Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

part three

Κοίταξε το δωμάτιο γύρω της. Θα κοιμόταν στην σοφίτα για τον υπόλοιπο χρόνο, γιατί ο ξενώνας στον οποίο θα κοιμόταν ο Θίο δεν χωρούσε όλα της τα πράγματα. Την Αντζέλικα δεν την ενοχλούσε ιδιαίτερα αυτό. Όσο πιο απομονωμένα, τόσο το καλύτερο. Η σοφίτα μπορεί να ήταν κάπως σκονισμένη και σκοτεινή, όμως έπρεπε να παραδεχτεί πως η θεία Μάργκο και ο Χάρι είχαν κάνει ότι καλύτερο μπορούσαν για να είναι η σοφίτα όσο γινόταν πιο βολική και άνετη για εκείνη.

Ένα μονό κρεβάτι με κίτρινα παπλώματα ήταν τοποθετημένο δίπλα στο παράθυρο. Λίγο πιο δίπλα είχε μια σχετικά μεγάλη ντουλάπα, στην οποία είχε ήδη γεμίσει τα ρούχα της και επειδή ήταν πολλά για να χωρέσουν, μερικά τα κράτησε μέσα στις βαλίτσες της. Ο Θίο της έδωσε τον καθρέφτη που είχε στον ξενώνα για να τον βάλει δίπλα στην ντουλάπα της, εξάλλου ο ίδιος δεν τον χρειαζόταν όσο εκείνη. Το μόνο που ακόμη την ενοχλούσε ήταν ο απαίσιος φωτισμός, που την έκανε να μοιάζει χάλια στις φωτογραφίες.

Έκατσε στο κρεβάτι της. Πίεσε την οθόνη του κινητού της και εμφανίστηκε με μεγάλα γράμματα η ώρα. Ήταν εφτά και τέταρτο, σε λίγη ώρα θα έφευγαν για το σχολείο. Δεν ανυπομονούσε καθόλου για την πρώτη μέρα στο νέο σχολείο. Αφού έβγαλε δύο μπάρες σοκολάτας από την τσάντα της και τις καταβρόχθισε, πήγε προς την ντουλάπα και άρχισε να ψάχνει κάτι καλό να βάλει. Κατέληξε στο συμπέρασμα πως θα ήταν εύκολο να εντυπωσιάσει τους χωριάτες, οπότε δεν θέλησε να καταβάλει πολύ προσπάθεια - εξάλλου, προτιμούσε να ξοδέψει περισσότερο χρόνο στο μακιγιάζ, για να καλύψει τους μαύρους κύκλους με τους οποίους την σημάδεψαν οι χθεσινές αϋπνίες.

Έβγαλε μια μαύρη φούστα και ένα άσπρο πουκάμισο, όμως μετά θυμήθηκε την μητέρα της και άφησε το άσπρο για ένα γαλάζιο πουκάμισο με χρυσές λεπτομέρειες. Από κάτω, έβαλε τις αγαπημένες της μαύρες μπότες και, αρπάζοντας την χτένα της, έτρεξε στο καθρέφτη για να ετοιμάσει τα μαλλιά της. Τα χτένισε με απαλές αλλά γρήγορες κινήσεις και έπειτα τα ίσιωσε. Έπειτα, πήρε το τσαντάκι της και μετά από δέκα λεπτά, ήταν μακιγιαρισμένη και έτοιμη. Κοιτάχτηκε στον καθρέφτη. Ήταν πολύ όμορφη.

Πήρε την τσάντα της και κατέβηκε κάτω στην τραπεζαρία για να βρει τον αδερφό της. Ο Χάρι θα περνούσε στις οχτώ παρά τέταρτο με το αυτοκίνητο για να τους πάει στο σχολείο κι εκείνη τη στιγμή ήταν οχτώ παρά είκοσι.

Ο Θίο ήταν έτοιμος και απολάμβανε ένα τοστ ενώ η θεία Μάργκο του μιλούσε για κάτι που δεν πρέπει να τον ενδιέφερε ιδιαίτερα. Τουλάχιστον ήταν αρκετά ευγενικός ώστε να απαντάει κάθε τόσο. «Καλημέρα,» τους χαιρέτησε και έκατσε κι εκείνη στο τραπέζι. «Καλημέρα γλυκιά μου, θέλεις να φας κάτι;» Της απάντησε βιαστικά ότι έφαγε ήδη και παρόλο που η θεία Μάργκο δεν φάνηκε να καταλαβαίνει, έγνεψε.

Λίγα λεπτά αργότερα, άκουσε την κόρνα ενός αυτοκινήτου απ' έξω. «Ο Χάρι είναι! Ω, θα περάσετε τέλεια, μην σας ανησυχεί τίποτα.» Ο Θίο και η Αντζέλικα την ευχαρίστησαν και βγήκαν από το σπίτι. «Καλή συνέχεια!» τους φώναξε από μέσα.

Το αυτοκίνητο του Χάρι δεν ήταν τίποτα ιδιαίτερο. Ένα μουσταρδί Ford Fiesta του 70, του οποίου το εσωτερικό μύριζε τσιγάρο, βανίλια και Χριστούγεννα. Δεν ήταν και ο πιο συνηθισμένος συνδιασμός και η Αντζέλικα ένιωσε το στομάχι της να ανακατεύεται.

Ο Χάρι έβαλε μπρος την μηχανή. «Εε... πείτε μου αν θέλετε να ανοίξω το παράθυρο. Και βάλτε ζώνη. Σημαντικό.» Όταν ξεκίνησαν, πρόσθεσε: «Λοιπόν, το νέο σας σχολείο έχει ένα θέμα με το πρωινό κουδούνι. Δηλαδή, συνήθως χτυπάει πέντε λεπτά νωρίτερα ή αργότερα από το καθορισμένο και-»

Κάπου εκεί η Αντζέλικα σταμάτησε να ακούει. Υπέροχα, θα αργούσαν από την πρώτη ημέρα. Η μητέρα της πάντα της έλεγε πως η πρώτη εντύπωση ήταν αυτή που μετρούσε (βέβαια η μητέρα της έλεγε πολλά πράγματα που θεωρούσε μαλακίες και της πονούσε η καρδιά να αναλογίζεται πως δεν ήταν όλα μαλακίες).

Και η Αντζέλικα ήξερε τι θα γινόταν. Θα έμπαιναν στο σχολείο, όλοι θα τους κοιτούσαν και θα ψυθίριζαν μεταξύ τους, θα έπαιρναν το πρόγραμμα τους, θα έμπαιναν στην τάξη τους, θα έβρισκαν να καθίσουν με μερικά "τίποτα" ("τίποτα" χαρακτήριζε τα παιδιά των οποίων η ύπαρξη δεν την ενδιέφερε, δηλαδή πάνω κάτω το ογδόντα τοις εκατό του σχολείου), οι καθηγητές θα τους έβαζαν να πουν μερικά λόγια για τον εαυτό τους, το κουδούνι θα χτυπούσε, θα έβγαιναν για διάλειμμα, θα τους έπιανε κουβέντα ο κάθε τυχαίος και μέχρι το τέλος της ημέρας το ηλίθιο σχολείο θα είχε γίνει κτήση της.

Κι όμως, η Αντζέλικα Βένους δεν είχε πάντα δίκιο.

Το κουδούνι χτύπησε το δευτερόλεπτο που βγήκαν από το αυτοκίνητο. Αυτή κι ο Θίο μπήκαν στην αυλή, όμως κανείς δεν φάνηκε να τους παρατηρεί γιατί όλοι προχωρούσαν προς το εσωτερικό του κτηρίου. «Κούνα τα καλαμπόκια που έχεις για πόδια Θίοντορ, πρέπει να βρούμε καλές θέσεις.»

«Έχουμε να πάρουμε το πρόγραμμα.»

Αναστέναξε. «Μετά.»

«Και πως θα ξέρουμε σε ποια τάξη να μπούμε;» ρώτησε με ύφος. Η πρωινή ατμόσφαιρα την έκανε ακόμα πιο οξύθυμη απ' όσο συνήθως, και το κατάλαβε λόγω της ξαφνικής επιθυμίας της να αφήσει τον Θίο μονάχο του και να φύγει.

«Απλά θα μπούμε τυχαία σε μια και ό,τι γίνει.»

Αίθουσα 7. Της άρεσε το νούμερο, οπότε σκέφτηκε "γιατί όχι;". Χτύπησε την πόρτα και έσπρωξε ελαφρά τον Θίο για να μπει μπροστά.

Ο καθηγητής ή καθηγήτρια δεν είχε μπει ακόμη, οπότε επικρατούσε ένα χάος. Το πρώτο πράγμα που έκανε η Αντζέλικα ήταν να κοιτάξει για κάποιο άδειο θρανίο, στο οποίο θα μπορούσε να κάτσει, όμως δεν υπήρχε. Υπήρχαν μόνο δύο κενές καρέκλες. Ένα αγόρι με πορτοκαλί μαλλιά έκανε νόημα στον Θίο να κάτσει δίπλα του και έτσι η μοναδική της επιλογή ήταν να κάτσει στο άλλο θρανίο, μαζί με ένα κορίτσι που φορούσε πράσινο φούτερ και κοιμόταν πάνω στο θρανίο, το πρόσωπο της χωμένο μέσα στα φαρδιά μανίκια της. Δεν σκέφτηκε καν να ρωτήσει πριν κάτσει, όχι επειδή δεν ήθελε να ξυπνήσει την κοπέλα, αλλά απλά επειδή δεν την ένοιαζε αρκετά.

Καθώς έβγαζε τα πράγματα της από την τσάντα, άκουσε την καρέκλα να τρίζει. Η διπλανή της είχε ξυπνήσει. Γύρισε να την κοιτάξει.

Όχι, όχι. Γιατί; Τι έκανε στο σύμπαν και την μισούσε; Ήταν καλός άνθρωπος. Καλά, ίσως όχι. Αλλά δεν της άξιζε τέτοια μοίρα. Ήταν σχεδόν λες και ο κόσμος την δοκίμαζε. Λες και ήταν σε εκπομπή που κάνει φάρσες. Έλπιζε πραγματικά να ήταν σε εκπομπή που κάνει φάρσες, γιατί τουλάχιστον αυτό θα σήμαινε πως το σύμπαν δεν την είχε μόλις φτύσει στο πρόσωπο.

«Αχ, όχι εσύ.»

«Α, τέλεια.»

Το εκνευριστικό πλάσμα με το οποίο πριν δύο μέρες είχε τσακωθεί στο γήπεδο ποδοσφαίρου την κοιτούσε έκπληκτη. Πήρε τα μάτια της από την Αντζέλικα και πήρε μια βαθιά ανάσα, έμοιαζε σαν να έκανε μια πολύ σημαντική συζήτηση με τον εαυτό της. Πάνω που η Αντζέλικα άρχισε να πιστεύει πως μέχρι εκεί θα έφτανε η επαφή τους, το κορίτσι άνοιξε το στόμα του. «Κοίτα, λυπάμαι για προχθές. Αυτό που είπα ήταν πολύ κακό.»

Όντως της είχε ζητήσει συγγνώμη; Δεν ήξερε πως να απαντήσει, γιατί απλά δεν περίμενε ότι κάτι τέτοιο θα μπορούσε να συμβεί. «Ναι,» μουρμούρισε. «Ήταν.»

«Ωστόσο εσύ το άρχισες οπότε κανονικά εσύ θα έπρεπε να είσαι αυτή που θα μου ζητούσε συγγνώμη,» συνέχισε ακάθεκτη.

Η Αντζέλικα ήθελε να γελάσει. «Καλό αστείο.»

«Δεν το-»

«ΚΑΛΗΜΕΡΑ ΠΑΙΔΙΑ ΜΟΥ,» τις διέκοψε η μπάσα φωνή ενός καθηγητή που μόλις μπήκε στην αίθουσα. Η Αντζέλικα είδε από τους μπροστινούς της πως είχαν βγάλει το βιβλίο Φυσικής κι έτσι τους μιμήθηκε.

Ο κύριος Τζένινγκς (όπως έμαθε αργότερα το όνομα του) ήταν ένας ψηλός και κάπως τρομαχτικός άντρας με Σκωτσέζικη προφορά, την οποία ήταν δύσκολο να συνηθίσει κανείς. Έτσι, η κοπέλα δεν καταλάβαινε τα μισά από αυτά που έλεγε, μέχρι την στιγμή που ακούστηκε το όνομα της.

«Θίοντορ και Αντζέλικα Βένους.» Μετά ακολούθησε κάτι που δεν κατάφερε να καταλάβει - εκτός από τις λέξεις "φυσική", "μάθημα", "σημαντικό", "κόσμος" - αλλά χαμογέλασε στον καθηγητή και έγνεψε.

«¡Maldita perraάκουσε την διπλανή της να μουρμουρίζει.

Γύρισε και την κοίταξε με χαμόγελο που έσταζε ειρωνία. Αυτή η χωριάτισσα ήταν τόσο τυχερή που βρισκόντουσαν μέσα σε τάξη και δεν μπορούσε να την χτυπήσει. «¿De verdad crees que no de lo que estás hablando? Yo también hablo español, idiota

«Entonces traduce estoΈπειτα της ύψωσε το τρίτο δάχτυλο, αρκετά χαμηλά για να μην το δει ο Τζένινγκς αλλά αρκετά ψηλά για να το δει καλά η Αντζέλικα.

«Δεσποινίδες Κορτέζ και Βένους, πάψτε!»

Α, αυτό το κατάλαβα.

Αγνόησε την επιθυμία να αρχίσει να βρίζει την νέα της διπλανή και στις τρεις γλώσσες που γνώριζε, όμως αποφάσισε πως, καθώς η πρώτη εντύπωση μετράει, θα ήταν καλύτερο να μην εκνευρίσει τον καθηγητή Φυσικής.

Γύρισε να δει πως τα πήγαινε ο Θίο με τον νέο του διπλανό. Ο κοκκινοτρίχης δεν φαινόταν να έχει βγάλει το σκασμό και κατά πάσα πιθανότητα ο αδερφός της τον αγνοούσε για να προσέξει στο μάθημα. Ένιωσε ανακούφιση όταν σκέφτηκε πως τουλάχιστον ούτε εκείνος περνούσε καλά.

Όλα αυτά και ακόμη ήταν η πρώτη ώρα...

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro