Η Μετάθεση Κεφ.13
Η είκοσι μέρες πέρασαν γρήγορα, με της ετοιμάσεις και τα ψώνια που είχε να κάνει ο Νίκος. Την τελευταία νύχτα στην Αθηνά έμειναν στο σπίτι της. Μαγείρεψαν παρέα, είδαν ταινία και πέρασαν όλο το βράδυ αγκαλιά στο κρεβάτι. Το επόμενο πρωινό η Αντιγόνη είχε πάρει αδεία από την δουλεία ώστε να τον πάει στο στρατόπεδο, εκεί θα συναντούσαν και τους γονείς του.
Αντιγόνη: Αγάπη μου να προσέχεις.
Νίκος: Σε ένα μηνά θα είμαι πίσω εντάξει; Κατερίνα θέλω να μου την προσέχεις.
Κατερίνα: Θα την προσέχω.
Αντιγόνη: Μια χαρά θα είμαι και θα σε περιμένω.
Κατερίνα: Αντιγόνη πάμε; για να έρθουν και οι γονείς μου.
Αντιγόνη: Ναι πάμε, σε περιμένω σε ένα μηνά στο σπίτι μας.
Την έσφιξε στην αγκαλιά του και αφού την φίλησε με όλοι την αγάπη του, έφυγαν ώστε να τον αποχαιρετήσουν και οι γονείς του που τόση ώρα παρακολουθούν όλοι την σκηνή.
Μητέρα: Επιτέλους έφυγε.
Νίκος: Μητέρα έλεος.
Πατέρας: Να είσαι φρόνιμος και να ακούς τι σου λένε.
Μητέρα: Να τρως, να μην μου αδυνατίσεις.
Νίκος: Μπαμπά να σου ζητήσω μια χαρά;
Πατέρας: Πες μου.
Νίκος: Θέλω αν μπορείς, να με φέρεις Αθηνά μόλις ορκιστώ.
Μητέρα: Για να βλέπεις αυτήν ;
Η μητέρα του άρχισε να φωνάζει έξω από το στρατόπεδο και να δείχνει την Αντιγόνη, που καθόταν λίγο ποιο μακριά με την Κατερίνα.
Πατέρας: Μην φωνάζεις Άννα, ρεζίλη γίναμε.
Μητέρα: Άσε με, σου παρουσιάζεται μια τέλεια ευκαιρία για να την ξεχάσεις και εσύ θες να έρθεις πιο κοντά για να την βλέπεις;
Νίκος: Δεν θα μπω στον κόπο να σου απαντήσω , άμα μπορείς μπαμπά.
Πατέρας: Θα προσπαθήσω, στο υπόσχομαι.
Ο Νίκος μπήκε στο στρατόπεδο και οι γονείς του έφυγαν για Αθηνά , σε όλο τον δρόμο η μητέρα γκρίνιαζε.
Μητέρα: Μην τολμήσεις να τον φέρεις Αθηνά.
Πατέρας: Είσαι παράλογη πια.
Μητέρα: Είμαι παραλογή, που δεν θέλω το παιδί να μπλέξει με μια τεκνατζού;
Πατέρας; Πως μιλάς; τόσα χρόνια ξέρεις την κοπέλα.
Μητέρα: Εσένα δεν σε ενοχλεί;
Πατέρας: Στην αρχή με ενοχλούσε, αλλά η κοπέλα τον αγαπάει τόσο πολύ και ο γιος μας είναι ευτυχισμένος μαζί της.
Μητέρα: Είσαι απίστευτος, δεν ασχολούμαι άλλο μαζί σου.
Ο μηνάς δεν πέρασε εύκολο για κανένα από τους δυο. Της πρώτες μέρες προσπαθούσε ο Νίκος να μιλάνε, όσο μπορεί στο κινητό αφού η μοναξιά τους πονούσε. Αλλά δεν ήταν εύκολο πάντα. Στην ορκωμοσία τους δεν ειδοποίησε κανένα εκτός από την Αντιγόνη.
Δεν ήθελε πάλι να γίνουν θέαμα σε όλο το στρατόπεδο όπως όταν μπήκε. Γύρισε στην Αθηνά μαζί της και περίμενε την μετάθεση του, από το στρατόπεδο του είχαν πει ότι θα έβγαινε μια εβδομάδα μετά την ορκωμοσία.
Ήταν ήδη μια εβδομάδα στην Αθηνά άλλα δεν είχε πάει καθόλου από το πατρικό του, δεν είχε κουράγιο να τσακωθεί πάλι με την μητέρα του. Περίμενε με αγωνιά τον φάκελο ώστε να ξέρει τι θα έκανε από εκεί και πέρα.
Την Δευτέρα το μεσημέρι η Αντιγόνη γύρισε από την δουλειά και στο γραμματοκιβώτιο ήταν ο φάκελο της μετάθεσης. Τον πήρε στα χεριά και ανέβηκε στο σπίτι, μόλις τον είδε ο Νίκος το πήρε από τα χεριά της ανυπόμονος. Μόλις διάβασε που πρέπει να βρίσκεται σε δέκα μέρες, έγινε έξαλλος από τα νεύρα του.
Πέταξε το γράμμα πάνω στο τραπέζι και σηκώθηκε να πάει να ετοιμαστεί είχε σκοπό να κάνει μεγάλο καυγά στον πάτερα του. Η Αντιγόνη σήκωσε το γράμμα από το τραπέζι και αφού το διάβασε, ένιωσε τα ποδιά της να μην την βαστάνε. Στο μεταξύ ο Νίκος είχε γυρίσει στην κουζίνα.
Αντιγόνη: Θα φύγεις πάλι, τόσο μακριά.
Νίκος: Μην μου στενοχωριέσαι, θα μιλάμε συνεχεία στο τηλεφωνώ. Θα δεις θα περάσει γρήγορα ο καιρός.
Αντιγόνη: Πήγαινε στους γονείς σου, έχω ανάγκη να μείνω λίγο μόνη.
Κλείστηκε στο δωμάτιο κλαίγοντας, ενώ ο Νίκος έφυγε έξαλλος για το πατρικό του. Ήταν πύραυλο από τα νεύρα του και όχι για θα πήγαινε στον Έβρο, αλλά γιατί είχε στενοχωρήσει την Αντιγόνη άθελα του. Μόλις μπήκε στο σπίτι του χτύπησε το γράμμα στο τραπέζι.
Μητέρα: Μπα, θυμήθηκες ότι έχεις και σπίτι.
Πατέρας: Δίκιο έχει η μητέρα σου, μια εβδομάδα είσαι στην Αθηνά και δεν ήρθε να μας δεις.
Νίκος: Σίγα που σας ένοιαζε, μια χαρά σου ζήτησα. Να με φέρεις Αθηνά, και εσύ τι έκανες; Με έστειλες στην άλλη άκρη της Ελλάδας.
Πατέρας: Δεν φταίω εγώ για αυτό. Τον πήρα τηλεφωνώ τον άνθρωπο να σε βοηθήσει αλλά μου είπε ότι δεν μπορούσε.
Μητέρα: Εγώ το έκανα. Για πρέπει να ξεκολλήσεις επιτέλους από αυτή την σχέση.
Πατέρας: Άννα τι είπες στον άνθρωπο.
Μητέρα: Την αλήθεια, ότι ήθελες να πας μακριά να ξεμπλέξεις από μια γριά που σε κυνηγάει.
Νίκος: Είσαι σοβαρή;
Μητέρα: Για το καλό σου το έκανα.
Νίκος: Το καλό μου είναι να είμαι με την γυναικά που αγαπώ. Βαρέθηκα αυτή την δικαιολογία με την ηλικία της, είναι μόνο είκοσι εφτά ετών και εγώ αυτή την γυναικά την λατρεύω.
Κατερίνα: Γιατί φωνάζετε γαμώτο;
Νίκος: Επειδή η αγαπητή μαμά, με έστειλε στον Έβρο για να γλιτώσω από την γριά.
Κατερίνα: Έλεος ρε μαμά πια ξεκολλά, πως είναι η Αντιγόνη;
Νίκος: Χαλιά κλείστηκε στο δωμάτιο μας κλαίγοντας.
Κατερίνα: Πάμε, πρέπει να της μιλήσω.
Νίκος: Δεν υπάρχει πια για έμενα, το άκουσε αυτό μητέρα.
Μητέρα: Νίκο για το καλό σου το έκανα.
Ο Νίκος της γύρισε την πλάτη και έφυγε από το σπίτι του, τον είχε απογοήτευση τόσο πολύ η μητέρα του. Δεν περίμενε ότι θα έφτανε μέχρι εκεί ώστε να τον χωρίσει με την Αντιγόνη. Αλλά αυτή την στιγμή τον ένοιαζε μόνο η Αντιγόνη που έκλαιγε στο σπίτι τους και κανένα άλλος.
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro