Κεφάλαιο 21ο
Ακουαρέλες ξεχασμένες στην Νέα Υόρκη
- 4 Φεβρουάριου
ΔΕΝ ΕΊΧΕ ΤΗΝ ΠΑΡΑΜΙΚΡΉ ιδέα για το πως μετά από όλα θα εμφανιζόταν μπροστά στην μητέρα της και θα άρχιζε τα έξυπνα της για να της δώσει την άδεια να ξεστρατησει παρέα με τον Γκρέγκορι την Παρασκευή. Το σκέφτηκε από πολλές πλευρές και κατέληξε πως ήταν εντελώς αδύνατον να την αφήσει ακόμη και αν της το έλεγε ίσως γινόντουσαν πολύ χειρότερα τα πράγματα, η πληγή ήταν τόσο φρέσκια για να προσπαθήσει να την βαθύνει. Κάπως έτσι δεν είχε δώσει μια σαφή απάντηση στον Γκρέγκορι ο οποίος δεν είχε δείξει την παραμικρή ενόχληση για αυτό, είχε αυτή την αισιοδοξία πως ήταν ικανή να κάνει την μητέρα της να την συγχωρέσει απίστευτα γρήγορα. Πράγμα που δεν το ήξερε και η ίδια γιατί δεν είχε τσακωθεί τόσες φορές μαζί της σε τέτοιο σημείο.
Ήταν Πέμπτη και η αγωνία της είχε αγγίξει κόκκινο τι έπρεπε να σκαρφιστει για να κάνει την μητέρα της έστω και να της μιλήσει κανονικά; Είχε μια παιδική δυσαρέσκεια κάθε φορά που η μητερα της γινόταν ψυχρή, άραγε όταν εκείνη ήταν τόσο ψυχρή μαζί της τα τελευταία δύο χρόνια πως αισθανόταν εκείνη; Η συμπεριφορά της καιρό πριν ήταν ξέφρενη 'άνευ προηγουμενου' με εκείνη βασίλισσα σε ένα διαρκές δράμα παραπόνων, ψυχρολουσίας και αποφυγής κάθε επαφής.
Η Βαλερια που είχε πει στον Ντάνι και την Λουίζα πως ήταν απλά άρρωστη τις προηγούμενες μέρες την είχε γλιτώσει καλά, ακόμη και εάν ο Ντάνι την είχε ρωτήσει γιατί πηγαινοερχοταν συχνά στο γραφείο της Νορα. Έπρεπε να αναπληρώσει την πρόοδο που είχε χάσει πράγμα που σήμαινε ότι θα ερχόταν κάποιο σαββατοκύριακο να γράψει έναν κύκλο διαγωνισματων. Στην αίθουσα των καλλιτεχνικων δεν συνέβαιναν πολλά - γιατί μάλλον είχε να πατήσει αρκετούς μήνες - κάποιες φορές ήταν τις τελευταίες ώρες και από την στιγμή που δεν ήταν μαθημα υποχρεωτικό το απέφευγε. Κάποιος θα μπορούσε να αναρωτηθεί, γιατί απέφευγε κάτι μου υποτίθεται της άρεσε;
Η απάντηση της ήταν πολύ απλή. Απλή για εκείνην - η Νορα και η καθηγήτρια εικαστικών δεν καταλάβαιναν διόλου. Η Βαλερια δεν θα μπορούσε να πάει σε κολλέγιο καλων τεχνών, γιατί σε καμία περίπτωση δεν ήταν σίγουρη αν αυτό ήθελε να κάνει για το υπόλοιπο της ζωής της. Δεν αντιμετώπιζε τα διάσπαρτα σχέδια της, τις ακουαρέλες και το κάρβουνο με την σοβαρότητα όλων των άλλων καλων μαθητών στο τμήμα, εκείνη ασχολούνταν οπότε το ήθελε όχι επειδή είχε εργασία. Και πάνω κάτω δεν είχε κάποια δυναμική σε κάτι συγκεκριμένα, δεν είχε εντρυφήσει πάνω σε κάποιο κλάδο αρκετά - ήταν πολύ μέτρια για τα δεδομένα της για να κάνει αίτηση σε τέτοιο σχολείο.
Η Νορα και η μις Ντόνα δεν είχαν την ίδια άποψη γιατί η Βαλερια προ δύο χρόνων ήταν σίγουρα για το κολέγιο της Νότιας Καλιφόρνιας. Ίσως και για το Καρνιεντ Μελον στο Πιτσμπουργκ. Η Βαλερια 'προ δύο χρόνων' ήταν ερωτευμένη με την ιδέα του κολεγίου, της ανεξάρτητης ζωής και των απεριόριστων πραγμάτων που ήθελε να κάνει. Θα γυρνούσε μουντά απογεύματα σε κοσμοπολιτικες αγορές της Νέας Υόρκης, καλοκαιρινά πρωινά σε άδειες αίθουσες μουσείων τέχνης και το βράδυ θα είχε μια ονειρική μικρή παρέα από ομοιδεατες που θα την βοηθήσουν να διαλέγει τσάι, να βάφουν το δωμάτιο της και φυσικά να γυρνάνε σε κουλτουρικα μαγαζιά με τζαζ μουσική.
Ίσως και να δενόταν μαζί τους και να ήταν σούπερ ερωτευμένη εκεί με τον Ντάνι. Όλο το ξαστερο όνειρο κάπου κάπου εφθηνε και εκείνη άρχισε να νιώθει αποστροφή για τέτοιου όνειρα, γιατί τέτοια ήταν τα όνειρα που δεν είχαν καμία σημασία, ότι και να έκανε κατάβαθος θα ήταν μόνη, μόνη σε ένα επίπεδο που ίσως ο Γκρέγκορι καταλάβαινε. Δεν ήξερε λοιπόν αν έκανε καλά που γυρνούσε στην αίθουσα των καλλιτεχνικων, της προξενουσε ένα ευχάριστο ρίγος μεν μια δυνατή επαλξη στο στήθος της σαν επρόκειτο να μπει μέσα στην αίθουσα και να βγει σαν την Βαλερια Ρέιμοντ που έχει όνειρα και θέλει να κάνει τους γονείς της περίφανους, να κάνει τον κόσμο να ζηλέψει λες και θα ήταν η πρώτη και η τελευταία. Ήταν λιγάκι ξιπασμενη τότε για να πιστεύει κάτι τέτοιο, πλέον ήθελε απλά να τρυπώσει στην αίθουσα και να ψάξει αυτό που την έκανε πολύ χαρούμενη στο παρελθόν.
Η Ντόνα είναι από εκείνες τις γυναίκες που φορούν δροσερά σακάκια και λεπτά λινα φουλάρια, ψιλά γυαλιά και εκείνο το ντεμοντέ μπορντό κόκκινο κραγιόν, μοκασινια και έχουν πάντα αρωματικά χαρτομάντιλα στις τσέπες τους. Η Βαλερια την θαύμαζε πολύ αλλά ώρες ώρες της την έδινε στα νεύρα, ειδικά όταν τους έκανε κριτική του τύπου 'η γενια σας και όλες οι άλλες που θα έρθουν δεν έχουν καλλιτεχνικό αίμα, δεν αντιλαμβάνονται την αληθινή ομορφιά, κυνηγάτε ηδονές που δεν είναι ποτέ ψυχικές αυτό σας κάνει κατώτερους και αδύναμους να καταλάβετε την ουσία της ζωγραφικής η οποιαδήποτε άλλης μορφής τέχνης, χρειάζεσαι τα κατάλληλα μάτια για να δεις την ουσία της ομορφιάς ' το ότι έμπλεκε την φιλοσοφία με την τέχνη μπερδευε την Βαλερια προ δύο χρόνων, αλλά πλέον μπορούσε να την διαβάσει παντού.
Η Βαλερια δεν ήταν σε αυτή την γενιά δεν πάλευε να ξεχωρίσει αλλά ούτε και να κρυφτει της άρεσαν άλλα πράγματα που τύχαινε να μην μπορούσε να μοιραστεί με κάποιον, της άρεσε η νοσταλγία της ησυχίας, της αρμονίας και της χαράς των γιορτών, το ζεστό σαλόνι του σπιτιού τους, το δωμάτιο της, κατά κάποιο τρόπο η εκκλησία σαν ένας χωρος τόσο απρόσμενα ήρεμος, το άχρονο του διαστήματος, η μυρωδιά του καφέ, η φυσική όταν την εξηγούσε ο Γκρέγκορι, οι μέρες πριν τις διακοπές στο σχολείο, τα καλλιτεχνικά, οι ημερίδες ιστορίας που ήταν για εκείνη και άλλα δεκαπέντε παιδιά συνολικά, της άρεσε να κάνει τους άλλους χαρούμενους εν άγνοια της, της άρεσε η ιδέα πως δεν είχε δει τόσα μέρη, πως δεν είχε γνωρίσει τόσους ανθρώπους ακόμη που δεν είχε βρει ένα είδωλο, της άρεσε να βλέπει την μητέρα της να σιγοτραγουδαει κάθε Κυριακή πρωί παρέα με το ραδιόφωνο, της άρεσε που άτομα τόσο κουλ όπως η Ζόι της μιλούσαν, της άρεσε όταν η Ντόνα την χτύπουσε λιγάκι κοφτά στον ώμο όταν έκανε καλή δουλειά με τις σκιές και της άρεσε ο Γκρέγκορι.
Όχι όπως όλα τα άλλα πράγματα εκείνος της άρεσε κάθε μέρα όλο και περισσότερο. Το ότι το είχε παραδεχτεί με τόση ευκολία στον εαυτό της μέσα στην τάξη έκανε την καρδιά της να σφίξει και τα χέρια της να ιδρωσουν. Η Ντόνα που βρισκόταν πάνω απο τον καμβα ενός παιδιού από το γυμνάσιο μάλλον του έσβηνε πράγματα με κοφτές νευρικές κινήσεις, γιατί αυτό ήταν το στυλ της, νευρικό την μία απόλυτα γλυκό της άλλη.
Η Ντόνα δεν γύρισε απευθείας να γυρίσει να δει ποιος μπήκε στο τμήμα και έτσι η Βαλερια είχε την ευκαιρία να ψάξει για μια στιγμή να δει αν ήξερε κάποιον. Η Ζόι βρισκόταν σε μια ψηλή στήλη ταξινόμησης υλικών, η Βαλερια ήξερε πως η Ζόι αν είχε χρόνο ταξινομουσε για χάρη της Ντόνα τα πινέλα αναλογα με τα μεγεθη και έπλενε τις θήκες. Φορούσε μια πράσινη ποδια εργασίας και έμοιαζε συγκροτημένη όπως συνήθως, όλη η αίθουσα μύριζε νέφτι και βρεγμένο πηλό. Η Ζόι όταν την εντόπισε χαμογελασε πλατιά « Ω γειά!» ήταν ένας χαιρετισμος που ακουγόταν τόσο ξένος για κάποιο λόγο στην Βελερια.
« Δεν μου είχες πει όταν παίρνεις μαθήματα εικαστικών» πρόσθεσε και η Βαλερια έριξε μια γρήγορα ματια στην Ντόνα που εξακολουθουσε να ζαρωνει τα χείλη της κάθε φορά που έσβηνε κάτι « δεν είμαι τακτική» ήθελε να πει μετά όπως με όλα τα πράγματα στην ζωή μου αλλά κρατήθηκε γιατί ο αυτοσαρκασμός θα έβγαινε τραχύς « Θα σε πειραζε να τελειώσεις αυτή την σειρά; έχω αργήσει για την παρακολούθηση στο θέατρο » η Βαλερια κοίταξε την σειρά από τα θηκακια που είχαν γεμίσει μπογιές, σήκωσε αδιάφορα τους ώμους της « Δεν υπάρχει πρόβλημα» η Ζόι γεμάτη ευγνωμοσύνη κίνησε να αφήσει τα πατσαβούρια στον νεροχύτη « Τι παράσταση έχουν;» ρώτησε και η Ζόι έσκασε ένα μεγάλο χαμόγελο « Τον Ορφέα στον Άδη» της απάντησε.
Η Βαλερια έκανε μια γκριμάτσα ξέροντας ότι μάλλον ο Τενεσι θα ήταν πρωταγωνιστής σε αυτό « Σε αυτό δεν παίζει ο Τενεσι;» ρώτησε και η Ζοι εγνεψε κάπως μοιρολατρικα, η Βαλερια είχε κόψει την Ζοι ότι υπήρχε δηλαδή μεγάλη πιθανότητα να ήταν κολλημένη με τον Τενεσι όπως πολλά άλλα κορίτσια από την θεατρική ομάδα, πολλές πήγαιναν να παρακολουθήσουν, ακόμη και η σοβαρή Ζόι « Α, αν περάσει από εδώ ο Τζουν πες ότι πήγα σπίτι ή κάτι τέτοιο εντάξει;» η Ζόι φάνηκε νευρική σε αυτό και η Βαλερια δεν μπήκε στην θέση να ρωτήσει αλλά πράγματα απλά έκανε μια κίνηση που έδειχνε πως όλα ήταν καλά.
Η Ζόι πήγε κοντά στην Ντόνα της είπε κάτι και μετά από αυτό έφυγε με ένα χαλαρό τρέξιμο. Η Βαλερια γέλασε αυθόρμητα ήξερε προκαταβολικά πόσο αστείο ήταν τέλος πάντων να κάνει κάποιος κάτι κρυφά από άλλους, άραγε ο Τζουν ήταν από αυτούς τους αυστηρούς αδερφούς που δεν άφηναν την δίδυμη τους να κοιτάζει αγόρια όπως ο Τενεσι; καπως πληθωρικά όσο αναφορά την προσωπικότητα τους, που κάπνιζαν χόρτο και ούρλιαζαν ενώ μιλούσαν; η Ντόνα όταν επιτέλους την πρόσεξε ήρθε προς το μέρος της ενώ εκείνη είχε ήδη ξεκινήσει το καθάρισμα από τις κολλημένες μπογιές.
« Καλως την!» την καλώς όρισε θερμά κάνοντας την να δείχνει μάλλον αγενής που πλέον δεν πήγαινε καν από εκεί για να πει ένα μόνο γειά. Η Ντόνα στάθηκε με ένα μικρό χαμόγελο να φωτίζει τα μικρά γαλανά της μάτια « Μην μου πεις ότι ήρθες για να καθαρίσεις τούτα εδώ, άσε αυτά και έλα από εδώ να μου πεις τι σε έφερε πάλι στον δρόμο του Θεού» συχνά αστειεύονταν λέγοντας τέτοια κρύα αλλά η Βαλερια γέλασε γιατί ήξερε πως όλα αυτά ήταν καλοπροαιρετα και το μόνο που ήθελε η Ντόνα ήταν να την πείσει πως ανήκε σε αυτή την τάξη σε αντίθεση με όλους τους άλλους καθηγητες.
Έκατσαν παραμερα στο γραφείο με τα στοιβαγμενα καδρονια που θα γίνονταν σε λίγο καιρό κορνίζες. Η Ντόνα έκατσε με σταυρωμένα τα χέρια στα πόδια της και την κοιτούσε σχεδόν εξονυχιστικά « Νομίζω πως θελω να μάθω προσωπογραφιες » δεν ήταν αυτό που την εφερε εκεί, έπρεπε να βρει κάτι τέλος πάντων γιατί δεν μπορούσε να πει κάποια άλλη ασυναρτησία που δεν θα έβγαζε νόημα, ήρεμα πλέον είδε το πρόσωπο της Ντόνα να φωτίζεται ακόμη περισσότερο « Χαίρομαι, αλήθεια νομίζω ότι θα τα καταφέρεις αψογα, αν και νομίζω πως ηδη ξέρεις τα βασικά για τις γωνίες και τα σχήματα, τι λες για τις σκιές; Σκιές χρειάζεσαι»
Καπως έτσι η Ντονα ανάγκασε τον μαθητή της δευτέρας γυμνασίου ονόματι Μαρκ να κάτσει ακίνητος σε ένα σκαμνί για παραπάνω από ένα τέταρτο. Η Βελερια που και που του χαμογελούσε σαν καθυστερημένη πετώντας φράσεις τύπου συγνώμη - τώρα σε λίγο είναι έτοιμο! Η Ντονα πάνω από το κεφάλι της με τον δέκτη της στο πιγούνι κάποιες ώρες ξεσπαγε σε γέλια « Μαρκ γλυκιε μου, συγνώμη που σε βασανίζω αλλά πρέπει να αξιοποιηθείς καπως» ο Μαρκ μουτρωνε και σουφρωνε την μύτη του « Θα πάρω καλό βαθμό τέλος πάντων;» ρώτησε δύο φορές και η Ντονα έσκασε ένα ήρεμο χαμόγελο « Θα δούμε, θα δουμε» ο Τζουν για καλή της τύχη δεν πέρασε από την τάξη και από ένα σημείο και μετά της έφυγε το άγχος για το τι θα έλεγε. Μετά από πολύ καιρό είχε μια αρκετά καλή μέρα, είχε ξεχάσει την Βαλερια 'προ δύο χρόνων' και μαζι με αυτή όλα τα άλλα που την βαραιναν.
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro