ࣸ chapter 5 ࣷ
Σε λίγο θα έβγαινα με ένα πολύ ωραίο νεαρό για ποτό. Χαιρόμουν που θα έβγαινα μαζί του. Ο Μάριος είναι ένα ευγενικό και καλό παιδί. Θα ήθελα να κρατήσουμε επαφές όταν θα φύγει από την Κρήτη και εγώ βρίσκομαι Αθήνα.
Σκεφτόμουν τι να φορέσω και ξαφνικά μου ήρθε μια επιθυμία να ντυθώ στα μαύρα. Η συγκεκριμένη επιθυμία μου έρχεται συχνά. Βάζω ότι μαύρο έχω και νιώθω πολύ ωραία.
Έβαλα μια μαύρη φούστα σατέν λίγο πιο κάτω από γόνατο. Για μπλούζα διάλεξα ένα μαύρο τιραντάκι. Φυσικά τα μαύρα μου converse και ήμουν έτοιμη. Δεν έκανα προσπάθεια να βαφτώ. Εκείνο το βράδυ είχε πολλή υγρασία για κάτι τέτοιο και το λιπαρό μου δέρμα δεν θα το άντεχε.
Πήρα μια μικρή μαύρη τσάντα και έφυγα από το σπίτι. Δεν τον άφησα να έρθει να με πάρει από σπίτι μου γιατί κάτι τέτοιο θα τάραζε την μαμά μου και θα ανησυχούσε τον μπαμπά μου. Βασικά τους έχω πει ότι θα πάω στην Αλεξία και μετά θα βγούμε για cocktail. Σίγουρα το πίστεψαν γιατί βγαίνω συνέχεια με την Αλεξία. Η Αλεξία εκείνο το βράδυ θα καθόταν στο σπίτι με παρέα το νετφλιξ άρα δεν είχα να ανησυχώ μήπως την δουν πουθενά.
Έφτασα στο μπαρ όπου θα πραγματοποιούσαμε το ραντεβού μας και τον είδα να με περιμένει. Φορούσε ένα άσπρο πουκάμισο και έμοιαζε με άγγελο. Ακόμη λίγο να μ 'αρέσει και θα τον ερωτευτώ.
Τον πλησίασα και τον χαιρέτησα με ένα φιλί στο μάγουλο. Κοκκίνισα λίγο και αυτός το παρατήρησε έτσι έκανε πως κοιτάζει αλλού.
Μπήκαμε στο μπαρ και καθίσαμε δίπλα από την θάλασσα. Ήταν η ώρα όπου ο ήλιος θα βασίλευε και η θέα ήταν υπέροχη.
«Σ' αρέσει το ηλιοβασίλεμα;» με ρώτησε μιας και δεν έπαιρνα τα μάτια μου από τον ουρανό.
«Ναι το λατρεύω.» ξεφώνισα με ενθουσιασμό. Εντάξει περισσότερο ακουστικά σαν χαζό παιδάκι.
«Είναι ωραίο όταν κάτι τόσο απλό σε κάνει να χαίρεσαι.» παρατήρησε.
«Η ομορφιά βρίσκεται στα απλά πράγματα. Αυτό πιστεύω εγώ.» είπα και μου χαμογέλασε.
Η βραδιά μας πέρασε πολύ ευχάριστα. Πρόσεξα και ένα άλλο χαρακτηριστικό του που δεν είχα προσέξει πριν. Έχει απίστευτη αίσθηση του χιούμορ και τα αστεία του είναι ξεκαρδιστικά.
Μ' αρέσουν οι άνθρωπο με χιούμορ. Εγώ το μόνο που μπορώ να καταφέρω είναι κάτι κρύα αστεία ή καμένα. Λατρεύω τους ανθρώπους με πραγματικό χιούμορ.
Ο Μάριος ήταν ένας από αυτούς αλλά δεν ξέρω αν τον λάτρευα. Η παρέα του με διασκέδαζε και δεν ήθελα να την αφήσω αλλά κάτι μέσα στο μυαλό μου με έτρωγε. Αλλά ήμουν αποφασισμένη ότι απόψε αυτό θα έφευγε. Δεν μπορώ να ζω έτσι. Δεν μπορώ να συνεχίσω να μένω στάσιμη μέχρι να βρω κουράγιο μέσα μου.
«Πάμε μια βόλτα;» με ρώτησε όταν βγαίναμε από το μπαρ.
Έγνεψα θετικά και ξεκινήσαμε να περπατάμε κατά μήκος της παραλίας. Σανδάλια θα ήταν ιδανικά για αυτή τη στιγμή διότι ο άμμος ήδη ξεκίνησε να μπαίνει στα παπούτσια μου.
«Έλα να καθίσουμε.» είπε και κάθισε κάτω. Κάθισα δίπλα του.
«Ωραία είναι η θάλασσα.» είπε.
«Αφού δεν την βλέπεις τώρα.» είπα εγώ η πεζή.
«Και σένα δεν σε βλέπω αλλά μπορώ να θυμηθώ την ομορφιά σου.» είπε και με κοίταξε στα μάτια.
Ή αυτό είναι ότι πιο σαχλό μου έχουν πει ή είναι πολύ γλυκό. Δεν ξέρω το αφήνω πάνω σας. Είμαι πολύ χαμένη τώρα για να αποφασίσω.
Το πρόσωπο του ξεκίνησε να γέρνει προς το μέρος μου έτσι κατάλαβα ότι θα με φιλήσει. Προσπάθησα να σκεφτώ γρήγορα.
Ήθελα να με φιλήσει ή όχι;
Μα αφού έχουμε ξανά φιλήσει ο ένας τον άλλον.
Ναι αλλά τώρα μπορεί να πάμε και παρακάτω.
Έλλα πρέπει να πας παρακάτω.
Και με αυτές τις σκέψεις αφέθηκα στο φιλί του νεαρού δίπλα μου κλείνοντας τα μάτια μου. Φιλούσα ένα πολύ όμορφο νεαρό και άκουγα το κύμα της θάλασσας με το καλοκαιρινό αεράκι να μας αγκαλιάζει. Θα έλεγε κάνεις ότι ζούμε σκηνή από ταινία.
Δεν πρόλαβα να καταλάβω καλά καλά ότι τον φιλώ και το χέρι του ξεκίνησε να κυλάει πιο κάτω από την μέση μου.
Τρόμαξα; Όχι. Το ήθελα; Ναι.
Άρα ούτε γάτα ούτε ζημιά.
Τα χάδια του ήταν απαλά και ήταν πολύ γλυκός μαζί μου. Δεν έκανε κάτι που δεν ήθελα να κάνει άρα είμασταν και οι δύο κομπλέ.
Το επόμενο πρωί ήταν από τα καλά. Ήταν Κυριακή οι γονείς μου ήταν στο σπίτι και μόνο ο αδελφός μου θα έλειπε. Πήγε κάμπινγκ από χθες με την παρέα του.
Ξέμεινα σε ένα σπίτι μόνη μου με τους δύο μου γονείς. Δεν είναι ότι δεν τους αγαπάω αλλά δεν μπορώ να περνάω και τόσο πολύ χρόνο μαζί τους.
Ας ξεκινήσουμε από το πρωινό. Εγώ τρώω τα δημητριακά μου το πρωί αλλά όταν είναι η μαμά στο σπίτι θα φάω το πολύ πολύ μια ντουζίνα φρυγανιές και θα πιο δύο λίτρα γάλα. Μετά μπορεί να φάω και κανένα μάφιν φρεσκοψημένο.
Απλό καθημερινό ελληνικό πρωινό. Δεν ξέρω.
Μετά θα έκανα παρέα στον μπαμπά μου να καθαρίσει την πισίνα μας. Καθώς καθαρίζουμε την πισίνα με ρωτάει για τις σπουδές μου. Μου αναλύει την σημαντικότητα του επαγγέλματος μου και πόσο σπουδαία μπορώ να γίνω.
Αν είμαι άτυχη θα ανοίξουμε και μια πολιτική κουβέντα. Ο μπαμπάς μου είναι κομμουνιστής. Ξέρετε τώρα πόσο παθιασμένοι είναι αυτοί οι άνθρωποι. Εγώ είμαι ελεύθερο πνεύμα. Δεν βάζω ταμπέλα στα πιστεύω μου. Όπως δεν μ' αρέσουν οι ταμπέλες γενικά έτσι και εδώ.
«Μόλις τελειώσεις να ξέρεις ότι ξέρουμε ένα πολύ γιατρό με ιδιωτική κλινική όπου μπορείς να δουλέψεις εκεί. » προφανώς και θα έψαχνε να βρει για την κόρη του δουλειά.
«Στην Αθήνα;» τον ρώτησα.
«Όχι χαζούλα. Εδώ στην Κρήτη. Σιγά μην σε άφηνα εγώ ποτέ μόνη σου στην Αθήνα για πάντα.» είπε και γέλασε. Εγώ αντίθετα δεν το βρήκα καθόλου αστείο αλλά μάλιστα φοβήθηκα. Ότι ελπίδα είχα πλέον εξαφανίστηκε. Δεν θα φύγω από την Κρήτη ποτέ.
Έκανα πως γέλασα και ξεκίνησα να ασχολούμαι με το κινητό μου μπας και η συζήτηση τελειώσει εδώ αλλά τελικά η πολιτική συζήτηση, μονόλογος βασικά, δεν άργησε να μας χτυπήσει την πόρτα.
Οι γονείς μου είχαν όρεξη να πάμε για μπάνιο και είπα να μην γίνω η κακία της παρέας και να πω πως δεν είχα όρεξη έτσι φόρεσα την πιο χαρούμενη μου διάθεση και ετοιμάστηκα για θάλασσα.
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro