Κεφάλαιο Εννέα - Έλξη
Αφιερωμένο με αγάπη στις αγαπημένες DianaRay1 user38316600 elenizapra1 και σε όλους σας που με τιματε με την ψήφο και την παρουσία σας 🌹❤️💋🌷💐
Οι αισθήσεις την εγκατέλειψαν την πιο καίρια στιγμή που είχε απελευθερωθεί από εκείνον κι ας βρισκόταν κατά πόδας της μαζί με τους άνδρες του που την αναζητούσαν διάσπαρτοι στο δάσος.
"Αφέντη εδώ βρίσκεται το κορίτσι.. είναι σε ημιλιποθυμη κατάσταση.." τον ενημέρωσε ο πιο πιστός από τους φρουρούς του φτάνοντας πρώτος στο σημείο όπου είχε καθίσει να ξαποστάσει αποκαμωμενη.
Το άλογο του κάλπασε πιο γρήγορα από τον άνεμο σαν άκουσε αυτό που περίμενε εδώ κι ώρες που την αναζητούσε ελπίζοντας η μοίρα κι η πανούργα Ραντμιρια να μην της επέτρεπαν να διαφύγει.
Κι δεν έσφαλε στις εκτιμήσεις του αφού παρά τις προσπάθειες της να διαφύγει εκείνη εγκλωβίστηκε ξανά στον δικό του χωροχρόνο αδυνατώντας να βρει την πολυπόθητη πύλη που φυσικά δεν είχε την δύναμη να καταστρέψει κι ούτε κανείς μπορεσε ποτέ.
Της είχε πει ψέματα ώστε να την κρατάει δέσμια εκεί έως ότου η πολυπόθητη εκπλήρωση της κατάρας τον αφήσει ελεύθερο να ζήσει την ζωή που άφησε κάποτε στην μέση .
Έφτασε στο σημείο κατέβηκε από το άλογο του κοιτάζοντας προς το μέρος της ανήσυχος καθότι δεν είχε ξανά τις αισθήσεις της .
Τα μαλλιά ήταν μπλεγμένα καλύπτοντας το πρόσωπο της κι το σώμα της ομοιάζε με νεφέλωμα στον πλατύ ουρανό τόσο λεπτεπίλεπτο και ντελικάτο φάνταζε μέσα στο λευκό του ένδυμα.
"Είναι τραυματισμένη πουθενά..;" ρώτησε με στεντόρεια βαριά φωνή τον ακόλουθο του που στεκόταν πλάι της έως ότου καταφθάσει.λ εκείνος.
"Απ' ότι βλέπω δεν έχει πουθενά αμυχες η κάποιο χτύπημα μάλλον απο την κόπωση της διαδρομής κατέληξε στο έδαφος.." σχολίασε ήπια ο Μάθιου ανεβαίνοντας στο άλογο του ξανά .
"Γύρνα στον πύργο δεν θα σε χρειαστώ άλλο.."πρόσταξε αυστηρά σηκώνοντας το σώμα της αργά στα χέρια του δίχως να μπορεί να συγκρατήσει την παρόρμηση του να την φιλήσει ξανα.
Το δέρμα της μύριζε εξαίσια παρομοίως κι τα μαλλιά της όσο για το κορμί της που κρατούσε ανάμεσα στα χέρια του δεν υπήρχε αμφιβολία πως θα αποτελούσε θέλγητρο για πολλούς άνδρες στην γιορτή όχι όμως κι για τον ίδιο.
Εκείνος είχε απαρνηθεί κάθε άλλη γυναίκα για χάρη της Άννας που θαύμασε από την πρώτη κιόλας φορά που οι δρόμοι τους συναντήθηκαν.
Ακούμπησε απαλά το σώμα της στο άλογο του προτού ανέβει κι εκείνος αγκαλιάζοντας τις καμπύλες της ώστε να επιστρέψουν το συντομότερο στον πύργο.
Μα η αφή κι η τόσο στενή επαφή με το κορμί της φάνταζε βασανιστήριο και ο δρόμος της επιστροφής μακρύς .
Πως θα μπορούσε να κλείσει τα μάτια του ώστε να μην εστιάζουν κάθε τόσο στην καμπύλη του στήθους που δυστυχώς το διάφανο ύφασμα άφηνε ακάλυπτο ; Μια αλλόκοτη ένταση εξαπλώθηκε αργά σαν φλόγα σε ολόκληρο το ρωμαλέο του σώμα που είχε φτιαχτεί μόνο για να πολεμάει όπως πίστευε.
Δεν άφηνε χώρο για ανθρώπινες αδυναμίες κι πάθη όπου για άλλους αποτελούσαν καθημερινότητα και κυρίως τους ευγενείς που διατυμπανιζαν παντού ολόγυρα τις ξεδιάντροπες ερωμένες που είχαν δίχως ίχνος ντροπής .
Έθεσε όρια αυστηρά στον εαυτό του σε μια προσπάθεια να συνεχίσει την ανηφορική διαδρομή δίχως να της ρίξει ούτε ένα βλέμμα κι πίστευε πως τα είχε καταφέρει έως ότου τα βλέμματα τους διασταυρώθηκαν μαγευτικά.
"Ανοητο κορίτσι ! Ανυπάκουο άνοιξε τα μάτια σου να αντικρίσεις την φρικτή σου πραγματικότητα..! " άναγνωρισα την απειλητική ψιθυριστή φωνή του ξανά προτού καν πεταρίσω μητε τα βλέφαρα μου και μια δόση απελπισίας και συνάμα φόβου εξαπλώθηκαν σαν φλόγα στην καρδιά.
Αισθανόμουν κραδασμούς κάθε τόσο ενώ ο ρυθμικός ήχος απο τα κροταλίσματα των πετάλων του αλόγου του πιστοποιούσαν την φρικτή προαίσθηση που με διακατείχε νωρίτερα.
Με είχε βρεί τελικά παρά τις απέλπιδες προσπάθειες μου να γυρίσω πίσω στην ζωή οπου κάποιος αποφάσισε να μου κλέψει τόσο βιαια δίχως καν να ζητήσει την συγκατάθεση μου.
Αναδέυτηκα ενοχλημένη ανάμεσα στα τραχεια του δάκτυλα οπου έσφιγγαν επιβλητικά το στήθος και τα πόδια μου σε κάθε κίνηση.
"Θέλω να γυρίσω πίσω στην ζωή μου ..για τον θεό ..σε ικετεύω οδήγησε με στην πλησιέστερη πύλη..!" Κλαψούριζα σαν σε παραλήρημα με την ελπίδα να κάμψω κάπως την αλύγιστη καρδιά του που χτυπούσε μονάχα για καποια άλλη .
"Αποκλείεται αυτό ! Απο την στιγμή που πέρασες την μοναδική πύλη ανήκεις μονάχα σε μια διάσταση και απο αυτή οφείλεις να αφομοιωθείς και να επιβιώσεις.." αποκρίθηκε χαμηλόφωνα μα το ίδιο αυστηρά λες και μάλωνε κάποιον απο τους υπηρέτες του.
Σαν ανοιξα θυμωμένη τα μάτια μου αποφασισμένη να τον αντικρούσω με κάθε τρόπο ήρθα αντιμέτωπη με τις αστραφτερές λίμνες των δικών του θλιμμένων ματιών οπου ποτέ δεν ειχα την ευκαιρια να διακρίνω απο τόσο κοντά.
Η μαγεία τους στιγμιαία με συνεπήρε σε ενα ατέρμονο ταξίδι στον χρόνο που μονάχα με ενα πετάρισμα των βλεφάρων του διέκρινα.
Εποχές ξάφνου εναλλάσσονταν ενώπιον μου απο χειμώνας με χιόνι πυκνό σε καλοκαιρινό δειλινό χαζέυοντας το ηλιοβασίλεμα .
"Τα...μάτια σου..." πρόφερα μαγεμένη απο τις εικόνες που μου μετέδιδαν με μια αλλόκοτη δύναμη οι οφθαλμοί του οπου ομοιαζαν με καθρέπτες .
Προτού προλάβω να περιηγηθώ στα κρυφά μονοπάτια της ψυχής του φρόντισε να τα κλείσει απαγορεύοντας την πρόσβαση μου στα άδυτα τους που ισως μου αποκάλυπταν ενα μέρος απο το παρελθόν κι την φρικτή κατάρα που τον ακολουθούσε.
"Τα μάτια μου εχουν φτιαχτεί για να ατενίζουν μια και μόνο γυναίκα..!" Μουρμουρισε κοφτά απομακρύνοντας βιαστικά τα χέρια του απο την μέση που μέχρι πρότινος έσφιγγε ανάμεσα στα ακροδάκτυλα του λες και ήμουν πλασμένη απο φωτιά κι θα καιγόταν.
"Ξέρω μην ανησυχείς..για την λαίδη Άννα .." πρόφερα με ολοφάνερη απογοήτευση να χρωματίζει το ηχόχρωμα της φωνής μου .
"Μα πως ξέρεις...; κρυφάκουγες !" Κατέληξε εκνευρισμένος τραβώντας βίαια τα χαλινάρια του αλόγου σαν φθάσαμε ξανά στον σκοτεινό πύργο του απ όπου δεν κατόρθωσα για αλλη μια φορά να διαφύγω.
"Γύρνα στο δωμάτιο σου αμέσως αδιάκριτη ..θα ζητήσω απο τους υπηρέτες να σε ετοιμάσουν ώστε στον αυριανό χορό να γνωρίσεις τον μνηστήρα σου !" Προσταξε παγερά σπρώχνοντας το σώμα μου μακριά του καθώς αποβιβαζόταν προσεκτικά απο το άλογο δίχως να ενδιαφερθεί για εμένα που ξέμεινα πίσω ..
"Τον...μνηστήρα...μου .." επανέλαβα σαστισμένη νιώθοντας οργή και απόγνωση να κοχλάζουν αργά στις φλέβες ενώ παράλληλα ενα αίσθημα πανικού με κατέλαβε.
"Ακριβώς μικρή μου θεωρούμε κηδεμόνας σου πλέον η βασίλισσα με εχρησε άρα για να αποκαταστήσω την...τιμή σου αν διαθέτεις βέβαια πρέπει να σε παντρεψω !"
"Τι..λες τρελάθηκες δεν επιθυμώ να παντρευτώ με κανέναν ! Δεν πιστευω στον θεσμό του γάμου και ποτέ δεν πίστεψα..προτιμώ να με θεωρούν μια παλακίδα απο το να σκλαβώσω την ζωή μου !" Φώναξα οργισμένη κατεβαίνοντας βιαστικά απο το μάυρο άλογο του τρέχοντας ξοπίσω του με σκοπό να τον αναγκάσω να με ακούσει.
"Περίμενε απαιτώ να με σέβεσαι οταν μιλάω !" Κράυγασα ενοχλητικά οσο εκείνος επιδεικτικά με αγνοούσε βαδίζοντας αγέρωχος προς το γραφείο απ οπου νωρίτερα εξήλθε η βασίλισσα.
Επέμεινα εως οτου τον εκνευρίσω στον υπέρτατο βαθμό παίζοντας με τα νέυρα κι τις αντοχές του οπως κι ακριβώς εκείνος με τα δικά μου .
"Τι θέλεις επιτέλους ; Πηρα την απόφαση μου κι δεν έχω να ακούσω τίποτα απολύτως !" Κράυγασε εξαγριωμένος στρέφοντας απότομα το σώμα του προς το δικό μου με αποτέλεσμα να βρεθούμε ξανά αντιμέτωποι σε απόσταση αναπνοής.
Η θύμηση του παθιασμένου φιλιου οπου ανταλλαξαμε νωρίτερα ξεπήδησε σαν ατακτό παιδί απο μια γωνιά του μυαλού προκαλώντας μου ανατριχίλα κι ενα παράξενο ερωτικό σκιρτήμα χαμηλά στα σωθικά μου.
Άραγε θα επιχειρούσε ξανά να με φιλήσει ; Να υποτάξει τις άμυνες μου κάτω απο τα βελούδινα χείλη οπου με επιδεξιότητα χειριζόταν ; αναρωτιόμουν θαμπωμένη για ακόμη μια φορά απο την ακαταμάχητη γοητεία που σκορπούσε στον αιθέρα.
"Δεν..επιθυμώ να παντρευτώ με κανέναν..! Στο ξαναλέω έχω όνειρα στόχους κι επιθυμίες που θέλω να εκπληρώσω !" Του πέταξα κατάμουτρα με πείσμα παρα τα αφοπλιστικά μάτια του που περιεργάζονταν λαίμαργα για ακόμη μια φορά το ημίγυμνο κορμί μου.
"Δεν με αφορά κοριτσάκι ..! Μια γυναίκα οφείλει να υποτάσσεται στα κοινωνικά στερεότυπα της εκάστοτε εποχής..!" Γρυλισε μέσα απο τα σφιγμένα χείλη που δια της βίας πάσχιζε να χαλιναγωγήσει προτού παρεκτραπούν.
"Εγώ ομως δεν ανήκω στην αναθεματισμένη εποχή σου ! Ούτε στον μεσαίωνα που έχετε επιβάλλει σε ολες τις άλλες κοπέλες της ηλικίας μου ! Εσύ με εξέθεσες άρα μονάχα εσύ οφείλεις να με αραββωνιαστείς !" Φώναξα αθελα μου πάνω στην παραζάλη και την θολούρα του θυμού αντικρίζοντας ενα αχνό ειρωνικό μειδίαμα να χαράζεται στα χείλη του.
"Λυπάμαι πολυ που θα σε απογοητεύσω όμως η καρδιά ενός ιππότη αγαπά μονάχα μια φορά κι πίστεψε με χτυπάει για μια δεσποσύνη που η τιμή της αξίζει οσο ολόκληρο το βασιλικό χρυσάφι !" Είπε απαξιωτικά ολοκληρώνοντας την πλήρη ταπείνωση μου καθώς μου έκλεισε την πόρτα κατάμουτρα σφυρίζοντας αδιάφορα.
"Να σε πάρει κι να σε σηκώσει άτιμε ! Δεν αξίζεις την αγάπη καμιάς γυναίκας με ακούς καμίας !" Ούρλιαξα χτυπώντας την γροθιά μου στην βαριά ξύλινη πόρτα ενώπιον μου αρνούμενη να αφήσω τα δάκρυα μου να κυλήσουν.
"Δεσποινίς αφήστε ήσυχο τον αφέντη ενοχλείτε πολυ απο τις φλυαρίες μου ζήτησε να σας ετοιμάσω το βασιλικό λουτρό ώστε να προετοιμαστείτε για την αυριανή μεγάλη ημέρα !"
Η γαλήνια φωνή της Μαίρης που με πλησίαζε βαστώντας μια μικρή λεκανιτσα με διάφορα σπιτικά αιθέρια έλαια ανα χείρας κι δύο μικρες λευκές λινές πετσέτες πυροδότησε περαιτέρω τον θυμό μου.
" Ευχαριστώ πολύ για την προθυμία σου Μαίρη ομως δεν πρόκειται να λάβω μέρος σε αυτή την φαρσοκωμωδία λεπτό παραπάνω ..! Μην με ενοχλήσεις.." σχολίασα πεισματικά ανεβαίνοντας αργά τα πέτρινα σκαλοπάτια που οδηγούσαν στο δωμάτιο κελί απ οπου αποτυχημένα πάσχιζα να αποδράσω.
Έκλεισα με δύναμη την πόρτα στο διάβα μου κι έπεσα με φόρα στην ξεστρωτη κλίνη οπου είχε συγκρατήσει το άρωμα του .
Άφησα τα δάκρυα να με κατακλύσουν πνίγοντας τους ακατάπαυστους λυγμούς μου στο ολόλευκο πουπουλένιο προσκεφάλι συγκλονισμένη.
Βρισκομουν μετέωρη σε μια τραγική κατάσταση που απο την μια μεριά οι ταπεινώσεις κι οι προσβολές διαδέχονταν η μια την άλλη και απο την αλλη πλευρά του νομίσματος με ανάγκαζαν να νυμφευθώ με το ζόρι εναν τυχάρπαστο άρχοντα που θα με ορέγονταν.
Το στομάχι μου είχε κυριολεκτικά δεθεί κόμπος το στήθος μου πονούσε ενώ ταυτόχρονα τρικυμία μαίνονταν και στο μυαλό μου που είχε θολώσει.
"Υπάρχει διαφυγή απο τούτο τον εφιάλτη άραγε ; Γιατί οπου κι αν τρέξω πάντα με βρίσκει ποια αόρατη δύναμη συνομωτεί με αυτόν τον άνδρα κι με κρατάει δέσμια ; " μονολογούσα ανάμεσα σε λυγμούς και αγωνία η οποία διαπερνούσε ως κοφτερό ξίφος την καρδιά μου που έπρεπε να θυσιαστεί για έναν ξένο.
Ξημερώματα...
"Λάθος πράττεις ιππότη η κρατούμενη σου είναι ελεύθερο πνέυμα και δεν φυλακίζεται..!" Μια άγνωστη γυναικεία απαλή φωνή εισέρχονταν στο ακουστικό μου πεδίο προτου εισβάλει με μια εκκωφαντική αστραπή κι στο οπτικό .
Μια αδιόρατη αλλόκοτη λάμψη περικύκλωσε το κρεββάτι οπου κοιμόμουν αποκαμωμένος επειτα απο την κουραστική ενοχλητική ημέρα που είχε ξεθωριάσει με την έλευση του ύπνου σταδιακά.
"Ποιά είσαι ; Τι είδους παιχνίδι είναι πάλι αυτό μοχθηρή μάγισσα ..;" μουρμούρισα θυμωμένος γυρίζοντας αδιάφορα πλευρό θεωρώντας πως αποτελούσε αλλο ενα παιχνίδι απο τα αυτά που συνήθιζε η καταραμένη να παίζει μαζί μου .
"Γύρνα να με κοιτάξεις ιππότη..θα πληρώσεις ακριβά την απόφαση σου..θα έχει τίμημα .." η απαλή φωνή συνέχιζε να αντηχεί ενοχλητικά στα αυτιά μου δίχως να μου επιτρέπει να συνεχίσω αμέριμνος τον ύπνο που είχα τόση πολύ ανάγκη για να μην σκέφτομαι.
"Φύγε με ενοχλείς .."
"Εσύ θα ενοχληθείς πολύ οταν θα σου κλέψουν την Βιρτζίνια..πρόσεχε σου είναι χρήσιμη.." με προειδοποίησε μια άυλη ακαθόριστη μορφή πλάι στο παράθυρο οπου πυκνές ακτιδες φωτός καλύπταν το πρόσωπο κι το πανέμορφο μακρύ ένδυμα της που ομοιαζε με τον υπέρλαμπρο ήλιο κι έπειτα χάθηκε έσβησε σαν τον καπνό.
"Ποιος θα την κλέψει ; Ποιός ..; " κράυγασα έντρομος ξυπνώντας μές στο σκοτεινό ακόμη δωμάτιο μου αντικρίζοντας τον πέτρινο τοίχο απέναντι μου και το μισοσβησμένο τζάκι ζαλισμένος απο την δίνη του ονείρου.
"Ποιά στο καλό ήταν αυτή η γυναίκα..τι ζητάει απο εμένα ; " αναρωτήθηκα προς στιγμήν ρίχνοντας βιαστικά λιγο νερό στο ιδρωμένο πρόσωπο μου απο την πύλινη κανάτα που κάθε βράδυ αφηνε πλάι μου στο τραπεζάκι η Μαίρη.
Ήταν η πιο σοβαρή και αφοσιωμένη υπηρέτρια που απέκτησε ποτέ ο πύργος αφότου η νταντά μου η γυναίκα που με ανέθρεψε άρρωστησε πολύ βαριά έξαφνα και έχασε την όραση της από μια ασθένεια πρωτόγνωρη για όλους μας .
Κάπως έτσι ανέλαβαν τα τρία παιδια της ανάμεσα τους κι η Μαίρη να εργάζονται σκληρά στην δούλεψη μου για να την συντηρούν ενώ μου πεισματικά κάθε πιθανή οικονομική βοήθεια.
Έκτοτε την είχα πάρει υπο την προστασία μου κι δεν με απογοήτευσε ποτέ εως σήμερα που έπειτα απο σχεδόν εναν αιώνα καταραμένης εξορίας επέστρεφα πίσω στο παρελθόν για να χτίσω ξανά την ζωή που έχασα.
Μια ζωή που ακομη πάλευα να κατακτήσω και κυρίως εκείνη την γυναίκα που άφησα ξοπίσω σαν έσβησαν τα ίχνη μου ενα πρωινό καθώς επέστρεφα θριαμβευτής απο μια δύσκολη μάχη που στέρησε πολλούς απο τους φίλους και συμπολεμιστές μου.
"Η Άννα θεέ μου δεν την έχω δεί απο την ημέρα που επέστρεψα !" Συνειδητοποίησα σαν ο χείμμαρος των σκέψεων με παρέσυρε πίσω σε εκεινες τις ημέρες οπου έχασα το μυαλό κι συνάμα την ψυχή μου.
Έριξα πρόχειρα στους ώμους μου ένα μάυρο μεταξένιο πουκάμισο και έσπευσα αμέσως στον στάβλο να συναντήσω τους εργάτες μου που ξυπνούσαν προτού ακόμη φέξει ο ήλιος για να ετοιμάσουν τα άλογα.
"Μάθιου καλημέρα πως είσαι ; " χαιρέτησα ευθυμα τον πιο ηλικιωμένο επιστάτη μου βαδίζοντας στο μισοσκόταδο με ενα κερί ανα χείρας.
"Αφέντη τι κάνετε ξύπνιος τοσο πρωί μήτε ο πετεινός δεν λάλησε ; Συμβαίνει τίποτα ; Μήπως να ετοιμαστούμε για κάποια επίθεση..;" ρωτούσε εναγωνίως γνωρίζοντας απέξω το αυστηρό πρόγραμμα μου και πως οταν προετοιμαζόμουν για μάχη δεν κοιμόμουν ποτέ .
Χαμόγελασα καθησυχαστικά χτυπώντας τον ώμο του φιλικά για να τον χαλαρώσω " Προς το παρόν δεν έχω λάβει εντολή απο την αυτού εξοχότητα της για επικείμενη επίθεση των Γάλλων Μάθιου αλλα πάντα πρέπει να είμαι έτοιμος. Τον γιό σου ψάχνω έχει ξυπνήσει ;"
"Μάλιστα αφέντη τρέχω κιόλας να τον καλέσω ..!" Προφερε εκείνος βιαστικά οπως εκανε πάντοτε για να μου αποδείξει την προθυμία που ήδη ημουν σίγουρος πως κατείχε.
"Μην βιάζεσαι γέρο Μάθιου σε εχω σαν πατέρα μου κι δεν θελω να γλιστρήσεις πουθενά οπως θα πηγαίνεις. Πες του μονάχα να ζέψει σαν ξημερώσει το άλογο και να τρεξει στο αρχοντικό της Άννας..."
"Της εκλεκτής της καρδιάς σας κύριε σωστά κατάλαβα..;" ρώτησε περισσότερο για επιβεβαίωση ισιώνοντας αμήχανα τις τιράντες του παντελονιού του.
"Τι συμβαίνει Μάθιου εσύ έχασες το χρώμα σου..στην μια και μοναδική Άννα αναφέρομαι την λαίδη Γουίστον.." μουρμούρισα προαισθανομενος πως κατι μου έκρυβαν ολοι τους σχετικά με εκείνη και η καρδιά μου έχανε έναν κτύπο .
"Τίποτα αφέντη μου ..τι θα θέλατε να της μηνύσει ;" ρώτησε με βλέμμα ενοχικό και την ίδια αμηχανία να κυριαρχεί στην ατμόσφαιρα ολόγυρα.
"Θελω να την καλέσει απόψε στον χορό που θα διοργανώσω στον πύργο προς τιμήν της βασίλισσας ώστε να διαλέξει εναν μνηστήρα η φιλοξενούμενη μου.."
"Αυτή η ομορφη κοπέλα..; Μα δεν θα..νόμιζα θέλω να πω εσείς δεν επρόκειτο να την παντρευτείτε..;" πάλευε ντροπιασμένος να ρωτήσει ξεπερνώντας τα ορια της επαγγελματικής εχεμύθειας μεταξύ μας.
Ρουθούνισα ενοχλημένος χτυπώντας έντονα την δερμάτινη μπότα μου στο έδαφος καθώς καθε φορά που η κουβέντα πήγαινε σε εκεινη την αυθάδη τα νέυρα μου τεντωνονταν σαν δύο λεπτές χορδές.
"Κάνε αυτό που σου ζήτησα Μάθιου κι έπειτα καθάρισε παρακαλώ τους στάβλους για το βράδυ.." προσταξα αυστηρά βαδίζοντας προς την κουζίνα με σαφής εντολές για το γέυμα που θα έπρεπε να ακολουθήσουν .
Η Μαίρη αγουροξυπνημένη οπως καθε πρωινό φορεσε βιαστικά την ποδιά της ανάποδα σαν με αντίκρισε να πλησιάζω στην ανατολική πτέρυγα του πύργου οπου στεγάζονταν τα μαγειρεία .
"Αφέντη ..δεν σας περιμέναμε τόσο πρωινό και ούτε αυγό βραστό δεν έχουμε ετοιμάσει.." μουρμουρισε το ίδιο αγχωμένη με τον Μαθιου λες και ημουν κανένας κρετίνος που θα τους επέβαλλε σκληρή τιμωρία.
"Μαίρη ηρέμησε δεν πεινάω για άλλο λόγο ήρθα έως εδώ ηθελα να σε ενημερώσω σχετικά με το δείπνο.."
"Αχ κύριε έχετε δίκιο ξέχασα χθες να σας το πω η φιλοξενούμενη σας μπουκιά δεν έφαγε απο το βραστό που της ετοίμασα για δείπνο και μόλις τωρα το πέταξα στα σκουπίδια.." πρόλαβε να μου ανακοινώσει σκουπίζοντας πρόχειρα τον ιδρώτα που κυλούσε απο το μέτωπο της.
"Τι πράγμα ; Δεν τρώει ; Μα τι έχει σκοπό να κάνει αυτη η κοπέλα τέλος πάντων..! Θέλει να πεθάνει από ασιτία για να ξεφύγει μια για πάντα από εμένα..! Φέυγω Μαίρη τα λέμε μετά.." μουρμούρισα εξοργισμένος τρέχοντας στο δωμάτιο της ανεβαίνοντας δύο δυο τα σκαλοπάτια εως το κατώφλι της.
"Ποιά νομίζεις οτι είσαι για να μας αναγκάζεις να πετάμε το φαγητό στα σκουπίδια ...;" φώναξα εισβάλοντας δίχως να χτυπήσω στην κρεββατοκάμαρα την ώρα που έκανε μπάνιο.
Η τεράστια ξύλινη μπανιέρα με το καυτό νερό και τα αιθέρια έλαια που μου εσπαγαν κυριολεκτικά τα ρουθούνια δέσποζε πλάι στο κρεββάτι κι εκείνη αναδυόταν σαν θεά στο μισοσκόταδο απο τα νερά οπου με τον καπνό σχημάτιζαν την μορφή του καλλιγραμου σφικτού κορμιού της.
Πιέζα τον εαυτό μου να αναπνεύσει για τουλάχιστον ένα ολόκληρο λεπτό έως ότου τυλίξει πρόχειρα την λινή πετσέτα γυρω απο το ολόγυμνο σώμα της κι καρφώσει τα αθώα κρυστάλλινα μάτια της στο πρόσωπο μου.
"Είμαι αυτή που είμαι κι σε οποιον αρέσει.." αποκρίθηκε αδιάφορα δίχως να ντραπεί η να αισθανθεί αμήχανα που στεκόταν τόσο προκλητικά απέναντι μου.
"Δεν αρέσεις σε κανέναν όμως..!" Γρύλισα επιθετικά σφίγγοντας ολοένα τις γροθιές μου για να συγκρατήσω τον ασίγαστο πόθο που ξύπνησε στο σαρκιο μου η εμφάνιση της.
"Αλήθεια..; Γιατί τα χείλη σου χθες το πρωί μου έδωσαν αλλη εντύπωση..!" Ψέλλισε προκλητικά πλησιάζοντας αργά και θελτικά κοντά μου με το υγρό της σώμα να στάζει σε κάθε βήμα στο πέτρινο παγωμένο δάπεδο.
Ενιωθα ανήμπορος να πάρω τα μάτια μου απο τα δικά της αφού με είχε υπνωτίσει σχεδόν με το βαθύ γαλάζιο βλέμμα που κοιτούσε τόσο αθώα μα συνάμα ερεθιστικά.
Τα μισάνοιχτα ζουμερά χείλη της με προσκαλούσαν σιωπηρά να βυθιστώ στα απόκρυφα βάθυ τους κι να ξεκλέψω τους χυμούς τους ύπουλα.
Όσο για το κορμί της που μοσχοβολούσε λεβάντα και γιασεμί εκείνο κι αν με προκαλούσε να εξερεύνησω τα σκοτεινά του βάθη.
Ο
μοιαζε με κατακόκκινο σφικτό μπουμπούκι που ανέμενε καρτερικά στο κλαρί του κάποιον έμπειρο να το κόψει κι να το κάνει οριστικά δικό του μα δεν θα ημουν εγώ.
Η σκέψη με χτύπησε ως γροθιά στο στομάχι στιγμιαία νιώθοντας ενα σκίρτημα ενόχλησης στο στέρνο που ποτέ άλλοτε δεν είχα ξανανιώσει μα το προσπέρασα αδιάφορα ώστε να μην προλάβει να ριζώσει εσωτερικά διότι ότι ριζώνει γίνεται αυτομάτως εμμονή.
Ήμουν ταγμένος αλλού δεν μπορούσα να θαυμάζω μια τόσο διαφορετική κοπέλα.
Ιδιαίτερα τις επαναστατικές απόψεις οπου υπεράσπιζε με θέρμη προερχόμενες απο το διεφθαρμένο μέλλον οι οποίες μάλιστα απειλούσαν την δική μου ισχυρή ηθική και δεοντολογία.
"Λάθος εντύπωση αποκομισες τοτε..! Κι δεν θα φιλούσα ποτέ μια γυναίκα σαν..."
"Σαν ; Εμένα ; Έλα πες μου επιτέλους σε τι πιστέυεις οτι υστερώ απο εκείνη την εκλεκτή σου την Άννα..;" ρώτησε με λάγνα χαμηλή φωνή που πυροδότησε αθελα μου μια ισχυρή φλόγα που τύλιξε τα σωθικά μονομιάς όμοια με ακατανίκητη πυρκαγιά κι μια αρχέγονη λαχτάρα που ήμουν ανίκανος να ανακόψω.
Το προσωπο της πλησίασε σε απόσταση μιας ανάσας το δικό μου κι εκείνα τα ζουμέρα αναθεματισμένα χείλη της απέκτησαν ενα πανέμορφο ροδαλό χρώμα που θύμιζε το απέραντο ρόζ που βάφει τον ουρανό το σούρουπο.
Τα δάγκωνε κι με κοιτούσε επίμονα σαν να ανέμενε να παραβώ τους αυστηρούς κανόνες ηθικής μου για ακόμη μια φορά για χάρη της όμως τούτη την φορά δεν θα με σαγήνευε .
"Άσε τα φθηνά πρόστυχα παιχνίδια σου κατα μέρους ! Δεν πρόκειται να με πείσεις να αλλάξω γνώμη σχετικά με τον μνηστήρα σου απόψε οπότε κράτα τα...κάλλη σου για τα δικά του μάτια..!" Αναφώνησα απαξιωτικά ρίχνοντας με δυσκολία τα μάτια μου στο έδαφος καθώς ταυτόχρονα έσπρωχνα μακριά μου το θελτικό ημίγυμνο κορμί της.
"Άρα θεωρείς πως είμαι όμορφη..για κάλλη μίλησες.. έτσι δεν είναι..;" τόλμησε να με ρωτήσει δοκιμάζοντας την υπομονή μου μα και την λογική μου για πολλοστή φορά.
Ομολογουμένως ήταν πανέμορφη κοπέλα δεν γινόταν να μην γνωρίζει την επίδραση που είχε το είδωλο της στο αντίθετο φύλλο κι όμως αναζητούσε την επιβεβαίωση από εμένα.
Πώς μπορούσα να της εκφράσω στεγνά ότι για εμένα η ομορφιά της φαντάζει ένας άχρωμος πίνακας ζωγραφικής που κάποιος αδιάφορα ξέχασε να ολοκληρώσει..;
Πως τα γκρίζα πανέμορφα εκφραστικά μάτια της δεν με συγκινούσαν στο ελάχιστο..;
Πόσο μάλλον τα χείλη της που φαντάζαν λαξευμένα από τον πιο ακριβό γλύπτη ; αναρωτήθηκα φευγαλέα ορθώνοντας ξανά τις άμυνες μου απέναντι της.
Σήκωσα επιδεικτικά το αριστερό μου φρύδι εξετάζοντας με ένα απαξιωτικό βλέμμα το εξαιρετικό θέαμα που η ίδια παρουσίαζε ενώπιον μου προτού συντρίψω τον εγωισμό της συθέμελα.
"Μην χαίρεσαι δεσποινίς..η ομορφιά και η χάρη που αποπνέει μια γυναίκα κεντρίζουν αμέσως το ενδιαφέρον κι του πλέον αδιάφορου ανδρός. Όμως εσύ.. δεν προκαλείς ουδεμία έλξη.. λυπάμαι.." σχολίασα κυνικά δίχως να πιστεύω λέξη από τα λόγια που ξεστομίσα .
Η επίδραση τους επάνω της όμως ήταν ραγδαία καθώς η γνώριμη λάμψη των ματιών της που θαύμασα από την πρώτη στιγμή μονομιάς σαν ήλιος εσκοτισθει.
Μα παραδόξως διατήρησε την αξιοπρέπεια της αλώβητη αφού αντι να ξεσπάσει με οργή οπως συνήθιζε εναντίον μου.
Εκείνη αντιθέτως ζωγράφισε ενα πονηρό ερωτικό που ξεχέιλιζε αυτοπεποίθηση χαμόγελο στα χείλη που προκάλεσε μια έντονη αμφιβολία μέσα μου.
"Έχεις δίκιο Νταμιάνο ! Αξίζω πολλά περισσότερα απο την περιφρόνηση ενός ξεπεσμένου ιππότη .." τόλμησε να μου αντιγυρίσει την προσβολή βαδίζοντας γοργά προς το κρεββάτι πίσω μου έτοιμη να αφαιρέσει την πετσέτα παρά την παρουσία μου.
"Αυτό θα το πάρεις πίσω τώρα αμέσως.." μουρμουρισα εξοργισμένος χάνοντας παντελώς τον έλεγχο των πράξεων και των λόγων μου καλύπτοντας με δύο δρασκελιές την απόσταση που μας χώριζε την άρπαξα βίαια απο το μπράτσο κι την φίλησα με όλη την ορμή του πάθους που με διακατείχε.
Τα χείλη μας έσμιξαν αρμονικά παρα την δύναμη που ασκουσαν τα δικά μου επάνω τους κι τα σκληρά γένια μου που γρατζουνούσαν τα μάγουλα κι το πηγούνι της .
Η γλώσσα της αναζήτησε με αναίδεια την δική μου ξεκινώντας εναν προκλητικό χορό των αισθήσεων που αποτελούσε ολέθριο λάθος να ξεκινήσει μα δεν επιθυμούσα να διακόψω.
Ενας αναστεναγμός ικανοποίησης γλιστρησε απο τις παρυφές των χειλιών οπου με λαχτάρα και πόθο διεκδικούσα ως αλλος πορθητής σε μάχη με μια μανία που τρόμαξε ακόμη κι εμένα.
Τα χέρια μου με δικη τους πλέον βούληση κατηφόρισαν χαμηλότερα στον υγρό λαιμό της ψηλαφόντας την απαλή ντελικάτη επιδερμίδα της ενώ τα δάκτυλα μου τόλμησαν να ακουμπήσουν τις απαλές παρυφές του στήθους της προτού τα απομακρύνω ταραγμένος.
"Τι κάνω εδώ μαζι σου ...; Εσύ φταις για ολα είσαι μάγισσα ξέρεις να με εξωθείς στα άκρα .." μουρμουρισα κάνοντας δύο βηματα πίσω πασχίζοντας να σβήσω απο τα χείλη κι το πυρπολημένο κορμί μου τα σημάδια της φλόγας που με κατέκαψε εως τα σωθικά.
"Νταμιάνο ..το ηθελες κι εσύ .."
"Όχι ! Εσύ με παρέσυρες ξέρεις κολπα πρόστυχα που παίζεις στα άπειρα τσουτσέκια της εποχής σου και τους σαγηνεύεις ομως δεν μπορείς να με αγγίξεις..οτι κι αν κάνεις ! Έυχομαι να βρεθεί απόψε ο άνδρας που θα σε πάρει για πάντα μακριά μου..! " ξεστομισα λαχανιασμένος παραπατόντας ζαλισμένος και παντελώς χαμένος σε εναν κόσμο αισθήσεων οπου εαν εισχωρήσεις χάνεις ακόμη κι την ψυχή σου κι εγώ ηδη την απώλεσα μια φορά.
Ετρεξα σαν κυνηγημένος να χαθώ απο προσώπου γής μα κυρίως απο εκείνο το επίμονο διαπεραστικό βλέμμα που μου ζητούσε απεγνωσμένα ικανοποίηση και ταυτόχρονα εξηγήσεις για την ποταπή άνανδρη συμπεριφορά μου.
Βγήκα σαν τρελός στον κήπο σπέυδοντας γοργά στους στάβλους απ οπου δεν έπρεπε να εχω αποχωρήσει ποτέ ενώ οι πρώτες αχτίδες του ηλίου θάμπωναν το ηδη θολό μου βλέμμα που ακόμη διψούσε για το ταξίδι που άφησε ανεκπλήρωτο .
Ανέβηκα στο άλογο μου τυφλωμένος απο χιλιάδες συναισθήματα μα ένα να κυριαρχεί βασανιστικά στην ψυχή την ντροπή που εγώ ενας ανδρας που ορκιζόταν ηθική και πίστη σε μια πατρίδα τόλμησε να παραβεί τους κανόνες ηθικής του για μια τιποτένια.
Όρμησα μακριά στο απόκρημνο μεγαλειώδες δάσος αφήνοντας τον παγερό άνεμο με την ορμή που μαστιγωνε το πρόσωπο μου να με καθησυχάσει εως οτου έρθει η στιγμή να την αντικρίσω ξανά υπέρλαμπρη να παρελάυνει στο πλήθος και να τους μαγέυει...
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro