Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Η Αναζήτηση

Ο Έρεμπος άνοιξε αργά τα μάτια του, ένοιωσε το παγωμένο χώμα από τη βροχή να αγγίζει το αριστερό του μάγουλο. Η δροσιά του τον κατέκλυσε και για λίγο ηρεμία ένοιωσε να τον πλημμυρίζει. Δεν κράτησε, όμως, πολύ. Μπροστά του έβλεπε το γνώριμο ξωτικό με τα ξανθά μαλλιά βουτηγμένα στο χώμα και τα γυαλιά του σπασμένα και πεσμένα στο έδαφος. Ο Έρεμπος σηκώθηκε αργά αναφωνώντας το όνομα του Βέσπερ και ταρακουνώντας ελαφρά τους ώμους του.

«Δεν πρόκειται να συνέλθει με αυτό τον τρόπο. Δώσε του λίγο χρόνο και θα συνέλθει." Ο Έρεμπος τινάχτηκε όρθιος. Έστρεψε το βλέμμα του προς το σκοτάδι και μια αδύνατη και ψηλή παρουσία βρισκόταν μπροστά του. Η νεαρή ξεπρόβαλλε από το σκοτάδι και το σκούρο δέρμα της έλαμψε κάτω από το λευκό φως του φεγγαριού.

«Τι κάνεις εσύ εδώ;» αναφώνησε έκπληκτος. Η νεαρή γέλασε δυνατά και η σιγή έσπασε μέσα στο σκοτεινό δάσος.

«Μπορεί να είστε αθόρυβοι σαν ξωτικά, αλλά οι ψίθυροι σας μπορούν να ακουστούν. Δεν θα σας άφηνα να κρατάτε στα χέρια σας όλο το μέλλον του κόσμου μας, μόνοι και αβοήθητοι. Ας μην ξεχνάμε πως η δική μου ζωή βρίσκεται σε κίνδυνο.» πλησίασε περισσότερο και το αψεγάδιαστο πρόσωπό της έλαμπε παρόλο που η μαγεία της είχε χαθεί. Ένα αυτάρεσκο χαμόγελο είχε απλωθεί στα χείλη της. Γνώριζε πως τους είχε του χεριού της.

«Μελάνθα, σε παρακαλώ πήγαινε σπίτι, καθυστερήσαμε ήδη αρκετά. Πήγαινε πίσω στο Ίβανλι και εγώ με τον Βέσπερ θα επιστρέψουμε το ξωτικό όσο πιο σύντομα γίνεται» ο Έρεμπος κοιτούσε που και που το αναίσθητο ξωτικό, μήπως και ξυπνούσε. Έπρεπε να την στείλει πίσω. Έτσι και ανακάλυπταν οι Πέντε την απουσία και των δύο απογόνων θα θυσίαζαν πρώτα αυτόν και μετά εκείνους.

«Δεν είσαστε ικανοί. Είδα πως κατάφερα να σας αντιμετωπίσω και τους δύο χωρίς να με καταλάβετε. Άνετα θα μπορούσα να σας είχα πάρει τη ζωή, παρόλο που πλέον δεν διαθέτω μαγεία.» η νεράιδα είχε σχέδιο και θα έκανε τα πάντα για να το φέρει εις πέρας. Τα δύο ξωτικά την χρειάζονταν, το ίδιο και εκείνη.

«Δεν το έκανες όμως.» ήταν η σειρά του Έρεμπος να χαμογελάσει. Είχε καταλάβει πως η Μελάνθα τους χρειαζόταν, αυτό όμως που δεν είχε εξακριβώσει ακόμη ήταν τον λόγο.

«Σας χρειάζομαι ζωντανούς όχι νεκρούς. Αυτό το ξωτικό δεν θα σας λυπηθεί. Το ότι δεν πάλεψε όσο βρισκόταν στο Ίβανλι δεν σημαίνει πως δεν θα τολμήσει να σας αφαιρέσει τη ζωή για σώσει τη δική του.» κάθισε σε μια μεγάλη πέτρα και πέρασε το ένα της πόδι πάνω από το άλλο. Το ύφασμα του φουστανιού της έκανε στην άκρη αφήνοντας εκτεθειμένο το δέρμα της. Είχε βιαστεί τόσο να τους προλάβει που μόνο ένα μαχαίρι για όπλο είχε καταφέρει να πάρει. Έτσι είχε καταλήξει να τρέχει από πίσω τους με το νυχτικό της.

«Δεν θα προλάβει.» αναφώνησε το ξωτικό, καθαρίζοντας έντονα τον λαιμό του και προσπαθώντας να κρύψει το αναψοκοκκινισμένο πρόσωπό του στο σκοτάδι.

«Μην τον υποτιμάς. Δεν παύει να είναι καθαρός απόγονος του Άζριελ. Γνωρίζεις πολύ καλά τη δύναμη που κουβαλούσα εγώ πριν μου κοπούν τα φτερά...Φαντάσου τη δύναμη που φέρει ο Λουσιάν στα χέρια του.» ξαφνικά ένας ελαφρύς θόρυβος ακούστηκε και οι δυο τους γύρισαν να κοιτάξουν τον Βέσπερ. Το ξωτικό άνοιξε αργά τα μάτια του και ψηλάφησε το έδαφος για να βρει τα γυαλιά του. Όταν τα φόρεσε και κατάφερε να δει καθαρά έσυρε απότομα το σώμα του προς τα πίσω.

«Μα τη Γιέβα! Τι γυρεύεις εσύ εδώ;» φώναξε και προσπάθησε να σταθεί στα πόδια του μα το κεφάλι του τον βάραινε. Ένας διαπεραστικός πόνος τον κυρίευσε και κάθισε ξανά.

«Συγνώμη για αυτό.» είπε η Μελάνθα και έδειξε το κεφάλι του «Δεν θα επαναλάβω, όμως, τα λόγια μου. Πρέπει να εντοπίσουμε το ξωτικό σύντομα.» σηκώθηκε απότομα και το ύφασμα του νυχτικού κάλυψε και πάλι το γυμνό της δέρμα.

«Και να το επιστρέψουμε στο Ίβανλι, δεν νομίζω πως θα μας πάρει πάνω από μια μέρα αν συνεχίσουμε το δρόμο μας.» είπε ο Έρεμπος, καθώς άνοιγε το σακίδιό του. Παραμέρισε τα τρόφιμα και τα όπλα και βρήκε ένα παντελόνι και μια μπλούζα. Δεν είχε σκοπό να αφήσει τη νεράιδα να κυκλοφορεί έτσι.

«Όχι.» είπε κατηγορηματικά η Μελάνθα, ενώ έπαιρνε τα ρούχα από τα χέρια του ξωτικού. Το ίδιο την κοίταξε έκπληκτο.

«Τι εννοείς Όχι; Δεν μπορούμε να τον αφήσουμε ελεύθερο.» δεν μπορούσε μα διανοηθεί τι ακριβώς είχε σκαρφιστεί ο νους της τρανής απογόνου.

«Δεν θα επιστρέψουμε στον θάνατο. Οι Πέντε κάτι κρύβουν, θεωρώ πως η προφητεία βγαίνει αληθινή και έχω μια ιδέα για το πως να την σπάσουμε.» είπε και άγγιξε απαλά το νυχτικό της από τους ώμους αφαιρώντας το μονομιάς για να αλλάξει. Το γυμνασμένο και γεμάτο καμπύλες σώμα της έμεινε εκτεθειμένο κάτω από το αμυδρό φως του φεγγαριού και τα δύο ξωτικά έκρυψαν γρήγορα τα μάτια τους.

«Τι μανία έχετε εσείς οι απόγονοι με τη γύμνια;» φώναξε ο Βέσπερ που τόση ώρα βρισκόταν αμίλητος στην άκρη του.

~

Σκαρφάλωσε πάνω σε ένα ψηλό δέντρο, τα πόδια του έμπειρα, μετά από τόσα χρόνια, άγγιξαν το ένα κλαδί μετά το άλλο. Έφτασε στην κορυφή του δέντρου και στάθηκε όρθιος. Το ελαφρό αεράκι χτύπησε το πρόσωπό του και εκείνος πήρε μια βαθιά εισπνοή. Παρατήρησε το δάσος σπιθαμή προς σπιθαμή. Το Ίβανλι φαινόταν μακριά από εκεί που βρισκόταν. Είχε απομακρυνθεί αρκετά χάρις τη γρηγοράδα που διέθετε. Το μεταξωτό ρούχο που κάλυπτε το σώμα του είχε σκιστεί σε ορισμένα σημεία. Είχε δέσει έναν περίτεχνο κόμπο για να μειώσει το μήκος του και να μπορεί να τρέχει και να σκαρφαλώνει ελεύθερα.

Ξάπλωσεπάνω σε ένα γερό κλαδί του δέντρου και έγειρε τα βλέφαρά του. Χρειαζότανξεκούραση και πάνω στο δέντρο δεν υπήρχε περίπτωση να τον έβρισκε κάποιος. Ότανο ήλιος θα έβγαινε ψηλά θα συνέχιζε αυτό που ξεκίνησε.


Χαίρεται, τι μου κάνετε;

Ελπίζω να είστε καλά και να σας αρέσει το βιβλίο μέχρι στιγμής.

Αλήθεια έτσι από περιέργεια, εσείς τι θα επιθυμούσατε να είστε νεράιδα ή ξωτικό;

Αυτά από εμένα, δεν είχα να πω κάτι άλλωστε, θα τα πούμε στο δεύτερο μέρος του κεφαλαίου αυτού...

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro