρύνω το στόμα μου από το δικό της και χαμογελάω καθώς την βλέπω να γέρνει προς το μέρος μου.
Τόσο όμορφη.
«Πότε μπορώ να έχω πίσω το εσώρουχό μου, αφέντη;» η αθώα λάμψη στα μάτια της με κάνει να χαχανίσω. Δεν έχει την παραμικρή επίγνωση της επίδρασης που έχουν αυτά τα κουταβίσια μάτια, δεν ξέρει ότι με έχει στριμώξει γύρω της με ένα κλείσιμο του ματιού.
«Όταν θέλω να σου το δώσω πίσω, γατούλα», αναστενάζει υπερβολικά γοητευτικά, και δεν μπορώ να αντισταθώ να φιλήσω το στόμφο στα χείλη της. «Προς το παρόν νομίζω ότι θα δείχνουν καλύτερα διακοσμητικά για το αυτοκίνητό μου», ανοιγοκλείνει τα μάτια της μπερδεμένη, μέχρι που με βλέπει να βάζω το εσώρουχο στον καθρέφτη και αρχίζει να αρνείται.
«Αυτό είναι λάθος».
«Πάρε το χέρι σου μακριά, αλλιώς σοβαρά δεν θα μπορείς να καθίσεις αύριο», την προειδοποιώ καθώς τη βλέπω να τεντώνει το χέρι της προς την κατεύθυνση του καθρέφτη. «Δεν είμαι πραγματικά οπαδός του ροζ, αλλά προσθέτουν μια ωραία πινελιά, δεν νομίζεις;»
Ξεστομίζω σχόλια του ίδιου είδους, μόνο και μόνο για να χαρώ βλέποντας τα ξεκάθαρα, ειλικρινή συναισθήματα στο πρόσωπό της καθώς οδηγώ προς το διαμέρισμα. Ευτυχώς που το στόμα της και το μόριο μου δεν είναι κοντά αυτή τη στιγμή, γιατί μάλλον θα το είχε ξεσκίσει.
«Αυτό πραγματικά δεν είναι αστείο», λέει ψιθυριστά. «Και αν το δει κάποιος;»
«Μπορούμε να βάλουμε μια πινακίδα που να λέει ότι είναι δικό σου, αν θέλεις», με κοιτάζει με θυμό που λάμπει στα μάτια της και εγώ γελάω. Μοιάζει με στριμωγμένο γατάκι, που στριγγλίζει και ανακατεύει τη γούνα του για να τρομάξει. Αστείο, πολύ αστείο. «Λοιπόν, ήσουν έτοιμη να μου πεις για τις φαντασιώσεις σου».
Ο θυμός αντικαθίσταται από ένα νέο αμήχανο κοκκίνισμα και οι κόρες των ματιών της διαστέλλονται ελαφρώς. Ω, για δες.
«Δεν...»
«Όλοι έχουμε φαντασιώσεις», τη διακόπτω, πριν προσπαθήσει να με πείσει για το αντίθετο.
«Κι εσύ;» Σηκώνει ελαφρώς το πηγούνι της, πεισματικά.
»Ξέρεις ότι το να εκτρέψεις την κουβέντα σε μένα δεν θα με εμποδίσει να τις μάθω έτσι;» Μου κάνει ένα αδύναμο νεύμα, αλλά δεν λέει τίποτα. «Θα τις μάθω ούτως ή άλλως, μωρό μου. Ίσως είναι καλύτερα αν τις προφέρεις».
Μου ρίχνει μια γρήγορη ματιά με μάτια που έχουν στενέψει, σε αμυντική στάση.
«Ποιες είναι οι δικές σου φαντασιώσεις;»
«Δεν θέλεις να ξέρεις», πραγματικά δεν νομίζω ότι είναι έτοιμη για όλα αυτά.
Να τη γαμάω μέχρι να χάσει την αίσθηση της πραγματικότητας, να ξεχάσει το όνομά της, να ξεχάσει τι συμβαίνει γύρω της και να είναι απλώς μια μάζα ιδρωμένου, διεγερμένου τρέμουλο κάτω από τα χέρια μου, καθώς ικετεύει για περισσότερα. Να εξερευνήσω κάθε γαμημένο εκατοστό του σώματός της καθώς σπαρταράει στο άγγιγμά μου, χωρίς να μπορεί να ξεφύγει, αλλά το θέλει, αναζητώντας το σώμα μου, κοιτάζοντάς με με μάτια που έχουν γυαλίσει, με τις ίριδες της να έχουν το χρώμα της λιωμένης σοκολάτας και...
«Τότε δεν πρόκειται να σου πω τις δικές μου», κινεί πεισματικά το πρόσωπό της, κι εγώ βολεύομαι γελώντας, καθώς προσπαθώ να αγνοήσω την πίεση του μορίου μου πάνω στο ύφασμα του παντελονιού μου.
«Εγώ νομίζω θα τις πεις. Το θέμα είναι ότι μπορείς να μου πεις εσύ η ίδια, ή μπορώ να γίνω δημιουργικός για να πάρω την απάντηση».
Την παρακολουθώ να καταπίνει με δυσκολία και να σκέφτεται αυτό που μόλις της είπα.
«Σε ένα σινεμά. Ευχαριστημένος;» σταυρώνει τα χέρια της κάτω από το στήθος της και κοιτάζει έξω από το αυτοκίνητο, σαν να μην μπορεί καν να με κοιτάξει κατάματα μετά την εξομολόγηση.
Τη μέρα που η Λιάνα θα καταλάβει ότι δεν χρειάζεται να έχει ταμπού για τη σεξουαλικότητά της μαζί μου, θα είναι πραγματικά ελεύθερη. Τι νομίζει; Ότι θα γελάσω ή θα την επιπλήξω που έχει μια φαντασίωση;
Η Λιάνα τα δίνει όλα και είναι πάντα πρόθυμη να δοκιμάσει πράγματα. Υποθέτω ότι ίσως κάποια στιγμή το δοκίμασε με κάποιον ηλίθιο που γέλασε ή την αποκάλεσε τρελή που είχε φαντασίωση, σαν να ήταν ανώμαλη.
«Κρίμα, είχα κάποιες καλές ιδέες για να πάρω αυτή την απάντηση», λέω μετά από μερικά δευτερόλεπτα.
Μου χαρίζει μια προσπάθεια χαμόγελου κι εγώ προσπαθώ να συγκεντρωθώ στο τιμόνι και στην κίνηση.
«Νόμιζα ότι θα γελούσες».
Να τα μας.
«Νομίζω ότι στο έχω ξαναπεί αυτό, μωρό μου, αλλά με τι είδους ηλίθιους κοιμόσουν;» γελάει αλλά δεν λέει τίποτα. «Έχεις πει ποτέ σε κανέναν τις φαντασιώσεις σου;» Η Λιάνα μετακινείται αμήχανα, δίνοντάς μου την απάντηση χωρίς να πει τίποτα. «Σε έκανε να νιώσεις ανώμαλη;»
Χρειάζεται μερικά δευτερόλεπτα για να βγάλει ένα κοφτό γέλιο και να μιλήσει:
«Είπε ότι μάλλον πρέπει να πάω σε ψυχολόγο, γιατί το να θέλω να πηδιέμαι σε κινηματογράφο πρέπει να είναι ασθένεια, ότι η επιδειξιομανία είναι λάθος και ότι...» μουρμουρίζει και μετά ανασηκώνει τους ώμους σαν να μην έχει σημασία. «Μάλλον μετά από αυτό τις καταπίεσα»
Συγκρατώ τον εαυτό μου από το να στροβιλίσω τα μάτια μου.
«Ο ηλίθιος μάλλον είχε πολλές φαντασιώσεις που δεν μπόρεσε να τις πει», μουρμουρίζω.
Υπάρχουν ηλίθιοι άντρες που τρομοκρατούνται από μια γυναίκα που ξέρει τι θέλει και δεν φοβάται να το πει.
Αναστενάζει. «Γιατί έχω την αίσθηση ότι εσύ δεν είσαι ένας από αυτούς τους τύπους;» Η Λιάνα χαμογελάει και κοιτάζει ξανά έξω από το παράθυρο, μόλις φτάνουμε στο διαμέρισμα.
«Γιατί να είμαι;» τη ρωτάω με ειλικρίνεια και μετά ξεκαθαρίζω: «Δεν φοβάμαι μια γυναίκα που ξέρει τι θέλει και επιλέγει να το εξερευνήσει», της εξηγώ, «και αν αυτό που θέλεις εσύ και αυτό που θέλω εγώ συμβαδίζουν, τότε είμαστε στην ίδια σελίδα».
«Νόμιζα ότι είπες ότι δεν έχει να κάνει με το τι θέλω, αλλά με το τι χρειάζομαι», μουρμουρίζει καθώς σβήνω τη μηχανή του αυτοκινήτου και ανοίγω την πόρτα μου. Κατεβαίνει αφού πάρει το σακίδιό της και χαμογελάω καθώς βλέπω το εσώρουχό της ακόμα στον καθρέφτη και εκείνη βγάζει έναν ηττημένο αναστεναγμό.
«Έχεις πέτρες εδώ μέσα;» τν ρωτάω καθώς παίρνω το σακίδιο από τον ώμο της και παρατηρώ ότι είναι πολύ βαρύ.
«Μόνο βιβλία, το λάπτοπ μου και άλλα πράγματα...»
«Πράγματα;»
«Ρούχα για τη δουλειά», διευκρινίζει. «Μπορώ να έχω πίσω το εσώρουχο μου τώρα;:
«Όχι, νομίζω ότι ταιριάζει απόλυτα εκεί μέσα», δαγκώνει τα χείλη της, πιθανότατα καταπιέζοντας μια κατάρα προς το μέρος μου, και με ακολουθεί μέσα στο κτίριο. Την αφήνω να με οδηγήσει στο ασανσέρ και χαμογελάω με την προσπάθεια που κάνει να κρατήσει το φόρεμα στη θέση του.
Ένας άντρας δεν μπορεί να αντισταθεί στο να βοηθήσει μια κοπέλα σε δύσκολη θέση, έτσι δεν είναι;
Απλώνω το χέρι μου προς το στρίφωμα του φορέματός μης και το τραβάω.
«Ντέμιαν!» πετάει ένα οργισμένο χαστούκι προς το μέρος μου που μόλις αγγίζει το στήθος μου και θέλω να γελάσω, αλλά δεν μπορώ να ξεπεράσω το γεγονός ότι προσπάθησε να με χτυπήσει.
«Επρόκειτο να με χτυπήσεις, μωρό μου;» πατάω το κουμπί του ασανσέρ και την σέρνω μέσα, για να την στριμώξω. Το πρόσωπό της πιέζεται στον τοίχο και ο κώλος της χτυπάει στον καβάλο μου καθώς στριφογυρίζει προσπαθώντας να ελευθερωθεί.
Δοκιμάζει ξανά το κόλπο με τα χαστούκια και αρχίζω να τσαντίζομαι.
«Δεν... δεν φοράω κανένα εσώρουχο!»
«Το ξέρω, εγώ το ζήτησα, το ξεχνάς;» χαμογελάω ελαφρά, «αλλά δεν μπορείς να με χτυπήσεις», πιέζω το χέρι μου στο δεξί μάγουλο των γλουτών της. «Αυτό είναι αγένεια να το κάνεις στον αφέντη σου, το ξέρεις;»
Λαχανιάζει και ακούω μια πολύ ανειλικρινή συγγνώμη να ξεφεύγει από τα χείλη της.
«Λυπάμαι, αφέντη».
«Πραγματικά δεν λυπάσαι. Νομίζεις ότι μου αξίζει μια γροθιά».
«Μερικές φορές», μουρμουρίζει.
Γελάω, πιέζω το σώμα μου πιο δυνατά πάνω στο δικό της και απομακρύνομαι τόσο ώστε να μπορέσω να χαστουκίσω ξανά τον κώλο της. Τσιρίζει και στριφογυρίζει.
«Δεν τριγυρνάς και χτυπάς ανθρώπους, πόσο μάλλον τον αφέντη σου, σαν να είσαι παιδί ανίκανο να λογικευτεί, έγινα σαφής;»
Μπορώ να την ακούσω να καταπίνει. «Μάλιστα, αφέντη».
«Καλώς», φιλάω το πίσω μέρος του κεφαλιού της και τρίβω το πονεμένο δέρμα για να απαλύνω τον πόνο. Ξέρω ότι ούτως ή άλλως δεν είναι απόλυτα ειλικρινής με αυτή τη συγγνώμη, οπότε όταν το ασανσέρ σταματά στον όροφο μου, βάζω το χέρι μου στον ώμο της και την ωθώ να μπει στο διαμέρισμα. Την παρακολουθώ να βάζει το χέρι της στη μελανιασμένη περιοχή και χαμογελάω, γιατί ο κώλος της φαίνεται πραγματικά υπέροχος με τα σημάδια του χεριού μου πάνω του.
Αφήνω το σακίδιό της στον καναπέ του σαλονιού και την οδηγώ στην κουζίνα. Μπορεί να έχει παιδαριώδη συμπεριφορά, μπορεί όμως να έχει και μια τιμωρία που να ταιριάζει σε αυτή τη συμπεριφορά. Δείχνω τη νησίδα στη μέση και εκείνη με παρακολουθεί, χωρίς να κουνιέται.
«Δεν..»
«Μένεις εδώ», πριν προλάβει να πει οτιδήποτε, την τοποθετώ πάνω στη νησίδα, η οποία είναι αρκετά ψηλή ώστε τα πόδια της να κρέμονται, «μέχρι να αλλάξεις γνώμη».
«Μου φέρεσαι σαν παιδί», παραπονιέται, σταυρώνοντας τα χέρια της. Δεν κουνιέται όμως από την θέση της.
Έξυπνο κορίτσι.
«Ακίνητη εκεί», την δείχνω. «Ίσως μπορείς να σκεφτείς την συμπεριφορά σου».
Ναι, αυτό είναι. Θα της δώσω χρόνο να σκεφτεί τα πράγματα, να υποθέσει ότι το να προσπαθήσει να με χτυπήσει είναι λάθος και μια αντίδραση που δεν μπορεί να ξαναγίνει, ειδικά αν δεν την πείραξα ή κάτι που ήταν εκτός ορίων.
Εκτός αυτού, έχει μια λέξη ασφαλείας. Το να με χτυπάει και να μου φωνάζει δεν είναι ο σωστός τρόπος για να το κάνεις και στην πραγματικότητα, είμαι λίγο απογοητευμένος από αυτό. Ίσως είμαι λίγο σκληρός, ειδικά αν σκεφτείς πώς είναι η Λιάνα, αλλά πρέπει να καταλάβει.
Της γυρίζω την πλάτη, δεν λέω τίποτα και αφήνω τη σιωπή να είναι αρκετά βαριά για να εισχωρήσει πραγματικά στις σκέψεις και τις αιτίες της. Θα καταλήξει στο ίδιο συμπέρασμα με μένα και αν πραγματικά διορθώνουμε τα πράγματα και λυπάται, θα δώσει μία ειλικρινή συγγνώμη και όχι την ψεύτικη απάντηση που μου έχει δώσει πριν.
Κινούμαι αθόρυβα στην κουζίνα, καθώς ψάχνω κάποια πράγματα για να ετοιμάσω το δείπνο. Δεν την κοιτάζω καν, καθιστώντας σαφές ότι διαφωνώ με τη συμπεριφορά της.
Η Λιάνα μαθαίνει, και όπως χρειάστηκε να τη λυγίσω για να καταλάβει ότι δεν θα με απογοητεύσει αν χρησιμοποιήσει την λέξη της, έτσι πρέπει να καταλάβει ότι και η προσπάθεια να με χτυπήσει δεν είναι αποδεκτή.
«Ντέμιαν;» Η διστακτική φωνή της έρχεται λίγα λεπτά αργότερα, αλλά δεν την κοιτάζω καν.
Κρατάω όμως το μεγαλύτερο μέρος της προσοχής μου πάνω της, αλλά δεν την αφήνω να το καταλάβει. Συνεχίζω να κόβω τα λαχανικά που σκοπεύω να μαγειρέψω καθώς την ακούω να αναστενάζει και να κάνει μια δεύτερη προσπάθεια. «Κύριε;» ένα χαμόγελο τραβάει τα χείλη μου, αλλά συνεχίζω με το φαγητό. «Αφέντη;» η τρίτη προσπάθειά της, η φωνή της διστακτική και τρεμάμενη, με κάνει να κουνήσω ελαφρά το κεφάλι μου προς το μέρος της, αλλά δεν λέω λέξη. Ο θόρυβος του σκαμνιού με ειδοποιεί ότι έχει μετακινηθεί από το σημείο που την άφησα και αφήνω να περάσουν μερικά δευτερόλεπτα πριν γυρίσω και σταυρώσω τα χέρια μου, περιμένοντας να βρω τη Λιάνα όρθια έτοιμη να προκαλέσει σάλο, αλλά η εικόνα μπροστά μου παράγει ένα μείγμα περηφάνιας και πόνου που με εμποδίζει να αδιαφορήσω. Η Λιάνα έχει πέσει στα γόνατα στη μέση της κουζίνας, με τους ώμους της να έχουν γείρει ελαφρώς προς τα εμπρός, το βλέμμα της χαμηλωμένο και τα χέρια της μπλεγμένα επάνω στα πόδια της. «Λυπάμαι που ήμουν τόσο... παιδαριώδης», ψιθυρίζει. «Δεν θα ξανασυμβεί».
Περπατάω τα λίγα βήματα που με χωρίζουν από εκείνη, ικανός να διαισθανθώ ότι ζητάει ειλικρινά συγγνώμη και ότι λυπάται πραγματικά.
Ποτέ δεν αφιέρωσα χρόνο για να της εξηγήσω ότι αυτή είναι η θέση για να ζητήσεις συγχώρεση, αλλά υποθέτω ότι έβγαλε τα δικά της συμπεράσματα ή, ίσως, η υποτακτική μου έκανε τη δική της έρευνα.
Σκύβω προς το μέρος της, παρατηρώντας την ασθμαίνουσα αναπνοή της κοπέλας, και απλώνω το χέρι μου προς την κατεύθυνσή της.
«Σήκω πάνω, μωρό μου. Είσαι συχωρεμένη».
Τα δάχτυλά της είναι παγωμένα γύρω από τα δικά μου καθώς αρπάζει το χέρι μου και την τραβάει για να την βοηθήσω να σταθεί όρθια.
Πριν καν τελειώσει να βολευτεί, την αγκαλιάζω. Γιατί στο διάολο να συνεχίσω να την τιμωρώ με αδιαφορία, αφού πήρε το μάθημά της; Δεν βγάζει κανένα νόημα.
Εξάλλου, είναι καλύτερα αν το καταλάβει έτσι. Αν κάνεις κάτι κακό, υπάρχει τιμωρία, δεν ζητάς ειλικρινά συγγνώμη; Λοιπόν, θα έχεις χρόνο να το σκεφτείς, να συμφιλιωθείς με το χάλι σου και να ζητήσεις ειλικρινά συγγνώμη. Αν με πείσεις, θα σε συγχωρήσω, φυσικά και θα σε συγχωρήσω- αυτή είναι η διαδικασία άλλωστε. Μετά, είναι λογικό να σου δείξω ότι δέχτηκα και εγώ τη συγγνώμη σου και μπορούμε να προχωρήσουμε, αφήνοντας το θέμα πίσω μας.
«Συγγνώμη», μουρμουρίζει.
Δεν νομίζω καν ότι η Λιάνα έχει επίγνωση του επιπέδου υποταγής που επιδεικνύει, πόσο ευχάριστο και ικανοποιητικό είναι για μένα να τη βλέπω να συμπεριφέρεται με αυτόν τον τρόπο - όχι να χρειαστεί να έρθει η τιμωρία ή να νιώσει δυστυχισμένη, αλλά να δείξει αληθινή μεταμέλεια- τόσο αφοσιωμένη σε αυτό.
«Είσαι ήδη συχωρεμένη, μωρό μου», επαναλαμβάνω. Βάζει τα χέρια της γύρω μου αργά, αμφιβάλλοντας για τις πράξεις της, και μετακινώ το χέρι μου στην πλάτη της. «Πήρες το μάθημά σου, μπορούμε να το αφήσουμε πίσω μας, αλλά να το έχεις στο μυαλό σου την επόμενη φορά που θα σκεφτείς να με χτυπήσεις, εντάξει;»
Κουνάει το κεφάλι της σε αργή επιβεβαίωση και η φωνή της πνίγεται στο πουκάμισό μου καθώς μιλάει ξανά:
«Νομίζω... Νομίζω ότι θα προτιμούσα τη σωματική τιμωρία από αυτό. Δεν μου αρέσει που με αγνοείς. Πονάει».
«Το ξέρω», απομάκρυνε αργά το κεφάλι της από το στήθος μου και με κοιτάζει, «αλλά πρέπει να μάθεις να αντιμετωπίζεις και τους δύο πόνους», σφίγγει τα χείλη της χωρίς να πει τίποτα, κι εγώ σκύβω να τη φιλήσω, ολοκληρώνοντας οριστικά την όλη κατάσταση. Όταν χαλαρώνει πάνω μου και είναι ξεκάθαρο ότι δεν υπάρχει καμία δυσαρέσκεια από την πλευρά της, απομακρύνομαι. «Είναι η σειρά σου να φτιάξεις τη σαλάτα».
Χαμογελάει, αναγκάζοντας τον εαυτό της να ξεπεράσει την κατάσταση, και γνέφει.
Τελειώνουμε την προετοιμασία του δείπνου σε άνετη σιωπή, σε αντίθεση με πριν, και θα ορκιζόμουν ότι ακούω το μυαλό της Λιάνα να στροβιλίζεται από εδώ. Δεν την αφήνω να το καταλάβει, όμως, ούτε λέω τίποτα μέχρι να καθίσουμε με τα αντίστοιχα πιάτα με το φαγητό μας. Καθαρίζω ελαφρώς το λαιμό μου και εκείνη σηκώνει το κεφάλι της, ανοιγοκλείνοντας τα μάτια της αρκετές φορές.
«Συγγνώμη, τι είπες;»
«Δεν είπα τίποτα», μουρμουρίζω, «αλλά πρέπει να σταματήσεις να το σκέφτεσαι πια. Ό,τι έγινε μένει στο παρελθόν», για να αναγκάσω το μυαλό της να επικεντρωθεί σε κάτι άλλο, ρωτάω: «Πώς πήγε στη βιβλιοθήκη;»
«Εκτός από το γεγονός ότι έπρεπε να σου κάνω στοματικό σεξ;» μου χαμογελάει νευρικά και στη συνέχεια αναστενάζει. «Υποθέτω ότι προσπαθούσα να συγκεντρώσω κάποιες πληροφορίες για τη διατριβή».
«Εξακολουθείς να μη μου λες το ακριβές θέμα» Μιλάω πριν βάλω ένα κομμάτι από τα ψητά λαχανικά στο στόμα μου.
«Εγώ... είναι περίπλοκο», μουρμουρίζει, μετακινώντας το φαγητό στο πιάτο της.
«Γιατί δεν τρως;» ανασηκώνω ένα φρύδι προς την κατεύθυνσή της, και εκείνη βάζει ένα από τα κομμάτια στο στόμα της. «Πολύ καλά, επομένως, γιατί είναι περίπλοκο;»
«Επειδή... είναι περίπλοκο», ρουθουνίζει. «Προσπάθησα να κάνω τη διατριβή για... την ανισότητα μεταξύ των ανθρώπων που εμπλέκονται σε μια σαδομαζοχιστική σχέση και ήταν μία καταστροφή», περιμένω να συνεχίσει. «Στην πραγματικότητα, κατέληξα στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει καμία ανισότητα. Θέλω να πω, υπάρχει ανισότητα, αλλά όχι μια... τοξική ανισότητα. Χρειάζονται και τα δύο μέρη για να λειτουργήσει και... άλλαξα θέμα», μουρμουρίζει. «Μπλέχτηκα με τον Φρόιντ».
«Έχεις σοβαρό πρόβλημα με τον Φρόιντ, γατούλα», με κοιτάζει και όταν βλέπω τα μάγουλά της να κοκκινίζουν, συνεχίζω τη συζήτηση που κάναμε στο αμάξι. »Δεν μου απάντησες καν αν αγγίζεις τον εαυτό σου σκεπτόμενη αυτόν».
«Έχεις δει φωτογραφία του; Αηδιαστικό!» κάνει ένα μορφασμό και εγώ γελάω.
«Θα μπορούσες να φαντασιώνεσαι τη νοημοσύνη του», λέω για να την εκνευρίσω, «ίσως είσαι ευφυϊολάγνος».
«Όχι, ευχαριστώ».
«Άρα, δεν ικανοποιήθηκες σκεπτόμενη αυτόν, αλλά σκεπτόμενη...»
«Δεν μπορούμε να μιλάμε για ικανοποίηση ενώ τρώμε». Τσιρίζει, λες και μπορεί να μας ακούσει κανείς.
«Μπορούμε, αλλά αν προτιμάς να φας και μετά να μιλήσουμε για το γιατί έπρεπε να καταφύγεις στην αυτοικανοποίηση έχοντας εμένα, τότε θα το κάνουμε έτσι», μετακινώ το πιρούνι μου προς το μέρος της και δείχνω το πιάτο της, «αλλά φάε αλλιώς θα ανεβάσω τον πήχυ και θα συνεχίσω».
«Εντάξει». Απαντάει και δαγκώνω το εσωτερικό του μάγουλου μου για να μην γελάσω.
Έτσι κάνετε λοιπόν κύριοι για να θελήσει η υποτακτική σας - η οποία έχει έλλειψη πείνας - να φάει.
Στεκόμαστε σε αρκετά άνετη σιωπή, μέχρι που χτυπάει το τηλέφωνό μου και τον βλέπω. Ο Βίκτορ κάνει ήδη μια στάση στη Μαδρίτη, οπότε του απομένουν μόνο πέντε ή έξι ώρες μέχρι να φτάσει στη Ρωσία.
«Τελείωσες;» Τη ρωτάω, όταν τη βλέπω να αφήνει το πιρούνι της στο πλάι του πιάτου της.
«Ναι, θα αναλάβω...»
«Τα πιάτα μπορούν να περιμένουν», σταματά στα μισά του δρόμου και με κοιτάζει. «Έχουμε κάτι πιο σημαντικό να τακτοποιήσουμε».
Την βλέπω να καταπίνει το σάλιο και η νευρικότητα να εισβάλλει στο σώμα της. Είναι ωραίο να βλέπεις το άγχος να κυλάει στις φλέβες της, προσπαθώντας να προβλέψει την επόμενη κίνηση ή τα λόγια μου.
«Εντάξει», καθαρίζει το λαιμό της και υγραίνει τα χείλη της. Τα ίδια χείλη που περιέβαλαν το μόριο μου πριν από λίγες ώρες. Η ανάμνηση κάνει το μέλος μου να σκληραίνει, απαιτώντας προσοχή.
«Επομένως μωρό μου», της χαρίζω το πιο αυθάδες χαμόγελο που μπορώ να βρω και σηκώνομαι, βάζοντας το χέρι μου στον ώμο της, νιώθοντας την ένταση στην πλάτη της, «γιατί δεν μου δείχνεις τι έκανες όσο με σκεφτόσουν;»
Αργά κουνάει αρνητικά το κεφάλι της, κι εγώ χαμογελάω.
Τι στο διάολο συμβαίνει με τους ανθρώπους; Γιατί είναι τόσο απαράδεκτο να αυτοϊκανοποιείσαι μπροστά σε κάποιον που θέλει να σε δει και με τον οποίο όλα είναι από προηγουμένως συναινετικά; Δεν ζητάω από τη Λιάνα να αναγκάσει κάποιον να την βλέπει να αγγίζει τον εαυτό της, γνωρίζοντας ότι αυτός ο κάποιος δεν το θέλει. Εγώ, από την άλλη πλευρά, είμαι αρκετά πρόθυμος να τη δω.
«Νομίζω ότι μπορούμε να κάνουμε κάτι άλλο».
«Όχι, δεν το νομίζω...» Δεν πρόκειται να της δώσω μια γρήγορη διέξοδο. Όχι αυτή τη φορά. «Πάμε στην κρεβατοκάμαρα, γατούλα».
«Δεν...»
«Θα προτιμούσες να το κάνεις στην κουζίνα;» Με παρακολουθεί με τα μάτια ελαφρώς στενά, καθώς σχεδιάζει έναν τρόπο να με πνίξει. «Βγάλε αυτές τις δολοφονικές σκέψεις από το κεφάλι σου», το μωρό μου ανοιγοκλείνει τα μάτια και με κοιτάζει με σαφή θυμό στα μάτια της. «Ίσως προτιμάς να πας κάπου αλλού; Δεν νομίζω ότι θα βρούμε ανοιχτό κινηματογράφο τέτοια ώρα, αλλά μπορούμε να το κάνουμε μπροστά στην τηλεόραση αντ' αυτού».
Τα χρώματα ανεβαίνουν στο πρόσωπό της και δεν μπορώ παρά να γελάσω, να σκύψω και να τη φιλήσω. Έχει γεύση σαν το κρασί που πίναμε στο δείπνο, γλυκό και κόκκινο.
«Δεν πρόκειται να αυτοϊκανοποιηθώ», λέει δευτερόλεπτα αργότερα.
«Εγώ νομίζω ότι θα το κάνεις», τραβάω τα μαλλιά της προς τα πίσω και ένα κύμα ευχαρίστησης γλιστράει πάνω στο μόριο μου, καθώς βγάζει ένα ήχο από το πίσω μέρος του λαιμού της. «Θα σε αφήσω να διαλέξεις εσύ το μέρος», ψιθυρίζω. «Τον καναπέ ή το κρεβάτι;»
Σηκώνει το πηγούνι της ακόμα πιο ψηλά, και μια επαναστατική φωτιά αναδύεται στα μάτια της. «Στα όνειρά σου».
Δεν το αποφεύγω, γελάω.
«Είναι πολύ θρασύ αυτό που μου λες, δεν νομίζεις;» Τραβάω λίγο τα μαλλιά της προς τα πίσω και το πρόσωπο της υψώνεται. «Νόμιζα ότι το να πάμε στη βιβλιοθήκη θα σε έβαζε σε μία εντελώς κατάσταση σπασίκλα και υποταγής, αλλά νομίζω ότι είχε το αντίθετο αποτέλεσμα, έτσι δεν είναι;» κρατάει τα σκούρα σοκολατένια μάτια της στα δικά μου. «Τα όνειρά μου, αν αναρωτιέσαι, είναι ήδη γεμάτα από εικόνες σου σε πολλές καταστάσεις που δεν είσαι προετοιμασμένη να αντιμετωπίσεις, αλλά θέλω να ξέρω τι εικόνες έχεις εσύ στο μυαλό σου», χτυπάω ελαφρώς τον κρόταφό της με την άκρη του δείκτη μου, «και τι μπορούν να προκαλέσουν».
Χαλαρώνω τη λαβή μου στα μαλλιά της και τοποθετώ το χέρι μου στον αυχένα της, για να την οδηγήσω στο δωμάτιο.
Νιώθω τους επιταχυνόμενους σφυγμούς της κάτω από τις άκρες των δαχτύλων μου και την αφήνω ελεύθερη μόνο όταν είμαστε μέσα στο δωμάτιο.
«Θα με αναγκάσεις πραγματικά να το κάνω αυτό;»
«Ναι», δεν υπάρχει ίχνος αμφιβολίας ή δισταγμού στη φωνή μου. Πέφτω στον δερμάτινο καναπέ στη γωνία, καθώς η Λιάνα σταματά νευρικά λίγα βήματα μακριά μου, ανάμεσα στο κρεβάτι και τον καναπέ. Της δίνω λίγο χώρο, επικεντρώνομαι στο να πιάσω ένα από τα φαρδιά ποτήρια για να βάλω μέσα λίγο ουίσκι και να απολαύσω πραγματικά την παράσταση. Όταν βλέπω ότι η Λιάνα δεν κινείται και κυριολεκτικά μοιάζει χαμένη, αναστενάζω. «Ας το κάνουμε λίγο πιο εύκολο για σένα», με παρακολουθεί περιμένοντας. «Βγάλε το φόρεμά σου».
Το κάνει και κλειδώνει τα μάτια της στα δικά μου.
Έτσι, συνεχίζω με τις εντολές, καθώς σαρώνω άσεμνα το σώμα της, περιγράφοντας λεπτομερώς κάθε χαρακτηριστικό της. Το ροζ σουτιέν που ταιριάζει με το εσώρουχο που κοσμεί αυτή τη στιγμή το αυτοκίνητό μου είναι το μόνο ρούχο που την καλύπτει και γρήγορα κάνει παρέα στο φόρεμα που βρίσκεται στο πάτωμα.
Εντελώς γυμνή και ευάλωτη σε ό,τι θέλω να της κάνω, είναι πανέμορφη.
Έτσι συνεχίζω- την διατάζω να αγγίξει το στήθος της, να κυκλώσει τις θηλές της με τα ακροδάχτυλά της και να συνεχίσει προς τα κάτω. Τα χέρια της αντικαθιστούν τα δικά μου, αλλά εγώ ελέγχω τα πάντα, εγώ είμαι αυτός που καθοδηγεί το παιχνίδι, που δίνει τις εντολές, και κατά κάποιον τρόπο, τα δάχτυλά της μοιάζουν με τα δικά μου. Είναι σαν τα χέρια μου να τραβάνε τις ευαίσθητες ρώγες της ή να αγγίζουν τον πιο ευαίσθητο κόμπο νεύρων ανάμεσα στα πόδια της.
Όταν το χρώμα της διέγερσης αντικαθιστά την αμηχανία στο πρόσωπό της, της ζητώ να καθίσει στην άκρη του κρεβατιού, να ανοίξει τα πόδια της και να δείξει τον εαυτό της. Το ευαίσθητο σημείο της είναι υγρό, πρησμένο και ουρλιάζει για τον μόριο μου.
Και ποιος είμαι εγώ για να της αρνηθώ - να μας αρνηθώ - αυτή την απόλαυση;
«Έλα εδώ», ξεκουμπώνω το παντελόνι μου και αφήνω τον μόριο μου να πεταχτεί έξω, πλήρως έτοιμος να βουτήξει μέσα της και η Λιάνα πλησιάζει πιο κοντά, στα χέρια και στα γόνατα για να ακουμπήσει ανάμεσα στα πόδια μου, περιμένοντας.
Τα μάτια της καρφώνονται στα δικά μου, τόσο αθώα και καυτά και γεμάτα ανάγκη, που δεν μπορώ να αντισταθώ. Σκύβω προς τα μέσα, μέχρι το μέτωπό της και το δικό μου να πιεστούν μεταξύ τους. Το μωρό μου σκύβει λίγο, αναζητώντας τα χείλη μου, και δεν αρνούμαι.
Τη φιλάω, την καταβροχθίζω, περνάω τη γλώσσα μου πάνω από το στόμα της, παίζοντας με το δικό της. Γλύφω τα χείλη της, τα δαγκώνω, τη γεύομαι, και τα βραχνά βογγητά της χτυπούν βαθιά στον εγκέφαλό μου, σαν μια από τις πιο όμορφες μελωδίες.
Η αναπνοή της είναι ασταθής και όταν της ζητάω να σηκωθεί, απλώνω το χέρι μου για να πιάσω ένα προφυλακτικό και να το περάσω πάνω από το μέλος μου. Η Λιάνα με καβαλικεύει και εγώ βυθίζομαι μέσα της από κάτω, κόβοντας και στους δυο μας την ανάσα. Το σώμα της με υποδέχεται ζεστό και υγρό, σφίγγει τον μόριο μου, πιέζει την κοινή λογική μου και με οδηγεί στην πιο άγρια ηδονή.
Κουνάω τους γοφούς της σε ελαφρούς κύκλους πάνω στην άκρη του μόριου μου, ανεβοκατεβαίνοντας. Ο ήχος των αναπνοών μας και η σύγκρουση των δερμάτων μας γεμίζει την ατμόσφαιρα, μαζί με τον ιδρώτα και τη μυρωδιά του σεξ.
Είναι μία υπέροχη αίσθηση.
Εκθέτω το λαιμό της, απολαμβάνοντας τον επιταχυνόμενο παλμό της σφραγίτιδας φλέβας κάτω από τα δόντια και το χέρι μου. Τα νύχια της σκάβουν στους ώμους μου και προσπαθώ να μην χαμογελάσω καθώς μια έκκληση ξεφεύγει από τα χείλη της.
«Ω, Θεέ μου. Σε παρακαλώ...»
Σταματάω. Παύω να κουνιέμαι και φροντίζω να σφίξω τα χέρια μου στους γοφούς της, εμποδίζοντας κάθε κίνησή της.
«Τι θέλεις, μωρό μου;» ανοίγει τα μάτια της και με κοιτάζει. Τη βλέπω να δαγκώνει τα χείλη της, να βγαίνει από την ερωτική της θολούρα και να υψώνει τις άμυνές της, οπότε βάζω το ένα μου χέρι ανάμεσά μας και γλιστράω με τον αντίχειρά μου πάνω στη διογκωμένη, ολισθηρή κλειτορίδα της, καθώς το μόριο μου συνεχίζει να σπρώχνει βαθιά μέσα της. Το ευαίσθητο της σημείο σφίγγεται γύρω μου, ειδοποιώντας με ότι πρόκειται να τελειώσει αν δεν σταματήσω. «Αν δεν το ζητήσεις, δεν το παίρνεις, μωρό μου».
«Μπορώ να τελειώσω, αφέντη, σε παρακαλώ;»
Πώς μπορείς να αντισταθείς σε μια τόσο υπέροχη έκκληση;
Σηκώνω το σώμα της με το ένα μου χέρι και με το άλλο τρίβω τον κόμπο των νεύρων, μέχρι που το ευαίσθητο της σημείο σφίγγει τόσο δυνατά το μέλος μου, που τελειώνω κι εγώ. Οι μηροί της τρέμουν γύρω από τους δικούς μου και τα νύχια της σκάβουν πιο δυνατά στο δέρμα μου.
Ξαπλώνουμε και οι δύο ακίνητοι, ασθμαίνοντας και ιδρώνοντας. Σφίγγω τα χέρια μου γύρω της, απολαμβάνοντας να έχω την υποτακτική μου εντελώς χαλαρή στα πόδια μου, και την αισθάνομαι να αναπνέει βαθιά στο δέρμα του λαιμού μου. Η εκπνοή της χτυπάει το δέρμα μου, κάνοντάς με να ανατριχιάζω από ευχαρίστηση, κάνοντάς μου σαφές ότι αυτό δεν ήταν αρκετό. Τα χείλη της ακουμπούν πολύ ελαφρά στο δέρμα του λαιμού μου και πρέπει να αναγκάσω τον εαυτό μου να μην κινηθεί μέσα της και να κρατήσω τον μικρό Ντέμιαν ήρεμο. Ωστόσο, η πίεση των μυών της γύρω μου το καθιστούν δύσκολο.
Στερεώνοντας τα πόδια της γύρω μου, μας μετακινώ και τους δύο στο κρεβάτι και απομακρύνομαι απ' αυτό. Πετάω το χρησιμοποιημένο προφυλακτικό και εντοπίζω ένα άλλο, το οποίο θα χρησιμοποιήσω σύντομα.
Χαμογελώντας, σκύβω από πάνω της, τη φιλάω, σηματοδοτώντας την εμμονή μου στο στόμα της και σε όλο της το σώμα και ετοιμάζομαι να συνεχίσω.
Δεν μπορώ ποτέ να χορτάσω το σώμα της. Δεν θα βαρεθώ ποτέ να νιώθω το ευαίσθητο σημείο της γύρω από το μέλος μου και να ακούω τα βογγητά της.
Συγγνώμη, γατούλα, μπορεί να είσαι λίγο κουρασμένη στη δουλειά αύριο.
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro