Κεφάλαιο 1ο
Η ζωή μοιράζεται στους
έχοντες, τους κατέχοντες
και στους ανέχοντες
– 12 Ιανουαρίου
ΜΕΡΟΣ Α' (ΒΑΛΕΡΙΑ)
Η ΑΛΉΘΕΙΑ ΕΊΝΑΙ πως ποτέ δεν της άρεσαν τα λουλούδια, δεν είναι αλλεργική ούτε εναντίον του ρομαντισμού, όμως τα λουλούδια τι ακριβώς σημαίνουν; είσαι πολύ όμορφη ή τίποτα τέτοιο; Έσπρωξε ένα χαμόγελο προς τον Ντάνι και είπε ένα ευχαριστώ που κάνεις δεν αντιλήφθηκε πως ήταν βεβιασμένο, ποτέ δεν το εννοούσε, παρόλα αυτά εκείνη την στιγμή κοιτούσε με μια περισυλλογή τα λουλούδια, κίτρινα και άχαρα για τα γούστα της, γύρισε αργά στο σπίτι και παράτησε τα λουλούδια στο τραπέζι της κουζίνας. Υπάρχουν τύψεις για την ψευτιά στον έρωτα; είσαι πολύ αχάριστη θύμισε στον εαυτό της.
Υπάρχει μεγαλύτερη ψευτιά από τον έρωτα; μεγαλύτερη ατιμια από το να μην νοιάζεται αν θα δει τελικα τον Ντάνι; ένιωσε ανακούφιση όταν κλείστηκε στο δωμάτιο και κάθισε εξαντλημένη στην καρέκλα γραφείου, έκανε δύο στροφές και άρχισε να μουρμουραει ένα τραγούδι που της είχε κολλήσει από το πρωί, έκανε μια προσπάθεια να ρίξει μια ματιά στις ασκήσεις βιολογίας, με ευκολία αποφάσισε να τις παρακάμψει ελπίζοντας πως θα αλλαζε η τύχη της με τα μαθηματικά. Ήξερε πως αργότερα θα το μετανιωνε γιατί τον άλλο μήνα θα είχε ενημέρωση σχετικά με την πρόοδο της, ο όρος προόδους στην περίπτωση της ήταν σαρκασμός. Κατέληξε να κοιτάζει με δυσπιστία στο ινσταγκραμ ποστ που είχαν κατακλύσει την αρχική της σελίδα, πόσο καιρό είχε να τσεκάρει την σελίδα της;
Η Λουίζα Μπάρτον είχε μια σειρά από φωτογραφίες με εκτεθειμένα όλα όσα δεν υπαγόρευαν τα ηθη, έκανε μια γκριμάτσα και τις προσπέρασε φτάνοντας σε ποστ εξίσου άνοστα, όλο έξυπνες ατάκες βαθυστόχαστες από αντιγραφή επικόλληση στο Google και φωτογραφίες που παρουσίαζαν καλλονές συμμαθήτριές της και κατά σύμπτωση ανεγκέφαλους συμμαθητές της ' να είσαι ο εαυτός σου μπλα μπλα.. Και οι κολλητοί πάνω από τις γκόμενές ' και κάτι άλλες τέτοιες μαλακιες που ο μέσος έφηβος γράφει για να φανεί αρκετά ακομπλεξαριστος και χαλαρός.
Στην πραγματικότητα εκείνη ήξερε πως όλα ήταν φούμαρα και αρνούνταν να φάει το παραμύθι πως ήταν κάποιος από αυτούς είχε την λογική να καταλάβει πως η φούσκα του λυκείου θα σκάσει σύντομα. Κάτι άλλο που δεν ήθελε να πιστέψει η χλιαρή, η μέτρια Βαλερια Ρέϊμοντ ήταν πως οι συμμαθητές της ακόμη και αν ήταν προσωρινοι στο μέλλον θα είχαν σίγουρα περισσότερη αυτοπεποίθηση και σιγουριά.
Οι όροι μέτρια και χλιαρή δεν είναι κακοι κάτι άλλοι σαν το κομπλεξικη και αδιάφορη έτσουζαν παραπάνω από όσο παραδέχονταν, η Λουίζα για παράδειγμα δεν είναι μέτρια, είναι πανέμορφη φοράει τα σωστά ρούχα και μπορεί να είναι όσο κακία θέλει χωρίς κανένας να την κατακρίνει, λες και ήταν μέρος κάποιας γοητείας της. Εάν την ζηλευε δεν θα το παραδέχονταν αλλά και ποιος δεν ζηλεύει; Δεν είναι ενοχικό το συναίσθημα της μνησικακιας; η Βαλερια είχε ευχηθεί κάμποσες φορές να την δει να τρώει τα μούτρα της στον διάδρομο ενώ περπατάει καμαρωτα παριστανοντας την αμέριμνη, ίσως και να φάει καμία μπαλιά στην γυμναστική, να παχυνει απότομα ή να την κράξει άγρια κάποιος καθηγητής, οτιδήποτε που θα την έκανε να δείχνει λιγότερο δυνατή και λαμπρή. Λένε ότι όταν θες το κακο κάποιου δεν συμβαίνει λες και κατευθείαν σε τιμωρεί η μοίρα για τις κακές προθέσεις σου.
' ζωγραφίζεις καλούτσικα ε; ' της είχε πει όχι και τόσο γλυκά και φιλικά μια μέρα ' φυσικά και ζωγραφίζω καλά δεν περίμενα την επιβεβαίωση σου ' επρεπε να της πει αντί αυτού όμως κατάπιε τα λόγια της και μισό χαμογελασε ' ζωγραφίζει πολύ ωραία θες να πεις ' είχε πει ο Ντάνι ένα από τα αγόρια της παρέας της Λουίζα ' γειά σου Βαλερια ' είπε μετά και ένα χαμόγελο έκανε το πρόσωπο του να αλλάξει σε κάτι εξαίσιο. Δεν είχε στον νου της αγόρια μέχρι που ο Ντανι κρέμασε τον ώμο του γύρω της χαμογελώντας, έτσι έγινε και μέλος της παρέας της Λουίζα.
Επίσημες φίλες που πάνε μαζί στο σχολείο, που τρώνε μαζί, που διαβάζουν μαζί, για την ακρίβεια μόνο η Βαλερια διάβαζε ενώ η Λουίζα έβγαινε με τον Τομ έναν ανεγκεφαλο από το πρώτο τμήμα. Ήταν πολύ ευγενική με τον όρο 'έβγαινε' και ο Ντάνι που έγινε το αγόρι της δεν περνούσε μέρα που να μην της μιλούσε για την κουραστική μέρα του στην προπόνηση για το πόσο τον σκοτωνε που έπρεπε να παραβρισκεται σε όλες τις συνελεύσεις του σχολείου. Τι πρόσεξε ο Ντάνι άραγε σε εκείνην;
'νόστιμη είσαι, εάν άλλαζες τα μαλλιά σου θα ήσουν σαφώς πιο όμορφη' ήταν ένα από τα λίγα κοπλιμέντα της Λουίζα και η Βαλερια δεν την άκουσε κράτησε εκείνες τις αφέλειες και το καστανο χρώμα των μαλλιών της. Ήταν καπως θλιβερό το πόσα λίγα κοινα είχε η Βαλερια με την Λουίζα με το ζόρι μιλούσαν για δύο, τρία πράγματα χωρίς να φτάσουν πολύ κοντά στην παρεξήγηση. Περνούσαν ανωφελα σαββατοκύριακα στην αυλή του σπιτιού της Λουίζα μιλώντας για αγόρια και άλλα πράγματα όπως μεγέθη σουτιέν και κορίτσια που αποκαλούσε η Λουίζα 'καργιολες', άραγε πριν αρχίσουν την παρέα ή Λουίζα έλεγε και εκείνην 'καργιόλα;'.
Υπήρχε το εξής πρόβλημα ή Λουίζα μιλούσε πολύ για τον εαυτό της, σε τέτοιο βαθμό που η Βαλερια ευχόταν και πάλι να πέσει κάπου να σπάσει τα μούτρα της. Η αλήθεια ήταν όμως πως δεν είχε ποτέ τα κότσια να πει στην Λουίζα πόσο άθλια σαν παρέα ήταν και έτσι αυτοτιμωρουνταν κάνοντας την πιστη φιλενάδα που σε κάθε περίπτωση όχι απλά θα την κάλυπτε αλλά θα την υπέρασπιζονταν, κάπως έτσι έπρεπε να υποκρίνεται για ατελείωτες ώρες.
Εκτός από πάρτι που τα περνούσε σε έναν καναπέ σφηνωμένη ανάμεσα σε ζευγάρια που φασωνονταν σαν να μην υπάρχει αύριο, πήγαινε τον κινηματογράφο χωρίς τον Ντανι που διάλεγε ταινίες δράσης - ταινίες που τυχαινε να μην της αρέσουν καθόλου, δεν ήξερε ποτε τι να φορέσει και αγχώνονταν υπερβολικά για το πως θα έμοιαζε, εάν κάποιος θα την κοιτούσε ή θα έλεγε κάτι για αυτήν. Και στο τέλος της μέρας ήταν ευχαριστημένη μόνο στο δωμάτιο της ακούγοντας μουσική, παραμελλοντας μαθήματα και λέγοντας την δικαιολογία πως δεν πρόλαβε, αγνοώντας τις φωνές της μητέρας της και την γκρίνια της μικρότερης της αδερφής Αννι, που ήθελε να δανειστεί τα ακουστικά της ' θα στα δώσω όταν τελειώσω τώρα κλείσε την πόρτα' έλεγε κάθε φορα και η Αννι ανασηκωνε τα φρύδια της 'εσύ δεν τελειώνεις ποτέ!' και η Βαλερια χαμηλωνοντας την μουσική είπε έντονα ' ας είναι, η ζωή είναι για αυτους που έχουν υπομονή' και μετά η Αννι καταφεύγει στα μεγάλα μέσα φωνάζοντας από τα πρώτα σκαλιά 'μαμά η Βαλ δεν διαβάζει ακούει μουσική!' η Βαλερια το μόνο που ήθελε να κάνει ήταν να βγει έξω και να βρίσει την Αννι που νόμιζε πως για κάθε αστείο της έπρεπε να πλέκει την μητέρα της, αντί αυτου έκατσε χαλαρή στην καρέκλα της περιμένοντας τα πυρά.
Η μητέρα της κοντοσταθηκε στην πόρτα με μαλλιά κακοπιασμενα σε μια αλογοουρά ' νόμιζα πως εσύ είσαι η ώριμη εδώ Βαλ' της είπε και η Βαλερια δεν κρατήθηκε μόνο έσκασε ένα αλαζονικό χαμόγελο ' νόμιζα πως ο μπαμπάς είναι ο ώριμος ' και με αυτά τα λόγια η μητέρα της βγήκε από το δωμάτιο χωρίς να της πει τίποτα. Η Βαλερια πάρα ήταν εκνευρισμένη για να γυρίσει σε ότι έκανε έπεσε στο κρεβάτι της και ονειρεύτηκε πως ο κόσμος το επόμενο πρωί θα ήταν σαν ένα πίνακα του Βίνσεντ Βαν Γκογκ, σαν την έναστρη νύχτα του 'Μπορώ να διακρίνω ένα τετράγωνο κομμάτι γης με σιτάρι... πάνω από το οποίο, το πρωί, βλέπω τον ήλιο να ανατέλλει σε όλο του το μεγαλείο' θυμήθηκε τα λόγια και αυτή η θλίψη έγινε ο καλύτερος ύπνος.
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro