Άρτεμις η Παρθένα και ο Ακταίων
Δεν θα μπορούσα να αρχίσω αυτήν την ιστορία χωρίς την αγαπημένη μου θεά να κάνει το ποδαρικό.
[~][~][~][~][~][~][~][~][~][~][~][~][~][~]
Η Άρτεμις η Παρθένα αν και δεν ήταν από τις πιο υψηλόβαθμες Θεές ήταν από τις πιο σημαντικές.
Κόρη του Παντοδύναμου Δία, Πατέρα όλων των θεών και της Καλλονής Τιτανίδας Λητούς. Μάλιστα, ήταν η δίδυμη αδελφή του χρυσού Απόλλωνα, Θεός του Ήλιου και της μαντικής.
Η γέννησή της λαμβάνει χώρα στο ιερό νησί των Κυκλάδων, Δήλος.
Η μητέρα της κατέφυγε εκεί από την μανία της Ήρας. Ο δόλος κάλυψε την λογική της Βασίλισσας και άρχισε να καταδιώκει την Λητώ.
Η μέλλουσα μητέρα κινήθηκε γοργά προς το δάσος με την καταπράσινη πανίδα, ιερό του Δία.
Εκεί, έλυσε τα σανδάλια της και στηρίχθηκε σ' ένα κορμό δέντρου, όπου γέννησε πρώτα την πανέμορφη Άρτεμις. Εν συνεχεία, η κόρη της την βοήθησε να γεννήσει και τον γιο της.
Από τότε, θεωρούνταν και Θεά τον Τοκετών.
Ενηλικιώθηκε μέσα σε τρία χρόνια, ζητώντας από τον Δία πολλά δώρα.
Ο χαρούμενος πατέρας δεν θα άφηνε έτσι την κόρη του, ούσα Βασίλισσα της Σελήνης. Της είχε ένα ακόμη δώρο. Το δικό της παλάτι στον Όλυμπο, κοντά στου αδελφού της.
Τα δώρα ήταν τρία που ζήτησε η μικρή κοπέλα.
Αρχικά, ήθελε τόξο και βέλη σαν του αδελφού της.
Ύστερα, ζήτησε νύμφες για να την συντροφεύουν στην αγαπημένη της ασχολία, το κυνήγι.
Και τελευταίο πράγμα που ζήτησε είναι να μην παντρευτεί ποτέ.
Ο πατέρας της παραξενεύτηκε με την τελευταία επιθυμία της.
Την είχε κοιτάξει με ένα μειδίαμα και προσπάθησε να την πείσει.
"Κόρη μου, βασίλισσα της Σελήνης, εγώ να σου δώσω ότι επιθυμείς. Αλλά το να μην παντρευτείς ποτέ είναι πρωτάκουστο για εμένα. Είσαι σίγουρη πως δεν θες να νιώσεις την μαγική αγάπη του έρωτα και του γάμου;" Την είχε ρωτήσει.
"Ναι, παντοδύναμε Δία, αυτά τα πράγματα δεν είναι για εμένα. Εγώ θέλω να κυνηγώ, να είμαι ελεύθερη," η απάντησή της ήταν.
Με ένα κούνημα του χεριού του οι επιθυμίες της πραγματοποιήθηκαν.
Ύστερα, ανέβηκαν παρέα στον Όλυμπο, όπου η Άρτεμις κάθισε δίπλα από τον αγαπημένο της αδελφό, συνοδευόμενη από επιθετικά βλέμματα της Ήρας· τα μπάσταρδα του Δία ήταν ανέκαθεν ο εχθρός της.
<•><•><•><•><•><•><•><•><•><•><•><•>
Μάζεψε το τελευταίο βέλος και το έβαλε πίσω στην φαρέτρα της.
Η απομακρυσμένη φιγούρα του Ολύμπου, που όλα αυτά τα χρόνια είχε χτίσει, την έκανε να μιλάει περισσότερο στον Απόλλωνα, τον αδελφό της, παρά σε οποιονδήποτε άλλον Θεό.
Έτσι και αυτήν την φορά. Πέταξε προς το παλάτι του αδελφού της.
"Σε καλημερίζω, αδελφέ μου," τον χαιρέτησε η αιθέρια ύπαρξη της Αρτέμιδας.
"Αδελφή μου, τι κάνεις εδώ; Τι ζητάς;" Την ρώτησε με την βελούδινη φωνή του ο Θεός της μαντικής.
Η Θέα της Σελήνης δεν δίστασε να του μιλήσει.
"Θα πάω στα γάργαρα νερά της σπηλιάς στους πρόποδες του Ολύμπου, ώστε την κούραση του κυνηγιού να κατευνάσω," τον ενημέρωσε δίχως περιστροφές.
"Να πας, αδελφή μου," ήταν το μόνο που είπε ο Απόλλωνας και πέταξε έξω από το παλάτι. Η Άρτεμις έβαλε τα χρυσά σανδάλια της και πέταξε για την σπηλιά, που για εκείνη πριν λίγα λεπτά μιλούσε.
Πάτησε το ψηλό γρασίδι και περπάτησε με σταθερό βήμα την σπηλιά. Σύντομα, είχε αφαιρέσει τον καταπράσινο χιτώνα της και τον ακούμπησε κοντά στο τόξο και τα βέλη της.
Μπήκε στα παγωμένα νερά και ένιωσε απευθείας το σώμα της να χαλαρώνει.
Παράλληλα, ένας ξακουστός στην περιοχή κυνηγός διέσχιζε το δάσος. Το όνομά ήταν Ακταίων και Πατέρας του ήταν ο Αρισταίος, γιος του θεού Απόλλωνα, και μητέρα του η Αυτονόη, κόρη του Κάδμου, του πρώτου βασιλιά των Θηβών.
Ο Ακταίων, λοιπόν, πλησίασε ανήξερος την σπηλιά, αλλά κοντοστάθηκε, όταν άκουσε μια μαγική φωνή να σιγοτραγουδά.
Έφτασε στο άνοιγμα της σπηλιάς και διστακτικά μπήκε μέσα, για να μην τρομάξει την ωραία φωνή και σταματήσει. Όμως αυτό που ακολούθησε δεν μπορούσε καν να το διανοηθεί.
Μπροστά του, έκανε μπάνιο μια από τις ωραιότερες θεές του Ολύμπου.
Η Άρτεμις, μόλις ένιωσε την αύρα του, γύρισε τρομαγμένη.
"Πώς τολμάς ακόμη και να με κοιτάς, θνητέ;" Του βροντοφώναξε, αλλά ο Ακταίων δεν μπορούσε να μιλήσει. Η θεϊκή ομορφιά του σώματος της του είχε πάρει την λαλιά.
"Δεν θα επαναλάβω την ερώτησή μου," τον απείλησε.
Το γεγονός ότι δεν είχε ζητήσει να μην παντρευτεί ποτέ, την έκανε να δείχνει ότι δεν έχει και τεράστια επιθυμία στο να συναναστρέφεται με άντρες. Ίσως, με αυτήν την λογική σαν αφετηρία, φημολογείται πως μπορεί να ήταν προστάτιδα και των Αμαζόνων.
Οι νύμφες πλησίασαν τώρα το νερό, δίχως να καταλάβουν την παρουσία του ξένου.
"Νύμφες των Βουνών, συντρόφισσες, δείτε εδώ έναν άνθρωπο που είχε το θράσος να με ενοχλήσει," χλεύασε η Άρτεμις και βιαστικά έριξε μερικές σταγόνες νερού στο κεφάλι του κυνηγού.
Σύντομα, η μορφή του είχε αλλάξει και είχε αντικατασταθεί με αυτή του ιερού ζώου της Αρτέμιδας. Ένα ελάφι έστεκε μπροστά τους καμαρωτό, δίχως να υπολογίσει πως τα εκπαιδευμένα σκυλιά του θα το μυρίσουν.
Τα σκυλιά, πράγματι, μπήκαν μέσα στην σπηλιά και επιτέθηκαν στον μεταμορφωμένο Ακταίων, δίχως να γνωρίζουν τι συνέβη· τον έβλεπαν σαν ένα κομμάτι κρέας.
Η Άρτεμις βιάστηκε να ντυθεί και να πετάξει προς τον Όλυμπο, αφήνοντας πίσω τον Ακταίωνα νεκρό και τα σκυλιά να κλαίνε, τα οποία μόλις συνειδητοποίησαν ότι ο κύριός του χάθηκε.
Έκλαιγαν μέρες ολόκληρες, μέχρι που ο Κένταυρος Χείρωνας τα λυπήθηκε και με όλη του την μαεστρία έφτιαξε ένα άγαλμα, όμοιο του Ακταίωνα.
Μάλιστα, ήταν τόσο καλό, που τα σκυλιά ηρέμησαν.
~✓~✓~✓~✓~✓~✓~✓~✓~✓~✓~✓~✓~
Γενικά, για αυτήν την ιστορία υπάρχουν άλλες τρεις εκδοχές.
Η μία θέλει τον Δία να τιμωρεί τον Ακταίωνα, επειδή φλέρταρε την Σεμέλη, την νυν αγαπημένη του Βασιλιά των Θεών.
Η άλλη θέλει τον Ακταίωνα να προκαλεί την οργή της θεάς του κυνηγιού, επειδή φώναζε ότι ήταν ο καλύτερος κυνηγός από θεούς και ανθρώπους.
Και η τελευταία θέλει τον Ακταίωνα, και πάλι, να παίρνει με την βία την Άρτεμη για γυναίκα του.
Ένα είναι το σίγουρο. Σε όσες μπλέκεται η Άρτεμις, ο κυνηγός έχει την ίδια κατάληξη.
Πώς σας φάνηκε;
Θα ήθελα να μου πείτε στα σχόλια για το ποια εκδοχή της ιστορίας είναι η αγαπημένη σας.
Και κάτι τελευταίο· μπορείτε μήπως να μαντέψετε ποια είναι η επόμενη ΘΕΑ;
Καλό σαββατοκύριακο ❤
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro