Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

47. Το έπιασες το νόημα.

Εισπνοή, εκπνοή.

Όσο πιο κοντά φτάνουμε στον προορισμό μας, τόσο περισσότερο αγχώνομαι. Και, μετά από τόσες ώρες δρόμο, το μόνο σίγουρο είναι πως πλέον η καρδιά μου κοντεύει να σπάσει τόσο γρήγορα που χτυπάει.

Εισπνοή, εκπνοή.

Εισπνοή— «Ηρέμησε μωρό μου, για όνομα του Θεού! Δεν σε πάω για σφαγή!» λέει εύθυμα, κάνοντας μια αποτυχημένη προσπάθεια να αποβάλλει την ένταση μου.

Ναι, αλλά με πας στο σπίτι των γονιών σου. Εκεί που θα είναι μαζεμένη ολόκληρη η οικογένεια σου.

Αρκετά κοντά σε σφαγή, κατά την γνώμη μου.

Παρά τις ειρωνικές ατάκες που τριγυρνάνε στο μυαλό μου, δεν μου περνάει απαρατήρητο το πώς με αποκάλεσε μόλις.

Μωρό μου.

Δύο μόνο λέξεις, που όμως είναι αρκετές για να κάνουν την καρδιά μου να φτερουγίσει.

Και είμαι βέβαιη πως θα φτερούγιζε αλλά, σε αντίθεση με τον Φίλιπ, το γεγονός πως στο πίσω κάθισμα βρίσκεται το παιδί μας δεν μου διαφεύγει.

Γυρνάω γρήγορα το κεφάλι μου προς τα πίσω, αντικρίζοντας προς ανακούφιση μου έναν Τζέικ υπερβολικά αφοσιωμένο στο αυτοκινητάκι που κρατάει στα χέρια του για να παρακολουθήσει την συζήτηση μας.

Δόξα τω θεώ!

Στέκομαι για μερικές στιγμές ακόμα να τον κοιτάζω, περιμένοντας να δω την οποιαδήποτε αλλαγή στην έκφραση του. Όταν είμαι σίγουρη πλέον πως δεν έφτασε στα αυτιά του κάτι που δεν έπρεπε να ακούσει ακόμα, στρέφομαι προς το μέρος του Φίλιπ. Του ρίχνω μια κλέφτη ματιά, που καταφέρνει με αποτελεσματικότητα όμως να εξαφανίσει το λοξό χαμόγελο του.

Ναι, το έπιασες το νόημα.

Μόνο στην σκέψη πως θα μπορούσε να έχει ακούσει τον Φίλιπ να με αποκλειστική 'μωρό του'…. Δεν θα σταματούσε τις ερωτήσεις με τίποτα!

Και εκτός αυτού δεν είναι με τίποτα ούτε ο χρόνος, ούτε και ο τόπος κατάλληλος για να μάθει για την σχέση μας. Είμαστε επίσημα μαζί μερικές ώρες μονάχα. Καλύτερο θα ήταν να περιμέναμε λίγο ακόμα, να σιγουρευτούμε ότι αυτό μεταξύ μας θα λειτουργήσει.

«Κράτα το βλέμμα σου στον δρόμο Φίλιπ»  του λέω κοφτά, εκνευρισμένη από την απερισκεψία του.

«Κάποια ξύπνησε με νευράκια μου φαίνεται» μονολογεί, με φωνή τόσο ψιθυριστή που με το ζόρι καταφέρνω να ακούσω τι είπε.

«Ναι, λοιπόν νομίζω δικαιολογούμαι για μια φορά και εγώ! Δεν είναι ακριβώς στην λίστα με τα σχέδιά μου να πεθάνω τώρα σύντομα. Θεωρώ τον εαυτό μου νέο ακόμα, αν θες να ξέρεις!» καγχάζω.

Δυσκολεύομαι να πιστέψω πως θα με δεχτούν με αγκαλιές και φιλιά, μετά από όλα αυτά. Ακόμα και αν με υπερασπίστηκαν στην αρχή, δεν γίνεται τα αισθήματα τους για μένα να παρέμειναν τα ίδια μετά από τόσα χρόνια που ήμουν απούσα από τις ζωές τους. Και, αν μη τι άλλο, πλήγωσα τον γιο τους.

Ή τουλάχιστον έτσι νομίζουν αυτοί. Γιατί κακά τα ψέματα, αν είναι κάποιος πληγωμένος από όλη αυτή την ιστορία αυτή είμαι σίγουρα εγώ.

«Να πεθάνεις;» πετάγεται μια πανικοβλημένη φωνή. «Μαμάκα!»

Γουρλώνω τα μάτια μου, και με μιας γυρνάω ολόκληρο μου το σώμα προς το μέρος του Τζέικ. Και είμαι αρκετά σίγουρη πως η καρδιά μου ράγισε στο θέαμα των πλημμυρισμένων από τα δάκρυα μάτια του.

Ω θεέ μου, τι ηλίθια που είμαι!

Πριν καν προλάβω να κάνω κάποια κίνηση να τον παρηγορήσω, έχει ήδη προλάβει να μετακινηθεί από την θέση του αρκετά ώστε να τυλίξει τα μικροσκοπικά χεράκια του γύρω από τον λαιμό μου.

Σφίγγω τα χέρια μου γύρω του, παγιδεύοντας τον στην αγκαλιά μου. Με τα χίλια ζόρια, καταφέρνω να τον σηκώσω αρκετά έτσι ώστε να τον φέρω στην μπροστινή θέση, και να τον καθίσω στα πόδια μου.

«Μωρό μου, μια πλάκα ήταν μόνο! Η μαμάκα δεν πρόκειται να σε αφήσει για πολύ καιρό ακόμα. Στο υπόσχομαι!» του ψιθυρίζω στο αυτί, κουρνιάζοντάς τον ταυτόχρονα στην αγκαλιά μου.

Νιώθω το αμάξι να σταματάει να κινείται, και στρέφω το ανήσυχο βλέμμα μου στον Φίλιπ, ο οποίος διαπιστώνω πως ήδη μας κοιτάζει με την ίδια έκφραση καθρεφτισμένη στο πρόσωπο του. Όταν τα βλέμματα μας ενώνονται, η ματιά του ουρλιάζει: "Και μετά λες να προσέχω εγώ τα λόγια μου μπροστά του!".

Σμίγω τα φρύδια μου, δίνοντας του να καταλάβει πως δεν είναι ώρα για αυτά τώρα. Παρόλο που είναι μια από αυτές τις σπάνιες φορές που συμφωνώ απόλυτα μαζί του, δεν πρόκειται να το παραδεχτώ.

Γιατί, ξέροντας τον καλά, θα μου το χτυπάει για πολύ καιρό. Αυτό είναι κάποιο από τα χαρακτηριστικά του που είμαι σίγουρη πως δεν άλλαξαν στο πέρασμα του χρόνου.

«Πες κάτι!» σχηματίζω με τα χείλη μου.

Πάντα τον ακούει ο Τζέικ. Είναι λες και έχει την δυνατότητα να τον ηρεμεί, απλά και μόνο επειδή αναπνέει κοντά του.

Ούτε δύο δευτερόλεπτα δεν περνάνε από τότε που του το λέω, όταν σχηματίζεται ένα πονηρό χαμόγελο στα χείλη του.

Ωχ.

«Τζέικ;» λέει σιγανά ο Φίλιπ, γέρνοντας προς το μέρος μας.

Αμέσως μόλις ηχεί η φωνή του νιώθω το σώμα του Τζέικ να κοκαλώνει, περιμένοντας με προσοχή να ακούσει αυτό που θέλει να του πει ο μπαμπάς του.

«Η μαμά σου δεν πρόκειται να πάει πουθενά, αλήθεια σου λέει. Ξέρεις πως το ξέρω;» λέει πρόσχαρα, με την φωνή του να υψώνεται ελάχιστα πιο πολύ.

Μερικά δευτερόλεπτα σιωπής περνάνε, και καταλαβαίνω πως ο Φίλιπ περιμένει κάποια αντίδραση από μέρους του για να συνεχίσει. Στιγμές αργότερα το καταλαβαίνει και ο Τζέικ, καθώς το κεφάλι του φεύγει από τον λαιμό μου, για να στρέψει το βλέμμα του πάνω στον Φίλιπ.

«Πως;» ψιθυρίζει στενάχωρα, σφίγγοντας τα χέρια του περισσότερο γύρω από τον λαιμό μου.

«Λοιπόν…» κάνει μια μικρή παύση για να με κοιτάξει, «Η μαμά σου δεν μπορεί να μας αφήσει τώρα γιατί...»

Δεν είμαι καν σίγουρη πως θέλω να ακούσω ότι έχει να πει ύστερα από τόσες παύσεις. Είναι λες και.... λες και ζυγίζει προσεκτικά την αντίδραση μου στα λόγια του.

«… γιατί τώρα θα γίνουμε επιτέλους οικογένεια. Μια κανονική οικογένεια. Θα έχεις έναν μπαμπά και μια μαμά που αγαπιούνται, που θα είναι πάντα στο πλάι σου» πετάει, κάνοντας με να ανοίξω διάπλατα τα μάτια μου από την έκπληξη.

Τι του είπε μόλις...;

Είμαι σίγουρη πως δεν έχω ξαναρίξει τέτοιο φλογερό βλέμμα σε κάποιον ποτέ άλλοτε.

Θεέ μου! Θέλω… θέλω... να τον φιλήσω μέχρι να παρακαλάει για έλεος. Και μετά να τον πνίξω με τα ίδια μου τα χέρια!

Νόμιζα ότι είχαμε συμφωνήσει πως θα περιμέναμε λίγο καιρό, πως δεν θα του το λέγαμε ακόμα!

Έπρεπε πρώτα να είμαστε σίγουροι πως όλο αυτό μεταξύ μας θα λειτουργήσει, χωρίς προβλήματα και εντάσεις να μπαίνουν συνεχώς στην μέση!

«Μαμάκα λέει αλήθεια;» αναφωνεί ενθουσιασμένος, με τα μάτια του να λάμπουν από την χαρά.

Κάτι τέτοια βλέμματα από μέρους του κάνουν την καρδιά μου να σφίγγεται από συγκίνηση, και αυτό επειδή είναι σπάνια. Αυτό το γνήσιο χαμόγελο, ο τρόπος που μιλάει -λες και μόλις του χαρίσαμε τον κόσμο όλο.

Χωρίς να μπορώ να το ελέγξω, αναστενάζω και του χαρίζω ένα πλατύ χαμόγελο γεμάτο τρυφερότητα.

«Αλήθεια λέει μωρό μου» δεν προλαβαίνω καν να τελειώσω την πρόταση μου όταν ένας τσιριχτός ήχος ελευθερώνεται από το στόμα του Τζέικ, γεμίζοντας τον χώρο του αμαξιού.

«Είστε οι καλύτεροι γονείς του κόσμου!» αναφωνεί χαρούμενος καθώς προσπαθεί με τα μικροσκοπικά του χεράκια να μας αγκαλιάσει και τους δύο.

Οι καλύτεροι γονείς του κόσμου.

Μας θεωρεί τους καλύτερους γονείς επειδή του δώσαμε αυτό που τα περισσότερα παιδιά έχουν ως δεδομένο.

Αυτά τα λόγια είναι ότι καλύτερο θα μπορούσε να μου πει ποτέ κανείς, και το γεγονός πως προέρχονται από το στόμα του Τζέικ τις κάνουν ακόμα περισσότερο ξεχωριστές -αν αυτό είναι δυνατόν.

Όμως ούτε αυτό δεν είναι αρκετό για να εξαφανίσει τελείως τον πόνο που νιώθω τόσα χρόνια, που δεν κατάφερα να προσφέρω στον γιο μου την ολοκληρωμένη οικογένεια που τόσο ήθελε.

Όμως το κατάφερα τώρα. Το καταφέραμε.
Ακόμα και αν χρειάστηκαν πολλά χρόνια, ο Τζέικ θα μπορεί πλέον να ξυπνάει κάθε πρωί ξέροντας πως όταν θα γυρίσει από το σχολείο, ο πατέρας του θα βρίσκεται πάντα σπίτι να τον περιμένει.

Και η ανακούφιση που μου προσφέρει αυτή η βεβαιότητα είναι αρκετή για να χαλαρώσω. Να επιτρέψω σε αυτές τις έξι λεξούλες, που τριγυρνάνε στο μυαλό μου από την στιγμή που τις άκουσα, να μου φτιάξουν την ημέρα.

Και η δικιά μου σίγουρα πλέον δεν μπορεί να γίνει καλύτερη.

Τι άλλο θα μπορούσα να ζητήσω;

Είμαι μέσα στο αμάξι του Φίλιπ, αγκαλιά με τους δυο πιο σημαντικούς άντρες της ζωής μου, και δεν θα μπορούσα να σκεφτώ κανένα άλλο μέρος στο οποίο θα προτιμούσα να βρίσκομαι.

Δεν νομίζω να έχω ξανανιώσει τόσο ολοκληρωμένη ποτέ άλλοτε στην ζωή μου.

* * *

Εκπνοή, εισπνοή.

Όχι. Κάτι δεν μου κολλάει. Πώς αναπνεύουμε, είπαμε;

Εισπνοή, εκπνοή.

Σωστά!

Ηρεμία. Ηρεμία, Μπέλα! Θεέ μου..

Δυσκολεύομαι να πιστέψω την τροπή που έχει πάρει η ζωή μου τα τελευταία εικοσιτετράωρα. Χώρισα με τον Ντέιμον, είμαστε μαζί με τον Φίλιπ, ο Τζέικ γνωρίζει για την σχέση μας και το κερασάκι στην τούρτα —βρισκόμαστε σε απόσταση αναπνοής από την οικογένεια του.

Μετα από τόσα χρόνια... Βρίσκομαι και πάλι εδώ, μόλις μερικά μέτρα μακριά από την είσοδο του σπιτιού, κοιτάζοντας το ανήμπορη να κρύψω τον θαυμασμό μου.

Είναι ακριβώς όπως το θυμόμουν, μεγάλο και επιβλητικό.

Παρόλο που περνούσα αρκετό χρόνο εδώ με την οικογένεια του Φίλιπ παλιά, δεν μπορούσε να περάσει μια φορά που να μην εκτιμήσω το πόσο όμορφο ήταν το θέαμα που είχα μπροστά μου.

Και μόνο στη σκέψη του ποιοι βρίσκονται στο εσωτερικό αυτού του σπιτιού...

Το ίδιο πιθανό είναι να με μισούν, και να μην θέλουν καν να πατήσω το πόδι μου εκεί μέσα. Αλλά, προφανώς, ο μόνος λόγος που το κάνουν είναι ο Φίλιπ. Και ο Τζέικ. Θέλουν να γνωρίσουν τον εγγονό τους, φυσικά, και αυτό δεν μπορεί να γίνει χωρίς την παρουσία της μαμάς του. Αλλιώς ούτε ζωγραφιστή δεν θα ήθελαν να με δουν, αυτό είναι το μόνο σίγουρο.

Το σκέφτομαι και το ξανασκέφτομαι, λες και υπάρχει πιθανότητα στο πέρασμα της ώρας να αλλάξουν και αυτοί άποψη για εμένα. Όσο και αν προσπαθεί να με καθησυχάσει ο Φίλιπ, ξέρω πως έχει άδικο.

Έχω και εγώ γιο. Και ξέρω καλά πως εάν υπήρχε θηλυκό που είχε πληγώσει τον Τζέικ και βρισκόταν σε κοντινή απόσταση από εκείνον, θα την ξεμάλλιαζα.

Οπότε δεν μπορώ και ακριβώς να κατηγορήσω την οικογένεια του, την μαμά του, εάν θέλει και αυτή το ίδιο.

Η προσφώνηση του ονόματός μου από τον Φίλιπ με βγάζει από τις σκέψεις μου, και γυρνάω ελάχιστα το κεφάλι μου για να δω το χέρι του να κρατάει προστατευτικά αυτό του Τζέικ, και —κοιτάζοντας προς τα πάνω,
να με κοιτάζει, ως συνήθως, με ένα βλέμμα που φωνάζει ειρωνία από μίλια μακριά.

Και, γαμώτο, αν δεν με επηρέαζε τόσο η κοντινή απόσταση στην οποία βρισκόμαστε θα τον έβαζα στην θέση του.

«Τι λες, θα κουνηθείς;» ρωτάει, μα προφανώς δεν περιμένει απάντηση καθώς έρχεται πλάι μου και βάζει το ελεύθερο του χέρι γύρω από την μέση μου, σπρώχνοντας με απαλά για να περπατήσω.

Α, πολύ θάρρος δεν πήραμε;

«Ε-εγώ λέω να κάτσω εδώ έξω να σας περιμένω, πηγαίνετε εσείς. Έχει... έχει τόσο ωραίο καιρό, λέω να πάω καμιά βόλτα εδώ τριγύρω».

Ανασηκώνει το φρύδι του στα λόγια μου, και σηκώνει το βλέμμα του για να ρίξει μια ματιά στον ουρανό.

«Αυτό που βλέπω εγώ, είναι ότι θα αρχίσει να βρέχει από λεπτό σε λεπτό. Οπότε άρχισε να περπατάς γρήγορα πριν εμφανιστούμε βρεγμένοι μέχρι το κόκκαλο στην πόρτα των γονιών μου» λέει καθώς διανύουμε την μικρή απόσταση.

«Αλήμονο, να εμφανιστούμε βρεγμένοι και να βρέξουμε και τα πατώματα! Θεός φυλάξει!» λέω, στριφογυρίζοντας τα μάτια μου.

Η ειρωνική μου διάθεση κάνει φτερά, ακριβώς την στιγμή που ο Φίλιπ απλώνει το χέρι του για να χτυπήσει το κουδούνι.

Ω, θεέ μου, έφτασε η ώρα. Σκατά.

Ο χτύπος της καρδιάς μου ηχεί τόσο δυνατά που με το ζόρι ακούω το κουδούνι.

Τικ.

Τακ.

Τικ.

Τακ.

Τικ — «Μπέλς!»

Στο άκουσμα αυτής της άλλοτε τόσο οικείας φωνής, ανοίγω να μάτια μου -τα οποία για λίγες στιγμές, που φάνηκαν αιώνες, ήταν σφιχτά κλεισμένα.

«Μάθιου!» αναφωνώ με γνήσια χαρά, όταν τον βλέπω που με κοιτάζει με μάτια που λάμπουν.

Η ανακούφιση που νιώθω δεν περιγράφεται. Περίμενα να μας υποδεχτούν οι γονείς του Φίλιπ, και ένας θεός ξέρει πόσο χαίρομαι που δεν συνέβη κάτι τέτοιο.

«Γεια σου και εσένα αδελφούλη» αποκρίνεται ο Φίλιπ, με την χαρακτηριστική πλέον ειρωνική του φωνή.

Τότε μόνο το βλέμμα του φεύγει από πάνω μου, για να προσγειωθεί στον αδελφό του που στέκεται κολλημένος δίπλα μου.

«Ω, μην μου κάνεις ζήλιες τώρα! Σε τρώω κάθε μέρα στην μάπα εδώ και... αρκετό καιρό. Πιστεύω μπορείς να επιβιώσεις μια μέρα στην οποία το κέντρο της προσοχής μου θα είναι η Μπέλα και όχι εσύ!» λέει ο Μάθιου, ευδιάθετος.

Πόσο μου έλειψε αυτός ο άνθρωπος! Δεν είχα συνειδητοποιήσει πόσο, μέχρι που είδα το χαμόγελο του ξανά. Από τότε που έριξα μαύρη πέτρα πίσω μου, ποτέ δεν βρέθηκε άνθρωπος στον κύκλο μου με τόση θετική ενέργεια όπως ο Μάθιου.

«Θα βάλω τα δυνατά μου να επιβιώσω. Αλλά κακομοίρη μου, ένα σου λέω. Το κρίμα θα είναι όλο στο λαιμό σου!» συνεχίζει την πλάκα ο Φίλιπ, με ένα αχνό χαμόγελο να έχει σχηματιστεί και στα δικά του χείλη.

«Και... ποιος είναι αυτός εδώ ο μικρός ανθρωπάκος;» λέει παιχνιδιάρικα, σκύβοντας στο ύψος του Τζέικ.

«Είμαι ο Τζέικ!» λέει χαμογελαστά, με την διάθεση του να βρίσκεται εμφανώς στα ύψη.

«Χάρηκα για την γνωριμία, Τζέικ! Εγώ είμαι ο αδελφός του μπαμπά σου, ο Μάθιου».

«Είχα ένα κουνελάκι πριν αρκετό καιρό που τον λέγαν Μάθιου» αναφωνεί, με το που ακούει το όνομα του θείου του.

«Αλήθεια;»

«Ναι, αλλά δεν έζησε πολύ» κατσουφιάζει.

Ναι, και ειλικρινά αναρωτιέμαι το γιατί...

«Ω, κρίμα! Αλλά είμαι σίγουρος πως ο μπαμπάς σου θα σου πάρει άλλο αν το ζητήσεις» χαμογελάει, καθώς σηκώνεται και πάλι στο ύψος του.

Γουρλώνω τα μάτια μου στα λόγια του, και γυρνάω γρήγορα το βλέμμα μου για να ρίξω ένα προειδοποιητικό βλέμμα στον Φίλιπ.

Δεν πρόκειται να ξαναπάρουμε ζωάκι στον Τζέικ, είτε είναι κουνέλι είτε είναι σκατζόχοιρος. Απλά δεν κάνει για ζώα..

«Αλήθεια λέει, μπαμπάκα;» αναφωνεί.

«Όχι!» απαντώ γρήγορα, την ίδια στιγμή που ο Φίλιπ λέει: «Εεε.. φυσικά».

Τέλεια.

«Ωραία, αλλά να ξέρεις Φίλιπ πως τα ζωάκια θέλουν και φροντίδα. Ο Τζέικ δυστυχώς σε αυτή την ηλικία μόνο για αγκαλίτσες και χαδάκια είναι, οπότε μάντεψε ποιος θα το ταΐζει, και θα καθαρίζει τα περιττώματα του!» λέω, απολαμβάνοντας τρομοκρατημένο ύφος που υιοθετεί ο Φίλιπ μόλις με ακούει.

Τώρα καταλαβαινόμαστε.

«Εεε... τι λέτε να πάμε μέσα που περιμένουν και οι υπόλοιποι, και να λύσετε μετά το θέμα με το μελλοντικό ζωάκι του Τζέικ;» πετάει ο Μάθιου αλλάζοντας την κουβέντα.

Αυτομάτως μόλις ακούω τα λόγια του παρατηρώ τους χτύπους της καρδιάς μου να αυξάνονται ξανά, και την αναπνοή μου να αλλάζει από το άγχος που με κυριαρχεί.

«Φυσικά, άλλωστε έχουμε όλο τον χρόνο του κόσμου για μια τέτοια συζητηση. Τώρα δεν είναι η κατάλληλη ώρα» απαντάει και για τους δύο μας ο Φίλιπ, παρατηρώντας και ο ίδιος την αλλαγή στην διάθεση μου, ενώ νιώθω ξανά το χέρι του γύρω από την μέση μου καθώς αρχίζουμε να περπατάμε προς το εσωτερικό του σπιτιού.

«Εγώ τώρα θα ήθελα να το συζητήσουμε, αν δεν σε πειράζει. Άλλωστε έχουμε όλο το χρόνο του κόσμου για να ξανά επισκεφθούμε τους γονείς σου!» λέω στο αυτί του, αλλάζοντας τα λόγια του προς όφελος μου.

«Ω, θα' θελες μωρό μου!» ψιθυρίζει, πριν με φιλήσει μια τελευταία φορά στο πλάι του κεφαλιού και αρχίσει σκόπιμα να επιταχύνει το βήμα του.

Γαμώτο!

Τώρα.. τώρα αρχίζουν τα δύσκολα!

***
Hey loves! Ξέρω, δεν έχω ξανά αργήσει ποτέ τόσο να ανεβάσω κεφάλαιο και ζητώ συγγνώμη για αυτό! Θα προσπαθήσω να ανεβάζω πιο συχνά!

Ελπίζω να σας άρεσε το κεφάλαιο❣️

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro