Κεφάλαιο 7
Αρκετή ώρα πριν
Το σώμα της Σιμώνης αιωρήθηκε για κάποια δευτερόλεπτα στην άκρη του βάραθρου. Όλα γύρω της είχαν πάρει ένα σκηνικό άγριας αντάρας. Ο αγέρας που λυσσομανούσε, η θάλασσα που λαμπύριζε απ τη δύναμη του φεγγαριού την ίδια στιγμή που έσπαγε με πάταγο πάνω στα βράχια.
"Δεν έχω ζωή εδώ... έχε γεια αγαπημένε!" ψιθύρισε την ίδια στιγμή που έγερνε το κορμί της στο άνοιγμα.
Μα τότες! Τότες εκείνα τα χέρια του ονείρου της τα μεγάλα, τα στιβαρά, τα πελώρια, γίνηκαν γροθιά και πριν τα πόδια της εγκαταλείψουν εντελώς τα τείχη, την έσπρωξαν δυνατά. Η Σιμώνη γύρισε το πρόσωπό της στα δευτερόλεπτα εκείνα μεταξύ ζωής και θανάτου και είδε την αχνή μορφή ενός άντρα να την τραβάει με τα χέρια του ωθώντας την στο πλάι σε ένα κοίλωμα που έκαναν τα τείχη. Καθώς το σώμα της έπεφτε στην διπλανή ακίνδυνη κόγχη των τειχών η μορφή του άντρα ξεθώριαζε στα μάτια της. Έμειναν σιγά-σιγά τα σφιγμένα του χέρια, χέρια σωτηρίας, να στέκονται απόμακρα και να χάνονται και εκείνα μέσα στο ασημένιο φωτεινό φεγγαροπόταμο. Η Σιμώνη κύλησε στο πλάι ασφαλής.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Πέρασε χρόνος αρκετός για να την σηκώσουν ασφαλή από εκεί με αρκετές εκδορές και να την μεταφέρουν στο ιατρείο του κάστρου. Πρώτοι την είχαν εντοπίσει οι φύλακες, που την κοιτούσαν με απόλυτη απορία, αργότερα θα μάθαινε το γιατί, με την Μαριλένα δίπλα της να κλαίει έχοντας ξεσπάσει η αγωνία της και κάτω να την περιμένει ο καθηγητής της έντρομος με αρκετούς συναδέλφους και τον Σκωτσέζο καθηγητή. Δίπλα της, αχώριστος έστεκε με την μεγαλοπρεπή μορφή του ο Έντμοντ Ράιζ.
Η Σιμώνη, τυλιγμένη στον τρόμο και σε ένα αίσθημα που δεν μπορούσε να το εξηγήσει όδευε ξαπλωμένη στο φορείο προς το ιατρείο του κάστρου, όπου είχε ήδη κινητοποιηθεί να την υποδεχθεί πρόχειρα. Στο κατέβασμα απ' τα τείχη ο γέρο Έντ σταμάτησε πάλι στο ίδιο σημείο με πριν.
"Κοίτα!", είπε στην Μαριλένα δίπλα του.
"Τι συμβαίνει;" τον ρώτησε εκείνη.
"Το κόκκινο φουλάρι! λείπει! δεν είναι πια εδώ!" της είπε με έμφαση. Η Μαριλένα ένιωθε να μην μπορεί να παρακολουθήσει πλέον τίποτα παρά να τον κοιτάει αποσβολωμένη.
Θα κόντευε να ξημερώσει πια στο σπίτι του Γέρο Εντ. Στο κρεβάτι του, σκεπασμένη με μια κουβέρτα και μια κούπα ζεστή σοκολάτα δίπλα της. Κοντά της η Μαριλένα.
"Μαριλένα, πως βρεθήκατε εκεί;" την ρώτησε προσπαθώντας να εξηγήσει.
"Όταν ξύπνησα και είδα μέσα στον τρόμο ότι έλειπες, μόνο σε ένα μέρος κατάλαβα ότι θα πήγαινες. Κατέβηκα στην ρεσεψιόν. Πήρα τηλέφωνο τον κύριο Εντ. Κινητοποιήσαμε και τους άλλους και τρέξαμε", της απάντησε.
"Θυμάσαι πως βρέθηκες εκει Σιμώνη;" Την ρώτησε ο Έντ.
"Δεν ξέρω... δεν θυμάμαι τίποτα", απάντησε η Σιμώνη.
"Οι φύλακες αναρωτιούνται πως κατάφερες να βρεθείς μέσα στο κάστρο με κλεισμένες και ασφαλισμένες τις πύλες".
Η Σιμώνη τον κοίταξε με ολοφάνερη αγωνία.Περίμενε να συνεχίσει.
"Κανείς παιδί μου δεν ήξερε το κρυφό πέρασμα απ' το οποίο πέρασες μέσα!"
"Δεν είναι δυνατόν!" του είπε συγκλονισμένη.
Συγκινημένος εκείνος συνέχισε:
"Κανείς δεν γνωρίζει το μυστικό πέρασμα κάτω απ την πύλη. Είναι ξεχασμένο στους αιώνες! Μονάχα κάποιοι παλιοί αρχαιολόγοι που έχουν ασχοληθεί πολύ με την ιστορία του κάστρου. Αλλά και κάποια άλλη!"
"Ποιά;" ρώτησε ανατριχιάζοντας η Σιμώνη γεμάτη φόβο από την απάντηση που περίμενε ότι θα ακούσει.
"Εκείνη! Η Λαίδη Έλινορ!", της είπε ο Έντ, με ένα πρόσωπο γεμάτο έξαψη.
"Δεν είναι δυνατόν! μα πως;", ρώτησε με αγωνία η Μαριλένα δίπλα τους.
Ο Έντ έφερε το παλιό μεγάλο βιβλίο δίπλα τους. Άνοιξε με προσοχή τις σελίδες του. Έφτασε στο σημείο που ήθελε. Στο μέσο μιας σελίδας ένα σκίτσο του συγγραφέα της εποχής έδειχνε ένα σχέδιο μιας κρύπτης στα εξωτερικά τείχη του κάστρου. Στις επόμενες σελίδες, υπήρχε ένα επόμενο σκαρίφημα της μυστικής αυτής εισόδου. Και αμέσως μετά το σκίτσο μιας νεαρής αρχόντισσας να διασχίζει το πέρασμα με ένα μικρό πυρσό στο χέρι.
"Είναι εκείνη;" ρώτησε η Σιμώνη έκπληκτη μην αντέχοντας να διαβάσει.
"Ναι!" της απάντησε ο Έντ Ράιζ.
"Μα πως γίνεται εγώ να ξέρω; δεν υπάρχει λογική;" ρώτησε με αγωνία.
Ο Γέρο αρχαιολόγος χαμογέλασε διακριτικά σαν να έψαχνε μέσα στον διαλογισμό του.
"Λογική! τι είναι η λογική παιδί μου; και αυτό που δεν μπορούμε να κατανοήσουμε με τη δική μας λογική γιατί να το αποκαλούμε παραλογισμό;"
Τον κοίταζαν στην κυριολεξία κρεμασμένες στα χείλη του. Με το διακριτικό φως στο δωμάτιό του, η μορφή του είχε πάρει ένα εξώκοσμο χαρακτήρα.
"Για κάποιο λόγο που δεν μπορώ να εξηγήσω Σιμώνη, η Λαίδη Έλινορ μπήκε στο σώμα σου! Έγινε ένα μαζί σου! Το πνεύμα της σαν να ταξίδευε χρόνια σ' αυτήν την επιστροφή"
"Μα... τι λέτε;" τον διέκοψε η Σιμώνη αλλά ο Εντ συνέχισε βυθισμένος στις σκέψεις του.
"Δεν ξέρω ποια σχέση μπορεί να έχεις με αυτή τη γυναίκα..."
"Είναι αδύνατον να έχω την παραμικρή σχέση κύριε Εντ!"
"Είναι βλέπεις και αυτή η ομοιότητα παιδί μου. Τα χρόνια σου. Ίδια με εκείνης. Είναι και το όνειρο. Είναι οι παραστάσεις του ονείρου. Όλα αυτά αν τα συνδέσεις μαζί θα δεις ότι τίποτα δεν ήταν τυχαίο"
"Θέλετε να πείτε;"
"Θέλω να πω ότι η Λαίδη Έλινορ ήρθε ξανά κοντά μας μέσα από σένα! Το όνειρο ήταν μια προειδοποίηση. Με σαφήνεια"
"Ναι αλλά η φωνή;"
"Η Φωνή ήταν μια δική της προσπάθεια να σε προστατέψει. Να σε κρατήσει μακριά. Ένιωθε ότι αν θα πατούσες πάλι αυτά τα τείχη θα ακολουθούσες τα ίδια ακριβώς βήματα που έγιναν πριν τρεις αιώνες και δυστυχώς με την ίδια κατάληξη..."
"Θεέ μου τι μου λέτε ; κύριε Εντ, για όνομα του Θεού ποιος ήταν αυτός που με έσωσε ; κάποια χέρια με τράβηξαν προς την κόγχη, η μορφή ενός άντρα, τα χέρια στο όνειρό μου! Δεν είναι δυνατόν! Πείτε μου τι έγινε τότε μετά τον θάνατό της ; πείτε μου!"
(Συνεχίζεται....)
Ήρθε η στιγμή να μάθει η Σιμώνη όλη την αλήθεια για την παλιά ξεχασμένη εκείνη τραγωδία...
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro