Η Συνάντηση Κεφ.22
Έχουν περάσει δυο μήνες από τα βαφτίσια και ένας μηνάς που ο Νίκος γύρισε από την Αλεξανδρούπολη. Όμως δεν έχει κάνει καμιά κίνηση να την ψάξει, ούτε και η Αντιγόνη που όταν της είπα ότι γύρισε ο Νίκος μου απάντησε αδιάφορα ότι δεν την νοιάζει και πολύ τι κάνει.
Αλλά εγώ είμαι σίγουρη ότι ακόμα αγαπιούνται και μάλιστα πολύ δυνατά, δεν γίνεται μια αγάπη σαν την δίκια τους να χαθεί έτσι. Απλά η Αντιγόνη είναι πληγωμένη και ο Νίκος κολλημένος με το θέμα της ζήλιας του. Έτσι αποφάσισα να τους παιδεύσω στο σπίτι μου για να δω αν όντως βγω αληθινή.
Κατερίνα: Έλα αδερφούλη μου τι κάνεις;
Νίκος: Σπίτι είμαι τι θες Κατερίνα;
Κατερίνα: Μπορείς να έρθει σε μισή ώρα από εδώ; που χρειάζομαι βοήθεια με κάτι κουτές.
Νίκος; Αμάν ρε Κατερίνα, θα της κάνουμε αύριο παρατάμε σήμερα.
Κατερίνα: Όχι, σήμερα πρέπει να γίνει.
Νίκος: Ουφ! καλά θα έρθω.
Τώρα η σειρά της Αντιγόνης. Σκέφτηκα, πληκτρολόγησα τον αριθμό του σταθερού της και περίμενα.
Κατερίνα: Φιλενάδα τι κάνεις;
Αντιγόνη: Δουλείες.
Κατερίνα: Να της παρατήσεις. Έχω να δω τον ανιψιό μου μια εβδομάδα.
Αντιγόνη: Και ποιος θα κάνει; άμα της παρατήσω, όσο για τον ανιψιό σου κοιμάται τώρα σε καμιά ώρα έλα να τον δεις.
Κατερίνα: Δεν το συζητάω θα έρθεις εσύ για καφέ σε έμενα.
Αντιγόνη: Καλά εντάξει. Μόλις ξυπνήσει ο μικρός θα τον πάρω να έρθουμε.
Έκλεισα το τηλεφωνώ και ευχήθηκα να πάνε όλα καλά με το σχέδιο μου. Ήθελα πάρα πολύ να τους ξανά δω μαζί ήταν ο ένας πλασμένος για τον άλλον. Απλά ο εγωισμός τους δεν τους άφηνε να το δουν.
Ο Νίκος σηκώθηκε με τα χίλια ζόρια από το καναπέ του σπιτιού του φόρεσε τα παπούτσια του, έπιασε τα κλειδιά και βγήκε από το σπίτι βρίζοντας. Ευτυχώς που η αδελφή του έμενε σχετικά κοντά και δεν χρειαζόταν αυτοκίνητο.
Της χτύπησε το κουδούνι της και αφού του άνοιξε την κάτω πόρτα, μπήκε βαριεστημένα στο ασανσέρ. Πάτησε το έξι και δυο λεπτά αργότερα της χτύπησε το κουδούνι.
Νίκος: Που είναι οι κούτες, δεν θα φάω όλη μου την μέρα εδώ.
Κατερίνα: Πες και ένα Καλησπέρα.
Νίκος: Καλησπέρα, που είναι;
Κατερίνα: Στο δωμάτιο μου είναι πήγαινε, να φέρω και κάτι αλλά πράγματα να βάλουμε μέσα.
Νίκος: Μην κάνεις πολύ ώρα, θέλω να φύγω.
Κατερίνα: Αμάν ρε Νίκο, με έπρηξες.
Νίκος: Όχι, Κατερίνα εσύ με έπρηξες να έρθω, ενώ δεν ήθελα
Της γύρισε την πλάτη και μπήκε στο δωμάτιο της ενώ ακόμα μουρμούριζε, μόλις η Κατερίνα σιγουρεύτηκε ότι δεν την έβλεπε κλείδωσε την πόρτα.
Νίκος: Άνοιξε δεν είναι πλάκες αυτές.
Κατερίνα: Όχι, θα μείνεις εκεί για το καλό σου.
Νίκος: Μην μου σπας τα νευρά Κατερίνα!
Κατερίνα: Εντάξει, μην φωνάζει πάω να φέρω το κλειδί.
Εκείνη την στιγμή άκουσα το κουδούνι και ευχαρίστησα την τύχη μου γιατί δεν θα μπορούσα να τον κρατήσει άλλο κλειδωμένο. Άνοιξα την πορτα και εκείνη την στιγμή μου ήρθε η ιδέα πως να κανω την Αντιγόνη να μπει στο διαμέρισμα χωρίς το καρότσι.
Αντιγόνη: Άντε ρε Κατερίνα, πέντε λεπτά χτυπάω.
Κατερίνα: Sorry, ήμουν στην κουζίνα και δεν σε άκουσα.
Αντιγόνη: Θα ανοίξει τελειως την πορτα;
Κατερίνα: Σωστά! Μάλλον άκου άσε τον μικρό θα τον φέρω εγώ μέσα.
Αντιγόνη: Γιατί; συμβαίνει κάτι;
Κατερίνα: Ναι, δεν νιώθω καλά, θέλω να πας μέχρι την κουζίνα να μου φέρει λίγο νερό.
Μέχρι στο πάτωμα έπεσα για να την πιέσω, η Αντιγόνη άφησε το βρεφικό καρότσι πανικοβλημένη και έτρεξε προς την κουζίνα.
Τότε σηκώθηκα από το πάτωμα που είχα πέσει άρπαξα την τσάντα μου και βγήκα τρέχοντας από το διαμέρισμα . Η Αντιγόνη, γυρίζοντας από την κουζίνα με ποτήρι νερό στα χέρια, άκουσε το κλικ της πόρτα που κλείδωνε. Η Κατερίνα την είχε κλειδώσει μέσα.
Αντιγόνη: Πας καλά; Γιατί με κλείδωσες μέσα;
Κατερίνα: Μια χαρά είμαι, έχω τον λόγο μου.
Ευτυχώς τα πράγματα της Αντιγόνης ήταν πάνω στο καρότσι και αυτό έκανε ακόμα ποιο εύκολη την ζωή της Κατερίνας.
Αντιγόνη: Μόλις βγω, θα σε σκοτώσω.
Κατερίνα: Τα λεμέ αύριο φιλιά στον αδερφό μου, μην ανησυχείς θα φροντίσω εγώ τον Αλέξ.
Αντιγόνη: Κατερίνα, άνοιξε δεν είναι αστεία αυτά.
Μόλις άκουσε το ασανσέρ να φεύγει, σταμάτησε να φωνάζει, προχώρησε προς το δωμάτιο της Κατερίνας. Δεν την είχε πιστέψει όταν της είπε ότι ο Νίκος ήταν κλειδωμένος μέσα.
Ξεκλείδωσε την πόρτα και ήταν όντως εκεί, μπροστά της να την κοιτάει άφωνος και αυτός. Προσπαθούσε να ηρεμήσεις την καρδιά της, αλλά κάθε προσπάθεια έπεφτε στο κενό, είχε να τον δει δυο χρονιά, ακόμα και μετά από της είχε κάνει η καρδιά της έχανε χτύπους κοντά του.
Αντιγόνη: Ήρθα να σου πω, ότι η Κατερίνα μας κλείδωσε και θα επιστρέψει αύριο.
Νίκος: Τώρα κατάλαβα, γιατί ήθελε να έρθω εδώ τόσο πολύ.
Αντιγόνη: Πάω να φτιάξω καφέ.
Η αλήθεια ήταν ότι ήθελα να πάει όσο ποιο μακριά του γίνετε, της προκαλούσε ταραχή. Βγήκες φαινομενικά ατάραχη από το δωμάτιο και προχωρήσε προς την κουζίνα, αλλά δύστυχος ο Νίκος την ακολούθησε από πισω. Έκατσε σε από την εξω μεριά του πασου και την χάζευε όση ωρα έκανε να βγάλει την κουπα από τον ντουλάπι και να βάλει καφέ.
Νίκος: Που είναι ο γιος σου;
Αντιγόνη: Με την Κατερίνα.
Νίκος; Από τι φαίνεται μας παγίδευσε. Όποτε θα μείνουμε μαζί όλο το βραδύ.
Αντιγόνη: Ναι, είδες τι καλά.
Προσπαθούσε να σταματήσει την κουβέντα, η ιδέα και μόνο ότι θα είναι στο ίδιο σπίτι μαζί του για ένα ολόκληρο βράδυ της ξυπνούσε όλα τα αισθήματα της, άσχετα άμα έδειχνε ψυχρή.
Νίκος: Είσαι πολύ όμορφη.
Αντιγόνη: Δεν πέφτω με τέτοια πια Νίκο.
Νίκος: Η προσπαθεί μετράει.
Της έκλεισε το μάτι και έπειτα σηκώθηκε από την καρεκλά φεύγοντας προς το σαλόνι. Πηρέ το κοντρόλ στα χερια του άνοιξε την τηλεόραση και έπειτα αραξε στον καναπέ σαν να το έκανε κάθε μερα.
Η Αντιγόνη κάθισε στο πάσο της κουζίνα και τον παρατηρούσε, η ώρες περνούσαν χωρίς κανένας από τους δυο να κάνει κάτι για να σπάσουν αυτήν την άβολη σιωπή. Τελικά μια ώρα πριν τα μεσάνυχτα βγήκε από την κουζίνα.
Αντιγόνη: Πάω για ύπνο.
Νίκος: Καληνύχτα Αντιγόνη.
Ξάπλωσε στο κρεβάτι της Κατερίνας αλλά δεν μπορούσε με τίποτα να ηρεμήσει, ένιωθε σαν θηρίο στο κλουβί. Δεν τον αγαπούσε πια τον λάτρευε και ας την είχε πληγώσει τόσο πολύ, ίσως άμα δεν είχε διαλέξει τον εύκολο δρόμο να ήταν όλοι μαζί μια οικογένεια τώρα.
Στο σαλόνι επικρατούσε το ίδιο κλίμα πάνω κάτω, ο Νίκος μπορεί να το έπαιζε αδιάφορος αλλά μόνο αυτό δεν ήταν. Την αγαπούσε τόσο βαθιά που καμιά άλλη κοπέλα, δυο χρονιά τώρα δεν είχε καταφέρει να τον κάνει να την ξεχάσει. Αλλά όσο σκεφτόταν ότι είχε κάνει παιδί με άλλον η ζήλεια τον τύφλωνε.
Τα ξημερώματα πλέον ο Νίκος άκουσε την πόρτα του δωματίου να ανοίγει, όποτε έκλεισε τα μάτια ώστε να νομίζει ότι κοιμούταν. Ήθελε να δει άμα ακόμα τον αγαπούσε.
Η Αντιγόνη που είχε υποκύψει στο θέλημα της καρδιά, βγήκε αθόρυβα από το δωμάτιο και γονάτισε μπροστά του. Ήθελε τόσο πολύ να νιώσει τα χείλια του πάνω της. Η λογική της ελεγε ότι δεν έπρεπε να το διακυδινευση. Δεν ήθελε να ξυπνήσει αλλά η καρδιά της την πρόσταζε να το ζήσει λίγο.
Σιγουρεύτηκε ότι κοιμόταν βαθιά, έσκυψε να του αφήσει ένα φιλί στο μάγουλο έστω πριν γυρίσει στο δωμάτιο. Τότε ο Νίκος που ήταν ξύπνιους γύρισε το κεφάλι του και την φίλησε στόμα.
Για μια στιγμή χάθηκα και οι δυο στην δίνη τον συναισθημάτων τους, πρώτη ξύπνησε η Αντιγόνη που τον έσπρωξε πίσω και του έριξε ένα χαστούκι. Υστέρα έτρεξε στο δωμάτιο και κλείδωσε πίσω της.
Νίκος: Άνοιξε Αντιγόνη, πρέπει να μιλήσουμε.
Αντιγόνη: Δεν έχουμε τίποτα να πούμε.
Νίκος: Καλά έτσι και αλλιώς κάποια στιγμή θα βγεις.
Έπεσε με φόρα στο κρεβάτι και προσπαθούσε να συγκράτηση τον εαυτό της από το να βγει έξω και να πέσει στην αγκαλιά του. Τα χείλια της έκαιγαν με ένα τρόπο που της είχε λείψει τόσο πολύ.
Τελικά κάποια στιγμή πρέπει να την πήρε ο ύπνος. Γιατί όταν άνοιξε τα μάτια της και είδε στο ρολόι διπλά στο κομοδίνο, είχε πάει μεσημέρι.
Σηκώθηκε από το κρεβάτι με την ελπίδα ότι είχε γυρίσει η Κατερίνα και θα τελείωνε αυτος εφιάλτης. Έστρωσε λίγο τα ρούχα και βγήκε από το δωμάτιο με αυτοπεποίθηση και τσαμπουκά, ο Νίκος καθόταν στο πασο της κουζίνας και επινε τον καφέ του.
Νίκος: Καλησπέρα.
Αντιγόνη: Ήρθε η Κατερίνα;
Νίκος: Ναι, πριν μια ωρα.
Αντιγόνη: Μπορώ να φύγω;
Νίκος: Όχι, αφού ευχαρίστησα που μας κλείδωσε, της είπα ότι θα την πάρουμε τηλεφωνώ όταν μιλήσουμε. Όποτε έφυγε και μας ξανά κλείδωσε.
Η Αντιγόνη από τα νευρά της αρχισε να του πετάει ότι έβρισκε μπροστά της, τότε ο Νίκος σηκώθηκε από την καρεκλά και την επιασε από τα χερια.
Αντιγονη: Άσε με.
Νίκος: Σταματά να κανείς σαν υστερική.
Αντιγόνη: Έχω ευθύνες, ένα παιδί που με χρειάζεται.
Νίκος: Μια χαρά είναι το μωρό, τον φροντίζει η Κατερίνα.
Αντιγόνη: Θέλω να φύγω από εδώ μέσα, δεν αντέχω άλλο.
Νίκος: Δεν θα πας πουθενά, άμα δεν μιλήσουμε.
Αντιγόνη: Αποκλείεται θα περιμένεις για πάντα.
Νίκος: Έχω υπομονή.
Αντιγόνη: Δεν έχουμε τίποτα να πούμε, εσύ τα είπες όλα με το γράμμα σου, δεν έχεις κάτι άλλο να μου πεις. Άσε να φυγω, θέλω να παω στο δωμάτιο.
Νίκος: Σταμάτα πια να κρύβεσαι δεν βαρέθηκε τόσα χρονιά;
Η Αντιγονη τραβηξε με δύναμη τα χερια της και του έριξε άλλο ένα χαστούκι αμέσως μετα έτρεξε προς το δωμάτιο αλλά δεν πρόλαβε να κλείσει την πορτα με αποτέλεσμα ο Νίκος να ορμηξει μέσα και να την ξανα εγκλώβισέ στην αγκαλά του.
Νίκος: Έτσι και με ξανα χτυπήσεις θα μου το πληρώσεις.
Αντιγονη: Γιατί τι θα μου κανείς;
Νίκος: Μην παίζεις με την υπομονή μου.
Αντιγόνη: Δεν μπορείς να με πονέσεις πια Νίκο.
Την τράβηξε στην αγκαλιά του και την φίλησε παθιασμένη με αποτέλεσμα η άμυνες της έσπασαν και αφέθηκε στο φιλί και στα χάδια του. Κατέληξαν να κάνουν ερωτά μέχρι που αποκοιμήθηκα αγκαλά κουρασμένοι και χορτασμένοι.
Το πρωί πρώτη ξύπνησε η Αντιγονη ντύθηκα και βγήκαν στην κουζίνα ώστε να φταίξει καφέ. Έβγαλε σε δυο κουπες και έκατσε από την μέσα πλευρά του πασου, λίγα λεπτά αργότερα βγήκε και ο Νίκος και έκατσε απέναντι της, ξέρανε και η δυο ότι είχε έρθει η ωρα να μιλήσουν.
Αντιγόνη: Ξέρεις ποσό με πλήγωσες; που έφυγες σαν τον κλέφτη.
Νίκος: Είχα χάσει τον εαυτό μου από την ζήλια, έπρεπε να φύγω όσο έμενα έκανα κακό και στους δυο μας.
Αντιγόνη: Ήταν παραλογή ζήλια σου, ποτέ δεν σου έδωσα τέτοιο δικαίωμα.
Νίκος: Ναι, σίγουρα ποτέ.
Αντιγόνη: Ποτε όσο ήμασταν μαζί δεν κοίταξα αλλον.
Νίκος: Και ο Χρηστάκης σου τι ήταν;
Αντιγόνη: Άστον έξω από την κουβέντα μας, είναι ένας καλός φίλος που με βοήθησε σε δύσκολες στιγμές.
Νίκος: Ωραία άσε τον Χρηστάκη σου, ας μιλήσουμε για τον πατέρα του γιου σου.
Αντιγόνη: Αυτό είναι δικό μου θέμα, δεν έχεις κανένα δικαίωμα να ξέρεις άμα δεν ξεκαθαρίσουμε την κατάσταση ανάμεσα μας.
Νίκος: Για να μην μου λες. Σίγουρα είχες παραπάνω από ένα εραστή, έμενα την με ήθελες τότε;
Αντιγόνη: Σταματώ εδώ την κουβέντα, ακόμα και τώρα είσαι τόσο τυφλός.
Νίκος: Βέβαια, αντί να δώσεις απαντήσεις πάλι κρύβεσαι.
Αντιγόνη: Αχ! Ρε Νίκο, εγώ φταίω κανένας άλλος. Πάρε την Κατερίνα τώρα.
Νίκος: Αμέσως, δεν θέλω να περάσω ούτε άλλο ένα λεπτό μαζί σου.
Η Αντιγόνη κλειδώθηκε στο δωμάτιο για να ηρεμήσεις ακόμα και τώρα την πλήγωνε. Αλλά δεν θα του έκανε το χατίρι να ξεσπάσει μπροστά του. Θα γυρίσει στο άντρα της ζωής και εκεί θα αφήσει τον εαυτό της ελεύθερο, δεν πέρασε ευτυχώς πολύ ώρα όταν της χτύπησε την πόρτα.
Νίκος: Βγες ήρθε η Κατερίνα, μην αργήσεις και στο ραντεβού με τον γκόμενο.
Αντιγόνη: Γιατί μου το έκανες αυτό ρε Κατερίνα; ήταν μεγάλο λάθος.
Νίκος: Πρώτη φόρα που θα συμφωνήσω μαζί σου.
Κατερίνα: Συγγνώμη.
Αντιγόνη: Συχωρεμένη, που είναι το παιδί;
Κατερίνα: Στην Μαρία.
Αντιγόνη: Θα σε πάρω αργότερα.
Έφυγε κλείνοντας την πόρτα πίσω της. Μόλις άκουσε το ασανσέρ και ήταν σίγουρη ο Αντιγόνη δεν θα την άκουγε έβαλε της φωνές στον αδελφός της.
Κατερίνα: Νίκο είσαι ο μεγαλύτερος μαλάκας του κόσμου, ντρέπομαι που είσαι αδελφός μου.
Νίκος: Άντε παρατά μας, εσύ φταις για όλο αυτό, εσύ και τα ηλίθια πειράματα σου.
Κατερίνα: Δεν μπορώ να καταλάβω. Για ποιο λόγο πάλι την κατηγόρησες ότι σε απατάει;
Νίκος: Την ρώτησα για τον πατέρα του μικρού και μου απάντησε ότι πρώτα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε την κατάσταση και μετά θα μου έλεγε.
Κατερίνα: Και δίκιο είχε, έχετε τόσα θέματα να λύσετε που αυτό είναι το τελευταίο.
Νίκος: Όχι, αυτό δείχνεις ότι με έχει κάνει τάρανδο από το κέρατο.
Κατερίνα: Φύγε από μπροστά μου, γιατί και εγώ δεν ξέρω τι θα κάνω πάνω στα νευρά μου.
Ο Νίκος πέταξε μια βρισιά στον αέρα και έφυγε χτυπώντας την πόρτα πίσω του. Η Κατερίνα έπεσε στο καναπέ με δύναμη και αναστέναξε, τελικά ο αδελφός της ήταν τελείως βλάκας.
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro