ࣸ chapter 16 ࣷ
Μετά από μια εβδομάδα θα έβλεπα επιτέλους την Ρία. Βασικά θα προσπαθούσα να την δω. Θα πήγαινα στο σημερινό μάθημα ζωγραφικής. Έχω χάσει ήδη πολλά άλλα αυτό είναι το τελευταίο που έχω πληρωμένο και άρα μπορώ να πάω.
Σήμερα πηγαίνω εκεί με την ελπίδα να να βρω την Ρία και να της πω πόσο την αγαπώ και ότι δεν μπορούμε να είμαστε άλλο χώρια γιατί δεν το αντέχω. Ούτε εκείνη το αντέχει. Αυτό φαίνεται. Την μέρα που μιλούσαμε στο τηλέφωνο είχε βάλει τα κλάματα.
Ούτε εκείνη ήθελε να είμαστε χώρια αλλά της φέρθηκα πολύ σκάρτα και λογικό ήτανε να μου έχει θυμώσει. Μπορεί να μην ήθελε να με δει σήμερα μπροστά της αλλά έχω θα έκανα την προσπάθεια μου.
Έβαλα τις φόρμες μου και βγήκα από το σπίτι πολύ διστακτικά. Και αν δεν της άρεσε που θα με έβλεπε μπροστά της; Όλη την ώρα αυτό σκεφτόμουν μέχρι που έφτασα εκεί.
Δεν ήταν όμως εκεί.
Η κυρία Έλενα ξαφνιάστηκε πάρα πολύ που με είδε.
«Έλλα δεν περίμενα να σε δω εδώ. Εσύ και η Ρία έχετε εξαφανιστεί τόσο καιρό! Είστε καλά;» με ρώτησε. Όπως φαίνεται ούτε η Ρία πήγαινε στα μαθήματα ζωγραφικής. Άφησε τα μαθήματα γιατί όμως; Εντάξει κάτι μπορώ να φανταστώ αλλά δεν μπορεί να αφήνει κάτι που τόσο αγαπά για εμένα.
«Μεγάλη ιστορία κυρία Έλενα.» είπα και έφυγα από το μάθημα μετά αφότου τελείωσε. Δεν απόλαυσα το μάθημα όμως. Δεν είναι το ίδιο χωρίς εκείνη εκεί να με κοιτάει καθώς μιλάω μπροστά σε όλους. Μόνο με εκείνη μπορώ αν είμαι όπως θέλω να είμαι.
Στην διαδρομή για το σπίτι σκεφτόμουν την ζωή μου. Πως είναι και πως θα ήθελα πραγματικά να είναι. Προσπάθησα να σκεφτώ πως θα μπορούσα να ζήσω όπως εγώ ήθελα και δεν μπορούσα να βρω κανένα τρόπο.
Μετά από την απόπειρα μου να βρω την Ρία στο μάθημα της ζωγραφικής τα παράτησα και δεν την ξανά έψαξα ποτέ. Ήθελε να είναι μακριά μου και το σεβάστηκα.
Τα Χριστούγεννα δεν άργησαν να έρθουν και εγώ θα πήγαινα στην Κρήτη για διακοπές. Δύο εβδομάδες παρέα με την οικογένεια μου μπορεί να με έφερνε πίσω στον κόσμο όπου δεν μπορώ να κάνω όνειρα για μια ζωή την οποία επιθυμώ. Όπως όλοι μπορούμε να φανταστούμε αυτό έγινε.
Όλες τις μέρες μου στην Κρήτη τις πέρασα με την οικογένεια μου και αυτό ήταν κάτι πολύ υπερβολικό για εμένα.
Συναντήθηκα με την Αλεξία αλλά δεν την ένιωθα πια τόσο φίλη μου. Δεν την ένιωθα κοντά μου. Δεν μπορούσα να της πω τίποτα. Δεν μπορούσα να της πω ότι έχω ερωτευτεί ένα κορίτσι και το άφησα να φύγει εξαιτίας αυτής και της οικογένειας μου.
«Ρε εσύ κάτι έχεις!» είπε καθώς πίναμε την αγαπημένη μας ζεστή σοκολάτα δίπλα στο τζάκι του σπιτιού της.
«Τίποτα ρε δεν έχω.» επέμεινα αλλά δεν με πίστεψε. Μπορεί να ήταν κλειστόμυαλη και άλλα τόσα πράγματα αλλά ήξερε πότε δεν ήμουν καλά και πότε ήμουν.
«Αν δεν μου πεις θα μείνουμε όλο το βράδυ εδώ να σε ρωτάω και να μου λες ότι δεν έχεις τίποτα.» είπε.
«Σκέφτομαι κάτι που έγινε στην Αθήνα.» της είπα αλλά προφανώς και δεν είπα τίποτα για την Ρία αλλά για τον Λεωνίδα. Δεν ήταν καν μέσα στο μυαλό μου ο Λεωνίδας αλλά έπρεπε να πω κάτι με μερική αλήθεια για να μπορέσω να ολοκληρώσω το ψέμα μου. Το έχω πει πόσο κακιά είμαι στα ψέματα; Δεν είναι αστείο όμως αυτό; Είμαι κακιά στα ψέματα αλλά καταφέρνω να κρύψω το μισό κομμάτι της ζωής μου πολύ καλά.
«Τον έχεις ερωτευτεί δηλαδή;» με ρώτησε αφού τελείωσα την περιγραφή της περιπέτειας μου.
«Δεν ξέρω ρε. Μπορεί. Δεν είμαι σίγουρη.» συνέχισα το καλό στημένο μου αστείο.
«Α ρε φιλενάδα. Δεν είναι για σένα αυτά τα περιστασιακά είσαι πολύ ευαίσθητη.» μου είπε και δεν ήξερα τι να απαντήσω. Μια χαρά τα είχα καταφέρει με τον Μάριο αλλά με βόλευε να το πιστεύει αυτό αλλά σώπασα και την άφησα να πιστεύει ότι θέλει.
Η υπόλοιπη συζήτηση συνεχίστηκε για τους έρωτες της Αλεξίας. Η Αλεξία ερωτευόταν πολύ και πάρα πολύ συχνά. Έχουμε να τα πούμε μόνο τρείς μήνες και έχω ακούσει μέχρι τώρα πάνω από πέντε ανδρικά ονόματα. Η Αλεξία σπουδάζει στην Κρήτη άρα δεν έχει πάει και πολύ μακριά αλλά αυτό δεν μπορεί να την εμποδίσει στο να ζήσει τις μικρές της περιπέτειες.
Μίλαγε όμως για πάρα πολύ ώρα για τον Κυριάκο. Ένα ψηλό μελαχρινό αγόρι που τον τελευταίο καιρό δεν μπορούσε να τον βγάλει από το μυαλό της. Δεν έκανε τίποτα μαζί του αλλά όπως η ίδια λέει και δεν τι θα έδινε να φιλήσει τα χείλη του και όχι μόνο. Κάπου εκεί σταμάτησα την συζήτηση και είπα πως είναι αργά για να μπορέσω να επιστρέψω στο σπίτι μου.
Στο σπίτι το βράδυ καθώς άκουγα τα αγαπημένα μου κομμάτια ξεκίνησα να δακρύζω αφού ξεκίνησα να σκέφτομαι την Ρία πάλι. Έκλεισα τα μάτια μου και αγκάλιασα το μαξιλάρι μου.
«Μην κλαις.» άκουσα μια φωνή και ένα χέρι στο γόνατο μου. Άνοιξα τα μάτια μου και η μικρή Χριστίνα καθόταν δίπλα μου.
«Γιατί δεν κοιμάσαι;» την ρώτησα.
«Σε σκέφτομαι.» είπε και την κοίταξα με απορία. «Μην θυμώσεις μαζί μου αλλά ξέρω για εκείνο το κορίτσι.» είπε και τινάχτηκα από την θέση μου.
«Ποιο κορίτσι;» την ρώτησα.
«Αυτό από την εφαρμογή. Το είδα στο τηλέφωνο σου.» είπε.
«Χριστίνα δεν είπαμε να μην παίρνεις το τηλέφωνο μου;» την ρώτησα θυμωμένη.
«Ναι το ξέρω αλλά ήσουν πολύ αφηρημένη το καλοκαίρι και ήθελα να μάθω το γιατί. Αλλά τώρα είσαι λυπημένη. Δεν θέλω να είσαι λυπημένη.» μου είπα και την πήρα στην αγκαλιά μου.
«Να ξέρεις δεν έχω πρόβλημα.» είπε.
«Για ποιο πράγμα;» την ρώτησα.
«Που αγαπάς ένα κορίτσι.» είπε και πλέον δεν μπορούσα να της θυμώσω.
«Ξέρεις ότι δεν μπορείς να το πεις σε κανένα;» την ρώτησα και την κοίταξα στα μάτια.
«Το ξέρω ήδη μήνες τώρα.» είπε και πράγματι αυτό ισχύει. Δεν έχει πει τίποτα. «Θα το κρατήσω μυστικό.»
«Σε ευχαριστώ γλυκιά μου.» της είπα και την κράτησα στην αγκαλιά μου.
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro