Ο θρύλος της Περσεφόνης
Μία από τις μεγάλες αδελφές του Δία, η Δήμητρα ήταν μια από τις πιο σοφές, αξιοσέβαστες ακόμη και σεμνές θεές του Ολύμπου.
Όλοι της ζητούσαν συμβουλές και την είχαν στο μυαλό τους ως μια από τις πιο γαλήνιες οντότητες του Γνωστού Κόσμου.
Η Δήμητρα ήταν θεά της ελεύθερης βλάστησης και της καλλιέργειας.
Με το παιδί το οποίο θα ασχοληθούμε είναι η Περσεφόνη γεννημένη από την θεά της γεωργίας και του Γηραιού Θεού, Δία.
~-~-~-~-~~-~-~-~-~~-~-~-~-~~-~-~-~-~-~-~
Η πρασινάδα κάλυπτε κάθε σπιθαμή του δάσους, μέχρι τα γάργαρα νερά που κυλούσαν πάνω στα βότσαλα με έναν χαλαρωτικό ήχο που γαλήνευε κάθε ατίθαση ψυχή.
Εκεί βρισκόταν η Περσεφόνη, η Άρτεμις, η Αθηνά και οι Ωκεανίδες Παρθένες.
Η Περσεφόνη βαστούσε στο ένα της χέρι μια μικρή ανθοδέσμη και στο άλλο το κυανό της φόρεμα.
"Τι όμορφη μέρα," σχολίασε μια από τις Παρθένες και πλησίασε το ρυάκι να πιει νερό. Δίπλα από το δροσερό νερό βρισκόντουσαν διάφορα άνθη και αγριολούλουδα.
Η Περσεφόνη επέλεξε έναν νάρκισσο και τον έκοψε. Εκείνη την στιγμή η γη σείστηκε και άνοιξε στα δύο.
Ξεπρόβαλε από το εσωτερικό της γης επιβλητικό σκούρο άρμα με ασημένια σχέδια. Το έσερναν τέσσερις μαύροι ίπποι και στο κάθισμα βρισκόταν ένας άνδρας.
Οι γυναίκες τσίριξαν και προσπάθησαν να κρυφτούν ενώ η θεά Άρτεμις και η Αθηνά ήταν άφαντες. Η Περσεφόνη προσπάθησε να καλύψει τα μάτια της γιατί η λαμπρότητα του άνδρα την τύφλωνε.
"Τι όμορφη που είσαι από κοντά, Περσεφόνη," της είπε ο άνδρας απομακρύνοντας από τα μάτια του τις μαύρες του μπούκλες.
"Ποιος είσαι;" Ρώτησε φοβισμένη η κόρη της Δήμητρας.
"Όλα την κατάλληλη στιγμή," πρόσταξε.
Δεν περίμενε τίποτε άλλο. Την άρπαξε, την τοποθέτησε στο άρμα του, δίχως να υπολογίζει τις φωνές της για βοήθεια.
Το άρμα χάθηκε από προσώπου γης, όπως ακριβώς είχε εμφανιστεί. Και οι φωνές της έφτασαν στα αυτιά της Εκάτης και του Ήλιου.
Το δειλινό του ηλίου είχε φτάσει και τα μητρικά ένστικτα της Δήμητρας την έκαναν να νιώθει πως κάτι άσχημο έχει συμβεί στην μοναχοκόρη της.
Τριγύριζε στα δάση και στα βουνά ελπίζοντας να την βρει και στο πέρασμά της οι ομορφιές της φύσης χάνονταν.
Μην έχοντας άλλη επιλογή, ανέβηκε στον Όλυμπο όπου πήρε το μονοπάτι για το παλάτι του Δία· του πατέρα της χαμένης της κόρης.
"Μεγάλε Δία σε χαιρετώ με κάθε σεβασμό," απέδωσε φόρο τιμής η θεά κοιτώντας τον καρτερικά.
"Χαίρε αδελφή," απάντησε απλά ο Δίας με ένα ύφος γεμάτο καμάρι και περηφάνεια. "Τι σε φέρνει εδώ;"
"Η κόρη μου, η αγαπημένη μου Περσεφόνη χάθηκε," είπε με φωνή που έτρεμε για τα καλά.
Ο Δίας την κοίταξε με μια δόση συμπόνιας, αλλά τα λόγια του ήταν σαν μαχαίρι κοφτερό για την Δήμητρα.
"Την κόρη σου δεν την έχω δει. Λυπάμαι αλλά δεν μπορώ να βοηθήσω."
Η Θεσμοφόρος έφυγε από το παλάτι συντετριμμένη. Τριγυρνούσε στην Γη μοναχή, αφήνοντας πίσω μόνο κατεστραμμένα φυτά και ξεραμένη γη.
Ο Θεός Ήλιος, μην μπορώντας να την βλέπει να υποφέρει έτσι και να αφήνει τους ανθρώπους να πεινούν και να πεθαίνουν, της είπε τι άκουσε.
Η Δήμητρα συγκινημένη σταμάτησε να καταστρέφει την γη και επισκέφτηκε τον Κάτω Κόσμο.
Αφού προσπέρασε με ευκολία ότι εμπόδια θα συναντούσε ένας θνητός μπήκε στην λεγόμενη αίθουσα του θρόνου.
Εκεί βρήκε τον αδελφό της, τον Πλούτωνα, με τις μαύρες του μπούκλες να πέφτουν στους ώμους και το αετίσιο βλέμμα του να παρατηρεί τον χώρο τριγύρω του με την στητή κορμοστασιά του.
"Πλούτωνα," χαιρέτησε με την εξουθενωμένη φωνή της.
"Αδελφή μου, δεν φαίνεσαι καλά," παρατήρησε και η βροντερή του λαλιά τρόμαξε κάθε ψυχή στο Κάτω Κόσμο.
"Δεν είμαι," συμφώνησε και έπειτα συμπλήρωσε. "Ψάχνω την κόρη μου, την γλυκιά μου Περσεφόνη. Ο υπέρλαμπρος Ήλιος είπε πως την είδε να κατεβαίνει εδώ μαζί σου με την βία."
"Η κόρη σου είναι πράγματι εδώ. Την αγαπώ και θέλω να την παντρευτώ."
Τα μάτια του έμοιαζαν πλέον με ερπετού έτσι όπως την κοιτούσε προκλητικά.
"Θέλω να την δω. Την πήρες μακριά μου παρά την θέληση της."
Ο Πλούτωνας τότε έκανε μια κίνηση με το χέρι του και η μορφή της αδικοχαμένης κόρης εμφανίστηκε. Έτρεξε απευθείας στην αγκαλιά της μητέρας της.
"Σε βρήκα, λουλούδι μου, ησύχασε τώρα," είπε η πλέον χαρούμενη μητέρα χαϊδεύοντας στοργικά τα μαλλιά της κόρης της.
Ο Πλούτωνας που παρακολουθούσε τόση ώρα, τον κατέκλυσε ένα συναίσθημα απογοήτευσης και φθόνου.
"Αφού βλέπω πως αυτό επιθυμείτε, θα σου δώσω την κόρη σου. Μα στάσου, θέλω να της κάνω ένα δώρο," ανήγγειλε και κάλεσε την Περσεφόνη στα ενδότερα των διαμερισμάτων.
"Αγαπημένη μου Περσεφόνη, φάε αυτό και θα είσαι έτοιμη να φύγεις. Μην απορείς, είναι δώρο για την συντροφιά που μου κράτησες τον καιρό που έμεινες," της είπε ευγενικά δίνοντας της ένα κατακόκκινο ρόδι.
Και η αφελής νέα, η κόρη της Σιτούς, τρώει το ρόδι χωρίς αντίρρηση.
Ξαφνικά, σαν μαγεία την τύλιξε, τα μάτια της άλλαξαν χρώμα και κοίταζε τον Θεό μπροστά της με πόθο.
Προχώρησαν και βρήκαν την Δήμητρα που περίμενε καρτερικά την κόρη της για να φύγουν.
"Η κόρη σου αποφάσισε. Και τέσσερις μήνες θα βρίσκεται μαζί σου και οκτώ εδώ μαζί μου. Να βασιλεύει πάνω στις ψυχές του Άδη."
Η Δήμητρα δεν περίμενε τέτοια ανατροπή. Το μόνο που σκέφτηκε να κάνει είναι να απευθυνθεί στην Περσεφόνη, μήπως δεν είχε καταλάβει καλά.
"Αλήθεια είναι, μητέρα," της είχε απαντήσει και η Δήμητρα δεν μπορούσε να το αντέξει.
Μονάχα με πόνο στην καρδιά ξεστόμισε, "ας γίνει το θέλημα σου, λουλούδι μου."
Και πράγματι, από τότε, η Περσεφόνη πηγαινοερχόταν από τον έναν Κόσμο στον άλλον όπως ήταν συμφωνημένα. Τέσσερις μήνες βρισκόταν με την μητέρα της και η φύση άνθιζε και σπαρτά έδινε, ενώ οκτώ μήνες βρισκόταν στον θρόνο του Κάτω Κόσμου, να συντροφεύει τον άντρα που την ερωτεύτηκε και η γη, από την άλλη, να μαραζώνει και να περιμένει πότε θα γυρίσει πίσω.
Κι αυτό γινόταν ασταμάτητα ανάμεσα στους αιώνες.
~•~
Πως σας φάνηκε αυτό το διήγημα;
Αυτός ο μύθος είναι πραγματικά εξαίρετος κατά την γνώμη μου, παρά την κίνηση γεμάτη φθόνο από μεριάς του Πλούτωνα.
Ποιο διήγημα πιστεύετε πως θα έρθει ύστερα;
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro