Κεφάλαιο Δεκατέσσερα - Διάσωση
Αφιερωμένο με αγάπη σε όλους εσάς κι στις εξαιρετικές μου user38316600 elenizapra1 DianaRay1 ❤️❤️😘
Βρισκόταν χαμένη ανάμεσα στα δύο του χέρια με τους φρικτούς πόνους να καταδιώκουν σαν εφιάλτες το λεπτεπίλεπτο κορμί της που δεν είχε πλαστεί για να υποφέρει τόσο άδικα .
Τα χέρια του την κρατούσαν ασφαλή προς το παρόν από τους δυνάστες της όπου σαν αιμοβόρα θηρία σέρνονταν ολόγυρα από το λαβωμένο κορμί της ανιχνεύοντας εάν το κακό που της προξένησαν κατόρθωσε να κάμψει τις αντιστάσεις της .
Λειτουργούσε σαν ασπίδα για εκείνη κι παράλληλα σαν αντίδοτο στον αμείωτο πόνο η απρόσμενη τρυφερότητα που λάμβανε από τις κινήσει δες κι τον τρόπο που της μιλούσε ο φαινομενικά σκληρός αδιάφορος ιππότης που είχε συναναστραφεί .
Αναρωτήθηκε μες την παραζαλη πως την βρήκε τόσο εύκολα ; Γιατί δεν έσπευσε ο Εδουάρδος πρώτος να την ελευθερώσει κι αντ αυτού έτρεξε εκείνος ; Πως υπέδειξε ξαφνικά τόσο ενδιαφέρον ένας άνθρωπος αδιάφορος κι ψυχρός όσο ο Νταμιάνο ;
Το μυαλό της έπλασε ένα σωρό ρομαντικά και μη σενάρια που καλούνταν να ερμηνεύσει η πληγωμένη της λογική κι συνάμα όμορφο ο ποδοπατημενος γυναικείος εγωισμός της όμως δεν ήταν η στιγμή.
Όφειλε να ανασύνταξει τις δυνάμεις της ώστε να μπορέσουν να διαφύγουν από τα τέρατα που τους καταδιωκαν κι ήταν βέβαιη πως αργά η γρήγορα θα δοκίμαζαν να επιτεθούν κι στον φαινομενικά αοπλο ιππότη κι ας τον έτρεμαν.
"Νταμιάνο.. δεν μπορώ να σηκωθώ νιώθω τα άκρα μούδιασμενα κι τα μάτια μου σταδιακά..θολώνουν ο πόνος σβήνει... χάνεται..." ψέλλισε με δυσκολία περιγράφοντας με όσες λέξεις τολμούσε να την τροφοδοτήσει το μυαλό την δεδομένη στιγμή σφαλιζοντας ταυτόχρονα απαλά τα εκφραστικά γαλανά της μάτια ενώπιον στα έντρομα δικά του που την ικέτευαν σιωπηρά να δώσει μάχη για την ζωή της.
"Βιρτζίνια..μην με αφήνεις συνέλθε .. πάλεψε πρέπει να φύγουμε από εδώ μαζί..!" Φώναζε ξανά κι ξανά ταρακουνωντας το αναίσθητο κορμί της μάταια έως ότου η σκιά του εύσωμου αρχηγού επισκίασε την μουντή φιγούρα του παγερά .

"Σε γέλασανε ιππότη αν νομίζεις πως θα σου χαρίσω έτσι απλά το λουσμενο στο χρυσό θήραμα μου ! Θα δώσεις μάχη για την ίδια την ζωή σου ώστε να ξεφύγεις..!" Γρυλισε προειδοποιητικά τοποθετώντας το κοφτερό μαχαίρι του κατευθείαν στον λαιμό του απροετοίμαστου φαινομενικά Νταμιάνο.
Σηκώθηκε αργά όρθιος παρά την απειλή της κοφτερης λεπίδας στον λαιμό του δίχως να αφήσει λεπτό από την επίβλεψη του την τραυματισμένη Βιρτζίνια .
"Δεν σε φοβάμαι ρε ποταπε αλήτη! Ακόμη κι τον λαιμό να μου κόψεις δεν θα πάψω να σε καταδίωκω ! Μάλλον ξέχασες πως ήδη σε έχω ταπεινώσει μια φορά οδηγοντας σε στο φρικτό σκοτεινό κελί των ανακτόρων απ' όπου δραπετεύσες .." πρόβαλε θαρραλέα αντίσταση δίχως να τρομάζει διόλου από την λεπίδα που ακουμπούσε την σάρκα του αργά.
" Ποτέ ξανά δεν θα επιστρέψω εκεί μέσα ! Τελείωσε για εμένα εκείνο το κελί όπως κι η δική σου ζωή . ! Για αυτό αρκετά με το ρομάντζο ιππότη..! Σε έστειλε η Βικτώρια για να σώσεις την πριγκίπισσα αλλά δεν πρόκειται να σου την δώσω αμαχητί! Είναι χρυσός στα χέρια μου για αυτό δίνε του αν θέλεις να ζήσεις.." επανέλαβε το αιμοβόρο κτήνος στα αυτιά του ξανά κι ξανά πιέζοντας ολοένα την λεπίδα στο δέρμα του με αποτέλεσμα να αρχίσει να ματώνει .

Παρά τον στιγμιαίο πόνο που αισθανόταν δεν επρόκειτο να αφήσει την Βιρτζίνια αιχμάλωτη στα χέρια της πιο μοχθηρης συμμορίας που είχε περάσει ποτέ από την περιοχή και την ίδια την χώρα τους αφού δεν δίσταζαν να ατιμασουν νέες κοπέλες προτού τις σκοτώσουν κι δεν βρεθεί κανένα από τα ίχνη τους πια .
"Νταμιάνο .. πάμε να φύγουμε θα χάσω ξανά τον έλεγχο.." πρόλαβε ίσα ίσα να ψελλίσει καθώς πάλευε με νύχια κι με δόντια να κρατηθεί σε εγρήγορση προτού χάσει παντελώς τις αισθήσεις της έπειτα απο την ποταπή κακομεταχείριση όπου είχε υποστεί από τα καθάρματα που τον παρατηρούσαν χαμογελώντας μοχθηρά.
"Βιρτζίνια.. κρατήσου .. προσπάθησε.." μουρμούρισε εκ νέου συγκλονισμένος έχοντας χάσει πλέον ακόμη κι τα λόγια του καθώς την παρατηρούσε να κείτεται στο υγρό χώμα ενώπιον του κι τα τραύματα της να γιγάντωνονται όσο περνούσε η ώρα .
Ήταν ταλαιπωρημένη τα άλλοτε μεταξένια μαλλιά της βρεγμένα και ανάκατεμενα κι το πανέμορφο κατακόκκινο φόρεμα της δεξίωσης που του είχε πάρει τα μυαλά κουρελιασμενο πλέον να καλύπτει απλά το σώμα της από τα αδιάκριτα βλέμματα στα σημεία όπου πριν από δύο εικοσιτετράωρα ταξίδεψαν τα χείλη του.
Γονάτισε έντρομος κι άρπαξε εκ νέου το αδύναμο κορμί της ανάμεσα στα παγωμένα χέρια του αφήνοντας το κοφτερό σπαθί του δήθεν στο χώμα με σκοπό να τους αιφνιδιάσει εάν δοκίμαζαν να του επιτεθούν παριστάνοντας τον άοπλο.

Αναδευτηκε ταραγμένη καθώς την τύλιγε προσεκτικά στην αγκαλιά του στιγμιαία ίσως κι από πόνο διότι στα σημεία που είχε πέσει το καυτό νερό είχαν αρχίσει να δημιουργούνται μικρές πληγές.
"Όχι.. αφήστε με.." μουρμούριζε σαν σε παράλληρημα χαμένη στον δικό της κόσμο όση ώρα εκείνος βρισκόταν αντιμέτωπος με τους ποταπους εγκληματίες.
Δεν ήταν δα η πρώτη φορά που τους έφραζε τον δρόμο ώστε να φθάσουν στον επιθυμητό τους στόχο που δεν ήταν άλλος φυσικά από τα άπειρα χρυσά νομίσματα των βασιλέων και ευγενών της χώρας.
Ήταν η δεύτερη φορά του που η συγκεκριμένοι εγκλήματιες τολμούσαν να βλάψουν κάποια γυναίκα που για εκείνον είχε σημασία.
Στην πρώτη τους αιμοβόρα συνάντηση είχε παλέψει σώμα με σώμα με τους αχρειους έως ότου παραδοσουν την λαίδη Άννα σώα και αβλαβή έπειτα από έναν ολόκληρο μήνα που αγνοούνταν ενώ ήδη η τοπική κοινωνία βιαζόταν να την ανακυρηξει νεκρή αδιαφορώντας πλήρως για τις αντιδράσεις των δικών της ανθρώπων που αγωνιούσαν.
Μονάχος άδραξε την πρωτοβουλία αντί να κάθεται άπραγος κι χτένισε από άκρη σε άκρη όλες τις απόκρημνες πλαγιές λίμνες και δάση της πόλης έως ότου φθάσει στην συγκεκριμένη μοχθηρή συμμορία που δεν δίσταζε να άτιμασει τις γυναίκες προτού τις παραδόσει.
Βέβαια κάποιες από τις εξαφανισμένες δεσποσινες επέστρεφαν αν και κακοποιημένες έπειτα από μήνες η και χρόνο ολόκληρο στην οικογένεια τους τρομαγμένες και γεμάτες πληγές όμως κάποιες άλλες δεν είχαν την ίδια τύχη.
Όλα κρίνονταν σύμφωνα με τους δικούς τους απαράβατους κανόνες που εάν δεν τηρούσαν τελικά οι ευγενείς κηδεμόνες τους .
Αν δεν συμφωνούσαν στο υπέρογκο τελικό ποσό της διαπραγμάτευσης δίχως ηθικές αναστολές τις σκότωναν ακαριαία κι μετέπειτα τις πετούσαν σε διάφορες ερημικές τοποθεσίες παρόμοιες με ετούτη την βορειοδυτική πλαγιά της χώρας.
"Κοίταξε με σηκώνομαι βαστώντας εκείνη ανάμεσα στα χέρια μου ! Θα κάνεις αμέσως στην άκρη κι θα με αφήσεις ήρεμα να την πάρω μαζί μου.." γρυλισε επιθετικά προς το μέρος του αδιάλλακτου εγκληματία όπου συνέχιζε ακάθεκτος να απειλεί την σωματική του ακεραιότητα.

"Ξέχνα το αυτό ! Ένα έχω να πω σαν τα χιόνια ιππότη..! Δεν περίμενα ποτέ να έρθουμε ξανά αντιμέτωποι εμείς οι δύο μα να που η μοίρα..και οι αυστηρές εντολές της βασίλισσας σου σε έφεραν ξανά στο αιματηρό κατώφλι μου..! Που σου δίνω την ευκαιρία να αποχωρήσεις μόνος για μερικά ακόμη λεπτά.." ανακοίνωσε αυστηρά ο αγροίκος αρχηγός της συμμορίας έπειτα από την εφιαλτική εισαγωγή του που είχε ως μοναδικό σκοπό να του αποσπάσει την προσοχή από μια ακόμη επικείμενη επίθεση.
Δίχως καν να προλάβει να γυρίσει το βλέμμα του γνώριζε με μαθηματική ακρίβεια πως ο πιστός του ακόλουθος τον σημάδευε με το σπαθί του πισώπλατα κατευθείαν στο σημείο της καρδιάς.
Όμως ούτε που φαντάζοταν ποτέ τις άριστες πολεμικές γνώσεις που κατείχε έπειτα από άπειρες μάχες και χρόνια προετοιμασίας στην βασιλική αυλή έως ότου τον χρισουν δικαιώματικα ιππότη έπειτα από την διάσωση της ίδιας της βασίλισσας από βέβαιο θάνατο.
Χωρίς να χάσει ούτε στιγμή την ψυχραιμία του με τον ελεύθερο αγκώνα του στοχεύσε απευθείας το σαγόνι του επίδοξου εκτελεστή του δεχόμενος ταυτόχρονα ένα χτύπημα ελαφρύ στον αυχένα από την πτώση του κοφτερου σπαθιού στο έδαφος.
"Πολύ τολμηρό σε βρίσκω φιλαράκο για να νομίζεις πως θα χτυπήσεις πισώπλατα έναν εκπαιδευμενο ιππότη κι συνάμα πολεμιστή του στέμματος..!" Καγχασε κλέβοντας με ευκολία το ξίφος του παριστάνοντας τον άνετο κι ας πονούσε ήδη αφόρητα στο σημείο όπου το σπαθί τον είχε χτυπήσει αν και φυσικά δεν θα το έδειχνε ποτέ στον αντίπαλο ήταν απαράβατος κανόνας.
"Άσε το κορίτσι σε εμάς .. πρέπει να λάβει την τιμωρία όπου το αφεντικό της έχρισε..! Δεν έχεις καμία δουλειά εδώ.." μουρμούρισε παρά την δυσχερή του θέση ο μελαμψός νεαρός που θεωρούσε πως με την εγκληματική ζωή που έκανε προσέφερε στην ανθρωπότητα.
Τοποθέτησε δίχως να χάσει χρόνο εξοργισμένος το σπαθί στην βάση του λαιμού του έως ότου η λεπίδα γρατζουνισει την επιδερμίδα του καθάρματος γνωρίζοντας πως σύντομα θα δεχόταν επίθεση κι από τον ίδιο τον αρχηγό της σπείρας με κάποιο χτύπημα στο κεφάλι όπως πιθανών να έπραττε.
" Μέτρα τα λόγια σου κάθαρμα..! Η δεσποινίς θα επιστρέψει άμεσα στον μνηστήρα της σώα και κανείς από εσάς δεν θα τολμήσει να την εμποδίσει..με άκουσες καλά.; Κανείς σας δεν θα τολμήσει να την ακουμπήσει ποτέ ξανά !" Κραύγασε με όλη την δύναμη του τινάζοντας την μύτη του ξίφους απότομα προς τα επάνω με σκοπό να τον πείσει πως σχεδίαζε πράγματι να τον σκοτώσει εάν δεν συνετιζόταν με τις βουλές του.
"Η δεσποινίς... όπως την αποκάλεσες γελοίε εκτελεστή της ψηλομυτας που διαφεντεύει δυστυχώς εδώ κι χρόνια τούτο τον άμοιρο τόπο. Λυπάμαι άλλα μάλλον δεν κράτησε κι τόσο αλώβητη την τιμή της.. " άκουσε όπως πολύ σωστά περίμενε την γνώριμη ανατριχιαστική χροιά του τερατώδη αφεντικού μερικά χιλιοστά μόλις από το αυτί του ενώ μπορούσε να αισθανθεί κι μια δεύτερη λεπίδα στο πίσω μέρος του κεφαλιού του.
"Τι τόλμησες αλήτη να υπονοήσεις..!" Ούρλιαξε ατρόμητος ορμώντας απευθείας καταπάνω του με αποτέλεσμα να δεχθεί ένα ισχυρό πλήγμα στα πλευρά πού τον αποσυντονισε για μερικά λεπτά τα οποία φάνηκαν πολύτιμα στους απαγωγείς ώστε να του δώσουν την χαριστική βολή με την λαβή του σπαθιού στο πίσω μέρος του κρανίου του.
Τον έριξαν καταχαμα αναίσθητο πλάι τραυματισμένο σώμα της Βιρτζίνια όπου ακόμη δεν είχε ανακτήσει τις αισθήσεις της ώστε να τον βοηθήσει να ξεφύγουν αναίμακτα.

"Σκότωσε τον ακαριαία..τον κρετινο..!" Πρόσταξε ανελέητα ο αφέντης του πλησιάζοντας ένα βήμα την φορά πιο κοντά με ένα χαιρεκακο μοχθηρό χαμόγελο στα λεπτά του χείλη απολαμβάνοντας στο έπακρο την ταπείνωση του πιο θανάσιμου εχθρού του .
"Κύριε.. είστε βέβαιος.. είναι ο αγαπημένος ιππότης της βασίλισσας.." τον προειδοποίησε δειλά ο νεαρός μα η πορωμενη καρδιά ενός τέτοιου εγκληματία δεν θα δείλιαζε μήτε μπροστά στην απειλή των υπολοίπων ιπποτών της που θα τον καταδίωκαν σθεναρά σε όλη την επικράτεια έως ότου τον βρούν για να τον θανατώσουν.
Περπάτησε έως το σημείο όπου κείτονταν αναίσθητοι πλάι πλάι σαν ζευγάρι με τα κορμιά τους να εφάπτονται σχεδόν το ένα στο άλλο κι ευθύς πάτησε με την βρώμικη μπότα του το στέρνο του Νταμιάνο υποδεικνύοντας σιωπηρά το σημείο.
"Τελείωνε..! Ειδάλλως θα σε ρίξω ολοζώντανο στην λίμνη να πεθάνεις αργά κι βασανιστικά σαν τον ηλίθιο τον φίλο σου που παρίστανε ξαφνικά τον σωτήρα..! Τον θέλω νεκρό ετούτο τον ιππότη..!" Γρυλισε αναμένοντας με σατανική χαρά το οριστικό χτύπημα του νεαρού όπου πιεσμένος από τις απειλές του ύψωσε το ξίφος του ψηλά στοχεύοντας την καρδιά του Νταμιάνο που πάλλονταν ακόμη αδύναμα στα
στήθια.
Επάνω στην ώρα οι αισθήσεις της Βιρτζίνια άρχισαν να επανέρχονται σταδιακά παρομοίως κι η μνήμη της που της ζωγράφισε ολοκάθαρα στον σκούρο καμβά των σφαλισμενων ματιών της το χλωμό κι αγωνιώδες πρόσωπο του Νταμιάνο που την παρατηρούσε έκθαμβος όταν την βρήκε μισολιποθυμη.
"Δεν μπορεί... Βρίσκομαι ακόμη με αυτά τα θηρία ..δεν είναι δυνατόν μάλλον ονειρεύομαι ..μα που είναι εκείνος ήρθε πράγματι εδώ..;" αναρωτιόταν σαστισμένη τινάζοντας το σώμα της από το έδαφος ακαριαία σαν αντικρισε το αποτρόπαιο θέαμα της επικείμενης δολοφονίας του μερικά χιλιοστά μόλις από το σώμα της.
Μια κραυγή απόγνωσης ξέφυγε από τα χείλη της δίχως να προσπαθήσει διόλου να την καταπνίξει .
"Τι πάτε να κάνετε εκεί ! Αφήστε τον ήσυχο..! " ούρλιαξε τρομαγμένη γλιστρώντας ατσαλα επάνω στην προσπάθεια της να σταθεί όρθια στις λάσπες που την περιέβαλαν.
"Κάτσε ήσυχη κοριτσάκι..άντε για να μην έρθει η σειρά σου ..!" Μουγκρισε επιθετικα ο αρχηγός αρπάζοντας το σπαθί από τα τρεμάμενα χέρια του βοηθού του που αρνούνταν να εκτελέσει εν ψυχρώ έναν απ' τους πιο ισχυρούς ιππότες παρά τον αιμοσταγή χαρακτήρα του.
"Δεν σε φοβάμαι ρε αλήτη..! Έλα λοιπόν σκότωσε κι εμένα μαζί του διότι δεν θα καθίσω να μείνω θεατής στον θάνατο του !" Φώναξε να προκλητικά ενώπιον του σηκώνοντας με δυσκολία το πεσμένο ξίφος του Νταμιάνο από το έδαφος ορθώνοντας ανάμεσα τους .
"Έχεις κοτσια τελικά μικρή..! Μάλλον ο ιππότης έχει τρελή πέραση στις δεσποσινες..! Τι έγινε είσαι κι εσύ ερωτευμένη μαζί του σαν κι εκείνη την άλλη την λαίδη που τον αγκάλιαζε κι τον φιλούσε απροκάλυπτα ενώπιον μας όταν την έσωσε.." σχολίασε γελώντας κοροϊδευτικά αναφερόμενος στην διάσωση της Άννας όπου η Βιρτζίνια αγνοούσε.
"Δεν με ενδιαφέρουν οι αηδίες που ξεστομιζεις ! Απαιτώ να πετάξεις το ξίφος τώρα αμέσως στο χώμα..!" Πρόσταξε παραβλέποντας προς στιγμήν το ενοχλητικό σκίρτημα της ζήλειας που διαπέρασε όμοιο με την λεπίδα του σπαθιού που κρατούσε ο αχρειος την καρδιά της .
"Τι θα μου προσφέρεις αν το πράξω..; Διότι ξέρεις ότι αν σε πάρω στα σοβαρά κι αναμετρηθούμε θα είσαι νεκρή σε λιγότερο από μισό δευτερόλεπτο.." καγχασε με ολοφάνερη ειρωνεία εκείνος συνεχίζοντας να κραδαίνει προς το μέρος της το ξίφος.
"Μπα..είσαι πολύ βέβαιος για όλα έτσι..! Ρίξε το ξίφος είπα..! Τώρα !" Κραύγασε λαχανιασμενη για τελευταία φορά ηχηρά με την ελπίδα πως θα τον βοηθούσε να επανέλθει έστω τούτη την δύσκολη στιγμή όπου η ζωή του απειλούνταν.
Αν και εξ όψεως έμοιαζε νεκρός το πρόσωπο του είχε χασει την ζωντάνια κι το χρώμα του απευθείας λες κι σε μια στιγμή κάθε ίχνος ζωής είχε στραγγίξει απ' το κουφάρι του κι μήτε καν το στερνό του δεν μπορούσε επάνω στην παραζάλη να παρατηρήσει αν κινείται.
"Έλα Νταμιάνο ξύπνα πρέπει να αντεπιτεθείς.." ψέλλιζε σαν προσευχή γονατίζοντας στο πλευρό του δίχως να αφήσει στιγμή από τα χέρια της το βαρύ ξίφος του Νταμιάνο που ήδη είχε αρχίσει να ερεθίζει τις υπάρχουσες πληγές στα δάκτυλα της.
" Έλα λοιπόν αποχαιρέτησε τον ιππότη σου κούκλα μου ..εδώ τελείωσαν όλα !" Καγχασε ειρωνικά ατάραχος μπροστά στα παρακάλια της καρφώνοντας με βλέμμα που έσταζε αίμα το σπαθί στο σχεδόν άψυχο κορμί του με απίστευτη εκδικητική μανία που της προκάλεσε πανικό.
"Όχι θεέ μου Νταμιάνο..όχι !" Κραύγασε ξεσπώντας σε αδαμαστους λυγμούς που δεν της επέτρεπαν μήτε να αναπνεύσει καλά καλά ομως παρά τον πόνο που της λεηλατούσε σαν κλέφτης την ψυχή δεν θα παρέμενε μονάχα στον ανούσιο θρήνο για πολύ.
Μόλις το τερατόμορφο άψυχο γουρούνι ύψωσε ξανά το σπαθί του με σκοπό για να τον αποτελειώσει πρόλαβε να καρφώσει εκείνο του Νταμιάνο στο δεξί του πόδι κατορθώνοντας προσωρινά τουλάχιστον να τον αφοπλίσει.
"Τι κοιτάς ρε ηλίθιε ..θα με σκοτώσει..η άτιμη..!" Καλούσε πλέον σε βοήθεια τον σαστισμένο ακόλουθο του απελπισμένος καθώς παράλληλα έπεφτε αιμόφυρτος στο χώμα υπό την απειλή ενός δεύτερου θανατηφόρου ραπισματος.
Παρά τις ηχηρές ικεσίες του ο βοηθός του παρέμενε να τον παρατηρεί εφιαλτικά ατάραχος έπειτα από τόσα χρόνια που βρισκόταν στο πλευρό του.
"Να σε σκοτώσει αυτό σου αξίζει κτήνος..! Δεν έδειξες έλεος σε καμία από τις προηγούμενες φτωχές κοπέλες όπου βρέθηκαν στο διάβα σου κι η μοίρα σε καταδίκασε από γυναίκα να πληρώσεις..! Φεύγω και καλή αντάμωση στην κόλαση..!" Ανακοίνωσε παγερά ξυπνώντας ξάφνου κι εκείνος από το λήθαργο της κακιάς όπου είχε περιέλθει γνεφοντας αργά προς την χαμένη Βιρτζίνια όπου κοιτούσε συνεχώς προς το μέρος του νεκρού πια όπως όλα έδειχναν ιππότη να τον αποτελειώσει.
Το σώμα του είχε πάρει μια αλλόκοτη στάση όπου ομοιάζε πολύ σε νεκρική ακαμψία μα παρόλα αυτά όσες φορές κι αν έψαξε με το βλεμμα της δεν παρατήρησε να αιμορραγεί η πληγή στο στομάχι όπου τελικά τον είχε πετύχει το ξίφος.
Κάτι δεν πήγαινε καλά όμως δεν ήταν η κατάλληλη στιγμή να το αναλύσει αφού έπρεπε πάση θυσία να τελειώσει με τον άνδρα που ατενίζε απέναντι της να εκλιπαρεί για την ζωή του απεγνωσμένα.
"Δεν είσαι ικανή να διαπράξεις ένα τέτοιο άμαρτημα δεσποσυνη άφησε κάτω το ξίφος σε παρακαλώ.."
"Κι όμως..είμαι ! Δεν σου αξίζει τομάρι να ζεις σκότωσες τον μοναδικό άνθρωπο που γνώριζα σε αυτή την χώρα. Τον άνθρωπο που με ... πούλησε στον πρίγκιπα Εδουάρδο δίχως καμία ηθική αναστολή..μα παρόλα αυτά δεν ήθελα να τον δω ποτέ νεκρό...!" Ξέσπασε άθελα της ενώπιον του εχθρού όπου φυσικά εκμεταλλεύθηκε την στιγμή της αδυναμίας της ώστε να την αφοπλίσει με δύο κινήσεις καθοριστικές.
Την πέταξε ξανά με μια κλωτσιά επάνω στο άψυχο σώμα του Νταμιάνο κι της απέσπασε με ευκολία το σπαθί δένοντας πρόχειρα την πληγή του σκίζοντας ένα κομμάτι ύφασμα απ' το πουκάμισο του.
"Νταμιάνο..με ακούς ..; Είσαι ζωντανός ακόμη..;" ίσα που πρόλαβε να ψελλίσει στο αυτί του με την τρεμάμενη φωνή της καταπίνοντας έναν προς έναν τους λυγμούς της προτού ξεχειλίζουν σαν ορμητικός χείμαρρος πλημμυρίζοντας την ψυχή της δίχως αποτέλεσμα.
Προσπάθησε να σύρει τον κορμό της μακριά μερικά βήματα παλεύοντας παράλληλα να αδράξει το σπαθί που μόλις είχε πέσει από τα χέρια της όμως η μπότα του άθλιου δεν δίστασε να πατήσει επάνω της ώστε να την εμποδίσει.
"Αρκετά τα παιχνίδια μικρή! Ώρα να γυρίσεις στο φρικτό σου κελί θρηνώντας την απώλεια του αγαπημένου σου όσο θα τον κατασπαράζουν τα τσακάλια..! " Μουρμούρισε χαιρεκακα τραβώντας βίαια το σώμα της παρά τον πόνο που κι ο ίδιος αισθανόταν απ' το πλήγμα που του κατόρθωσε στο πόδι μα δεν στάθηκε ικανό να τον αφοπλίσει κι να σώσει τις ζωές τους.
"Άφησε με ! Δεν θέλω να ζήσω άλλο υπό αυτές τις συνθήκες ! Νταμιάνο..!" Κραύγαζε για πολλοστή φορά μπηγοντας τα νύχια της στο υγρό χώμα σε μια προσπάθεια να κρατηθεί από κάπου προτού την μεταφέρει ξανά σε εκείνο το φρικτό μέρος.
"Να πάρει Νταμιάνο άκουσε με ! " Δεν σταμάτησε στιγμή να ουρλιάζει όσο ο αγροίκος γελούσε περιπαιχτικά με την απελπισία κι τον όλεθρο όπου κατόρθωσε να σπείρει μέσα σε ένα μόλις λεπτό.
Ήταν ζωντανός ακόμη ..η ψυχή της το διαλαλούσε φωναχτά παρομοίως κι η καρδιά της που πάλλονταν ακαθόριστα στο στέρνο της μπορούσε να αισθανθεί την δική του να στέλνει ακόμη σήματα καπνού στην διάισθηση της.
"Έλα να με βρεις.. ξέρω πως με ακούς..θα με πάρει.. μακριά σύντομα ξυπνά Νταμιάνο.." ψίθυρισε για ύστατη φορά στο αυτί του προτού τα βάναυσα χέρια του αλήτη την σύρουν με απίστευτη βιαιότητα ξανά έως την διαλυμένη καλύβα μερικά μέτρα από το σημείο που εκείνος είχε ξεμείνει αναίσθητος κι πληγωμένος με τις πληγές του να αιμορραγούν καταδικασμένος να τον φάνε τα άγρια ζώα της περιοχής οπως λανθασμένα πίστευε.

Οι ώρες περνούσαν όμως βασανιστικά εκτοτε κι την ηλιόλουστη ανατολή διαδέχθηκε αργά ή γρήγορα η επώδυνη συννεφιασμένη δύση καθώς για ακόμη μια φορά το πυκνό μυστηριώδες σκοτάδι απλώθηκε ξανά στην πλάση ολόγυρα παρομοίως κι στην καρδιά της που καταπλάκωσε μονομιάς.
Βρισκόταν πετάμενη σε μια γωνιά της καλύβας με ένα κουβά βρώμικο νερό τοποθετημένο στα αριστερά κι στα δεξιά της μια άθλια κρύα σούπα λαχανικών σε ένα πήλινο δοχείο που της είχε σερβίρει για μεσημεριανό το επταψυχο τέρας κι φυσικά δεν ακούμπησε .
Ο αγροίκος αφού περιποιήθηκε τις πληγές που του προκάλεσε το χτύπημα της με αλκοόλ και καθαρά υφάσματα φρόντισε να της πετάξει το χθεσινό φαγητό που είχαν ετοιμάσει οι βοηθοί του ίσα ίσα για να επιβιώσει κι έπειτα αποκοιμήθηκε στο πάτωμα αναίσθητος απεναντι της.
Όσο για εκείνη δεν είχε πάψει στιγμή να κλαίει από την ώρα που την αιχμαλώτισε ξανά κι την έδεσε πιο σφικτά από πριν με τις ίδιες αλυσίδες στα σημεία ακριβώς που πονούσε.
Η ελπίδα που είχε φωλιάσει στην ψυχή σαν φλόγα δίχως οξυγόνο για προσάναμμα σταδιακά άρχισε να σβήνει όπως και οι πιθανότητες να παρέμεινε ζωντανός έπειτα από το θανατηφόρο χτύπημα στο στέρνο που δέχθηκε.
Να πάρει η σκηνή της δολοφονίας του έπαιζε σαν ταινία τρόμου ξανά και ξανά στις οθόνες του μυαλού της απειλώντας να την τρελάνει όσο θα περνούσαν οι ώρες οι μήνες η και τα χρόνια παραμονής της σε τούτο το άθλιο μέρος.
Αισθανόταν ενοχή που δεν κατόρθωσε να αποτρέψει το απότομο χτύπημα που την αιφνιδίασε με αποτέλεσμα να χάσει την μάχη προτού καν δοθεί.
Ήταν νεκρός πλέον δεν υπήρχε η παραμικρή πιθανότητα να μπορούσε να ξεπεράσει έναν τέτοιο τραυματισμό έπειτα από τόσες ώρες εγκατάλειψης στο κρύο κι την παγωνιά.
Πάλευε να σπάσει τις αλυσίδες από την στιγμή που αποκοιμήθηκε το κτήνος ανοίγοντας μεγαλύτερες πληγές στα χέρια κι τα πόδια της που αιμορραγούσαν κάποιες φορές ομοιάζοντας στην καρδιά της.

"Πέθανε θεέ μου είναι νεκρός..κι όμως όταν έπεσα επάνω του θα ορκίζομουν πως ένιωσα το δεξί του χέρι να με συγκρατεί.." μονολογούσε στο σκόταδι ξαπλωμένη σε εμβρυακή στάση στο έδαφος δίχως να μπορεί να βρει ανάπαυση μήτε σωματική μήτε καν ψυχική καθώς η ψυχή κλυδωνίζοταν ασταμάτητα στην μανιασμένη καταιγίδα της αγωνίας.
Πως θα μπορούσε να επιβιώσει υπο αυτές τις άθλιες συνθήκες παρατημένη με έναν αγροίκο στην μέση του πουθενά ..;
Τώρα που πλέον δεν υπήρχε ο Νταμιάνο να ολοκληρώσει την εκπλήρωση της κατάρας τι θα συνέβαινε με εκείνη που δεν ανήκε σε τούτο τον χωροχρόνο άραγε..;
Κι αν .. πράγματι υφίστατο αυτή η φρικτή αρχαία κατάρα που ακόμη κι σε όνειρο της είχε κάνει την εμφάνιση της κι ο Νταμιάνο είχε εξοριστεί κάποτε στο μακρινό μέλλον από τον μεσαίωνα πως μπόρεσε να πέσει νεκρός τόσο εύκολα ;
Δεν έπρεπε να υπάρχει ένας μηχανισμός προστασίας ώστε να εκπληρωθεί ο ορισμός της με κάθε επισημότητα..; Αναρωτιόταν σαν ανόητη ολοένα πιο μπερδεμένη από πριν δίχως να βρίσκει απαντήσεις στα αναπάντητα ερωτηματικά που γιγαντώνονταν.
Μια σκέψη πάγωσε αυτομάτως το αίμα στις φλέβες της ακαριαία από όλες τις προηγούμενες η πιο ακραία θεωρία που υπερισχύε στο μυαλό ήταν πως η εκπλήρωση της κατάρας τελικά εκτελέστηκε μόλις πριν λίγες ώρες όταν τελικά επήλθε και ο θάνατος του .
Αυτό δεν θα επιζητούσε η μοχθηρή μάγισσα που τον επικυρηξε στο παρελθόν να ζει αιώνια στο μέλλον έως ότου γεννηθεί η γυναίκα που θα φέρει την λύτρωση ;
"Δυστυχώς..ναι ..ο επίλογος γράφτηκε εδώ σε ένα μέρος της πατρίδας σου δίχως την γυναίκα που λες πως αγαπάς στο πλευρό σου . Αλλα με μια άλλη που πάλεψε γενναία για να σε σώσει μα δεν τα κατάφερε.. τελείωσαν όλα εδώ Νταμιάνο. Τα όνειρα που έκανες για να ζήσεις με την Άννα έληξαν σήμερα άδοξα κι συνάμα επιδόθηκε δικαιοσύνη στην αδικία που διέπραξες ενάντιον μου.."μονολογούσα σαν τρελή λες και απευθύνομουν ξάφνου στο πνεύμα του που αιωρούνταν σίγουρα στον χώρο γύρω εκτός εάν είχε ήδη ταξιδέψει προς το δωμάτιο της αγαπημένης του για να την αποχαιρετήσει σιωπηρά.
"Τι μουρμούριζεις εκει τόση ώρα ηλίθια βούλωσε το με ενοχλείς..!" Η αγουροξυπνημενη χροιά του δολοφόνου της έκοψε την ανάσα στο λεπτό μετρώντας αντίστροφα τα δευτερόλεπτα που της απέμεναν έως την επερχόμενη βίαιη επίθεση του.
"Άθλιε..πως τολμάς να ζητάς να σωπάσω όταν σκότωσες ενώπιον μου έναν άνθρωπο..! Διόλου δεν του έδειξες λύπηση είτε επιείκεια. Πως θες να μην χάσω τα λογικά μου εξαιτίας της φρικτής σου πράξης..! Άθλιε !
Έλα.. λοιπόν πολύ άργησες περιμένω κι το δικό μου τέλος.." τον προκάλεσε ανοιχτά αδιαφορώντας για τις συνέπειες πλέον αφού επιζητούσε εμμονικα σχεδόν κι την δική της αναχώρηση από τούτο τον χωροχρόνο που δεν την χωρούσε πλέον.
"Μην προκαλείς την τύχη σου μικρούλα διότι ήδη γλίτωσες από τύχη νωρίτερα..! Αντί για τον ιππότη έπρεπε να σκοτώσω κι εσένα που το έπαιζες ηρωίδα..!" Γρυλισε βαριά αφήνοντας το παχουλό κι άκομψο κορμί του να τεντωθεί ενώπιον μου λες και θα με τρόμαζε η πλούσια σωματική του διάπλαση ώστε να πάψω να πιστεύω πως δεν με κρατούσε τίποτα πλέον εδώ.
"Δεν ήταν τύχη δεν υπάρχει αυτή η έννοια ! Το συμφέρον μονάχα υπερισχύει κι ποτέ δεν θα με σκοτωνες εν ψυχρώ εκτός αν δεν κερδίζες τον πολύτιμο χρυσό που τόσο άρρωστα επιθυμεί η πουλημένη ψυχή σου !" Κραύγαζε ατρόμητη δίχως να έχει τίποτα πλέον να χάσει αφου είχε πια αποδεχθεί πως στο μακρινό μέλλον απ' όπου την εξόρισαν βίαια δεν υπήρχε ελπίδα να επιστρέψει ποτέ πια.
Ο δίαυλος επικοινωνίας της με τις άλλες διαστάσεις είχε σβήσει η τελευταία του πνοή ακόμη πλανιοταν κάπου εκεί έξω στο σκοτεινό δάσος ανάμεσα στα θροισματα των δέντρων κι στους ψιθύρους των αγρυπνων πουλιών που θρηνούσαν σιωπηρά επάνω από το παρατημένο κουφάρι του ούρλιαζαν οι σκέψεις της .
Όσο κι αν πάλεψε να ξεφύγει από αυτές τις ζοφερές φαντασίες δεν κατόρθωσε να τις υπερνικήσει κι βρισκόταν εδώ κι ώρες έγκλειστη στα βουβά κελιά τους ικετεύοντας σιωπηρά κάποιον να σπάσει την σιωπή κι συνάμα της αλυσίδες που την βαστούσαν εκεί .

Το κτήνος δίχως καν να τον αντιληφθεί διέσχισε την απόσταση ασφαλείας που τους χώριζε κι σέρνοντας σχεδόν το γλοιώδες κορμί του προς το μέρος της ακούμπησε δειλά την γάμπα της προκαλώντας την ακαταμάχητη οργή της.
"Μη ! Ούτε να διανοηθείς πως θα μου επιβληθείς προτιμώ να πεθάνω τούτη την στιγμή βδελυγμα!" Κραύγασε έως ότου η βραχνή φωνή της σβήσει στα βάθη του λαιμού της απέλπιδα καθώς η ταραχή κι συνάμα η κόπωση την είχαν καταβάλει.
"Άσε τον θάνατο για άλλες ξενερωτες ! Εσύ είσαι αγωνίστρια μια γυναίκα που παλεύει στα ίσια τους άνδρες κι με ερεθίζει στον μέγιστο βαθμό..!" Ψιθύριζε η αηδιαστική χροιά του στο αυτί μου προκαλώντας στα σωθικά της μια πρωτόγνωρη αίσθηση καυσου λες και είχαν μπήξει πυρωμένο σίδερο απευθειας στο εσωτερικό τους .
Τα χέρια του άρχισαν να ακουμπούν τα κουρέλιασμενα ρούχα της κι να κατεβάζουν τις μισολιωμενες τιράντες του πανάκριβου φορέματος που πλέον είχε τρυπήσει σε διάσπαρτα σημεία αφήνοντας το σώμα της σε κοινή θέα για τα μάτια τούτου του αιμοβόρου κτήνους.

Η ματιά του έσταζε αίμα τα χέρια του είχαν ρημάξει τις ζωές χιλιάδων ανθρώπων δίχως καν να νιώσει την παραμικρή ενοχή στην νεκρή ψυχή του που μόνον ανθρώπινη δεν μπορούσε να θεωρηθεί πια.
"Άφησε με ..! Μην με ακουμπάς.. πονάω.." ψιθύριζε ξανά κι ξανά τραβώντας το σώμα της προς τα πίσω τρομαγμένη καθώς πλέον ήταν βέβαιη πως αν δεν έβρισκε την δύναμη να τον απωθήσει κάθε όμορφη ανάμνηση από την πρώτη της συνεύρεση με άνδρα θα έσβηνε μονομιάς.
"Θα το απολαύσεις κούκλα..! Στο υπόσχομαι δεν είμαι δα σαν τον ιππότη όμως δεν θα σε απογοητεύσω.."συνέχιζε να μουρμούριζει θωπευοντας ασταμάτητα το κορμί της απ' άκρη σε άκρη ξεκινώντας από τα μακριά της πόδια.
"Βοήθεια..! Θεέ μου ας με ακούσει κάποιος σε τούτη την φρικτή κόλαση..! " Ούρλιαξε με όση δύναμη τόλμησε να ξεκλεψει από τις νωθρες ανάσες της που ήδη είχαν αρχίσει να την εγκαταλείπουν καθώς η εξάντληση κι ο πόνος άρχισαν να κυριεύουν τις αισθήσεις της.
"Όχι..δεν μπορώ να κατέρρευσω..! Δεν πρέπει!" Μουρμούριζε πανικόβλητη χαστουκιζοντας το πρόσωπο της ξανά κι ξανά ώστε να κρατηθεί όσο το δυνατόν γινόταν σε εγρήγορση τώρα που κανείς δεν θα βρισκόταν να την γλυτώσει από τον επικείμενο βιασμό.
"Κάθισε φρόνιμη άτιμη! Μην χτυπιέσαι ! Ότι κι αν κάνεις το κορμί σου μου ανήκει !"
"Ποτέ ! Σιχαίνομαι να με ακουμπάς άφησε με ήσυχη πια !" Κλαψουριζε σέρνοντας αργά το σώμα της προς τα πίσω σε κάθε κίνηση των χεριών του προς το στήθος της.
Με τα ματωμένα χέρια της απ' τις πληγές απομάκρυνε τα ποταπά χέρια του από το σώμα της με κάθε δύναμη κι ας πονούσε σε κάθε κίνηση της ολοένα πιο εφιαλτικά πολύ.
"Άφησε με σου λέω ! Μη με ακουμπάς ..!" Τα απεγνωσμένα ουρλιαχτά της διασπουσαν την σιωπή της νύχτας τρομάζοντας ακόμη κι τα αγρίμια που τριγυρνούσαν τέτοια ώρα στο δάσος .
Ένιωθε εγκλωβισμένη κι για πρώτη φορά ανήμπορη να αμυνθεί αφού όπου κι αν την ακουμπούσαν τα άθλια σιχαμερά χέρια του αγροικου πονούσε .
Οι πληγές της αιμορραγούσαν κατά τόπους στα σημεία που δεχόταν πίεση κι η αδυναμία λόγο της έλλειψης τροφής και νερού είχε ήδη αρχίσει να την επηρεάζει σε βαθμό που δεν φανταζόταν.
"Είσαι δική μου απόψε μικρή επαναστάτρια..κι για τα υπόλοιπα βραδιά έως ότου ο πρίγκιπας σου έρθει να πληρώσει την χαμένη σου τιμή.." μουρμούρισε χαιρεκακα στα αυτιά της κόβοντας κι τις λιγοστές ρηχές της ανάσες που είχαν απομείνει ώστε να επιβιώνει.
Έσκισε με δύναμη το ήδη κουρέλιασμενο φόρεμα της που είχε κυριολεκτικά λιώσει επάνω στο δέρμα της από την τόση ταλαιπωρία κι τις κακουχίες κι ευθύς η λαίμαργη ματιά του όμοια με αιμοβόρου αρπακτικού καρφώθηκε επάνω στο γυμνό εκτεθειμένο κορμί της.
"Πάρε τα χέρια σου απ' το στήθος σου θέλω να το δω..!" Πρόσταξε πίσω απ' τα σφιγμένα δόντια του αφού με τα βίας συγκρατούσε τον εαυτό του προτού την βιάσει.
"Όχι ! Αρνούμαι το σώμα μου ανήκει μοναχα σε εμένα..! Δεν θέλω να με ακουμπάς..! " Ούρλιαξε για πολλοστή φορά πνίγοντας οπως όπως τους διάχυτους φοβισμένους λυγμούς της όπου τραντάζαν ολόκληρο το σώμα της.
Τα χέρια της πρόχειρα κάλυπταν τις ευαίσθητες περιοχές του κορμιού της από το σιχαμερό βλέμμα του που τριγυρνούσε άπληστα σε κάθε τους λαγούμι κι κρυψώνα εξεταστικα.
Τα σάλια του μόνο που δεν έσταζαν στο δάπεδο απ' την ηδονή που αντλούσε απ' το γυμνό νεανικό της σώμα που έτρεμε συθέμελα απ' άκρη σε άκρη στην παραμικρή του κίνηση.
Προτού ριχτεί επάνω της απρόσμενα επιθετικά κι μανιασμένα φιλώντας τον λαιμό της λαίμαργα κι αδέξια προκαλώντας της ναυτία κι έντονη ζαλάδα που απειλούσε να την θέσει έρμαιο κυριολεκτικά στις ακόλαστες ορέξεις του.
"Φύγε σε σιχαίνομαι άσε με ήσυχη! Βοήθεια δεν με ακούει κανένας πια ! " Κραύγασε δαγκώνοντας κι χτυπώντας με όλες τις δυνάμεις το κτήνος που την είχε καταπλακώσει με το βάρος του ολοσχερώς κομματιάζοντας μονομιάς την καρδια της.
Βρισκόταν στο έλεος ενός αδυσώπητου κτήνους πλέον που φιλούσε κι άγγιζε με τρόπους ασεμνους κι πλήρως απαξιωτικούς ως προς μια γυναίκα.
Όσο σθεναρά κι αν μάχονταν με νύχια και με δόντια εκείνο το κτήνος δεν απομακρυνόταν ούτε χιλιοστό απ' την τραυματισμένη σάρκα της που ποθούσε κολασμένα.
"Βοήθεια... Δεν θέλω..." Η τελευταία έκκληση της που σύντομα πνίγηκε στο ορμητικό κύμα ενός λυγμού που τράνταξε συθέμελα το είναι της .
"Άσε με ...." Ψιθύριζε ξανά κι ξανά χαστουκιζοντας τον εαυτό της ώστε να μην αφήσει τον αφάνταστο πόνο κι την ταλαιπωρία να την κυριεύσουν με αποτέλεσμα να δεχθεί παθητικά έναν βιασμό όσο η ίδια θα είναι αναίσθητη.
Η απόγνωση την είχε συνεπάρει ολοσχερώς μέχρι που παρατήρησε με την άκρη του ματιού της στην είσοδο της μισό διαλυμένης καλύβας μια σκιά που ομοιάζε τρομερά με την ψιλολιγνη επιβλητική φιγούρα του .

"Νταμιάνο...μα δεν μπορεί..εσύ είσαι νεκρός...εκτός κι αν ακόμη το πνεύμα σου άκουσε τις εκκλήσεις μου.." ψέλλιζε σαστισμένη έχοντας τους οφθαλμούς της συνεχώς στηλωμενους στο ίδιο ακριβώς σημείο έως ότου βεβαιωθεί πως δεν ήταν οφθαλμαπάτη αυτό που αντίκριζε.
Η σκιά πήρε ξάφνου την ανθρώπινη μορφή του ως δια μαγείας λες και μόλις είχε αναστηθεί από τους νεκρούς κι της έγνεψε αυστηρά να σιωπήσει την ίδια ώρα που ένα αχνό επιφώνημα χαράς ξέφυγε απ' τα χείλη της .
"Είδες μικρή μου σου το είπα ότι θα απολαύσεις το βράδυ κοντά μου.." ψιθύρισε το θηρίο που ακουμπούσε τα ευαίσθητα σημεία της αδιαντροπα την στιγμή που εκείνος στάθηκε μερικά μέτρα ξοπισω του καρφώνοντας μονομιάς το ξίφος του στο στέρνο του δίχως να χάσει χρόνο.
"Μα ! Τι ..στο ..! " Αναφώνησε σαστισμένος καθώς το ξίφος διαπερνούσε το στέρνο κι την πλάτη του πλημμυρίζοντας το γυμνό της σώμα με αίματα .
"Κι εγώ σου είπα ότι θα απολαύσεις την καυτή κόλαση σύντομα αλλά δεν με πίστεψες..!" Μουρμούρισε επιθετικά τινάζοντας αυτόματα το σώμα του απ' το δικό της σαν να ήταν σκουπίδι αφήνοντας τον να ψυχοραγει στο έδαφος αβοήθητος σκύβοντας από πάνω της προστατευτικά.
"Είσαι... είσαι ζωντανός... Θεέ μου είμαι γεμάτη αίματα.. παντού αίμα..είναι νεκρός.." ψιθύριζε πανικόβλητη έχοντας χάσει αίσθηση τόπου χρόνου και εαυτού από το σοκ των όσων είχε αντικρίσει τις τελευταίες ώρες .
"Σςς..Έλα ήρεμα..πάρε μια βαθειά ανάσα..όλα τελείωσαν είσαι ελεύθερη πια.." την παρηγόρησε απαλά τυλίγοντας δειλά τα χέρια του γύρω από τους γυμνούς ώμους αφήνοντας τον φόβο της να κυλήσει στις φλέβες του για πρώτη φορά λες κι τον βίωνε ο ίδιος.

Ήταν μαγικό ..μια στιγμή αρκούσε για να αισθάνεται όπως εκείνη κι του προκαλούσε αμηχανία η αίσθηση μα και ένα χαοτικό μπέρδεμα που δεν ήταν η κατάλληλη στιγμή να αναλύσει.
Ποτέ όσες φορές κι αν κινδύνευε η Άννα δεν αισθάνθηκε στο πετσί του τον τρόμο της μήτε κανένα άλλο της συναίσθημα που να ανάγκαζε την καρδιά του να χτυπάει πιο ηχηρά κι γοργά.
Τώρα όλα είχαν μεταλλαχθεί με τούτο το μαγικό θηλυκό που αντίκριζε ενώπιον του μια προσωπικότητα πολύπλοκη με δυναμισμό πρωτόγνωρο για την εποχή όσο κι το για το φύλλο της .
Κι όμως τούτη την δεδομένη στιγμή είχε κουρνιάσει κλαίγοντας ανάμεσα στα χέρια του φοβισμένη παλεύοντας να κρύψει το γυμνό της σώμα από τον άνδρα που παρολίγο να την βιάσει κι που ήδη άφηνε τις τελευταίες του πνοες στον κόσμο μας .
Ήταν ευάλωτη ένιωθε μόνη απροστάτευτη και σοκαρισμένη πάλευε να ενώσει τα χαμένα κομμάτια στο παζλ του δαιδαλώδους μυαλού της.

"Πεθαίνει..θεέ μου άκου πως ανασαίνει.." ψέλλισε ξανά στηλωνοντας τα βουρκωμενα κενά μάτια της στα δικά του με θάρρος έπειτα απο τις στιγμές πάθους που μοιράστηκαν λίγες ημέρες πριν .
Η μνήμη του άθελά του γύρισε σε εκείνες τις μαγικές ονειρικές στιγμές πάθους που κράτησαν μερικά μονάχα δευτερόλεπτα αλλά για εκείνον φάνταζαν μια σταγόνα σε έναν αδειανό ωκεανό αισθήσεων που ανέμενε να γεμίσει ξανά.

"Είναι η ώρα να φύγουμε από εδώ μέσα.. ορίστε πάρε το πανωφόρι μου κι σκεπάσε το κορμί σου .. με την πρώτη ευκαιρία θα σταματήσουμε κάπου για να πλυθείς.." μουτμουρισ αυστηρά στρέφοντας άλλου το βλέμμα του αφού ήδη η επίδραση των παθιασμένων αναμνήσεων είχε προκαλέσει στο κορμί του απίστευτη αναστάτωση .
Προχώρησε μερικά βήματα μακριά της δαγκώνοντας αργά τα χείλη του για να καταπιεί τον δικό του πόνο από το χτύπημα που τον είχε τραυματίσει μεν όμως όχι τόσο θανάσιμα όσο είχαν ελπίσει.
Ο πόνος ήταν υποφερτός όμως δεν έπαυε να τον ενοχλεί η πληγή που είχε ανοίξει στο δέρμα του κι ας ήταν συνηθισμένος από τις άπειρες μάχες όπου έτυχε να δώσει όσο ζούσε.
Στάθηκε πλησίον του κτήνους όπου κυριολεκτικά έπαιρνε τις ύστατες ανάσες του επάνω στην γη κι φοβισμένος ετοιμαζόταν να ανακαλύψει την φρικαλεότητα της κολάσεως την οποία κι έκτισε ο ίδιος λιθαράκι λιθαράκι.
"Εσύ...πως επέζησες ; Δεν μπορεί να ...είσαι άνθρωπος με σάρκα κι οστά κάτι άλλο είσαι κάποιος δαίμονας δεν εξηγείται αλλιώς.." μουρμούριζε ταραγμένος ασθμαινοντας αργά σε κάθε του συλλαβή που με δυσκολία ξεστομιζε πια .
" Το βρήκες ! Είμαι ο κακός σου δαίμονας που ήρθε να σε τιμωρήσει επιτέλους για όλο το κακό που έχεις προκαλέσει σε τόσες αθώες κοπέλες..! Ο χρόνος σου τελείωσε.. μην σπαταλάς τις ανάσες σου για χάρη μου.." αποκρίθηκε σκληρά αφαιρώντας βιαστικά το σπαθί που τον κρατούσε στην ζωή απ' το τραύμα του που άρχισε πλέον να αιμορραγεί δίχως σταματημό.
" Άσε με να ζήσω..δεν θέλω να πεθάνω.." μουρμούρισε άχνα στηλωνοντας τα μάτια του σοκαρισμένος προς το ταβάνι της καλύβας αντικρίζοντας πλέον το φρικτό του τέλος κατάματα.
Η Βιρτζίνια που με δυσκολία στάθηκε στα πόδια της τυλίγοντας την φούστα του φορέματος πρόχειρα γύρω από την μέση της κι το πανωφόρι του ως κάλυμμα για το επάνω μέρος του κορμού της πλησίασε αργά στο σημείο καλύπτοντας με την αναστροφή του χεριού της το στόμα της.
"Όσο κάθαρμα κι αν ήταν δεν του αξίζε να σβήσει τόσο ατιμωτικα.." ψιθύρισε σοκαρισμένη αντιμετωπίζοντας ακόμη κι έπειτα από τα φρικτά μαρτύρια που πέρασε στα χέρια του με συμπόνια τον δυνάστη της.
Έστρεψε αργά το βλέμμα του προς το μέρος της κι αυτόματως αισθάνθηκε πως χιλιάδες βολτ ηλεκτρισμού χτυπούσαν από κάθε γωνιά του κορμιού του κατευθείαν στην καρδιά σαν αόρατο πλέγμα που τον τύλιγε σταδιακά εγκλωβίζοντας τις αισθήσεις του μονομιάς.
Η θλίψη των ματιών της η απέραντη θάλασσα που σε καλούσε να την εξερευνήσεις κι κάπου εκεί να χαθείς σαν καράβι που έχασε πυξίδα κι προορισμό αιώνια .
"Πίστεψε με τόσες κοπέλες έσβησαν στα χέρια του κάθαρματος ατιμασμενες άδικα. Πήρε ότι του αξίζε..! Αρκετά με το κουφάρι του πάμε να φύγουμε.." σχολίασε με την γνώριμη αυστηρή κι σκληρή χροιά που προς στιγμήν παρολίγο να μετατραπεί σε γλυκό παρηγορο νανούρισμα ώστε να την καθησυχάσει προτού το χαλιναγωγήσει.
"Σβήνει έφυγε Νταμιάνο.. πέθανε κοίτα τον ! " Κραύγασε φοβισμένη κουρνιάζοντας ασυναίσθητα στην ανοιχτή αγκαλιά του προκαλώντας ένα κύμα τρυφερότητας να ξεχυθεί από το εσωτερικό της νεκρής όπως θεωρούσε ψυχής του τυλίγοντας προστατευτικά τους φόβους της.
"Έλα κλείσε τα μάτια..μην κοιτάζεις άλλο τον ατιμωτικό θάνατο ενός αχρειου.. τόλμησε να σε ακουμπήσει πρόστυχα..πήρε ότι του αξίζε !" Γρυλισε οργισμένος μέσα απ' τα σφιγμένα δόντια του επιτρέποντας επιτέλους στα δάκτυλα του να περιπλανηθούν στα ξέπλεκα απαλά μαλλιά της που σκορπούσαν αυτό το ανεξίτηλο ερωτικό γιασεμιού άρωμα στην ατμόσφαιρα.
"Πάρε με από εδώ μέσα Νταμιάνο..δεν αντέχω στιγμή άλλο θέλω να ξεχάσω..!" Μουρμούρισε αργά υψώνοντας αργά το κεφάλι της προς το μέρος του πλησιάζοντας σε απόσταση αναπνοής από τα μισάνοιχτα χείλη του.
Οι ανάσες τους ενώθηκαν μονομιάς λες και ανήκαν στο ίδιο σώμα παρομοίως κι τα ντροπαλά αμήχανα βλέμματα τους βυθίστηκαν αργά το ένα στην δίνη του άλλου καθρεφτίζοντας ένα κρυφό παράπονο.
Ένα αόρατο απροσδιόριστο απωθημένο που αναζητούσε διακαώς ανάμεσα τους εκπλήρωση αφού οι στιγμές πάθους που μοιράστηκαν φάνταζαν τόσο απειροελάχιστες μπροστά στα αισθήματα που ξάφνου οι ματιές πρόδιδαν πως ελωχευουν.
Ένα γιατί μια κρυφή επιθυμία έκαιγε τις ψυχές τους μα ποτέ δεν έμελε να εκφραστεί ο εγωισμός κι οι περιστάσεις πλέον τους είχαν καταδικάσει να ζήσουν χωριστά κι να μην συναντηθούν ποτέ ξανά.
Η σκέψη κι μόνο έσκισε σαν μαχαίρι την καρδιά της στα δύο διότι δίχως να μπορεί να εξηγήσει η μοναδική αγκαλιά που αισθανόταν ασφαλής πλεόν ήταν μονάχα η δική του .
Παρά τον κίνδυνο που αντιμετώπισε σαν τον συνάντησε όμοιο με μύθο που αναστήθηκε από το παρελθόν και τον άπειρο τρόμο που διαπέρασε την ψυχή κι την καρδιά παρομοίως κατόρθωσε να μετατρέψει κάθε άσχημο συναίσθημα ακόμη κι τον θυμό για την οικτρή του προδοσία σε κάτι όμορφο διαφορετικό.
Δίχως να ανταλλάξουν περιττές κουβέντες πια τα χέρια του τυλίχθηκαν γύρω από την μέση της προστατευτικά κι κύκλωσαν το κορμί της σαν αόρατη ασπίδα προστασίας καθώς την σήκωνε στην αγκαλιά του.
Η καρδιά του χτυπούσε στα στήθια σαν τρελή κι ήταν βέβαιος πως μπορούσε να αφουγκραστει κι την δική της να καλπάζει σαν ατίθασο αττι σαν την ακουμπούσε.
Την οδήγησε αργά μέχρι το κουρασμένο άλογο του όπου είχε γονατίσει πλάι στο δέντρο όπου το είχε δέσει ώρες νωρίτερα μα σαν τον αντίκρισε να πλησιάζει μονομιάς στηλωσε με πείσμα τα πόδια του στο έδαφος αναμένοντας τους .
"Ανέβα πρώτη ώστε να μπορέσω να πάρω μερικές ανάσες.." ψέλλισε λαχανιασμενος ακουμπώντας στο πυκνό τρίχωμα του αλόγου του πασχίζοντας να μετριάσει τον πόνο από την πληγή που λόγο του βάρους φάνταζε ανυπόφορος.
Δεν θα την άφηνε να αντιληφθεί πόσο βαθύ ήταν το τραύμα του που ο ίδιος είχε εξετάσει νωρίτερα δεν επιθυμούσε να την ανησυχήσει είχε περάσει πολύ δυσκολότερα βραδιά από το σημερινό επαναλάμβανε στον εαυτό του πεισματικά.
Το εξεταστικό βλέμμα της παρέμενε στηλωμενο στο πρόσωπο του μελετώντας κάθε του κίνηση κι μορφασμό στο δευτερόλεπτο κι όσο καθυστερούσε να ανέβει πλάι της τόσο ρίσκαρε να αντιληφθεί πόσο άσχημη ήταν η κατάσταση του.
" Έλα λοιπόν ανέβα μην αργείς ο αρραβωνιαστικός μου πρέπει να είναι πολύ ανήσυχος.." σχολίασε από το πουθενά με παγερή χροιά κι βλέμμα κενό κι χαμένο σαν να είχε επανέλθει στην πραγματικότητα απότομα.
"Να περιμένει..! Αν βιαζόταν θα ερχόταν τρέχοντας ο ίδιος να σε βρει να παλέψει με την ζωή του να σε σώσει.."
"Είναι πληγωμένος κι ο ίδιος ! Εκείνον χτύπησαν πρώτο..! " Βιάστηκε να τον δικαιολογήσει ενώ για τον ίδιο ούτε καν είχε ψελλίσει ένα τόσο δα ευχαριστώ που πάλεψε με τον ίδιο τον θάνατο ώστε να την γλιτώσει από τα χέρια του κτήνους.
Οργισμένος ανέβηκε ξοπισω της στο άλογο περνώντας τα χέρια του γύρω από την μέση της ξανά τούτη την φορά κτητικα κι άγρια τραβώντας βίαια τα χαλινάρια ώστε να ξεκινήσουν.
Το άλογο πήρε φόρα κι μονομιάς ξεχύθηκε στην χωμάτινη κατηφόρα που χώριζε το δάσος από τον δρόμο που οδηγούσε πίσω στην πόλη με προορισμό το παλάτι της όπου για ακόμη μια φορά θα την παρέδιδε σώα δίχως να παλέψει ο γόης της καν για την γυναίκα του.
"Πάντως είσαι ανόητη ! Ελπίζω καταλαβαίνεις πόσο λάθος επιλογή έχεις κάνει με τον Εδουάρδο έτσι . Είναι ένας δειλός κι τίποτα παραπάνω.." μουρμούρισε καυστικά έπειτα από σχεδόν μια ώρα σιωπής όπου μονάχα οι ήχοι της φύσης κι των πετάλων του αλόγου ηχούσαν στα αυτιά του εκνευρίστηκα.
"Θα σε παρακαλούσα για όση ώρα ταξιδεύουμε να μην μιλήσουμε περαιτέρω.! " Αποκρίθηκε κοφτά αποφεύγοντας να αναφερθεί σε εκείνη την οδυνηρή βραδιά της ανανδρης αγοραπωλησίας.
" Μπα και γιατί ; Σε πονάει μήπως η αλήθεια που σου θίγω κι δεν επιθυμείς να συνεχίσεις την συζήτηση..; Που ήταν άραγε τώρα που εσύ κόντεψες να χάσεις την ζωή σου ; Ήρθε να πολεμήσει για την τιμή κι την αξία σου ; Όχι ! Κρύφτηκε στο ανάκτορο του δίνοντας εντολές σε ιππότες να σε βρουν.." συνέχισε να τον μειώνει μιλώντας οργισμένος υποτιμητικά για εκείνον αδιαφορώντας για την προηγούμενη έκκληση της .
"Αρκετά ! Δεν σου επιτρέπω να μιλάς για τον άνδρα που περισωζει εν άγνοια του την τιμή μου από εσένα! Έναν άνανδρο που πλάγιασε μαζί μου κι μετά για να μην χάσει την αγάπη της ζωής του με πούλησε στον πρώτο τυχόντα που έδειξε ενδιαφέρον..!" Κραύγασε ευθαρσώς αφήνοντας ένα ένα τα καταπιεσμένα συναίσθηματα της να ξεχυθούν παγώνοντας την λογική του .
Σαν τελείωσε την πρόταση της τράβηξε απ' τα χέρια του με δύναμη τα χαλινάρια του αλόγου με σκοπό να το σταματήσει κι το κατάφερε με ευκολία κατεβαίνοντας για μερικά λεπτά τυλίγοντας τα χέρια της γύρω απ' τους ώμους της σκεπτική.
Εκείνος έμεινε ξοπισω σαστισμένος να την παρατηρεί αφοτου δεν μπορούσε πια να το παίξει έξυπνος μήτε ο σωτήρας της η αλήθεια τον είχε χαστούκισει κατά πρόσωπο με εφιαλτική δύναμη.
Περπάτησε μερικά βήματα ανασαίνοντας βαριά και αμήχανα παλεύοντας να ανακτήσει την χαμένη αυτοκυριαρχία της που εξαιτίας του είχε παρεκτραπεί.
Δάκρυα ανέβηκαν στα μάτια της μα προτού προλάβει να τα σκουπίσει ένας ισχυρός κεραυνός τάραξε συθέμελα την σιωπή που κυριαρχούσε δίνοντας το έναυσμα μιας αναπάντεχης καταιγίδας που μόλις είχε ξεσπάσει.
Ένιωσε το τραχύ άγγιγμα του στους ώμους της δίχως καν να έχει αντιληφθεί πως την πλησίαζε όση ώρα η ίδια ήταν χαμένη στις σκέψεις της με την λυτρωτική βροχή να ξεπλένει την βαριά θλίψη της.
"Άφησε με μην με ακουμπάς..!" Διαμαρτύρηθηκε ενοχλημένη σπρώχνοντας τα χέρια του απ' το κορμί της λες κι την τρυπούσαν με αγκάθια.
"Έλα πεισματάρα δεν σε αφήνω εδώ ολομόναχη στην βροχή να κρυώσεις. Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε όπως καταλαβαίνεις το ταξίδι μας υπό αυτές τις καιρικές συνθήκες. Οπότε θα αναγκαστείς να μείνεις μαζί μου ακόμη ένα βράδυ.." μουρμούρισε με λάγνα φωνή μπάσα καθώς τα χείλη του πλησίαζαν επικίνδυνα κτητικα τα δικά της .
"Ξέχνα το ! Θέλω να γυρίσω στον Εδουάρδο αμέσως.!" Κραύγασε ενοχλημένη προτού τα χείλη του σφραγίσουν τα δικά της πνίγοντας μονομιάς κάθε διαμαρτυρία της προτού καν εκφραστεί.
Την μετέφερε με δυσκολία σε μια κοντινή σπηλιά που θα τους προσέφερε ένα πρόχειρο καταφύγιο δίχως να επιτρέψει να χωρίσουν στιγμή τα χείλη τους.
Πως αντισταθεί στις αισθήσεις της που επαναστατούσαν κάθε φορά που εκείνος βρισκόταν έστω στο οπτικό της πεδίο ; Άραγε θα δοκίμαζε να την κάνει δική του ξανά ; ....

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro