Κεφάλαιο 22
Με μία κίνηση τόσο γρήγορη που δεν πρόλαβε να αντιδράσει, σαν βρισκόταν όρθια δίπλα από το κρεβάτι, κατέληξε με την πλάτη κολλημένη στο στρώμα..., και με εκείνο επάνω της. Προτού μπορέσει να βάλει κάποια αντίσταση, ο δαίμονας τοποθέτησε τα χέρια της σε κάθε πλευρά του κεφαλιού της. Η Κατρίνα δεν μπορούσε καν να προσπαθήσει να τον κλωτσήσει, διότι φυλάκισε τα πόδια της με τα δικά του, χρησιμοποιώντας τέτοια σταθερότητα που σχεδόν ήταν επώδυνο.
Η πράξη της προκάλεσε μία παραζάλη. Η αδρεναλίνη πυρπόλησε τους παλμούς της καρδιάς της σαν κάποιος να είχε βάλει βενζίνη σε πυρκαγιά και, για λίγα λεπτά, τα πάντα γύρω της ήταν θολά.
Δεν μπορούσε να τον σπρώξει, ήταν ανίκανη να πραγματοποιήσει οποιαδήποτε κίνηση.
<<Άφησέ με! >> Μούγκρισε.
Όμως μόλις συναντήθηκε με την έκφραση του προσώπου του, πολύ κοντά της, ο θυμός της μειώθηκε αρκετά.
Τα μάτια του φαίνονταν να είχαν σκοτεινιάσει αρκετές αποχρώσεις, είχε τα φρύδια του σουφρωμένα και το ύφος του είχε γίνει άγριο. Η εικόνα έδειχνε ζοφερή και τρομακτική σε τέτοιο σημείο που δεν θυμόταν να τον είχε δει έτσι πριν, ακόμα και όταν τον πλήγωσε με τον σταυρό.
Αναπάντεχα, ο πόνος στο κεφάλι δεν φαινόταν σημαντικός.
<<Ποια νομίζεις ότι είσαι; >> Υπέβαλλε την ερώτηση με μία βραχνή φωνή, με ένα παγερό τόνο σαν πάγος <<Μην σκεφτείς, ούτε για ένα δευτερόλεπτο, ότι γιατί είσαι λίγο διαφορετική από τους δικούς σου είσαι ανώτερη. Για μένα συνεχίζεις να είσαι μία ασήμαντη κατσαρίδα. Μπορώ να σε καταστρέψω όταν το θελήσω. Να σε εξοντώσω τόσο γρήγορα ή αργά όπως επιθυμήσω εγώ. Για αυτό σε προειδοποιώ, καλύτερα να μην παίζεις με την τύχη σου, κοριτσάκι. >>
Βαθιά μέσα της ήξερε ότι όλα αυτά που της είπε έπρεπε να της προκαλέσουν πανικό. Ωστόσο, αντί για αυτό, τα λόγια του κατάφεραν να επιστρέψουν τον θυμό της, αν και αυτή την φορά ήταν μειωμένος. Δεν έφτασε ούτε για να γεμίσει το στήθος με εκείνη την ζέστη που την βοηθούσε να γίνει πιο παράτολμη.
Ήθελε να τον βρίσει ή, τουλάχιστον, να έλεγε οτιδήποτε για να υπερασπιστεί τον εαυτό της. Άνοιξε το στόμα, αλλά το έκλεισε αφού δεν βρήκε καμία απάντηση στο μυαλό της. Ένα χαμόγελο τράβηξε την άκρη των χειλιών του και φάνηκε ικανοποιημένος που την άφησε χωρίς λόγια. Η Κατρίνα έσφιξε το σαγόνι.
<<Δεν μπορείς να μου κάνεις τίποτα. >> Σιγομουρμούρισε.
Ο Αραέλ άφησε ένα σύντομο γέλιο.
<<Και τι σε κάνει να το πιστεύεις αυτό; >>
<<Γιατί...>> Δίστασε, αλλά ανάγκασε τον εαυτό της να συνεχίσει <<αν με σκοτώσεις, όλα όσα έκανες μέχρι τώρα δεν θα έχουν κανένα νόημα. >>
<<Δεν θα σε σκοτώσω. >> Χαμογέλασε διαβολικά <<Όμως υπάρχουν χιλιάδες τρόποι με τους οποίους μπορώ να σε βασανίσω ώστε να καταλάβεις επιτέλους για το τι είμαι ικανός. >>
Η απελπισία επιτάχυνε την αναπνοή της.
<<Και τώρα γιατί το κάνεις αυτό; >>
<<Γιατί έχεις αρχίσει να ξεχνάς ποια είναι η θέση σου. >> Ανταπάντησε μέσα από τα δόντια του, οργισμένος για ακόμη μια φορά <<Πιστεύεις πως γιατί κέρδισες λίγη εμπιστοσύνη από μένα μπορείς να έχεις την πολυτέλεια να γίνεσαι ασεβής. >>
<<Δεν έκανες τίποτα για να κερδίσεις την εμπιστοσύνη μου. Κοίταξε πώς με έχεις! Πώς μπορείς να απαιτείς κάτι τέτοιο από την στιγμή που συμπεριφέρεσαι σαν μαλάκας; >>
<<Μπορείς να μου πεις ποια ήταν η έκφραση εκείνου του δαίμονα όταν του είπες το όνομά μου; >> Στην θύμηση του, η κοπέλα γούρλωσε τα μάτια, και μετά δάγκωσε το κάτω χείλος τόσο δυνατά που σχεδόν μάτωσε <<Γιατί νομίζεις πως αντέδρασε έτσι; >> Έκανε μία σύντομη παύση, αλλά η Σμίθ παρέμεινε σοβαρή <<Γιατί εκείνος ξέρει για το τι είμαι ικανός. Έχω δουλέψει πολύ σκληρά για να φτάσω εκεί που είμαι, και δεν θα αφήσω ένα αυθάδης κοριτσάκι σαν εσένα να μου τα καταστρέψει όλα.>>
<<Είσαι ένας αναθεματισμένος φαντασμένος! >>
<<Έχω όλο το δικαίωμα να είμαι, Κατρίνα. >> Είπε με ένα τόνο περηφάνειας <<Εσύ ούτε που θα κατάφερνες να φανταστείς το είδος των τιμωριών που θα μπορούσα να ασκήσω επάνω σου για να καταλάβεις επιτέλους ποιος είμαι. >>
<<Δεν σε φοβάμαι. >> Απάντησε, αν και δεν ήταν αλήθεια.
Βαθιά μέσα της ένιωθε εντελώς τρομοκρατημένη.
<<Τότε θα έπρεπε. >>
Η οργή έκαψε το στήθος και, αν και ο φόβος την είχε κατακλύσει, δεν μπόρεσε να μείνει σιωπηλή.
<<Μπορείς να ανακαλύψεις αυτό που με κάνει διαφορετική και μπορείς να με βασανίσεις όπως εσύ θελήσεις...>> Δεν ακούστηκε σίγουρη, γιατί ήταν καθαρά ένα ψέμα. Μόνο η ιδέα πως μπορούσε να την εξοντώσει με ευκολία, της έσπερνε πανικό <<Αλλά άκουσέ με, Αραέλ, ποτέ δεν θα μπορέσεις να έχεις την ψυχή μου. >>
Εκείνος χαμογέλασε ξανά.
Έσκυψε προς το μέρος της. Ένιωσε μία αηδία και, ενστικτωδώς, έστρεψε το κεφάλι και έκλεισε τα μάτια σφικτά, δίχως να ξέρει τι να περιμένει. Η ζεστή του ανάσα χτύπησε τον λαιμό της, και τότε η κοπέλα ένιωσε κάτι απαλό, ζεστό και υγρό να διασχίζει αργά το μονοπάτι από την κλείδα μέχρι το σαγόνι, αφήνοντας φλογερά ίχνη στο πέρασμα της.
Έπνιξε μία κραυγή. Το στομάχι της σφίχτηκε βίαια και, για κάποιο άγνωστο λόγο, ολόκληρο το κορμί της ανατρίχιασε στην θερμή επαφή της γλώσσας του. Θέλησε με όλες τις δυνάμεις της να απομακρυνθεί. Λαχταρούσε σαν τρελή να μπορέσει να φύγει τρέχοντας από εκεί.
Ο δαίμονας μετακίνησε το πρόσωπό του ξανά, πιο κοντά στο δικό της, και τότε τα δόντια του δάγκωσαν τον λοβό του αφτιού της. Ένα βογγητό πόνου της ξέφυγε.
<<Μην είσαι τόσο σίγουρη για αυτό. >> Μουρμούρισε κοντά στο αφτί της.
Το στήθος ανεβοκατέβαινε σε ανεξέλεγκτους ρυθμούς. Ήταν συγκλονισμένη. Η ανικανότητα και η οργή όταν ένιωσε σαν εκείνος να είχε νικήσει, δεν της άφησε περιθώρια να σκεφτεί καθαρά.
Δεν ήθελε να είναι έτσι.
Εκείνη την στιγμή, ένα παράξενο επικίνδυνο πείσμα της επιτέθηκε, και αρνήθηκε να είχε αυτός τον τελευταίο λόγο.
Έστρεψε το βλέμμα πάλι σε εκείνον.
<<Ξέρεις ότι όλο αυτό σημαίνει πως θολώνω τις ικανότητες σου. >> Είπε ψιθυριστά <<Η έλλειψη σεβασμού δεν έχει καμία σχέση με αυτό. Είσαι θυμωμένος γιατί δεν μπορείς να ασκήσεις καμία δύναμη επάνω μου, για αυτό μονάχα σου μένει η σωματική δύναμη...>> Η καρδιά της ήταν έτοιμη να εκραγεί, αλλά δεν σταμάτησε <<Όπως το βλέπω, Αραέλ, είσαι ακόμη πιο αδύναμος και από μένα. >>
Το μικρό αίσθημα νίκης που γέμισε το στήθος της λίγο έμεινε, γιατί, λιγότερο από ένα δευτερόλεπτο, η έκφραση του μετατράπηκε στην ζωντανή εικόνα της οργής. Όμως δεν ήταν αυτό που την έκανε να χλομιάσει.
Ήταν τα μάτια του.
Το άσπρο μέρος τους, από μια στιγμή στην άλλη, πήρε ένα κοκκινωπό χρώμα. Δεν ήξερε πώς έγινε, ήταν μία αλλαγή τόσο γρήγορη και αφύσικη που ο εγκέφαλος της δεν πρόλαβε να το επεξεργαστεί.
Η φωτεινότητα στο μικρό δωμάτιο της άρχισε να τρεμοπαίζει, και τότε το μόνο που η Κατρίνα μπόρεσε να διακρίνει, μεταξύ εκείνων των στιγμών φωτός και σκοταδιού, ήταν τα λαμπερά και ζοφερά του μάτια. Το κόκκινο χρώμα που τώρα περικύκλωσε τις γκρι κόρες ματιών ήταν τόσο μαγευτικά που ένιωσε παγιδευμένη από αυτά.
Δεν μπόρεσε να καταλάβει πόση ώρα παρέμεινε έτσι, έκπληκτη από τον τρόμο που κατέκλυζε το κορμί της και από το επικίνδυνο συναίσθημα θαυμασμού, αλλά το διαισθάνθηκε σα να μία αιωνιότητα. Κάθε ίχνος θυμού εξαφανίστηκε από μέσα της.
Ο Αραέλ κάρφωσε το θυμωμένο βλέμμα στο πρόσωπό της, και εκείνη δεν μπόρεσε να κάνει τίποτα άλλο από το να τον παρατηρεί.
Ωστόσο, κάτι έξω από αυτό το δωμάτιο...ανεπαίσθητο για την Κατρίνα...κατάφερε να τραβήξει την προσοχή του δαίμονα και έγειρε το κεφάλι στο πλάι.
Δεν ήξερε γιατί έκανε αυτή την κίνηση, μέχρι που μετά από ένα λεπτό άκουσε την πόρτα του δωματίου να ανοίγει.
<<Ξέρεις τι έχουν πάθει τα φώ...; >>
Η ερώτηση του αδερφού της έμεινε στον αέρα όταν το βλέμμα του καρφώθηκε στο πρόσωπο της Κατρίνας..., και στον τρομακτικό τύπο που βρισκόταν επάνω της.
Πώς μπήκε στο διαμέρισμα αφού η πόρτα ήταν κλειδωμένη;
Συνοφρυώθηκε την στιγμή που αντάλλαξαν ματιές με τον Αραέλ.
<<Τι στο διάολο...; >>
<<Χαίρεται, Άλεξ. >> Ο δαίμονας χαμογέλασε και ο αδερφός της χλόμιασε.
<<Κ-Κατρίνα...>> Η φωνή του γεμάτη πανικό.
<<Βγες από εδώ! >> Φώναξε, αλλά ο Αλέξανδρος έμεινε κοκκαλωμένος στη κάσα της πόρτας, τρέμοντας.
Ο Αραέλ σήκωσε το ένα του μπράτσο στον αέρα, προς την κατεύθυνση του Σμίθ. Η κοπέλα είδε πώς τα μάτια του αδερφού της γύρισαν μέχρι να γίνουν άσπρα, και όταν τον άφησε, το σώμα του Άλεξ σωριάστηκε στο δάπεδο.
<<Άλεξ! >>
Κουνήθηκε κάτω από το σώμα του δαίμονα και επιτέλους την άφησε ελεύθερη, με αποτέλεσμα το κορίτσι να πέσει απότομα από το κρεβάτι.
Σηκώθηκε όρθια και πλησίασε τον αδερφό της, ο οποίος παρέμενε με τα μάτια κλειστά, πεσμένος επάνω στο χαλί του υπνοδωματίου. Πήρε το πρόσωπο του στα χέρια της και τον φώναξε με το όνομα του, αλλά εκείνος δεν αντέδρασε.
Τότε, έστρεψε το βλέμμα στον Αραέλ ο οποίος, είχε ήδη σηκωθεί όρθιος.
<<Τι του έκανες; >>
Με δυσκολία μπόρεσε να διακρίνει τον δαίμονα μέσα από την παχιά κάλυψη των δακρύων που είχαν σχηματιστεί στα μάτια της.
<<Τι στο καλό του έκανες; >> Επανέλαβε φωναχτά.
<<Εκείνος είναι καλά. >>
Το πρόσωπο του ήταν σοβαρό τώρα, και τα μάτια του είχαν επιστρέψει στο φυσιολογικό τους χρώμα. Άργησε ένα δευτερόλεπτο να αφομοιώσει τα λόγια του.
<<Τι; >>
<<Κοιμάται. >>
Η Κατρίνα ξεφύσησε.
Γύρισε από την άλλη και γονάτισε για να τον δει πιο προσεκτικά. Η πλάτη του ανεβοκατέβαινε αργά, σύμφωνα με αυτό ανέπνεε.
Κοίταξε ξανά τον Αραέλ. Είχε καθίσει επάνω στο κρεβάτι της και παρατηρούσε το θέαμα ήρεμος, σα να μην έφταιγε αυτός για την κατάσταση του αδερφού της.
<<Αναθεματισμένε. >>
<<Και τώρα γιατί με βρίζεις; Δεν έκανε απολύτως τίποτα. >> Απάντησε <<Καταλαβαίνεις ότι, από όλα τα πράγματα που μπορούσα να του είχα κάνει, μονάχα τον έκανα να χάσει τις αισθήσεις του; >>
Πίεσε τα χείλη και έστρεψε την προσοχή στον Άλεξ.
Προσπάθησε να τον σηκώσει αλλά ήταν αδύνατον. Μούγκρισε και ο Αραέλ πάσχισε να μην γελάσει.
<<Μπορείς να με βοηθήσεις; >> Ρώτησε εκνευρισμένη.
<<Γιατί; >>
<<Δεν μπορώ να τον αφήσω εδώ. >>
<<Φαίνεται πολύ καλά εκεί. Είναι σαν εκείνα τα χαλιά φτιαγμένα από νεκρά ζώα που εσείς οι θνητοί συνηθίζετε να έχετε. >>
Πήρε μια βαθιά ανάσα για να ηρεμήσει και για να μην κάνει καμία ανοησία, όχι με τον αδερφό της στο ίδιο δωμάτιο με εκείνον. Τα μάτια της συναντήθηκε με αυτά του δαίμονα.
<<Σε παρακαλώ, Αραέλ...>>
Παρέμεινε για λίγα δευτερόλεπτα να την κοιτάει. Μετά, αναστέναξε και σηκώθηκε όρθιος.
Άρπαξε το πουκάμισο του Αλέξανδρου για να τον σηκώσει από το δάπεδο, με μία τρομακτική ευκολία, σα να ήταν ένα πούπουλο. Στήριξε το στέρνο του κοιμισμένου άντρα στο πλευρό του κορμιού του μονάχα με την βοήθεια ενός μπράτσου, και άρχισε να βαδίζει μαζί με εκείνον έξω από το υπνοδωμάτιο. Η Κατρίνα τους ακολούθησε με γρήγορα βήματα, επιθυμώντας να τον είχε κουβαλήσει πιο προσεκτικά, αλλά δεν ήταν σε θέση να απαιτήσει τίποτα.
Όταν έφτασαν στο διπλανό δωμάτιο, εκείνο που κοιμόταν ο αδερφός της κάθε φορά που την επισκεπτόταν...δηλαδή μία στο τόσο..., ο Αραέλ τον άφησε επάνω στο κρεβάτι σα να ήταν ένα σακί πατάτες.
Η κοπέλα πλησίασε προς το μέρος του και τοποθέτησε καλά τα πόδια του στο κρεβάτι. Άρπαξε το πάπλωμα που ήταν στρυμωγμένο προς τα πίσω και το τράβηξε μέχρι να σκεπάσει όλο το σώμα του.
Είδε τον Αραέλ να τους πλησιάζει και αναστατώθηκε.
<<Τι θα κάνεις; >>
<<Με είδε, Κατρίνα. >>
Την έσπρωξε απαλά από τον ώμο για να φύγει από τον δρόμο του. Έγειρε προς το μέρος του Αλέξανδρου και τοποθέτησε ένα χέρι πάνω από το κούτελο του, και έμεινε σε αυτή την στάση για μερικά δευτερόλεπτα.
Εκείνη την στιγμή, πριν ο δαίμονας να είχε σηκωθεί, παρατήρησε κάτι παράξενο στο γυμνό δέρμα της ανάστροφης του χεριού του. Κάτι που, λόγω του ότι τα φτερά το έκρυβαν, δεν μπορούσε να το δει από πριν.
Μακριές και ακανόνιστες γραμμές που κατευθύνονταν παντού έκρυβαν μεγάλο μέρος της πλάτης του. Στην πραγματικότητα, δεν ήταν αρκετά σκανδαλώδεις, ίσα που διακρίνονταν από το χλωμό δέρμα του, αλλά το κορίτσι δεν χρειάστηκε να πλησιάσει για να καταλάβει πως ήταν τεράστιες ουλές.
Ταρακουνήθηκε από την θέση της όταν ο Αραέλ γύρισε προς το μέρος της, και ανάγκασε αμέσως τον εαυτό της να ξεχάσει αυτό που είδε.
Αλλά ήξερε ότι ήδη ήταν αργά.
<<Τι του έκανες τώρα; >> Έθεσε την ερώτηση.
<<Διέγραψα την συνάντηση μας. >>
<<Διέγραψες την μνήμη του αδερφού μου;! >>
<<Ναι, Κατρίνα, έτσι ηλίθιος είμαι. >> Μουρμούρισε. <<Μονάχα διέγραψα εκείνη τη μικρή συνάντηση. >>
<<Πώς είσαι τόσο σίγουρος; >>
<<Λοιπόν, αν ξυπνήσει και λέει ασυναρτησίες, θα πρέπει να σου ζητήσω συγγνώμη. >>
<<Και αυτό ήταν; >> Ζήτησε να μάθει <<Τοποθέτησες ένα χέρι επάνω στο κεφάλι του και αυτό ήταν όλο; >>
<<Τι περίμενες; Να βγουν πυροτεχνήματα; Λοιπόν, λυπάμαι που σε απογοητεύω. >>
Αναστέναξε ανακουφισμένη ξέροντας ότι ο αδερφός της ήταν μια χαρά και πως δεν θα θυμόταν τίποτα από ότι είχε συμβεί.
Τότε, μία αποκάλυψη φώτισε το μυαλό της και κοίταξε τον Αραέλ με καχυποψία.
<<Αυτό είναι... >> Ψιθύρισε.
<<Τι πράγμα; >>
<<Α-αυτό είναι...>> Είπε με κομμένη την ανάσα <<Αυτό που έκανες εκείνη την φορά στο αφεντικό μου, που έκανες τώρα στον αδερφό μου...Αυτό δεν μπορείς να κάνεις με μένα. >>
Ο δαίμονας πίεσε τα χείλη. Δεν χρειάστηκε να της απαντήσει.
Βγήκε από το δωμάτιο, σχεδόν σπρώχνοντας τον ώμο της. Τον ακολούθησε κλείνοντας την πόρτα προσεκτικά πίσω της.
Όταν έφτασε στο υπνοδωμάτιο της τον είδε να ξαπλώνει πάλι επάνω στο κρεβάτι, αλλά αυτή την φορά μονάχα αναστέναξε ως απάντηση.
Καθάρισε τον λαιμό της. Η περιέργεια την έτρωγε, έπρεπε να ρωτήσει.
<<Τ-τι...; >> Κατάπιε με δυσκολία <<Τι έπαθες στην πλάτη σου; >>
Στην αρχή φάνηκε μπερδεμένος σα να μην αντιλαμβανόταν τι τον είχε ρωτήσει, αλλά μετά από ένα δευτερόλεπτο το ύφος του άλλαξε σε πιο σοβαρό.
Αναρωτιέμαι πόσο παλαιές μπορεί να είναι οι ουλές που ο ίδιος ξέχασε ότι υπήρχαν.
Απέφυγε το βλέμμα της.
<<Θυμάσαι τα όρια που σου είπα; >> Ρώτησε με βραχνή φωνή. Η Σμίθ κούνησε το κεφάλι καταφατικά αν και δεν την κοιτούσε <<Έχει να κάνει με αυτό. >>
Ήξερε τι σήμαινε αυτό: ότι δεν έπρεπε να κάνει περισσότερες ερωτήσεις.
Οι γονείς του έκαναν αυτές τις ουλές; Με αυτό ασχολούνταν οι πρόγονοι τους σε εκείνο το φρικτό μέρος; Να βασανίζουν τα παιδιά τους;
<<Μπορώ να τις δω; >>
Ένα γέλιο ξέφυγε από τα χείλη του.
<<Είσαι πεισματάρα, έτσι; >> Έκανε την ερώτηση με ένα τόνο φωνής απειλητικό. Κάρφωσε πάλι τα μάτια του στην Κατρίνα <<Τι μέρος του δεν θέλω να ρωτάς, ούτε να αφήνεις υπονοούμενα σχετικά με αυτό το θέμα δεν κατάλαβες; >>
Εκείνη βλεφάρισε. Η νευρικότητα που της προκάλεσε ο τόνος της φωνής του εμφάνισε στην επιφάνεια ένα καινούργιο φόβο.
Η καρδιά της φτερούγισε όταν τον είδε να σηκώνεται όρθιος και, χωρίς να περιμένει ούτε ένα δευτερόλεπτο, άρχισε να την πλησιάζει με δρασκελιές. Ήξερε ότι πάλι τον έκανε να θυμώσει.
Ο τρόμος την κατέκλυσε σε μονάχα μία στιγμή καθώς οπισθοχωρούσε, αλλά η πλάτη της συνάντησε το γραφείο και πάγωσε.
Ο Αραέλ στάθηκε ακριβώς μπροστά της. Η ανάσα του ήταν ακανόνιστη και το σαγόνι του σφιγμένο. Οι παλάμες των χεριών του έκλεισαν σε γροθιές, οι μυς των μπράτσων του φάνηκαν να πρήζονται ελαφρά και το κορίτσι κατάπιε με δυσκολία. Για ένα βάναυσο και επώδυνο δευτερόλεπτο, πίστεψε ότι θα την χτυπούσε.
Όμως τότε, στην επόμενη στιγμή, δίχως να πει τίποτα άλλο, όλη η επιβλητική του φιγούρα μετατράπηκε σε ένα μεγάλο σκοτεινό σύννεφο.
Άφησε τον αέρα, που δεν ήξερε ότι τόση ώρα κρατούσε μέσα της, να φύγει από τα πνευμόνια της. Ο μαύρος καπνός που άφησε όταν εξαφανίστηκε διαλύθηκε και εκείνη έμεινε για λίγα λεπτά να κοιτάει χαμένη το δάπεδο.
Όταν επιτέλους οι παλμοί της καρδιάς της ηρέμησαν και η ανάσα της επέστρεψε πάλι στο φυσιολογικό, προχώρησε μέχρι το κρεβάτι και έπεσε επάνω στο στρώμα.
Η κούραση που ένιωθε ήταν αρκετή, και μονάχα λίγα λεπτά είχε μείνει με τον δαίμονα. Ο ευέξαπτος χαρακτήρας του της ρουφούσε όλες τις δυνάμεις. Πώς ήταν δυνατόν κάποιος την μια στιγμή να έδειχνε ήρεμος και σοβαρός, και το επόμενο δευτερόλεπτο να ήταν η ζωντανή εικόνα της οργής;
Η αίσθηση της ζέστης και το άρωμα που είχαν τα παπλώματα ήταν δικό του. Εκείνο το αναθεματισμένο άρωμα, γλυκό και μεθυστικό...
Ανυπόφορο.
Σηκώθηκε όρθια, αν και επιθυμούσε να κοιμηθεί, έβγαλε τα παπλώματα με ένα μόνο τράβηγμα και τα πήρε στο μικρό δωματιάκι για να τα πλύνει.
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro