ΚΕΦΆΛΑΙΟ 14
Λυδία pov
Το σούρουπομα ήρθε και μάς βρήκε να κάνουμε δηλαδή εγώ περισσότερο εξάσκηση στις φωτοσφαιρες. Τότε απο την πόλη κούραση, την εξάντληση δεν μπορούσα άλλο και έπεσα κάτω στο έφοδος πιάνοντας το χώμα με τα χέρια μού.
Αντώνης:Λέω να σταματήσουμε για σήμερα.
Λυδία:Και να ήθελες να συνεχίσουμε εγω δεν μπορώ να συνεχίσω. Τι λες πάμε στο σπίτι να κάτσουμε να κανουμε μπάνιο και να φάμε?
Αντώνης:Ναι πάμε.
Λυδία pov
Σηκώθηκα άμεσος και πετάξαμε μαζί προς το σπίτι. Τα δέντρα απο κάτω μας επιβλητικά να γεμίζουν όλο το μέρος με το πράσινο φυλλωμα τούς.Ο ουρανός είχε πάρει την τέλεια απόχρωση του ροζ και του πορτοκαλί χρώματος λάθος σκοτείνιαζε και χάνονταν ο ήλιος. Όταν φτάσαμε γίναμε ξανά άνθρωποι και μπήκαμε μέσα. Ο Αντώνης άμεσος ξάπλωσε στο δερμάτινο μαύρο καναπέ στο σαλόνι και εγω καθησα να τον κοιτάω.
Λυδία: Με συγχωρείτε κύριε Αντώνη ποιος θα μαγειρεύσει εγω δεν ξέρω τίποτα απο μαγειρική?
Αντώνης:Πολύ ωραία έλα να σε μάθω εγώ.
Αντώνης pov
Σηκώθηκα από τον καναπέ και την πλησίασα, την έπιασα απο το χέρι και την πήγα στην κουζίνα. Τι θα ήθελες να φάς?
Λυδία:Θα λαχταρουσα μια μακαρονάδα αυτην την στιγμή.
Αντώνης:Πολύ ωραία.
Αντώνης pov
Πήγα στο ψυγείο πήρα κρεμμύδια ντομάτες και σκόρδο. Μετά αντεξα το ντουλάπι να βγάλω την μικρή κατσαρόλα την σάλτσα και την μεγάλη για τα μακαρόνια. Άνοιξα το μάτι τής κουζίνας και έβαλα την κατσαρόλα με το νερό και αλάτι. Λυδία τώρα έλα εδώ.
Λυδία pov
Εκεί που καθόμουνα στο τραπέζι και έβλεπα με προσήλωση τι έκανε ο Αντώνης με φώναξε να πάω κοντά του. Όταν πήγα με έπιασε με έβαλε μπροστά του και πήρε ενα ξύλο κοπής για να κόψω εγω η άχρηστη το κρεμμύδι. Ενώ ήταν από πίσω μου εποιασε το κρεμμύδι και το ξεφλουδισε μετα έπιασε τα χερια μου και αρχίσαμε να κόβουμε το κρεμμύδι. Εγω δεν μπορούσα καν να συγκέντρωθω απο την υπερένταση και όλο και περισσότερο αυξανοντουσαν οι χτυποι τής καρδιάς μου. Όταν τελειώσαμε το κρεμμύδι, πιάσαμε την ντομάτα και αρχίσαμε να την κόβουμε εκεί που πήγα πήγα να μιλήσω να του πω ότι τον αγαπώ κόπηκα στο μικρό μου δάχτυλο. Άμεσος με έπιασε και με πήγε στο νιπτήρα της κουζίνας χωρις να μιλήσει. Αφίσε το νερό να τρέξει στο δάχτυλο μου. Αντώνη?
Αντώνης:Ναι?
Λυδία:Λέω καλύτερα να σταματισω.
Αντώνης:Νάι καλύτερα. Αλλά περημενε πρώτα να πάω να φέρω το κουτί πρώτων βοηθειών.
Αντώνης pov
Εκεί που τής μάθαινα πώς να αγριεύει και ήμασταν καλά, έτυχε να κοπεί. Αλλά καλύτερα έτσι γιατί παρασύρθηκα. Τι στο καλό έχω πάθει και δεν μπορώ να κρατήσω χαρακτήρα. Πήγα πήρα το κουτί πρώτων βοηθειών και βγάλαν το πενταντιν, βαμβάκι και χατζαπλαστ. Της περηποιηθηκα το μικρό τής λεπτεπιλεπτο δάχτυλακι τής και συνεχεισα το μαγείρεμα. Όταν τελειώσαμε καθησαμε και φάγαμε.
Λυδία:Αντώνης άσε τα πιάτα σε μένα αυτό μπορώ να το κάνω να τα καθαρίσω εσύ πήγε κάνε μπάνιο για να περνούσε σιγά,σιγά σε κάποια σειρά.
Αντώνης:Εντάξει.
Αντώνης pov
Πήγα στο δωμάτιο μου έβγαλα απο την βαλίτσα μια φόρμα για τον ύπνο και πήγα στο μπάνιο άνοιξα το ντουζ και αφίσα το χλιαρό νερό να ρέει στο σώμα μου.Όταν τελείωσα ντύθηκα και πήγα και καθησα στο σαλόνι να δω τηλεόραση. Αφού ενημέρωσα την Λυδία για να πάει να κάνει μπάνιο.
Λυδία pov
Όταν τελείωσα το τελευταίο πιάτο ο Αντώνης ήρθε μου είπε να πάω για μπάνιο και μετά κολοκαθησε στο σαλόνι ανάβοντας την τηλεόραση. Δεν μπορώ να τον καταλάβω μια είναι είναι γλυκός και τρυφερός και μια ψυχρός. Τα νεύρα μου ποία.Πήγα πήρα τής πιτζάμες μου και πήγα για μπάνιο. Εφόσον έκανα μπάνιο ντύθηκα με το σορτσάκι και την μαύρη φούτερ μπλούζα που ήταν σαν φόρεμακαι πήγα στο σαλόνι. Δεν άντεχα άλλο και πήγα να του μιλήσω. Εκεί που τον είδα έμεινα από την γλυκύτητα του. Κοιμόταν τόσο γλυκά. Αχ Θεέ μου. Δεν μπορώ να του κρατήσω κακία. Άρχισα να τον ξυπνάω. Αντώνη σύκο να πας στο δωμάτιο σού.
Αντώνης:Ναι.
Αντώνης pov
Σηκώθηκα να πάω στο κρεβάτι. Πήγα και ξάπλωσα. Το βράδυ έβρεχε και αστράφτε. Μετά από λίγο κοιμήθηκα.
Λυδία pov
Πήγα στο δωμάτιό και έπεσα ξερή για ύπνο. Πιάστε τούς και μην τούς αφήνετε. Μάριε πρέπει να σώσουμε το παιδί μάς. Το ξέρω. Μπαμ...Ααααα... Φώναξα τόσο πολύ. Ο ιδρώτας έτρεχε, τα χέρια μου πιασμένα στα σεντεντονια του κρεβάτι και εγώ να κοιτάω το κενό.
Αντώνης pov
Ενώ κοιμόμουν άκουσα το ουρλιαχτό τής Λυδίας και έτρεξα στο δωμάτιο. Χτύπαγα για να μπω μέσα αλλά δεν απαντούσε. Τότε αποφάσισα να ανοίξω. Την είδα να κοιτάει το κενό. Την πλησίασα και την ακούμπησα. Έτρεμε ολόκληρη σαν το ψάρι.Την ταρακούνησαν ενώ φώναζα το όνομα τής. Άμεσος με αγκάλιασε τόσο σφιχτά που τα χέρια τής πιάσανε την μπλούζα. Ήταν λουσμένη στον ιδρώτα. Ενώ τής χαϊδεύα τα μαλλιά τής την ρώτησα τι έπαθε. Λυδία μου τι έγινε? Γιατί ούρλιαξε?Δεν έπερνα απάντηση. Την έσπρωξα ώστε να την βλέπω και δάκρυα εβγεναν από τα μάτια τής. Την έπιασα και τής σκούπισα τα μάτια τής. Θα μου πεις τι έπαθες? Λυδία?
Λυδία:Ει... είδα στον υ.. ύπνο μου τους γο.. γονείς μου. Πριν πεθάνουν. Του έλεγα με την ανάσα μου κομμένη και τα κλάματα μου να τρέχουν.
Αντώνης pov
Η καρδιά μου κόπηκε στα δύο που την είδα έτσι. Άκουσα τι μου είπε και την αγκάλιασα σφιχτά. Την πήρα και ξαπλωσαμε στο κρεβάτι για να την ηρεμήσω. Και όταν θα κοιμόταν θα γυρνούσα στο κρεβάτι τι μου. Δεν πήγενε η καρδιά μου να την αφισω έτσι. Το πρώι ξυπνισα και είδα να είναι πάνω μου ξαπλωμένη και τα χέρια τής να εχουν γραπωσει την μπλούζα μου πάνω στο στήθος μου. Κοιμόταν βαθιά. Ήταν τόσο τέλεια, γλυκιά και όμορφη που τής έδωσα ένα τρυφερό φίλι στο προσκεφαλο τής και σηκώθηκα. Άμεσος πήγα να φτιάξω πρωινό.
Λυδία pov
Άνοιξα τα μάτια μου και δεν είδα τον Αντώνη στο κρεβάτι και κοίταξα τριγύρω μου για να τον εντοπίσω στο δωμάτιο. Αλλά δεν ηταν εκεί. Σηκώθηκα και πήγα στην κουζίνα. Είδα να είναι στο τραπέζι και να τρώει το πρωινό τού άνετα λες και δεν έγινε τίποτα. Μα πώς μπορεί να το κάνει αυτό. Ενώ εγώ βασανίζουν εχθές. Δεν αντέχω άλλο αυτο ήταν. Πώς μπορείς να τρώω το πρωινό σου άνετα σαν να μην έγινε τίποτα? Μια είσαι γλυκός και στοργικός και μια ψυχρός? Δεν θυμάμαι τον καλύτερο φίλο μου να είναι έτσι τι σε άλλαξε τι? Γιατί μου φέρεσαι έτσι? Του φώναζα.
Τι νομίζετε ότι θα πει ο Αντώνης στην Λυδία σε αυτά πού τον ρωτάει?Θα ανταποκριθεί ή θα μείνει άπραγος? Εσείς τι λέτε να γίνει? Φιλάκια πολλά. 😘❤️❤️❤️
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro