Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Κεφάλαιο 18

«Έχω μετανιώσει ήδη» είπε τρομαγμένη, αρπάζοντας το μπράτσο της Νοέλιας «Πάμε σε άλλο μέρος. Σε παρακαλώ, ας φύγουμε από εδώ».

Εκείνη κούνησε το κεφάλι αρνητικά και μούγκρισε.

«Είναι ένα απλό πάρτι, Κατρίνα» είπε μέσα από τα δόντια της «Δεν θα σου συμβεί τίποτα κακό εδώ. Άλλωστε, ήρθαμε εδώ για να γιορτάσουμε τα γενέθλια σου».

«Κάνεις λάθος. Το πάρτι είναι μόνο για τον Αλέξανδρο» την διόρθωσε «Οι περισσότεροι εδώ δεν με γνωρίζουν. Ήταν κακή ιδέα όλο αυτό, φύγαμε!»

Η Σμιθ άρχισε να κατευθύνεται προς τα εκεί που ήρθανε, αλλά τα χέρια της φίλης της την άρπαξαν από τους ώμους.

«Όχι, Κατρίνα. Θα εισέλθουμε εκεί μέσα, θα χορέψουμε, θα φλερτάρουμε και θα μεθύσουμε μέχρι να μην θυμόμαστε τίποτα, εντάξει; Για αυτό κουνήσου και συνόδευσε με».

Η κοπέλα κατάπιε με δυσκολία καθώς μελετούσε την σοβαρή έκφρασή της Νοέλιας, τα καστανά της μάτια μισόκλειστα και τα χείλη της σουφρωμένα από θυμό. Πώς ένα άτομο τόσο μικροσκοπικό μπορούσε να φαίνεται τόσο απειλητικό;

«Πολύ καλά!» τραύλισε, προσπαθώντας να ακουστεί ενοχλημένη «Αλλά την επόμενη φορά που θα βγούμε, θέλω να ντυθείς με κόκκινα ρούχα, σαν μία καταραμένη φράουλα, εντάξει;!»

«Έγινε!» απάντησε με αποφασιστικότητα.

Ήτανε ο Αλέξανδρος, ο αδερφός της, που της έδωσε την διεύθυνση του σπιτιού όπου θα γινόταν το πάρτι. Εκείνος επιβεβαίωσε αυτό που η Έλενα είπε, αφού η ίδια το πρωί την είχε πλησιάσει προτείνοντας της να παρευρεθεί εκεί. Αν και δεν το είπε φωναχτά, η Σμιθ κατάλαβε αμέσως πως η πρώην φίλη της και ο αδερφός της περίμεναν να δουν το αγόρι της, το υποτιθέμενο αγόρι της ονόματι Άλαν.

Θα τους απογοητεύσω στο τέλος και τους δυο όταν θα με δουν συνοδευμένη με την Νοέλια αντί με το αγόρι μου...

Από το απέναντι πεζοδρόμιο μπόρεσαν να ακούσουν την μουσική και να δουν το πλήθος αγνώστων. Προχώρησαν μέχρι να διασταυρώσουν το άπλετο γρασίδι, όπου εκεί βρισκόταν μία παρέα αγοριών που κάπνιζαν και μιλούσαν χαλαροί. Η Νοέλια την οδήγησε στο εσωτερικό της οικείας σα να ήτανε δική της, προσπερνώντας τους ανθρώπους που γελούσαν και έπιναν. Στον χώρο, όλα φαίνονταν ακατάστατα, ολόκληρη η ατμόσφαιρα λουσμένη με πολύχρωμα φώτα που άλλαζαν αποχρώσεις κάθε λίγα δευτερόλεπτα. Η Κατρίνα δεν μπορούσε να δει τίποτα καθαρά, επειδή σε εκείνο το μέρος υπήρχαν τόσα άτομα που δεν διακρινόταν κανένας καλά, ούτε τα έπιπλα, ούτε η βαφή στους τοίχους.

Μετά από λίγα λεπτά, ένιωσε ανασφαλής διότι δεν μπορούσε να βρει τον αδερφό της ούτε την Έλενα. Της ήταν αδύνατο να αναγνωρίσει κάποιο πρόσωπο εκεί, και από την μια στιγμή στην άλλη η θορυβώδης μουσική του κλαμπ άρχισε να την ενοχλεί. Η ζέστη που εκπέμπαν οι άνθρωποι ενώ χόρευαν στη μέση του χώρου, οι περίεργες μυρωδιές, τα θορυβώδες γέλια, όλα αυτά της φάνηκαν αρκετά χαοτικά. Ένιωθε εντελώς εκτός τόπου και χρόνου. Ωστόσο, η Νοέλια το πρόσεξε εγκαίρως και κατάφερε να της αποσπάσει την προσοχή. Της έδωσε ένα πλαστικό ποτήρι που ως περιεχόμενο υπήρχε μία ανάμειξη από βότκα και χυμό πορτοκάλι.

Δεν ξέρω αν ήταν οι προσπάθειες της Νοέλιας ή η ζέστη που μου προκάλεσε το ποτό, αλλά κατέληξα να μιλάω για μερικά λεπτά με αγόρια που, απ' ότι έμαθα, ήταν μαζί σε κάποια μαθήματα με τον αδερφό μου, και εκείνοι ξαφνιάστηκαν επειδή ο ηλίθιος ο Άλεξ ποτέ δεν τους ανάφερε πως είχε μία αδερφή σαν κι εμένα.

Τελικά, ανακουφίστηκε όταν βρήκε τον αδερφό της, να συζητάει με την πρώην κοπέλα του, εκείνη που ένιωσε πόνο εξαιτίας του Αραέλ όταν ο ίδιος χρησιμοποίησε τις ικανότητες επάνω της.

Έξαφνα, εκείνη την στιγμή, ένιωσε ένα ρεύμα πάγου να διαπερνάει την ραχοκοκαλιά της. Ένα κρύο που ήταν αδύνατον να νιώσει καθώς βρισκόταν περικυκλωμένη από μεθυσμένα αγόρια τα οποία χόρευαν στον χώρο, και πολύ λιγότερο έχοντας στο σύστημα της αλκοόλ. Η αίσθηση πως την παρακολουθούσαν της παρήγαγε ένα περίεργο συνδυασμό συναισθημάτων, καθώς ένα άβολο βάρος έσφιγγε το στομάχι της.

Παρατήρησε κάθε άτομο που βρισκόταν σε εκείνο το μέρος, μέχρι που σταμάτησε σε δύο αγόρια των οποίων τα πρόσωπα αναγνώρισε αμέσως. Πρόσωπα που δεν μπορούσαν να μοιάζουν με κανέναν, με μάτια που δεν φαίνονταν να ανήκουν σε αυτό τον κόσμο: ένα ζευγάρι πορτοκαλί μάτια σαν το μέλι και ακόμη ένα στο χρώμα του μετάλλου.

Οι παλμοί της καρδιάς της επιτάχυναν απότομα, και ξαφνικά θέλησε να βγάλει όλο το περιεχόμενο από το στομάχι της.

Η Νοέλια κατάλαβε ποιους έβλεπα πιο γρήγορα από ό,τι θα ήθελα. Ήμουν αρκετά δειλή για να φύγω από εκεί, χωρίς να της δώσω εξηγήσεις. Αλλά, δεν το έκανα.

Για μια στιγμή φάνηκε μπερδεμένη, αλλά η έκφρασή της άλλαξε αμέσως. Τώρα έδειχνε χαρούμενη: «Δεν μου είπες ότι θα έρχονταν ο Άλαν και ο Τόμας!» Φώναξε για να ακουστεί πάνω από δυνατό θόρυβο της μουσικής.

«Δεν το γνώριζα...» Χαμήλωσε το βλέμμα, διότι ξαφνικά ένιωσε αρκετά νευρική.

«Τι;!»

«Σου είπα, δεν το γνώριζα!» αναφώνησε γέρνοντας προς το μέρος της.

Η Νοέλια έγνεψε θετικά. Στη συνέχεια, έψαξε πάλι τα δύο αγόρια με το βλέμμα και το πρόσωπό της υιοθέτησε μία παράξενη έκφραση.

«Πού είναι;» ρώτησε.

Η Κατρίνα σούφρωσε τα φρύδια και σήκωσε το βλέμμα προς την γωνία όπου τους είχε βρει, αλλά πλέον δεν βρίσκονταν εκεί.

Κάποιος τοποθέτησε το χέρι του στον ώμο της και η κοπέλα γύρισε απότομα, ταραγμένη αφού συναντήθηκε με τους δύο δαίμονες, πολύ κοντά τους.

«Άλαν! Τόμας!» φώναξε εκείνη ενθουσιασμένη, αλλά επίσης ξαφνιασμένη.

Η Σμιθ ήξερε ότι ο Αραέλ μπορούσε να είναι γοητευτικός με ό,τι κι αν φορούσε, αλλά κατά κάποιο τρόπο σήμερα της φάνηκε ιδιαίτερα κομψός με εκείνο το μαύρο πουκάμισο, το παντελόνι ίδιου χρώματος και το κλασικό του σακάκι που τόσο πολύ της άρεσε επάνω του, το ίδιο σακάκι που της είχε τοποθετήσει στους ώμους της εκείνη την φορά που περπάτησαν μέχρι το σπίτι της. Ο Κάλεμπ φορούσε ένα σκουρόχρωμο γαλάζιο πουκάμισο, κάτι που παραξένευσε την Νοέλια αφού ήταν το αγαπημένο της χρώμα.

«Νιώθω πως είμαστε τα πιο τυχερά αγόρια που έχουμε τόσο όμορφα κορίτσια μπροστά στα μάτια μας» Είπε ο Αραέλ και, περιέργως, δεν χρειάστηκε να υψώσει πολύ την φωνή του για να ακουστεί πάνω από το χαοτικό θόρυβο του πάρτι. Αμέσως η Κατρίνα ένιωσε μία θερμότητα να ανεβαίνει στα μάγουλά της. Δίπλα της, η Νοέλια αντέδρασε το ίδιο. Που να πάρει, ο άθλιος ξέρει τι κάνει. Στη συνέχεια, έγειρε το κεφάλι προς τον Κάλεμπ, σηκώνοντας το ένα φρύδι «Δεν συμφωνείς, Τόμας;»

Ο Κάλεμπ τον κοίταξε για μία στιγμή, για να στρέφει μετά το βλέμμα προς τα κορίτσια, αν και τα μάτια του σταμάτησε στην Νοέλια.

«Χωρίς καμία αμφιβολία» απάντησε ο δαίμονας, δίχως επίσης να χρειαστεί να υψώσει την φωνή του για να ακουστεί.

Εκείνη άφησε ένα νευρικό γέλιο να ξεφύγει από τα χείλη της, λέγοντας ένα ευχαριστώ, ενώ η Κατρίνα πίεσε τα χείλη νιώθοντας να μεγαλώνει ένας κόμπος στο στομάχι της.

«Ε-επιστρέφω» τραύλισε, «θα πάω να φέρω ποτά».

Η Νοέλια νευρική και ψάχνοντας δικαιολογίες για να ξεφύγει; Αυτό ήτανε πολύ περίεργο.

Απομακρύνθηκε για να χαθεί γρήγορα μέσα από το πλήθος, και η Σμιθ έριξε ένα βλέμμα στους δύο δαίμονες με οργή.

«Γιατί είστε εδώ;» είπε μέσα από τα δόντια της.

«Γνωρίζω την εορτάζουσα» είπε ο Αραέλ ήρεμος.

«Έπρεπε να με ειδοποιήσεις» ξεφύσησε.

«Σε ενοχλεί που είμαστε εδώ;» απάντησε χαμογελώντας, λες και αυτή η κατάσταση τον διασκέδαζε «Ο Κάλεμπ έχει καιρό να παρευρεθεί σε ένα πάρτι, σκέφτηκα πως θα ήταν μία καλή ιδέα να διασκεδάσει».

Ο αναφερόμενος τον κοίταξε συνοφρυωμένος και πίεσε τα χείλη νιώθοντας άβολα.

«Στα αλήθεια τώρα, συμφώνησες με κάτι τέτοιο;» ρώτησε απευθυνόμενη στον Κάλεμπ, ενώ σταύρωνε τα χέρια. Εκείνος χαμήλωσε το βλέμμα στο δάπεδο. Η κοπέλα αναστέναξε υποκύπτοντας «Τουλάχιστον, είστε μόνο εσείς οι δυο».

Αναστατώθηκε όταν πρόσεξε τον ένα δαίμονα να κάνει μία γκριμάτσα, την ίδια στιγμή που ο Αραέλ εμφάνιζε πάλι ένα χαμόγελο στο πρόσωπό του, μία έκφραση που της φάνηκε να είναι φορτωμένη από πονηριά, και τότε έδειξε με το ένα δάκτυλο του προς τα πίσω της.

Μόλις η θνητή γύρισε, μπόρεσε να αναγνωρίζει λιγάκι πιο μακριά την Άρια, φορώντας ένα κοντό μαύρο αστραφτερό φόρεμα, καθισμένη χαλαρά σε ένα τριθέσιο καναπέ, συζητώντας με ένα αγόρι και ένα κορίτσι. Έξαφνα, η δαίμονας άρπαξε από το πηγούνι τον νεαρό και του έδωσε ένα παθιασμένο φιλί. Η Κατρίνα ξαφνιασμένη, την είδε να απομακρύνεται από εκείνον και να γυρνάει προς το μέρος της κοπέλας..., για να την φιλήσει επίσης.

Δεν μπόρεσε να αποτρέψει τον εαυτό της από το να βγάλει μία κραυγή έκπληξης.

Ο Αραέλ γέλασε με την έκφραση της Κατρίνας, και ο Κάλεμπ απλά ανασήκωσε τους ώμους, λες και αυτό ήτανε κάτι που ο ίδιος είχε ήδη συνηθίσει να βλέπει.

Ο ρυθμός της μουσικής άλλαξε σε ένα ακόμη πιο χορευτικό, και η παρέα που βρισκόταν στο κέντρο τσίριξαν ενθουσιασμένοι.

«Κατρίνα!» Η φωνή της Νοέλιας έφτασε στα αυτιά της. Βρήκε με το βλέμμα την φίλη της και την είδε να σπρώχνει το πλήθος ατόμων μέχρι να φτάσει προς το μέρος τους. Όταν στάθηκε μπροστά τους, ήταν λαχανιασμένη «Όλο αυτό είναι ένα χάος! Είναι τέλεια! Θα έπρεπε να πάμε στο πανεπιστήμιο!»

«Τόμας, γιατί δεν ζητάς από την Νοέλια να χορέψετε;» Ακούστηκε ο Αραέλ, ο οποίος τοποθέτησε το ένα χέρι στον ώμο του δαίμονα για να τον σπρώξει μετά απαλά προς το μέρος της Νοέλιας.

Οι δυο τινάχτηκαν όταν κατάλαβαν πως ξαφνικά βρέθηκαν πολύ κοντά. Η Σμιθ κοίταξε τον Αραέλ με υποψία, αλλά εκείνος της έκλεισε το ένα μάτι ως απάντηση.

Η Νοέλια είπε κάτι στον Κάλεμπ, όμως δεν μπόρεσα να ακούσω λόγω της δυνατής μουσικής. Αναρωτιέμαι τι μπορεί να σκαρώνουν οι δυο τους. Θέλησα να μιλήσω μαζί του για να τον ρωτήσω, αλλά τότε εκείνη τον άρπαξε από το χέρι και άρχισε να τον τραβάει προς τον όχλο που χόρευαν πιο πέρα. Μπόρεσα να δω την έκφραση πανικού στο πρόσωπο του δαίμονα, πριν εκείνοι να χαθούν από το οπτικό μου πεδίο. Ο Κάλεμπ έχει πανικοβληθεί; Περίεργο. Αμέσως ένιωσα κάτι να με ωθεί για να πάω να τους βρω. Που να πάρει. Γιατί υπήρχε τόσος κόσμος σε αυτό το μέρος; Τόσο διάσημος ήταν ο αδερφός μου;

Εκείνη την στιγμή, ο Αραέλ την τράβηξε από το χέρι με μία κίνηση κάπως απότομη, και τότε το μπράτσο του τυλίχτηκε γύρω από τη μέση της. Η καρδιά της επιτάχυνε τους παλμούς όταν πρόσεξε πως βρισκόταν επικίνδυνα κοντά στο κορμί του.

«Είσαι πολύ όμορφη» είπε σχεδόν με ένα σιγανό μουγκρητό, με τα χείλη του να αγγίζουν απαλά το αυτί της.

Το κορίτσι σούφρωσε τα φρύδια. Δεν ήτανε ντυμένη όπως οι άλλες κοπέλες στο πάρτι. Η Νοέλια ναι είχε όντως ντυθεί όμορφα. Βαμμένη με απαλά χρώματα. Ήταν πολύ εντυπωσιακή φορώντας εκείνο το στενό μαύρο φόρεμα, και που μόλις η Κατρίνα την είδε ένιωσε αμέσως ένα τσίμπημα ανασφάλειας με τον εαυτό της.

Από την άλλη εγώ είχα ντυθεί με ένα μαύρο jean, ένα ζευγάρι μπότες ίδιου χρώματος, μία άσπρη απλή μπλούζα και ένα δερμάτινο κόκκινο σακάκι. Τίποτα το ιδιαίτερο.

«Με κοροϊδεύεις;» Γύρισε το κεφάλι για να τον κοιτάξει, αν και ένιωσε νευρική όταν πρόσεξε πόσο κοντά βρισκόταν το πρόσωπό του.

«Γιατί ποτέ δεν με εμπιστεύεσαι; Την αλήθεια λέω, Κατρίνα».

Ένιωσε μία μικρή αμηχανία, αλλά κούνησε το κεφάλι «Τι παιχνίδι παίζεις Αραέλ;»

Είδε την έκφραση του να αλλάζει. Το διασκέδαζε και ήταν χαλαρός, κάτι για το οποίο η θνητή δεν τον είχε συνηθίσει. Ένα ίχνος πονηριάς της φάνηκε να περνάει φευγαλέα από το βλέμμα του.

«Δεν παίζω κανένα παιχνίδι, Κατρίνα».

«Αν σε ήθελα εδώ, θα σε προσκαλούσα».

«Ξέρεις ότι αυτό δεν είναι αλήθεια» Ένας αναστεναγμός ξέφυγε από το στόμα του καθώς έστρεφε το βλέμμα προς την οχλαγωγία στο κέντρο της αίθουσας «Αλλά αν πραγματικά σε ενοχλεί που βρίσκομαι εδώ, τότε θα φύγω».

Έσφιξε τα χέρια σε γροθιές, νιώθοντας οργισμένη αλλά επίσης συγχυσμένη.

Έμειναν να κοιτιούνται μεταξύ τους ακτινοβολώντας με το βλέμμα οργή για λίγα δευτερόλεπτα, μέχρι που η μία άκρη των χειλιών του δαίμονα τραβήχτηκε σε ένα χαμόγελο. Την έσφιξε περισσότερο επάνω του και το σώμα της έμεινε κολλημένο στο δικό του, δίχως να υπάρχει κανένα πιθανό κενό ανάμεσά τους.

Κατέβασε το κεφάλι, ανίκανη να τον κοιτάξει κατευθείαν στα μάτια. Ένιωσε τα μάγουλά της να φλέγονται.

«Πραγματικά δεν καταλαβαίνω τι κάνεις εδώ;» μουρμούρισε, κρυμμένη στο λαιμό του. Κοίταξε πίσω της, απλά για να δει την Άρια να γελάει με ένα αγόρι «Καταλαβαίνω τι θέλει εδώ η ξαδέρφη σου, φαίνεται πως τα πάρτι της αρέσουν, αλλά εσύ; Σε αυτό το μέρος συχνάζουν πολλοί άνθρωποι. Δεν νιώθεις άβολα;»

Ο δαίμονας έκανε ένα νεύμα με το κεφάλι προς τα αριστερά και το κορίτσι γύρισε προς εκείνη την κατεύθυνση που της έδειξε. Αμέσως είδε την Έλενα, η οποία είχε γουρλωμένα τα μάτια. Βρισκόταν μαζί με μία παρέα τεσσάρων κοριτσιών που η Σμιθ δεν γνώριζε. Ταράχτηκε όταν τα μάτια τους συναντήθηκαν, αλλά μετά σούφρωσε τα χείλη και έστρεψε το βλέμμα αλλού, δείχνοντας της έτσι πως δεν την ενδιέφερε τι έκανε η Κατρίνα σε εκείνο το πάρτι.

«Γιατί δεν δείχνεις στη φίλη σου πως δεν σε ενδιαφέρει που βρίσκεται εδώ και πως περνάς υπέροχα;» ρώτησε με φανερή πονηριά στον τόνο της φωνής του.

«Τι ξέρεις εσύ για την σχέση μου με την Έλενα;»

«Σου είπα ότι πάντα ξέρω τι συμβαίνει με σένα» Πέρασε την παλάμη από τα μαλλιά της και, δίχως να το θέλει, ανατρίχιασε «Δεν θες να την εκδικηθείς λιγάκι;»

Τον κοίταξε με υποψία.

«Ψεύτη, μονάχα θέλεις να σου δώσω άλλο ένα φιλί» είπε σαρκαστικά.

«Αυτό επίσης» Το χαμόγελο του μεγάλωσε «Με ένα σμπάρο δυο τρυγόνια, βλέπεις;»

Κατάπιε με δυσκολία. Και τότε, δεν μπόρεσε να το αποφύγει.

Έμεινε ακίνητη καθώς εκείνος έγερνε το κεφάλι προς το μέρος της.

Το φιλί ήτανε διαφορετικό από τα άλλα που της είχε δώσει.

Αργό και συνάμα παθιασμένο, σα να ήταν η πρώτη φορά που άγγιζε τα χείλη της.

Γιατί κάθε φιλί του πάντα με ξαφνιάζει;

Κατά κάποιο τρόπο, ένιωθε πως αυτό δεν ήταν σωστό. Και τι γινόταν με την Άρια και τον Κάλεμπ; Βρίσκονταν εκεί, μαζί τους. Τι θα σκέφτονταν εκείνοι; Δεν τον ένοιαζε τον Αραέλ αυτό; Και αν την έβλεπε ο αδερφός της; Τότε, θα έπρεπε σίγουρα να του δώσει εξηγήσεις.

Το μυαλό της έσβησε οποιαδήποτε σκέψη όταν ένιωσε τη γλώσσα του. Οι αμφιβολίες έγιναν καπνός και διασκορπίστηκαν, και άφησε το ένστικτο της να την καθοδηγήσει. Άφησε, για μια στιγμή, μονάχα τα συναισθήματα να πάρουν τον έλεγχο και τύλιξε τα χέρια γύρω από τον λαιμό του για να τον τραβήξει περισσότερο προς το μέρος της, αν και αμφέβαλλε αν αυτό ήταν δυνατόν.

Ο επίμονος θόρυβος της μουσικής σώπασε μέσα στο κεφάλι της, όπως και κάθε άτομο που βρισκόταν τριγύρω τους.

Για μία στιγμή, δεν υπήρχε τίποτα άλλο από τον Αραέλ και την Κατρίνα.

Το χαμόγελο του πλάσματος διέκοψε την επαφή. Η θερμότητα και το μυρμήγκιασμα που έμεινε στα χείλη της φάνηκε να εξαπλώνεται στα υπόλοιπα μέρη του σώματος της.

Γιατί τρέμω, Θεούλη μου;

«Θες να μάθεις τι σκέφτεται η φίλη σου τώρα;» έθεσε το ερώτημα με ένα βραχνό ψίθυρο.

Κούνησε το κεφάλι αρνητικά, μη εμπιστεύοντας τον τόνο που θα είχε η φωνή της.

Εκείνος απομακρύνθηκε λιγάκι, και το κορίτσι κατέβασε τα χέρια. Όχι, η αλήθεια είναι ότι δεν θέλω να μάθω, ούτε να δω την αντίδραση της Έλενας. Έτσι μονάχα έκανα ένα μισό βήμα πίσω, αλλά δεν μπόρεσα να απομακρυνθώ αρκετά, διότι ο Αραέλ ακόμη είχε τα χέρα του στην μέση μου.

«Υποθέτω πως δεν χορεύεις» τον άκουσε να της λέει, ενώ τα μάτια του παρατηρούσαν το σώμα της.

«Όχι. Εσύ ναι;» ρώτησε περίεργη αφού διέκρινε μία λάμψη στο βλέμμα του.

«Όχι αυτού του είδους μουσική» ομολόγησε καθώς κοίταξε καχύποπτα τα άτομα που χόρευαν τριγύρω τους. Στη συνέχεια, το βλέμμα του επέστρεψε στο πρόσωπό της «Όμως θα μπορούσα να το προσπαθήσω μαζί σου».

Αυτό την έκανε να γελάσει από αμηχανία. Έσμιξε τα φρύδια όταν συνειδητοποίησε αυτό που συνέβαινε. Ήταν παράξενο που τα πήγαιναν καλά μεταξύ τους, χωρίς να κοιτάζονται με οργή.

Αρκετά παράξενο. Για ένα επώδυνο δευτερόλεπτο, νιώθοντας ένα έντονο συναίσθημα να μεγαλώνει στην καρδιά της καθώς θαύμαζε το πρόσωπο του, σχεδόν ξέχασε τι πλάσμα ήταν εκείνος, τι ήταν εκείνη.

Σχεδόν...

...Μέχρι που το χαμόγελο του σβήστηκε, και η έκφραση του έγινε σοβαρή. Εκείνη την στιγμή, τα γουρλωμένα μάτια του ταξίδεψαν σε όλο το χώρο, και η Σμιθ κατάλαβε ότι κάτι τον αναστάτωσε.

«Τι συμβαίνει;»

«Ψάξε τον Κάλεμπ και την Άρια, και μείνε μαζί τους» έκφρασε με εκείνο τον αυταρχικό του τόνο. Ένιωσε την θερμότητα να εγκαταλείπει το κορμί της όταν τα χέρια του απομακρύνθηκαν.

«Πού πας;»

«Κάνε ότι σου λέω» διέταξε με βραχνή φωνή.

Προχώρησε μερικά διστακτικά βήματα, με μισόκλειστα μάτια, αλλά σταμάτησε όταν η κοπέλα άρπαξε το μπράτσο του.

«Αραέλ, πες μου τι συμβαίνει» ζήτησε με ένα ψίθυρο.

Τα μάτια του κοίταξαν για μια στιγμή το πρόσωπό της, και αυτό της άρκεσε για να αναγνωρίσει τον τρόμο στο δικό του. Αμέσως κατάλαβε ποιος ήταν ο λόγος.

Ο Φόραξ.

«Μείνε μαζί τους».

«Ό-όμως...»

«Είναι μία διαταγή!» είπε μέσα από τα δόντια του, φανερά αναστατωμένος.

Όλο το αίμα φάνηκε να στραγγίζεται από το σώμα της. Μία κραυγή ξέφυγε από τα χείλη της καθώς το έδαφος άρχιζε να κουνιέται.

Ο δαίμονας δεν της έδωσε χρόνο να πει τίποτα άλλο. Τράβηξε το χέρι του και έσπρωξε το πλήθος ανθρώπων για να φύγει.

Τοποθέτησε ένα χέρι επάνω στον τοίχο για να βρει στήριξη, και μονάχα εκείνη την στιγμή μπόρεσε κι η ίδια να το νιώσει. Κάτι παγερό και ταυτοχρόνως βαρύ είχε εμφανιστεί στην ατμόσφαιρα, πολύ διαφορετικό από την αύρα των δαιμόνων που γνώριζε.

Μία άγνωστη παρουσία.

Κατάπιε με δυσκολία. Μετά βίας έφτασε μέχρι τον καναπέ, αλλά η Άρια δεν βρισκόταν πια εκεί. Έψαξε σε όλο το σαλόνι με το βλέμμα, αλλά δεν βρήκε τον Κάλεμπ ούτε την Νοέλια. Σκέφτηκε να βγει έξω να τους ψάξει, αλλά ο Αραέλ είχε εξαφανιστεί από εκείνη την κατεύθυνση, έτσι απέρριψε την συγκεκριμένη σκέψη. Προχώρησε μέχρι να φτάσει στον δεύτερο όροφο, όπου πια δεν υπήρχαν φώτα διάφορων χρωμάτων, αλλά ούτε κάποιο γνωστό πρόσωπο. Ένιωσε ένα σφίξιμο στο στήθος λόγω της απελπισίας που άρχισε να αυξάνεται μέσα της.

Ο διάδρομος του δεύτερου ορόφου ήταν εκτενής, με πολλά υπνοδωμάτια. Άνοιξε την πρώτη πόρτα, αλλά τότε ένα ζευγάρι-των οποίων δεν μπόρεσε να αναγνωρίσει τις φιγούρες τους-που βρισκόταν βυθισμένο στο απόλυτο σκοτάδι της φώναξε να φύγει. Η ανυπομονησία την κατέκλυσε, και αναμείχθηκε με την ανησυχία, αφού δεν μπορούσε να αρχίσει να ανοίγει όλες τις πόρτες. Ήταν ένα πάρτι γεμάτο από νεαρούς, οι περισσότεροι μεθυσμένοι, το πιο σίγουρο ήταν πως σε κάθε δωμάτιο θα συνέβαινε το ίδιο.

Ακούμπησε την πλάτη στον τοίχο του διαδρόμου, με τα μάτια κλειστά και μυαλό γεμάτο αβεβαιότητα, ικετεύοντας ο Αραέλ, η Άρια, ο Κάλεμπ, η Νοέλια, ο αδερφός της και κάθε άτομο σε εκείνο πάρτι να ήταν ασφαλής. Δεν νιώθω καλά. Το στομάχι της ήταν σφιγμένο και κρύος ιδρώτας κάλυπτε το κούτελό της...

Πού στο διάολο είχαν πάει όλοι;

«Τι υπέροχο πάρτι» είπε μία γυναικεία και άγνωστη φωνή.

Κατά κάποιο τρόπο, μπόρεσε να αναγνωρίσει πως είχε ένα τόνο γεμάτο σιγουριά...πονηριά... Αρκετά παρόμοιο με αυτόν που είχε η Άρια.

Η Κατρίνα άνοιξε τα μάτια απότομα και τινάχτηκε στην θέση της όταν βρέθηκε μπροστά από μία κοπέλα, με μακριά κυματιστά ξανθιά μαλλιά. Μία φράντζα κάλυπτε ένα από τα εντυπωσιακά της μάτια, τα οποία είχαν ένα έντονο γαλάζιο σαν το χρώμα του ζαφειριού.

Ένα ανατρίχιασμα εξαπλώθηκε στην πλάτη της, επειδή δεν άργησε περισσότερο από ένα δευτερόλεπτο να παρατηρήσει τι είδους πλάσμα βρισκόταν μπροστά της.

Κάτι στην έκφραση της έκανε την δαίμονα να χαμογελάσει.

«Έχω ακούσει πολλά για σένα» συνέχισε. Η θνητή δεν μπορούσε να αντιδράσει, το μυαλό της φαινόταν να βρίσκεται σε σοκ. Ποια είναι αυτή; Πώς ξέρει για μένα; Δεν υποτίθεται ότι προσπαθούσαν να κρατήσουν την ύπαρξη μου όσο πιο κρυμμένη γινόταν; Δεν καταλαβαίνω «Τι έγινε, κουκλίτσα; Έμεινε άφωνη;» ρώτησε φανερά κοροϊδευτικά «Ή μήπως ο δαίμονας σε άφησε βουβή;»

Τότε, επιτέλους αντέδρασε. Η επικείμενη οργή την έκανε να σουφρώσει τα φρύδια και να την κοιτάξει με τον θυμό χαραγμένο στο πρόσωπό της.

«Εγώ δεν έχω την παραμικρή ιδέα ποια είσαι» είπε η Σμιθ με ένα απότομο τρόπο.

«Λοιπόν θα έπρεπε να συστηθώ» Τα φανταχτερά της μάτια μισόκλεισαν σε μία έκφραση γεμάτη πονηριά «Αν και ο Αραέλ με γνωρίζει πολύ καλά, θα μπορούσες να ρωτήσεις τον ίδιο».

Μία αόρατη δύναμη της προκάλεσε ένα τσίμπημα στο στομάχι, αλλά προσπάθησε να απομακρύνει την αίσθηση.

«Ποια είσαι;» ξεστόμισε, μπήγοντας τα νύχια στις παλάμες, με τον φόβο να κερδίζει έδαφος μέσα της «Τι είναι αυτό που θέλεις;»

Η παρείσακτη άνοιξε την πόρτα που είχε ακριβώς πίσω της, χωρίς να σταματήσει να την κοιτάει.

«Θα μάθεις σύντομα τι θέλω» είπε, πριν να εισέλθει στο σκοτεινό δωμάτιο, που απ' ότι φαίνεται ήτανε άδειο, και να την κλείσει με δύναμη.

Πρέπει να ειδοποιήσω τον Αραέλ πως η παρουσία που είχε νιώσει δεν ήταν του Φόραξ. Να τον βρω είναι σημαντικό αφού εγώ η ίδια δεν μπορώ να κάνω τίποτα ενάντια σε εκείνη την δαίμονα. Αν θέλω να προστατεύσω τα άτομα του πάρτι, πρέπει να βρω κάποιο από τους γνωστούς δαίμονες.

Το κορίτσι δεν άφησε να περάσει ακόμη ένα δευτερόλεπτο και κατέβηκε τρέχοντας τις σκάλες για να βρεθεί πάλι στον πρώτο όροφο. Συγκρούστηκε με μερικούς ανθρώπους και άκουσε επίσης προσβολές, αλλά τίποτα απ' όλα αυτά την ένοιαζαν τώρα.

Άρχισε να περπατάει προς την κεντρική είσοδο του σπιτιού, όταν τους είδε.

Σε μία γωνιά του διαδρόμου της εισόδου, βρήκε τον Αραέλ με την πλάτη ακουμπισμένη στον τοίχο, τα μπράτσα σταυρωμένα επάνω στο στέρνο του και συνοφρυωμένος...ενώ η κοπέλα που είχε δει πριν από λίγο τον κρατούσε από το μπράτσο.

Κάτι μέσα της σφίχτηκε βάναυσα την στιγμή που είδε την δαίμονα να τοποθετεί τα χέρια επάνω στο πρόσωπο του με μία απίστευτη οικειότητα.

Με μία οικειότητα που η Κατρίνα ήταν ανίκανη να νιώσει μαζί του.

Είδε τα χείλη της κοπέλας να κινούνται. Εκείνη είπε κάτι που τον έκανε να την κοιτάξει με έκπληξη. Στη συνέχεια, το σαγόνι του σφίχτηκε και αντάλλαξαν μερικές λέξεις ακόμη, οι οποίες ήταν άγνωστες για την θνητή λόγω της απόστασης, αλλά που, κατά τη γνώμη της, ήταν ένα μικρός τσακωμός.

Και τότε, ανοίγοντας ένα σκοτεινό, βαθύ και οδυνηρό κενό μέσα της, ο Αραέλ χούφτωσε τα μάγουλά της και έγειρε προς το μέρος της για να την φιλήσει.

Ξαφνικά, αυτή που ένιωσε σαν παρείσακτη ήμουν εγώ.

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro