ࣸ chapter 22 ࣷ
Πέρασε ένας μήνας από τότε που η Κατερίνα ήρθε στο σπίτι μου και με είδε μέσα στα μαύρα μου τα χάλια. Από εκείνη την μέρα με έπαιρνε κάθε μέρα τηλέφωνο για να δει τι κάνω και πως είμαι. Ερχόταν και στο σπίτι μου περισσότερο για έλεγχο μήπως ξεκινούσα το ποτό ξανά. Δεν το έκανα όμως. Δεν ήπια ποτό εδώ και ένα μήνα. Όταν βγαίνουμε έξω προτιμώ κάτι χωρίς αλκοόλ.
Τα παιδιά κατάλαβαν ότι προσπαθώ να μην πίνω αλκοόλ και δεν το σχολιάζουν. Στις αρχές με πείραζαν αλλά μετά δεν έδιναν σημασία. Ο Φάνης ένα βράδυ προσπάθησε να με ρωτήσει τι έχω και γιατί είμαι τόσο έξω από τον εαυτό μου τον τελευταίο καιρό. Δεν του απάντησα. Είπα πως είχα ένα οικογενειακό πρόβλημα και ότι σύντομα θα λυνόταν. Μου είπε πως αν χρειαζόμουν ποτέ κάτι να μην διστάσω να τον ενοχλήσω και να μοιραστώ μαζί του τον πόνο μου. Το εκτίμησα και τον ευχαρίστησα.
Ο Βασίλης ξεκίνησε να είναι πολύ γλυκός μαζί μου αλλά ως εκεί. Χωρίς φλερτ και τα συναφή. Έβλεπε και αυτός ότι κάτι ήταν πολύ περίεργο πάνω μου και δεν θα έμπαινε σε τέτοια διαδικασία να καταλάβει.
Ξεκίνησα εντατικά και πάλι το γυμναστήριο και ζωγράφιζα ξανά. Ζωγράφιζα γιατί έτσι ένιωθα πως δεν την έδιωξα τελείως από την ζωή μου. Ένιωθα πως ένα κομμάτι της ήταν μαζί μου και πως ένα κομμάτι μου ήταν μαζί της.
Μια μέρα με πήρε τηλέφωνο το Χριστινάκι μου. Ακουγόταν πολύ λυπημένη και δεν ήξερα το γιατί.
«Συνέβη κάτι στο σχολείο γλυκιά μου;» την ρώτησα.
«Έχει μέρες να μας πάρεις τηλέφωνο. Μάλλον δεν είσαι καλά για να μην μας παίρνεις. Έγινε κάτι με εκείνο το κορίτσι;» με ρώτησε.
«Αχ γλυκιά μου συγγνώμη. Μια χαρά είμαι απλά τρέχω πολύ με την σχολή. Στο υπόσχομαι ότι θα παίρνω πιο συχνά.»
Έλιωσα. Διαλύθηκα. Να ακούω την γλυκιά φωνή της μικρής μου αδελφής να μου λέει ότι δεν της μιλάω όσο συχνά όσο της μιλούσα παλιά. Μίσησα τον ίδιο μου τον εαυτό για λίγο.
Της υποσχέθηκα χιλιάδες φορές ότι αυτό δεν θα το ξανά κάνω και με έβαλε και φίλησα σταυρό. Το έκανα και κάπως καθησυχάστηκε.
Με τον μπαμπά μου ποτέ δεν μιλούσαμε τόσο συχνά όταν ήμουν μακριά. Όταν με έπαιρνε τηλέφωνο αυτά που λέγαμε ήταν βασικά. Πως πάνε τα μαθήματα και πως βλέπω το μέλλον μου μετά την σχολή.
Με την μαμά μου μιλάγαμε λίγο περισσότερο. Με ρωτούσε και για τις εξόδους μου αλλά δεν έμπαινα στον κόπο να τις εξηγώ τα πάντα.
Ο αδελφός μου από την άλλη δεν με έπαιρνε ποτέ.
Η σημερινή Κυριακή ήταν πολύ ωραία και ηλιόλουστη. Ξάπλωνα στην αγαπημένη μου αιώρα και ζωγράφιζα ένα κορίτσι. Ένα κορίτσι με μαύρα αγορέ μαλλιά και καστανά μάτια. Με πολύ γλυκά χαρακτηριστικά. Λευκή μπλούζα όπως ακριβώς την γνώρισα.
Δεν το πιστεύω ότι μετά από ένα μήνα συνεχίζω να την σκέφτομαι.
Προσπαθούσα. Πραγματικά προσπαθούσα να βάζω το μυαλό μου αλλού. Δεν μπορούσα. Μου ήταν αδύνατον να την βγάλω από εκεί.
Προσπάθησα τα πάντα αλλά μάταια.
Σκέφτηκα πολλές φορές μέσα σε αυτόν τον ένα μήνα να μιλήσω με την Κατερίνα. Μήπως με την Αλεξία. Σε κάποιον. Να έλεγα κάτι. Να έλεγα πως αισθάνομαι. Να μπορούσα να ανοιχτώ σε κάποιον και να μου δώσει κάποια συμβουλή.
Αφαιρούσα όμως αυτές τις σκέψεις αυτόματα από το μυαλό μου. Δεν γινόταν να το πω σε κανέναν. Δεν γινόταν κανείς να μάθει για αυτό. Θα έμενα εγώ παρέα με τις σκέψεις μου για πολύ καιρό ακόμα.
Το βράδυ θα έμενα στο σπίτι και παράγγειλα το αγαπημένο μου φαγητό για με καλοπιάσω λίγο μπας και αλλάξει λίγο η διάθεση μου.
Κτύπησε το κουδούνι και πετάχτηκα πάνω από την χαρά μου. Λεμονάτο κοτόπουλο Ιαπωνίας σου έρχομαι.
Αλλά δεν ήταν ο ντελιβεράς στο κουδούνι και τρόμαξα πάρα πολύ.
Ξέρετε τώρα τι γίνεται. Μένω στήλη άλατος. Ο λαιμός μου ξεραίνεται και δεν μπορώ να αρθρώσω ούτε μια λέξη. Κοκκίνισα απο το άγχος μου και ξεκίνησα να τρέμω.
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro