Κεφάλαιο 11
ΝΤΙΜΙΤΡΙ
Ζαλισμένος, συγκλονισμένος και μαγεμένος από το πλάσμα που είχα μπροστά μου προκάλεσα μόνος μου την καταδίκη μου. Δεν έπρεπε να την είχα φιλήσει, είχα ορκιστεί πως δεν θα το έκανα ποτέ μου, ήξερα τι θα συνέβαινε αν καταπατούσα αυτόν τον όρκο μου, ήταν όμως πάνω από τις δυνάμεις μου.
Ήταν λάθος αλλά εκείνη την στιγμή φαινόταν τόσο σωστό, λες και όλοι οι πλανήτες του κόσμου είχαν ευθυγραμμιστεί και επιτέλους βρισκόμουν εκεί που έπρεπε να βρίσκομαι. Δεν μπορούσα να σκεφτώ τίποτα περισσότερο από το πόσο δυνατά χτυπούσε η καρδιά μου και πως το κορμί μου αναστατωνόταν με κάθε επαφή, κάθε φορά που η άκρη της γλώσσας της παιχνιδιάρικα ακουμπούσε την δική μου.
Αυτή ήταν η καταδίκη μου! Έχασα κάθε έλεγχο, την έσφιξα δυνατά στην αγκαλιά μου και πριν το καταλάβω βρισκόμασταν ξαπλωμένοι πάνω στο κρεβάτι και εκείνη από κάτω μου, με τα ατελείωτα πόδια της τυλιγμένα γύρω από την μέση μου. Η αίσθηση ήταν πέρα από κάθε τι που μπορούσα να περιγράψω, ένιωσα λες και βρισκόμουν στον παράδεισο. Σαν άντρας είχα βιώσει άπειρες ερωτικές στιγμές, με αμέτρητες γυναίκες που ήταν πρόθυμες να ικανοποιήσουν κάθε μου επιθυμία μου και μου είχαν χαρίσει αρκετούς συνταρακτικούς οργασμούς· όμως όλες είχαν ένα τεράστιο μειονέκτημα. Καμία από αυτές τις γυναίκες δεν ήταν η Λάιλα. Καμιά εμπειρία, όσο συγκλονιστική κι αν ήταν δεν έφτανε την μαγεία αυτής την στιγμής.
Σταμάτησα το φιλί μας μόνο όταν δεν μπορούσα να κάνω διαφορετικά. Την στιγμή που τα μάτια μου αντίκρισαν τα δικά της ευχήθηκα να μην το είχα κάνει. Η καρδιά μου άρχισε να χτυπάει ακόμα πιο ξέφρενα, αν ήταν αυτό δυνατόν. Το ζεστό καφέ των ματιών της λαμπερό πλημμυρισμένο από την λάμψη του πάθους που αναγνώρισα και στον εαυτό μου. Χάθηκα μέσα σε αυτά. Κάθισα να τα κοιτάζω σαν υπνωτισμένος. Έσυρα το δάχτυλο μου πάνω στο μάγουλο της με το βλέμμα μου να ταξιδεύει από τα μάτια της στα αισθησιακά χείλη της που τώρα ήταν λίγο πρησμένα από τα φιλιά μας.
Πήγα να την φιλήσω και πάλι, πεινασμένος, ξετρελαμένος, ανίκανος να μπορέσω να χορτάσω την πείνα που είχε γεννηθεί μέσα μου· όμως πριν προλάβουν τα χείλη μου να αγγίξουν τα δικά της με έσπρωξε από πάνω της και σηκώθηκε από το κρεβάτι τόσο απότομα, λες και την είχε χτυπήσει ηλεκτρικό ρεύμα.
«Πρέπει να φύγω» είπε και χωρίς να με κοιτάξει καν βγήκε τρέχοντας από το δωμάτιο αφήνοντας με μόνο μου.
Μόνο όταν έμεινα μόνος μου και επέστρεψε η ικανότητα μου να μπορώ να αναπνέω και να σκέφτομαι λογικά μπόρεσα να συνειδητοποιήσω το αντίκτυπο των πράξεων μου, μόνο που ήταν πια πολύ αργά.
***
ΛΑΪΛΑ
Έβαλα φτερά στα πόδια μου, έτρεξα μακριά από εκείνο το δωμάτιο, μακριά από εκείνον, όσο πιο γρήγορα μπορούσα. Δεν έβλεπα που πήγαινα, το μόνο που σκεφτόμουν ήταν η τεράστια απόσταση που έπρεπε να βάλω ανάμεσα σε εμένα και τον Ντιμίτρι έτσι ώστε αυτό που συνέβη πριν από λίγο να μην συμβεί ποτέ ξανά. Μου φάνηκε απίστευτο το πως κατάφερα να βρω τον δρόμο μου και να βρεθώ και πάλι στον πίσω κήπο όπου σε λίγη ώρα θα λάμβανε χώρα ο γάμος της Μία. Τα πάντα φάνηκαν ίδια στα μάτια μου, λες και ο χρόνος είχε σταματήσει ξαφνικά και τώρα άρχισε να κυλάει και πάλι. Καλεσμένοι από τις γύρω περιοχές εξακολουθούσαν να έρχονται, κάποιοι από αυτούς είχαν ήδη πάρει την θέση τους, ενώ άλλοι απολάμβαναν ένα ποτό πριν ξεκινήσει η τελετή.
Ένα ποτό ήταν ακριβώς αυτό που χρειαζόμουν εκείνη την στιγμή!
Κατέβηκα τα σκαλιά της βεράντας και προχώρησα προς το μπαρ που είχε στηθεί. Μπουκάλια με ουίσκι, βότκα και κάποια άλλα ποτά που ο συνδυασμός τους έφτιαχνε υπέροχα κοκτέιλ ήταν στημένα στην μια γωνία του μακρόστενου τραπεζιού, στο κέντρο ήταν ακουμπισμένα πανάκριβα μπουκάλια σαμπάνια που περίμεναν να ανοιχτούν και, στην άλλη γωνία υπήρχαν χυμοί σε διαφορετικές γεύσεις μέσα σε κανάτες γεμάτες με παγάκια που κρατούσαν τους χυμούς παγωμένους.
«Μια βότκα παρακαλώ» ζήτησα από τον νεαρό άντρα που βρισκόταν πίσω από το τραπέζι περιμένοντας να μας εξυπηρετήσει. Τον λυπήθηκε η ψυχή μου βλέποντας τον ντυμένο, μέσα στην ζέστη, με το μαύρο παντελόνι και το μακρυμάνικο λευκό πουκάμισο, με τα κουμπιά κουμπωμένα και με την γραβάτα που ήταν δεμένη γύρω από τον λαιμό του. Παρόλα αυτά δεν φαινόταν να τον ενοχλεί. Ίσως να το έχει συνηθίσει, σκέφτηκα την στιγμή που άφησε μπροστά μου το ποτήρι με το ποτό μου. Ήθελα να του ζητήσω ολόκληρο το μπουκάλι, αυτό ήταν που χρειαζόμουν εκείνη την στιγμή, αλλά αρκέστηκα στο ποτήρι το οποίο και άδειασα αμέσως. Του ζήτησα να μου το γεμίσει ξανά, εκείνος δίστασε αλλά έκανε αυτό που του ζήτησα και γέμισε ξανά το ποτήρι μου. Άφησα το τσουχτερό ποτό να κυλήσει μέσα μου ελπίζοντας να κάψει κάθε αναστάτωση που μου είχε προκαλέσει το φιλί του Ντιμίτρι.
Άδικος κόπος, μπορούσα ακόμα να γευτώ τα χείλη του πάνω στα δικά μου, την ανάσα του να χαϊδεύει το πρόσωπο μου, τα χέρια του να αγγίζουν την μέση μου. Όλα ήταν ακόμα εκεί λες και βρισκόταν ακόμα μπροστά μου, λες και εγώ βρισκόμουν ακόμα μέσα σε εκείνο το δωμάτιο κολλημένη πάνω του ανίκανη να μπορώ να ξεκολλήσω από πάνω του.
«Δεν κάνει να πίνεις τόσο πολύ» σχολίασε η γυναικεία φωνή πίσω μου, την οποία αναγνώρισα αμέσως. «Κάποιος που δεν σε ξέρει θα νομίζει πως έχεις πρόβλημα».
Γύρισα και κοίταξα την Ιρένε να στέκεται μπροστά μου απαστράπτουσα μέσα στην χρυσή με παγιέτες γοργονέ τουαλέτα της. Τα μακριά μαλλιά της ήταν μαζεμένα ψηλά σε ένα εντυπωσιακό κότσο με κάποιες τούφες να πέφτουν δεξιά και αριστερά στο πρόσωπο της.
«Έχω πάψει να νοιάζομαι για το τι λένε ή σκέφτονται οι άλλοι για εμένα εδώ και πάρα πολύ καιρό. Ξέρω πια είμαι και αυτό μου φτάνει». Της γύρισα την πλάτη και αφοσιώθηκα στο σχεδόν άδειο ποτήρι που είχα μπροστά μου. Αυτός ήταν ο τρόπος μου για να της δείξω πως δεν είχα καμία απολύτως διάθεση να ξεκινήσω καμιά κουβέντα και ειδικά με εκείνη.
Κάτι το οποίο η Ιρένε δεν φάνηκε να καταλαβαίνει αφού στάθηκε ακριβώς δίπλα μου «Είσαι αφελής αν το πιστεύεις. Η εικόνα μας είναι τα πάντα και στην κατάσταση σου δεν σε παίρνει να κάνεις λάθη» πέταξε το δηλητήριο της με χάρη και τσαχπινιά.
«Είσαι αφελής αν το πιστεύεις πως αυτό είναι αλήθεια. Η εικόνα μας είναι τα πάντα και στην κατάσταση σου δεν σε παίρνει να κάνεις λάθη» πέταξε το δηλητήριο της με χάρη και τσαχπινιά.
«Στην κατάσταση μου;»
«Ως Omega. Είναι κρίμα να επιβαρύνεις τον εαυτό σου με ακόμα ένα ελάττωμα».
Η δήλωση της με εξόργισε, ήθελα να την χτυπήσω εκείνη ακριβώς την στιγμή, οι γροθιές στα πλευρά μου έκαιγαν και με παρακαλούσαν να το κάνω αλλά συγκρατήθηκα, πάλεψα να μείνω ψύχραιμη και να μην δείξω κανένα ίχνος αναστάτωσης επειδή στην τελική αυτό ήταν που ήθελε και εκείνη, να με κάνει να χάσω την ψυχραιμία μου.
«Όλοι έχουμε ελαττώματα, ένα πάνω ένα κάτω δεν έχει σημασία» απάντησα όσο πιο ήρεμα μπορούσα.
«Εγώ είμαι τέλεια» δήλωσε με υπερηφάνεια.
«Πρέπει να παραδεχτώ πως είσαι. Είσαι πανέμορφη και όλοι σε ζηλεύουν και θέλουν να σου μοιάσουν, όμως δεν είναι αυτό το ελάττωμα σου».
«Και ποιο είναι το ελάττωμα μου;»
«Το να μην μαθευτεί πως δεν είσαι πραγματικά το ταίρι του Ντιμίτρι. Φοβάσαι. Δεν θες κανένας στην αγέλη να μάθει πως ήσουν απλά το εναλλακτικό σχέδιο και πως ο μόνος λόγος που έγινες η luna της αγέλης ήταν επειδή ο Ντιμίτρι δεν είχε το θάρρος να παραδεχτεί πως είχε μια omega για ταίρι, επειδή όπως και για εσένα η εικόνα είναι τα πάντα για εκείνον. Αυτός είναι και ο λόγος που με μισείς τόσο πολύ, σωστά;»
Της πέταξα την αλήθεια στο πρόσωπο της και το ευχαριστήθηκα περισσότερο από οτιδήποτε άλλο. Ο παλιός μου εαυτός, η παλιά Λάιλα, δεν θα τολμούσε να μιλήσει ποτέ με αυτόν τον τρόπο σε κανέναν, αλλά εγώ το έκανα επειδή δεν είμαι πια εκείνο το αβοήθητο κορίτσι που έσκυβε το κεφάλι και επέτρεπε στους άλλους να την κακομεταχειρίζονται και να την κάνουν να νιώθει άσχημα για το πια ήταν. Είχα μάθει να υπερασπίζομαι τον εαυτό μου και δεν θα επέτρεπα σε κανέναν, ποτέ ξανά, να μου πει πια ήμουν.
«Είμαι η luna αυτής της αγέλης και η σύντροφος του Ντιμίτρι. Είμαι αυτή που θα του χαρίσει τον διάδοχο και που θα μείνει για πάντα στο πλευρό του. Σε απέρριψε επειδή ξέρει πως δεν αξίζεις τίποτα και πως δεν θα μπορούσε να ικανοποιήσεις τις ανάγκες του».
Ο μόνος λόγος που με απέρριψε ήταν επειδή ντρεπόταν για το τι θα έλεγε ο κόσμος. Δεν ήθελα να ζήσει με αυτήν την προσβολή. Από την στιγμή όμως πως είσαι τόσο σίγουρη πως ο Ντιμίτρι είναι δικός σου, γιατί ένιωσες την ανάγκη να έρθεις να μου το ξεκαθαρίσεις;» της αντιγύρισα προκαλώντας ακόμα περισσότερο την οργή της. Κρατήθηκα για να μην της αποκαλύψω το περιστατικό που είχε συμβεί πριν μερικά λεπτά στο γραφείο του Ντιμίτρι. Πίεσα τα χείλη μου με μανία για να κρατήσω κλειδωμένο αυτό το μυστικό που δεν έπρεπε να αποκαλυφθεί για κανένα λόγο.
Πριν το καταλάβω το ποτήρι με την βότκα είχε τουμπάρει πάνω στο τραπέζι και το διάφανο υγρό που είχε απομείνει λέρωσε το φόρεμα μου. Το καημένο το φόρεμα μου είχε περάσει τα πάνδεινα σήμερα. Η Ιρένε βρισκόταν φυσικά πίσω από αυτό αλλά η κίνηση της ήταν τόσο μουλωχτή και ύπουλη που πέρασε απαρατήρητη. Κανένας δεν κατάλαβε την μικρή σκηνή που είχε λάβει μέρος. Κανένας εκτός από τον Νόα ο οποίος μας πλησίασε βιαστικά.
«Ακόμα δεν παντρεύτηκα και άρχισαν οι ζημιές» είπε αστειευόμενος μόνο και μόνο για να μην ανεβάσει κι άλλο την ένταση.
«Ήταν ατύχημα» είπε η Ιρένε δήθεν μετανιωμένη.
«Φυσικά και ήταν» αποκρίθηκε με μια μικρή ειρωνεία στην χροιά της φωνής του. Φυσικά και δεν την είχε πιστέψει αλλά δεν ήθελε να ρίξει περισσότερο λάδι στην φωτιά, γι' αυτό και μου πρόσφερε το χέρι του πρόθυμος να με σώσει από τα νύχια αυτής της λύκαινας.
«Σε ευχαριστώ» είπα όταν βάλαμε μια απόσταση ασφαλείας ανάμεσα σε εμάς και την Ιρένε που εξακολουθούσε να μας κοιτάζει με βλέμμα γεμάτο μίσος. Μπορούσα να την νιώσω να με κοιτάζει. Ήμουν σίγουρη πως μέσα της ευχόταν να μπορούσε να είχε την δύναμη να με τελειώσει.
«Δεν περίμενες πως θα σε άφηνα στο έλεος της, έπρεπε να σε σώσω. Άλλωστε εσένα ερχόμουν να βρω».
«Γιατί;»
«Μου έστειλε μήνυμα η Μια, θέλει να σε δει».
«Συνέβη κάτι;»
«Σου έχει μια έκπληξη».
«Έκπληξη...»
«Μην με ρωτάς δεν έχω ιδέα. Μου είπε μόνο να πας στο δωμάτιο της».
Μου φάνηκε περίεργο αλλά δεν έδωσα περισσότερη σκέψη απ' όση έπρεπε.Χρειαζόμουν απεγνωσμένα κάποιον να με σώσει από την Ιρένε και η φίλη μου γιαακόμα μια φορά είχε γίνει ο άγγελος μου. Γι' αυτό έφυγα τρέχοντας και ανέβηκαστο δωμάτιο της για να την βρω.
***
«Είσαι τρελή. Δεν υπάρχει περίπτωση» αναφώνησα σοκαρισμένη την στιγμή που η Μια μου πρότεινε να γίνω παράνυφος της μαζί με την φίλη της την Άντζελα.
«Γιατί όχι;»
«Μια δεν μπορώ να γίνω η παράνυφος σου. Οι γονείς σου με μισούν το τελευταίο που θέλουν είναι να με δουν να στέκομαι δίπλα σου στο ιερό στο πλευρό του αδερφού σου».
«Κρίμα που δεν τους πέφτει λόγος» είπε με ένα ειρωνικό τόνο «Εκτός κι αν υπάρχει άλλος λόγος που δεν θες;»
«Τι άλλος λόγος;» ρώτησα αποφεύγοντας να την κοιτάξω στα μάτια. Η Μία είχε αυτήν την μοναδική ικανότητα να καταλαβαίνει πότε έλεγα ψέματα από χιλιόμετρα μακριά. Ούτε οι γονείς μου δεν μπορούσαν να το κάνουν αυτό.
«Α δεν ξέρω...» έκανε επίτηδες μια παύση. «Ίσως το ότι είναι το ταίρι σου».
«Τι πράγμα;» Η φωνή μου τσιριχτή με πρόδωσε αμέσως «Εγώ...δε...δε...»
«Δεν χρειάζεται να το αρνείσαι. Το κατάλαβα την στιγμή που σας είδα να τσακώνεστε στην αυλή του σπιτιού σου. Κανένας άλλος εκτός από την πραγματική του luna δεν θα μπορούσε να του αντεπιτεθεί με τέτοιο τρόπο» συμπλήρωσε αποτρέποντας οποιαδήποτε γελοία δικαιολογία να βγει από το στόμα μου.
Χαμήλωσα το κεφάλι μου και άφησα το σώμα μου να καθίσει στο μικρό σκαμπόπου υπήρχε μπροστά από το κρεβάτι τουδωματίου. «Δεν είμαι το ταίρι του πια, με απέρριψε και επέλεξε την Ιρένε. Σαν alpha έπρεπε να έχει στο πλευρό του μια αντάξια του και όχι μια omega που θα τον ντροπιάζει».
«Τι βλακείες είναι αυτές».
«Για τον αδερφό σου δεν είναι καθόλου βλακείες».
«Ο αδερφός μου χρειάζεται ένα γερό χτύπημα στο κεφάλι μπας και μπει το μυαλό του στην θέση του».
Το σχόλιο της Μια έκανε ένα χαμόγελο να σχηματιστεί στο πρόσωπο μου. Κάθισε δίπλα μου και τρυφερά και γεμάτη στοργή πέρασε πίσω από το αυτί μου τα μαλλιά μου που κρεμόντουσαν μπροστά. «Είσαι ένας υπέροχος άνθρωπος και είναι ηλίθιος που δεν μπορεί να το δει αυτό».
«Όπως και να έχει, έχει πάρει την απόφαση του και όσο κι αν πονάει σκοπεύω να την σεβαστώ».
«Εσύ μπορεί αλλά εγώ όχι» είπε και με τράβηξε με φόρα για να σηκωθώ από το κρεβάτι. Προχωρήσαμε μαζί στην ντουλάπα και μέσα από αυτή μου αποκάλυψε μια μακριά λευκή θήκη.
«Αυτό είναι για εσένα».
Δίστασα αλλά τα χέρια μου βρέθηκαν στο φερμουάρ της θήκης και την άνοιξαν. Ένα κατάλευκο μακρύ φόρεμα, που ταίριαζε απόλυτα με το νυφικό της Μία, αποκαλύφθηκε από μέσα με ένα σκίσιμο που έφτανε ψηλά μέχρι τον μηρο και μια πλάτη που ήταν όλη έξω.
«Μία δεν...»
«Μην το σκέφτεσαι. Όσο το σκέφτεσαι τόσο θα διστάζεις. Μια απόφαση είναι».
«Οι γονείς σου θα γίνουν έξαλλοι».
«Ένας λόγος παραπάνω για να το κάνεις» δήλωσε με ενθουσιασμό και όσο κι αν δεν ήθελα να το παραδεχτώ είχε δίκιο.
Δάγκωσα νευρικά τα χείλη μου προσπαθώντας να πάρω μια απόφαση. Ήταν τρελά, αλλά ήταν μια τρέλα που ήθελα να κάνω.
«Ας το κάνουμε» είπα και χωρίς καθυστέρηση έβγαλα το φόρεμα που φορούσα και φόρεσα την λευκή τουαλέτα.
***
Καλησπέρα.
Καλό καλοκαίρι.
Τι μου κάνετε;
Έχω καιρό να ανεβάσω κεφάλαιο στους λύκους η κακουργία αλλά έτρεχα πρωί σχολή, απόγευμα δουλειά, που χρόνος για γράψιμο.
Εδώ είμαστε όμως με νέο κεφάλαιο 2200 λεξούλες.
Ο Ντιμίτρι την πάτησε για τα καλά.
Η Λάιλα σήκωσε το ανάστημα της στην Ιρένε και καλά έκανε.
Η Μία απλά θεά.
Δεν έχω να πω κάτι άλλο. Τα σχόλια δικά σας.
Το φόρεμα έκπληξη που έκανε η Μια στην Λάιλα είναι εμπνευσμένο από αυτό το φόρεμα.
Stay Tuned For More.
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro