Αγγελικά Μονοπάτια (18)
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 18ο
Έτρεχα. Δεν θυμάμαι τίποτε αλλο απο την στιγμή που η Ανναμπελ, ηρθε στο δωμάτιο μου. Τίποτε αλλο, πέρα απ' οτι κατευθυνομουν προς το άγνωστο.
Το ένστικτο μου, όμως, με οδήγησε. Βρέθηκα με αστραπιαία, για τα δικά μου δεδομένα, ταχύτητα, στην είσοδο του κάστρου.
Η πόρτα ηταν ανοιχτή, αφήνοντας το χλωμό φως της αυγής, να πέφτει στο ξαπλωμένο σώμα του Αγγελου. Η βροχή, που ειχε ξεκινήσει μόλις πριν λίγα λεπτά, δυναμώνει όλο και περισσότερο, μαζί με την αγωνια μου.
Η Ορόρα στέκονταν απο πάνω του, με το πρόσωπο της παγωμένο, ανήσυχο, κι ακομα ενα συναίσθημα που δεν περίμενα ποτέ οτι θα φανεί στο πρόσωπο της· φόβος.
Γονάτισα και γύρισα το σώμα του Αγγελου ανάσκελα, απαλά. Τα ματια μου άνοιξαν διάπλατα απο το σοκ.
Ενα πεντακάθαρο διαμαντένιο βέλος, ηταν καρφωμένο δίπλα απο την καρδιά του. Λαμπυριζε έντονα, ακομα και με το τόσο αχνό φως, που μετα βίας περναγε απο την πλέον μισοκλειστη πόρτα, κι έτσι έμοιαζε, περισσότερο εύθραυστο, απ' όσο θα μπορούσε να ειναι ποτέ ενα φονικό όπλο.
Δάκρυα κύλησαν απο τα ματια μου. Ειναι νεκρός; Οχι δεν μπορει να ειναι! Ειχε πει πως, οτι και να γινει, θα με προστατεύει! Οτι θα μείνει μαζί μου. Δεν ειναι δυνατόν να με άφησε!
"Ειναι.. Ειναι νεκρός;" Η φωνή μου ακούστηκε πνιχτη.
Η καρδιά μου ειχε ανεβεί στον λαιμό μου, καθιστώντας με ανίκανη να μιλήσω, ν'αναπνευσω.. Να κάνω το οτιδήποτε!
Πριν ακομα προλάβει να μου απαντήσει η Ορόρα, μια κραυγή, γεμάτη πόνο, ακούστηκε απο τον διάδρομο.
Η Έμμα έρχονταν πετώντας, με τα ολολευκα μεγαλοπρεπη φτερά της. Φαίνονταν πολυ εύθραυστα για να σηκώσουν άνθρωπο, κι έμοιαζαν μαλακά, σαν βαμβάκι.
Τα δάκρυα, έτρεχαν ποτάμι στο χλωμό πρόσωπο της, και απανωτοι λυγμοι έβγαιναν απο το στόμα της.
Μέσα σε δευτερόλεπτα, βρίσκονταν δίπλα μου. Κράτησε το πρόσωπο του Αγγελου στα χέρια της κι άρχισε να κλαίει ακομα περισσότερο. Η Ορόρα, την έπιασε απαλά τον ώμο, μα εκείνη τινάχτηκε απότομα, σαν να την ακούμπησε ηλεκτρικό ρεύμα. Και η απορία μου εγινε ακομα μεγαλύτερη οταν σηκώθηκε απότομα και την έσπρωξε με δύναμη.
Οπως κι εγω, έτσι κι η Ορόρα φάνηκε να ξαφνιάζεται απο αυτη της την κίνηση, γρήγορα ομως ανέκτησε την ψυχραιμία της, κοιτώντας παρόλαυτα έντονα την Έμμα.
"Εσυ! Εσυ και μονο εσυ φταις για ολα!" Ουρλιαξε η Έμμα, και το σώμα της, ειχε αποκτήσει μια πέρα για πέρα επιθετική στάση.
"Πρόσεχε το στόμα σου Έμμα!" Της είπε αυστηρά η Ορόρα, κοιτάζοντας την, ακομα πιο έντονα απο πριν.
Η Έμμα γρύλισε απο θυμό, και την αγριοκοιταξε.
Και τότε το ειδα· τα ματια τοσο της Ορόρα, όσο και της Έμμας, άρχισαν να γυαλίζουν. Έντονα. Πολυ έντονα. Λες και κάποιος ειχε ενα μικρό λαμπάκι πίσω απο τις ανοιχτόχρωμες ιριδες.
Τα φτερά της Ορόρας εμφανίστηκαν απο το πουθενά. Ηταν αισθητά μεγαλύτερα και πιο εντυπωσιακά απο αυτα της Έμμας, αλλα αυτο δεν φάνηκε να την πτοεί, καθώς διατήρησε την επιθετική της στάση απέναντι στην Ορόρα.
Οπως και τα φτερά, έτσι κι απο το πουθενά, εμφανίστηκε στο χέρι της Ορόρας, ενα διαμαντένιο βέλος. Έντρομη, συνειδητοποίησα οτι το ίδιο βέλος, βρίσκονταν καρφωμένο στο στήθος του Αγγελου.
Οταν ειδα το χέρι της να λυγίσει προς τα πίσω, έτοιμο να πετάξει το βέλος κατευθυαν στο στήθος της Έμμας, ολα πάγωσαν. Ο χρόνος, ο ήχος... Ολα πάγωσαν. Δεν άκουγα, μονο έβλεπα. Ενα βουητο κάλυπτε και τον παραμικρό ήχο.
Σε αργή κίνηση, ειδα την Ορόρα να πετάει το βέλος στην Έμμα. Το βέλος κατευθύνονταν υπερβολικά αργά προς την Έμμα, η οποία έμοιαζε αδύναμη ν' αντιδράσει. Λίγο πριν το βέλος τρυπησει το δέρμα της, και καρφωθεί κατευθυαν στην καρδιά της, ουρλιαξα. Ουρλιαξα με όλη μου την δύναμη, σαν σημάδι μιας τελευταίας αποτυχημένης ελπίδας, να κάνω κατι να αποτρέψω τα πάντα.
Κι ομως. Το επόμενο δευτερολεπτο, τα πάντα ειχαν κυριολεκτικά παγώσει. Το βέλος, λίγα χιλιοστά πριν το στήθος της Έμμα, αιωρούνταν. Και οι δυο τους είχαν μείνει παγωμένες. Τα πάντα ηταν παγωμένα, λες κι ο χρόνος σταμάτησε μονο και μονο για να σωθεί η Έμμα.
Περπάτησα αβέβαιη προς το μέρος τους, και περιέργεια με κατέκλυσε, ειδικά οταν αντιλήφθηκα οτι εγω μπορούσα να κουνηθω κανονικά. Άγγιξα το βέλος κι αυτο έπεσε αμέσως στο πάτωμα. Το πήρα στα χέρια μου και το κοιτούσα, λες κι ηταν το πιο παράξενο πράγμα στον κοσμο. Που στην, ουσια ηταν! Στεκόμουν ακίνητη να τις κοιτάω, χωρίς να ξέρω άμα έπρεπε να τρέξω μακριά, ή να μείνω εκει εώς ότου, σταματήσουν να ειναι "παγωμένες" στη μεση της εισόδου του κάστρου.
Η πρώτη σκέψη που πέρασε απο το μυαλό μου, ηταν οτι η Ορόρα κατι κρύβει. Μπορει να ειχα τις υποψίες μου, αλλα τωρα επιβεβαιώθηκα. Για ποιο λόγο να επιτεθεί με τοσο μένος στην Έμμα; Και γιατι την κατηγόρησε η Έμμα οτι εκείνη φταίει;
Κοίταξα την Ορόρα. Τα ματια της, τοσο διάφανα και γαλάζια, ηταν γεμάτα κακία. Ο λόγος; Άγνωστος.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Περπατάω εδω και αρκετά λεπτά, προσπαθώντας να βρω την βιβλιοθήκη. Ο προσανατολισμός μου, δεν λειτουργεί σήμερα, και υποψιάζομαι οτι εχω κανει κανά δυο φορές τον κύκλο της κεντρικής αίθουσας!
Προσπάθησα να ρωτήσω προς τα που να πάω, αλλα οπως η Ορόρα κι η Έμμα, όλοι ειναι παγωμένοι. Στέκομαι λίγο ακίνητη προσπαθώντας να θυμηθώ πως ειχα παει την αλλη φορά, ομως ειναι πραγματικά δύσκολο.
Ξαφνικά, την σιωπή σπάει μια νότα απο πιάνο. Κι άλλες σκόρπιες νότες ακούγονται. Στην αρχή διστακτικά, και χωρίς σύνθεση, ομως μετα απο μερικά λεπτά, διαμορφώνεται μια μελωδία.
Ειναι τοσο ευχάριστη η μουσική που κλείνω τα ματια για να την ακούσω. Όλο το παλάτι, εχει πλημμυρίσει απο τον χαλαρωτικό ρυθμό.
Συνήθως, οταν ακουω ενα κομμάτι πιάνου, προσπαθώ να ερμηνευσω τα συναισθήματα του παίχτη. Αυτη την φορά, νιώθω οτι δεν υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο. Η μελωδία ειναι έντονη, μα ταυτόχρονα, γλυκιά κι ανάλαφρη. Σαν αέρας.
Μου ειναι αδύνατον να καταλάβω απο που προέρχεται. Νιωθω οτι ειναι κοντά μου, αλλα παρόλαυτα δεν μπορω να βρω την πηγή της μουσικής.
Ένας δυνατός αέρας ανακατεύει τα μαλλιά μου. Η μπαλικονοπορτα λίγα μέτρα μακριά μου, κοπανιεται δυνατά, κι η μουσική κόβεται απότομα. Οι κουρτίνες σηκώνονται και κατεβαίνουν άτσαλα απο τον αέρα, που συνεχίζει να φυσάει όλο και πιο επίμονα, μπερδεύονται κι απομακρύνονται.
Σμιγοντας τα φρυδια, τρέχω να κλείσω, έχοντας παράλληλα στο πίσω μέρος του μυαλού μου την ερώτηση: Απο που προήλθε ο αέρας;
Μόλις πάω να κλείσω, κατι τραβάει την προσοχή μου. Μοιάζει εξωπραγματικό, κι ομως, ειναι μπροστά στα ματια μου!
Ενα κοριτσάκι, κάθεται μπροστά απο ενα πιάνο. Αυτο δεν θα ηταν παράλογο, αν το πιάνο, δεν στέκονταν στον αέρα.
Φαινεται δεν με ειχε αντιληφθεί ακομα, κι έτσι μπορούσα να δω μονο την πλάτη της. Χρυσαφενια μαλλιά κάλυπταν τους ώμους της κι έφταναν μεχρι την μεση της. Γύρω απο το κεφαλι της, φορούσε ένα σταφάνι απο μωβ και άσπρα μικροσκοπικά λουλουδακια, κι ηταν ντυμένη με ενα φόρεμα, μπλε ανοιχτό, στο χρωμα του πάγου.
Μου θύμησε νεράιδα.
Την ειδα οτι πήρε μια βαθιά ανάσα, κι άρχισε να ξαναπαιζει, αυτη την φορά, μια διαφορετική μελωδία, εξίσου υπεροχη με την προηγούμενη.
Έκλεισα πάλι τα ματια μου -ενστικτωδώς αυτη την φορά- κι αφέθηκα στην μαγεία αυτής της μελωδίας.
Οταν ξανάνοιξα τα μάτια μου, βρισκόμουν καθισμένη δίπλα στο μικρό κορίτσι. Πήγα να ουρλιαξω γιατι όλο αυτο εγινε ξαφνικά, αλλα το μικρό της χεράκι ακούμπησε το δικό μου καθησυχαστικά. Σταμάτησε να παίζει πιάνο, ομως η μουσική συνέχισε, αυτη την φορά οχι απο την ίδια.
Την κοιτούσα, και δεν ήξερα αν έπρεπε να της μιλήσω, ή αν εκείνη έπρεπε να μου πει κατι. Κρατούσε ακομα το χέρι μου, και με κοιτούσε με εκείνα τα ματια που θύμιζαν ωκεανό. Στην κυριολεξία ηταν λες κι όλη η ομορφιά της θάλασσας, ειχε αιχμαλωτιστει στα ματια της. Ηταν τοσο ζωντανά κι έντονα, που ο οποιοσδήποτε, θα μπορούσε να τα χαζεύει για ώρες.
Πέρασαν μερικά δευτερόλεπτα, ωστόσο δεν έβγαλε αχνα. Και γι ακομα μια φορά, ο ουρανός άρχισε να σκοτεινιάζει και ένας ανεμοστρόβιλος, εμφανίστηκε απο το πουθενά. Μα τι στο καλό;!
Το κορίτσι, κοίταξε τρομοκρατημένο προς τα εκει, και πριν πεταχτεί με βία στον αέρα, μου τυλιξε την παλάμη μου σφιχτά γύρο απο κατι.
Ενα λευκό φως εξαφάνισε τα πάντα και ξαφνικά, βρέθηκα στο δωμάτιο μου, ξαπλωμένη στο κρεβάτι μου, κρατώντας κατι παγωμένο.
"Δεν βλάπτει μονο το σκοτάδι Ιωάννα. Και δεν ξεχωρίζει μονάχα ο χρυσός. Πίστεψε!"
Αυτα τα λόγια αιωρηθηκαν στο δωμάτιο, και τα ένιωσα να αποτυπώνονται στο μυαλό μου.
Άνοιξα την παλάμη μου, και μεσα βρίσκονταν ενα μαύρο βραχιόλι, με ενα πανέμορφο ζαφείρι απο την πανω μεριά. Ηταν τοσο καθαρό, όσο ενα δάκρυ, και τοσο λαμπερό, όσο μια αχτίδα φωτός. Τοσο όμορφο!
Το κούμπωσα προσεκτικά στον καρπό μου. Έσυρα τα ακροδάχτυλα μου στο κολιέ με το σμαράγδι και στο βραχιόλι που μολις απέκτησα.
Και τα δυο ειχαν βρεθεί στην κατοχή μου, με τον πιο περίεργο τροπο. Αναρωτιέμαι τι αλλο θα πρεπει να συμβεί για να καταλάβω επιτέλους τι στο καλό συμβαίνει.. Ολα μου μοιάζουν απίστευτα μπερδεμένα, και δεν ειναι λίγες οι φορές, που εύχομαι να γύριζα στην παλιά μου ζωη. Τωρα ειμαι σαν φυλακισμένη σε ενα κάστρο με την "μητέρα" μου, μην έχοντας ιδέα τι πρεπει να κάνω για να επιβιωσω. Κι αυτο πραγματικα με τρομάζει. Αυτη η αίσθηση οτι περπατάω στα τυφλά.
Γύρισα πίσω στο κρεββάτι μου, προσπαθώντας να πείσω τον εαυτο μου οτι ολα όσα έγιναν μεταξύ της Ορόρας και της Έμμα, ηταν απλα στην φαντασία μου, και πως τωρα ξύπνησα μετα το περιστατικό με τον Ντέιμον. Πράγμα αδύνατον μια και δίπλα ακριβώς απο το μαξιλάρι μου ηταν ακουμπισμένο ενα διαμαντένιο βέλος.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Καθώς η μέρα έδινε τη θέση της στην νύχτα, και το χωριό βυθιζοταν στο σκοτάδι, η Μαρία βγήκε στον δρόμο κι άρχισε να τρέχει. Να τρέχει μανιασμενα στα σκοτεινά σοκάκια του χωριού. Προσπαθούσε να ξεφύγει... Από τι όμως;
Ούτε κι εκείνη ήξερε, απλώς ένιωθε πως αν έμενε έστω κι ένα λεπτό ακόμα στο δωμάτιο της, κάτι κακό θα συνέβαινε. Πολύ κακό.
Και ειχε δίκιο ,εξάλλου, πως να ηρεμουσε με όλους αυτούς τους απαισιους δαίμονες, που την κυνηγούσαν;
Αλλωστε, η ιστορία της είναι περίπλοκη, βουτηγμένη στην αδικία και το σκοτάδι. Γιατί η Μαρία δεν ήταν ένα συνηθισμένο κορίτσι. Διότι πολύ απλά, ακόμη και πριν τη γέννηση της, ήταν καταραμένη.
Μέχρι τα 5 της χρόνια δε ζούσε καν στην ίδια διάσταση μ'εμάς! Ζούσε στην INJELOY, γνωστή και ως μπλε διάσταση· λόγο των διαφόρων αποχρώσεων του μπλε, που πλανάται στον αέρα σαν το βόρειο σελας.
Η ιστορία, και αρχή της καταρας, ξεκινά πριν από 6.000 χρόνια και διαδραματίζεται σε μια αρκετά μεγάλη πόλη, (της INJELOY) τη γνωστή ,τότε, LUNEBLE, απ'οπου και κατάγεται η Μαρία. Αν και η ιστορία της παραμενει χαμένη στο βάθος του χρόνου, είναι κάπως διαχρονική, και χαρακτηρίζεται από τη φράση : "Αμαρτίες γονέων, παιδευουσι τέκνα "
Μετά από μια σειρά τεράστιων φυσικών καταστροφών,λιγοι ήταν οι επιζοντες της δοξασμενης LUNEBLE, γνωστή για την ευφορία της και την ανδρια των στρατιωτών της. Να που όμως αρκεί μια μόνο στιγμή, και όλα όσα έχουν χτιστεί με κόπο καταστρέφονται μόνο μιας.
Παρόλα τα καλά αυτής της πόλης, η LUNEBLE, είχε και μελανά σημεία στην ιστορία της. Το γεγονός ότι οι περισσότεροι κάτοικοι της πολης ασχολούνταν με μαύρη μαγεία, ήταν η αιτία για την ολική καταστροφή της.
Οσοι επέζησαν ήταν απλώς τυχεροί, μεταξύ αυτών και η οικογένεια Τερμανι. Κυριολεκτικά έσκαψαν τον λάκκο τους, διότι ήταν οι μεγαλύτεροι μάγοι όλων των εποχών. Ασχολούνταν αποκλειστικά και μόνο με δαίμονες, και γενικότερα την με μαυρη μαγεια. Ακόμη και τα παιδιά τους του εταζαν, ή ακόμα και θυσίασαν στο όνομα του "αφεντη" τους.
Και αυτό είχαν σκοπό να κάνουν και τώρα. Ολόκληρη η καταστροφή που είχαν προκαλέσει δεν ήταν αρκετή για να σταματησει αυτή τους την τρέλα.
Ηθελαν απεγνωσμένα να σώσουν τα τομαρια τους, χωρίς να ενδιαφερονται για τις συνέπειες, αδιαφορώντας για τη μοίρα, όχι μόνο τη δικιά τους αλλά και, των απογόνων τους.
Το ίδιο βράδυ θα κανονιζαν μια τελετή, μια ... "θυσία". Θα επικαλούνταν τον· αφέντη τους, είχαν "κάτι" να του δώσουν. Κάτι... πολύ καλό να του δώσουν.
Η μέρα περνούσε βασανιστικά για την οικογένεια Τερμανι. Τουλάχιστον είχαν κάτι ν'ασχοληθουν. Τα δυο δίδυμα αγόρια της οικογένειας(ηλικίας 19 χρόνων) ,ο Λοκι και ο Φλιν, επισκευαζαν το σχετικά καλοδιατηριμενο σπιτι τους. Η μητέρα τους πάλι, ετοίμαζε τα απαραιτιτα για την τελετή, καθώς έψαχνε και ένα κατάλληλο μέρος για να πραγματοποιηθεί. Ενώ ο πατέρας ,και αρχηγός της τελετής, μελετούσε τα ξόρκια που θα χρησιμοποιούσε αυτή τη.. σημαντική βραδιά.
Το απόγευμα είχε φτάσει και οι ετοιμασίες είχαν ,επιτελούς,τελειώσει. Ομως ξαφνικά το κλίμα άλλαξε, και μια ανησυχία απλώθηκε στην
ατμόσφαιρα :
- Πατέρα, μήπως τελικά να μην κάνουμε την τελετή; Ρώτησε προσεκτικά ο Λοκι. Τον φοβόταν τον πατέρα του. Οπως όλοι ,άλλωστε. Ηταν αδίστακτος και το ήξερε καλά. Και αυτός, και η οικογένεια του.
-Γιατί; Δε βρίσκω λόγο να μην την κάνουμε, απάντησε ήρεμα ο πατέρας, αν και μέσα του έβραζε. Πως τολμούσε να τον αμφισβητεί;!
-Αυτό που θέλει να πει ο Λοκι ,πήρε τον λόγο ο Φλιν, είναι πως θα ήταν καλύτερα να μην προκαλουσαμε την τύχη μας. Ειδικά μετά από αυτό που έγινε.
Χωρίς να δίνει σημασία στα λεγόμενα του γιου του, ο πατέρας έθεσε ένα ερώτημα:
- Εσυ, Ελιζα, απηύθυνε το λόγο στη γυναίκα του, τι πιστεύεις; Εχουν δίκιο; Είπε με φανερή ένταση ,πλέον, στην φωνή του. Είχε σηκώσει το φρυδι και την κοίταζε με απλετη ειρωνία.
Ηξερε ήδη την απάντηση πριν καν την ακούσει. Την τελευταία φορά που η γυναίκα του δεν συμφώνησε μαζί του, σκότωσε την μικρή τους κόρη την Ιουλια κι ύστερα ,αφού κακομεταχειριστηκε το σώμα της μπροστά στην γυναίκα του, θυσίασε τη ψυχή της στον Σατανα.
Ηξερε πως από εκείνη τη στιγμή και μετά η γυναίκα του τον είχε μισησει. Δεν τον ξανά άφησε να την αγγίξει, αλλά δεν τον εννοιαζε καθόλου.
Παρόλο το κακό, όμως, που της είχε κάνει εκείνη δεν τον φοβόταν, και αυτό τον ενοχλούσε. Ηξερε όμως ότι φοβόταν για το Λοκι και τον Φλιν κι έτσι μπορούσε να την εκβιάζει, με κάθε τροπο. Οπως, τώρα. Εστω κι έμμεσα.
Η Ελιζα κοίταξε τα καταμαυρα ματιά του Όουεν, του άντρα της. "Μαύρα σαν την ψυχή του" σκέφτηκε. Τα δικά της ήταν γαλάζια, σαν των γιων της, σαν τον γαλανό ουρανό όπου πετούν ελεύθερα τα πουλιά, σαν τη θάλασσα, όπου τα κολυμπούν ελεύθερα τα ψάρια.. Ελευθερία.. Τη ωραία λέξη! Η Ελιζα λαχταρουσε να νιώσει τη σημασία αυτής της λέξης. Μίας λέξης, που συμβολίζαν τα ματια της, που όμως δεν είχε ποτέ την ευκαιρία να γνωρίσει. Ματιά που μέσα τους καθρεπτιζονταν μόνο θλίψη. Μόνο.
-Η τελετή θα γίνει! είπε μονάχα, μηχανικά. Είδε την ευχαρίστηση στα ματιά του Όουεν, και τον πόνο στα ματιά των μονακριβων παιδιών της, που τα έβλεπε για τελευταία φορά.
Ξαφνικά ένας κόμπος ανέβηκε στον λαιμό της και ο αέρας έγινε πιο πυκνός. Τα καταμαυρα, μακρυά μαλλια της έμοιαζαν με φτερα, είχαν το ίδιο χρώμα με των παιδιών της. Ισως γι'αυτο κι εκείνα να ήθελαν να πεταξουν μακρυά.
Αυτο έκανε κι εκείνη. Πέταξε μακρυά. Για να μην δουν τα παιδια, τα δάκρυα της.
-Μαμα; Είπαν ταυτόχρονα ο Λοκι και ο Φλιν, γεμάτοι ενδιαφέρον. Την αγαπούσαν την μητέρα τους και πάντα της συμπαραστέκονταν. Δεν ήταν δικιά της επιλογή ν' ασχοληθεί με την μαύρη μαγεία, ούτε και των παιδιών της. Το είχαν κάνει γιατί έτσι ήταν ο νόμος, έτσι προστάζει η LUNEBLE.
H Ελιζα σκούπισε τα δάκρυα της. Δεν ήθελε τα παιδιά της να την βλέπουν να κλαίει, έπρεπε να φανεί δυνατή.
- Μαμα, ξεκίνησε ο Λοκι, θελουμε να ξέρεις ότι εμείς δεν συμφωνούμε αυτό, όλα αυτά γίνονται υποχρεωτικά, εξαιτίας αυτού του ηλίθιου νομού που λέει ότι πρέπει πάντα ν'ακολουθουμε το "επάγγελμα " του πατέρα μας και..
- Αυτό που θέλει να πει ο Λοκι, ο Φλιν διέκοψε την αμήχανη πολύ λόγια του αδελφού του, πως δε συμφωνούμε, δε θελουμε να θυσιαστεις εσύ!
Η Ελιζα γέλασε πίκρα.
- Μα δεν γίνεται αυτό, αλλιώς θα πεθανεται όλοι! Καλύτερα εγώ, παρά εσείς.
- Και το μωρο που έχεις στα σπλάχνα σου; Αυτό τι θα γίνει, δε το σκευτεσαι καθόλου; Είπε ο Λοκι με σηκωμενα τα φρυδια του.
Είχε δίκιο. Η Ελιζα ήταν 8 μηνών και κατι, έγκυος, όμως είχε παχύνει ελάχιστα κατα την διάρκεια της εγκυμοσύνη της, καταφέρνοντας έτσι να το κρύψει απο τον Όουεν. Ενα μυστικό που είχε μοιραστεί μόνο με τα πολύ αγαπημένα της παιδιά.
- Δεν ξέρω τι να κάνω, πως να ξεφυγω απο αυτή την κατάσταση! Δάκρυα εκκενωσαν τα ματιά της νεαρής μητερας, μόλις 37 ετών!
Μετά απο μερικές στιγμές σιωπής..
- Να το σκασεις! Πετάχτηκε ο Φλιν.
Τα ματιά της Ελιζα σχεδόν πετάχτηκαν έξω. Είχε σκεφτεί κι εκείνη την περίπτωση της απόδρασης, αλλά μπορούσε πράγματι να γίνει;
-Ναι. Συμφώνησε ο Λοκι.
Η Ελιζα γέλασε με την αφέλεια των παιδιών της. Ομως το γέλιο της ήταν άψυχο και ρηχό.
- Αχ, παιδιά μου.. Δεν μπορώ να φύγω. Θα με βρει αμέσως, αλλά αυτο δεν με πειράζει. Ισως τελικά να μου αξίζει αυτή η τιμωρία. Μπορούσα να έχω αποτρέψει αυτή την κατάσταση, όμως εγώ άφησα τον εαυτό μου να παραδοθεί στον εύκολο δρόμο, κι έκανα κακό σε άτομα που δεν το άξιζαν. Το μόνο που με θλίβει είναι ότι μαζί με εμένα θα πληρώσει και το μωρό..
- Τότε ας το σώσουμε! είπε ο Λοκι.
- Πως; Αναρωτήθηκε η Ελιζα. Ηταν το μόνο που κατάφερε να πει ανάμεσα στους λυγμους της.
- Θα τα καταφέρουμε αλλά.., πηγε και την αγκάλιασε, θα πρέπει να γεννήσεις.. τώρα.
- Τώρα; Είπε τρομοκρατημενη η Ελιζα, ξεροντας τι εννοούσαν τα παιδιά της.
- Ναι, τωρα, συνέχισε ο Λοκι.
Σήκωσε και κοίταξε τα γαλανα ματια του γιου της, όμοια με τα δικά της. Πάντα πίστευε πως απο τα ματια καταλαβαίνεις τον χαρακτήρα του ανθρώπου. Τα δικα του ήταν καθαρά, γεμάτα αγάπη, για την μητέρα που θα έχανε, που θα αναγκάζονται ο ίδιος να σκοτώσει, προκειμένου να σώσει το μωρό.
- Κάν το, ψυθιρισε η Ελιζα.
- Είσαι σίγουρη;
- Ναι , είπε αδύναμα, ας σωθει εκείνη, ένα χαμόγελο τρεμοπαιξε στις άκρες των χειλιων της.
- Μακάρι να μπορούσα να σωσω κι εσένα, είπε ο Λοκι, αλλά δεν υπάρχει χρόνος.
- Το ξέρω, ήταν το μόνο που είπε.
- Περίμενε! είπε ο Φλιν
- Τι είναι παιδί μου; Ρώτησε
- Πες μου μαμα, το μωρό τι θα γίνει; Που θα παει; Αν το κρατήσουμε εμείς, ο μπαμπάς θα το βρει!
Μετά απο λίγη σκέψη,
- Πήγαινε το στη-
Πετάχτηκα απότομα απο το κρεββάτι μου και έπιασα το στήθος μου, προσπαθώντας να σταθεροποίηση την αναπνοή μου.
Τι στο καλό ηταν αυτο τωρα;!
•••••••••••••••••••••••••••••••••••••••••••••••••••••••••••••••
Γεια σας!! Πραγματικα ενα ΤΕΡΑΣΤΙΟ συγγνώμη για τον τοσο καιρό απουσίας μου, αλλα χάλασε ο υπολογιστής και μια και το κεφαλαιο ηταν στο word χάθηκε :/ επίσης κάποια οικογενειακά θέματα που με απασχολούν τον τελευταίο καιρό απλα μου στένεψαν την έμπνευση.. Κι εκει που ημουν έτοιμη να παρατήσω και να διαγράφω την ιστορια, τα σχόλια και τα μηνύματα σας μου έδωσαν πίσω την όρεξη μου για γράψιμο! :) ενα τεράστιο ευχάριστο σε όλους σας, μα κυρίως στην
Bizzle_Maria1994 που με το υπέροχο σχόλιο της με κινητοποίησε να γράψω αυτο το πραγματικα μεγάλο κεφαλαιο! Σε ευχαριστω, και σου υπόσχομαι πως οταν μπω απο υπολογιστή, θα σου αφιέρωση κι επίσημα το κεφαλαιο αυτο! :)
Ψηφίστε, σχολιάστε, και βοηθήστε να ανεβεί κι αλλο αυτη η ιστορια! Σε εσάς ωφειλεται η επιτυχία της! Σας λατρεύω!!! :*
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro