Κεφάλαιο 4
Η Κατρίνα ήταν έτοιμη να φωνάξει αλλά ο άγνωστος άντρας έφτασε τόσο γρήγορα προς το μέρος της που η κοπέλα δεν βρήκε χρόνο να αντιδράσει. Το χέρι του τυλίχτηκε γύρω από τον λαιμό της.
<<Κατρίνα Σμίθ...>> Μουρμούρισε ο περίεργος τύπος συνεχίζοντας να την κρατάει από τον λαιμό ενώ στο χλωμό πρόσωπό του είχε ζωγραφιστεί ένα μοχθηρό χαμόγελο. Ο τόνος της φωνής του ήταν πολύ βαθιά, επιβλητική...τρομακτική. Μία φωνή που κατάφερε να προκαλέσει μία ανατριχίλα τρόμου σε όλο το κορμί του κοριτσιού.
Δεν την έπνιγε εντελώς, ακόμη μπορούσε να αναπνεύσει όμως, αυτό δεν εμπόδιζε τον πανικό να κατακλύσει την Κατρίνα σε σημείο που η ίδια δεν μπορούσε να κουνηθεί από την θέση της. Οι χτύποι της καρδιάς χτυπούσαν ανεξέλεγκτα. Ήταν τρομοκρατημένη, αρκετά, και τρομερά μπερδεμένη.
Τα περίεργα γκρι μάτια του για λίγα λεπτά που για την κοπέλα φάνηκαν αιώνες, παρατήρησαν το πρόσωπό της.
Τότε, το χαμόγελο του σβήστηκε.
<<Θα σου κάνω μερικές ερωτήσεις και θέλω, για το καλό σου, να μου απαντήσεις λέγοντας αλήθεια. >> Είπε εκείνος. Έκανε μία παύση και μετά συνέχισε: <<Θέλω να μάθω αν είσαι υιοθετημένη. >>
Η Κατρίνα ανοιγόκλεισε τα βλέφαρά της αρκετές φορές, ένιωθε φόβο και σύγχυση. Μία κραυγή έκπληξης ξέφυγε από τα χείλη της.
<<Τι; >> Ρώτησε γουρλώνοντας τα μάτια της.
<<Σε ρωτάω αν είσαι υιοθετημένη! >> Μούγκρισε έξαφνα, με βραχνή φωνή και με την οργή χαραγμένη στην έκφραση του προσώπου του.
Εκείνη την στιγμή, ένιωσε το χέρι του να σφίγγει περισσότερο τον λαιμό της.
<<Όχι! >> Φώναξε καθώς ο τρόμος την καταβρόχθιζε.
Το βλέμμα του εξέτασε κάθε γωνιά του προσώπου της, με ένα πολύ σοβαρό ύφος.
<<Τότε είσαι μάγισσα; >> Επέμεινε να μάθει. <<Ή έχεις κάποιο συγγενή που είναι μάγος; >>
Αν και φοβόταν και το μόνο που ήθελε ήταν να αρχίσει να κλαίει, σούφρωσε τα φρύδια. Δεν καταλάβαινε απολύτως τίποτα από όσα συνέβαιναν.
<<Τι...; >>
<<Είσαι κουφή; >> Ξαφνικά, η άκρη των χειλιών του μετατράπηκε σε ένα μορφασμό. <<Απάντησε!>>
<<Δεν...δεν ξέρω. >> Είπε απελπισμένη. Η ανάσα της έγινε γρηγορότερη. <<Πώς στο διάολο θα το ξέρω αυτό;! >>
<<Έχω την ανάγκη να μάθω. >> Ψέλλισε πιέζοντας πιο σφικτά τον λαιμό της.
<<Που να πάρει, δεν είμαι μάγισσα! Και δεν έχω ιδέα αν κάποιος από την οικογένεια μου είναι! Σου το ορκίζομαι...>> Η φωνή της χάθηκε στην μέση της φράσης που ήθελε να πει.
Θεούλη μου, εγώ δεν πιστεύω καν στις μάγισσες. Σκέφτηκε η Κατρίνα.
Ένα χαμόγελο εμφανίστηκε στα χείλη του, το οποίο τρομοκράτησε το κορίτσι.
<<Μπορεί ο πατέρας σου να γνωρίζει...>>
<<Μην τολμήσεις να τον πλησιάσεις. >> Ανταπάντησε ξαφνιασμένη με το θάρρος που απέκτησε έτσι στα ξαφνικά.
<<Τι θα κάνεις για να το αποτρέψεις; >> Είπε διασκεδάζοντας.
Η κοπέλα κατάπιε με δυσκολία. Ο τρόμος της θόλωσε το μυαλό και δεν μπόρεσε να μιλήσει.
Εκείνη την στιγμή, φοβισμένη σκέφτηκε κάτι ριψοκίνδυνο.
Αποφασισμένη, χρησιμοποίησε όλες τις δυνάμεις της και προσπάθησε να του δώσει μία γροθιά στην κοιλιά. Αλλά όταν το έκανε, ένιωσε ένα πόνο στο χέρι της σαν να είχε χτυπήσει τον τοίχο. Ο άντρας μπροστά της ούτε καν αντέδρασε. Ωστόσο, τελικά την άφησε ελεύθερη.
Στα γρήγορα, κοίταξε τριγύρω της για να βρει κάτι για να προστατεύσει τον εαυτό της. Το μικρό βάζο που βρισκόταν τοποθετημένο επάνω σε ένα από τα μερικά έπιπλα που υπήρχαν στον διάδρομο θα μπορούσε να της χρησιμεύσει σαν όπλο, ρίχνοντας το στο κεφάλι του. Γύρισε από την άλλη μεριά και άρπαξε στα γρήγορα το βάζο χωρίς να το σκεφτεί δύο φορές. Μέγα λάθος. Όταν η κοπέλα γύρισε ξανά προς το μέρος του τύπου για να τον αντιμετωπίσει, ένα χαμόγελο ζωγραφίστηκε στο πρόσωπό του.
<<Τι προσπάθησες να κάνεις; >> Ρώτησε με ένα ειρωνικό τόνο φωνής.
Η ζέστη που η Κατρίνα ένιωθε πριν, λόγω του θάρρους, εξαφανίστηκε.
Δεν ήξερε τι να κάνει αυτή την στιγμή. Το μόνο που της ήρθε στο μυαλό ήταν να οπισθοχωρήσει αργά, κρατώντας σφικτά το βάζο ανάμεσα στα χέρια της σαν να ήταν η μόνη προστασία που είχε.
Ο άντρας την παρατηρούσε με μισόκλειστα μάτια και με ένα πολύ σοβαρό ύφος. Δεν φαινόταν να διστάζει καθόλου να μειώσει την απόσταση που η Κατρίνα κατέβαλλε μεγάλη προσπάθεια να βάλει ανάμεσά τους.
<<Τι είδους πλάσμα είσαι; >>
Η κοπέλα σούφρωσε τα φρύδια δίχως να καταλαβαίνει εντελώς την ερώτηση του μυστηριώδης άντρα. Τι είδους πλάσμα ήταν; Είχε ακούσει καλά;
Εκείνος ήρεμος συνέχισε να προχωράει προς το κορίτσι. Την κοίταξε από πάνω μέχρι κάτω με ένα βλέμμα τόσο έντονο που σχεδόν την ενοχλούσε.
Και εκείνη την στιγμή σαν να προσπαθούσε να την τρομάξει, κάτι σαν ένα μανδύα από μαύρο ύφασμα που βρισκόταν πίσω στην πλάτη του, κουνήθηκε.
Η Κατρίνα γούρλωσε τα μάτια γιατί αυτό που υπήρχε επάνω στην πλάτη του, μεγάλωσε και άρχισε να επεκτείνεται αργά. Ένιωσε να ζαλίζεται όταν πήρε είδηση ότι εκείνος ο παράξενος όγκος που αναπτύχθηκε στην πλάτη του ήταν φτερά...Ένα ζευγάρι τεράστια μαύρα φτερά, γεμάτα πούπουλα.
Θα λιποθυμήσω...
Το αντικείμενο που κρατούσε στα χέρια της γλίστρησε και έπεσε στο δάπεδο. Ένιωσε ένα κόμπο στο στομάχι.
<<Τι...; >> Ψιθύρισε με δυσκολία. <<Τι πράγμα...είσαι εσύ; >>
Εκείνος, ο παράξενος τύπος μπροστά της με τα φοβερά μαύρα φτερά του έμεινε ακίνητος. Σούφρωσε τα φρύδια όταν τα ασυνήθιστα μάτια του την παρατήρησαν από πάνω μέχρι κάτω.
<<Ονομάζομαι Αραέλ, >> Είπε με σταθερή φωνή. <<Και στο λέω γιατί θέλω να το θυμάσαι, να το θυμάσαι καλά, κατάλαβες; >> Ο τόνος φωνής του άλλαξε, έγινε απότομος και άγριος. Αρκετά ενοχλημένος, πρόσθεσε: <<Και δεν είμαι πράγμα...Είμαι ένας δαίμονας. >>
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro