Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

02 | SILVER

he was like the moon; part of him was always hidden

✧ ❀ ✧

Η μητέρα μου απολύθηκε από τη δουλειά της εκείνο το καλοκαίρι και ο μισθός του πατέρα μου μειώθηκε κατά πολύ. Οι γονείς μου συχνά ψιθύριζαν πως αυτό το κράτος πήγαινε κατά διαόλου και τα έξοδα δε βγαίνανε. Με τα έσοδα μας να είναι πλέον κατά πολύ μειωμένα, αποφάσισαν να μετακομίσουμε στην πρωτεύουσα, όπου θα μέναμε στο σπίτι της θείας Έμμα, αδερφής της μητέρας μου, και θα ψάχνανε για καλύτερη δουλειά.

Ο άντρας της θείας Έμμα, (και θείος μας) Βίκτορ Λούντγουικ σκοτώθηκε πριν σχεδόν ένα χρόνο σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα, αφήνοντας το σπίτι και ολόκληρη τη περιουσία του στην θεία Έμμα.

Καθώς ο θείος Βίκτορ και αυτή έμεναν στην πρωτεύουσα τούς βλέπαμε πολύ σπάνια, οπότε θα ήταν ψέματα αν σας έλεγα πως ο θάνατος του μου στοίχησε κάτι παραπάνω από την απώλεια μιας ψυχής. Πάντως, του ήμουν ευγνώμων που άφησε το σπίτι στο όνομα της θείας Έμμα. Όντας επιχειρηματίας, έβγαζε πολλά χρήματα το χρόνο οπότε φαντάζεστε πόσο μεγάλο θα ήταν το σπίτι του και πόσα δωμάτια θα είχε. Όχι, δεν το είχα επισκεφτεί ποτέ αλλά το είχα δει σε φωτογραφίες που μας έστελνε η θεία κατά καιρούς. Αφού, λοιπόν το σπίτι ήταν τόσο μεγάλο, δεν απορώ καθόλου που η θεία Έμμα δέχτηκε αμέσως να μείνουμε μαζί της * σίγουρα ένας χρόνος σε ένα τεράστιο άδειο σπίτι θα ήταν είχαν μετατρέψει σε φάντασμα...

Ήταν πιο μικρή από τη μαμά κατά πέντε χρόνια όμως πάντα φαινόταν ακόμη πιο νέα γιατί στολίζονταν, τα μάγουλα της ήταν κόκκινα και τα καστανά μαλλιά της έλαμπαν.

Φοβόμουν για τη θεία Έμμα που θα αντίκρυζα εκείνη τη μέρα. Η τελευταία φορά που την είχα δει ήταν πέρυσι στη κηδεία του θείου Βίκτορ. Φοβόμουν μην την είχαν καταστρέψει όλοι αυτοί οι μοναχικοί μήνες στην οικία Λούντγουικ.

Ο αδερφός μου είχε προτείνει να βοηθήσει την θεία να ξαναζωντανέψουν το καφέ που διηύθυνε η ίδια πριν κάποια χρόνια αλλά είχε κλείσει γιατί η θεία δεν τα έβγαζε πέρα μόνη της εκεί. Έτσι, η θεία θα απασχολούταν περισσότερες ώρες έξω από το σπίτι και ο Τζίμιν θα έβγαζε και χαρτζιλίκι. Έβαζε πάντα χρήματα στην άκρη για ταξίδια που ήθελε να κάνει όταν θα αποφοιτούσε από το λύκειο.

Κάνοντας αυτές τις σκέψεις γύρισα και κοίταξα τον Τζίμιν στο κάθισμα δίπλα μου. Είχε τα λευκά του ακουστικά στα αυτιά και τα τα μάτια του κλειστά * κοιμόταν ανασαίνοντας ρυθμικά. Οι αχτίδες του ήλιου που έμπαιναν από το παράθυρο με τύφλωναν και με ανάγκασαν να βάλω το χέρι μου πάνω από τα φρύδια μου και να μισοκλείσω τα μάτια μου για να κοιτάξω έξω. Ήταν μια όμορφη μέρα, από τις τελευταίες του Αυγούστου και του καλοκαιριού.

Παρατήρησα τις αχτίδες του ήλιου να αντανακλούν πάνω στο γυαλί και να σχηματίζουν μικρά ουράνια τόξα στα ασημιά μαλλιά του Τζίμιν. Ναι, ο Τζίμιν είχε ασημιά μαλλιά.

Τον θυμάμαι να τα βάφει έτσι από το Γυμνάσιο που σχεδόν είχα ξεχάσει το φυσικό τους χρώμα. Ξανθά * ξανθά πρέπει να ήταν. Ξανθά σαν τα μαλλιά της Σούγκαρ και όχι σκούρα καστανά σαν τα δικά μου. Βέβαια, είχε κι αυτός τα ίδια, πανομοιότυπα γαλάζια μάτια με μας.

Από ό,τι είχα καταλάβει, ο Τζίμιν είχε περάσει περάσει άσχημα χρόνια στο γυμνάσιο της παλιάς μας πόλης. Δεν ένιωθε πως ανήκε εκεί. Ούτε και γω άλλωστε, για να λέμε την αλήθεια. Αξίζαμε και οι δύο μας κάτι καλύτερο από τα στενόμυαλα παιδιά που ζούσαν εκεί. Μακάρι στα καινούρια μας σχολεία να μην ξεχωρίζαμε τόσο πολύ, με την αρνητική έννοια.

Η Σούγκαρ από την άλλη δεν είχε ποτέ θέμα με τις φιλίες της γιατί ήταν "φύσει κοινωνικό ον" όπως έλεγε και το βίβλο της κοινωνικής και πολιτικής αγωγής πέρυσι. Εμένα πάντως μου άρεσε συχνά να την φωνάζω "κοινωνική πεταλούδα".

Παρατήρησα τα ακουστικά του Τζίμιν και προσπάθησα να τον φανταστώ χωρίς αυτά * όχι, δε μπορούσα. Του άρεσε πολύ η μουσική. Και όχι αυτή η ποπ ή η ραπ που άκουγαν τα παιδιά της ηλικίας μας, όχι. Του άρεσε η κλασσική μουσική. Στην Α' Λυκείου μάζευε για έναν ολόκληρο χρόνο χρήματα για να αγοράσει ένα μεταχειρισμένο αρμόνιο. Ποτέ του δεν έκανε μαθήματα, ήταν αυτοδίδακτος.

Όσα χρήματα ξόδεψα εγώ εκείνο το χρόνο σε βιβλία, αυτός τα αποταμίευε για να αγοράσει αυτό το αρμόνιο. Όσο χρόνο ξόδεψα εγώ διαβάζοντας αυτά τα βιβλία, τόσο ξόδεψε αυτός βλέποντας βίντεο στο YouTube για αρχάριους πιανίστες.

Δύο χρόνια μετά, έμαθε να παίζει αρκετά καλά. Όχι ότι έπαιζε ποτέ σε κανέναν, όχι. Ο Τζίμιν έπαιζε για τον εαυτό του. Ήταν ο τρόπος του να ξεφεύγει από την πραγματικότητα * όπως έκανα εγώ με τα βιβλία. Κάποιες φορές περνούσα έξω από το δωμάτιο του και τον άκουγα να παίζει. Και καθόμουν εκεί, ακούγοντας του. Ξέρω πως δε θα του άρεσε καθόλου αν ήξερε ότι κρυφάκουγα αλλά ... τα τραγούδια του με έκαναν να δακρύζω. Τα ένιωθα στη καρδιά μου. Έπαιζε κυρίως καταθλιπτικά κομμάτια, κομμάτια για την απόρριψη και την περιθωριοποίηση. Όχι για ανεκπλήρωτες έρωτες, ποτέ. Αλλά ούτε και χαρούμενα κομμάτια. Έπαιζε κομμάτια που σε έκαναν να κλαις γιατί πονούσε η καρδιά σου και δε μπορούσες να μην αναρωτηθείς "τι είχε περάσει αυτό το παιδί;".

Αυτό το πέπλο μυστηρίου που τον κάλυπτε με βασάνιζε χρόνια. Από τότε που πάτησε το πόδι του στο Γυμνάσιο και ίσως λίγο πιο μετά, έπαψε να είναι ανοιχτός μαζί μου.

Ήταν σαν την Σελήνη * μια μεριά του ήταν πάντοτε κρυμμένη από τα μάτια του κόσμου.

Ίσως έφταιγα και γω που δεν πίεζα τις καταστάσεις. Θέλω να πω, αν προσπαθούσα να βγάλω αυτό το πέπλο μυστηρίου που τον κάλυπτε ακόμα και αν γινόμουν καταπιεστική και τον ενοχλούσα όταν ήθελε να μείνει μόνος. Όμως δε το έκανα ποτέ. Τον καταλάβαινα. Ήταν μοναχικός άνθρωπος. Όπως και γω άλλωστε αφού κλεινόμουν με τις ώρες στο δωμάτιο μου διαβάζοντας βιβλία και γλείφοντας γλειφιτζούρια με γεύση φράουλα.

Η Σούγκαρ όμως όταν την αγνοούσα, πήγαινε στον Τζίμιν. Μπορεί να τον έπρηζε στην αρχή αλλά με κάποιο μαγικό τρόπο τον έκανε να ελευθερώνει τον άλλο του χαρακτήρα * τον χαρούμενο, με χιούμορ χαρακτήρα. Δε ξέρω πως το έκανε. Αλλά η Σούγκαρ πάντα τα πήγαινε καλά με τους ανθρώπους αντίθετα με μένα.

Και έτσι κυλούσαν οι μέρες μας στο παλιό μας σπίτι * εγώ διαβαζα, ο Τζίμιν έπαιζε αρμόνιο και η Σούγκαρ σαν την πεταλούδα πετάριζε από δω και από κει. Ίσως έφταιγε το γεγονός ότι ακόμα δεν την είδε πιάσει κανονικά η εφηβεία. Μόλις είχε τελειώσει την Α' Γυμνασίου, εξάλλου.

"Ω, Θεέ μου, Έβελιν! Κοίτα τι μεγάλα κτίρια!" , αναφώνησε η Σούγκαρ και με σκούντησε δείχνοντας μου έξω από το παράθυρο.

Έβαλα το χέρι μου μου πάνω από τα φρύδια μου προσπαθώντας να δω κόντρα στον ήλιο. Αντίκρυσα μεγάλες γκρίζες πολυκατοικίες και πολλά, πολλά αυτοκίνητα.

"Τζίμιν, Τζίμιν ξύπνα" , φώναξε η μητέρα μου από τη θέση του συνοδηγού. Ο αδερφός μου δε σάλεψε γιατί φυσικά λαγοκοιμόταν.

"Αμάν με αυτά τα ακουστικά! Έβελιν, σκούντα τον γρήγορα θα χάσει τη θεά"

Πλησίασα και του έβγαλα το ένα ακουστικό από το αυτί κουνώντας τον απαλά.

Άνοιξε τα μάτια του και τα γούρλωσε, κάτι που συνήθιζα και γω να κάνω συχνά. Με κοίταξε απορημένα και του έδειξα έξω. Εγώ ομολογώ ήμουν λίγο απογοητευμένη μ' όλο αυτό το γκρίζο και την απουσία δέντρων.

Η Σούγκαρ τσίριζε ενθουσιασμένη.

Σαν να διάβασε τις σκέψεις μου, ο Τζίμιν μου είπε ψιθυριστά:

"Τίποτα δεν είναι όμορφο στην αρχή μέχρι να ανακαλύψεις την ομορφιά του".

Και εκείνη τη στιγμή, ορκίζομαι, ένιωσα πως όντως τα πράγματα θα πήγαιναν μια χαρά.

✧ ❀ ✧

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro