Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Κεφάλαιο 13

«Μίλησα με τους γονείς μου» είπε σιγανά.

«Το ξέρω» μουρμούρισε εκείνος.

«Το νοσοκομείο όπου γεννήθηκα είχε τυλιχτεί στις φλόγες».

«Το ξέρω» επανέλαβε και μετά ξεφύσησε.

Σούφρωσε τα φρύδια, και μία καχυποψία την κατέκλυσε. Πώς στο διάολο ήξερε αυτά τα πράγματα, δίχως η Κατρίνα να του τα είχε πει;

Παρατήρησε την διαδρομή. Πέρασαν ακόμη λίγα λεπτά απόλυτης άβολης σιωπής. Αναστατώθηκε περισσότερο όταν εισήλθαν στα στενά δρομάκια του δάσους. Το ανώμαλο έδαφος έκανε το αυτοκίνητο να κάνει μικρά πηδήματα.

«Και τι υποτίθεται πως θέλεις να δοκιμάσεις;» ρώτησε σπάζοντας την σιωπή, κοιτώντας τριγύρω με περιέργεια, προς τα μεγάλα δέντρα που άρχιζαν να τους περικυκλώνουν.

«Θα δεις».

Ένιωσε ένα σφίξιμο στο στομάχι λόγω της ανησυχίας. Σε μία προσπάθεια να εξαφανίσει εκείνο το αίσθημα, έκλεισε τα χέρια σε γροθιές και κούνησε τα πόδια με ρυθμό. Λίγο πιο μετά, η νευρικότητα που ένιωθε την ανάγκασε να ρωτήσει:

«Δεν απομακρυνόμαστε αρκετά; Θα μπορούσαμε να χαθούμε».

«Διόρθωση: εσύ θα μπορούσες να χαθείς».

«Τι αστείος» απάντησε μέσα από τα δόντια της «Με ανησυχεί πως μπορεί για κάποιο περίεργο λόγο να εξοργιστείς και να με αφήσεις στη μέση του δάσους».

Η έκφραση του άλλαξε. Είχε αρχίσει πραγματικά να τον εκνευρίζει.

«Αν δεν με αφήσεις να μιλήσω και συνεχίσεις να αμφιβάλλεις για αυτό που κάνω, τότε ναι θα σε αφήσω στο έλεος σου».

«Υπάρχουν άγρια ζώα εδώ» είπε ταραγμένη «Ούτε αυτό σε τρομάζει;»

«Οι θνητοί υποτιμάτε τα ζώα. Κανένα δεν θα μας πλησίαζε, επειδή είναι ικανά να αντιλαμβάνονται την αύρα μιας ύπαρξης σαν κι εμένα από αρκετά χιλιόμετρα μακριά» Γύρισε το κεφάλι για να της χαρίσει ένα υποτιμητικό βλέμμα, και χαμογέλασε «Είναι ακόμη πιο έξυπνοι από πολλούς σαν κι εσάς».

Κοίταξε ξανά τα δέντρα, αγνοώντας τον. Αυτό που της είπε ο Αραέλ σήμαινε ότι τουλάχιστον ήταν ασφαλής από μία επίθεση ζώου. Υπέροχα.

Παρόλα αυτά, δεν είχε ηρεμήσει εντελώς.

«Εντάξει» είπε μετά από λίγα ακόμη λεπτά, την ίδια στιγμή που σταματούσε το όχημα «Εδώ είναι μια χαρά».

Βγήκε αργά, μετά από εκείνον, νιώθοντας ακόμη ανασφάλεια. Ο Αραέλ απομακρύνθηκε λίγα ακόμη μέτρα με τα πόδια, και η Κατρίνα τον ακολούθησε με το βλέμμα καρφωμένο στο έδαφος, προσέχοντας τα βήματά της. Δεν θέλησε να φανταστεί πώς θα ήταν το θέαμα αν εκείνη έπεφτε και κατέληγε με ρούχα βρώμικα, με τον δαίμονα σίγουρα να γελάει μαζί της.

Αισθανόταν αρκετά το κρύο της ατμόσφαιρας, και δεν ήξερε αν οφειλόταν σε αυτόν ή στο ίδιο το δάσος. Αλλά, τουλάχιστον, δεν έβρεχε. Τότε, εκείνος σταμάτησε να περπατάει και γύρισε για να την αντιμετωπίσει. Εκείνη την στιγμή κάτι στο στομάχι της σφίχτηκε όταν πρόσεξε την έκφρασή του, πιο σοβαρή από κάθε άλλη φορά.

«Θέλω να δοκιμάσω πόσο μακριά μπορούν να φτάσουν οι ικανότητες σου» εξήγησε «Θέλω να αποκλείσω την πιθανότητα πως εσύ η ίδια το προκαλείς αυτό».

Τον κοίταξε περίεργα. Αν εγώ το προκαλούσα; Το έλεγε για αστείο, έτσι;

Γύρισε το κεφάλι προς όλες τις κατευθύνσεις, και αμέσως μετά έδωσε προσοχή στον ουρανό, κάπως ανήσυχη με τις μωβ και πορτοκαλί αποχρώσεις της χαραυγής που ήδη άρχιζαν να τον βάφουν. Ήλπιζε αυτό το παράξενο πείραμα να μην διαρκούσε πολύ επειδή, σίγουρα, να βρίσκεται μαζί του τη νύχτα σε αυτό το μέρος δεν φαινόταν μία καλή ιδέα.

«Και ήταν ανάγκη να έρθουμε στο δάσος;»

«Η φύση εκπέμπει μία δύναμη που η πόλη δεν μπορεί» είπε κοφτά. Αυτό την σύγχυσε για ένα δευτερόλεπτο. Και, για κάποιο λόγο, την έκανε επίσης να γελάσει.

«Μην μου λες».

«Με αρρωσταίνει που είσαι τόσο δύσπιστη» μουρμούρισε με ένα σκληρό τόνο, μισοκλείνοντας τα βλέφαρα με ένα απειλητικό τρόπο. Μετά, ανέπνευσε βαθιά, και πρόσταξε: «Κλείσε τα μάτια».

Η Κατρίνα σούφρωσε τα φρύδια.

«Για ποιο λόγο;»

Τα χέρια του άρχισαν ελαφρά να τρέμουν όταν τα έκλεισε σε γροθιές.

«Θες να σταματήσεις να κάνεις ερωτήσεις;» ρώτησε με σφιγμένο το σαγόνι.

Δάγκωσε το εσωτερικό μέρος του μάγουλου της. Δεν ήθελε να τον υπακούσει, αλλά φοβόταν πως θα μπορούσε να είναι χειρότερα αν δεν το έκανε.

Πήρε μια βαθιά ανάσα για να δώσει θάρρος στον εαυτό της, και υπάκουσε. Ωστόσο, στα λίγα δευτερόλεπτα άνοιξε τα μάτια απότομα όταν ένιωσε κάποιον πίσω της να βγάζει το λαστιχάκι απ' τα μαλλιά της. Αμέσως, τα ίσια μαλλιά έπεσαν στους ώμους της.

«Γιατί το έκανες αυτό;» ταράχτηκε από την τόσο κοντινή απόσταση.

«Θέλω να χαλαρώσεις» απάντησε απαθής, αλλά μετά από ένα δευτερόλεπτο μισόκλεισε τα μάτια θυμωμένος «Κάνε ότι σου λέω».

Πίεσε το σαγόνι, και θέλησε να αφήσει ένα μουγκρητό. Έκλεισε πάλι τα μάτια, ανασαίνοντας αργά.

«Αυτό είναι» η φωνή του τόσο χαμηλή, με ένα τόνο ευχάριστο που σπάνια μπορούσε να ακούσει από αυτόν. Αν η πρόθεσή του ήταν να την ηρεμήσει, δεν θα το κατάφερνε με τον συγκεκριμένο τόνο.

«Α-αυτό σε τι θα εξυπηρετήσει;»

«Ησυχία. Θέλω να νιώσεις κάθε ένα από τα πράγματα που σε περικυκλώνουν. Συγκεντρώσου» Κατά κάποιο τρόπο, ήξερε πως βρισκόταν πιο κοντά της «Τι ακούς;»

«Εκτός από σένα;»

Άκουσε τον αναστεναγμό, ο οποίος δήλωνε την ενόχληση του.

«Ναι, Κατρίνα. Εκτός από εμένα».

Έδωσε προσοχή, κάνοντας μία μεγάλη προσπάθεια να συγκεντρωθεί στις αισθήσεις και να αγνοήσει την ύπαρξη του. Μακριά, άκουγε μερικά πουλιά, όπως επίσης τα φύλλα των δέντρων και των θάμνων, τα οποία κινούνταν από τον άνεμο. Ένας επίμονος θόρυβος σαν τρεχούμενο νερό έφτασε επίσης στα αυτιά της...Όλοι ήχοι που, υποτίθεται, συνδέονταν με την φύση και την ηρεμία.

Αντιθέτως, στην Κατρίνα επιτάχυναν το άγχος της. Είχε ταραχτεί ακόμη περισσότερο.

«Μμ...» δίστασε, σουφρώνοντας τα φρύδια «Πουλιά, τον άνεμο στα δέντρα...Νομίζω πως...ένα ποταμό;»

«Τέλεια. Τώρα θέλω να αφήσεις το μυαλό σου ελεύθερο».

«Ελεύθερο;»

Ήταν πολύ κοντά, αλλά δεν κατάφερνε να διακρίνει το ακριβές σημείο απ' όπου προερχόταν η φωνή. Σε ένα μέρος τόσο μακρινό και ήσυχο, τα λόγια του έκαναν ηχώ. Και ένας χτύπος καρδιάς που ηχούσε στα αυτιά της δεν την βοηθούσε καθόλου.

«Μην σκέφτεσαι απολύτως τίποτα. Ξέχασε για μια στιγμή τις ανησυχίες σου. Όλο αυτό το θέμα. Τον Φόραξ, εμάς, για τώρα διέγραψε τους από το μυαλό σου. Δεν θέλω να σκέφτεσαι απολύτως τίποτα» επανέλαβε με ένα ψίθυρο.

Δεν κούνησε το κεφάλι καταφατικά, ούτε είπε κάτι. Μονάχα συνέχιζε να αναπνέει και να προσπαθεί να κάνει αυτό που ο Αραέλ της είπε. Όμως ήταν αδύνατον, και δεν καταλάβαινε για ποιο λόγο. Να ξέρει πως εκείνος βρισκόταν εκεί, αρκετά κοντά, δεν την άφηνε να ηρεμήσει. Η καρδιά της δεν ήταν ικανή να μειώσει τον επιταχυνόμενο ρυθμό της.

Δεν ήταν σίγουρη πόσα λεπτά έμειναν έτσι, υπό μία απόλυτη σιωπή. Και το γεγονός πως γνώριζε ότι βρισκόταν τριγύρω της αλλά δίχως να ξέρει πού ακριβώς, την άγχωνε ακόμη περισσότερο.

«Πρέπει να χαλαρώσεις, Κατρίνα» είπε, ταράζοντας το κορίτσι «Οι χτύποι της καρδιάς σου είναι πολύ επιταχυνόμενοι».

Χωρίς να μπορεί να το αποφύγει, το αίμα αμέσως κάλυψε το πρόσωπό της. Συνειδητοποίησε πως η ακοή του ήταν πιο καλή από εκείνης...ο Αραέλ ήξερε πότε ήταν αναστατωμένη.

Η Σμιθ κατάπιε με δυσκολία.

«Π-προσπαθώ».

«Κάνε πιο πολλή προσπάθεια. Τώρα, μην ανοίξεις τα μάτια» Πριν μπορέσει να ρωτήσει γιατί, ένιωσε τα χέρια του επάνω στους ώμους της. Από ένστικτο, προσπάθησε να απομακρυνθεί «Μην κουνιέσαι» διέταξε με απαλό τόνο φωνής.

Κατάπιε με δυσκολία για ακόμη μια φορά. Ξαφνικά ένιωσε τον λαιμό της στεγνό.

Μία κραυγή έκπληξης ξέφυγε από το στόμα της την στιγμή που το ζεστό του χέρι κάλυψε το κούτελό της.

«Τώρα θέλω να σκεφτείς κάτι, οτιδήποτε, και να φανταστείς πως μπορείς να μου το μεταφέρεις».

«Π-πώς;» Εδώ και λίγα δευτερόλεπτα, η αναπνοή της είχε ταιριάξει με τους ρυθμούς της καρδιάς της.

Δεν μπορούσε... Όσο και αν προσπαθούσε, δεν κατάφερνε να ηρεμήσει. Είχε αρχίσει να ανησυχεί, πως ανά πάσα στιγμή θα υπέφερε από μία ξαφνική κρίση πανικού.

«Απλά... φαντάσου το. Ξέρω ότι είσαι πολύ κλειστή στον εαυτό σου, και στοιχηματίζω ότι σου αρέσει που δεν μπορώ να εισέλθω στις σκέψεις σου. Όμως, μόνο για αυτή την φορά, υπέθεσε πως μπορείς να μεταφέρεις αυτό που σκέφτεσαι έξω από το μυαλό σου».

Στην πραγματικότητα, δεν ήθελε να το κάνει. Εκείνος είχε δίκαιο. Της άρεσε να έχει τις σκέψεις της ασφαλής. Δεν ήθελε να τις μοιραστεί με τον δαίμονα. Ωστόσο, αν υπήρχε έστω κι η ελάχιστη πιθανότητα να έχει κάποιου είδους ικανότητα, που θα την βοηθούσε να λύσει επιτέλους αυτό το θέμα, τότε έπρεπε τουλάχιστον να κάνει μία προσπάθεια. Προσπάθησε να σκεφτεί κάτι, αλλά η κοντινή απόσταση του την αποσυντόνιζε.

Τότε, σκέφτηκε αυτό που είχε συζητήσει πριν από λίγο με τον Κάλεμπ. Ο λόγος της συμφωνίας. Κάτι που στην πραγματικότητα ήθελε να μάθει, αλλά δεν είχε βρει μέχρι τώρα το θάρρος να τον ρωτήσει. Αν αυτό το πείραμα λειτουργούσε, θα της ήταν πιο εύκολο να προσπαθήσει να το μάθει με αυτό τον τρόπο.

Παρόλο που η κατάληξη την τρόμαζε.

Ήθελε ο Αραέλ να το ξέρει, ήθελε μία απάντηση από εκείνον. Έτσι σχημάτισε την ερώτηση στο κεφάλι της και, ακολουθώντας τις οδηγίες του, φαντάστηκε πως μπορούσε να μεταφέρει την απορία στο μυαλό του.

Τότε, ξαφνικά, ο δαίμονας απομακρύνθηκε από εκείνη. Η Κατρίνα άνοιξε τα μάτια, μονάχα για να δει πώς εκείνος είχε μόλις αφήσει ένα αναστεναγμό. Πέρασε τα χέρια από τα μαλλιά, εκνευρισμένος.

«Τίποτα;» τον ρώτησε με προσοχή.

Κούνησε το κεφάλι αρνητικά δίχως να την κοιτάξει. Ξαφνικά, η κοπέλα ένιωσε την σιωπή και το κρύο να κυριαρχούν την ατμόσφαιρα για μεγάλο χρονικό διάστημα. Η απογοήτευση την κατέκλυσε.

«Πάμε» σιγομουρμούρισε κοφτά.

Ένα παράξενο βάρος εγκαταστάθηκε στο στομάχι της όταν τον είδε να κατευθύνεται στο όχημα με το οποίο είχαν φτάσει στο δάσος.

«Αραέλ...» ψιθύρισε. Εκείνος σταμάτησε και την κοίταξε με πλάγιο βλέμμα «Γιατί έκανες την συμφωνία;»

Το πλάσμα σούφρωσε τα φρύδια. Γύρισε εντελώς προς το μέρος της με μία έκφραση μπερδέματος στο πρόσωπό του.

«Τι;»

«Θέλω να ξέρω» επέμεινε «Τον πραγματικό λόγο».

Ανασήκωσε το ένα φρύδι με υπεροψία «Δεν είναι προφανές;»

«Λοιπόν..., ό-όχι» Έσφιξε τις γροθιές καθώς αναποφάσιστη έκανε μερικά βήματα προς το μέρος του «Υποτίθεται... Σκέφτηκα ότι ήταν επειδή ήθελες να μείνεις με την ψυχή μου, αλλά είπες πως θα περιμένεις να ζήσω πολλά χρόνια πριν το κάνεις, και αυτό δεν έχει νόημα. Και απ' όσα γνωρίζω για σένα, εσύ δεν περιμένεις για τίποτα».

«Τι ξέρεις εσύ για μένα;» απάντησε απότομα.

«Τίποτα» Κούνησε το κεφάλι «Δεν ξέρω τίποτα, διότι ποτέ δεν μου μιλάς».

«Τότε μην υποθέτεις τίποτα».

«Όμως, γιατί το έκανες;»

«Και αυτό τι σημασία έχει τώρα;» μούγκρισε, και το κορίτσι απλά ανασήκωσε τους ώμους «Ο λόγος δεν αλλάζει τίποτα. Μου έδωσες την ψυχή σου και τέλος. Τέλος θέματος, Κατρίνα. Τώρα μπες μέσα στο αναθεματισμένο αυτοκίνητο».

«Στα αλήθεια θα με κάνεις να πιστέψω πως θα ζήσω ήρεμα όλη μου τη ζωή, για να σαπίσω μετά στην Κόλαση».

«Έτσι είναι τα πράγματα» απάντησε με βραχνή φωνή, συνεχίζοντας πάλι να περπατάει προς το όχημα.

«Α-αλλά...ο Κάλεμπ λέει ότι...»

«Ποσώς με ενδιαφέρει τι λέει ο Κάλεμπ!» αναφώνησε γυρνώντας απότομα. Τινάχτηκε από την θέση της όταν πρόσεξε την οργή που είχε εμφανιστεί στα χαρακτηριστικά του. Η φωνή του σιγοβρόντισε ανάμεσα στα δέντρα και την έκανε να νιώσει μικρή απέναντι του.

«Τότε είναι αλήθεια...» είπε, και ο τόνος φωνής της ακούστηκε τόσο αδύναμος. Ακούστηκε τρομαγμένη.

«Και τι σε έκανε να σκεφτείς το αντίθετο;» ρώτησε σαρκαστικά «Δεν φταίω εγώ αν είσαι τόσο αφελής».

Ένιωσε ένα κόμπο στον λαιμό «Φυσικά» ψιθύρισε, και η φωνή της χάθηκε «Έπρεπε να το ξέρω ότι ήσουν ένας άθλιος εγωιστής».

«Λυπάμαι αν νόμιζες κάτι άλλο» είπε, μα δεν φάνηκε να το νιώθει πραγματικά «Σου είπα να μην ξεχάσεις ποτέ τι είδους πλάσμα είμαι».

«Δεν ξεχνάω» Έσφιξε ακόμη περισσότερο τις γροθιές «Ξέρω πολύ καλά ποιος είσαι».

Της έδωσε την εντύπωση πως ήθελε να της πει και κάτι άλλο, αλλά πίεσε το σαγόνι και, χωρίς να προσθέσει κάτι άλλο, άρχισε να προχωράει. Για ένα δευτερόλεπτο, ο φόβος την κατέκλυσε, αλλά αντί να σταματήσει μπροστά της, την προσπέρασε. Γύρισε προς το μέρος όπου είχε προχωρήσει, μονάχα για να τον δει να βαδίζει με μεγάλες δρασκελιές ώστε να απομακρυνθεί πιο γρήγορα.

Το στόμα της άνοιξε ελαφρά, εντελώς εμβρόντητη από την ξαφνική του απόφαση. Ο ηλίθιος έφευγε, θα με άφηνε εδώ. Έτσι απλά.

«Φεύγεις;» έθεσε το ερώτημα «Αλήθεια τώρα;»

«Τι;» απάντησε απότομα, δίχως να γυρίσει «Δεν ξέρεις να φτάσεις μέχρι το σπίτι σου;»

«Δεν μπορείς να με αφήσεις εδώ!»

Εκείνος δεν φάνηκε να ταράζεται. Η Σμιθ έμπηξε τα νύχια στις παλάμες της, νιώθοντας την οργή να μεγαλώνει μέσα της.

«Βλέπεις;» Πράγματα σαν αυτά με κάνουν να μην σε εμπιστεύομαι! Είσαι ένας...!» μούγκρισε. Το πλάσμα συνέχισε να την αγνοεί. Όμως, ένα δευτερόλεπτο μετά, ακόμη με την πλάτη γυρισμένη, σήκωσε το ένα χέρι και της έδειξε το μεσαίο δάκτυλο «Είσαι ένας μαλάκας! Ένα μικρό παιδί! Είσαι ο χειρότερος δαίμονας απ' όλους!»

Παραιτήθηκε όταν τον είδε να συνεχίζει την διαδρομή του, δίχως να της δίνει σημασία.

Μετάνιωσα που τον εμπιστεύτηκα.

Ο θυμός που έκαιγε στα σωθικά, της απέτρεπε να νιώσει τον κρύο αέρα του δάσους. Ήταν τόσο ενοχλημένη, τόσο μπερδεμένη, τόσο ξαφνιασμένη από την παρορμητική αντίδραση του, που η ανάμειξη συναισθημάτων δεν την άφησε να σκεφτεί καθαρά.

Πριν να του γυρίσει την πλάτη για να φύγει, γεμάτη οργή είπε: «Φρικιό».

Εκείνη την στιγμή, ο Αραέλ σταμάτησε απότομα. Ο τρόμος γεννήθηκε μέσα της όταν τον είδε να γυρνάει αργά. Πρόσεξε μία έντονη οργή στο βλέμμα του.

Πριν η Κατρίνα μπορέσει να συνειδητοποιήσει τι είχε μόλις πει, εκείνος άρχισε να περπατάει πάλι προς το μέρος της. Το κορίτσι ανατρίχιασε. Έκανε λοιπόν το μόνο πράγμα που το ένστικτο την ώθησε να κάνει...Άρχισε να τρέχει σε αντίθετη κατεύθυνση.

Σχεδόν δεν μπόρεσε να απομακρυνθεί καθόλου. Ένα ζευγάρι στιβαρά μπράτσα την σταμάτησαν από τους ώμους και την ανάγκασαν να γυρίσει προς το μέρος του. Με το πρώτο πράγμα που ήρθε αντιμέτωπη ήταν τα γκριζωπά του μάτια.

«Τι σε κάνει να πιστεύεις πως μπορείς να ξεφύγεις από μένα;» είπε βραχνά, με ένα τόνο που η κοπέλα δεν αναγνώρισε σαν δικό του.

Για κάποιο λόγο, αντί να καταφέρει να την τρομάξει περισσότερο, αυτό που είπε της προκάλεσε μία οργή. Προσπάθησε να τον σπρώξει. Ο δαίμονας άρπαξε τα δυο της χέρια με δύναμη, αναγκάζοντας την να οπισθοχωρήσει. Η πλάτη της Κατρίνας συγκρούστηκε με τον κορμό ενός μεγάλου δέντρου και μία κραυγή πόνου ξέφυγε από τα χείλη της.

«Άφησε με, ηλίθιε!»

«Σε βαρέθηκα...» είπε μέσα από τα δόντια του, με το πρόσωπο γεμάτο οργή «Δεν σε αντέχω πια, Κατρίνα Σμιθ».

«Υπέροχα» μίλησε με τον ίδιο τόνο που το έκανε εκείνος, «επειδή ούτε εγώ σε αντέχω».

Προσπάθησε να ξεφύγει από το κράτημά του, αλλά μετά βίας τον μετακίνησε ένα ελάχιστο χιλιοστό. Τότε, αντί να υποχωρήσει, ο Αραέλ χρησιμοποίησε το κορμί του για να την κολλήσει εντελώς επάνω στον κορμό.

«Άφησε με να φύγω!» μούγκρισε, χωρίς να σταματήσει να τον κοιτάει με θυμό «Είσαι τρελός!»

«Και εσύ τρελή είσαι!» Ξαφνικά, ένα κοφτό γέλιο ξέφυγε από τα χείλη του «Στοιχηματίζω ότι για αυτό δεν μπορώ να ακούσω τις σκέψεις σου, επειδή είσαι τρελή!»

«Όχι περισσότερο από σένα, διεστραμμένε».

«Θεοπάλαβη...»

«Μαλάκα!»

«Μάγισσα!»

Ο Αραέλ ελευθέρωσε τους καρπούς των χεριών και απομακρύνθηκε ένα βήμα.

H ανεξέλεγκτη οργή κυριάρχησε κάθε γωνιά του σώματος της. Θόλωσε οποιοδήποτε άλλο συναίσθημα. Τον προηγούμενο φόβο, την ανασφάλεια, τις απορίες... Το μόνο που μπορούσε να κάνει, ήταν να παρατηρεί εκείνα τα μάτια που φαινόταν πως καίγονταν στο ίδιο συναίσθημα.

Και τότε, δεν ήξερε τι συνέβη. Δεν ήξερε για ποιο λόγο έγινε.

Ο δαίμονας τοποθέτησε τα χέρια στους ώμους της, την ίδια στιγμή που εκείνη άρπαζε τον γιακά του πουκαμίσου του για να τον τραβήξει προς το μέρος της.

Τα χείλη του συγκρούστηκαν με τα δικά της, με ένα τρόπο λες και έδειχναν την οργή που ένιωθε ο ένας για τον άλλο. Για μια στιγμή, η κοπέλα θυμήθηκε ότι πρώτο φιλί που της είχε δώσει ήτανε διαφορετικό, κάθε κίνηση λες κι την είχε σχεδιάσει από πριν.

Αυτή την φορά δεν υπήρχε ο τρόμος που τότε ένιωθε για εκείνον, ούτε η αηδία, πολύ λιγότερο η άρνηση προς την ύπαρξη του. Ήξερε τι ήταν, ήξερε ποιος ήταν.

Παρόλα αυτά αυτό δεν της προκάλεσε ταραχή. 

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro