~1~
*Το βιβλίο αυτό είναι καθαρά κωμικό. Ίσως προς τα τελευταία κεφάλαια γίνεται πιο... μυστηριώδες 😉! Ελπίζω να το απολαύσετε και εσείς μαζί μου!*
Σηκώθηκα αργά απο το κρεβάτι μου. Κοίταξα την ώρα δίπλα μου. Για άλλη μια φορά παρακοιμήθηκα. Έτριψα τα μάτια μου με την αποστροφή του χεριού μου λίγο πριν σηκωθώ απο το κρεβάτι μου. Σε λιγότερο απο μια εβδομάδα αρχίζουν τα σχολεία, τέρμα τα ξενύχτια στο λάπτοπ, τέρμα η ελευθερία. Και το κυριότερο; Θα αργήσω να δω τον Ντέρεκ από το teen wolf. Μεγαλύτερη ατυχία δεν υπάρχει.
Με αργά και σταθερά βήματα πήγα προς το μπάνιο, έριξα λίγο κρύο νερό στο προσωπο μου και αφού χτενισα τα μαλλια μου, κατευθυνθηκα προς την ντουλάπα μου. Φορέσα μια φαρδιά λευκή μπλούζα μαζί με ενα σορτσάκι.
Σήκωσα τα χέρια μου ψηλά και τέντωσα για άλλη μια φορά το σώμα μου καθώς προχωρούσα προς την πόρτα του δωματίου μου. Βγήκα στον διάδρομο και αφουγκράστηκα την πρωτόγνωρη ησυχία που επικρατούσε στο σπίτι μας.
«Μαμά!» φωναξα όμως δεν πήρα καμία απάντηση. Κατέβηκα τρέχοντας κάτω στην κουζίνα όπου βρήκα βρήκα ενα σημείωμα επάνω στο ψυγείο. "Πήγα στην θεία Τζούλια θα γυρίσω το βράδυ."
Ξεφύσηξα και αφού το τσαλάκωσα το πέταξα στον κάδο. Πήρα ένα μπολ απο το ράφι, το γέμισα με δημητριακά και κατευθύνθηκα προς το σαλόνι όπου άνοιξα την τηλεόραση για να δω παιδικά. Αλλά από ότι φαίνεται η μέρα δεν ήταν και τόσο καλή καθώς φωνές και φασαρίες ακούγονταν από το απέναντι σπίτι.
Άφησα το μπολ στο τραπεζάκι και κατευθύνθηκα προς το παράθυρο εκνευρισμένη αλλά και περιεργη. Έπιασα με το χέρι μου απλά την κουρτίνα, την τράβηξα ελαφρά και άφησα τον εαυτό μου να επεξεργαστεί τα άτομα που χαλούσαν την κυριακάτικη ηρεμία μου. Αυτό που είδα με έκανε να ανοίξω διάπλατα το στόμα μου ενώ τα μάτια μου κόντεψαν να βγουν από την θέση τους. Ξέρετε σαν τα παιδικά!
Αχ τι όμορφος που είναι και ελπίζω να είναι στην ηλικία μου ή να πηγαίνει στο ίδιο σχολείο μαζί μου. Τώρα θα αναρωτιέστε τι ακριβώς κοιτάω. Λοιπόν είναι ένα αγόρι το οποίο βοηθάει κάτι άντρες να βάλουν μέσα στο σπίτι ένα τραπέζι. Είναι και γεροδεμένος καταλαβαίνετε.
Ξαφνικά το βλέμμα του έπεσε στο παράθυρο μου και για κακή μου τύχη με είδε. Τα μάγουλα μου έγιναν κατακόκκινα ενώ έφυγα γρήγορα απο εκείνη την θέση και κρύφτηκα πίσω απο τον τοίχο δίπλα στο παράθυρο. Καλά να πάθω που κρυφοκοιτάω.
Αχ...μακάρι να μένει στην γειτονιά. Υπόσχομαι να είμαι καλή γειτόνισσα από εδώ και πέρα. Ίσως αύριο να πάω να τον καλωσορίσω στην γειτονιά. Είμαι και πολύ φιλόξενος άνθρωπος όλοι έχουν να το λένε αυτό.
Πήρα μια βαθιά ανάσα και κατευθύνθηκα προς το καναπέ με το κινητό στο χέρι ελέγχοντας τα μηνύματα και τα σχόλια μου στο ινσταγκραμ. Κοίταξα το παράθυρο για ακόμα μια φορά...ίσως... μπα δεν ξέρω όνομα θα είναι σαν να ψάχνω ψιλούς στα άχυρα.
Την προσοχή μου απέσπασε ο χαρακτηριστικός ήχος του Μέσεντζερ. Η κολλητή μου Κλειώ μου ζητούσε να βγούμε σήμερα. Κοίταξα την ώρα κόντευε πεντε το απόγευμα.
"Ελα σε εμένα." της έστειλα και πήγα να κάνω ενα μπάνιο μέχρι να έρθει.
Πρέπει να ομολογήσω πως η Κλειώ είναι μια πολύ όμορφη κοπέλα, με ξανθά μαλλια και καταπράσινα μάτια. Φυσικά ας μην ξεχνάμε και το σωμα της αφού ασχολείται χρόνια με το καλλιτεχνικό πατινάζ. Πρέπει να την δείτε πάνω στον πάγο, είναι τόσο...μαγευτική. Σαν πριγκίπισσα του πάγου.
Εγω απο την αλλη είμαι πιο πολύ...άνθρωπος του καναπέ. Θα θυμιθω ένα μήνα πριν το καλοκαίρι πως πήρα κιλα και θα κάνω περιπου μια εβδομαδα γυμναστική, μέχρι να μου το χαλάσει το παγωτό,το τσιζ κέικ και γενικά όλοι αυτοί οι νόστιμοι πειρασμοί.
Είχα ηδη τυλίξει την πετσέτα γύρω απο το σωμα μου, όταν χτύπησε το κουδούνι. Έτρεξα γρήγορα κάτω και άνοιξα την πόρτα. Η Κλειώ έτρεξε πανω μου αγκαλιάζοντας με.
«Ο Τόμας κάνει πάρτι για την αρχή της σχολικής χρονιάς! Πρέπει να πάμε!» φώναξε ενθουσιασμένη. Για όσους δεν ξέρετε ο Τομας είναι ένας κοινός μας φίλος. Αυτός και τα πάρτι πάνε πακέτο.
«Ναι θα πάμε! Καλά αυτός δεν ξέρει τι να κανει με την ζωή του και οργανώνει συνέχεια πάρτι;» Ρώτησα και γελάσαμε παρέα.
«Πάμε να ετοιμαστούμε!» είπε τελικά και άρχισε να περπατάει προς το δωμάτιο μου αφήνοντας την εξώπορτα ορθάνοιχτη.
«Σαν το σπίτι σου!» φώναξα κλείνοντας την πόρτα.
Μόλις έφτασα στο δωμάτιο μου, μου πέταξε ένα ύφασμα στο κεφάλι. «Τι στο...» αναφώνησα παίρνοντας το στα χέρια μου. Ήταν ενα φόρεμα.
«Αυτό θα βάλεις σήμερα. Με τις μαύρες γόβες σου.» είπε και μου έκλεισε το μάτι.
«Και...για να έχουμε ενα καλό ερώτημα...εσύ τι θα βάλεις;» την ρωτησα στενεύουντας τα μάτια μου.
«Αυτό!» απάντησε και έβγαλε απο την τσάντα της ένα αέρινο φόρεμα γεμάτο λουλούδια. «Άντε ντύσου!»
Όση ώρα εγώ φορούσα το φόρεμα η Κλειώ βάφονταν. Πλησίασα στον καθρέφτη για να με κοιτάξω, το φόρεμα αυτό τόνιζε πολύ όμορφα τις καμπύλες μου. Μου άρεσε έτσι οπως έδειχνε πάνω μου.
«Θα κάψεις καρδιές απόψε Εμ.» είπε και συνέχιζε να βάζει την μασκαρα της.
Εγώ δεν βάφτηκα πολύ, έβαλα λιγο μέικ απ, κονσιλερ και μάσκαρα. Όταν βάφομαι πολύ νιώθω περίεργα σαν να εχω κάτι στο πρόσωπο μου και η αίσθηση, είναι πολύ, πολύ ενοχλητική.
«Έτοιμη;» με ρώτησε και εγώ της έγνεψα καταφατικά. «Θα πάμε με τα πόδια ως εκεί και θα ερθει να μας πάρει ο μπαμπάς μου.» συνέχισε η Κλειώ και εγώ απλα ψιθύρισα ένα εντάξει.
«Πριν φύγουμε λέω να βγάλουμε φωτο για στορυ στον ινστα!» είπα και έβγαλα το κινητό απο την τσάντα μου.
Κούνησε το κεφάλι της και ήρθε κοντά μου αγκαλιάζοντας με έτοιμη για την φωτογραφία.
«Περφεκτ!» φώναξα και αφού την ανέβασα κατεβήκαμε μαζί κάτω. Πήρα τα κλειδιά μου και αφού κλείδωσα φύγαμε.
Όση ώρα περπατούσαμε με ήθελα τόσο πολύ να της μιλήσω για τον άγνωστο στο απένατι σπίτι αλλά... δίσταζα.
«Σημερα...μετακόμισαν στο σπίτι απένατι.» είπα αδιάφορα καθώς κοιτούσα τον δρόμο.
«Ω ωραία...και;» με ρώτησε γεμάτη περιέργεια.
«Μαλλον...μένει ένας πολύ πολύ ωραίος εκεί.» συνεχιζω να λέω όσο το δυνατόν πιο αδιάφορα μπορώ
«Του...μιλησες;» ρωτησε σηκώνοντας το φρύδι της.
«Οχι...» είπα και την κοίταξα. «Σιγά μην γυρίσει να μιλήσει σε εμένα. Έμοιαζε με μοντέλο Κλειώ. Καμία σχέση με τα αγόρια στο σχολείο μας.» συνέχισα αγανακτισμένη. Ναι δεν εχω και την καλύτερη φήμη όμως, δεν έχω προχωρήσει με κανένα απο τις σχέσεις μου και δεν σκοπεύω να το κάνω, είμαι μικρή για αυτό.
«Ε! Προσβάλεις τον Λίο!» είπε δήθεν θιγμένη και έβαλε το χέρι της στο σημείο της καρδιάς.
«Αντε καλά! Το αγόρι σου αποτελεί εξαίρεση.» απάντησα και γελάσαμε και οι δύο.
Κάπως έτσι τελείωσε η κουβέντα μας καθώς φτάσαμε στο σπίτι του Τόμας. Το σπίτι ήταν ήδη γεμάτο, πολλά απο τα παιδιά δεν τα γνώριζα καν. Το βλέμμα μου έπεσε στο νέο παιδί. Τι δουλειά είχε αυτός εδώ;
«Μην χαζομερας! Πάμε!» φώναξε δίπλα μου η Κλειώ και πιάνοντας με απο το χέρι με οδήγησε μέσα στο πλήθος.
Νέα ιστορία και νέο κεφάλαιο! Ελπίζω να σας αρέσει! Περιμένω γνώμη!! Καλή ανάγνωση!!! ❤️❤️❤️
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro