Κεφάλαιο 2
"Σου έφερα καφέ" άκουσα τη φωνή του κολλητού μου και σήκωσα το κεφάλι μου. Τον ευχαρίστησα και ήπια λίγο από το ενεργειακό ποτό. Έτριψα τους κροτάφους μου με τα χέρια μου και κοίταξα προς το μέρος της Μαρίας.
Κοιτούσε το κενό με τα μάτια της να είναι πρησμένα από το κλάμα. Της έπιασα το χέρι και εκείνη τινάχτηκε τρομαγμένη στη θέση της. Τα χαρακτηριστικά του προσώπου της μαλάκωσαν ύστερα από λίγο και μου χάρισε ένα αχνό χαμόγελο.
"Θα γίνει καλά. Τόσα χρόνια τα κατάφερε..." μου είπε παρηγορητικά αλλά ο φόβος φαινόταν ξεκάθαρα στα μάτια της.
Ο γιατρός ήρθε προς το μέρος μας με αργό βηματισμό και αμέσως πετάχτηκα όρθιος.
"Γιατρέ τι συμβαίνει; Το προηγούμενο μήνα μου είπατε ότι όλα είναι καλά!" σχεδόν φώναζα και το χέρι του Τάι βρέθηκε στο μπράτσο μου, καθησυχάζοντάς με.
"Όπως γνωρίζετε κύριε Χέινς, η συγκεκριμένη αρρώστια δεν μπορεί να προκαλέσει θάνατο σε αυτή την ηλικία..."
Ένα κύμα ανακούφισης με διαπέρασε και η Μαρία χαμογέλασε αλλά ο γιατρός συνέχισε, με σοβαρό ύφος.
"Ωστόσο το επίπεδο τύφλωσης εξαιτίας αυτής έχει αγγίξει ένα 90% σε ποσοστό πλέον, ενώ το αντίστοιχο της κώφωσης είναι 40%. Παρουσιάζει πρόβλημα και στην κίνηση των μυών των ποδιών..."
Αισθάνθηκα σαν να με κορόιδευε και προσπαθώντας να φανώ ψύχραιμος, κούνησα καταφατικά το κεφάλι μου.
"Μπορώ να τον δω;" ρώτησα κοφτά και έσπευσε να μας οδηγήσει στο θάλαμο που διέμενε ο πατέρας μου. Αφού έκανα νόημα στον Τάι να με περιμένει στην αίθουσα αναμονής, ακολούθησα τη Μαρία με τον γιατρό.
Πλέον δεν θα μπορεί να βλέπει... Η ακοή του θα είναι μη ικανοποιητική...Θέε μου, γιατί στον πατέρα μου; Δεν του αξίζει κάτι τέτοιο, όπως και σε κανέναν άλλον άνθρωπο. Αλλά δεν πρέπει να εγκαταλείψω. Με χρειάζεται.
"Όλα καλά μικρέ μου..." ψιθύρισε η Μαρία στο αυτί μου και η σιγουριά στα μάτια της μου έδωσαν κουράγιο.
Στρίψαμε σε έναν μακρύ διάδρομο και βαδίζοντας πάντα πίσω από τον γιατρό, φτάσαμε έξω από το θάλαμό του.
"Κύριε Χέινς για οτιδήποτε νεότερο να είστε σίγουρος ότι θα είστε ο πρώτος που θα ενημερώσουμε. Οι έρευνες συνεχίζονται ακόμα και ευελπιστούμε να φτάσουμε κάποια στιγμή στην απάντηση που όλοι αναμένουμε. Με συγχωρείτε για λίγο..." μου είπε ο γιατρός και αφού τον ευχαρίστησα, άνοιξα τη σιδερένια πόρτα.
Το δωμάτιο ήταν ευρύχωρο και άνετο, με δύο πολυτελή κρεβάτια να δεσπόζουν στις δύο γωνίες του σε συνδυασμό με μια ξύλινη, με ανάγλυφα σχέδια, ντουλάπα. Ένα μεγάλο παράθυρο προσέφερε άφθονο ήλιο και επέτρεπε τη θέα της πόλης.
Ο πατέρας μου βρισκόταν ξαπλωμένος σε ένα από τα κρεβάτια ενώ το βλέμμα του, απλανές, ήταν καρφωμένο στο ταβάνι. Η καρδιά μου σφίχτηκε και διστακτικά πλησίασα προς το μέρος του. Φάνηκε να αντιλήφθηκε τη παρουσία μου, καθώς ανακάθισε στο κρεβάτι και με κοίταξε, τη στιγμή που έσειρα μια καρέκλα για να καθίσω. Η κόκκινη κοιλίδα στο μάτι του παρέμενε εκεί, όπως πάντα.
"Ποιος είναι;" ρώτησε με αβέβαιη φωνή και αμέσως του έπιασα το χέρι, καθησυχάζοντάς τον. Γύρισα και κοίταξα την Μαρία, η οποία μας παρατηρούσε και έκλαιγε σιωπηλά, στηρίζοντας το σώμα της στην πόρτα.
"Μπαμπά, εγώ είμαι ο Κόλτον." απάντησα όσο πιο ήρεμα μπορούσα, καθώς τα δάκρυα είχαν συγκεντρωθεί πλέον στα μάτια μου.
"Τι...τι μου συμβαίνει;" φαινόταν κουρασμένος και άϋπνος και οι ρυτίδες στο πρόσωπό του διακρίνονταν πιο έντονα από κάθε άλλη φορά.
Δεν πρόλαβα να απαντήσω αφού εκείνη τη στιγμή, ήρθε ο γιατρός μαζί με μια ακόμη συνάδελφο του, την οποία δεν είχα ξαναδεί. Κάτι είπαν μεταξύ τους και ύστερα η γυναίκα έφυγε.
"Κύριε Χέινς συζήτησα και με την οφθαλμίατρο του νοσοκομείου μας και πρέπει να σας ενημερώσουμε για κάτι. Ακουλουθήστε με."
Ξεφυσώντας, σηκώθηκα και έκλεισα τη πόρτα πίσω μου, ακολουθώντας τον στο γραφείο του, στην άλλη μεριά του διαδρόμου.
"Καθίστε παρακαλώ." μου είπε και υπάκουσα. Ένιωσα το κινητό μου να δονείται στη τσέπη του παντελονιού μου αλλά το αγνόησα.
"Δυστυχώς Κόλτον...δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι άλλο. Όπως ήδη ξέρεις δεν εχεί βρεθεί ακόμα θεραπεία της αρρώστιας αυτής...ο πατέρας σου ανήκει στο μικρό ποσοστό που για κακή του τύχη, επηρεάστηκε από την ασθένεια, παρά την ηλικία του και του προκλήθηκαν σοβαρά προβλήματα υγείας. Μίλησα με έναν παλιό μου φίλο, ο οποίος εργάζεται στην Αγγλία και μου πρότεινε την κλινική του..."
"Θεωρείς ότι άμα πάμε εκεί, μπορεί να βελτιωθεί η κατάστασή του;" τον ρώτησα και για πρώτη φορά εδώ και λίγες ώρες, αισθάνθηκα ότι υπήρχαν όντως ελπίδες.
Έβγαλε τα γυαλιά μυωπίας του και έτριψε τα μάτια του. Ήταν κουρασμένος αλλά το ενθαρρυντικό χαμόγελό του δεν έφευγε στιγμή από το πρόσωπό του.
"Πιστεύω ότι έτσι, θα ζήσει."
Γούρλωσα τα μάτια μου και στραβοκατάπια. Τι είπε μόλις τώρα;
"Δηλαδή μου λες ότι άμα δεν πάμε εκεί, δεν θα..."
"Κόλτον, εκεί θα του κάνουν δοκιμές φοιτητές που μόλις τελείωσαν τις σπουδές του. Θα πειραματιστούν. Δεν ξέρω άμα θα τα καταφέρει αλλά το σίγουρο είναι ότι άμα μείνει εδώ... δεν..." με διέκοψε απότομα.
Τα λόγια του με έκαναν να καταλάβω τη σοβαρότητα της κατάστασης και νεύοντας στον γιατρό, βγήκα τελείως έξω από το κτήριο και βάλθηκα να βαδίζω στο πεζοδρόμιο, με τα χέρια μου χωμένα βαθιά στις τσέπες. Πέρασα τον δρόμο και άρχισα να περπατάω σε ενα πάρκο κοντα στο νοσοκομείο.
Κάθισα σε ένα παγκάκι και έχωσα το κεφάλι μου ανάμεσα στα χέρια μου. Ώστε αυτό ήταν λοιπόν. Έφευγα. Έπρεπε να σταματήσω για λίγο τη σχολή και να πάω στην Αγγλία με τον, πατέρα μου. Άραγε θα σωζόταν; Γαμώτο μακάρι να ήξερα...
"Τσιγάρο;" ακούστηκε μια βραχνή φωνή δίπλα μου και τινάχτηκα τρομαγμένος. Ένας μεσήλικας καθόταν κι αυτός δίπλα μου στο παγκάκι και κάπνιζε ανενόχλητος το τσιγάρο του. Έβγαλε ένα πακέτο από τη τσέπη του και το έτεινε προς το μέρος μου.
"Θες;" με ρώτησε και αμέσως το δέχτηκα. Το άναψα με τον αναπτήρα του και ρούφηξα το θανατηφόρο καπνό αχόρταγα. Αστραπιαία ήρθε στο μυαλό μου η Κρίστη και έβγαλα βιαστικά το, κινητό από τη τσέπη μου. Μου είχε κάνει γύρω στις δέκα αναπάντητες.
Από: Κρίστη μου♥
Πού είσαι;
Έφυγες; να σε περιμένω;
Είμαι σπίτι
Σήκωσε το ανησυχώ!
Μωρό μου τι συμβαίνει;
Σηκώθηκα βιαστικά όρθιος και αφού ευχαρίστησα τον κύριο δίπλα μου, πέταξα το τσιγάρο σε έναν κάδο και άρχισα να βαδίζω προς το αυτοκίνητό μου.
__________
"Μην το κάνεις χειρότερο σε παρακαλώ..." της είπα αδύναμα και την τράβηξα στην αγκαλιά μου, αλλά αμέσως τινάχτηκε όρθια.
Τι περίμενες δηλαδή; Να χαρώ που θα φύγεις για Αγγλία και δεν ξέρεις πότε θα γυρίσεις;» φώναξε θυμωμένη και σηκώθηκα από το καναπέ απογοητευμένος. Την πλησίασα και χωρίς να πω τίποτα, της έστρωσα τα απαλά μαλλιά της, τα οποία πετάγονταν προς όλες τις κατευθύνσεις κι εκείνη γέλασε αμήχανα.
"Ξέρεις πόσο σε αγαπάω και δεν θέλω να είμαστε χωριστά αλλά είναι ο πατέρας μου Κρίστη..." ψιθύρισα γλυκά στο αυτί της κι εκείνη χαμογέλασε λυπημένα.
Πόσο ερωτευμένος ήμουν με αυτό το χαμόγελο. Όταν την είχα πρωτογνωρίσει, είχα μείνει να την κοιτάω να γελάει. Είχα ανατριχιάσει από τον θόρυβο του γέλιου της ,ο οποίος φάνταζε σαν μελωδία στα αυτιά μου. Ένα ηλεκτρικό κύμα είχε διαπεράσει κάθε εκατοστό του κορμιού μου και τότε συνειδητοποίησα ότι έπρεπε να την γνωρίσω.
"Το ξέρω μωρό μου...θα μου λείψεις όμως..." αποκρίθηκε εκείνη και με χώθηκε στην αγκαλιά μου.
"Εμένα περισσότερο."
"Και πώς ξέρεις ότι δεν θα βρώ κάποιον άλλον;" με ρώτησε ναζιάρικα ύστερα από λίγο και ξεκούμπωσε ενα κουμπί από το πουκάμισό μου.
Αισθάνθηκα το αίμα να μου ανεβαίνει στο κεφάλι στη σκέψη του κοριτσιού μου με άλλον και χωρίς να το σκεφτώ, επιτέθηκα στα χείλη της. Η Κρίστη χαμογέλασε μέσα από το φιλί μας και εισχώρησε βίαια τη γλώσσα της μέσα στο στόμα μου.
Η δικιά μου ενώθηκε με τη δικιά της και μανιωδώς πάλευε να την ηρεμήσει, καλύπτοντάς τη, αλλά μάταια. Και οι δύο συμπεριφέρονταν σαν δύο θηρία, που ανταγωνίζονταν για ένα μόνο διαθέσιμο θήραμα.
"Πήδα" της είπα ψιθυριστά κι εκείνη με ένα σάλτο, βρεθηκε επάνω μου, τυλίγοντας τα γυμνασμένο πόδια της γύρω απο τη μέση μου, και τα χέρια της γύρω από το λαιμό μου.
Την οδήγησα στο υπνοδωμάτιο της και απαλά ,την ακούμπησα πάνω στο διπλό κρεβάτι της. Κόλλησα το μέτωπο μου στο δικό της και την κοίταξα βαθιά στα μάτια.
"Θες ακόμα να βρεις άλλον;" τη ρώτησα λαχανιασμένος κι εκείνη απλά γέλασε.
"Εγώ θέλω μόνο εσένα κύριε Χέινς" μου είπε πονηρά και έβγαλε τη μπλούζα μου.
Λάτρευα όταν με φώναζε έτσι.
Άρχισα να αφήνω υγρά φιλιά κατά μήκος του λαιμού της ενώ εκείνη αναστέναζε από ευχαρίστηση. Δάγκωσα το απαλό δέρμα της, αφήνοντας της εμφανή σημάδια σε αυτή τη περιοχή.
Σε λίγα λεπτά είχαμε αφαιρέσει ο ένας τα ρούχα του αλλού. Το γυμνό κορμί της ήταν για μένα ένα έργο τέχνης το οποίο απαιτούσε ώρες παρατήρησης για να αποκρυπτογραφηθεί. Χάιδεψα με αργές κινήσεις την κοιλιά της και εκείνη συνέχισε απλά να με παρατηρεί.
"Υποθέτω αυτός είναι ο αποχαιρετισμός μας..."μου είπε κι εγώ έμεινα ακίνητος. Τοποθέτησα τα χέρια μου δεξιά και αριστερά απο το κεφάλι της και στηρίχτηκα σε αυτά.
"Ένας γύρος δεν θα ήταν ποτέ αρκετός για να σε αποχαιρετήσω μωρό μου." ψιθύρισα και η κοπέλα μου με κοίταξε αποσβολωμένη.
"Γενικότερα η πράξη αυτή." έσπευσα να διευκρινίσω και ένιωσα τη θερμοκρασία να ανεβαίνει απότομα. Πρέπει να είχα κοκκινήσει.
"Δεν υπάρχει σωστός αποχαιρετισμός για εμάς τους δύο. Δεν μπορώ να φανταστώ τη ζωή μου χωρίς εσένα, απλά." συνέχισα.
Τα κατάλευκα δόντια της αποκαλύφθηκαν σε ένα ωραίο χαμόγελο και τα βελούδινα χείλη της ενώθηκαν με τα δικά μου. Γαμώτο την αγαπούσα .
______
Hello! Ναι ξέρω έκανα τόσες μέρες να ανεβάσω,συγγνώμη αλλά μου έσπασε το κινητό και αυτό που έχω τώρα δεν με βολεύει καθόλου στο γράψιμο.😔
Ενιγουέι,τι κάνετε; τελειώσατε τις εξετάσεις; Εγώ ναι😘να ευχηθώ καλή επιτυχία στα παιδιά που δίνουν πανελλήνιες και να θυμάστε ότι όλη σας η ζωή δεν εξαρτάται από αυτό μόνο 😉
Τι θέλετε να σπουδάσετε αλήθεια ή να ασχοληθείτε;❤ εγώ θέλω να γίνω γιατρός 😍
Να ξέρετε πάντως ότι δεν συμπαθώ ιδιαίτερα την Κρίστη...😭😢
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro