Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

10. Στο καλο και να μας γράφεις.

«Να σας συστήσω αυτόν που θα αναλάβει την θέση μου από εδώ και πέρα» ακούω τον κύριο Χάρολντς να λέει, μα το βλέμμα μου είναι επικεντρωμένο άλλου -συγκεκριμένα στον τύπο ο οποίος πλέον έχει αρχίσει με βήματα που αποπνέουν αυτοπεποίθηση να μας πλησιάζει.

«Απο εδώ ο Τζάρεντ Φόργουντς» λέει την στιγμή που μπορούμε πλέον όλοι μας να δούμε καθαρά τον άνδρα που στέκεται μπροστά μας.

«Αμάντα;» ακούω την Σερένα να ψιθυρίζει από δίπλα μου, αρκετά σιγά έτσι ώστε να την ακούμε μόνο εμείς -ευτυχώς. «Μήπως πέθανα και τώρα βρίσκομαι στον παράδεισο; Γιατί νομίζω πώς βλέπω μπροστά μου τον Θεό» συνεχίζει, κάνοντας με να χαμογελάσω παρά το σοκ στο οποίο βρίσκομαι αυτή τη στιγμή.

Αυτή ακριβώς την ατάκα είχε πει και όταν είδε τον Τράβις για πρώτη φορά, τότε που είχε αρχίσει να δουλεύει εδώ. Αυτό το κορίτσι μου θυμίζει τόσο πολύ την αδελφή μου ώρες ώρες που καταντάει τρομακτικό.

Η αλήθεια είναι όμως, πως, αυτή τη φορά θα την δικαιολογήσω. Ο άνδρας που στέκεται μπροστά μας είναι όντως πολύ εμφανίσιμος, και μπορώ να πω με σιγουριά πως και εγώ για μια στιγμή είχα την ίδια απορία με την Αμάντα. Μέχρι που τσίμπησα τον εαυτό μου για να σιγουρευτώ πως βρίσκομαι ακόμα στον πλανήτη Γη.

Και ναι, όχι μόνο βρισκόμουν εδώ, αλλά ήμουν και στο ίδιο δωμάτιο με έναν πολύ όμορφο άντρα. Για δεύτερη φορά αυτή τη βδομάδα. Θεέ μου, αυτές τις μέρες έχω δει περισσότερους ωραίους άντρες από ότι έχω δει σε ολόκληρη μου την ζωή!

Ο πανύψηλος άντρας που στέκεται μπροστά μου, είναι σίγουρα κάποιος ο οποίος δεν θα περνάει απαρατήρητος όταν κυκλοφορεί στους δρόμους. Τα σκούρο καφέ μαλλιά του, που σχεδόν πλησιάζουν την απόχρωση του μαύρου, έρχονται σε αντίθεση με τα εντυπωσιακά μελί μάτια του, και ο συνδιασμός είναι απλά απίστευτος. Έχει αφήσει μούσια μερικών ημερών, που τον κάνουν κατά την γνώμη μου να δείχνει ακόμα πιο όμορφο.

Όχι ότι τον έχω δει ξυρισμένο, αλλά ελπίζω να μείνω σε αυτή την δουλειά αρκετά για να αντικρίσω και αυτό το θέαμα.

«Δεσποινίς Σαντ;» η φωνή του κυρίου Χάρολντς με κάνει να γυρίσω το κεφάλι μου προς το μέρος του τρομαγμένη από την απότομη χροιά του. «Μπορείτε να μου πείτε γιατί γελάτε; Δεν νομίζω πως είπα κάτι αστείο», συνεχίζει με αυτόν τον αυταρχικό τόνο που μπορεί εύκολα να σε κάνει να ανατριχιάσεις. Και όχι με την καλή έννοια.

«Λυπάμαι πολύ, πραγματικά δεν το αντιλήφθηκα καν ότι χαμογελούσα» λέω σιγανά, στρέφοντας το βλέμμα μου στο πάτωμα για να αποφύγω την οπτική επαφή μαζί του.

Θεέ μου, δεν θα μπορούσα να χαίρομαι περισσότερο που θα φύγει αυτός ο γεροξεκούτης από εδώ μέσα! Και εγώ η ίδια απορώ με τον εαυτό μου, πως στο καλό άντεχα με τις παραξενιές του τόσο καιρό. Όλο παράπονα ήταν, λες και κάθε φορά που βρισκόταν εδώ το έκανε στόχο της ζωής του να μας κάνει την ζωή πατίνι. Και δεν μπορώ να πω, πάντα έβγαζε τον στόχο του εις πέρας και με το παραπάνω.

«Αρκετά, Γκέιλ. Την πήρες από τα μούτρα κατευθείαν, χωρίς λόγο και αιτία!» επεμβαίνει ο Τζάρεντ Φόργουντς, ο οποίος με κάποιον τρόπο καταφέρνει χωρίς να υψώσει τον τόνο της φωνής του να φοβερίσει το πρώην αφεντικό μου -ο οποίος απλώς ξεροκαταπίνει άβολα και μαζεύεται.

Και μόνο που με υπερασπίστηκε, αν και δεν έκανα τίποτα λάθος, με κάνει να θέλω να του χαμογελάσω πλατιά -αλλά δεν ξέρω πως θα το εκλάμβανε ο κύριος Χάρολντς, οπότε δεν τολμώ να το επιχειρήσω. Ή μάλλον ξέρω ακριβώς πώς θα το εκλάμβανε, για αυτό και η απόφαση μου ήταν αυτή.

«Τέλος πάντων... Τι έλεγα;… Α ναι!» μονολογεί μόνος του προσπαθώντας να συνεχίσει από εκεί που σταμάτησε όταν με επέπληξε. «Αν σας θυμίζει κάτι το επίθετο του, για να σας λύσω την απορία, είναι λόγω του ότι ο πατέρας του είναι ένας από τους πιο γνωστούς και επιτυχημένους δικηγόρους της χώρας» λέει κάνοντάς με να γουρλώσω ελαφρώς τα μάτια μου.

Η αλήθεια είναι ότι κάτι μου θύμιζε το επίθετο του, αλλά σίγουρα ο νους μου δεν θα πήγαινε τόσο μακριά. Κάτι στα μάτια του, περιέργως, μου φαίνεται οικείο. Λες και έχω ξαναδεί ένα ίδιο ζευγάρι μελί μάτια να με κοιτάζει στο παρελθόν.

Αλλά γνωρίζοντας τον εαυτό μου, μου φαίνεται απίθανο να έχω ξαναδεί έναν τέτοιον άνδρα στο παρελθόν και να μην τον θυμάμαι. Αν έχω κάτι για το οποίο μπορώ να περηφανευτώ, αυτό είναι σίγουρα η μνήμη μου. Κατά κάποιο περίεργο τρόπο, δεδομένου του ότι πως δεν θυμάμαι καν τι έφαγα χθες για μεσημεριανό, μπορώ να θυμηθώ γεγονότα από πολύ παλιά, και ειδικά πρόσωπα.

Οπότε την περίπτωση να τον έχω συναντήσει ξανά στο παρελθόν την αποκλείω.

«Έχοντας πει όλα όσα ήταν αναγκαία, κάπου εδώ είναι η στιγμή να αποχωρήσω. Σας εύχομαι καλή συνέχεια, και ελπίζω μην απογοητεύσετε το καινούργιο σας αφεντικό» λέει, αλλά κάτι στην χροιά του δείχνει πως είναι παραπάνω από σίγουρος πως κάτι τέτοιο θα συμβεί -σαν να το ελπίζει.

Θα ήθελα πολύ να είμαι από μια μεριά όταν κάποιος του αποκαλύπτει πως το να δουλεύεις σε καφετέρια δεν είναι πυρηνική φυσική. Γιατί εκείνος με τα λόγια του όλον αυτόν τον καιρό αυτό δείχνει να πιστεύει
-πράγμα που τον κάνει ακόμα πιο γελοίο από ότι ήδη είναι.

«Καλώς, Γκέιλ. Καλή συνέχεια και σε εσένα. Είμαι σίγουρος πως δεν θα με απογοητεύσουν, άλλωστε το χειρότερο που μπορεί να γίνει εδώ μέσα είναι να τους πέσει κανένας δίσκος» λέει ο κύριος Φόργουντς με ειρωνικό βλέμμα, «Αλλά υποθέτω πως δεν θα έπρεπε να σου κάνω και υποδείξεις, είμαι σίγουρος πως στον καιρό σου εδώ πέρα το διαπίστωσες και από μόνος σου» συνεχίζει με το ίδιο ύφος.

Δαγκώνω το εσωτερικό από το μάγουλο μου, σε μια προσπάθεια να εμποδίσω το χαχανιτό μου από το να βγει στην επιφάνεια. Αυτός ο άνθρωπος βρίσκεται μέσα στο μυαλό μου, πραγματικά. Η πρώτη εντύπωση που έχω για αυτόν μετά από το τελευταίο του σχόλιο είναι σίγουρα πολύ καλή.

Ο κύριος Χάρολντς δείχνει έτοιμος να βγάλει ατμούς από τα αυτιά, ένα θέαμα το οποίο μου φτιάχνει ακόμα περισσότερο την μέρα. «Σωστά υποθέτεις» λέει, και με ένα άκρως βεβιασμένο χαμόγελο γυρνάει και διανύει την απόσταση ως την έξοδο.

Οταν η γυάλινη πόρτα κλείνει πίσω του, δεν μπορώ παρά να ελευθερώσω αυτό το χαχανιτό που λίγες στιγμές πιο πριν δεν θα τολμούσα.

Στο καλό και να μας γράφεις, αφεντικό.

Τα γέλια των παιδιών ακολουθούν τα δικά μου, γεμίζοντας τον χώρο με αυτόν τον ευχάριστο ήχο.

Ακούγοντας μας αυτή τη στιγμή, συνειδητοποιώ πως αυτή πρέπει να είναι η πρώτη φορά που ακούγονται γέλια σε αυτόν τον χώρο. Δεν έχει περάσει ούτε ένα λεπτό από τότε που έφυγε ο Γκέιλ Χάρολντς, και όμως η διάθεση όλων μας έχει εκτοξευθεί στα ύψη.

«Δεν τον πολύ-συμπαθούσατε, ε;» η ευδιάθετη φωνή του κυρίου Φόργουντς μας διακόπτει από τα χαχανιτά μας.

«Εμ… όχι απλά.. ήταν λίγο…» παίρνω τον λόγο, μα αυτομάτως το μετανιώνω, καθώς το έντονο του βλέμμα με αποτρέπει από το να σκεφτώ σωστά για να συντάξω μια ολόκληρη πρόταση.

«Κατάλαβα» χαμογελάει, με ένα από τα πιο όμορφα χαμόγελα που έχω δει ποτέ μου.

Σχεδόν τόσο τέλειο όσο αυτό του Κρις.

«Να ξεκαθαρίσω, πως με αυτό που είπα πριν περί απογοήτευσης και για τους δίσκους, δεν ήταν καθόλου σκοπός μου να ακουστεί πως υποτιμώ την δουλειά σας, σε περίπτωση που αυτό νομίζατε» ο ευγενικός του τόνος με κάνει να τον συμπαθήσω ακόμα περισσότερο.

Φαίνεται άνθρωπος με καλές προθέσεις, και αυτό είναι ένα από τα χαρακτηριστικά που εκτιμώ περισσότερο σε έναν άνθρωπο.

«Απλώς έχω ένα θεματάκι όταν ακούω μαλακίες. Με τρελαίνουν» στριφογυρίζει τα μάτια του, και γελάω σιγανά -για άλλη μια φορά.

Καταλαβαίνω αυτό το συναίσθημα.

«Τώρα που το ξεκαθαρίσαμε και αυτό, ας πάμε στα θέματα της δουλειάς. Γιατί είμαστε μέσα στα σκοτάδια εδώ μέσα;» ρωτάει συνοφρυωμένος.

«Ο κύριος Χάρολντς δεν…» αρχίζει η Σερένα, μα δεν ολοκληρώνει.

Τι να πει άλλωστε; Ότι το πρώην αφεντικό μας ήταν τόσο τσιγκούνης που δεν μας άφηνε να ανοίξουμε τα φώτα πριν τις εννιά, και έτσι αναγκαζόμασταν να τριγυρνάμε εδώ μέσα κάθε πρωί στα τυφλά;

«Μάλιστα. Θεέ μου, καλά τον είχα κόψει από την αρχή αυτόν τον άνθρωπο!» μονολογεί, με λίγο πιο δυνατή φωνή από όσο θα σκόπευε πιθανόν.

Ύστερα γυρνάει από την άλλη, και για μερικές στιγμές σαρώνει τον χώρο με το βλέμμα του. Η ματιά του στέκεται σε ένα συγκεκριμένο σημείο για μερικές στιγμές, πριν αρχίσει να κατευθύνεται προς τα εκεί.

Μένω να τον παρακολουθώ με περιέργεια, όταν ξαφνικά καταλαβαίνω προς τα πού κατευθύνεται. Το χαμόγελο μου πλαταίνει ακόμα περισσότερο καθώς πατάει τον διακόπτη στον τοίχο και ο χώρος φωτίζεται με μιας.

«Ας αρχίσουμε από τα βασικά. Πάντα, και εννοώ πάντα, θα ανοίγετε τα φώτα. Θα είναι το πρώτο πράγμα που θα κάνετε όταν πατάτε το πόδι σας εδώ» λέει προσπαθώντας να ακουστεί αυταρχικός, όμως ο φιλικός του τόνος του χαλάει τα σχέδια.

«Αφού το ξεκαθαρίσαμε και αυτό, είστε ελεύθεροι να κάνετε τις καθημερινές σας προετοιμασίες».

* * *

«Κέισι Σαντ» μια φωνή ακούγεται ακριβώς από πίσω μου τη στιγμή που βάζω δύο κούπες καφέ στον δίσκο μου, κάνοντας με να πεταχτώ.

Ρίχνω μια φευγαλέα ματιά προς τον δίσκο πάνω στον πάγκο μπροστά μου, ανακουφισμένη που δεν χύθηκε καφές, και ύστερα γυρνάω το βλέμμα μου στα πλάγια
-πρωτού γυρίσω ολόκληρο το σώμα μου για να αντικρίσω τον κύριο Φόργουντς που στέκεται από πίσω μου.

«Κ-κύριε» τραυλίζω, σαστισμένη από την σχετικά κοντινή απόσταση στην οποία βρισκόμαστε.

Ελπίζω να μην πέσει το βλέμμα του στα μπράτσα μου, τα οποία δεν καλύπτονται πλέον λόγω του ότι έχω βγάλει το πουλόβερ μου, γιατί τότε θα αντικρίσει πόσο με επηρέασε

«Συγγνώμη, δεν ήθελα να σε τρομάξω» λέει με απολογητικό βλέμμα «Απλώς… μου πήρε λίγη ώρα να θυμηθώ» συνεχίζει, ενώ μου χαρίζει ένα μισό χαμόγελο.

«Να θυμηθείτε τι πράγμα; Και πως ξέρετε το μικρό μου όνομα;» απορώ, καθώς θυμάμαι πως δεν έχει ακούσει να με αποκαλούν αλλιώς, παρά μόνο δεσποινίς Σαντ.

«Εγώ…» αρχίζει, μα μια τρίτη φωνή τον διακόπτει πριν προλάβει να πει κάτι παραπάνω:

«Κέισι, μπορείς σε παρακαλώ να πας τους καφέδες σε εκείνη την παρέα στο τραπέζι τέσσερα; Έχουν αρχίσει τα παράπονα» μου λέει η Αμάντα.

Νεύω, χαμογελώντας ελαφρά στον κύριο Φόργουντς πριν πάρω τον δίσκο και κατευθυνθώ προς το τραπέζι. Πριν γυρίσω όμως, ρίχνω ένα βλέμμα στην Αμάντα και οι υποψίες μου επιβεβαιώνονται όταν μου ρίχνει ένα μπερδεμένο βλέμμα. Ήταν εκεί, και άκουσε τις δύο τρεις κουβέντες που ανταλλάξαμε. Και είναι το ίδιο μπερδεμένη με εμένα.

Καθώς πηγαίνω την παραγγελία στο τραπέζι, προσπαθώ με νύχια και με δόντια να μην αφήσω το πόδι μου να με προδώσει. Όλη αυτή η ορθοστασία έχει χειροτερέψει κατά πολύ την κατάσταση, και δεν θέλω καθόλου να το καταλάβουν και οι υπόλοιποι, ειδικά το αφεντικό.

«Ορίστε οι καφέδες σας» λέω μόλις φτάνω κοντά τους, και αφήνω τις κούπες μια μια στο τραπέζι χωρίς να κάνω τον κόπο να ξεχωρίσω τι παρήγγειλε ποιος.

«Καιρός ήταν!» η τσιριχτή φωνή της γυναίκας που κάθεται στην καρέκλα δεξιά μου με κάνει να μορφάσω.

Μετά από αυτές τις δύο λέξεις νιώθω έντονα την επιθυμία να κλείσω τα αυτιά μου με τα χέρια μου έτσι ώστε να τα προστατεύσω, όμως συγκρατώ τον εαυτό μου και απλώς χαμογελάω απολογητικά.

Δεν θα ήθελα με τίποτα να κάνω αυτή τη γυναίκα να νευριάσει, αυτό είναι το μόνο σίγουρο. Από το βλέμμα της και μόνο δεν φαίνεται για άνθρωπο με τον οποίο θέλει κανείς να τα βάλει, γιατί πολύ απλά δεν πρόκειται να βρει το δίκιο του.

Αν μοιράζει τέτοιες φαρμακερές ματιές όταν αργούν να της φέρουν τον καφέ της, τότε φαντάζομαι σε άλλες καταστάσεις.

«Με συγχωρείτε για την αργοπορία» είναι το μόνο που λέω, μη θέλοντας να πω κάτι παραπάνω.

Εκείνη στριφογυρίζει τα μάτια της, ενώ την ίδια στιγμή ο αντίχειρας και ο δείκτης της παγιδεύουν ανάμεσα τους μια τούφα από τα ξανθά μαλλιά της και αρχίζουν να την παιδεύουν. «Θα έπρεπε. Έχω κι άλλες δουλειές να κάνω, δεν έχω χρόνο να σπαταλάω για να περιμένω έναν γαμημένο καφέ!» η φωνή της ηχεί στα αυτιά μου ακόμα χειρότερα αυτή τη φορά.

«Με όλο τον σεβασμό, αλλά δεν περιμένατε και τόση πολλή ώρα. Οι κούπες σας, αν δείτε, καίνε ακόμα, που σημαίνει ότι δεν άργησα ούτε λεπτό να σας τις φέρω» γιατί στο καλό προσπαθώ να δικαιολογηθώ;

Δεν είναι δα και είναι η πρώτη φορά που κάποια ντίβα πατάει το πόδι της εδώ μέσα. Θα έπρεπε να έχω μάθει το μάθημα μου μέχρι τώρα, αν λάβει κανείς υπόψην του το πόσες φορές έχουν φροντίσει να μου το υπενθυμίσουν άτομα σαν και του λόγου της.

Ο πελάτης έχει πάντα δίκιο!

«Με περνάς για ηλίθια, κοριτσάκι;» περιμένει στα αλήθεια μια απάντηση σε αυτό που μόλις ρώτησε; «Νομίζεις δεν σε είδα που είχες πιάσει την ψηλή κουβέντα με έναν τύπο, ενώ κρατούσες μπροστά σου τον δίσκο με τους καφέδες μας;» λέει, με τον τόνο της φωνής της να υψώνεται αισθητά.

Δαγκώνω το κάτω χείλος μου για να εμποδίσω τον εαυτό μου από το να αντιμιλήσει ενώ κοιτάζω τριγύρω νευρικά,
-μόνο για να διαπιστώσω πως δύο -τρία ζευγάρια μάτια είναι πλέον στραμμένα προς το μέρος μας.

«Προτείνω λοιπόν να κλείσεις το μεγάλο σου στοματάκι, εκτός και αν θες να πω ένα δύο λογάκια στον Γκέιλ -είναι οικογενειακός φίλος ξέρεις, και μου έχει τρελή εμπιστοσύνη. Είμαι σίγουρη πως θα κάνει κάτι εάν του πω πως μια από τις σερβιτόρες του αγνοεί την δουλειά της για να σαχλαμαρίσει με τους πελάτες» συνεχίζει όταν δεν απαντάω, αγνοώντας επιδεικτικά την κοπέλα δίπλα της που την σκουντάει επανειλημμένα για να την συνεφέρει.

Ω, μάλλον ο οικογενειακός σου φίλος παρέλειψε να σου πει πως από σήμερα δεν του πέφτει κανένας απολύτως λόγος για ότι συμβαίνει εδώ μέσα. Κρίμα.

«Έλα Μπι, μην αφήσεις κάτι τόσο ασήμαντο να σου χαλάσει την διάθεση, όχι σήμερα» λέει σχεδόν ψιθυριστά.

Η 'Μπί' γυρνάει το κεφάλι της προς το μέρος της φίλης της, κοιτάζοντας την με ένα απροσδιόριστο βλέμμα. Αναστενάζει, και ύστερα νεύει.

«Δίκιο έχεις» λέει, την ίδια στιγμή που ακούγεται και μια άλλη φωνή: «Μπορώ να μάθω προς τι όλη η φασαρία; Ενοχλείτε τον κόσμο με τις φωνές σας!»

Δεν κάνω τον κόπο να γυρίσω το κεφάλι μου, εφόσον καταλαβαίνω από την χροιά της φωνής του πως δίπλα μου στέκεται ο Τζάρεντ.

«Ω, εσύ είσαι ο τύπος που ενοχλούσε πριν η κοπελιά από εδώ!» λέει, με ύφος λες και ανακάλυψε την χαμένη Ατλαντίδα. «Λοιπόν, απλά της έλεγα κάποια πραγματάκια που θα αναφέρω αργότερα στο αφεντικό της, τίποτα το σημαντικό. Συγγνώμη για την ενόχληση» λέει με την φωνή της να έχει απαλύνει αισθητά, πράγμα που με κάνει να ανασηκώσω το φρύδι μου ειρωνικά.

«Τυχαίνει να μιλάτε αυτή τη στιγμή με το αφεντικό της, δεσποινίς. Και πρέπει να πω πως δεν είναι και ιδιαίτερα ευχαριστημένος από τον τρόπο που της απευθυνθήκατε μπροστά σε όλον αυτόν τον κόσμο» λέει κάνοντας την να γουρλώσει τα μάτια της.

«Κέισι, μπορείς σε παρακαλώ να πας μέσα να με περιμένεις;» απευθύνεται σε εμένα αυτή τη φορά, με ευγενικό τόνο.

«Φυσικά» με τον δίσκο στο χέρι, γυρνάω από την άλλη και με αργά και οδυνηρά βήματα απομακρύνομαι από κοντά τους, νιώθοντας ένα έντονο βλέμμα να καίει την πλάτη μου καθώς περπατάω.

Μπαίνω στο μικρό δωμάτιο όπου αφήνουμε τα πράγματα μας κάθε πρωί, και αφήνω μια βαθιά ανάσα, ανακουφισμένη που εδώ μέσα δεν χρειάζεται να κρύβω τον πόνο που με ταλαιπωρεί.

Κάθομαι σε ένα από τα άβολα σκαμπουδάκια, τεντώνοντας το πόδι μου.

Εισπνοή, εκπνοή.

Εισπνοή, εκπν -ω, τι παιδεύομαι και εγώ, αφού δεν κάνει την κατάσταση καλύτερη ούτε στο ελάχιστο!

Κλείνω τα μάτια μου σφιχτά, πιέζοντας το ξύλο του σκαμπο στις γροθιές μου, με τόση δύναμη που οι αρθρώσεις των δαχτύλων μου γίνονται άσπρες.

Δεν ξέρω και εγώ πόσες στιγμές κάθομαι έτσι, όταν η πόρτα ανοίγει ξαφνικά και κλείνει πάλι ύστερα από μερικά δευτερόλεπτα.

Ανοίγω τα μάτια μου, και το βλέμμα μου ενώνεται με το μπερδεμένο δικό του. «Κεισι; Είσαι καλά;» λέει, η φωνή του φανερώνει γνήσιο ενδιαφέρον.

Ξεροκαταπίνω. Είμαι λίγο πολύ σίγουρη, πως οποιαδήποτε άλλη απάντηση πέρα του 'όχι' δεν θα τον έπειθε ουτε κατά διάνοια. Και δεν θέλω και ακριβώς να του πω ψέματα, μετά από όσες φορές με υπερασπίστηκε σήμερα.

«Όχι και τόσο. Έ-επεσα χθες και χτύπησα το πόδι μου. Δεν είναι κάτι σοβαρό όμως» βιάζομαι να δικαιολογήσω.

Με δύο κινήσεις έχει ήδη γονατίσει δίπλα μου, με το χέρι του εκατοστά μακριά από τον πονεμένο μου αστράγαλο.

«Ναι, το λες αυτό επειδή δεν βλέπεις την έκφραση σου αυτή τη στιγμή. Τα χείλη σου κοντεύουν να ματώσουν έτσι όπως τα δαγκώνεις, και να μην μιλήσω για το πόσο άσπρα είναι τα χέρια σου έτσι όπως σφίγγεις το ξύλο» λέει κουνώντας το κεφάλι του απηυδισμένος, ενώ ταυτόχρονα ο αντίχειρας του σέρνεται απαλά στο πρόσωπο μου, ώσπου φτάνει στο στόμα μου και χαϊδεύει το κάτω χείλος μου, κάνοντας με να το απελευθερώσω από το δυνατό κράτημα των δοντιών μου.

«Σε είδα που κούτσαινες πριν Κέισι, γιατί δεν είπες τίποτα;» λέει σιγανά «Δεν θα σε άφηνα ποτέ να δουλέψεις σε αυτή την κατάσταση».

«Εγώ απλά... Θέλω να δουλέψω, κύριε Φόργουντς. Τα έχω ανάγκη τα χρήματα» εξομολογούμαι, καθώς το βλέμμα μου να συναντάει το πάτωμα.

«Μην σε απασχολεί αυτό το θέμα. Εσύ πήγαινε σπίτι σου να ξεκουραστείς, και θα πληρωθείς κανονικά» λέει, και γουρλώνω τα μάτια μου μην πιστεύοντας αυτό που μόλις άκουσα.

«Αυτό αποκλείεται! Δεν μπορώ να το δεχτώ κύριε. Με τίποτα. Δεν δουλεύω, δεν πληρώνομαι -έτσι πάει το πράγμα. Και, επειδή θέλω να πληρωθώ, θα δουλέψω» λέω, ελπίζοντας πως θα καταλάβει και δεν θα με διώξει με το ζόρι.

«Τόσο πεισματάρα…» ψιθυρίζει, αλλά ακόμα και έτσι η αγανάκτηση είναι εμφανής στον τόνο της φωνής του.

Δεν μπορώ να αγνοήσω το γεγονός πως τα λόγια του μαρτυράνε και πάλι πως με γνωρίζει. Και αυτό μου υπενθυμίζει την ερώτηση που δεν πρόλαβε να απαντήσει από πριν.

«Απο που με γνωρίζετε κύριε Φόργουντς; Κάτι είπατε πριν, οτι σας πήρε ώρα να θυμηθείτε. Τι ακριβώς;» απορώ.

Κάτι στην έκφρασή του αλλάζει, όμως δεν μπορώ να διακρίνω ακριβώς τι. «Σε παρακαλώ, να με λες Τζάρεντ. Και όσο για αυτό που με ρώτησες.. δεν νομίζω πως εδώ είναι το κατάλληλο μέρος για να το συζητήσουμε. Ίσως κάποια στιγμή να βγούμε για καφέ ή φαγητό για να τα συζητήσουμε, αν θέλεις και εσύ» ο διστακτικός του τόνος με κάνει να χαμογελάσω.

«Φυσικά, θα το ήθελα πολύ... Τζάρεντ» λέω, χαμογελώντας αμήχανα όταν τον αποκαλώ με το μικρό του όνομα.

Αυτομάτως, το πρόσωπο του χαλαρώνει και ένα πλατύ χαμόγελο κάνει την εμφάνιση του.

«Τέλεια! Τώρα.. τι λες να πας σπίτι σου να ξεκουραστείς, για να αποφύγεις και την ψευτο-ντίβα από πριν;» λέει, μα του ρίχνω ένα βλέμμα που δεν σηκώνει αντιρρήσεις.

Αναστενάζει «Και να έρθεις να δουλέψεις στην βραδινή βάρδια, ίσως;» προτείνει.

Λοιπόν... Θα μπορούσα να συμβιβαστώ με κάτι τέτοιο.

Ουαν βλέπει πως το σκέφτομαι, σπεύδει να συμπληρώσει: «Δεν ξέρω αν σας είχε ενημερώσει ο Γκέιλ, αλλά πρίν δύο μέρες περίπου έγινε κράτηση σε ολόκληρο να μαγαζί για σήμερα το βράδυ. Αρραβώνες. Ο τύπος ήταν τόσο σίγουρος πως η γυναίκα του θα πει ναι, που το έκλεισε πριν καν της κάνει πρόταση» λέει, χαχανίζοντας προς το τέλος.

«Τέλος πάντων, έχει καλέσει ένα σωρό ανθρώπους, φίλους -στενους και μη-, συγγενείς, ατομα με υψηλό όνομα. Θα γίνει χαμός και χρειαζόμαστε όσο περισσότερο προσωπικό γίνεται. Και, απλά για να ξεκαθαρίσω, αν δεχτείς -που θα δεχτείς γιατί τώρα αποκλείεται να δουλέψεις-, θα κάνεις ένα μικρό διάλειμμα κάθε μισή ώρα και δεν το διαπραγματεύομαι!» λέει, και ξαφνικά συνειδητοποιώ πως η χαλάρωση που νιώθω εδώ και λίγες στιγμές οφείλεται στο γεγονός πως το χέρι του βρίσκεται τυλιγμένο γύρω από το πόδι του, χαϊδεύοντας το, και καταφέρνοντας έτσι να απαλύνει αισθητά τον πόνο.

Αποσυντονισμένη από τα μαγικά του χέρια, μου παίρνει λίγη ώρα να απαντήσω: «Ε-εντάξει. Όμως... τι στο καλό πρέπει να φορέσω; Δεν έχω ξαναμπεί βραδυνή βάρδια».

Στην απάντηση μου χαμογελάει ακόμα πιο πλατιά. «Κατά προτίμηση κάτι λίγο πιο βραδινό, και λιγότερο καθημερινό».

Νεύω, κλείνοντας τα μάτια μου για μερικά δευτερόλεπτα, και αφήνοντας έναν μικρό αναστεναγμό ανακούφισης. «Σε ευχαριστώ πολύ, πραγματικά με κάνεις να θέλω να σου ξεριζώσω το χέρι και να το πάρω μαζί μου σπίτι. Αυτό είναι τόσο... χαλαρωτικό» λέω ειλικρινά.

«Χαίρομαι που σου αρέσει, όποτε ξανά χρειαστείς θα ξέρεις σε ποιανού τα μαγικά χέρια να απευθυνθείς» πίστεψε με, θα το κάνω.

«Ξέχασα να σου πω το καλύτερο» λέει, σπάζοντας την σιωπή που επικρατούσε εδώ και λίγες στιγμές.

Ανοίγω τα μάτια μου και τον κοιτάζω με περιέργεια, περιμένοντας να συνεχίσει. «Η στρίγγλα από πριν είναι αυτή που αρραβωνιάζεται. Μου το είπε στην σύντομη κουβέντα που είχαμε πριν, και δεν μπορούσα να το πιστέψω ότι βρέθηκε κακομοίρης να θέλει να περάσει την ζωή του με αυτή τη γυναίκα. Ευτυχώς όμως δεν θα μας κάνει την τιμή να είναι εδώ μαζί μας το βράδυ» λέει, και τον κοιτάζω με μάτια ορθάνοιχτα.

«Πλάκα κανείς!» λέω, μα όταν κουνάει το κεφάλι του δείχνοντας μου πως μιλάει πέρα για πέρα σοβαρά, σκάω στα γέλια.

«Ε-εννοώ… είναι όμορφη. Π-πολύ όμορφη αλλά... αλλά» το γέλιο μου δεν με αφήνει να ολοκληρώσω την πρόταση μου. Είμαι σίγουρη όμως, πως ο Τζάρεντ κατάλαβε για ποιο πράγμα μιλάω.

«Το ξέρω!» γελάει και αυτός. «Ποιός στο καλό θα παντρευόταν μια τέτοια σκύλα; Αν συμπεριφέρεται έτσι στην υποτίθεται πιο ευτυχισμένη μέρα της ζωής της μέχρι τώρα, φαντάσου όταν δεν είναι στις καλές της!» με το ζόρι καταφέρνει να ολοκληρώσει την πρόταση του.

Δεν θα μπορούσα να συμφωνήσω περισσότερο!

***
Γεια σας! Συγγνώμη για άλλη μια φορά για την καθυστέρηση, ελπίζω να σας άρεσε το κεφάλαιο!

Στην φωτογραφία ο Matthew Daddario ως Jared Forwoods!•

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro