Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Κεφάλαιο 5

Έψαξε με το βλέμμα κάτι που θα της ήταν χρήσιμο, οτιδήποτε θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει για να επιτεθεί στον άγνωστο που εισήλθε.

Η κραυγή τρόμου έμεινε κολλημένη στον λαιμό της, όταν είδε τον Κάλεμπ να εμφανίζεται στην πόρτα.

Άφησε ένα αναστεναγμό ανακούφισης. Ωστόσο, εκείνος μετά βίας της έριξε ένα φευγαλέο βλέμμα, πριν να καρφώσει τα μάτια στην δαίμονα που βρισκόταν μπροστά στην Κατρίνα. Πλησίασε με μεγάλες δρασκελιές προς το μέρος της και την άρπαξε απότομα από τον γιακά του δερμάτινου σακακιού της για να την σηκώσει από το έδαφος, αν κι τα πόδια της μετά βίας εγκατέλειψαν το δάπεδο. Τα πρόσωπά τους έμειναν πολύ κοντά, το δικό του τραβηγμένο από μία έντονη οργή και το δικό της εντελώς ήρεμο.

Η κοπέλα δεν μπόρεσε να κρύψει τον πανικό που της επιτέθηκε, επειδή ξαφνικά αυτός δεν φαινόταν να είναι ο ίδιος Κάλεμπ με τον οποίο έζησε μαζί του μια ολόκληρη εβδομάδα. Έμοιαζε με κάποιον εντελώς διαφορετικό.

«Τι νομίζεις ότι κάνεις;» μούγκρισε εκείνος.

Η δαίμονας δεν έδωσε σημάδια τρόμου, αλλά τα χείλη της τραβήχτηκαν σε ένα πονηρό χαμόγελο.

«Ήθελα να κάνω ένα πάρτι πιτζάμα με την Κατρίνα, αυτό είναι όλο» απάντησε με σοβαρότητα, ανασηκώνοντας τους ώμους «Γιατί δεν χαλαρώσεις λίγο;»

«Να χαλαρώσω;!» μούγκρισε πάλι, και Σμιθ τινάχτηκε από την θέση της «Έχεις ιδέα τι θα μπορούσε ο Αραέλ να μου κάνει αν συμβεί κάτι σε αυτό το κορίτσι;»

Η Κατρίνα ένιωσε ένα τσίμπημα σύγχυσης και περιέργειας όταν άκουσε το τελευταίο.

«Ω, σε παρακαλώ» ξεφύσησε, έχοντας ακόμη εκείνο το χαμόγελο, «δεν θα την προτιμούσε πριν από εμένα κι εσένα».

Εκείνος την άφησε ελεύθερη με μία απότομη κίνηση.

«Μην είσαι τόσο σίγουρη» Κούνησε το κεφάλι αρνητικά «Δεν ξέρεις όλα όσα έχει διακινδυνέψει για αυτήν».

«Δεν ξέρω; Έκανε μία καταραμένη συμφωνία χωρίς να ξέρει τι στην ευχή είναι εκείνη!» Και ξαφνικά, η τύπισσα ισοπέδωσε τον οξύθυμο τόνο της «Ποιος κάνει κάτι τέτοιο; Αν θέλει τόσο πολύ την ψυχή της, γιατί δεν την σκοτώνει μια κι καλή να τελειώνουμε;»

«Αυτό είναι δικό του πρόβλημα!» φώναξε ο Κάλεμπ «Εγώ μονάχα εκτελώ μία διαταγή. Όμως ξέρω ότι, αν δεν ήταν κάτι σημαντικό, δεν θα ήταν τόσο ανήσυχος για εκείνη ούτε θα με έστελνε για να την προστατεύσω».

Οι κόρες των ματιών της δαίμονα υιοθέτησαν μία μοχθηρή λάμψη.

«Α, δεν ήσουν ο υπηρέτης του;»

«Κλείσε το στόμα» ξεστόμισε ο δαίμονας, ξαφνικά πιο πολύ επηρεασμένος, σημαδεύοντας την με ένα δάκτυλο ακριβώς επάνω στο πρόσωπό της.

Εκείνη απομάκρυνε το χέρι του με μία απότομη κίνηση.

«Ανάγκασε με» είπε μέσα από τα δόντια της, και μετά τον έσπρωξε. Η έκφραση του Κάλεμπ γέμισε με οργή.

Και αυτό τρόμαξε την Σμιθ.

«Φτάνει!»

Οι δύο δαίμονες γύρισαν προς το μέρος της την ίδια στιγμή. Δεν κατάλαβε πότε ακριβώς είχε σηκωθεί όρθια. Μονάχα είχε νιώσει την ξαφνική ζάλη, λόγω του πόνου που ακόμη διαπερνούσε το κρανίο της.

Και δεν ήταν μόνο για αυτό. Εκείνη την στιγμή, όταν τους παρατήρησε κι τους δυο μαζί και πρόσεξε τα φανταχτερά και υπερφυσικά χρώματα ματιών τους, της φάνηκε να αναγνωρίζει πως και οι δύο ήτανε πρωταγωνιστές των ονείρων της, περισσότερο από μία φορά, αν κι στην πραγματικότητα δεν ήταν σίγουρη. Παρόλα αυτά, θέλησε να φωνάξει για το συναίσθημα πανικού που την κατέκλυσε.

Κάρφωσε το βλέμμα στον Κάλεμπ, επειδή ήταν πιο εύκολο να τον κοιτάξει εκείνο παρά την περίεργη κοπέλα, ακόμη κι με εκείνη την οργή που τώρα είχε χαραγμένη στο πρόσωπό του.

«Σ-σταματήστε» ζήτησε, τείνοντας ένα τρεμάμενο χέρι «Εξηγήστε μου τι στο καλό συμβαίνει, γιατί εκείνη με απήγαγε και εσύ ήρθες εδώ εξοργισμένος. Δεν καταλαβαίνω απολύτως τίποτα».

Τα πορτοκαλί μάτια του δαίμονα συνέχιζαν να ακτινοβολούν θυμό. Ωστόσο, μετά που την άκουσε έκλεισε τα βλέφαρα στιγμιαία και εισέπνευσε βαθιά, πριν να την κοιτάξει ξανά, τώρα ελαφρώς πιο ήρεμος.

«Η Άρια πιστεύει πως μπορεί να μάθει τι είναι αυτό που κάνει διαφορετική την ψυχή σου» εξήγησε εκείνος με σιγανό τόνο.

Πετάρισε τα βλέφαρά της, αρχικά επειδή έμαθε επιτέλους το όνομα της δαίμονα, και δεύτερο, από τα λόγια του. Για μια στιγμή ένιωσε μία δύσπνοια. Εκείνη, δίπλα του, του έδωσε ένα δολοφονικό βλέμμα αφού είχε αποκαλύψει αυτή την πληροφορία.

«Πώς;» ρώτησε.

«Αυτό είναι το πρόβλημα» είπε μέσα από τα δόντια του.

«Δεν είναι πρόβλημα» παρενέβη η δαίμονας, κοιτώντας μονάχα εκείνον, την στιγμή που σταύρωσε τα χέρια «Πολύ καλά λοιπόν, καταλαβαίνω εσύ να μην συμφωνείς επειδή πάντα ήσουν μία κότα, αλλά ο Αραέλ; Γιατί δεν το προσπάθησε; Δεν τον αναγνωρίζω!»

Ο Κάλεμπ κούνησε το κεφάλι αρνητικά.

«Αυτό δεν είναι θέμα δικό σου».

«Είναι από την στιγμή που τον εμπλέκει» σημάδεψε με το δάκτυλο την Κατρίνα «Τι θα γίνει αν αυτό το κορίτσι δεν είναι τόσο άκακη όσο πιστεύει εκείνος;»

«Άρια» είπε, μαλακώνοντας τον τόνο και την έκφραση του, «εσύ δεν είσαι η νταντά του».

«Π-περιμένετε» τους διέκοψε αναποφάσιστη, όταν πια δεν άντεξε το μπέρδεμα, «πώς υποτίθεται ότι αυτή θέλει να το μάθει;»

Κοίταξε την τύπισσα. Η δαίμονας της έριξε μία ματιά και ένα πονηρό χαμόγελο εξαπλώθηκε σε όλο της το πρόσωπο.

«Με μερικά πειράματα» είπε η δαίμονας.

Η Κατρίνα γούρλωσε τα μάτια. Οπισθοχώρησε ακούσια μέχρι να συγκρουστεί με ένα ξύλινο γραφείο. Η ανάσα της άρχισε πάλι να λαχανιάζει.

«Αποκλείεται, Άρια» μούγκρισε ο Κάλεμπ προς το μέρος της.

«Αποκλείεται» συμφώνησε.

Εκείνη ρόλαρε τα μάτια, σαν αυτός και η Σμιθ να υπέρβαλλαν.

«Ω έλα τώρα!» αναφώνησε προς το μέρος του «Γιατί όχι; Δεν θα της προκαλέσω πολύ πόνο».

«Δεν είναι ο σωστός τρόπος» επέμεινε ο δαίμονας.

«Και ποιος είναι;» Η κοπέλα άφησε να ξεφύγει από το στόμα της ένα κοφτό γέλιο, γεμάτο πικρία «Να περάσεις χρόνο μαζί της για να δεις τι είναι αυτό που την κάνει διαφορετική;»

«Άκουσε με» μουρμούρισε ο Κάλεμπ, πλησιάζοντας την με αργό τρόπο και σχεδόν απειλητικό, «αυτό το κορίτσι δεν αξίζει αυτό που της κάνουμε, δεν είναι δίκαιο. Αυτή δεν ζήτησε τίποτα από αυτά, ούτε εσένα, ούτε εμένα, ούτε τον Αραέλ».

«Αυτή η καταραμένη ζωή δεν είναι δίκαιη για κανένα» είπε με ένα απότομο τρόπο, και τα χαρακτηριστικά της έγιναν πιο ζοφερά «Ας το συνηθίσει από τώρα».

«Άρια...» Η φωνή του υιοθέτησε ένα τόνο προειδοποίησης.

Ο δικός της, αντιθέτως, έγινε πιο λεπτός.

«Σκέψου το, είμαστε οι χειρότεροι δαίμονες με τους οποίους μπορούσε να συναντηθεί;» Φάνηκε σα να προσπαθούσε να τον ηρεμήσει.

Ο Κάλεμπ δίστασε, και κοίταξε την Κατρίνα με πλάγιο βλέμμα. Δεν ήταν σίγουρη ποια ήταν η έκφραση της, αλλά τα χείλη του άρχισαν να τρέμουν για πέντε δευτερόλεπτα μονάχα.

«Τι...» παρενέβη, προσπαθώντας η υπέρβαση πληροφοριών να μην την αναστάτωνε «τι θέλει να κάνει εκείνη;»

«Λοιπόν, δεν είναι τίποτα ακριβές» της απάντησε η ίδια πριν προλάβει να το κάνει ο άλλος δαίμονας. Είχε ακόμη εκείνη την σπαστική έκφραση αυτοπεποίθησης, αρκετά ίδια με αυτή που είχε ο Αραέλ «Πρόκειται να δω τι είδους πράγματα σε πληγώνουν, και πώς αντιδράς σε ορισμένους...παράγοντες, δεν ξέρω» είπε αδιάφορα, «σε αντικείμενα που άλλους θνητούς θα μπορούσε να τους πληγώσει, όμως ίσως εσένα όχι».

Αυτό έμοιαζε πολύ με ένα υπαινιγμό βασανιστηρίων.

«Ακούγεται παράλογο» απάντησε φοβισμένη η Κατρίνα.

Η δαίμονας σήκωσε το ένα φρύδι.

«Άρια» την φώναξε ο Κάλεμπ, και εκείνη τον κοίταξε με μία έκφραση κουρασμένη, «ο Αραέλ δεν εγκατέλειψε αυτό το θέμα. Εκείνος συνεχίζει να ψάξει, και εγώ προσέχω να μην της επιτεθεί κανένας δαίμονας ξανά. Για αυτό μην ανακατεύεσαι πια».

«Εγώ όμως μπόρεσα να της επιτεθώ» μίλησε κοροϊδευτικά.

«Με παγίδεψες!»

«Λοιπόν αυτό δείχνει πως δεν μπορείς μόνος» απάντησε η δαίμονας με ένα περιφρονητικό ύφος «Αν δεν με αφήσεις να πειραματιστώ μαζί της, τότε θα σε βοηθήσω στην προστασία της».

Ξαφνικά το κορίτσι ένιωσε το αίμα να στραγγίζει από το πρόσωπό της.

«Όχι» την διέκοψε η θνητή «Εσείς οι δυο να με ακολουθείτε παντού;» Κούνησε το κεφάλι αρνητικά.

Τα μάτια του δαίμονα απέκτησαν μία λάμψη...νοσταλγίας; Δεν ήταν απολύτως σίγουρη, αλλά δεν προσπάθησε να τον παρατηρήσει λεπτομερώς. Απλά απορρόφησε την άσχημη εικόνα που σχηματίστηκε στο μυαλό της.

«Δεν πρόκειται να την αφήσουμε από τα μάτια μας» είπε εκείνος, ζητώντας συγγνώμη με το βλέμμα του «Αυτό είναι το καλύτερο που μπορούμε να καταφέρουμε».

Κάρφωσε το βλέμμα στο δάπεδο, νιώθοντας πώς η απελπισία επιτάχυνε την αναπνοή της.

Δεν μπορούσε να πιστέψει αυτό που ήταν έτοιμη να πει.

«Αν...αν είναι έτσι...» ψιθύρισε με βραχνή φωνή και κατάπιε με δυσκολία, σφίγγοντας τις γροθιές, νιώθοντας ένα πυκνό δυσάρεστο σύννεφο οργής και ανικανότητας να μεγαλώνει μέσα της, «τότε, θα μιλήσω με τον Αραέλ... Εκείνος είπε ότι θα με άφηνε να ζήσω μία ήρεμη ζωή, και αυτό» τόνισε, δείχνοντας τους δύο δαίμονες με το χέρι, «απέχει πολύ από το να είναι μία φυσιολογική ζωή».

Ο Κάλεμπ αναστέναξε και έκανε ένα βήμα μπροστά.

«Κατρίνα, δεν σκοπεύω να σε αποθαρρύνω» μουρμούρισε, κουνώντας το κεφάλι πέρα δώθε, «αλλά είναι πολύ πιθανόν να μην υπάρχει πια αυτή η πιθανότητα. Κατά κάποιο τρόπο, και παρόλο που μισώ να το παραδεχτώ, μπορεί η Άρια να έχει δίκαιο: «θα μπορούσες να βρεθείς με κάποιο δαίμονα...πολύ χειρότερο».

Νομίζω ότι θα εκραγεί το κεφάλι μου.

Ακούμπησε το ένα χέρι στο κούτελο της, καιγόταν. Ένα κοφτό γέλιο ειρωνείας ξέφυγε από τα χείλη της.

«Υπάρχει κάποιος χειρότερος από τον Αραέλ;» σήκωσε το ένα της φρύδι.

«Υπάρχουν» είπε με απόλυτη σιγουριά η δαίμονας.

Θέλησε να διαμαρτυρηθεί πως ήταν η ίδια που της είχε πει ότι ο Αραέλ ήταν ο χειρότερος δαίμονας με τον οποίο θα μπορούσε να βρεθεί, όμως αποφάσισε να μην τσακωθεί μαζί της.

Αναστέναξε.

Έριξε μια ματιά στον χώρο στον οποίο βρισκόταν. Φαινόταν να είναι ένα διαμέρισμα αρκετά μικρό.

«Γιατί με έφερες εδώ;» την ρώτησε, κοιτώντας την με καχυποψία.

«Η αλήθεια δεν έχω ιδέα σε ποιον ανήκει αυτό το διαμέρισμα» είπε αδιάφορα «Όμως ο ιδιοκτήτης δεν βρισκόταν εδώ, έτσι μονάχα το δανείστηκα».

«Αυτό είναι διάρρηξη!» αναφώνησε τρομαγμένη.

Η Άρια την κοίταξε μπερδεμένη «Και;»

Ο Κάλεμπ ρόλαρε τα μάτια. Η Κατρίνα από την άλλη, μούγκρισε αγνοώντας την αντίδραση των δύο.

Κοίταξε τριγύρω και είδε την τσάντα της πεταμένη στο πάτωμα. Την πήρε στα χέρια της και την έβαλε στον ώμο, πριν να κάνει μία στροφή εκατό ογδόντα μοιρών και να αρχίσει να περπατάει προς την είσοδο.

«Κατρίνα, που πας;» Τον άκουσε να ρωτάει.

Ο σύρτης της κεντρικής πόρτας είχε καταστραφεί, και μία επιθυμία την κατέκλυσε, να αφήσει χρήματα στον ιδιοκτήτη για να τον φτιάξει, όμως σκέφτηκε ότι το καλύτερο ήταν να απομακρυνθεί από εκεί όσο πιο γρήγορα μπορούσε.

Βγήκε από το διαμέρισμα και μπροστά της εξαπλώθηκε ένας μακρύς διάδρομος με αρκετές πόρτες. Με μεγάλες δρασκελιές προχώρησε, αν και την πονούσε το κεφάλι κι το κορμί από τον καβγά πριν.

«Ε, μικρή!» Η φωνή της Άριας έφτασε στα αυτιά της, αλλά αρνήθηκε να γυρίσει προς το μέρος της. Έπρεπε να συνεχίσει να απομακρύνεται.

Εκείνη την στιγμή, μία πυκνή σκιά εμφανίστηκε μπροστά της, αναγκάζοντας την να σταματήσει απότομα. Σε λιγότερο από ένα κλάσμα δευτερόλεπτου, ο μαύρος καπνός μετατράπηκε στο κορίτσι δαίμονα, προκαλώντας στην Κατρίνα μία έκπληξη.

«Κοίταξε, κοριτσάκι» μούγκρισε, μισοκλείνοντας τα μάτια, «μου αρέσει που έχεις κότσια, όμως μην το παρατραβάς. Τουλάχιστον απάντησε όταν σου φωνάζω».

«Άφησε με ήσυχη!» Φώναξε, συγκρατώντας τον εαυτό της για να μην την σπρώξει «Φύγε! Δεν θέλω να έχω καμία σχέση μαζί σου, ούτε με τον Αραέλ ξανά. Αν τόσο πολύ σε ανησυχεί εκείνος ο μαλάκας, πήγαινε κι πρόσεχε τον, εμένα μην με μπλέκεις».

Η έκφραση της γέμισε με οργή σε μία στιγμή. Έσφιξε τις γροθιές και τα χείλη της έγιναν μία ευθεία. Σχεδόν μπορούσες να ορκιστείς ότι άρχισε να τρέμει. Ωστόσο, η τόλμη της Κατρίνας δεν μειώθηκε και την προσπέρασε για να συνεχίσει να προχωράει. Άκουσε τον Κάλεμπ που παρενέβη, και αμέσως άρχισαν ένα καινούργιο καβγά.

Κατέβηκε από τις σκάλες τους δύο ορόφους και επιτέλους έφτασε στην είσοδο του κτηρίου. Ένας άντρας μεγάλης ηλικίας κοιμόταν στην καρέκλα γραφείου, και πέρασε προσεχτικά από μπροστά του χωρίς να τον ξυπνήσει. Σύντομα βρέθηκε σε ένα δρόμο που δεν της ήταν οικείος, και φοβήθηκε μήπως χανόταν. Υπήρχε μία σειρά από πολυκατοικίες διαφορετικών υψών, οι περισσότερες με τα φώτα αναμμένα, και υπήρχαν ακόμα άνθρωποι που περπατούσαν στο πεζοδρόμιο. Έτσι τους μιμήθηκε, και άρχισε να βαδίζει με προσοχή, με τα χέρια τοποθετημένα στις τσέπες της ζακέτας της καθώς παρατηρούσε τριγύρω.

Ήξερε ότι την ακολουθούσαν, αλλά δεν θέλησε να κοιτάξει πίσω της.

«Άφησε την να πάει σπίτι» Ακούστηκε ο Κάλεμπ, και ήξερε ότι είχαν πλησιάσει περισσότερο «Δούλευε όλη μέρα, που να πάρει».

«Να βγει λιγάκι έξω δεν θα της κάνει κακό» είπε σοβαρή «Ξέρω πως το μόνο που κάνει είναι να μένει μέσα σε τέσσερις τοίχους».

«Είστε δύο ηλίθιοι» το είπε περισσότερο στον εαυτό της αλλά ήταν σίγουρη ότι και οι δύο δαίμονες το άκουσαν.

Κάποιος την τράβηξε από το αριστερό χέρι. Γύρισε το κεφάλι για να βρεθεί με το οργισμένο βλέμμα της δαίμονα, εκείνη η μισητή κοπέλα που πιθανότατα να ήταν το κορίτσι του Αραέλ.

Η Κατρίνα έκανε μία απότομη κίνηση για να ελευθερωθεί από το δυνατό κράτημά της, αλλά μάταια.

«Δεν θα πας πουθενά» ο τόνος της απειλητικός.

«Άφησε με, παλαβή!»

«Άρια, άφησε την να φύγει» Ο Κάλεμπ άγγιξε τον ώμο της, κάτι που εκείνη αγνόησε.

«Όχι» πρόφερε μέσα από τα δόντια της «Όχι μέχρι να μάθω τι είναι. Όχι μέχρι να μάθω γιατί κανένας από εμάς δεν μπορεί να εισέλθει στο μυαλό της ούτε να την ελέγξει...» Χωρίς να σταματήσει να την κοιτάει, οι μωβ κόρες των ματιών της έλαμψαν...με ανασφάλεια; «Και, ειδικά, όχι αν δεν καταλάβω για ποιο λόγο η ψυχή της είναι αόρατη, και γιατί μυρίζει τόσο...» Σταμάτησε και πίεσε τα χείλη.

«Δεν με ενδιαφέρει!» αναφώνησε, ενώ η οργή καταβροχθιζόταν αργά από την απελπισία.

«Θα έπρεπε να σε ενδιαφέρει!» Ο τόνος της την έκανε να τιναχτεί «Έχεις περάσεις μία ζωή απαρατήρητοι από εμάς, και μετά τι;» Τα μάτια της κουνήθηκαν ανήσυχα από το πρόσωπο της «Πόσους δαίμονες έχεις γνωρίσει μέχρι τώρα, Κατρίνα; Πόσοι από αυτούς θέλησαν να σε σκοτώσουν για να αρπάξουν την ψυχή σου; Πόσοι πιστεύεις ότι θα έρθουν αργότερα;»

Το κορίτσι δεν απάντησε.

«Όσο κανένας από εμάς δεν το γνωρίζει αυτό» συνέχισε, «δεν θα μπορέσουμε να κάνουμε κάτι για να το αποτρέψουμε».

«Και τώρα θες να με βοηθήσεις;» ρώτησε πικρά «Αν δεν το θυμάσαι, ο Αραέλ σημάδεψε την ψυχή μου. Δεν μπορούν πια να προσπαθήσουν να μου την αρπάξουν».

«Κάνεις λάθος. Πολλοί θα σέβονται το σημάδι του και δεν θα σε αγγίξουν, όμως άλλοι θα θελήσουν να διακινδυνέψουν την ζωή του δίχως να τους ενδιαφέρει. Σου το ορκίζομαι ότι δεν έχεις ιδέα πώς...» Δάγκωσε το κάτω χείλος «Η μυρωδιά που βγάζεις είναι τόσο...»

«Άρια...» την προειδοποίησε ο Κάλεμπ, κουνώντας την από τους ώμους. Η δαίμονας βλεφάρισε και επέστρεψε στην πραγματικότητα.

«Και αν σε βρει ο Φόραξ;» επέμεινε.

Κατάπιε με δυσκολία. Δεν μπορούσε να αγνοήσει αυτή την προειδοποίηση.

«Γ-για αυτό τον λόγο έστειλαν τον Κάλεμπ» δεν ακούστηκε καθόλου πειστική.

Γέλασε και κούνησε το κεφάλι αρνητικά.

«Γνωρίζω τον Φόραξ» Χαμογέλασε με σιγουριά «Και ο Κάλεμπ είναι ένας ανόητος. Εγώ θα μπορούσα να σε προστατεύσω καλύτερα».

«Εσένα δε σε εμπιστεύομαι, με απήγαγες!»

«Δικό μου λάθος» Τα μωβ μάτια της διαβίβασε μία συγγνώμη που δεν είπε σε λέξεις «Δεν συνηθίζω να μιλάω με θνητούς. Δεν σκέφτηκα άλλο τρόπο».

«Ε-εγώ...» τραύλισε.

«Ξέρω ότι είσαι περίεργη» επέμεινε, χαμηλώνοντας πιο πολύ τον τόνο της φωνή της «Δεν θα σου άρεσε να μάθεις τι συμβαίνει μαζί σου; Δεν είσαι μία περίεργη θνητή, ή ένα λάθος της φύσης, Κατρίνα. Αυτό ήταν ένα έργου κάποιου, δεν θα σου άρεσε να μάθει ποιανού; Δεν θες να ξέρεις ποιος ήταν ο βλάκας που σε έκανε να περάσεις από όλα αυτά;»

Ξαφνικά, ένιωσε τον λαιμό της πολύ ξηρό. Δεν κατάλαβε τι της συνέβη, αλλά συνειδητοποίησε ότι ο θυμός που ένιωθε πριν είχε εξαφανιστεί με μία ανησυχητική ταχύτητα. Η παρουσία της Άριας, κατά κάποιο παράξενο λόγο, δεν την ενοχλούσε πια, ούτε ήθελε να φύγει από εκεί τρέχοντας.

Νιώθω μπερδεμένη και ζαλισμένη.

Την είδε να σηκώσει το χέρι, αυτό με το οποίο δεν την κρατούσε, και άγγιξε το μάγουλό της με τις άκρες των δακτύλων. Η Κατρίνα δεν μπόρεσε να απομακρυνθεί. Το μόνο που έκανε ήταν να μείνει εντελώς ακίνητη και να λάβει το χάδι, που το ένιωσε σαν μία περίεργη κι παράξενη ανάμειξη μεταξύ μεταξιού και ηλεκτρικού ρεύματος.

«Φτάνει, Άρια» Η φωνή του Κάλεμπ φάνηκε να ακούστηκε πολύ μακρινή, σα να μην βρισκόταν δίπλα τους, αλλά αρκετά μακριά τους.

Εκείνος ακούστηκε πολύ σοβαρός, όμως όπως η δαίμονας έτσι και η Σμιθ τον αγνόησαν.

«Τι πρέπει να κάνω;» ψιθύρισε.

Δεν το σκέφτηκα καν αυτό που ρώτησα. Ήταν σαν τα λόγια να έφυγαν από το στόμα μου χωρίς να μπορούσα να τα σταματήσω.

«Κατρίνα, αυτό είναι κακή ιδέα» την προειδοποίησε ο Κάλεμπ.

Τα μωβ μάτια στράφηκαν αλλού, ελευθερώνοντας απότομα το κορίτσι από εκείνη την αόρατη και ανύπαρκτη φυλακή στην οποία την έγκλεισαν για μία στιγμή απροσδιόριστη. Ό,τι κι να είναι αυτό που η Άρια είδε στον Κάλεμπ, την έκανε να χαμογελάσει. Έστρεψε πάλι το βλέμμα επάνω στην κοπέλα.

«Φαίνεσαι κουρασμένη» είπε με ένα απαλό τόνο. Άρπαξε μία τούφα από τα μαλλιά της και γλίστρησε τα δάκτυλα από αυτά. Ανατρίχιασα «Γιατί δεν συνεχίζουμε άλλη μέρα;»

Έγνεψε θετικά, εντελώς ανίκανη να κάνει άλλο πράγμα. Εκείνη απομακρύνθηκε, κάνοντας ένα βήμα πίσω.

«Ας σε συνοδεύσει αυτός ο βλάκας στο σπίτι» είπε δείχνοντας τον Κάλεμπ με μία κίνηση του κεφαλιού, και μετά χάρισε στο κορίτσι ένα ζεστό χαμόγελο «Θα τα πούμε σύντομα».

Ο δαίμονας κοίταξε την Άρια με δολοφονικό βλέμμα.

Εκείνη έκανε μία στροφή εκατό ογδόντα μοιρών και άρχισε να απομακρύνεται με μεγάλες δρασκελιές. Και έτσι, διέσχισε τον δρόμο, χωρίς να κοιτάξει καν αν κάποιο όχημα περνούσε.

Πού πηγαίνει; Διερωτήθηκα, μέχρι που είδα τον στόχο της: ένας γοητευτικός άντρας, ίσως τριάντα περίπου ετών, κομψά ντυμένος ο οποίος μιλούσε στο τηλέφωνο καθώς κάπνιζε.

Όταν την είδε να του αρπάζει το κινητό και, δίχως καμία προειδοποίηση, άρχισε να τον φιλάει, γούρλωσε τα μάτια. Ανεξήγητα, ο τύπος δεν έκανε κάτι για να την απομακρύνει, αλλά το αντίθετο. Τι στο διάολο...;

Κοίταξε τον Κάλεμπ όταν εκείνος τοποθέτησε το χέρι του επάνω στον ώμο της.

«Πάμε» είπε σιγανά.

Δεν καταλάβαινε τίποτα. Η δαίμονας δεν ήταν με τον Αραέλ; Ή ίσως τα ζευγάρια δαιμόνων δεν λειτουργούσαν σαν εμάς; Είχαν κάτι σαν ελεύθερη σχέση; Μάλλον ήταν το τελευταίο αφού ο Αραέλ φίλησε την Κατρίνα κάποτε.

Τα μάγουλα της βάφτηκαν με ένα απαλό κόκκινο χρώμα την στιγμή που θυμήθηκε το φιλί.

Ευτυχώς που ο Κάλεμπ δεν το παρατήρησε.

Τον άφησε να την καθοδηγήσει διότι η ίδια ήταν ακόμη κάπως συγχυσμένη. Δεν ήταν σίγουρη πόσα λεπτά πέρασαν, όμως ήξερε ότι εκείνος προσπαθούσε να ηρεμήσει καθώς συνέχιζαν να περπατούν στο πεζοδρόμιο.

«Από ότι φαίνεται, κάποιος ναι καταφέρνει να εισέλθει κατά κάποιο τρόπο στο μυαλό σου» Ο σοβαρός τόνος του τράβηξε την προσοχή της.

«Για ποιο πράγμα μιλάς;»

«Για αυτό που σου έκανε η Άρια» εξήγησε, χωρίς να της ρίξει ούτε ένα βλέμμα «Αυτό είναι που κάνει εκείνη, σε αυτό που ειδικεύεται».

Αυτό που μου έκανε;

«Δεν καταλαβαίνω».

«Τι ένιωσες πριν λίγο;» ρώτησε γυρνώντας προς εκείνη.

«Μμ, δεν είμαι σίγουρη» δίστασε «Γ-για μια στιγμή, ήταν σα να αποσυνδέθηκαν από το σώμα μου...»

«Μόνο μια στιγμή;» Σήκωσε τα φρύδια. Φάνηκε έκπληκτος «Παρόλο που κατάφερε να μπει στο μυαλό σου, είσαι αρκετά δυνατή. Δεν θέλω ούτε να σκέφτομαι τι θα γινόταν αν ήσουν σαν τους υπόλοιπους ανθρώπους. Ίσως, βαθιά μέσα σου να είσαι πολύ πιο ισχυρή από ότι ο Αραέλ πιστεύει».

«Θέλεις να μου πεις τι στο διάολο συμβαίνει;» απαίτησε με ένα ξαφνικό εκνευρισμό.

«Αυτό που συμβαίνει είναι ότι η Άρια χρησιμοποίησε την ικανότητά της σε σένα» ξεκαθάρισε, και το κορίτσι ανίχνευσε μία λάμψη μπερδέματος στα πορτοκαλί του μάτια «Εκείνη είναι μία σούκουμπους, Κατρίνα». 

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro