Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Κεφάλαιο 11

Επειδή κάποτε, πριν πολύ καιρό, ήμουν κι εγώ ένας θνητός...

Εκείνη την στιγμή αμφέβαλε για τις ικανότητες ακοής της. Ωστόσο, η έκφραση μαρτυρίου του δαίμονα δίπλα της αποκάλυπτε πως δεν ήταν έτσι, και ούτε αστειευόταν, όπως η Κατρίνα είχε σκεφτεί.

Το αίμα δραπέτευσε από το πρόσωπό της.

«Μ-μου το επαναλαμβάνεις;» ψιθύρισε, δίχως αέρα στα πνευμόνια της.

«Υπά...» Σταμάτησε και καθάρισε τον λαιμό του «Υπάρχει η πιθανότητα οι ψυχές που προορίζονται να πάνε στην Κόλαση να υποστούν μία σοβαρή παραμόρφωση..., και να καταλήξουν να μετατρέπονται σε δαίμονες» εξήγησε με σιγανή φωνή.

Ο κόσμος άρχισε να γυρίζει σαν καρουζέλ γύρω της. Αναγκάστηκε να στηρίξει τα χέρια στο κάγκελο της πολυκατοικίας για να προσπαθήσει να ηρεμήσει.

«Είσαι καλά;» ρώτησε τοποθετώντας ένα χέρι στον ώμο της.

Εκείνη έγνεψε θετικά, αν και δεν ήταν απολύτως σίγουρη.

«Ν-ναι...» είπε ψιθυριστά «Πώς...; Πώς είναι δυνατόν αυτό;»

Με πλάγιο βλέμμα, τον είδε να κάνει μία γκριμάτσα.

«Η αλήθεια δεν είμαι εντελώς σίγουρος» απάντησε κουνώντας το κεφάλι αρνητικά «Είναι πολλές οι μεταβλητές που πρέπει να ταιριάξουν για να συμβεί κάτι τέτοιο. Δεν μετατρέπεται σε δαίμονα κάθε ψυχή που πηγαίνει στην Κόλαση. Λίγες το πετυχαίνουν».

«Τι μεταβλητές;» Το στήθος της ταραγμένο ανεβοκατέβαινε, αλλά δεν ήθελε να κρατήσει μέσα της τις απορίες.

Αυτό φαινόταν να είναι αρκετά σημαντικό, για να κρύψει την αβεβαιότητά της μόνο και μόνο λόγω του φόβου που την είχε κατακλύσει.

«Πρώτα απ' όλα, η ψυχή σου πρέπει να είναι καταδικασμένη στην Κόλαση» εξήγησε συνοφρυωμένος και με το βλέμμα καρφωμένο μακριά. Αυτό την μπέρδεψε. Δεν κατάλαβε πώς κάποιος σαν τον Κάλεμπ θα μπορούσε να είναι καταδικασμένος σε μια τέτοια τιμωρία» Ξέρω επίσης ότι υποτίθεται πρέπει να έχεις μία ισχυρή ψυχή, που να αντέξει την αλλαγή. Διαφορετικά, θα καταλήξει συνθλιμμένη από την ίδια της την αμαρτία και θα μετατραπεί σε κάτι ακόμα πιο φρικτό από τους δαίμονες, κάτι που ελπίζω να μην χρειαστεί ποτέ να δεις με α ίδια σου τα μάτια...» Τον είδε να καταπίνει με δυσκολία και, αυτόματα, η Κατρίνα ένιωσε ένα κύμα τρόμου «Και κάτι τελευταίο, ο δαίμονας που εκτελεί τον θάνατο της ψυχής πρέπει να την σημαδέψει, επιπλέον, δεν μπορεί να το κάνει ο οποιοσδήποτε. Πρέπει να είναι ένας υψηλής θέσης, ένας Αρχέτυπος, όπως εκεί τους ονομάζουν. Συνήθως, εκείνες τις δημιουργίες, τέτοιου είδους δαίμονες είναι γνωστοί ως Αναγεννημένοι» Κάρφωσε τα πορτοκαλί του μάτια στην κοπέλα «Εγώ είμαι ένας απ' αυτούς».

Η Σμιθ δεν ήξερε τι έκφραση είχε το πρόσωπό της, αλλά ότι κι αν ήταν αυτό που ο δαίμονας είδε σε εκείνη, τον αναστάτωσε.

«Κατρίνα;»

«Ναι, περίμενε» ζήτησε με τρεμάμενη φωνή «Δ-δώσε μου ένα λεπτό».

Είναι περισσότερη πληροφορία απ' όση περίμενα. Και που θα μπορούσα να την είχα φανταστεί.

Ο Κάλεμπ περίμενε υπομονετικός, δίχως να πει λέξη.

«Συνέχισε» αναστέναξε, όταν κατάφερε να ηρεμήσει.

«Είναι το μόνο που μπορώ να σου πω για αυτό» Έκανε μία γκριμάτσα, ζητώντας συγγνώμη «Δεν είμαι ειδικός σε αυτό το θέμα. Οι δαίμονες της υψηλής θέσης συνηθίζουν να κρατάνε για τον εαυτό τους τέτοια πληροφορία».

«Τότε...στον κόσμο σας, εκεί, υπάρχουν διάφορα είδη δαιμόνων».

«Ναι, αλλά αν μου ζητήσεις να σου τους περιγράψω το κάθε ένα ξεχωριστά, θα μπορούσαμε να μιλούσαμε για αυτό όλη τη νύχτα».

«Μάλιστα» μουρμούρισε. Ήδη νιώθω αρκετά συγκλονισμένη σχετικά με αυτό, δεν χρειάζεται να μπλεχτώ περισσότερο «Ώστε...ήσουν θνητός» Εκείνος έγνεψε θετικά με χαμηλωμένο κεφάλι και το κορίτσι σούφρωσε τα φρύδια, προσπαθώντας να το αφομοιώσει «Και...πώς ήσουν τότε;»

Εκείνη φαινόταν να είναι μία πληροφορία που μπορούσα να διαχειριστώ καλύτερα.

«Θες να μάθεις πώς ήταν η ζωή μου... πριν;» ρώτησε μπερδεμένος. Η θνητή έγνεψε θετικά και ο Κάλεμπ έκανε μία γκριμάτσα «Λοιπόν, για να είμαι ειλικρινής, δεν τα θυμάμαι όλα. Οι αναμνήσεις μου εκείνη την εποχή είναι λιγάκι θολές. Επιπλέον, κατά τη διάρκεια της αλλαγής, χάνεις μεγάλος μέρος της μνήμης σου, αν όχι όλη. Εγώ άρχισα να θυμάμαι σιγά-σιγά, αλλά υπάρχουν επίσης πράγματα που έμειναν ξεχασμένα».

«Γιατί όμως; Πώς έγινε...;» Χρειάστηκε ένα λεπτό για να βάλει σε μια σειρά τις ιδέες της «Μετεμψύχωση ή κάτι παρόμοιο;»

Εκείνος γέλασε.

«Όχι, όχι...Ήταν περισσότερο σα να...ξύπνησες» είπε συνοφρυωμένος «Φυσικά, έπρεπε να πεθάνω πρώτα. Και μετά ένιωσα σα να είχα κοιμηθεί για αρκετό μεγάλο χρονικό διάστημα. Λες και είχα παραμείνει πολύ καιρό σε ένα σκοτεινό, ζοφερό μέρος, χωρίς κανένα θόρυβο. Απόλυτη σιωπή...» Πίεσε τα χείλη, κάνοντας ένα μορφασμό αηδίας «Και μετά, όταν άνοιξε τα μάτια, ήμουν αυτό».

Έπρεπε να πεθάνω πρώτα. Οι λέξεις ήχησαν πάλι μέσα στο μυαλό της και διασκορπίστηκαν μέχρι που καταστάλαξαν εκεί, προκαλώντας της μία περίεργη αίσθηση στο στήθος. Χρειάστηκε να καθαρίσει τον λαιμό της για να μιλήσει ξανά.

«Η ψυχή σου μετατράπηκε...σε σένα» Ο δαίμονας έγνεψε σιωπηλός «Και τι έγινε με το σώμα σου;»

Ανασήκωσε τους ώμους.

«Σάπισε εδώ κι πολύ καιρό».

«Δεν μπορώ να το πιστέψω» δάγκωσε τα χείλη νευρικά. Όλο αυτό ήταν...απίστευτο.

«Ασφαλώς» Γέλασε πικρά «Πώς νομίζεις ένιωσα εγώ εκείνη την στιγμή; Όταν ξύπνησα από εκείνο τον οδυνηρό θάνατο και είδα πως είχα μετατραπεί σε...αυτό το πράγμα».

Τον κοίταξε περίεργα. Το βλέμμα του ήταν σκοτεινό, βλοσυρό. Δεν χρειαζόταν να είσαι μία μεγαλοφυία για να καταλάβεις ότι ο Κάλεμπ μισούσε το είδος πλάσματος στο οποίο είχε μετατραπεί.

«Πώς...» Ξερόβηξε «Δεν χρησιμοποιείς το σώμα κάποιου, έτσι;»

«Όχι» απάντησε κοιτάζοντας την πάλι «Έτσι ήμουνα πριν, και παραμένω ο ίδιος. Αν κι τα μάτια μου έχουν αλλάξει, συνήθιζαν να είναι καστανά» Η νοσταλγία εγκατέλειψε τα χαρακτηριστικά του και ένα αδύναμο χαμόγελο εμφανίστηκε στα χείλη του όταν σήκωσε ένα χέρι στον αέρα για να ελέγξει το δέρμα του «Και είμαι σίγουρος ότι το δέρμα μου επίσης έγινε διαφορετικό. Δεν νομίζω να ήταν τόσο...χλωμό πριν».

Η Κατρίνα αναστέναξε, ανακουφισμένη αλλά κι σε μία της προσπάθεια να χαλαρώσει.

«Και τότε...πώς ήταν η ζωή σου όταν ήσουν...θνητός;» έθεσε το ερώτημα με δυσκολία, επιστρέφοντας στο προηγούμενο θέμα.

Εκείνη την στιγμή, φάνηκε να νιώθει κάτι μέσα του. Κάτι που τον έκανε να ζαρώσει το πρόσωπο, λες και τα λόγια της του είχαν προκαλέσει πόνο, κατά κάποιο τρόπο.

«Αυτό ήταν...πολύ καιρό πριν» άρχισε να λέει πολύ σιγανά, στρέφοντας το βλέμμα αλλού, κάπου μακριά. Η έκφραση του έγινε πιο αυστηρή «Γεννήθηκα μετά την Βιομηχανική Επανάσταση, γύρω στο 1850. Ήταν στο Λονδίνο, αυτό το γνωρίζω, είμαι σίγουρος. Η μητέρα μου...Η γυναίκα που μου έδωσε ζωή ήταν μία πόρνη. Ξέρω, λόγω της εξωτερικής της εμφάνισης που έχω στις αναμνήσεις μου, ότι με κράτησε παρόλο που ήταν πολύ νέα. Και ξέρω, επίσης, ότι ήτανε πολύ όμορφη...» Ένα μικρό χαμόγελο τράβηξε την άκρη των χειλιών του, κάτι το οποίο διάρκεσε ελάχιστα «Αυτά που θυμάμαι από την παιδική μου ηλικία είναι λιγοστά, αλλά είμαι βέβαιος ότι ζήλευα πολύ τα παιδιά που είχαν ένα σπίτι, που είχαν τον πατέρα τους, καθαρά ρούχα και φαγητό κάθε μέρα, επειδή εγώ δεν είχαν τίποτα από αυτά. Δεν έχω εικόνες απολύτως σαφές, αλλά θυμάμαι την πείνα, το συνεχές οδυνηρό κενό στο στομάχι...» μουρμούρισε μέχρι που η φωνή του έσβησε. Σταμάτησε για λίγο, πολύ σοβαρός, ίσως για να βάλει σε μία σειρά τις σκέψεις του «Εκείνη δούλευε για αρκετό καιρό, απ' όσο θυμάμαι, και είχα αδέρφια, δεν είμαι σίγουρος πόσα, αλλά ξέρω ότι κανένα δεν έφτασε στον ένα χρόνο ζωής. Τους θυμάμαι, μικρά, εύθραυστα... Και μετά δεν υπήρχαν. Παρόλα αυτά που έκανε δεν έφτασα να νιώσω μίσος για την μητέρα μου επειδή έφερε στο κόσμο παιδιά και τα άφησε να πεθάνουν. Δεν θυμάμαι κανένα αρνητικό συναίσθημα απέναντι της. Έχω εικόνες στο μυαλό μου, με εκείνη να με αγκαλιάζει, να με ταΐζει, να μοιράζεται το ψωμί της μαζί μου...Αλλά τίποτα από μίσος, ούτε θυμό».

Ένας κόμπος είχε σχηματιστεί στον λαιμό της. Χριστέ μου.

«Έχω ένα κενό, λες και η ζωή μου ήταν έτσι για πολύ καιρό, ή αυτό νομίζω. Μέχρι που ήρθε εκείνη...» Τα χείλη του έτρεμαν, σα να ήθελε να χαμογελάσει και ταυτοχρόνως να παραμείνει σοβαρός «Καταφέρνω να δω ένα μικρό κοριτσάκι, που μοιάζει τόσο με την μητέρα μου. Η μόνη που έζησε, εκτός από εμένα, υποθέτω. Ένα μικροκαμωμένο πλασματάκι, με μαύρα μαλλιά. Μπορώ να θυμηθώ πόσο την αγαπούσα. Είχαμε ένα σπίτι, αν και δεν ξέρω αν ήταν εντελώς δικό μας. Ήταν μικρής διάστασης, που αναγκαζόμασταν να κοιμόμαστε οι τρεις μας στο ίδιο δωμάτιο. Δεν θυμάμαι και πολύ τα επόμενα χρόνια, λυπάμαι. Υποθέτω ότι ήταν έτσι για αρκετό καιρό. Μετά από αυτό, βλέπω τον εαυτό μου μεγάλο, έτσι όπως είμαι τώρα, όπως ήμουν από τότε...»

Ο Κάλεμπ δάγκωσε το κάτω χείλος, και φάνηκε πως το έκανε με δύναμη. Κατά τη διάρκεια που μιλούσε, δεν της χάρισε ένα βλέμμα, ούτε όταν σταματούσε για παύση. Ήταν τόσο βυθισμένος στην ανάμνηση, που δεν πρόσεξε ότι τα μάτια της Κατρίνας ήταν θολωμένα από ένα λεπτό στρώμα δακρύων.

«Θυμάμαι ότι υπήρχαν αρκετές μέρες για τις οποίες δεν επέστρεφα, και δεν ξέρω αν ήταν λόγω δουλειάς, ή επειδή περνούσα από ένα στάδιο επανάστασης, δεν έχω ιδέα. Το μόνο που ξέρω, είναι πως μία μέρα έφτασα στο σπίτι. Υπήρχαν τρεις άντρες...» Το σαγόνι του άρχισε να τρέμει, και ένα ίχνος ενός σκοτεινού συναισθήματος εμφανίστηκε στα χαρακτηριστικά του «Βρήκα την...την μητέρα μου πεσμένη στο δάπεδο. Παντού υπήρχαν αίματα. Δεν έμεινα να σιγουρευτώ αν ήταν νεκρή, έτρεξα αμέσως να βρω την αδερφή μου...» Δεν μπόρεσε να συνεχίσει, και ούτε το κορίτσι ήθελε να ακούσει αυτό που είχε δει.

Ο δαίμονας κατάπιε με δυσκολία πριν να συνεχίσει.

«Είναι περίεργο πώς υπάρχουν πράγματα που ακόμη θυμάμαι, άλλα που έχω ξεχάσει, και μερικά τα οποία δεν καταφέρνουν να φτάσουν στο μυαλό μου με ευκρίνεια...Όμως εκείνη την στιγμή, σου ορκίζομαι πως το νιώθω σα να ήτανε χθες. Όταν είδα το λεπτό, άψυχο της σώμα μέσα στα αίματα... Εκείνοι οι καταραμένοι ήταν μεθυσμένοι, Κατρίνα. Και όταν είδαν πώς έκλαιγα για εκείνες, γέλασαν, κορόιδεψαν...» Η φωνή του έσβησε «Ποτέ δεν κατάλαβα τι μου είχε συμβεί. Ένιωσα την μυρωδιά καπνού, και μετά κατάλαβα ότι εκείνοι είχαν βάλει φωτιά στο μέρος με σκοπό τα κορμιά να γίνονταν στάχτη. Σου ανάφερα ότι θυμάμαι να ήμουν σε ένα στάδιο επανάστασης, κρατούσα ένα μαχαίρι μαζί μου. Εκείνοι ήτανε τόσο μεθυσμένοι, που κανείς από τους δυο δεν μπόρεσε να υπερασπιστεί τον εαυτό του όπως έπρεπε...» Η Κατρίνα κατάπιε με δυσκολία και ένιωσε φόβο, ενώ ο Κάλεμπ έμεινε σιωπηλός ένα λεπτό για να χαλαρώσει, αφού η αναπνοή του είχε επιταχύνει «Όταν σιγουρεύτηκα ότι τα σώματα εκείνων των άθλιων δεν κινούνταν πια...έμειναν στο πάτωμα. Αυτό που συνέβη μετά ήτανε κάτι ασαφής. Ακόμη και μέχρι τώρα».

Βλεφάρισε για να προσπαθήσει να αποτρέψει τα συσσωρευμένα δάκρυα στα μάτια της να γλιστρούσαν από τα μάγουλά της. Δεν ήταν σίγουρη αν θα άντεχε το τέλος της ιστορίας.

Όμως ήθελε να το μάθει.

«Τ-τι συνέβη;» ψιθύρισε με σιγανή φωνή.

«Ένα κορίτσι εμφανίστηκε μπροστά μου» Γέλασε και την κοίταξε «Σκέφτηκα πως είχα παραισθήσεις από τον καπνό. Δεν καταλάβαινε γιατί εκείνη δεν την έκαιγαν οι φλόγες, αλλά, όπως σου είπα, εγώ πίστεψα ότι απλά παραληρούσαν πριν να πεθάνω. Η κοπέλα άρχισε να μιλάει μαζί μου...» Σούφρωσε τα φρύδια και έστρεψε το βλέμμα αλλού. Η έκφραση του βάφτηκε με ένα έντονο συναίσθημα «Δεν θα σου πω ακριβώς τι έγινε. Εκείνη με έπεισε να πάω μαζί της. Σε λιγότερο από μία ώρα εγώ τα είχα χάσει όλα, έτσι δεν χρειάστηκε κι πολύ για να με πείσει, ούτε έβαλα αντίσταση όταν εκείνη...» Η θνητή σήκωσε το χέρι. Δεν ήθελε να ακούσει αυτό που ακολουθούσε.

Αν εκείνη, όποια και αν ήταν, τον δολοφόνησε, δεν την ενδιέφερε να μάθει πώς το είχε κάνει. Ήδη ένιωθε αρκετά ζαλισμένη.

Εκείνος κατανόησε την επιθυμία της.

«Λοιπόν, όπως σου είπα, μετά είχα την αίσθηση ότι κοιμήθηκαν για αρκετό καιρό, αν και στην πραγματικότητα, δεν πέρασε τόσος καιρός» Ανασήκωσε τους ώμους «Απλά, ξύπνησα. Εκείνη με περίμενε. Υπάρχουν αρκετοί σαν εμένα που ξύπνησαν μόνοι, δίχως να έχουν ιδέα τι στο διάολο είχε συμβεί, χωρίς να ξέρουν σε τι είχαν μεταμορφωθεί» μουρμούρισε «Μου τα εξήγησε όλα, αυτό που συνέβη, αυτό που έκανα, που εκείνη έκανε... Και όταν κατάλαβα, όταν επιτέλους το αφομοίωσα, πλέον ήταν αργά για να μετανιώσω».

«Ποιος το έκανε;» Δεν καταλαβαίνω γιατί, αλλά, ξαφνικά, μία οργή εκπυρσοκρότησε μέσα μου. Ένα σκοτεινό συναίσθημα προς το πλάσμα που δεν γνώριζα τίποτα για εκείνο «Ποια ήτανε;»

«Αυτό δεν είναι σημαντικό» είπε συνοφρυωμένος, και ανασήκωσε τους ώμους αδιάφορα «Εγώ κατέληξα να μην είμαι ο δαίμονας που εκείνη περίμενε, έτσι μετά από ένα μικρό χρονικό διάστημα με άφησε μόνο. Υποθέτω ότι ήθελε κάποιον άλλο...Κάποιο σαν αυτός που εγώ ήμουν όταν σκότωσα εκείνους τους άθλιους».

Η Κατρίνα κατάπιε με δυσκολία «Τι έγινε μετά;»

«Δεν έγιναν πολλά» απάντησε «Ο Αραέλ ζήτησε να...να δουλέψω μαζί του. Δεν είναι ότι τα πράγματα έχουν γίνει καλύτερα, ξέρεις πόσο ανυπόφορος είναι, αλλά τουλάχιστον αυτή η ύπαρξη ήταν πιο ανεκτή από τότε».

Κούνησε το κεφάλι καταφατικά. Πέρασαν αρκετά λεπτά απόλυτης σιωπής, δεν ήταν σίγουρη πόσα, αλλά τα ένιωσε σαν ένα μεγάλο χρονικό διάστημα.

«Δ-δεν ξέρω τι να πω».

Εκείνος γέλασε. Επιτέλους, την κοίταξε.

«Λυπάμαι που σου το είπα».

«Όχι» μουρμούρισε «Ευχαριστώ που μου το είπες».

«Τώρα καταλαβαίνεις; Για ποιο λόγο δεν θα πλήγωνα ποτέ ένα θνητό;» Ίσως να περίμενε την απάντησή της, αλλά όταν η Σμιθ δεν το έκανε, συνέχισε: «Επειδή βλέπω την μητέρα και την αδερφή μου σε κάθε ένα από εσάς. Δεν μπορώ να πληγώσω κάποιο που μου θυμίζει έστω κι λίγο τα μοναδικά άτομα που αγάπησα κατά τη διάρκεια εκείνης την ζωής μου» Το σαγόνι του σφίχτηκε με δύναμη και την κοίταξε. Οι πορτοκαλί κόρες ματιών του είχαν μία λάμψη αγνώριστη «Στην πραγματικότητα, εσύ μου θυμίζεις πολύ την αδερφή μου. Είχε μαύρα μαλλιά, όπως εσύ...Ίσως αυτό που θα πω να ακουστεί κάπως, ελπίζω να μην σε ενοχλήσει, αλλά, μερικές φορές, μου αρέσει να σκέφτομαι πως, αν εκείνη είχε μεγαλώσει, θα ήταν όπως εσύ τώρα».

Τα μάτια της γούρλωσαν από την έκπληξη. Τα λόγια του της προκάλεσαν ένα κόμπο στο στομάχι, παρόλα αυτά του χαμογέλασε ντροπαλά. Ήθελε να πει κάτι που να μείωνε την ένταση της στιγμής, αλλά δεν ήξερε γιατί, αν ήταν για να τον κάνει να νιώσει καλύτερα, ή τον ίδιο της τον εαυτό.

«Δεν με ενοχλεί» είπε.

«Είσαι καλά;»

«Νομίζω ότι θα πάθω κάτι» απάντησε κοροϊδευτικά. Εκείνος τοποθέτησε ένα χέρι στην πλάτη της και η κοπέλα γέλασε «Ήταν αστείο, Κάλεμπ. Ηρέμησε».

«Α, φυσικά» Δεν ακούστηκε αρκετά πειστικός. Η έκφραση του συνέχιζε να έχει ίχνος ανησυχίας.

«Εκείνος είναι σαν εσένα;» ρώτησε με ένα μουρμουρητό. Δεν μπόρεσε να μην το κάνει. Αν υπήρχε έστω και ελάχιστη πιθανότητα, ήθελε να ξέρει «Ο Αραέλ...είναι σαν κι εσένα;»

«Όχι» απάντησε, ξαφνικά πιο σοβαρός «Εκείνος έχει διαφορετική καταγωγή».

«Πόσο διαφορετική;»

«Αρκετή».

Της έδωσε ένα απαλό χτύπημα στην πλάτη-σχεδόν το ένιωσε σαν χάδι.

«Τώρα που δεν βρίσκεσαι στην Κόλαση» είπε η Κατρίνα. Ο Κάλεμπ σούφρωσε τα φρύδια μπερδεμένος και έγειρε το κεφάλι «Εδώ υπάρχει η φιλία».

Τα μάτια του γούρλωσαν, ίσως από τη σύγχυση. Αλλά μετά, η έκφρασή του φωτίστηκε με ένα ντροπαλό χαμόγελο.

Δεν είναι ότι δεν με νοιάζει αυτό που μου είπε. Ωστόσο, δεν ήθελα εκείνος να καταλάβαινε πόσο με είχε επηρεάσει. Άλλωστε, δεν μπορούσα να παραπονεθώ για κάτι που εγώ η ίδια ζήτησα να μάθω. Θέλησα η μέρα να τελειώσει η μέρα με έναν πιο ευχάριστο τρόπο, τουλάχιστον, για ένα από τους δύο.

Ήμουν σίγουρη ότι απόψε θα είχα πάλι εφιάλτες. 

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro