Το Δωρο Κεφ.24
Δυο εβδομάδες είχαν που περάσει από τότε που γνώρισα τον γιο μου και ειλικρινά δεν ήθελα να ξεκολλήσω από κοντά του. Μου ήταν πολύ δύσκολο κάθε βράδυ που έφευγα από το σπίτι της άλλα δεν μπορούσα να την πιέσω περισσότερο, ας μην ήμουν βλάκας και την έχανα.
Θα έκανα υπομονή όμως, ήξερα ότι με σταθερά βήματα θα την ξανά κέρδιζα πίσω, σήμερα της ζήτησα να βγούμε όλοι μαζί, να πάμε σε ένα πάρκο εκεί κοντά που είχα κανονίσει να έρθει ο πατέρας μου να γνωρίσει τον Αλέξ.
Έχουμε φτάσει από ώρα, εγώ είμαι στης κούνιες με τον Αλέξ, όταν βλέπω τον πάτερα μου να πλησιάζει την Αντιγόνη, βγάζω τον μικρό από την κούνια και τους πλησιάζω.
Βασίλης: Καλησπέρα Αντιγόνη.
Αντιγόνη.: Καλησπέρα σας.
Βασίλης: Όχι, κορίτσι μου μην μου μιλάς στο πληθυντικό, ο γιος μου;
Νίκος: Εδώ είμαι μπαμπά.
Ο Βασίλης γύρισε πίσω και είδε τον γιο του αγκαλιά με τον εγγονό του και συγκινήθηκε από την ομοιότητα.
Βασίλης: Θα έρθεις στον πάππου κούκλε μου εσύ;
Όπως εύκολα πήγε στον Νίκο έτσι εύκολα πήγε και στον πάππου του.
Βασίλης: Να σου ζήσει Αντιγόνη. μου, ένας κούκλος είναι.
Αντιγόνη.: Ναι, είχε να μοιάσει.
Νίκος: Αρά με θεωρείς όμορφο ε; ενδιαφέρον;
Την πείραξε ο Νίκος. Η Αντιγόνη σήκωσε τα μάτια στο ουρανό από αγανάκτηση.
Αντιγόνη.: Έλα αγάπη μου πάμε να κάνουμε κούνια γιατί ο μπαμπάς είναι ψώνιο.
Η Αντιγόνη. πήρε το μωρό που είχε αρχίσει να γκρινιάζει και έφυγε για της κούνιες, τότε πατέρας και γιος έκατσαν να μιλήσουν.
Βασίλης: Μερικές φορές απορώ πως έχασες τέτοιο άγγελο από τα χεριά σου;
Νίκος: Γιατί ήμουν πολύ βλάκα μπαμπά άλλα θα αλλάξουν όλα στο υπόσχομαι.
Βασίλης: Με την μαμά σου τι θα γίνει;
Νίκος: Η Αντιγόνη δεν συμφωνεί να τον πάω να το γνωρίσει η μαμά και δεν την άδικο.
Βασίλης: Καλά ούτε εγώ άλλα πρέπει να το μάθει και κάποια στιγμή να σταματήσει αυτή την κόντρα.
Νίκος: Για το πρώτο θα πάω την Παρασκευή να της μιλήσω. Για το δεύτερο δεν ορκίζομαι τίποτα ακόμα.
Ο πάτερα του περάσαν όλο το απόγευμα στην παιδική χαρά μαζί τους, το βραδάκι πια τους ήθελε να τους βγάλει για φαγητό. Στην αρχή η Αντιγόνη αρνήθηκε γιατί δεν ήθελε να γίνει βάρος άλλα όταν ο Βασίλης της είπε ότι ήθελε τους κεράσει για την χαρά που του δώσανε με τον εγγονό του, δέχτηκε.
~*~
Την Παρασκευή πήρε αδεία από το γραφείο, έπρεπε να περάσεις από την μητέρα του. Ήθελε να της μιλήσει για τον Αλεξ δεν μπορούσε να το αναβάλει άλλο, έπρεπε να τον μάθει από τον ίδιο όχι από τον πατέρα του.
Νίκος: Καλησπέρα μαμά.
Μητέρα: Επιτέλους παιδί, που χάθηκες τόσες μέρες;
Νίκος: Είχα πολλές δουλείες και τώρα δεν θα κάτσω για πολύ. Με περιμένουν για μεσημεριανό.
Μητέρα: Πες στην μαμά, γνώρισες καμιά κοπέλα;
Νίκος: Όχι, ότι σου πέφτει λόγος για τα προσωπικά μου αλλά ενημερωτικά προσπαθώ να φτιάξω την σχέση μου με την Αντιγόνη.
Μητέρα: Γιατί βρε αγόρι μου, γυρίζεις στα παλιά τόσες ωραίες γυναίκες υπάρχουν στην ηλικία σου;
Νίκος: Μητέρα, δεν με νοιάζει η άποψη σου. Απλά σε ενημερώνω, δεν ήθελα να το μάθεις από τον μπαμπά.
Μητέρα: Μπορείς να μου πεις ένα λόγο, να γυρίσεις σε αυτή;
Νίκος: Ορίστε ο λόγος! αυτός είναι ο εγγονός σου, ο Αλέξανδρος.
Από τα νευρά του της πέταξε μια φωτογραφία που είχε βγάλει πριν λίγες μέρες με το Αλέξ. Πάνω στο τραπέζι.
Μητέρα: Κούκλος είναι, ποτέ θα μου τον φέρεις;
Νίκος: Δεν θα τον φέρω μαμά, η Αντιγόνη δεν σε θέλει κοντά στο παιδί.
Μητέρα: Καλύτερα έτσι, είναι σίγουρα δικό σου μην σου φόρτωση το παιδί αλλού.
Νίκος: Ε τι να σου πω! Είσαι απαράδεκτη. Εσύ τι λες είναι δικός μου;
Μητέρα: Τώρα που το βλέπω πρέπει να είναι δικός σου.
Νίκος: Είσαι απίστευτη, δεν σε αντέχω.
Της γύρισε την πλάτη και έφυγε από το πατρικό του μέσα στα νευρά, άκου εκεί να πει ότι ο Αλέξ δεν είναι δικό του παιδί. Η μητέρα του για άλλη μια φόρα δημιουργούσε προβλήματα εκεί που δεν υπήρχαν μόνο και μόνο για να τον εκνευρίσει.
Μπήκε στο αυτοκίνητο εκνευρισμένος και έφυγε για τον διαμέρισμα της, σήμερα ήταν η σειρά του ταΐσει το μωρό και δεν ήθελε να αργήσει. Εδώ και μίση ώρα καθόταν μπροστά από το καρεκλάκι του Αλέξανδρου και του έκανε γκριμάτσες ώστε να ανοίξει το στόμα του για να τον ταΐσει.
Η Αντιγόνη άμα δεν το έπαιζε σκληρή μπροστά του θα είχε πέσει κάτω από γέλια με της γκριμάτσες του, όπως και με της αντιδράσεις του Αλέξανδρου. Αφού πατέρας και γιος έκαναν την κουζίνα πεδίο μάχης, τους έστειλε να πλυθούν και υστέρα να κοιμίσει το μωρό μέχρι να καθαρίσει την κουζίνα.
Όσο Νίκος, κοιμίζε το μωρό στην αγκαλιά του. Έπεσε το μάτι του πάνω σε ένα προσκλητήριο που είχε ακουμπήσει η Αντιγόνη στο τραπεζάκι του σαλονιού. Ακούμπησε τον Αλέξ που είχε αποκοιμηθεί στο πάρκο και το έπιασε στα χεριά του.
Θα μας τιμήσει ιδιαίτερα η παρουσία σας στον γάμος μας που θα γίνει το Σάββατο 12 Οκτωβρίου 2015 και ώρα 7:00μ.μ. στον Ιερό Ναό του Αγ. Παύλου
Χρήστος&Μαρία
Οικογένειες
Μίνα&Μίλτος Πάπας
Γεώργιος&Λουκία Μαντά
Κουμπαρά.
Αντιγόνη Αναστάσιου
Άρχισε να το διαβάζεις προχωρώντας προς την κουζίνα, έγειρε στην κάσα της πόρτα και την ρώτησε.
Νίκος: Ποτέ γύρισε Αθηνά ο Χρηστός;
Αντιγόνη: Είναι λίγοι μήνες, γιατί ρωτάς;
Νίκος: Βρήκα το προσκλητήριο.
Αντιγόνη: Θα στο έλεγα, αλλά με πρόλαβες.
Νίκος: Δεν πειράζει, καταλαβαίνω. Θα έρθω το πρωί να δω τον μικρό και άμα θες να τον κρατήσω για να μην ταλαιπωρηθεί.
Αντιγόνη: Εεε! Ξέρεις Νίκο, έλεγα μήπως ήθελε να με συνοδέψεις στο γάμο; Βεβαία άμα δεν έχει τίποτα καλύτερο να κάνεις αύριο το βραδύ.
Νίκος: Θα ήταν χαρά μου, να σε συνοδεύσω, εσύ είσαι πιο σημαντική για έμενα από οτιδήποτε άλλο.
Της έδωσε ένα πεταχτό φιλί στο μάγουλο και βγήκε από την κουζίνα ώστε να κάτσει στον καναπέ. Η Αντιγόνη έπιασε το μάγουλο της που ακόμα έκαιγε από το φιλί του και αναστέναξε, ήταν τόσο μπερδεμένη που δεν ήξερε άμα έπρεπε να τον ξανά αφήσει να μπεις στην ζωή τους ή όχι.
Έβαλε δυο κούπες καφέ και βγήκε και αυτή στο σαλόνι να χαλαρώσουν μέχρι να ξυπνήσει το παιδί. Αφού του πρόσφερε την μια κούπα έκατσε διπλά του, ο Νίκος έπιασε τα πόδια της και τα ανέβασε πάνω στα δικά του ώστε να τα τρίψει. Της άρεσε αυτή η κίνηση ακόμα και άμα δεν το παραδεχόταν, της άρεσε αυτή οικειότητα.
Το Σάββατο το πρωί ο Νίκος επισκέφτηκε ένα κοσμηματοπωλείο ήθελε να της κάνει ένα δώρο, μετά από πολύ σκέψη της αγόρασε ένα πανέμορφο μενταγιόν που άνοιγε και μέσα έγραφε ''Τi Amo''.
Στης έξι απόγευμα της χτύπησε το κουδούνι, μόλις του άνοιξε την πόρτα έμεινε με το στόμα ανοικτό.
Νίκος: Είσαι πανέμορφη.
Αντιγόνη: Ευχαριστώ.
Νίκος: Μπορώ να σου κάνω ένα δώρο;
Αντιγόνη: Ναι.
Έβγαλε από την τσέπη του το κουτάκι και της το άνοιξε ώστε να το δει. Η Αντιγόνη πήρε στα χεριά της, την ασημένια αλυσίδα που στο τέλος της κρεμόταν ένα υπέροχο μενταγιόν σε σχήμα καρδιά που είχε σκαλισμένο την λέξη ''Τi Amo''.
Για άλλη μια φορά ο Νίκος της έδειχνε πόσο την αγαπάει άλλα αυτή γιατί δεν μπορούσε να αφήσει τον εαυτό της ελεύθερο να το ζήσει, δεν μπορουσε να καταλάβει αφού τον ήθελε στην ζωή της γιατί δεν εκανε καμία κίνηση. Από της σκέψης την έβγαλε ο Νίκος.
Νίκος: Θες να στο βάλω;
Αντιγόνη: Ναι, Είναι πανέμορφο.
Σήκωσε τα μαλλιά της και ο Νίκος πέρασε το μενταγιόν στο λαιμό της, μόλις το κούμπωσε της άφησε ένα καυτό φιλί στο λαιμό. Τότε γύρισε μπροστά, έδεσε τα χεριά της στο λαιμό του και τον φίλησε.
Αντιγόνη: Ευχαριστώ είναι υπέροχο.
Νίκος: Εγώ, σε ευχαριστώ που με κάλεσες.
Αντιγόνη: Πάω να φέρω το Αλέξ πάρε τα πράγματα του.
Νίκος: Εντάξει σας περιμένω κάτω.
Καθώς σήκωνε το μωρό για να το βάλει στο καρότσι, σκέφτηκε ότι σήμερα ήταν μια δοκιμάσει για τον Νίκο. Που άμα έβγαινε νικητής θα γύριζε στην αγκαλιά για πάντα αυτή την φόρα.
Βγήκε από το διαμέρισμα της κάνοντας την ευχή να γυρίσει στην αγκαλιά του, έκλεισε την πόρτα και κατέβηκε προς το αυτοκίνητο που την περίμενε ο Νίκος.
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro