🩸 Εισαγωγή 🩸
Ααρών....
Ψηλός, γύρω στο 1,80, μελαχρινός με απαλό καστανό μαλλί που έπεφτε άτακτα στο πρόσωπό του, ενώ μια ατίθαση φράντζα φλέρταρε συνεχώς με τα βλέφαρά του. Δέρμα σταχτί, μάτια γαλανά, τόσο γαλανά όσο ο αψεγάδιαστος πρωινός ουρανός. Βλέμμα που ηλέκτριζε και σε έκανε να νιώθεις ότι σε διαπερνάει όποτε προσγειωνόταν πάνω σου... Ύφος επιβλητικό, αινιγματικό, σου έδινε το μήνυμα ότι εκείνος είχε τον έλεγχο. Μειδίασμα άκρως ερωτικό, μα πλημμυρισμένο με μίσος και υποτίμηση δίχως εξαίρεση... Φωνή βαριά αλλά και βελούδινη, ικανή να σε μαγέψει και να σε σκλαβώσει! Λόγια περιττά δεν έβγαιναν από το στόμα του, συνδυασμός που, με την τρανταχτή αυτοπεποίθηση και το μυστήριο που αφήνει η αύρα του, ξεσηκώνει τις αισθήσεις!
Κάπως έτσι ήταν το προφίλ του Ααρών Σεργιώτη όταν τον πρωτοσυναντούσες και, αν και για μένα δεν ήταν η πρώτη φορά, ένιωθα όμως σαν κάτι να είχε αλλάξει πάνω του. Έριξα μια γρήγορη ματιά στις σημειώσεις μου, μα καθώς διάβαζα μια θολούρα κατέκλυσε το οπτικό μου πεδίο και άρχισα να ζαλίζομαι. Δεν ξέρω τι μου έφταιγε τελευταία και είχα κομμάρες και ισχυρούς πονοκεφάλους... Ήλπιζα μόνο να μην είμαι έτσι και στην συνάντησή μας ύστερα από τόσο καιρό!
Από τις σκέψεις μου με έβγαλε ο ήχος των βημάτων του που σταμάτησε μπροστά από την γυάλινη πόρτα. Μεμιάς, ίσιωσα τα γυαλιά μου, έστρωσα την μπλε σκούρα φούστα πάνω μου και σηκώθηκα να τον υποδεχτώ με χαμόγελο.
Τον είδα καθώς κρέμασε το μαύρο δερμάτινο τζάκετ στον ώμο του και με κοίταξε. Έμεινε για λίγο ακίνητος, θαρρείς έχει παγώσει ο χρόνος, και κοιτιομασταν σαν να είμαστε ξένοι.
Πριν προλάβω να πω το παραμικρό, εκείνος μπήκε μέσα, σαν να μην υπήρχα καν.
Κι άλλη ζαλάδα.....
Τι γίνεται σήμερα; Νιώθω τόσο περίεργα, σαν χαμένη, λες και βρίσκομαι σε όνειρο.
Περίεργο...
Ξεροκατάπια αμήχανα καθώς διέσχιζε σιωπηλά την αίθουσα και το μόνο που ακουγόταν ήταν το τρίξιμο των παπουτσιών του κόντρα στο γυαλισμένο πάτωμα. Η κοντομάνικη μπλούζα του, που στο κέντρο της έγραφε με περίτρανα γράμματα την λέξη Prada, πρόσφερε μια γεύση θέας από τα στιβαρά του χέρια που κατέληγαν χαλαρά στις τσέπες του μαύρου τζιν παντελονιού του, ενώ το γυμνασμένο του στήθος, που οριακά ασφυκτιούσε από το στενό λευκό ύφασμα, ανεβοκατέβαινε ρυθμικά στον ρυθμό των βημάτων του.
Χωρίς δισταγμό, μόλις έφτασε στην θέση ακριβώς απέναντί μου, σήκωσε ελαφρώς τις άκρες του παντελονιού του και έκατσε σταυροπόδι στην αναπαυτική πολυθρόνα, χαρίζοντάς μου τη θέα των πανάκριβων επιχρυσωμένων Versace sneakers του. Το κρυστάλλινο ψυχρό βλέμμα του έμεινε καρφωμένο πάνω μου, σαρώνοντάς με από πάνω έως κάτω, λες και παρατηρούσε κάτι αηδιαστικό.. Με έκανε να νιώσω άβολα για κάποιον λόγο και να στρέψω αλλού το βλέμμα μου.
Ασυναίσθητα το χέρι μου σκαρφάλωσε στον σφιχτά δεμένο κότσο μου, νομίζοντας πως εκεί υπάρχει το πρόβλημα και προκαλούσε εκείνο το βλέμμα. Εκείνος, χωρίς να απομακρύνει στο ελάχιστο το βλέμμα του από πάνω μου, σταύρωσε τα χέρια του μπροστά από το στήθος του και σήκωσε ερωτηματικά την άκρη του φρυδιού του.
- Όποτε νιώσεις έτοιμη... Δεν δαγκώνω... Όχι πολύ τουλάχιστον..., μειδίασε γελώντας και μια μυρωδιά μέντας αναμεμειγμένης με τσιγάρο κατέκλυσε τα ρουθούνια μου.
Κι ενώ σε άλλη περίπτωση θα καθόμουν να αφουγκραστώ έναν τέτοιο συνδυασμό, εκείνη τη στιγμή ένιωθα ένα ρίγος να με τσιγκλά. Η αύρα του ήταν τέτοια που φώναζε καταστροφή!!
Τον κοίταξα καθώς εκείνος συνέχιζε να με κοιτά με αυτό το σκοτεινό βλέμμα που ήταν λες και ήθελε να σε καταπιεί και ένιωσα αδύναμη να αρθρώσω μια αξιοπρεπή απάντηση... Εκείνος σήκωσε το χέρι του και το ακούμπησε στο σαγόνι του, ξεκουράζοντάς το, λες και απολάμβανε που με έβλεπε έτσι...
Σήκωσα το βλέμμα μου και αντίκρισα τα γνωστά καλοσχηματισμένα χείλη του, το συμμετρικό πρόσωπό του, την ίσια μύτη, τις πλούσιες βλεφαρίδες που πλαισίωναν όμορφα τα αμυγδαλωτά του μάτια και μια ανατριχιαστική ουλή που σαν μαχαιριά διέσχιζε κάθετα το δεξί του γαλανό μάτι.
Από πού προήλθε αυτή;; Δεν θυμάμαι να πρόσεξα κάποιο σημάδι στο πρόσωπό του όταν έμπαινε στην αίθουσα, πόσο μάλλον μια τεράστια ουλή σαν κι αυτή!
Αμέσως κούνησα το κεφάλι μου δεξιά και αριστερά σε μια προσπάθεια να μαζέψω τις σκέψεις μου, λες και μπορούσε να τις διαβάσει. Ήταν το τελευταίο πράγμα που ήθελα, να πω την αλήθεια.
Το αστραφτερό ασημένιο κρικάκι στο αριστερό του αυτί έκανε έναν μεταλλικό ήχο καθώς σηκώθηκε απότομα από την θέση του.
Μπορούσα ήδη να ακούσω τον χτύπο της καρδιάς μου μέσα στο στήθος μου να σφυροκοπά ταραγμένα, προειδοποιώντας με για κάτι που δεν μπορούσα να ορίσω... Μια εσωτερική δύναμη με παρωθούσε να τρέξω μακριά του.
Στα λίγα δευτερόλεπτα που μεσολάβησαν, έπιασα μια άτυπη συζήτηση με το υποσυνείδητό μου, απορώντας τι στο καλό σκεφτόμουν!
Εξάλλου, τον Ααρών τον ήξερα από πότε που θυμόμουν τον εαυτό μου και είναι ότι πιο αθώο και αγαθό υπάρχει σε αυτόν τον κόσμο της διαφθοράς! Ποτέ δεν θα μπορούσε να αποκαλεστεί επικίνδυνος ένας τέτοιος άνθρωπος!
Ένας άνθρωπος που για τον αδαμάντινο χαρακτήρα του, όλοι τον κορόιδευαν και τον είχαν στο περιθώριο!
Ένας άνθρωπος που δεν είχε πειράξει ποτέ ούτε μύγα, κι όμως ο ίδιος γινόταν στόχος παντού και πάντοτε...
Ο άβγαλτος, ο αποξενωμένος, ο ταπεινός και καλοκάγαθος μικρός Ααρών που πολλοί τον χαρακτήριζαν διαμάντι και παιδί σπάνιο και όμως καμία κοπέλα δεν γυρνούσε να τον κοιτάξει!
Να έφταιγε το τραύλισμα και η υποτονική φωνή του όταν μιλούσε;
Ο εσώκλειστος και αθώος χαρακτήρας του;
Οι αδιάφορες ασχολίες του που περιορίζονταν στο διάβασμα οικονομίας και πολιτικής;
Ποιος ξέρει; Ότι και να έφταιγε, σίγουρα του στοίχισε πολύ στη ζωή του! Αλλά σίγουρα όχι τόσο ώστε να τον αποκαλείς επικίνδυνο!!
Σωστά;
Χωρίς να καταλάβω το πώς, έτσι όπως ήμουν βυθισμένη στις σκέψεις μου, πριν καν τον πιάσω να κάνει την παραμικρή κίνηση, βρέθηκε με θυελλώδη ταχύτητα μια ανάσα μπροστά μου να με κρατάει από τον λαιμό.
Μουδιασμένη από το απρόσμενο σοκ, γούρλωσα τα μάτια μου και αυτόματα τα χέρια μου ανέτρεξαν στην λαβή του που με έπνιγε παλεύοντας να την χαλαρώσω. Τον κοίταξα γεμάτη τρόμο ψάχνοντας στο βλέμμα του για κάποιου είδους εξήγηση, αλλά αντί αυτού, εισέπραξα την απόλυτη ψυχρότητα.
Προσπάθησα να ανακτήσω τον έλεγχο της αναπνοής μου, αλλά μάταια. Ήταν λες και ασκούσε κάποιου είδους ξόρκι πάνω μου και είχε μουδιάσει όλο μου το σώμα, ενώ η λαβή του έσφιγγε ολοένα και περισσότερο!
Ένιωσα παγιδευμένη... Τα παγερά του μάτια άστραφταν από θυμό καθώς στραγγαλιζόμουν στα χέρια του...
- Χέυ..., μούγκρισε σαν άλλο θηρίο με ήρεμη φωνή.
- Νόμιζα πως ήταν ξεκάθαρο εξ αρχής ότι δεν έχω χρόνο για ψιλοκουβεντούλα μαζί σου... Και έχεις αρχίσει να με εκνευρίζεις πολύ..., μουρμούρισε με μια απόκοσμη φωνή, που δεν είχε καμία σχέση με την φωνή που ήξερα, και έσφιξε κι άλλο τα δάχτυλά του γύρω από τον λαιμό μου. Ένα πνιγμένο αγκομαχητό μου ξέφυγε καθώς πάλευα να πάρω αέρα.
- Σ-σ-συγνώμη....., ήταν η μόνη λέξη που κατάφερα να αρθρώσω πριν αρχίσουν όλα να μαυρίζουν γύρω μου.
Ξαφνικά, με άφησε απότομα και προσγειώθηκα στην καρέκλα μου βήχοντας ασταμάτητα. Το τοπίο σταμάτησε να μαυρίζει και σιγά σιγά άρχισε να αποκτά ξανά το φυσιολογικό του χρώμα.
- Για να δούμε... Πού θα μας βγάλουν οι συγνώμες σου σήμερα, άραγε;, αναρωτήθηκε αργά και κοφτά και βρέθηκε ξανά, με την ίδια ταχύτητα, καθισμένος στην καρέκλα του όπως πριν.
Πήρα μερικές ακόμα κοφτές ανάσες και προσπάθησα να συλλέξω τις σκέψεις που πολιορκούσαν το μυαλό μου.
Τι ήταν όλο αυτό; Πώς άλλαξε όψη τόσο απότομα και σε κάτι τόσο...τρομαχτικό; Τι έχει συμβεί; Σίγουρα πάει αρκετός καιρός από τότε που κάναμε την τελευταία μας κουβέντα, αλλά αυτό παραπάει, ξεπερνάει κατά πολύ τα όρια του φυσιολογικού!!
Χωρίς να το μελετήσω περισσότερο, καθώς ένιωθα τον κίνδυνο να κοχλάζει απέναντί μου, πήρα τον κατάλογο στα χέρια μου και με τρεμάμενα δάχτυλα, γύρισα διστακτικά τις σελίδες που είχα μπροστά μου.
- Α-Ααρών... Σεργιώτη..., τον προσφώνησα μα δεν πήρα απόκριση. Σήκωσα τα μάτια μου ψάχνοντας για μια τυπική επιβεβαίωση όπως πάντα, μα το ίδιο παγερό και άψυχο βλέμμα με κοιτούσε.
Αμέσως, προσγείωσα πάλι τις κόρες των ματιών μου στον κατάλογο, αποφεύγοντας να τον κοιτώ...
- Για άλλη μια φορά ύστερα από τόσο καιρό, έχουμε την ευκαιρία να συναντηθούμε ξανά! Ακόμα θυμάμαι την τελευταία μας συνάντηση και τα τόσα υπέροχα πράγματα που είχες γράψει στα φυλλάδιά μου ότι ήθελες να συζητήσουμε... Για την ζωή και τον θάνατο, την αδικία και την δικαιοσύνη και το νόημα της ύπαρξής μας...
Αν και στην αρχή ήμουν ολοφάνερα διστακτική και τρομοκρατημένη, εν τέλει, ενθυμούμενη τα παλιά, κατέληξα πάλι να φλυαρώ και να αναπολώ με λαχτάρα το παρελθόν... Και όσο δεν εισέπραττα κάποια αντίδραση τόσο συνέχιζα ανενόχλητα τον μονόλογό μου!
- Πόσα έχουν αλλάξει από τότε! Μερικές φορές μελαγχολώ πολύ... Χαθήκαμε, και ομολογώ πως δεν ξέρω το γιατί ούτε μπορώ να υποθέσω κάτι... Όμως, όπως και να 'χει, είσαι ξανά εδώ και αυτό σημαίνει ότι δεν με έχεις ξεχάσει! Αυτό είναι που μετράει! Οπότε νομίζω μπορούμε να ξεκινήσουμε... Λοιπόν, δώσε μου δύο λεπτακια να βρω την σωστή σελίδα στα φυλλάδιά μου και.....να το!! Είμαστε στην πρώτη και πιο σημαντική σελίδα, αυτή με τα ιδανικά και τις αξίες. Πάντα ήταν η πιο σημαντική για σένα και μου είχες ζητήσει να την έχω πρώτη στην λίστα μας και όπως βλέπεις έχω κρατήσει την υπόσχεσή μου! Λοιπόν, διαβάζω αυτά που μου έχεις γράψει και σα να μου φαίνεται ότι υπάρχουν κάποιες αλλαγές από την τελευταία φορά που ειδωθήκαμε...
- ...
- Στη στήλη των ιδανικών που άλλοτε γέμιζες με ένα σωρό ηθικές αξίες και ανθρώπους, τώρα βλέπω έχεις βάλει.....Τίποτα.
Για λίγο το μόνο που ακούγονταν ήταν ο ήχος που έκαναν οι σελίδες καθώς τις ξεφύλλιζα νευρικά. Δεν μπορεί.... Πού πήγαν οι λέξεις; Πώς είναι δυνατόν να μην έγραψε τίποτα; Αποκλείεται!
- Κάποιο λάθος θα έχει γίνει... Δεν μπορεί!, μουρμούρισα στον εαυτό μου σε μια όχι και τόσο επιτυχημένη προσπάθεια να καταλάβω τι έχει συμβεί.
- Κόψε την μουρμούρα και συνέχισε!, βρυχήθηκε από την άλλη μεριά της αίθουσας ο Ααρών, υποδηλώνοντας πως η υπομονή του είχε αρχίσει να στερεύει επικίνδυνα...
- Σ-συγνώμη... Συνεχίζω....., ψέλλισα και συνέχισα να διαβάζω παρακάτω...
Ένιωσα μια δόνηση πάνω στα πόδια μου και συνειδητοποίησα πως ήταν τα χέρια μου που έτρεμαν σαν τρελά. Έκανα μια αποτυχημένη απόπειρα να κρύψω την αδυναμία που ένιωθα απέναντί του με ένα βεβιασμένο χαμόγελο, αλλά δεν κατάφερα να πείσω ούτε εμένα, πόσο μάλλον τον Ααρών...
- Ε-εντάξει, είμαι σίγουρη, ό,τι κι αν έχει συμβεί, ότι είναι μια παρεξήγηση και θα αποσαφηνιστεί εάν συνεχίσω., μουρμούρισα μιλώντας ουσιαστικά στον εαυτό μου και παίρνοντας κουράγιο, συνέχισα στην επόμενη σελίδα που ήταν η δεύτερη αγαπημένη του σε σειρά. Ένα αμυδρό διστακτικό χαμόγελο απλώθηκε στα χείλη μου.
-Οικογένεια! Το μόνο στενάχωρο εδώ είναι η μητέρα σου που πέθανε όταν ήσουν 6 χρονών και σε στιγμάτισε πολύ αυτό, καθώς κάθε μέρα από τότε έκλαιγες και φώναζες ότι σου λείπει πολύ... Ήταν πολύ δύσκολο, αλλά με την βοήθειά μου, κάπως βοηθήθηκες να το αποδεχτείς. Την ανατροφή σου βεβαίως ανέλαβε ο πατέρας σου, οπότε.... Μισό! Ο πατέρας σου....ει-ει-είναι ν-νεκρός;; Πώς είναι δυνατόν;;;; Ό-όχι δεν μπορεί...., σάστισα και άρχισα να ψάχνω σαν τρελή μήπως είχα μπερδέψει αυτά τα φυλλάδια που κρατούσα στα χέρια μου με αλλουνού. Αλλά όχι τα ονόματα ήταν ξεκάθαρα και γνωστά: Εβελίνα του Σεργίου τεθνεώσα έτει 1700 και Χασάν δολοφονησθείς έτει 1720.
Όχι όχι όχι, δεν μπορεί, αρνούμαι να το πιστέψω!!! Έχει γίνει λάθος! Ένα τραγικό λάθος!!
- Τι σε αναστάτωσε, κούκλα μου;, ρώτησε χλευάζοντας με στόμφο, ενώ εγώ πάλευα να πάρω σωστές ανάσες ώστε να αποφύγω την κρίση πανικού που απειλούσε!
Σήκωσα τα μάτια μου και τον κοίταξα τρέμοντας... Δεν είμαι σίγουρη γιατί, αλλά θαρρώ ήταν μια απεγνωσμένη προσπάθεια να βρω στο βλέμμα του μια δικαιολογία, μια μεταμέλεια, ένα ίχνος θρήνου, ΚΑΤΙ! Αντίθετα, το μόνο που βρήκα ήταν ένας πάγος, ένα τείχος... Ένα βλέμμα που έσταζε από ειρωνεία και σκληρότητα, ένα βλέμμα που σε τίποτα δεν μου θύμιζε τον ευαίσθητο Ααρών που ήξερα... Οριακά, άμα δεν τον αναγνώριζα από την εμφάνιση, θα πίστευα ότι μιλάω σε άλλον άνθρωπο...
Παρόλα αυτά, συνέχισα να διαβάζω... Ελπίζοντας πως κάτι από αυτά που θα ακολουθούσαν παρακάτω θα διέψευδαν τις ανησυχίες μου.
Μάταια, όμως...
- Ηλικία, 26.
Έξι χρόνια λοιπόν έχω να τον δω..... Σε σχέση με όπως τον θυμόμουν, είναι πραγματικά η μέρα με την νύχτα και είναι τρομαχτικό το πόσο μικρό διάστημα μεσολάβησε για να γίνει τέτοια αλλαγή!!
- Ασχολίες στον ελεύθερο χρόνο...
Ένα τρεμάμενο μισό χαμόγελο πάλεψε να εμφανιστεί στα χείλη μου καθώς προσπάθησα να αγνοήσω τον σκοτεινό διαβολικό άντρα απέναντί μου που άφριζε σαν άλλο θηρίο και επανέφερα στην μνήμη μου τον γλυκό και αθώο Ααρών που ήξερα μια ζωή και ζητούσε μόνο τρία πράγματα από την ζωή:
Βιβλία, μουσική και ξάπλες κάτω από τον έναστρο ουρανό!
Σα να έγιναν χθες μοιάζουν εκείνες οι νύχτες....
Όταν όλα πήγαιναν τόσο στραβά στην ζωή του και δάκρυα έβρεχαν δίχως σταματημό τα μάγουλά του...
Τότε ήταν που με κράταγε σφιχτά από το χέρι και πηγαίναμε στο αγαπημένο του μέρος: ένα μικρό λοφάκι έξω από την πόλη στο οποίο ευδοκιμούσε άπλετο απαλό γρασίδι και μια γέρικη βελανιδιά.
Εκεί ήταν που πηγαίναμε και συζητούσαμε ώρες ατελείωτες όλα τα θέματα που τον απασχολούσαν... Για την ζωή, για την ηθική, για τον λόγο ύπαρξής μας, για τον θάνατο, για τις όμορφες αναμνήσεις και την αξία που έχουν ώστε ποτέ να μην παραιτούμαστε και να συνεχίζουμε να βαδίζουμε με ελπίδα.. Τόσα πολλά!
Θυμάμαι να του σκουπίζω τα δάκρυα και να χαμογελάω εγώ για εκείνον. Μου το είχε ζητήσει, όταν όλος του ο κόσμος βαφόταν με εκείνο το μαύρο χρώμα όπως το περιέγραφε, ότι χρειαζόταν κάποιον να του χαμογελάει, ώστε να του θυμίζει πως η ζωή είναι ωραία κι ότι, ό,τι κι αν συμβεί, το χαμόγελο δεν πρέπει ποτέ να φεύγει από το πρόσωπό του...
Καθόμασταν ώρες ατελείωτες, ξαπλωμένοι, χάμω στο γρασίδι, να μου διαβάζει τα κομμάτια που του άρεσαν περισσότερο από τα αγαπημένα του βιβλία και ύστερα να παίζει μελωδίες δικές του με το αγαπημένο του έγχορδο...
Αμέτρητες νύχτες.... Πολύτιμα χρόνια.... Χρόνια που τίποτε δεν ήταν αρκετά περίπλοκο ώστε να μην χωράει μια ειλικρινή συζήτηση μεταξύ φίλων...
Οι επόμενες λέξεις όμως έμελλαν να με βγάλουν άγρια από την ονειροπαρμένη διάθεσή μου και να με ξυπνήσουν στην σκληρή πραγματικότητα που ζούσα στο παρόν...
Αντί για αυτό το γλυκό τρίπτυχο που θυμόμουν, τρεις άλλες λέξεις, με εντελώς διαφορετικό περιεχόμενο, ήρθαν στη θέση του...
Πολεμικές τέχνες, αλκοόλ, ξενύχτια.
Σάστησα για λίγο και έμεινα να προσπαθώ να διαβάσω ξανά και ξανά αυτές τις λέξεις... Λες και τα γράμματα είχαν μπερδευτεί -σε ένα συμπτωματικά άθλιο ατύχημα- και σχημάτιζαν αυτές τις φρικτές λέξεις που δεν περίμενα ποτέ ότι θα διάβαζα για τον Ααρών μου....
Αμέτρητα ερωτήματα κατέκλυσαν το μυαλό μου, κάνοντας το κεφάλι μου να βουίζει.
Ηρέμησε, όλο και κάποια λογική εξήγηση θα υπάρχει... Κάτι θα έχει συμβεί ή ίσως περνά μια καθυστερημένη εφηβεία... Ναι, αυτό πρέπει να είναι! Ακούγεται σαν η μόνη λογική εξήγηση για όλα αυτά!! Αλλά και πάλι... Γιατί νιώθω ότι κάτι...είναι πολύ λάθος σε όλο αυτό;
Δεν έχει σημασία. Απλά... Συνέχισε να διαβάζεις και μην κάνεις κανένα σχόλιο...
Καθησύχασα τον εαυτό μου και, παίρνοντας μια βαθιά ανάσα, συνέχισα.
- Π-ποινικό μητρώο:, έκανα μια σύντομη παύση πριν συνεχίσω και σήκωσα έντρομη το βλέμμα μου. Έψαξα για το δικό του. Μόλις το βρήκα, διαπίστωσα ότι με κοίταζε ψυχρά, παγερά και αδιάφορα, λες και δεν αφορούσε εκείνον η όλη διαδικασία...
Τον κοίταξα με περισσότερο πείσμα, ελπίζοντας ότι θα διάβαζε καλά το βλέμμα μου...
Πες μου σε παρακαλώ ότι δεν θα βρω κάτι εδώ.... Απλά υποσχέσου το!
Για απάντηση, εκείνος απλά σήκωσε προκλητικά το φρύδι του και με κοίταξε μειδιάζοντας λες και με προκαλούσε να συνεχίσω το διάβασμα για να μάθω..
Αυτό και έκανα...
- Χ-χρήση ναρκωτικών ουσιών, βανδαλισμός δημοσίων και ιδιωτικών χώρων, συμμετοχή σε αιματηρές επιθέσεις, φόνος από πρόθεση...
Καμία αντίδραση. Νέκρα...
Ανάσες, ανάσες, ανάσες!!
- Ααρών...εγώ...νομιζ-
- Προχώρα, γλύκα! Στο καλύτερο το κόβεις!
Με τρεμάμενα δάχτυλα και ξεροκαταπίνοντας, γύρισα σελίδα. Δεν μπορούσα να νιώσω πιο άδεια αγγίζοντας αυτά τα φύλλα... Δεν είχε απομείνει ίχνος ελπίδας για μένα όσο συνέχισα να διαβάζω αυτό το καταραμένο φυλλάδιο! Ωστόσο, έστω και ράκος, συνέχισα... Συνέχισα έχοντας αποδεχτεί ότι θα φτάσω μέχρι το τέλος του!
Χρησιμοποιώντας τα χέρια μου για βεντάλια, δρόσισα το πρόσωπό μου και ένιωσα κάπως την όρασή μου να ξεθολώνει...
Οκέι. Έτοιμη.....
- Αι-αιτία θ-θανάτου....., προσπάθησα να διαβάσω αλλά οι λέξεις πλέον αδυνατούσαν να βγουν από το στόμα μου. Λες και με έπνιγε ακόμα εκείνο το απόκοσμο χέρι του γύρω από τον λαιμό.
- Εμπρός, πες το!, πρόσταξε και ένας μορφασμός μίσους απλώθηκε στο πρόσωπό του.
Μην τα χάνεις, ό,τι κι αν κάνεις, απλά διαχειρίσου τον πανικό σου!!
- Ε-ενέδρα σε σοκάκια της νυχτερινής Αθήνας... Η επίθεση π-περιλάμβανε βανδαλισμό της ακριβής άμαξας, άγριο σφάξιμο του αγαπημένου του αλόγου, Τηλέμαχου, μπροστά στα μάτια του, σπάσιμο 26 οστών με σιδερένιες γροθιές και τύφλωση στο ένα μάτι με...ανοιχτήρι! Τελική αιτία θανάτου, ακατάσχετη αιμορραγία...
- ΑΚΡΙΒΩΣ!!!, βρυχήθηκε και ανασηκώθηκε απότομα από την θέση του προκαλώντας κύματα δόνησης να διαχέονται στο έδαφος και να με τραντάζουν.
Άρχισε να με πλησιάζει απειλητικά και κρύος ιδρώτας έτρεχε στην ραχοκοκαλιά μου... Ένιωσα σαν ποντίκι στριμωγμένο και αβοήθητο στη γωνία και μια αρρωστημένη γάτα διψασμένη για αίμα να παραμονεύει να επιτεθεί από στιγμή σε στιγμή.
Ο πανικός με είχε κυριεύσει...
- Αναρωτιόσουν από πού προήλθε αυτή η πληγή στο πρόσωπό μου..., ανέφερε διαβάζοντας τις προηγούμενες σκέψεις μου και ένιωσα τον τρόμο να παγώνει το αίμα στις φλέβες μου...
- Ε-εγώ δ-δεν...., προσπάθησα να απολογηθώ, αλλά η ξαφνική - σχεδόν μηδενική - απόσταση που άφησε μεταξύ μας, με τα μάτια του να φλέγονται από οργή ευθεία απέναντι από τα δικά μου, με έκανε σχεδόν να πνιγώ με το σάλιο μου και να χάσω τις λέξεις.
Κοπάνησε με δύναμη τα δύο μυώδη χέρια του, που τώρα όλη τους η επιφάνεια διατρέχονταν από τρισδιάστατες μπλε φλέβες, δεξιά κι αριστερά μου.
- Τώρα ξέρεις... Ξέρεις τι μου συνέβη. Ξέρεις γιατί είμαι εδώ, σε αυτήν την αναθεματισμένη αίθουσα να μιλάω για την γαμημένη-ζωή μου ξανά με εσένα! Ύστερα από τόσα χρόνια που προσπαθούσα να σε αποφύγω σαν τη φωτιά... Ξέρεις για την ουλή στο μάτι μου. Ξέρεις για την ψύχρα στο βλέμμα μου. Κι όμως, το έκανες να ακουστεί σαν κάτι τόσο απλό κι ασήμαντο έτσι όπως διάβασες τον ηλίθιο κατάλογό σου! Για άλλη μια φορά το έκανες να ακουστεί σαν να ήταν ένα γαμημένο τίποτα!!! Νιώθω τόσο εξοργισμένος μαζί σου, αυτήν την στιγμή! Ω, δεν φαντάζεσαι πόσο!!, γρύλισε τις τελευταίες λέξεις και το ασπράδι των ματιών του αντικαταστάθηκε από βαθύ πυκνό μαύρο και μια πηχτή ομίχλη από πίσσα κατέκλυσε τον χώρο.
Πλέον ουρλιαχτά αντικατέστησαν τις λέξεις καθώς το κορμί μου άρχισε να αποσυντίθεται από τον τρόμο και το αίμα μου να δημιουργεί παγωμένους κόμπους στις φλέβες μου... Η καρδιά μου σφυροκοπούσε πανικόβλητα μέσα στο στήθος μου, λες και ήταν έτοιμη να ξεπηδήσει στα χέρια μου.
- Ξέρεις...., ψέλλισε απολαμβάνοντας τον τρόμο που μου προξενούσε και έγλυψε τις παγωμένες σταγόνες ιδρώτα από το χλωμό μου πρόσωπο.
- Πάντα σε μισούσα. Εσένα και τις ηλίθιες διαλέξεις σου, για το τι είναι σωστό, ότι δεν πρέπει να προξενώ κακό και άλλες τέτοιες παπαριές... Λες και ξέρεις πώς είναι να είσαι, εγώ!!, βρυχήθηκε και ένιωσα τον τοίχο πίσω μου να γίνεται θρύψαλα από την δύναμη των γροθιών του.
- Αλλά δεν πειράζει... Γιατί, σήμερα, είναι η μέρα μου, η μέρα που θα εκδικηθώ για όλες αυτές τις φορές που προσπάθησες να με κάνεις να νιώσω σκατά για το πώς ζω την ζωή μου!
- ΕΓΩ ΠΟΤΕ ΔΕΝ....
- ΕΣΥ ΠΟΤΕ ΤΙ;;;;; ΕΜΠΡΟΣ, ΠΕΣ ΤΗΝ ΜΑΛΑΚΙΑ ΣΟΥ!!!
- Ε-εγώ ποτέ δεν έκανα κάτι κακό! Πάντα νοιαζόμουν για σένα και ό,τι έκανα, το έκανα για να σε βοηθήσω!! Πώς μπορείς να μην το βλέπεις αυτό;
- Κι εσύ, πώς μπορείς να μην βλέπεις πόσο γαμημένα πολύ θέλω να σε σκοτώσω αυτήν την στιγμή;;, μούγκρισε σαν άλλο απόκοσμο θηρίο και με κοπάνησε με δύναμη στον τοίχο.
Ένα βογκητό πόνου γλίστρησε από τα χείλη μου, ενώ το στήθος μου ανεβοκατέβαινε σαν τρελό από την αδρεναλίνη... Σήκωσα το βλέμμα μου και τον ξανακοίταξα μπερδεμένη. Μα στο δικό του το μόνο που βρήκα ήταν σκοτάδι. Ένα κενό. Πόσο λυπηρό, αλήθεια...
Μάζεψα όσο θάρρος δεν είχε καταφέρει να καταστρέψει μέσα μου και ύψωσα το ανάστημά μου μπροστά του, προκαλώντας την εντύπωσή του.
Μου έδωσε τον χώρο να πω τις τελευταίες μου λέξεις, ωστόσο το βλέμμα του παρέμεινε κολλημένο πάνω μου, θέλοντας να αφουγκραστεί την σκηνή.
- Δεν ξέρω τι συνέβη και καταλήξαμε εδώ... Και ειλικρινά δεν έχω ιδέα πως μπορεί εγώ να φταίω για όλα αυτά!! Για την κατάντια σου! Ας είναι όμως, δεν πειράζει... Θέλω όμως να θυμάσαι κάτι....
Έγειρα προς το μέρος του και ανασηκωμένη στις μύτες των ποδιών μου, πλησίασα με τα χείλη μου το αυτί του.
- Ακόμα κι αν με σκοτώσεις.... Εγώ θα είμαι πάντα μέσα σου, Ααρών! Ποτέ δεν θα πάψω να υπάρχω! Κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να το αλλάξει αυτό! Είτε σ' αρέσει είτε όχι, πάντα θα αποτελώ κομμάτι του εαυτού σου και θα είμαι εκεί να σου φωνάζω όταν τα κάνεις σκατά....ακόμα και σαν φάντασμα αν χρειαστεί, θα συνεχίσω να σε στοιχείωνω, μέχρι να γίνεις ο παλιός σου εαυτός!!, είπα και κατέβηκα στο κανονικό μου ύψος κοιτώντας τον έντονα στα μάτια. Δεν είχε άλλωστε σημασία πια.... Ούτε ο φόβος, ούτε τίποτα. Δεν με ένοιαζε πλέον τι θα έκανε...
Προς μεγάλη μου έκπληξη, ύστερα από μερικά δευτερόλεπτα απόλυτης σιωπής, εκείνος άρχισε να γελάει με ένα υστερικό σατανικό γέλιο, γυρνώντας πίσω το κεφάλι του ανεξέλεγκτα... Αμέσως, κάλυψα τα αυτιά μου για να τα προστατέψω από το έντονο σύρσιμο που προκαλούσε το εκκωφαντικό του γέλιο σπάζοντας κάθε γυαλί που υπήρχε στον χώρο.
Ύστερα από λίγο, σταμάτησε να γελάει, σκουπίζοντας ψεύτικα τα δάκρυά του και επανέφερε το απόκοσμο παγερό βλέμμα του σε ευθεία με το δικό μου. Χαμογέλασε όλο ειρωνεία μουρμουρίζοντας κάτι. Επικράτησε για λίγο νεκρική σιγή. Πλέον το μόνο που ακουγόταν ήταν το τρίξιμο του ανεμιστήρα που γύριζε αργά αργά....
- Θα σε απογοητεύσω, καλή μου, αλλά δεν είμαι άνθρωπος...πλέον.
Πάγωσα στο άκουσμα των λόγων του και σήκωσα τρεμάμενη το βλέμμα μου να τον κοιτάξω, λες και προαισθανομουν τι θα επακολουθούσε...
Τέντωσε το χέρι του μπροστά μου για να το δω και αυτό πήρε αμέσως το χρώμα του πηχτού μαύρου, ενώ ταυτόχρονα ανέδυε μια απόκοσμη αφόρητη μυρωδιά. Αμέσως σφράγισα την μύτη μου με τα δάχτυλά μου, νιώθοντας τους πνεύμονές μου να ασφυκτιούν.
Εκείνος πήρε μια βαθιά εισπνοή ευχαριστημένος.
- Δεν είναι απλά υπέροχο το άρωμα του θανάτου;;, αναρωτήθηκε και με τα παγωμένα και σκελετωμένα πια ακροδάχτυλά του έσφιξε το άχρωμο πηγούνι μου.
Ουρλιαχτά ξέφυγαν από το στόμα μου καθώς ένιωθα τη συντριπτική του δύναμη να συνθλίβει τα κόκαλα του προσώπου μου, σαν να 'ναι κρέμα.
- Ω και κάτι ακόμα...., ψιθύρισε ανενόχλητος από τα ξεψυχισμένα ουρλιαχτά μου και έσκυψε με την παγωμένη του ανάσα να χτυπά πάνω στο αυτί μου.
- Σήμερα είναι η μέρα που σκοτώνω το μεγαλύτερο αγκάθι της ζωής μου!! Αντίο λοιπόν... Τα λέμε στην κόλαση!, και με αυτά τα λόγια ένιωσα τη ζωή να εγκαταλείπει κάθε κύτταρο από το σώμα μου και το πρόσωπό μου να σκάει σαν μπαλόνι!
Αίμα κάλυψε τους τοίχους παντού.
Ακόμα κι εκείνον.
Αλλά δεν τον ένοιαζε. Με τον ίδιο ψυχρό τρόπο, τίναξε όσες βρωμιές υπήρχαν στους ώμους και στα άκρα του, μάζεψε το μαύρο του τζάκετ που περίμενε ακουμπισμένο στην πολυθρόνα και με μεγάλα βήματα αποχώρησε, αφήνοντας ένα κομμάτι του είναι του βαμμένο στο κόκκινο...
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro