Η Τιμημένη Κατάσκοπος
Ανέκαθεν έλεγα ότι οι πόλεμοι αναδεικνύουν τα πιο επικίνδυνα τέρατα που δεν διστάζουν να πατήσουν στην κυριολεξία επί πτωμάτων για να ικανοποιήσουν τους δικούς τους ιδιοτελείς σκοπούς ενώ στην αντίπερα όχθη βρίσκονται οι ήρωες. Τι εστί άραγε ήρωας? Τι φαντάζεστε όταν ακούγετε αυτή η λέξη?
Να σας πω εγώ τι σκέφτομαι. Σκέφτομαι ότι ένα άτομο να πολεμάει πολλούς, φαντάζομαι έναν μαχητή ο οποίος μέσα από την πορεία του στο σκοτάδι και μαθαίνοντας από τα λάθη του, καταφέρνει να αναδειχθεί, να ξεχωρίσει, να λάμψει και να γίνει η ελπίδα για τον κόσμο. Οι ιστορίες τους γίνονται τραγούδια, παραμύθια, ποιήματα.
Κακά τα ψέματα, το καλό πάντα θα θριαμβεύει εναντίον του κακού. Όπου υπάρχει μίσος, ανθίζει η αγάπη, όπου υπάρχει ανηθικότητα νικά τιμιότητα, όπου υπάρχει λιποψυχία κερδίζει κατά κράτος η γενναιότητα.
Αφήστε με, λοιπόν να σας οδηγήσω στη Γαλλία και συγκεκριμένα στο Λονδίνο. Μια νεαρή κοπέλα εργαζόταν σε ένα κατάστημα που πουλούσε αρώματα. Καθώς η ίδια παρακολουθούσε την παρέλαση γαλλικών στρατευμάτων οι οποίοι είχαν κερδίσει σε μια μάχη τις γερμανικές δυνάμεις, τα μάτια της συγκρούστηκαν με τα σκούρα κυανά μάτια ενός άνδρα ονόματι Etienne Szabo. Αμέσως, το αίμα έφτασε στα μάγουλα της καίγοντας την όταν εκείνος εισήλθε στο κατάστημα με την δικαιολογία ότι ήθελε να αγοράσει ένα άρωμα για την μητέρα του με βάση από τριαντάφυλλο. Ο έρωτας ήταν κεραυνοβόλος! Παντρεύτηκαν δύο μήνες μετά και τον Ιούνιο του 1942 γεννήθηκε η κόρη τους, Tania. Όμως ο σύζυγός της πολεμούσε τους Γερμανούς στην Αίγυπτο όταν γεννήθηκε και τον Οκτώβριο σκοτώθηκε στη μάχη.
Όταν το έμαθε, ο κόσμος της σκοτείνιασε. Έκλαιγε για ημέρες, αρνούνταν να φάει και να δει κόσμο πέραν της κόρης της και της φίλης της, Ελένας. Σκεφτόταν ότι δεν είχε ούτε το σώμα του αγαπημένου της άνδρα να κηδέψει, ακόμα και αυτό της το πήραν οι Γερμανοί. Το μωρό της θα μεγάλωνε ορφανό, χωρίς την ασφάλεια που προσφέρει μια πατρική φιγούρα. Θα τον γνώριζε μόνο μέσα από φωτογραφίες που είχαν προλάβει να βγάλουν. Ωστόσο, όσο περνούσαν οι ημέρες, ο θυμός για τον άδικο χαμό του μεγάλωνε και η λύπη μετατράπηκε σε μια ασυγκράτητη λύσσα να εκδικηθεί τους υπαίτιους, πληρώνοντας τους με το ίδιο νόμισμα :τον θάνατο. Δεν μπορούσε να σκεφτεί όμως τι.
Η ευκαιρία της δόθηκε ένα χρόνο αργότερα, το 1943. Τότε, της έφτασε γράμμα που την ενημέρωνε ότι θα έπρεπε να παραστεί στο αρμόδιο υπουργείο για τις συντάξεις. Υπέθετε πως σχετιζόταν με την σύνταξη χηρείας της, ωστόσο ο αποστολέας του γράμματος ήταν στην πραγματικότητα κατάσκοπος. Και ήθελε να την εκπαιδεύσει για να συμμετάσχει σε επιχειρήσεις στα εδάφη που κατείχε ο εχθρός.
Από την αρχή δεν υπήρχε καμιά «σκιά» στις προθέσεις της. Αργότερα ξεκαθάρισε πως ήθελε περισσότερο απόοτιδήποτε άλλο να «σκοτώσει Γερμανούς". Αποφάσισε να αφήσει το κοριτσάκι στα ικανά χέρια της Ελένα.
-" Πού θα πας και μου αφήνεις το παιδί να το προσέχω Βάιολετ? "την ρώτησε με ανάλαφρο τόνο νομίζοντας προφανώς ότι θα πήγαινε ένα επαγγελματικό ταξίδι.
-" Θα πάω να εκπαιδευτώ ώστε να στείλω αυτά τα μιάσματα πίσω στην άβυσσο από όπου προήλθαν. Θα γίνω κατάσκοπος. Μου έστειλαν γράμμα για αυτό το λόγο. Είναι η ευκαιρία μου να πάρω εκδίκηση "την ενημέρωσε με σκληρή φωνή με μια νότα υπερηφάνειας.
-" Είσαι τελείως τρελή έτσι? Θα πας να σκοτωθείς αφήνοντας τη μικρή σου μόνη στη κατοχή? " την ρώτησε με την απορία να έχει ανοίξει τα μελιά μάτια της.
-" Μην προσπαθείς να με μεταπείσεις Ελένα. Η μικρή είναι ο θησαυρός μου, είναι ό, τι μου έχει απομεινει από τον άνδρα μου. Για αυτόν ακριβώς το λόγο πρέπει να σωθεί. Είναι αθώα, δεν φταίει σε τίποτα να πληρώσει σφάλματα που δεν της ανήκουν. Σου έχω αφήσει χρήματα. Χρησιμοποίησε τα για τις σπουδές της. Σου έχω γράψει στη διαθήκη μου το σπίτι μου. Όταν παντρευτείς πήγαινε να ζήσεις εκεί και γέμισε το από ευτυχία αφού δεν ήταν της δίκης μου μοίρας γραφτό. Επίσης, σε περιμένει αύριο ο υπεύθυνος του αρωματοπωλείου για να σου προσφέρει την θέση της προϊστάμενης. Θα κάνεις την δουλειά σου από εδώ και ό, τι άλλο χρειάζεται θα του τα στέλνεις ταχυδρομικώς "της ανακοίνωσε τα νέα με ένα μικρό χαμόγελο σίγουρη ότι η φίλη θα ενθουσιαζόταν. Μπορεί να είχε επιλέξει τον δικό της δρόμο που δεν είχε επιστροφή αλλά δεν ήθελε η κοπέλα να μείνει στον άσσο. Η Ελένα αγαπούσε τόσο την δουλειά της όσο και έναν Γάλλο που ήθελαν να παντρευτούν μόλις τελείωνε ο πόλεμος.
Παρά το άκουσμα των χαρμόσυνων ειδήσεων, η καρδιά της Ελένα είχε παγώσει από τρόμο. Με ευχαρίστηση θα θυσίαζε τα πάντα για να αλλάξει γνώμη στη Βάιολετ. Όμως, προτίμησε να κρατήσει για άλλη μια φορά κλειστό το στόμα της θάβοντας το μυστικό της και αναθρέφοντας την κόρη της. Έτσι, χωρίς λέξη σφιχταγκάλιασε την φίλη της ενώ τα δάκρυα έτρεχαν από τα μάγουλα και των δύο.
Η Βάιολετ φίλησε την κόρη της, αποχαιρέτισε την Ελένα για μια στερνή φορά κσι πήγε τρέχοντας στο σταθμό του τρένου για να το προλάβει κόβοντας εισιτήριο που θα οδηγούσε στην δικαίωση της ψυχής της.
Τον Σεπτέμβριο ξεκίνησε η εκπαίδευση της. Μαθήματα αυτοάμυνας,ερμηνεία χαρτών, διάβασμα και εφαρμογή του κώδικα Μορς, μαθήματα στη "σιωπηλή δολοφονία" δηλαδή στην εξόντωση των Γερμανών με γυμνά χέρια. Τα μαχαίρια έγιναν οι καλύτεροι φίλοι της κσι η νύχτα σύντροφος της.
Το βράδυ της 5ης Απριλίου του 1944, μια βραδιά με πανσέληνο, έπεσε με αλεξίπτωτο στην βορειοδυτική Γαλλία, όπου πρωταγωνίστηκε σε δεκάδες επιχειρήσεις σαμποτάζ εναντίον των Γερμανών. Έπιασε δουλειά σε μια επιχείριση που συνεργαζόταν με τις προπαγανδιστικές εφημερίδες του Χίτλερ ως Γαλλίδα γραμματέας του ονόματι Corinne Leroy.Ήταν εξαιρετικά προετοιμασμένη. Όλα της τα ρούχα ήταν σε γαλλικό στυλ και φορούσε ένα άρωμα που ονομαζόταν Soir de Paris. Είχε πλαστά χρήματα και πλαστές ταυτότητες σε περίπτωση που χρειαζόταν να διαφύγει.
Παρόλα αυτά, ζούσε σε ένα διαρκές καθεστώς φόβου κι αυτό εξαιτίας κυρίως μιας… διαφορετικού τύπου «πολιορκίας».
Απέκτησε έναν φανατικό θαυμαστή, τον συνταγματάρχη Niederholen. Έναν Γερμανό αξιωματικό που συνάντησε στα ταξίδια της.
Προσφέρονταν να την μεταφέρει με το αυτοκίνητό του και την καλούσε σε δείπνο, χωρίς φυσικά να γνωρίζει πως εκείνη βρίσκονταν πίσω από μερικά από τα πιο ζωτικά πλήγματα στις επιχειρήσεις των ναζί!
Μετά από περίπου ένα μήνα στη μυστικότητα, είχε έρθει η ώρα να επιστρέψει στην Αγγλία. Πριν πάρει ένα τραίνο από το Παρίσι, με προορισμό ένα αεροδρόμι από το οποίο θα έφευγε… μαύρα μεσάνυχτα, δεν μπόρεσε να αντσταθεί στον πειρασμό να ξοδέψει τα πλαστά της χρήματα σε ένα ακριβό κατάστημα με ρούχα στη γαλλική πρωτεύουσα.
Αγόρασε αρκετά ρούχα για εκείνη κι ένα φόρεμα που ήλπιζε να φορέσει η κόρη της, όταν θα γιόρταζαν το τέλος του Πολέμου. Αυτό το φόρεμα φορούσε τελικά η Tania όταν μερικά χρόνια αργότερα δεχόταν το βραβείο για την γενναιότητα της μητέρας της, από τον Βασιλιά Γεώργιο τον Έκτο.
Στις 8 Ιουνίου, δύο ημέρες μετά την απόβαση στη Νορμανδία, η Violette Szabo πήγε ξανά στη Γαλλία για να βοηθήσει σε επιχειρήσεις στη Λιμόζ. Ήταν εκεί μόλις 48 ώρες, όταν το όχημα στο οποίο επέβαινε μαζί με την 21χρονη Jacques Dufour, που είχε το κωδικό όνομα Anastasie, έπεσε πάνω σε ένα μπλόκο των ναζί.
Συνειδητοποίησε πως οι Γερμανοί θα έβρισκαν τα οπλοπολυβόλα που είχαν μαζί τους αν τις έψαχναν και έτσι ξεκίνησαν να πυροβολούν εναντίον τους! Η Violette Szabo τραυματίστηκε στον ώμο κατά την ανταλλαγή πυρών και μαζί με την Anastasie προσπάθησαν να διαφύγουν μέσα από ένα χωράφι, αλλά ο αστράγαλός της, ο οποίος είχε τραυματιστεί από την πτώση με αλεξίπτωτο, την πρόδωσε.
Επέβαλε στην Anastasie να την αφήσει πίσω και της έσωσε την ζωή, «καλύπτοντάς» πυροβολώντας, όσο η 21χρονη απομακρύνονταν από το σημείο. Ήταν μια συγκλονιστική απεικόνιση του θάρους της. Για τριάντα ολόκληρα λεπτά, μια νεαρή γυναίκα με ένα μόνο οπλοπολυβόλο και μόλις 90 σφαίρες, κατάφερε να αντιμετωπίσει τουλάχιστον 40 γερμανούς με αυτόματα όπλα και θωρακισμένα οχήματα
Ακόμη και μερικοί γερμανοί εντυπωσιάστηκαν, αφού όταν της τελείωσαν τα πυρομαχικά, την είδαν να τους περιμένει ήρεμη, με τα χέρια στο πλάι και το βλέμμα προκλητικό!
Ένας αξιωματικός των SS έβαλε ένα τσιγάρο στο στόμα της. «Δεν μπορώ παρά να σεβαστώ την τόλμη σας, mademoiselle» της είπε, όμως εκείνη έφτυσε το τσιγάρο.
Με ψυχή «ατσάλινη» και στόμα «σφραγισμένο», η κατάσκοπος μίλησε μόνο μια φορά.
Ήταν χαρούμενη που οι Γερμανοί ήξεραν πόσο τους σιχαινόταν. Τους εναπομείναντες μήνες της ζωής της, δεν δίστασε στιγμή να καταστήσει ξεκάθαρα αυτά της τα συναισθήματα. Ξεκινώντας από την ανάκρισή της από την Γκεστάπο. Ένας ανακριτής τής προσέφερε τσάι και ένα «αγγλικό» κέικ σε μια προσπάθεια να αποσπάσει πληροφορίες. Άλλοι την άφησαν γυμνή και την κακοποίησαν σεξουαλικά, αφήνοντάς την με τρομακτικά εσωτερικά τραύματα.
Παρόλα αυτά και καθόλη την διάρκεια των ανακρίσεων, η Violette Szabo αρνούνταν να μιλήσει. Όταν τελικά μίλησε, ήταν επειδή έφεραν έναν νεαρό συμμαχητή της για να τον βασανίσουν μπροστά της, βγάζοντάς του τα νύχτα και δέρνοντάς τον σχεδόν μέχρι θανάτου! Τότε προσφέρθηκε τελικά να τους δώσει αυτό που ήθελαν. Για να ανακαλύψουν όμως εκείνοι πως τελικά όσα τους είπε, δεν ήταν τίποτα άλλο από άχρηστες πληροφορίες!
Πέρασε τις τελευταίες της μέρες στο στρατόπεδο συγκέντρωσης των ναζί, στο Ράβενσμπρικ. Όπου κάθε παγωμένο πρωινό, οι κρατούμενοι έπρεπε να κάθονται σε στάση προσοχής για ώρες. Εξουθενωμένοι από το να σπάνε πέτρες όλη μέρα και με διατροφή που περιελάμβανε δύο κούπες «σούπα» -στην πραγματικότητα απλά νερό με άπλυτες φλούδες από πατάτες- πολλοί από τους κρατούμενους προτιμούσαν να πέσουν πάνω στους ηλεκτροφόρους φράχτες παρά να ζήσουν μια μέρα ακόμη.
Η ψυχή της Violette όμως παρέμενε άθραυστη!
Κατά την διάρκεια μιας… μάζωξης των κρατουμένων, βγήκε μπροστά από τη γραμμή και ξεκίνησε να τραγουδά και να χορεύει, στον ρυθμό του τραγουδιού The Lambeth Walk. Γι’ αυτό που έκανε, οι ναζί την έβαλαν στην απομόνωση για μία εβδομάδα, ακούγοντας τα ουρλιαχτά γυναικών που βασανίζονταν. Στην απομόνωση μπήκε επίσης κάθε φορά που επιχείρησε να δραπετεύσει. Και αυτές οι απόπειρες ήταν πολλές…
Ακόμη και όταν οδηγήθηκε στο εκτελεστικό απόσπασμα ως κατάσκοπος, κράτησε το κεφάλι της ψηλά και την έκφρασή της περιφρονητική. Όπως πάντα, ήταν όπως την περιέγραφε το μήνυμα που συνόδευε το βραβείο θάρρους που παρέλαβε η κόρη της αργότερα: «Ένα μεγαλοπρεπές παράδειγμα τόλμης και σταθερότητας".
Μια κατάσκοπος που θέλησε να εκδικηθεί τους ναζί για τον θάνατο του συζύγου της. Μια αληθινή ιστορία που κάνει το οποιοδήποτε σενάριο ταινίας να ωχριά. Η ιστορία της Violette Szabo που από τα αρώματα του Λονδίνου, βρέθηκε στην δυσωδία του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Μιας γυναίκας που περιφρόνησε τους ανακριτές της Γκεστάπο και τον θάνατο, αφήνοντας μια ανεκτίμητη κληρονομιά. Μια κληρονομιά που «μπολιάζεται» σε ένα φόρεμα, μια παρασημοφόρηση κι ένα ποίημα – ορόσημο της τόλμης της.
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro