1. Μια στιγμή για πάντα.
~Να είσαι ευτυχισμένος γι' αυτήν τη στιγμή. Αυτή η στιγμή είναι η ζωή σου.~
•Ομάρ Καγιάμ, 1048-1131, Πέρσης ποιητής και πανεπιστήμων.
Valery.
«Κάντε γρήγορα, την χάνουμε!» μια ανδρική φωνή ακούγεται από μακριά, τραβώντας με απ' τον βούρκο της σιωπής. Το σώμα μου κινείται ασταμάτητα και παρανοϊκά γρήγορα, όμως εγώ είμαι ακίνητη. Προσπαθώ να ανοίξω τα μάτια μου, μα είναι υπερβολικά βαριά.
Πού είμαι;
«Valery κρατήσου!» ακόμα μια φωνή, γυναικεία αυτή τη φορά, ηχεί πολύ κοντά μου όμως δεν την αναγνωρίζω όσο κι αν προσπαθώ. Μα την ξέρω! Είμαι σίγουρη ότι την ξέρω! Τα μάτια μου ανοίγουν αργά, αλλά ένα δυνατό φως με τυφλώνει και τα ξανά κλείνω.
«Έχει χάσει πολύ αίμα!» μια τρίτη φωνή μιλάει. Κάτι μέσα μου παγώνει.
Για μένα λένε;
Είμαι καλά, με ακούτε;
Προσπαθώ να μιλήσω, όμως η φωνή μου δεν βγαίνει. Με τρομάζει αυτό. Θέλω να κλάψω.
Πού. Είμαι;
Γιατί δεν είμαι στην πρόβα;
«Ετοιμάστε το χειρουργείο τώρα! Δεν έχουμε πολύ χρόνο...δεν έχει πολύ χρόνο!» διατάζει ξανά η ίδια ανδρική φωνή με πριν τόσο άγρια που μου προκαλεί πανικό. Νιώθω την ανάγκη να ξεφυσύξω, μα ούτε αυτό μπορώ να το κάνω.
Συγγνώμη...εγώ;
Εγώ δεν έχω χρόνο;
Γαμώτο, γιατί δεν με ακούτε;
Ζω! Το καταλαβαίνετε;
Ύστερα...ησυχία ξανά. Με τρομάζει η ησυχία. Απ' όταν ήμουν μικρή με τρόμαζε. Η ησυχία, είναι η τροφή του φόβου. Μια παγίδα. Λίγες στιγμές ηρεμίας πριν την καταστροφή. Ένας δυνατός θόρυβος ακούγεται και πάλι, κάνοντας με να θέλω να κλείσω τ' αυτιά μου όμως, θεέ, ούτε αυτό μπορώ να το κάνω.
Τι γίνεται; Γιατί δεν μπορώ να κουνήσω τα χέρια μου;
Ένας συνεχόμενος ήχος τρυπάει τα τύμπανα μου. Κουράζομαι. Πολύ. Θέλω μόνο να κοιμηθώ.
«Πέφτουν οι παλμοί της, τι κάνουμε;» ρωτάει κάποιος πανικοβλημένος και στο χώρο επικρατεί πανικός. Ψίθυροι. Μένουν μονάχα ψίθυροι. Οι φωνές τους απομακρύνονται και εγώ πασχίζω· πασχίζω σαν τρελή να ακούσω τι λένε, μα δεν τα καταφέρνω. Το μόνο που ακούγεται καθαρά είναι ένα μέτρημα: «Ένα, δύο, τρία». Το σώμα μου τραντάζεται ολόκληρο.
Ηλεκτρισμός.
Με διαπερνά ηλεκτρισμός.
Το μηχάνημα συνεχίζει να χτυπάει χωρίς σταματημό.
«Ένα, δύο, τρία!» η ίδια κίνηση, το ίδιο τράνταγμα. Ο ίδιος ήχος.
«Σε παρακαλώ κοπέλα μου, μείνε κοντά μας! Είσαι πολύ μικρή για να πεθάνεις!» ψελλίζει η γνωστή πλέον αντρική φωνή. Τσατίζομαι.
«Πάμε πάλι.»
Σου είπα και πριν...
«Ένα.»
Είμαι.
«Δύο.»
Εντελώς.
«Τρία.»
ΖΩΝΤΑΝΉ.
Το μηχάνημα αρχίζει να χτυπάει ξανά ρυθμικά και νιώθω τους πάντες γύρω μου να χαλαρώνουν. Μαζί τους κι εγώ. Υποθέτω, τώρα μπορώ να ξεκουραστώ.
Τριτοπροσωπη αφήγηση.
Μέσα σε εκείνο το μεγάλο, ψυχρό κτήριο στους υγρούς δρόμους του Λονδίνου, την ίδια στιγμή που η Valery Fairy μια από τις πιο σπουδαίες -αν όχι η σπουδαιότερη- μπαλαρίνα, μάχεται για τη ζωή της, ο πασίγνωστος και γοητευτικός κυνηγός ταλέντων Alec James, περνάει τις γυάλινες πόρτες του νοσοκομείου ελαφρώς αγχωμένος, ύστερα από ένα τηλεφώνημα πως η Ρωσίδα μνηστή του είχε ένα μικρό ατύχημα.
Η επιβλητική παρουσία του στο χώρο τραβάει πολλά γυναικεία βλέμματα. Φυσικό είναι άλλωστε· πώς να μην προσέξεις τα κατάμαυρα, πυκνά -για τράβηγμα- μαλλιά του; Τους δύο ωκεανούς που στέκονται στις κόγχες των ματιών του και το γυμνασμένο, γεμάτο τατουάζ σώμα του; Εκείνος όμως δεν δίνει καμία σημασία, αντίθετα, συνεχίζει να προχωράει ακάθεκτος μέχρι τον τρίτο όροφο -το ορθοπεδικό τμήμα- όπου βρίσκεται η αρραβωνιαστικιά του.
Όμως αυτό που δεν ξέρει είναι πως, αυτό το τηλεφώνημα θα αλλάξει τη ζωή του.
Μια για πάντα.
Valery.
'«Valery, θα καθυστερήσεις πολύ; Η πρόβα έπρεπε να έχει αρχίσει εδώ και πέντε λεπτά!» η καλύτερη μου φίλη ακούγεται αγχωμένη μέσα από το τηλέφωνο, που είναι οριακά πεταμένο στο κάθισμα του συνοδηγού. Βρήκα μέρα να ξεχάσω το ακουστικό. Στριφογυρίζω τα μάτια στην γκρίνια της.
«Stacy σου είπα! Είμαι στον δρόμο κι έρχομαι! Πηγαίνω ήδη αρκετά γρήγορα, δεν πρόκειται να αυξήσω άλλο ταχύτητα για την πρόβα!» ψελλίζω παίρνοντας ανάσες, προσπαθώντας να ηρεμήσω τα νεύρα μου. Πιο στραβά δεν μπορούσε να ξεκινήσει αυτή η μέρα. Την ακούω που ξεφυσάει.
Α ωραία, με έπιασε και φανάρι τώρα! Το πόδι μου πατάει το φρένο.
«Ναι αλλά-»
«Stacy.» ψελλίζω αγχωμένη, διακόπτοντας την. Το πόδι μου συνεχίζει να πατάει με μανία το φρένο, όμως το αυτοκίνητο δεν υπακούει. Ξαφνικά τα αυτοκίνητα στο δρόμο μου φαίνονται υπερβολικά πολλά.
«Τι;» ρωτάει. Πίσω της ακούω τις φωνές της Melisa και της Zoi που κάτι τη ρωτάνε για το μάθημα, μα δεν δίνω σημασία. Το βλέμμα μου στρέφεται από τον γεμάτο δρόμο, στα τρία μαύρα πετάλια και πάλι πίσω.
Γαμώτο.
«Δεν πιάνει το φρένο.» η φωνή μου βγαίνει τρεμουλιαστή, ενώ το πόδι μου δεν ξεκολλάει από τον μοχλό. Το αυτοκίνητο περνάει τον δρόμο παρά το φανάρι που είναι ακόμα κόκκινο, κάνοντας την καρδιά μου να χτυπάει σαν τρελή στα κορναρίσματα που γεμίζουν το ακουστικό μου πεδίο. Στο χάος, ξεχωρίζω την ανάσα της που σταματάει.
«ΤΙ ΕΝΝΟΕΊΣ;»
«STACY, ΔΕΝ ΈΧΩ ΤΟΝ ΈΛΕΓΧΟ ΤΟΥ ΑΥΤΟΚΙΝΉΤΟΥ! ΤΙ ΘΑ ΚΆΝΩ;» φωνάζω εκτός ορίων, περνώντας νευρικά το ένα μου χέρι μέσα από τα κατάμαυρα μαλλιά μου. Ένα φορτηγό έρχεται κατά πάνω μου, όμως δεν μπορώ να κάνω τίποτα για να σταματήσω το αμάξι. Ή μήπως εγώ τρέχω σαν μανιακή προς αυτό; Στρίβω το τιμόνι. Ένα κόκκινο Hyundai εισβάλλει στο οπτικό μου πεδίο. Βουρκώνω.
«VALERY ΠΡΟΣΠΆΘΗΣΕ ΝΑ-»
«STACY!» το ουρλιαχτό μου ακούγεται πολύ δυνατά, μα όχι πιο δυνατά από την καρδιά μου. Λάστιχα σέρνονται στην άσφαλτο κάνοντας με να ανατριχιάσω. Φώτα με τυφλώνουν, ένας δυνατός θόρυβος ακούγεται και ύστερα....'
.....φως.
Τα μάτια μου ανοίγουν αργά. Ένα ενοχλητικά δυνατό φως με τυφλώνει αναγκάζοντας με να τα ξανά κλείσω.
Πού είμαι;
Κουνάω αργά το κεφάλι μου, όμως η όραση μου είναι θολή. Ένας δυνατός πόνος διαπερνά όλο μου το κορμί κι ένα επιφώνημα βγαίνει από τα σκασμένα χείλη μου. Τα μάτια μου βουρκώνουν από τον πόνο που με καλύπτει. Που να με πάρει η ευχή! Ο λαιμός μου είναι ξηρός με αποτέλεσμα η φωνή μου να ακουστεί βραχνή, σχεδόν άηχη. Πεταρίζω τα βλέφαρά μου και σιγά-σιγά η όραση ξεθολώνει. Κοιτάω γύρω μου αργά· οι λευκοί τοίχοι σε συνδυασμό με εκείνη την απαίσια μυρωδιά αντισηπτικού και οινοπνεύματος που τόσο καλά ξέρω, με κάνουν να καταλάβω πως βρίσκομαι σε -γαμώτο- νοσοκομείο.
Γιατί στο καλό βρίσκομαι εδώ;
Η έντονη μυρωδιά καθαριότητας καίει τη μύτη μου, ενώ ύστερα από μερικά δευτερόλεπτα ένα σιγανό βήξιμο βγαίνει με πολύ κόπο από τα χείλη μου. Ακόμα κι αυτή η μικρή κίνηση, ωστόσο, με κάνει να υποφέρω. Ο γνωστός ήχος από το καζανάκι ακούγεται και η ξανθομαλλούσα φίλη μου βγαίνει από το -όπως φαίνεται- μπάνιο. Θέλω να χαμογελάσω που την ξανά βλέπω, μα ο πόνος φέρνει δάκρυα στα μάτια μου. Δαγκώνομαι.
«Stacy.» ψελλίζω αδύναμα. Το σώμα της γυρίζει αστραπιαία προς το μέρος μου, κάνοντας τα κατακόκκινα μάτια της να ανοίξουν από ενθουσιασμό και χαρά. Μοιάζει να λάμπει ξαφνικά.
«Valery! Ω Θεέ μου, ξύπνησες.» λέει κάπως δυνατά ενώ τρέχει δίπλα μου σαν παλαβή. Ο δυνατός τόνος της φωνής της λειτουργεί σαν σφυρί, το οποίο χτυπάει απευθείας το κεφάλι μου. Μορφάζω εξαντλημένη.
«Σσσςς! Πιο σιγά...» ζητάω αγγίζοντας το μέτωπο μου, μόνο για να ανακαλύψω πως μια γάζα είναι τυλιγμένη γύρω του. Οι απορίες μου ολοένα και αυξάνονται.
«Σωστά, σωστά έχεις δίκιο.» λέει στον ίδιο τόνο πατώντας ένα κόκκινο κουμπί πάνω από το κρεβάτι μου.
«Stacy, πώς βρέθηκα εδώ;» αναρωτιέμαι κλείνοντας για μερικά δευτερόλεπτα τα κουρασμένα μου μάτια. Πριν προλάβει, όμως, να μου απαντήσει ένα τσούρμο από ανθρώπους με άσπρες ρόμπες μπαίνουν στο δωμάτιο βιαστικά. Κλαψουρίζω και δυσανασχετώ ταυτόχρονα.
Γιατροί.
«Καλημέρα, δεσποινίς Fairy. Πως είστε;» ρωτάει ο -απ' ότι φαίνεται- επικεφαλής της ομάδας. Είναι ένας άνδρας γύρω στα σαράντα-σαρανταπέντε, έχει καστανά μαλλιά και ελάχιστα μαυρισμένη επιδερμίδα. Είναι πολύ όμορφος.
«Πονάω λίγο, όμως καλά νομίζω.» απαντώ σιγανά, βήχοντας ελαφρά. Η Stacy μου δίνει ένα πλαστικό ποτήρι με νερό, βοηθώντας με παράλληλα να πιω όσο περισσότερο μπορώ, όσο ο γιατρός κοιτάει κάτι χαρτιά, κουνώντας συγκαταβατικά το κεφάλι του.
«Πώς βρέθηκα εδώ;» εκφράζω για εκατοστή φορά των απορία μου, με τη φωνή μου εμφανώς πιο δυνατή από πριν.
Σηκώνει το βλέμμα του και μόνο τότε ανακαλύπτω πως έχει το ίδιο χρώμα ματιών με τα δικά μου: κεχριμπαρένια. Τον κοιτάω σαστισμένη, δεν έχω ξανά συναντήσει ποτέ άνθρωπο με αυτό το χρώμα ματιών
«Είχες ένα ατύχημα με το αυτοκίνητο.» με ενημερώνει κοφτά. Τα χείλη μου χωρίζονται αργά.
'Τα μάτια μου ανοίγουν αργά. Κοιτάω γύρω μου ζαλισμένη όσο περισσότερο μπορώ, μα το μόνο που μπορώ να διακρίνω μέσα από τους καπνούς και τη σκόνη που με τυλίγουν είναι το άσπρο χρώμα του αερόσακου, καθώς και οι κόκκινες πιτσιλιές. Σαστίζω μέσα στη ζάλη και τον πόνο. Προσπαθώ να σηκώσω το σώμα μου που είναι κολλημένο στο τιμόνι χωρίς κανένα αποτέλεσμα.
Το παρμπρίζ έχει διαλυθεί. Οι καπνοί γύρω μου ολοένα και πυκνώνουν, κάνοντας με να βήξω δυνατά. Οι κόκκινες πιτσιλιές στον αερόσακο πληθαίνουν. Η πόρτα από τη θέση του οδηγού ανοίγει με δύναμη και ολόκληρο το τζάμι του παραθύρου σπάει. Μερικά κομμάτια πετάγονται πάνω μου. Βογκάω από τον πόνο.
«Σκατά, σκατά!» μια ανδρική φιγούρα πλησιάζει το σώμα μου, καθώς προσπαθεί να μου βγάλει τη ζώνη. Τον παρακολουθώ να προσπαθεί χωρίς να μπορώ να κουνηθώ. Μοιάζει να μη μπορεί.
Τα φρένα! Θέλω να του ουρλιάξω.
«Jason, γρήγορα! Το αμάξι κοντεύει να πάρει φωτιά.» ακούγεται μια γυναικεία φωνή πιο πίσω. Τα δάκρυα στα μάτια μου πληθαίνουν επίσης. Μοιάζουν κι αυτά πορφυρά.
«ΈΧΕΙ ΚΟΛΛΉΣΕΙ Η ΖΏΝΗ!» φωνάζει ταραγμένος. Η φωνή του απομακρύνεται, βαθαίνει. Τα μάτια μου κλείνουν. Θέλω επιτέλους να κοιμηθώ.
«Όχι, όχι! Μην κοιμηθείς! Μην τολμήσεις και κοιμηθείς!» διατάζει. Με κρατάει ξύπνια. Αλλά γιατί; Θέλω πολύ να κοιμηθώ. Θα ήταν κακό αυτό;
«JASON!» ακούγεται ξανά η φωνή και την ίδια στιγμή το κλικ που κάνει η ζώνη μόλις τη βγάλεις γεμίζει το μικρό χώρο του αυτοκινήτου. Τα χέρια του με τραβούν με δυσκολία έξω από το αμάξι, μη έχοντας ιδέα πόσο πόνο μου προκαλεί αυτό. Λίγα δευτερόλεπτα μετά μια δυνατή φωτιά απλώνεται μπροστά μου.
Η κοπέλα ξεφυσάει ανακουφισμένη, την ίδια στιγμή που το μαύρο καλύπτει τα πάντα γύρω μου.'
«Valery, είσαι καλά;» η αγχωμένη φωνή της κολλητής μου με ξυπνάει, καθώς μου χαϊδεύει τρυφερά τα μαλλιά. Τους κοιτάω αργά έναν προς έναν. Μοιάζουν να κρέμονται όλοι από τα χείλη μου. Νιώθω άβολα με αυτό.
«Ν-ναι.» τραυλίζω.
«Είμαι εντάξει.»
«Στάθηκες πολύ τυχερή νεαρή μου, η κατάσταση σου ήταν άκρως σοβαρή!» ο γιατρός προσπαθεί να με κάνει να νιώσω καλύτερα και γνέφω μουδιασμένη ακόμα από την ανάμνηση. Ιδρώνω. Αφήνει την καρτέλα μου στη θήκη στο τέλος του κρεβατιού. Ένας άλλος, μάλλον ειδικευόμενος, του δίνει ένα κόκκινο ντοσιέ γεμάτο χαρτιά. Η νευρικότητα μου μεγαλώνει, όπως και οι απορίες μου. Με μια να υπερτερεί.
«Εδώ πόσες μέρες είμαι;» ρίχνω ακόμα μια ερώτηση κι ακριβώς την ίδια στιγμή, η Stacy βάζει μια τούφα πίσω από το αυτί της νευρικά. Δείχνει αφάνταστα κουρασμένη και θλιμμένη. Η στάση της εντείνει την περιέργεια μου.
«Μια εβδομάδα.» απαντάει αργά, περιφέροντας με απλές κινήσεις των χεριών νοσοκόμες και γιατρούς, για να ελέγξουν με μια πρώτη ματιά από τον όρο, μέχρι και τα τραύματα μου. Παρόλα αυτά, στα λόγια του, τα μάτια μου ανοίγουν διάπλατα, ενώ ένα επιφώνημα έκπληξης βγαίνει από τα χείλη μου από το σοκ. Τι;
«Ήσουν σε κώμα μια ολόκληρη εβδομάδα. Γεγονός που μας ανησύχησε αρκετά, καθώς συνέβη λίγο μετά το χειρουργείο και-»
«Χρειάστηκα χειρουργείο;» τον διακόπτω, με το είναι μου να ξεχειλίζει από φρίκη. Οι κόρες των ματιών μου σχεδόν δίνουν την εντύπωση πως πρόκειται να πέσουν από τις κόγχες τους. Μια σουβλιά με διαπερνάει και πάλι.
Θεέ μου, το κεφάλι μου!
«Ναι, μα δεν χρειάζεται να ανησυχείς γι'αυτό. Όλα πήγαν ανέλπιστα καλά, μόνο που...» διστάζει για λίγο κάνοντας το στομάχι μου κόμπο. Μου τραβάει ακόμα περισσότερο την προσοχή. Ασυναίσθητα προσπαθώ να τεντώσω τη μέση μου, μα σύντομα συνειδητοποιώ πόσο κακή ιδέα ήταν. Ο πόνος με μουδιάζει.
«Μόνο που, τι;» με ανάσα κομμένη, καρδιά σπασμένη και ηθικό θρυμματισμένο στα πόδια τους, κολλάω τη ματιά μου στην ώριμη δική του, έτοιμη για ένα ακόμα χτύπημα που δεν ξέρω αν θα μπορώ να αντέξω.
«Ίσως έχουμε μια επιπλοκή.» η καρδιά μου σταματάει αυτόματα να χτυπάει. Και καθώς τον κοιτάω επίμονα στα μάτια, περιμένω να ακούσω τι έχει να μου πει ξέροντας πως...αυτή θα είναι η στιγμή που η ζωή μου θα αλλάξει μέσα σε μια στιγμή ξανά. Για πάντα.
Μια στιγμή για πάντα.
Γειά σας κοτοπουλάκια μου!🐥
Τι κάνετε; Πώς είστε;
Ελπίζω καλά!
Πείτε μου τα νέα σας!
Ορίστε και το πρώτο κεφάλαιο της Αυλαίας!
Valery και Alec, λοιπόν. Όχι και στα καλύτερα τους αλλά αυτό δεν έχει καμία σημασία😂.
Στο σημερινό κεφάλαιο είδαμε κυρίως τη Valery και το τρομερό ατύχημα που είχε.
Όσο για τον Alec...αποτελεί μυστήριο🤭.
Τι πιστεύετε ότι θα γίνει στο επόμενο;
Αααυταααα.
Αν σας άρεσε το κεφάλαιο ψηφίστε και σχολιάστε.
Αντιιιιιοοοοοοοςςςςς🥰🍟.
-Δέσπ.
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro