17. Τα πρόσωπα του Παρελθόντος, είναι οι σκιές του Παρόντος.
~Vultus est index animi.
– Το πρόσωπο είναι ο δείκτης της ψυχής.~
•Λατινικό ρητό.
Τριτοπρόσωπη αφήγηση.
Η Βάλερι κλειδώνει την πόρτα του σπιτιού της και αρχίζει να κατεβαίνει προσεκτικά τις σκάλες, κρατώντας σφιχτά το μπαστούνι. Ο Άλεκ, μόλις τη δει, ντυμένη με ένα στενό μαύρο τζιν παντελόνι κι ένα μπλε πουκάμισο κάτω από το επίσης μαύρο ζεστό μπουφάν της, βγαίνει από το αυτοκίνητο του και τρέχει πρόθυμος να την βοηθήσει. Το άγριο, όμως, βλέμμα που του ρίχνει τον κάνει σχεδόν να παγώσει στη θέση του. Και σίγουρα δεν φταίει το δικό του μπορντό πουκάμισο με το μαύρο υφασμάτινο παντελόνι.
Την έχει θυμώσει και μάλιστα πολύ. Αυτό το έχει καταλάβει! Θα ήταν πολύ χαζός αν δεν το είχε κάνει. Όμως δεν ξέρει για ποιο απ' όλα. Για την ξαφνική εξαφάνιση του; Για την κατηγορία ότι όλο αυτό με το περιοδικό είναι δικό της δημιούργημα, ή για εκείνο το αναθεματισμένο φιλί, που τις τελευταίες ώρες παίζει και ξανά παίζει ασταμάτητα σαν κασέτα στο μυαλό του;
«Άσε τα πείσματα και άσε με να σε βοηθήσω!» της λέει λίγο πιο αυστηρά απ' όσο θέλει, μα και πάλι δεν έχει καμία σημασία. Η κοπέλα τον κοροϊδεύει με λεπτή φωνή, επαναλαμβάνοντας τα λόγια του ειρωνικά. Εκείνος με μεγάλη δυσκολία κρατάει ένα πλατύ χαμόγελο κι ένα μικρό γελάκι, πριν την κοιτάξει άγρια που τόλμησε να τον ειρωνευτεί. Αχρείαστο, παρόλα αυτά, γιατί δεν δείχνει να πτοεί ούτε στο ελάχιστο την κοπέλα δίπλα του.
Της πιάνει με το ένα χέρι το μπράτσο και το άλλο περνάει απαλά γύρω από τη μέση της. Η Βάλερι στριφογυρίζει τα μάτια, παλεύοντας με νύχια και με δόντια να αγνοήσει την φωτιά που εξαπλώνεται σε ολόκληρο το κορμί της με το τρυφερό του άγγιγμα. Είναι ηλίθιος και σου ζήτησε να ξεχάσεις το φιλί, σκέφτεται και ξανά σκέφτεται.
«Μην τα κάνεις δημόσια αυτά, μπορεί να μας δουν και να μας περάσουν για ζευγάρι!» η ειρωνεία είναι ξεκάθαρη στη φωνή της και, Χριστέ μου, είναι τόσο εκνευριστική, που υπό άλλες συνθήκες ο Άλεκ θα την είχε ήδη πνίξει. Αν τον άφηνε, δηλαδή.
«Τώρα, φταίω εγώ να σε αφήσω και να πέσεις;» ένα νευρικό γελάκι βγαίνει από τα χείλη του μετά το τέλος της πρότασης του, την ίδια στιγμή που εκείνη υψώνει το φρύδι. Τόσο που σχεδόν βγαίνει από το κεφάλι της. Του φαίνεται αστεία όταν θυμώνει, αλλά με την καλή έννοια.
«Άσε με ρε! Τουλάχιστον θα πεθάνω ξέροντας πως θα σαπίσεις στη φυλακή!» επιτίθεται σχεδόν έξαλλη και εκείνος δεν κρατιέται, γελάει. Γελάει δυνατά. Είναι σχεδόν στα μισά της σκάλας.
'Διάολε, σταμάτα να είσαι τόσο χαλαρός μου σπας τα νεύρα!'
Η κοπέλα τον κοιτάει με μισό μάτι, πείθοντας τον εαυτό της πως δεν αξίζει να ασχοληθεί περισσότερο μαζί του. Ή τουλάχιστον, προσπαθεί. Γιατί ειλικρινά, αυτός ο άνδρας την φτάνει στα όρια της και αυτό δεν της αρέσει. Καθόλου. Τώρα έχουν σχεδόν φτάσει το αμάξι.
«Δεν με βάζουν μέσα εμένα! Έχω φίλο αστυνομικό και ξάδερφο δικαστή!» την ενημερώνει με ένα τάχα αθώο χαμόγελο, προκαλώντας της τελικά ένα ελαφρύ γέλιο. Είναι όμορφη όταν γελάει. Πολύ όμορφη.
«Γουρούνι του συστήματος!» ψελλίζει σιγανά στον εαυτό της σπάζοντας στη μέση το αποσπώμενο μπαστούνι, μόλις εκείνος της κλείσει την πόρτα του συνοδηγού. Λίγα δευτερόλεπτα μετά, κάθεται επιτέλους στη θέση του οδηγού, αλλά πριν προλάβει να γυρίσει το κλειδί στη μίζα τον σταματάει βάζοντας το χέρι της στο δικό του. Παγώνει για λίγο και χρειάζεται να περάσουν μερικά κλάσματα του δευτερολέπτου μέχρι να την κοιτάξει. Τώρα πια είναι εντελώς σοβαρή.
«Τι έγινε;» το βλέμμα του είναι είναι βουτηγμένο στην απορία. Η κοπέλα, χωρίς να του μιλήσει, μ' ένα σχεδόν απαξιωτικό βλέμμα, βγάζει από την μαύρη τσάντα της το καταραμένο περιοδικό. Του το χτυπάει με φορά στο στέρνο, με εκείνον να το πιάνει αργά όσο την κοιτάει μπερδεμένος.
«Σελίδα εννέα.» είναι το μόνο που λέει. Δεν τον κοιτάει. Ο Άλεκ υπακούει σιωπηλά και ανοίγει την χαζή κουτσομπολίστικη φυλλάδα στη σελίδα που του υπέδειξε. Μόλις διαβάσει τι έχει γραφτεί εκεί για την μπαλαρίνα τα μάτια του ανοίγουν διάπλατα, το σαγόνι του σφίγγει και νιώθει το αίμα να βράζει κάτω από το δέρμα των καρπών του. Θα τους πάρει ο διάολος. Αυτές είναι οι μόνες λέξεις που υπάρχουν στο μυαλό του. Η φωνή της τον βγάζει από τη σκέψη του.
«Στην περίπτωση που πίστευες ακόμα πως αυτό είναι δική μου δουλειά.» γυρίζει να την κοιτάξει ελαφρώς παγωμένος. Η Βάλερι δεν τον κοιτάει ακόμα. Ένα μικρό κομμάτι μέσα του ήξερε από την πρώτη στιγμή πως δεν το είχε κάνει εκείνη και τώρα πανηγυρίζει που έχει δίκιο.
Το βλέμμα της είναι καρφωμένο έξω από το παράθυρο. Σαν να του λέει πως δεν του αξίζει το βλέμμα της, ενώ έχει τα χέρια της σταυρωμένα κάτω από το στήθος. Τα μαύρα μαλλιά της είναι σε μια μαύρη, ψηλή, επιβλητική αλογοουρά, τονίζοντας ακόμα περισσότερο τα πανέμορφα και κάπως αθώα χαρακτηριστικά της. Δύο μικροί κρίκοι στολίζουν τα μικρά αυτιά της, ενώ στο πρόσωπο της δεν υπάρχει ίχνος μακιγιάζ. Μόνο ένα ελαφρύ φυσικό κοκκίνισμα. Πιάνει τον εαυτό του να χαμογελάει αχνά στη θέα της.
Του έχουν λείψει οι απλές γυναίκες. Εκείνες που δεν τις πειράζει να βγουν έξω με φόρμες και ατημέλητες. Εκείνες που προσέχουν τον εαυτό τους τόσο πνευματικά, όσο και σωματικά. Εκείνες που θα βαφτούν για τον εαυτό τους και μόνο, όχι επειδή θα τις δει κόσμος και «πρέπει να είναι όμορφες». Και όσες έχει συναντήσει τον τελευταίο καιρό, κάθε άλλο παρά απλές είναι. Μέσα σε αυτές και η Γκαλένα.
Της γνέφει θετικά και χωρίς να ειπωθεί κάτι άλλο ανάβει τη μηχανή του μαύρου Opel. Το αυτοκίνητο ξεκινάει με προορισμό το περιοδικό και εκείνους βουτηγμένους στη σιωπή, λες και κάποιος τους απειλεί με όπλο και αν μιλήσουν θα πεθάνουν. Το μόνο που ακούγεται στο μικρό χώρο του αυτοκινήτου είναι το ραδιόφωνο που παίζει ένα τραγούδι του Έλβις Πρίσλεϊ. Όχι οποιοδήποτε τραγούδι, μα εκείνο το ένα. Το μοναδικό.
Wise men say
Only fools rush in...
Η ένταση που υπάρχει ανάμεσα τους είναι κάτι παραπάνω από αποπνικτική, όμως κανένας τους δεν λέει κάτι. Ίσως φοβούνται πως αν μιλήσουν, θα πουν κάτι λάθος, κάτι που θα φέρει και τους δύο σε εξαιρετικά δύσκολη και αμήχανη θέση! Μα όχι.
But I can't help falling in love with you...
Πώς μπορεί να είναι λάθος;
Όσο εκείνη θυμάται ακόμα εκείνη τη μεθυστική γεύση βασιλικού και καπνού από τα ζεστά του χείλη, όσο εκείνος νιώθει τα απαλά μαλλιά της στα ακροδάχτυλα του όσο τη φιλάει, τίποτα δεν είναι λάθος. Τίποτα δεν μπορεί να είναι λάθος.
Shall I stay?
Κι είναι κι εκείνο το άρωμα του που έχει κολλήσει στα ρουθούνια της. Και είναι κάτι σαν....σαν....
Would it be a sin
If I can't help falling in love with you?
Την κοιτάει κλεφτά, προτού στο μυαλό του τρυπώσει ο Τζέισον. Ο καλύτερος του φίλος. Η καρδιά του βουλιάζει.
'Θα είναι αμαρτία αν δεν μπορώ να μη σε ερωτευτώ, μπαλαρίνα;'
Έχουν περάσει κάτι παραπάνω από τριάντα λεπτά, όταν το αυτοκίνητο σταματάει, επιτέλους, έξω από το μεγάλο κτήριο που φιλοξενεί το γνωστό περιοδικό στην Κάναρι Γουάρφ, που ορίζεται ως «μέρος της κεντρικής επιχειρηματικής περιοχής του Λονδίνου». Η Βάλερι ανοίγει σχεδόν αμέσως την πόρτα και βγαίνει από το αυτοκίνητο όσο πιο γρήγορα μπορεί. Νιώθει άβολα δίπλα του, περίεργα! Το στομάχι της έχει δεθεί κόμπος και η καρδιά της χτυπάει σε ανησυχητικά γρήγορους ρυθμούς.
Στην άλλη πλευρά του αμαξιού, εκείνη του οδηγού, ο Άλεκ παίρνει μια μεγάλη ανάσα μόλις βγει έξω. Λες και τόση ώρα κάποιος του είχε κλείσει το οξυγόνο! Όμως εκείνος έχει απλά ανάγκη από καθαρό αέρα· η μυρωδιά μπισκότου που αναδύει από τα μαλλιά της τον κάνει να αποσυντονίζεται. Πιάνει την καρδιά του να χτυπάει ξέφρενα και μαλώνει τον εαυτό του γι'αυτό. Παίρνει στα κλεφτά μερικές ανάσες ακόμα και κλειδώνει το αυτοκίνητο.
Την πλησιάζει και βοηθώντας την ανέβει τα αμέτρητα σκαλιά που κάθε άλλο παρά φιλικά είναι για άτομα με κινητικές δυσκολίες, μπαίνουν στο κτήριο. Απευθείας η κοπέλα στην υποδοχή με τα κόκκινα μαλλιά, τα μεγάλα μπλε μάτια και μια ταυτότητα γύρω από το λαιμό της με το όνομα «Βιολέτα», σπεύδει να τους εξυπηρετήσει. Τους ρωτάει ευγενικά τι θέλουν, χωρίς φυσικά να μπορεί να πάρει τα μάτια της από τον Άλεκ. Τον κοιτάει σαν μαγεμένη, τόσο που η Βάλερι σχεδόν ενοχλείται.
«Βάλερι Φέρι και Άλεκ Τζέιμς. Θέλουμε να μιλήσουμε με τον διευθυντή.» η φωνή της βγαίνει αυστηρή και σου δίνει την εντύπωση πως δεν έχει χρόνο για χάσιμο. Η κοπέλα μόλις ακούσει τα ονόματα τους ασπρίζει. Τους κοιτάει δειλά.
«Ξέρετε, ο κύριος Σκοτ δεν βρίσκεται εδώ αυτή τη στιγμή και-» τον λόγο της διακόπτει μια φωνή που βγαίνει από το σταθερό δίπλα της.
«Βιολέτα, άσε ό,τι κάνεις τώρα! Σε θέλει πάνω ο μεγάλος.» η κοπέλα ξεφυσάει, βάζοντας τα χέρια της στο μέτωπο της. Πατάει ένα κουμπί μέσα στη ντροπή και ύστερα μιλάει.
«Ναι, Έρικ, ευχαριστώ πολύ γι'αυτό.» μουρμουρίζει ανόρεχτα.
Η Βάλερι σηκώνει για ακόμα μια φορά σήμερα το φρύδι, κοιτώντας την άτυχη κοπέλα με ένα ειρωνικό χαμόγελο. Σταυρώνει τα χέρια της μπροστά από το μισάνοιχτο μπουφάν της.
«Λυπάμαι, γλυκιά μου, αλλά δεν είναι η τυχερή σου μέρα.» ψελλίζει υποτιθέμενη λύπη στην ρεσεψιονίστ, που ψάχνει πέτρα να κρυφτεί. Ο άνδρας δίπλα της την κοιτάζει σοκαρισμένος. Αυτή η γυναίκα που στέκεται μπροστά του, δεν έχει καμία σχέση με εκείνη που είχε γνωρίσει στο νοσοκομείο εκείνο το βράδυ. Το βράδυ που οι φωνές της τον τράβηξαν κοντά της, το βράδυ που το πέρασαν μαζί. Η Βάλερι από την άλλη δεν νιώθει ούτε μισή κλωστή ενοχής να τριγυρνάει μέσα της βλέποντας το γεμάτο απόγνωση βλέμμα της κοπέλας. Έχουν προσβάλει και εκείνη και την αξία της κι αυτό δεν θα το άφηνε να περάσει έτσι.
«Ακολουθήστε με.» αναστενάζει κουρασμένη, καθώς σηκώνεται από το γραφείο της. Το μικροκαμωμένο σώμα της το καλύπτει ένα ασπρόμαυρο φόρεμα με τιράντες, παρά τη χαμηλή θερμοκρασία έξω, ενώ τα ψηλά της παπούτσια δείχνουν τρομερά άβολα. Την ακολουθούν, λοιπόν, αργά μέχρι που φτάνουν σε ένα ασανσέρ και ο εκνευριστικός ήχος από τα παπούτσια της σταματάει. Μπαίνουν μέσα και αφού πατήσει στον αριθμό «οκτώ», εκείνο αρχίζει να ανεβαίνει.
Ο Άλεκ δεν μπορεί να πάρει τα μάτια του από την κοπέλα με τα κεχριμπαρένια μάτια· έχει μαγευτεί από το πόσο μπορεί να αλλάξει αν κάποιος την αδικήσει κι αυτό του αρέσει. Τον γοητεύει που δεν χρειάζεται υπεράσπιση. Που μπορεί να στηριχτεί στα δικά της πόδια. Αυτά τα εκνευριστικά όμορφα και καλλίγραμμα πόδια της.
Ένα διακριτικό «ντιν» ακούγεται, ειδοποιώντας τους πως έφτασαν στον όροφο τους. Μόλις βγουν από το ασανσέρ, ένας άνδρας με καστανά, ελαφρώς μακριά μαλλιά εμφανίζεται μπροστά τους, πίσω από ένα γραφείο. Πιο πολύ σαν μια δεύτερη, μικρότερη ρεσεψιόν μοιάζει. Η Βάλερι σκέφτεται πως της θυμίζει τον Τζιμ από το «The Office», μα είναι υπερβολικά θυμωμένη για να κάνει αυτό το αστείο. Μόλις τους εντοπίσει, το βλέμμα του γίνεται ερωτηματικό λίγο πριν πέσει στην κοπέλα που τους συνοδεύει.
«Έχουν κλείσει ραντεβού με τον κύριο Σκοτ;» από τη φωνή του ο Άλεκ καταλαβαίνει πως πρόκειται για τον γκαφατζή Έρικ, που χάλασε το ψέμα της συναδέλφου του. Η Βιολέτα ανοίγει το στόμα, μα δεν καταφέρνει να απαντήσει. Η Βάλερι σήμερα έχει πάρει φωτιά. Και το απολαμβάνει.
«Θα πρέπει να το θεωρήσω προσβολή που δεν με αναγνωρίζετε; Ντροπή! Ολόκληρο εξώφυλλο μου κάνατε!» η γεμάτη φαρμάκι φωνή της ηχεί ακόμα μια φορά, κάνοντας ένα βήμα πιο μπροστά. Ο άντρας πίσω από το γραφείο γουρλώνει τα μάτια.
«Ρε Βιολέτα, μια δουλειά είχες κοπέλα μου!» πετάει το στυλό στο γραφείο, κοιτάζοντας την κοπέλα νευριασμένος. Μάλλον υποψιάζεται πως εκείνος θα τα ακούσει μετά. Δεν ξέρουν γιατί, μα ο διευθυντής τους ήταν ξεκάθαρος: αν έρθει κάποιος από τους δύο για να κάνει παράπονα, εκείνος δεν είναι εκεί. Και προφανώς, αυτό το σχέδιο, πήγε ήδη για βρούβες.
«Δεν φταίω εγώ που είσαι ηλίθιος, Έρικ!» η κοπέλα αμύνεται, μ' ένα ειρωνικό χαμόγελο. Το «ζευγάρι» ανταλλάσσει ένα βλέμμα σε αυτή τη μικρή τους διαμάχη.
«Θα πρέπει πρώτα να κλείσετε ραντεβού και μετά-» ο Έρικ ξεκινάει να μιλήσει, όμως αυτή τη φορά την κατάσταση αναλαμβάνει ο Άλεκ.
«Αν νομίζεις πως γράψατε όλα αυτά για εμάς και θα το αφήσουμε έτσι, είσαι πολύ γελασμένος!» η φωνή ακούγεται βραχνή ακριβώς δίπλα της, κάνοντας το σώμα της Βάλερι να ανατριχιάσει από άκρη σ' άκρη. Χρειάζεται να σφίξει το μπαστούνι της για να μην πάρει βαθιά ανάσα και του δείξει πόσο την αναστατώνει όταν απλά μιλάει.
Εκείνη ακριβώς τη στιγμή, η πόρτα ανοίγει και ένας άνδρας γύρω στα πενήντα κάνει την εμφάνιση του. Είναι ψηλός, γύρω στο ένα ογδόντα επτά, με έξυπνα πράσινα μάτια και γκρίζους κροτάφους. Η κοπέλα τον παρατηρεί· της θυμίζει κάτι υπερβολικά έντονα. Από τα αυστηρά χαρακτηριστικά του, μέχρι και το όνομα. Σκοτ. Είναι σίγουρη πως κάπου το έχει ξανά ακούσει. Ο άνδρας, λοιπόν, τους κοιτάει εξεταστικά, όμως έπειτα τους χαμογελάει.
«Καλημέρα σας! Το όνομα μου είναι Άντριου Σκοτ.» και τότε, η μπαλαρίνα το συνειδητοποιεί. Αυτός είναι! Ο άνθρωπος που στέκεται μπροστά της, είναι ο θείος της Λύντια. Της χρόνια συμμαθήτριας της στο μπαλέτο, και μέχρι πριν δύο μήνες, συναδέλφου της. Είναι το ίδιο περιοδικό που την έθαψε όταν είχε το ατύχημα. Και τώρα, μπορεί να καταλάβει. Αφήνει ένα γελάκι που τραβάει για λίγα δευτερόλεπτα την προσοχή.
«Και εσείς είστε;» τείνει το χέρι του για χειραψία, κοιτώντας τους δήθεν ερωτηματικά. Στην πραγματικότητα, όμως, ξέρει πολύ καλά ποιοι είναι. Εκείνος άλλωστε έδωσε εντολή να βγει αυτό το εξώφυλλο, ύστερα από πολλή πίεση της ανιψιάς του όταν έπεσε η ματιά της στο αρχείο με τη φωτογραφία της Βάλερι και του Άλεκ τότε, στη βροχή. Τον κοιτάζουν με βλοσυρό ύφος.
«Το εξώφυλλο σου!» απαντά ειρωνικά η Βάλερι. Εκείνος ανοίγει το στόμα ελαφρά από την υποτιθέμενη έκπληξη.
«Μα τι τιμή!» αναφωνεί.
«Περάστε στο γραφείο μου.» με το ειρωνικό γέλιο να μη μπορεί να σταματήσει, η μπαλαρίνα προχωράει προς τα μέσα, όσο ο Άλεκ την ακολουθεί κουνώντας το κεφάλι αποδοκιμαστικά. Ο μεσήλικας άνδρας, ρίχνει μια άγρια μάτια στους υπαλλήλους του πριν χαθεί μαζί τους στο γραφείο του. Κάθεται πίσω από το τεράστιο ξύλινο γραφείο και τους κοιτάει.
«Λοιπόν, σε τι οφείλουμε την επίσκεψη σας;» αναρωτιέται τρίβοντας τα χέρια του μεταξύ τους. Οι άνθρωποι μπροστά του τον κοιτούν εκνευρισμένοι.
«Δεν ήρθαμε εδώ για τσάι και συμπάθεια.» γρυλίζει η Βάλερι που έχει αρχίσει να χάνει ήδη την υπομονή της.
«Αλλά;»
«Απαιτούμε να αναιρέσετε όλα όσα γράψατε για εμάς.» η φωνή του Άλεκ βγαίνει αργή, ήρεμη και σταθερή.
«Μα, κύριε Τζέιμς-»
«Θα διορθώσετε όλα όσα γράψατε και θα αποκαταστήσετε τη φήμη της κυρίας Φέρι.» συνεχίζει ακάθεκτος. Η Βάλερι τον κοιτάει ελαφρώς σαστισμένη, μόνο για να συνειδητοποιήσει ότι ο άνδρας μπροστά της είναι ο ίδιος άνδρας που μέχρι χθες την κατηγορούσε μέσα στο ίδιο της το σπίτι.
«Μα εμείς-»
«Όλα τα σχόλια σας ήταν προσβλητικά, τόσο για την ίδια, όσο και για την ικανότητα της στο χορό. Η συγκεκριμένη γυναίκα έχει απίστευτα καλές κριτικές για τις δεξιότητες της στο μπαλέτο και καμία από αυτές δεν είναι δική μου. Μιλάτε με ανακρίβειες, κύριε. Βασίσατε το τεύχος σας σε μια φωτογραφία και τίποτα άλλο. Αλήθεια, ποιο σοβαρό περιοδικό το κάνει αυτό;» κάνει μια παύση μόνο για να τους χλευάσει.
«Σας δίνουμε διορία δύο ημέρες για να γράψετε ότι όλα αυτά περί σχέσης ήταν απλά φήμες. Ότι η σχέση μας είναι καθαρά φιλική και ότι η κυρία Φέρι έχει φτάσει στην κορυφή επειδή της αξίζει!» αυτό το τελευταίο, το λέει με τη φωνή του να ανεβαίνει αισθητά. Η Βάλερι τον κοιτάει με θαυμασμό. Αυτός ο άνδρας έχει κερδίσει επάξια μια θέση στη ζωή της.
«Μα, κύριε Τζέιμς, ακούστε με-»
«Διαφορετικά θα κινηθούμε νομικά. Και ξέρετε, είμαι σίγουρος πως ο κάλος μου φίλος Μάξγουελ Σμιθ θα χαρεί πάρα πολύ να τερματίσει την καλή φήμη του περιοδικού σας μέσα σε μια ώρα. Γιατί, μεταξύ μας» κάνει μια παύση και του κάνει νόημα να σκύψει λίγο πιο μπροστά, λες και θέλει να του πει μυστικό. Ο Άντριου πέφτει στην παγίδα και σκύβει ελαφρά.
«σιχαίνεται τα κουτσομπολιά!» σχεδόν γελάει. Η δήλωση αυτή κάνει τον άνδρα μπροστά τους να ασπρίσει. Σηκώνεται απότομα από την καρέκλα του κοιτώντας τους με φόβο.
«Σας παρακαλώ, καλύτερα να μην φτάναμε σε τόσο ακραία μέτρα! Μπορούμε να το λύσουμε πολύ διαφορετικά.» στα λόγια του η Βάλερι χαμογελάει σαρδόνια. Ένα κομμάτι της πεθαίνει να δει την έκφραση της Λύντια μόλις ακούσει τα νέα.
«Όλα όσα γράφτηκαν θα αναιρεθούν.» υποκύπτει, ξέροντας ότι μόλις αυτό φτάσει στ' αυτιά της ανιψιάς του, ο πονοκέφαλος του θα γίνει μόνιμος.
«Χαίρομαι πολύ που λύθηκε η παρεξήγηση.» του χαμογελάει πλατιά.
«Εις το επανιδείν!» συνεχίζει και ύστερα, γυρνάει την πλάτη και προχωράει προς την πόρτα. Ο κυνηγός ταλέντων την ακολουθεί σε απόσταση ασφαλείας και πέντε λεπτά αργότερα βρίσκονται έξω από το γιγαντιαίο κτήριο. Η Βάλερι, φροντίζει να αποχαιρετήσει και τον Έρικ και την Βιολέτα. Σχεδόν κοροϊδευτικά, αλλά ταυτόχρονα ευγενικά.
«Ελπίζω όλο αυτό να μη δημιούργησε πρόβλημα σε σένα και την κοπέλα σου.» η φωνή της βγαίνει ανέμελη όσο πλησιάζουν το μαύρο αυτοκίνητο, όμως στην πραγματικότητα καίγεται να ακούσει την απάντηση. Άλλωστε, το όνομα «Γκαλένα» υπάρχει ακόμα στο μυαλό της. Ποτέ της δεν έμαθε ποια είναι. Εκείνος από την άλλη γελάει ελαφρά.
«Δεν έχω κοπέλα. Έχω χωρίσει εδώ και λίγο καιρό.» απαντάει μ' ένα μικρό χαμόγελο κοιτώντας τον ουρανό. Το χέρι της σταματάει το σώμα του, πιάνοντας τον από το μπράτσο προτού προλάβει να ξεκλειδώσει το αμάξι του. Την κοιτάει ερωτηματικά.
«Σε ευχαριστώ πολύ για σήμερα.» τον κοιτάει στα μάτια με ειλικρίνεια. Η καρδιά του χτυπάει δυνατά και για λίγα δευτερόλεπτα δεν μπορεί να πάρει το βλέμμα του από πάνω της. Αυτή η κοπέλα τον έχει μαγέψει, όμως αυτό φαντάζει λάθος, οπότε δεν το παραδέχεται ούτε στον εαυτό του.
«Μην το συζητάς!» ψελλίζει και καλά αδιάφορα, μα μπορεί εύκολα να διακρίνει ένα μικρό κοκκίνισμα στο πρόσωπο του. Εκείνη γνέφει θετικά. Κάνει ένα βήμα να προχωρήσει, όμως αυτή τη φορά είναι η δική του σειρά να την σταματήσει. Το όμορφο βλέμμα της καρφώνεται πάνω του.
«Βάλερι» κάνει μια παύση.
«ποτέ δεν πίστεψα πως ήταν δική σου δουλειά.» η φωνή του φέρνει λύτρωση στην καρδιά της και επιτρέπει στον εαυτό της να του χαμογελάσει παιχνιδιάρικα. Αφήνει μια ανάσα.
«Αντε, μπες τώρα να σε πάω σπίτι!»
«Ευχαριστώ, αλλά λέω να περπατήσω λιγάκι.» μόλις το ξεστομίσει, ο άνδρας την κοιτάζει εξεταστικά. Εκείνη γελάει.
«Θα είμαι εντάξει, άλλωστε έχω και το μπαστούνι που μου έδωσε ο Στέφεν!» του δείχνει το μαύρο μπαστούνι που κρατάει, μα και πάλι είναι πολύ, πολύ διστακτικός.
«Βάλερι, είναι μακριά.» παίζει το μοναδικό του χαρτί, ελπίζοντας να την μεταπείσει. Για κάποιον ανεξήγητο λόγο δεν θέλει να την αποχωριστεί ακόμα. Απολαμβάνει την παρέα της και αν ρωτήσει κανείς, υπάρχει λόγος που είναι έξω μαζί. Και με το «κανείς», εννοούμε πάντα τον Τζέισον.
«Εδώ κοντά μένει η Στέισι, θα είμαι εντάξει! Μην ανησυχείς.» του γελάει γλυκά και τελικά τον πείθει, παρόλο που η Στέισι μένει πιο κοντά σε εκείνη, παρά στο περιοδικό.
«Εντάξει.» ψελλίζει τελικά. Κάνουν και οι δύο ένα βήμα ο ένας προς τον άλλον. Ο Άλεκ είναι έτοιμος να την αγκαλιάσει, τη στιγμή που εκείνη απλώνει το χέρι της ανάμεσα τους για χειραψία. Παρατηρούν για λίγο άβολα ο ένας τον άλλο. Ο Άλεκ ειδικά, νιώθει χαζός. Εν τέλει, απλώνει κι αυτός το χέρι του και σφίγγει το δικό της. Η χειραψία αυτή καίγεται από τον ηλεκτρισμό.
«Γειά σου, Άλεκ.» ψελλίζει μ' ένα μικρό χαμόγελο που πολύ εύκολα γίνεται γέλιο και, όταν σπάσει την επαφή τους, αρχίζει να περπατάει μακριά του. Εκείνος, την κοιτάζει σαστισμένος. Μηχανικά, αρχίζει να περπατάει προς το αυτοκίνητο του και μόλις σκεφτεί ξανά τον κάπως άβολο αποχαιρετισμό τους χαμογελάει πλατιά στον εαυτό του. Μπαίνει στο αμάξι και ξεκινάει για το σπίτι του.
Την ίδια στιγμή, η Βάλερι περπατάει αργά προς την αντίθετη κατεύθυνση. Ένα χαμόγελο έχει χαραχτεί και στο δικό της πρόσωπο, σκεπτόμενη τον γοητευτικό κυνηγό ταλέντων που τόσο πολύ την υπερασπίστηκε σήμερα, χωρίς να έχει λόγο να το κάνει. Μια γυναικεία φωνή, όμως, που φωνάζει το όνομα της την βγάζει από τις σκέψεις της.
«Βάλερι;»
Όταν ασυναίσθητα γυρίσει, το γνώριμο πρόσωπο μπροστά της κάνει το αίμα να παγώσει στις φλέβες της. Γιατί μπροστά της, στέκεται εκείνη. Γιατί είναι ένα πρόσωπο που στοίχειωσε τα παιδικά και εφηβικά της χρόνια και που πάντα, μα πάντα, το θυμάται με ένα βαθύ, πικρό παράπονο. Το μπαστούνι πέφτει από τα χέρια της και, στ' αυτιά της, η σύγκρουση του με το έδαφος ακούγεται σαν βόμβα που σκάει. Φοβισμένη και ήδη τσακισμένη ψυχολογικά, η φωνή της βγαίνει ψιθυριστή.
«Μαμά;»
Γειά σας κοτοπουλάκια μου!🐥
Τι κάνετε; Πώς είστε;
Ελπίζω καλά!
Πείτε μου τα νέα σας!
Εμένα σήμερα ήταν η πιστοποίηση μου στο μαγαζί που δουλεύω και τα πήγα περίφημα! Έσκισα σας λέω!!
Πάμε στο κεφάλαιο;
Πόσο αγαπάω αυτή την ένταση που υπάρχει ανάμεσα τους. Που κρύβονται πίσω από τα δάχτυλα τους ενώ καίγονται!
Κι αυτή τη γλυκιά ντροπή που νιώθουν....ΑΧ αλήθεια μ' αρέσει φουλ.
Το ζευγάρι μας έσκισε στο περιοδικό κάνοντας μερικούς να καταπιούν τη γλώσσα τους.
Και τέλος, η πρώτη συνάντηση κορυφής θα έλεγε κανείς. Η Βάλερι με τη μαμά της. Για να δούμε πώς θα πάει αυτό.
Στο βιβλίο γενικά, θα δούμε 3 συναντήσεις κορυφής. Με τη δεύτερη να είναι από τις αγαπημένες μου! Θα σας το πω όταν έρθει εκείνη η στιγμή.
Τι πιστεύετε ότι θα γίνει στο επόμενο;
Αυταααα.
Αν σας άρεσε το κεφάλαιο ψηφίστε και σχολιάστε.
Αντιιοοοοςςςς🥰🍟.
-Δέσπ.
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro