Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Κεφάλαιο 16ο

Τουρίστρια
28.6.2019
▬▬▬▬▬

Η ΝΌΡΑ ΉΤΑΝ το κορίτσι που βοήθησε την Εκάτη να βρει το μέρος που εμέναν οι φοιτητές ανταλλαγής. Οι γαλάζιες ανταύγειες του κοριτσιού με το δυτικό ντύσιμο ανεμιζαν σαν σημαία πίσω της ενώ περπατούσε περισσότερο σαν αερικό πάρα άνθρωπος « Πως είναι μέχρι τώρα; Σε ποιο παράρτημα είσαι ακριβώς;» ρώτησε περπατώντας αργά για να έχουν χρόνο να μιλήσουν λιγάκι.

Η Εκάτη δεν ήθελε να πέσει με τα μούτρα αφού ήταν το πρώτο άτομο που ρωτούσε με αυτόν τρόπο που αμέσως την ρώτησε για αυτό που ήθελε να σπουδάσει, ήταν τόσο απογοητευμένη τις προηγούμενες μέρες που δεν πρόσεξε πόσο πραγματικά ξένη ήταν με κάθε άτομο από την άλλη παρέα, ήταν μάλλον η απελπισία που άρχισε να ξεπλένετε από χθες το βράδυ, ένιωθε ήρεμη, έτοιμη να ξεκινήσει να κάνει ένα βήμα μπρος, να προσαρμοστεί να βρει άτομα με κοινά

- κοινούς θνητούς με λίγα λόγια που δεν μιλούν συνεχώς για δικά τους πράγματα και τους εαυτούς τους, τις αναμνήσεις τους, τους έρωτες τους και κάθε άλλο παρά θέματα που μπορούσε να συμμετέχει, ήταν λες και το έκαναν επίτηδες, σαν να της έκλειναν την πόρτα στα μούτρα όσο παρισταναν τους ευγενικούς.

Η Νόρα ήταν αλλιώς ακόμη και ο τρόπος του ντυσίματος της την εκανε να αισθάνεται περισσότερο σημαντική από πριν, δεν φορούσε μάρκες και δεν μιλούσε αλλόκοτα, ρωτούσε και άκουγε, διεκοπτε ευγενικά να πει κάτι ακόμη και καπως έτσι είχαν κανονικό διάλογο « Στην δημοσιογραφια στον κλάδο των διεθνών ειδήσεων » εξήγησε και στην συνέχεια η Νορα άρχισε να της περιγράφει πως ήταν πάνω κάτω οι δύο καθηγητές αυτού του τμήματος, φάνηκε να μοιράζεται τον ενθουσιασμό της ΕΚΑΤΗΣ.

« Σου πάει! Καλά οι περισσότεροι το ίδιο θε λένε» την σκουντηξε λιγάκι στα πλευρά φιλικά και βύθισε τα χέρια της στις φαρδιές τσέπες του μπουφάν της « Είσαι ήδη γνωστή, δεν μου είπες ότι ήσουν στους ΜπιΓιαΤζεν» η Εκάτη αρχικά την κοίταξε όλο απορία αργότερα θυμήθηκε τι ήταν εκείνη η βλακεια « Α όχι, δεν κάνουμε παρέα απλά ήμουν με αυτούς στην έρευνα» η Νορα ένευσε σαν να ενέκρινε.

« Ήξερα πως το κορίτσι που είπε αντε χεσου σε εκείνον τον ψωναρα θα ήταν πολύ ενταξει » η Εκάτη γέλασε κοιτώντας γύρω γύρω τα μονοπάτια στους διαφορετικούς οικισμούς των ξένων φοιτητών, έκρηξη χρωματων, ήταν χαρούμενη που βρισκόταν ανάμεσα ας μαθητές πιο κοντά σε εκείνην, από την Αμερική όπως η Νορα και ένα σωρό άλλους μαθητές που κάθονταν σε κυκλικά τραπεζια ακούγοντας μουσική, παίζοντας χαρτιά, γελώντας δυνατά, μιλώντας με πάθος σε γλώσσες που δεν ήξερε, ήταν παράξενο αλλά εκεί αισθανόταν μεγαλύτερη ασφάλεια.

« Δεν έχεις ιδέα » είπε στο τέλος τόσο ανακούφισμενη που μιλούσε ελεύθερα για το πόσο ανυπόφορες ήταν οι μέρες που ήταν πίσω στην Ταϊλάνδη, κατά κάποιο τρόπο δεν ήταν εξολοκλήρου άθλιες αλλά πλέον της φαίνονταν τα πράγματα πολύ καλύτερα τα σύγκρινε με τα πίσω και ίσως να ήταν λιγότερο δραματικά από όσο νόμιζε « Δεν είναι όλοι έτσι παρόλα αυτά » τόνισε και η Νορα με τα μεγάλα καστανά μάτια χαμογελασε αμυδρά.

« Ξες εδώ είναι πολύ δημοφιλής η παρέα τους, κάνουν ένα σωρό πράγματα σαν ενότητα, κάνουν δικά τους πάρτι .. Δεν τα λένε πάρτι αλλά συνάθροισεις που δεν καλούν κανέναν. Τρώνε μόνο σε ένα μέρος και πότε σχεδόν την ίδια ώρα, έχουν μια σταθερή γωνία στην καφετέρια, για να ζητήσει κάποιος ή κάποια ραντεβού σε κάποιο άτομο από την παρέα τους περνάει από την εξέταση των φίλων πρώτα κάτι τέτοια κουλά».

Η Εκάτη κούνησε αδιάφορα τους ώμους της, δεν ήθελε να περάσει την ελευθερία που είχε πλέον συζητώντας για αυτους, κυρίως γιατί ήξερε πράγματα και τα έφερνε στο μυαλό της που θα την βασάνιζαν για ώρες ολόκληρες « Έτσι είναι οι νεοπλουτοι υποθέτω όλο αδιαφορία για τους γύρω τους, όλα στρωμένα ε; χάνουν το καλύτερο κομμάτι που είναι η πάλη» αποκρίθηκε η Νορα και η Εκάτη προσπάθησε να αλλάξει θέμα συζήτησης ακόμη και αν η Νορα είχε δίκαιο, το πιο ομορφο πράγμα ήταν τελικά η πάλη, οι δοκιμασίες και όλος ο πόνος που ξεφτιζε όταν ξεπερνούσαν εμπόδια μόνοι.

« Τα χρήματα είναι φούμαρο καμία ευτυχία δεν έρχεται από αυτά , όσο και αν σιχενομαι να το παραδέχομαι δεν είναι τόσο απονοι » ίσως εκείνη είχε υψηλά στάνταρ και έκρινε τόσο επιφανειακά η Μπόρα της είχε δώσει το κινητό της τηλέφωνο και εκείνη καταχράστηκε κατι τέτοιο για να παραβιάσει την ιδιωτική της ζωή, κάλυπτε όλο το φιάσκο της Κιμικο και της Λουν γιατί αφενός δεν ήταν δουλειά της αφετέρου γιατί να διέλυε κάτι σαν αυτό ..

Υπαρχει ένα αγόρι που της αρέσει ανάμεσα τους γιατί ακόμη και αν είναι αλλόκοτος, μονίμως στον δικό του κόσμο, απόμακρος για τα δικά της μέτρα, όμορφος μόνο με τον τρόπο που καταλάβαινε εκείνη την ομορφιά, ευθύς και συναισθηματικα εύκολος, φιλικός και προσέγγισιμος την μία στιγμή, νόμιζε πως για λίγο που τον έφερνε στο μυαλό της κάτι συνέβαινε στην γαλήνη της.

Δεν ήταν σαν να ελεγε πως είχε ελπίδες αλλά ήθελε τόσο πολύ να έχει, ντρεποταν που δεν είχε την δύναμη να κάνει το οτιδήποτε για κερδίσει πόντους εκτίμησης στα μάτια του. Τι έκανε κάποιος για να κερδίσει αυτό το αγόρι; Μελαγχολησε πάλι τόσο γρήγορα « Είναι σαν όλους , με παραπανω χρυσόσκονη ίσως » είπε τελικά με μια ανάσα. Και πολλά προβλήματα έπρεπε να πει ακόμη.

« Από ότι φαίνεται είναι μπλεγμένη η φάση » η Εκάτη ένευσε απευθείας και όταν επιτέλους έφτασαν στο τετραοροφο κτίριο σαν μια κοινή πολυκατοικία στην γειτονιά της χαμογέλασε στην ανακούφιση, περίμεναν λίγο έξω και η Νορα άρχισε να ξεδιπλώνει τα χαρτιά της, ήταν στο δεύτερο έτος στις σπουδές ψυχολογίας και κατάγονταν από την Νέα Υόρκη.

Η Εκάτη σκέπασε το στομα της από το ευχάριστο σοκ που την προσέκρουσε « Νέα Υόρκη! Τι πράγμα!» έκανε να ηρεμήσει μετά από λίγα λεπτά που η Νορα έβαλε τα γέλια, πειραξε με τα αρβυλακια της το γρασίδι της « Ελα, δεν είναι τόσο κουλ όσο ακούγεται, εγληματικοτητα και καυσαέρια » το βλέμμα της φωτιστηκε κοιτώντας τα σανδάλια της Εκατης « Από την Χαβάη ήρθες εσύ;» η Νορα οριακά χειμερινα ντυμένη κατά πάσα πιθανότητα νόμιζε πως η Εκάτη προσγειώθηκε έπεσε από κάποιο ζεστό μέρος του κόσμου εκεί.

« Δεν μου είπαν ότι θα κάνει κρύο » είπε τελικά και συνειδητοποίησε τον λόγο που όλοι είχαν πάρει ζακέτες στο αεροπλάνο « Κάφροι» μουρμουρησε η Νορα και η Εκάτη γέλασε « Το έχω συνηθίσει »

[..]

Ο Τζέν έπιασε σφιχτά τον ώμο της μητέρας του και δοκίμασε στα βιαστικά λίγο από την σούπα που είχε μείνει από τα ράμεν « Είναι μέτριο» προσπάθησε να πει χωρίς να βάλει τα γέλια και η γηραία μητέρα του τον κοπανησε στον ώμο « αλητακο μην βουτάς » στην κουζίνα εμφανίστηκε ο Γιανγκ που είχε αρχίσει ήδη το φαγοπότι μόνος του, στην αγκαλιά του ένα μπολ φράουλες που περίσσεψαν από την τάρτα που έφτιαξε η μητέρα του Τζεν.

« Νόμιζα ότι σιχενοσουν τις φράουλες » τόνισε ο Τζεν και στάθηκε στον πάγκο « Μπα δεν σιχενομαι τίποτα » ο Τζεν έκρυψε το γέλιο του μέσα στην παλάμη του « Μαμά, άκου ένα καλό ο Γιανγκ έχει κάποιου είδους φοβία με την γυναικεία π–» ο Γιανγκ έβαλε τις φωνές και άφησε παραμερα το μπολ μπουκωνοντας το στομα του.

« Τζεν άσε ήσυχο τον Γιανγκ, κοίτα πόσο αδύνατος είναι χρειάζεται φαγητό» αυτή ήταν η κλασική ατάκα που έλεγε μονίμως η κυρία Σάνχι για τον Γιανγκ τον παιδικό φίλο που του Τζεν που κάθε μέρα μετά το σχολείο ερχόταν στο σπίτι τους είτε με σκισμένα σακάκια από τσακωμούς και μια φορά είχε σπάσει και τον κυνοδοντα του, με κλάματα και φόβο πως θα μάθουν οι γονείς του.

Είχε γίνει ολοκληρο παλικάρι και δεν είχε αλλάξει διόλου είχε τα ίδια μεγάλα ματια, τα μακριά πόδια και τον αυθορμητισμό που τον έμπλεκε παντού. Όλοι ήταν πιο ήσυχοι για αυτόν όταν ήταν γύρω από ανθρώπους που τον πρόσεχαν « Μαμά πρέπει να κάτσουμε να μιλήσουμε στον Γιανγκ για βασικη βιoλογια » ο Γιανγκ ορμησε προς τον νεροχύτη και ο Τζεν γλίστρησε πίσω από τα ντουλάπια γελώντας τόσο δυνατά, κάνοντας αναστατο τον κόσμο.

« Αγόρια! Εάν δεν σταματησετε θα πλύνετε τα πιάτα » ήταν άσκοπες κάτι τέτοιες απειλές ειδικά στο σπίτι του Τζεν που ήταν ανέκαθεν η αληθινή παιδική χαρά « Μπορείς να σταματήσεις να το αναφέρεις!» ο Τζεν απάντησε τρέχοντας στο σαλόνι « Όχι! Είναι πολύ καλό για να ξεχαστεί τόσο γρήγορα » ο Γιανγκ του φώναξε ένα μεγαλοφωνο Εη! Ενώ ήταν πλέον αργά ο Τζεν το επαναλάμβανε στον Γιαντζιν, την Μπορα και την Κιμικο στο σαλόνι.

Όλο παραίτηση ο Γιανγκ έκατσε σε μια καρέκλα από αυτές του πασου της κουζίνας « Εχετε κάνει τρομερη δουλειά » είπε πιάνοντας ξεψυχισμενος το μπολ που άφησε πριν παραμερα. Η κυρία Σάνχι χαμογελασε ανασηκωνοντας τα φρύδια της « Εσύ θα φας καθόλου; Σε βλέπω χλωμό» ο Γιανγκ ανέμελα κατέβασε το βλέμμα του χαμογελώντας « Θα φάω, θα φάω οι γονείς μου είναι μέχρι την Τρίτη στο Πεκίνο » το ζήτημα ότι το σπίτι του Τζεν ήταν αληθινή παιδική χαρά σήμαινε πως επιτρεπόταν να φάει ότι ήθελε και οσο ήθελε αρκεί να μην αυξηθεί κατά πολύ το βαρος του.

« Είσαι χαρούμενος που είστε όλοι μαζί ε; μου φαίνεσαι περισσότερο ευδιάθετος τώρα, περασμένες ξεχασμένες οι μέρες που ήρθες με εκείνο το αναθεματισμενο σπασμένο δόντι και τρέχαμε στα νοσοκομεία» ο Γιανγκ άκουγε τα γέλια από το σαλόνι και ακούμπησε το πρόσωπο του στην παλάμη του, τα μάτια του χαμογελουσαν ακόμη και αν δεν ήταν κατι ευχάριστο να φέρνουν στην επιφάνεια.

« Ήμουν εννέα τότε» η κυρία Σάνχι έριξε τα ψιλοκομμένα λαχανικα στον ζωμό κάνοντας μια αφηρημένη κίνηση « Έπρεπε να ήξερα τι πειραχτήρι ήσουν και εσύ και σε κυνηγαγαν οι συμμαθητές σου, κανονικά έπρεπε τότε να πάω να πιασω την μάνα σου και να της πω δυο λόγια αλλά επέμενες πεισματαρικο πλάσμα να μην κουνάμε ρούπι » γέλασαν και οι δύο στην θύμιση της κατάστασης καθώς κανένας από τους δύο δεν ήθελε να θυμάται εκείνες τις άδοξες μέρες.

« Για κοίτα να δεις όμως πως μεγάλωσες » ο Γιανγκ τεντωσε το χέρι του και χτύπησε μαλακά τον ώμο της μικροσκοπικής κυρίας, η κυρία Σάνχι σκούπισε με την αναστροφη του χεριού της τα μάτια της και συνέχισε το κόψιμο των λαχανικών « Ω κυρία Σάνχι τι σας έκανε αυτός ο αλητάμπουρας, μυρίζει σαν τον παράδεισο!» αναφώνησε ο Γιαντζιν μπαίνοντας στην κουζίνα, στο δεξί του χέρι κρατουσε ένα ποτήρι λευκό κρασί και φορούσε λιτά ρούχα όπως συνήθιζαν να κάνουν μικροί φέρνοντας σατέν πιτζάμες μαζί τους.

« Τίποτα να που θυμόμαστε τα παλιά» μονολογησε η κυρία Σάνχι και εκανε νόημα στον Γιαντζιν « Πιάσε μια ποδιά να με βοηθήσεις εσύ που είσαι πρόθυμος γιατί από τους άλλους δύο δεν βλεπω προκοπή » ο Γιαντζιν χαμογελασε και απευθείας πλησίασε ψάχνοντας για μια λευκή ποδιά μαγειρικής « Μάλιστα κυρια Σάνχι » ο Γιανγκ τον κορόιδεψε λιγάκι γερνωντας στον μπάγκο να δει τι θα κάνει ο Γιαντζιν « Ο Τζεν λέει να καλέσουμε την Εκάτη » ο Γιανγκ αναβλεψε ενοχλημένος.

« Γιατί;» ο Γιαντζιν άρχισε να ψιλοκοβει με μεγάλη επιδεξιότητα το κρεμμύδι που έκανε τον prada να ξινισει τα μούτρα του « Γιατί η Μπόρα δεν μπορεί να κάθεται με την Κιμικο και η Λουν δεν βλέπω να έρχεται, πρέπει να ολοκληρώσουμε το καρέ, δεν φτάνει που δεν της είπε κανείς να φορέσει πριν φύγουμε χειμερινα ρούχα » ο Γιανγκ ρουθουνισε παρόλα αυτά φάνηκε να το σκέφτεται.

« Ναι σιγά που είναι δικό μου το φταίξιμο και εκτος από αυτό ο Τζεν τι την θέλει; Δεν την έχεις δει; Είναι σαν να κυκλοφορεί με σήμαντρο που λέει προσοχή καταστροφή, με καταβρισε στο βίντεο και έγινα ρεζίλι αντε να το εξηγήσω αυτό από την Δευτέρα ».

Η κυρία Σάνχι χαμογελασε κάπως διακριτικά « Τι ειδους όνομα είναι το Εκάτη; Είναι φίλη του Τζεν μου;» ο Γιαντζιν την βοήθησε με τα μανιτάρια « Φίλη κανενός, μια τουρίστρια είναι » απάντησε απότομα ο Γιανγκ και ο Γιαντζιν του έριξε μια έντονη ματια σαν να τον παρακαλούσε να σταματησει « Είναι από την Ευρώπη, ήρθε στο πανεπιστήμιο μας και έτυχε να ήμαστε σε ένα κοινό πρόγραμμα, ο Γιανγκ δεν την χωνεύει γιατί τον έχει αποστείλει με αυτά που λέει χιλιάδες φορές .. » ο Γιανγκ αναφώνησε.

« Είναι απλά μια αγενής επαρχιωτισα » η κυρία Σάνχι σήκωσε το ένα της φρύδι και κλείδωσε το αυστηρό της βλέμμα με αυτό του Γιανγκ « Πρόσεχε το στομα σου νεαρέ, δεν μιλάνε έτσι για μια κοπέλα με τι τρόπους θα την πλησιασεις;» ο Γιαντζιν καταπιεζε τα γέλια του ενώ ο Γιανγκ εσκυψε το κεφάλι του αναγκασμένος να δεχτεί την κριτική της μητέρας του Τζεν, άλλωστε όσο γλυκιά και αν ήταν δεν την ήθελε κανείς απέναντι του « Δεν θέλω να την πλησιάσω » επέμεινε στο δικό του όπως έκανε συνήθως σε χαμηλό τόνο.

« Αχ βρε βλακα, τι σου έχω πει; Οι γυναίκες θέλουν μέθοδο! Εάν ο Τζεν μου την συμπαθεί θα την καλέσετε για φαγητό εξάλλου πρέπει να μάθω για το κορίτσι αυτό» ο Γιαντζιν αγκάλιασε τον ώμο της κυρίας Σάνχι σαν να έπαιρνε το μερος της « Σοφή επιλογή κυρία Σάνχι» ο Γιανγκ σχημάτισε με τα χείλη του την λέξη γλυφτης και προχώρησε στο σαλόνι « Καλά καλά δεν έχει καν τηλέφωνο » ο Γιαντζιν τραβηξε το κινητό του τηλεφώνο από την τσέπη της φόρμας του.

« Υπάρχει μια κοπέλα που την πήγε στα διαμερίσματα πάρε την τηλέφωνο και πες ότι θελουμε την Εκάτη εδώ σε ένα ένα τέταρτο » πέταξε το τηλέφωνο του στον Γιανγκ ο οποίος λιγο έλειψε να μην το πιάσει « Τι εγώ; Δεν πας καλά, πάω να βρω κάποιον άλλον» αποκρίθηκε και έτρεξε στο σαλόνι. Ο Γιαντζιν έριξε τα καρότα στην κατσαρόλα και αντάλλαξε μια την κυρία Σάνχι μια συνομωτικη ματια « Κοίτα να δεις ο Τζεν πρώτη φορά καλεί κάποιον στα δικά σας σουαρε » ο Γιαντζιν ήθελε να πει πως γινόταν για πρακτικούς λόγους πάρα για συναισθηματικους αλλά δεν ήθελε να χαλάσει το χαμόγελο της κυρίας Σάνχι.


Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro