Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Itheles Na Mplekseis

Η ιστορία αυτή πρόκειται για ένα ένα κορίτσι που πέθανε, όχι πολύ καιρό πριν. Ένα κομμάτι της δηλαδή, όχι ολόκληρη.
Η Ντέμη ήταν το τυπικό ήσυχο κορίτσι. Είχε μακριά καστανα μαλλιά και μελί μάτια. Το κορμί της ήταν σαν αερικου και δεν μπορούσε με τίποτα να βάλει φακούς επαφής, οπότε ένα μεγάλο ζευγάρι γυαλιά στεφάνωνε το πρόσωπο της. Δεν είχε κάποιο ιδιαίτερο στυλ, προτιμούσε να βάζει απλά ρούχα, σε σκούρες αποχρώσεις. Μπορώ να πω ότι έμοιαζε με το τελευταίο φύλλο ενός γυμνού, φθινόπωρινου δέντρου. Μοναχική, φτιαγμένη από ζεστα χρώματα και ήσυχη.

Ήταν έξυπνη, οι καθηγητές της δεν είχαν κάποιο πρόβλημα μαζί της, ήταν πάντα ευχαριστημένοι. Ίσως να είχε τραβήξει το ενδιαφέρον σε έναν δύο συμμαθητές της, αλλά τους αγνοούσε. Αγνοούσε σχεδόν τους πάντες.

Αυτο το αντικοινωνικο κορίτσι περνούσε τον καιρό της παρέα με τον εαυτό της ή με την μοναδική της φίλη, η οποία έμενε σε διαφορετική πόλη. Δεν ενοχλούσε κανέναν και κανένας δεν την ενοχλούσε. Με αυτόν τον τρόπο πέρασαν οι πρώτοι σχολικοί μήνες, που έμοιαζαν με θολούρα. Μια θολούρα μέχρι τον Νοέμβριο.

Μια παγωμένη μέρα του Νοεμβρίου και στέκονταν στην είσοδο του σχολείου, βλέποντας το τελευταίο σχολικο λεωφορείο να φεύγει. Πριν από λίγο, είχε αναρωτηθεί αν θα το έπαιρνε ή όχι. Τελικά, το άγχος που είχε την νίκησε. Αναστεναξε κουρασμένη και ξεκίνησε να περπατάει προς το σπίτι της. Το σχολείο της ήταν χτισμένο σε μια περίεργη, απόμακρη πλευρά της μικρής πόλης. Παρόλα αυτά, δεν φοβόταν να γυρνάει εκεί. Η Ντέμη αγαπούσε που κανείς δεν περπατούσε στους γκρίζους δρόμους της γειτονιάς.

Εκείνη η μέρα όμως ήταν διαφορετική. Είχε όρεξη να τραγουδήσει και σιγοψιθυριζε μια μελωδία. Κοιτούσε γύρω της τα σπίτια και τα μαγαζιά. Κάθε μεσημέρι που γυρνούσε από εκεί δεν είχε γυρίσει να κοιτάξει τριγύρω. Οι τοίχοι των σπιτιών ήταν βαμμένοι με απαίσια χρώματα και ξεφτισμενοι, ενώ οι τέντες ήταν τρύπιες. Τα σκουπίδια συσσωρεύονταν στις γωνιές και μερικές τρομαγμένες γάτες έκαναν βόλτες στον λασπωμένο δρόμο. Η καταθλιπτική αυτή εικόνα ήταν σίγουρα κάτι καινούριο για εκείνη, για αυτό και δεν την αποθάρρυνε.

Ξαφνικά σταμάτησε να περπατάει. Χωρίς να το καταλάβει είχε φτάσει σε ένα μικρό κτήριο, είχε σχεδόν πέσει πάνω στην πόρτα. "Πώς βρέθηκα εδώ;" Αναρωτήθηκε δυνατά. Το ερειπωμένο σπίτι ήταν βαμμένο λευκό, και είχε δύο κλειστά παράθυρα όλα κι όλα. Πάνω στην πόρτα είχαν γραφτεί με σπρέι τα εξής μηνύματα: ANGEL CREW και KEEP OUT. Υπό φυσιολογικές συνθήκες θα έφευγε, παραξενεμένη από την περίεργη συμπεριφορά του ιδιοκτήτη. Αλλά όχι αυτή τη φορά. Προσπάθησε να ανοίξει ένα από τα παράθυρα και τα κατάφερε. Χώθηκε μέσα στο σπίτι και κοίταξε ολόγυρα. Έμεινε με ανοιχτό το στόμα.

Οι τοίχοι ήταν καλυμμένοι με κάθε είδους ζωγραφιές κι αντικείμενα: Tags, γκράφιτι, κολάζ, κουτάκια από monster, μέχρι και παλιά βινύλια. Δεν υπήρχε σημείο ακάλυπτο. Στο κέντρο του δωματίου υπήρχε ένα μεγάλο ξύλινο τραπέζι, περικυκλωμένο από διαφορετικές καρέκλες και καναπεδακια. Το πάτωμα ηταν πλημμυρισμένο με κουτάκια από μπύρες, ταμπλέτες φαρμάκων, παλιές σύριγγες και παλιούς, χοντρούς μαρκαδόρους.

Η Ντέμη κοιτούσε από το παράθυρο, εντυπωσιασμένη. Τα φωτεινά χρώματα κατάπιαν το μυαλό της αλλά δίστασε να μπει παραμέσα. "Θα έρθω πάλι αύριο." Υποσχέθηκε στον εαυτό της και έφυγε από το σπίτι, νιώθοντας σχεδόν χαρούμενη.

Κράτησε την υπόσχεση που έδωσε και άρχισε να επισκέπτεται το σπιτάκι κάθε μέρα μετά το σχολείο. Καθόταν στο παράθυρο και παίρνοντας έμπνευση από τους πολύχρωμους τοίχους, ζωγράφιζε.  Ξεκίνησε να διδάσκει στον εαυτό της τα διάφορα στυλ γκράφιτι αλλά φοβόταν να δημιουργήσει ένα μόνη της. Το φαινομενικά παρακμιακό αυτό μέρος έγινε η ασφάλεια της. Ήξερε ότι άνθρωποι πήγαιναν στο σπίτι γιατί ο αριθμός των αντικειμένων στο πάτωμα άλλαζε. Κάποτε ήταν καθαρό. Άλλες φορές ήταν γεμάτο με κουτιά από spray ή πλαστικά σακουλάκια που εμπεριείχαν ναρκωτικά. Όταν άρχισε να νιώθει πιο άνετα, εξερεύνησε και τα άλλα δύο δωμάτια. Στο ένα δωμάτιο ένας μεγάλος πολυέλαιος κρεμόταν από το ταβάνι, ενώ στο πρώτο μια απλή λάμπα φθορίου. Το πιο κουλ πράγμα που βρήκε στο δεύτερο δώματιο ήταν ένα παλιό ψυγείο, γεμάτο με εκατοντάδες κουτιά από σπρέι. Οποίοι κι αν ήταν οι ένοικοι, είχαν σίγουρα φαντασία.

Κανείς δεν γνώριζε για τις επισκέψεις σε αυτό το μέρος. Δεν είχε μιλήσει για αυτό ούτε στην καλύτερη φίλη της και όταν οι γονείς την ρωταγαν γιατί αργούσε να γυρίσει, έλεγε πως οι καθηγητές τους κρατούσαν παραπάνω στο μάθημα. Μια μέρα, ήταν πολύ χαλαρή. Άνοιξε το αριστερό παράθυρο και μπήκε μέσα χωρίς να ελέγξει τον χώρο όπως έκανε πάντα, και κάθησε κατευθείαν στο περβάζι.

"Τι κάνεις εδώ;" Η Ντέμη πάγωσε.
"Συγγνώμη...;" Σήκωσε το βλέμμα της για να δει έναν μελαχρινό άντρα να κάθεται σε έναν καναπέ.
"Τι κάνεις εδώ είπα."
"Εμ.. απλά περνούσα από δω..."
Τι κάνει ο Πάνος εδώ; Αναρωτήθηκε εδώ. Ήξερε αυτόν τον άντρα, ήταν μακρινός της ξάδελφος. Εκείνος έφτιαξε τα κάστανα μαλλιά τους, ξεκάθαρα ενοχλημένος.
"Εντάξει. Τώρα φύγε."
"Εντάξει!!" Ένιωσε την καρδιά της να σπάει. Ξεκίνησε να μαζεύει στα γρήγορα της ζωγραφιές της άλλα δύο χαρτιά έπεσαν κάτω. Βιαζόταν τόσο να φύγει που δεν τα πολυσκεφτηκε. Πήδησε έξω από το σπίτι κι άρχισε να τρέχει στο σπίτι της όσο πιο γρήγορα μπορούσε. Αργότερα ανακάλυψε πως μια από της ζωγραφιές που άφησε στο σπίτι ήταν η αγαπημένη της. Ένας λευκός σκελετός με μια μεγάλη ροζ πεταλούδα στην πλάτη του. Δεν της άρεσε τόσο το ροζ, μάλλον για αυτό το ειχε χρησιμοποιήσει. Για να αντικατοπτρίσει την ψυχολογική της κατάσταση εκείνο τον καιρό.

Η Ντέμη αποφάσισε να υποκριθεί ότι το συγκεκριμένο συμβάν δεν συνέβη ποτέ και σχεδίαζε να πάρει τις ζωγραφιές της πίσω σύντομα. Αν ο Πάνος σύχναζε εκεί, τότε ήταν σίγουρα φτιαγμένος όταν την είδε άρα δεν θα την θυμόταν. Επίσης είχε επιτέλους βρει ένα ασφαλές μέρος για την ίδια, και δεν θα της το στερούσε ένα πρεζακι με καλλιτεχνικές ανησυχίες.

Μόλις χτύπησε το κουδούνι της τελευταίας ώρας, έτρεξε στην είσοδο του σχολείου. Μπορούσε να ακούσει γέλια και μουρμουρητα, ένα σωρό κορίτσια είχαν μαζευτεί γύρω από τα κάγκελα, περιτριγυρίζοντας κάποιον.
"Ποιος στον διάολο είναι αυτός;" Άκουσε έναν συμμαθητή της να λέει.

Ένα αγόρι περίμενε υπομονετικά στην είσοδο. Ήταν ψηλός και είχε τα μαλλιά του μπόμπα, βαμμένα λευκά. Δεν μπορούσες να δεις ξεκάθαρα την έκφραση του γιατί φορούσε ένα ζευγάρι μαύρα γυαλιά ηλίου. Πολλά σκουλαρίκια κοσμούσαν τα φρύδια και τα αυτιά του ενώ το μαύρο του παντελόνι μαζευόταν από βαριές μπότες. Φορούσε ακόμα μαύρο μπουφάν και δερμάτινα γάντια. Τα κορίτσια γύρω του προσπαθούσαν να τον κάνουν να τους μιλήσει αλλά εκείνος δεν άνοιξε το στόμα του, ούτε καν για να τις βρίσει. Όταν η Ντέμη προσπάθησε να τον προσπεράσει για να φύγει, επιτέλους μίλησε.

"Ει εσύ! Είδος η Ντέμη;" Εκείνη εγνεψε διστακτικά.
"Τέλεια! Ακόλουθα με!" Το επόμενο πράγμα που ήξερε, εκείνος ήταν δίπλα της, αναγκάζοντας την να περπατήσει. Ολόκληρο το προαύλιο τους κοιτούσε. Κανείς δεν είχε πάρει ποτέ την Ντέμη από το σχολείο, ουτε καν οι γονείς της. Αυτό το περίεργο αγόρι, που κανείς τους δεν είχε ξαναδεί, ήταν φοβιστικο και η Ντέμη δεν ήταν ο τύπος  της κοπέλας που θα είχε ένα μυστικό κουλ αγόρι.

"Εμ συγγνώμη... Ποιος είσαι;"
"Έρχεσαι κάθε μέρα στο μέρος μου και δεν ξέρεις το όνομα μου;" Κοκκινησε ντροπιασμένη.

"Το όνομα μου είναι Ίαν."

Η πλειλιστ:
https://open.spotify.com/playlist/4FDQaY1D2jUvULsNPqtouv?si=_6zhBVwLSUqJDjj6I9UUzg&utm_source=copy-link

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro