Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

46. Δεν το έκανα.

Σιωπή επικρατεί στο δωμάτιο για μερικές στιγμές. Το μόνο που ακούγεται είναι οι ανάσες μας καθώς μένουμε αγκαλιασμένοι στο κρεβάτι.

Αισθάνομαι λίγο άσχημα που θα χαλάσω, έστω και για λίγο, αυτή την στιγμή ηρεμίας ανάμεσα μας, όμως η ψύχρα του χειμώνα βρήκε τον τρόπο να με φτάσει, ακόμα και μέσα στο ζεστό κράτημα του Φίλιπ.

Ανασηκώνομαι όσο χρειάζεται ώστε να βρεθώ κάτω από τα σκεπάσματα, ενώ ύστερα επιχειρώ να τα τραβήξω προς τα πάνω, βάζοντας λίγη περισσότερη δύναμη λόγω του βάρους του Φίλιπ που κάνει αυτή την προσπάθεια λίγο πιο δύσκολη από ότι θα ήταν κανονικά.

Ξεφυσάω ηττημένη, καθώς αποτυγχάνω παταγωδώς, ενώ ταυτόχρονα το γέλιο του Φίλιπ ηχεί στο δωμάτιο κάνοντας με να χαμογελάσω -παρά το γεγονός πως με κοροϊδεύει.

«Ορίστε μωρό μου», αποκρίνεται καθώς με δύο επιδέξιες κινήσεις βρίσκεται πλέον και αυτός κάτω από το πάπλωμα, μη αποτελώντας πλέον εμπόδιο ανάμεσα σε εμένα και την ζεστασιά.

Του χαρίζω ένα μικρό χαμόγελο πριν τραβήξω τα σκεπάσματα προς το μέρος μου, σκεπάζοντας μας και τους δύο.

«Ορίστε, πολύ καλύτερα τώρα» μουρμουρίζω ευχαριστημένη, και κουρνιάζω στην αγκαλιά του.

«Μμμμ» μουγκρίζει ως απάντηση, ενώ ταυτόχρονα τρίβει την μύτη του στην βάση του λαιμού του.

Αυτό το αίσθημα ανατριχίλας που μου προκαλεί το παραμικρό άγγιγμα από μέρους του πάντα με εκπλήσσει. Μου φαίνεται πως ποτέ δεν θα το συνηθίσω.

«Νιώθω τόσο… ανάλαφρη. Λες και τόσο καιρό βρισκόταν κάποιο βάρος πάνω μου, και τώρα απλά... εξαφανίστηκε» μονολογώ, νιώθοντας την ανάγκη να του εκφράσω ακριβώς πως αισθάνομαι.

«Όλα φαντάζουν σωστά τώρα», συνεχίζω, «Για πρώτη φορά εδώ και πολύ καιρό δεν υπάρχει κάποιο πρόβλημα που θα έπρεπε να μας απασχολεί στον ορίζοντα» καθώς λέω τα τελευταία λόγια, μου φαίνονται σχεδόν σαν ψεύτικα.

Παρόλο που υπάρχουν ένα- δύο άτομα σε αυτόν τον πλανήτη των οποίων η παρουσία αποτελεί απειλή για την προσωπική μου ηρεμία και γαλήνη, αυτή τη στιγμή δεν θα μπορούσε να με νοιάζει ούτε στο ελάχιστο. Τώρα βρίσκομαι στην αγκαλιά του, ζω αυτό που πριν λίγο καιρό μου φάνταζε όνειρο. Θα ήταν εγωιστικό από μέρους μου να νοιάζομαι για το οτιδήποτε άλλο εκτός από το πόσο χαρούμενη και πλήρης νιώθω.

«Βασικά… ίσως υπάρχει ένα ακόμα μικρό προβληματάκι» η διστακτική φωνή του Φίλιπ τρυπάει στα αυτιά μου, κατεβάζοντας με από το ροζ συννεφάκι στο οποίο βρισκόμουν.

Στρέφω κάπως απότομα την ματιά μου πάνω του, κοιτώντας τον με περιέργεια, περιμένοντας τον να πει περισσότερα.

Περνάνε αρκετά δευτερόλεπτα, στα οποία δεν κάνουμε τίποτα άλλο από το να κοιταζόμαστε -κάτι που στην προκειμένη περίπτωση με εκνευρίζει με έναν πρωτόγνωρο τρόπο.

Λατρεύω να βλέπω το βλέμμα του να εκφράζει όλα όσα το στόμα του δεν μπορεί να πει, αλλά τώρα απλώς δεν μπορώ -δεν έχω την υπομονή. Όταν σου πετάει μια τέτοια βόμβα και μετά απλώς σταματάει, πιστεύω δικαιολογείται η οποιαδήποτε αρνητική αντίδραση.

Ειδικά στην περίπτωση μας, μετά από όλα όσα έχουμε περάσει, δεν θέλω καν να προσπαθήσω να μαντέψω τι μπορεί να θέλει να πει όταν λέει 'μικρό προβληματάκι'. Πλέον η φαντασία μου έχει στερέψει, όλα τα άσχημα σενάρια που θα μπορούσε κανείς να φανταστεί μου έχουν συμβεί. Δεν μπορώ να σκεφτώ κάτι αρνητικό που να μην έχει συμβεί ήδη στην ζωή μου, είτε στο παρελθόν, είτε πρόσφατα.

«Λοιπόν;» ανασηκώνω τα φρύδια μου, ενώ νιώθω την καρδιά μου να αυξάνει τους χτύπους της ανά δευτερόλεπτο. Και όχι, δεν είναι από προσμονή. Είναι από ανησυχία. Φόβο.

Αυτό το συναίσθημα που ξέρω τόσο καλά.

Αυτό το ίδιο συναίσθημα που σιχαίνομαι με όλο μου το είναι.

Δεν λέει να με εγκαταλείψει, γαμώτο. Και δεν μπορώ να το αποδεχτώ -όσο και αν το έχω προσπαθήσει. Δεν θα με αφήσει ποτέ στην ησυχία μου. Τελεία και παύλα.

«Ας πούμε μόνο πως είχα ξεχάσει να αναφέρω στους γονείς μου πως έχουν εγγόνι» αρχίζει, με το πρόσωπο του να έχει υιοθετήσει μια αγανακτισμένη έκφραση.

Τι; Ανοίγω το στόμα μου για να αρχίσω με τις κάμποσες ερωτήσεις που έχουν μαζευτεί στο πίσω μέρος του εγκεφάλου μου, όμως το βλέμμα που μου ρίχνει με κάνει να καταλάβω πως δεν έχει τελειώσει, οπότε περιμένω.

«Μίλησα με την μητέρα μου σήμερα και… κάπως έφερα την κουβέντα σε εσένα και τον Τζέικ. Άρχισε να ρωτάει ποιος είναι ο Τζέικ, της είπα ότι είναι ο γιος μου και… αυτό. Για μερικές στιγμές νόμιζα πως είχε πάθει κανένα εγκεφαλικό βέβαια, αλλά τελικά όλα καλά» λέει με αδιάφορη έκφραση, ενώ εγώ από την άλλη είμαι έτοιμη να γελάσω από το σοκ.

«Ξέχασες να πεις στους γονείς σου πως έχεις γιο;» γελάω, χτυπώντας τον παιχνιδιάρικα στο μπράτσο.

«Ουπς;» χαμογελάει ενοχικά, κάτι που τον κάνει απολύτως αξιολάτρευτο.

«Είσαι απίστευτος!» λέω, επιστρέφοντας του το χαμόγελο.

«Ελπίζω να είσαι έτοιμη να δεις την οικογένεια Ντάιαμοντ ξανά, γιατί θα πάμε το μεσημέρι για φαγητό» ξεφουρνίζει, κάνοντας με να γουρλώσω τα μάτια μου.

«Τι;» πετάγομαι από το κρεβάτι.

«Σοβαρολογείς; Σε παρακαλώ, πες μου ότι κανείς πλάκα!» είμαι σίγουρη πως η τρομοκρατημένη έκφραση στο πρόσωπο μου θα είναι παραπάνω από εμφανής.

Πώς γίνεται να πετάει κάτι τέτοιο από την μια στιγμή στην άλλη, γαμώτο;

«Γιατί κανείς έτσι βρε μωρό μου; Ξέρεις πως οι γονείς μου σου είχαν τρελή αδυναμία» προσπαθεί να με λογικεύσει, αλλά δυστυχώς για αυτόν χρησιμοποιεί όλα τα λάθος επιχειρήματα.

«Ναι, αυτό όμως ήταν πριν κάποιος αποφασίσει να μου καταστρέψει την ζωή με ψευδείς φωτογραφίες! Πιστεύεις αλήθεια πως η μητέρα σου θα έχει όρεξη να δει τα μούτρα μου ξανά μετά από αυτά που νομίζει πως έκανα;» λέω, σε μια προσπάθεια να τον κάνω να καταλάβει.

«Νομίζω πως υπερβάλλεις, ηλιαχτίδα. Αλλά και έτσι να είναι, θα της μιλήσουμε μαζί. Θα της εξηγήσουμε, και είμαι σίγουρος ότι θα χαρεί. Το ξέρω» μου λέει, σίγουρος για τα λεγόμενα του.

«Πως το ξέρεις;» η σιγανή φωνή μου ίσα ηχεί στο δωμάτιο.

Δεν το είχα καταλάβει πως είχα κατεβασμένο το κεφάλι μου μέχρι που το χέρι του Φίλιπ ακουμπάει τρυφερά το πηγούνι μου, ανασηκώνοντας το κεφάλι μου έτσι ώστε τα βλέμματα μας να συναντηθούν.

«Εκείνη την καταραμένη μέρα που σε έδιωξα από την ζωή μου, Μπέλα, όλοι με κοίταζαν με λύπηση και συμπόνια. Γνωστοί, γείτονες, φίλοι, ακόμα και συγγενείς. Όταν με κοίταξε η μαμά μου όμως, αφού είχε μάθει τι συνέβη, -τι έκανα, το εξοργισμένο βλέμμα που μου έριξε με έπιασε τελείως απροετοίμαστο. Ήταν λες και επρόκειτο να με θάψει ζωντανό από στιγμή σε στιγμή» κάνει μια παύση, χαμογελώντας λίγο στην ανάμνηση.

«Κατά βάθος, ήμουν ευγνώμων που δεν χρειάστηκε να δω το ίδιο συμπονετικό βλέμμα ζωγραφισμένο και στο πρόσωπο της μητέρας μου. Το είχα βαρεθεί πραγματικά. Με κοίταζαν λες και ένιωθαν τον πόνο μου, λες και μπορούσαν να ταυτιστούν μαζί μου, αλλά όλα αυτά ήταν μπούρδες. Δεν με ένιωθαν, δεν μπορούσαν να νιώσουν το βάθος της προδοσίας που ένιωθα εγώ. Και αυτό με έκανε έξω φρενών. Ήταν όλοι τους γαμημένοι υποκριτές, ζούσαν την ζωή τους χωρίς κανένα απολύτως πρόβλημα, όμως προς τα έξω έβγαζαν ακριβώς το αντίθετο μόνο και μόνο για να φανούν κάτι διαφορετικό από αυτό που είναι πραγματικά. Η μητέρα μου, όμως δεν το έκανε αυτό. Με έβρισε, θεέ μου πραγματικά με έβρισε, δεν ήθελε να με κοιτάζει στα μάτια της.

«Μιλούσε και πραγματικά ένιωθα πως αυτή δεν ήταν η μητέρα μου, αυτή που δεν ύψωνε ποτέ τον τόνο της φωνής της. Πρέπει να την άκουσε όλη η γειτονιά καθώς με αποκαλούσε παρορμητικό και ξεροκέφαλο. Πίστευε πως έκανα τεράστιο λάθος που δεν σε άφησα να μου εξηγήσεις πριν βγάλω βιαστικά συμπεράσματα. Τότε όμως ούτε που με ένοιαζε να την ακούσω. Ήμουν τόσο θολωμένος από τον θυμό που δεν λογάριασα ούτε στιγμή τα λόγια της, γαμώτο» λέει, υψώνοντας ελάχιστα την φωνή του προς το τέλος.

Φαίνεται θυμωμένος. Ή μάλλον... εξοργισμένος. Τόσο πολύ που οι φλέβες στον λαιμό του δεν μπορούν να κρυφτούν πλέον.

«Αν το είχα κάνει δεν θα είχα χάσει όλες αυτές τις απίστευτες στιγμές με εσένα και τον Τζέικ, που να πάρει η ευχή. Θα είχα αναλογιστεί τις αποφάσεις μου, θα είχα έρθει να σε βρω, να μιλήσουμε. Θα είχαμε βρει την άκρη. Όμως δεν το έκανα» τα τελευταία λόγια βγαίνουν ψιθυριστά.

Παρότι η λυπημένη φωνή του Φίλιπ μου ραγίζει την καρδιά, δεν μπορώ παρά να νιώσω μια ζεστασιά μέσα μου από το γεγονός πως η μητέρα του με υπερασπίστηκε τότε που το χρειαζόμουν περισσότερο. Μπορεί να μην βρισκόμουν εκεί για να το ακούσω, όμως το να ξέρω ότι το έκανε είναι εξίσου αρκετό.

«Δεν… ουάου. Πραγματικά πίστευα ότι, ειδικά η μητέρα σου -δεδομένου ότι σου έχει τρελή αδυναμία, θα ήθελε να με ξεμαλλιάσει τη στιγμή που άκουγε για αυτές τις φωτογραφίες. Δεν πίστευα ότι θα με υπερασπιζόταν» λέω, η χροιά της φωνής μου αποκαλύπτει το ξάφνιασμά μου σε όλα αυτά που μόλις μου αποκάλυψε.

«Βλέπεις; Τελικά οποίος είπε πως τα φαινόμενα απαιτούν, πρέπει να ήταν μεγάλη ιδιοφυΐα» λέει, ενώ τα χείλη του έχουν σχηματίσει ένα περιπαιχτικό χαμόγελο.

«Όντως» νεύω συμφωνώντας, ενώ δεν μπορώ να συγκρατήσω το χαχανιτό μου από το να βγει στην επιφάνεια.

Στον ήχο του γέλιου μου, το χαμόγελο του Φίλιπ μεγαλώνει ακόμα περισσότερο. «Αν και θα ήθελα να σε κάνω να γελάς έτσι όλο το βράδυ, θα πρέπει να συγκρατηθώ. Θα χρειαστεί να σηκωθούμε νωρίτερα για να φτάσουμε στην ώρα μας, και εσύ χρειάζεσαι ύπνο» αποκρίνεται.

Συμφωνώ σιωπηλά, αφήνοντας το σώμα μου να πέσει και πάλι πίσω στο στρώμα. Όλη αυτή η συζήτηση με τον Φίλιπ είχε ως αποτέλεσμα να ξεχάσω την κούραση που ταλαιπωρούσε το κορμί μου, όμως τώρα επανέρχεται και πάλι σιγά σιγά.

«Κοιμήσου, μωρό μου» ψιθυρίζει στο αυτί μου, χαϊδεύοντας με το χέρι του τα μαλλιά μου.

Κλείνω τα μάτια μου απολαμβάνοντας το άγγιγμα του, έως ότου με παίρνει ο ύπνος.

* * *

«Ξύπνα, ηλιαχτίδα» μια βραχνή, γνωστή φωνή αντηχεί στο κεφάλι μου, κάνοντας με να στριφογυρίσω σε μια προσπάθεια να απομακρυνθώ.

Χρειάζομαι ύπνο. Περισσότερο ύπνο.

«Μην μου γυρνάς το κεφάλι εμένα μωρό μου, ξέρω ότι είσαι ξύπνια» ακούγεται ξανά η ίδια φωνή.

«Σςςςςς» μουρμουρίζω, προσπαθώντας να κάνω την φωνή να σωπάσει.

Δεν περίμενα να λειτουργήσει, όμως προς έκπληξη μου η ησυχία επικρατεί και πάλι στον χώρο. Ευτυχώς.

Μουρμουρίζω σιγανά, ευχαριστημένη που μπορώ να επιστρέψω και πάλι στον ύπνο μου, όταν ξαφνικά νιώθω χείλη να ακουμπάνε απαλά τον λαιμό μου.

Ω.. Παρά την ανάγκη μου για περισσότερο ύπνο, δεν μπορώ παρά να ανταποκριθώ σε αυτά τα χείλη που τόσο καλά γνωρίζω, ανασηκώνοντας το κεφάλι μου έτσι ώστε να του δώσω περισσότερη πρόσβαση.

Το προτιμώ από τις ομιλίες. Χίλιες φορές. Δεν είναι καν ενοχλητικό, αν μη τι άλλο, χαλαρωτικό θα έλεγα.

«Μην μου κάνεις εμένα τέτοια κόλπα, μωρό μου, δεν πιάνουν. Είναι οκτώ η ώρα και πρέπει να σηκωθείς. Μην με κάνεις να σε σηκώσω με το ζόρι, γιατί ξέρεις ότι μπορώ να το κάνω».

«Γιατί τόσο νωρίς;» παραπονιέμαι.

«Έχουμε τρεις ώρες δρόμο μπροστά μας μωρό μου, και μέχρι να ξυπνήσουμε και τον Τζέικ θα μας πάρει αρκετό χρόνο» εξηγεί.

Αναστενάζω ηττημένη, και ανακάθομαι στο το κρεβάτι, έτσι ώστε το βλέμμα μου να έρθει αντιμέτωπο με το εκφραστικό δικό του.

«Σε μισώ αυτή τη στιγμή» μουρμουρίζω με μισόκλειστα μάτια, «Και σε προειδοποιώ, αυτή είναι η τελευταία φορά που ο Τζέικ δεν πάει στον παιδικό σταθμό!» λέω προσπαθώντας να ακουστώ απειλητική.

Από τότε που μπήκε στην ζωή του ο Φίλιπ, με τον έναν τρόπο ή τον άλλον ο μικρός σκανδαλιάρης έχει καταφέρει να περάσει αρκετές μέρες μακριά από το σχολικό περιβάλλον, πράγμα που δεν πρόκειται να αφήσω να συνεχιστεί.

Αν περνάει συνεχώς το δικό του συνέχεια, μετά θα είναι αδύνατο να τον ελέγξουμε στο οποιοδήποτε επίπεδο. Ήδη, σε ηλικία μόλις πέντε ετών, έχει καταφέρει να μετατρέψει την κάθε μου ημέρα σε έναν άθλο -και δεν θέλω ούτε να σκέφτομαι τι θα επακολουθήσει αν συνεχίσουμε να τον έχουμε στα όπα όπα.

«Ναι, λες και μαθαίνει και τίποτα της προκοπής εκεί μέσα. Όλο παιχνίδια και χαρές είναι, οπότε και να μην πάει μια δυο φορές δεν θα χάσει και τίποτα» στριφογυρίζω τα μάτια μου ως απάντηση, χωρίς να κάνω τον κόπο να απαντήσω στη δήλωση του παρά τις διαφωνίες μου.

«Λοιπόν, όποια και να είναι η άποψη σου πάνω σε αυτό το θέμα, πρέπει να πηγαίνει είτε σου αρέσει, είτε όχι» λέω.

«Τώρα πήγαινε να τον ξυπνήσεις όσο εγώ ετοιμάζομαι, αφού από ότι φαίνεται έχεις έναν πολύ αποτελεσματικό, θα έλεγα, τρόπο στο να το κάνεις» του πετάω, πριν σηκωθώ από το κρεβάτι.

Ύστερα από μερικά βήματα, σκύβω έτσι ώστε να μαζέψω απο το πάτωμα την πεσμένη από χθες μπλούζα του.

«Άτιμη γυναίκα!» ίσα που τον ακούω να το λέει καθώς περνάω από πάνω μου την μπλούζα, καλύπτοντας έτσι την γύμνια μου.

Ακούω αποφασιστικά βήματα από πίσω μου, και γυρνάω γρήγορα προς το μέρος του σταματώντας τον πριν προλάβει να πλησιάσει αρκετά καθώς λέω:

«Καλύτερα να βιαστείς ερωτύλε, ο χρόνος μας πιέζει και έχουμε αρκετή ώρα μπροστά μας μέχρι να φτάσουμε στον προορισμό μας» του κλείνω το μάτι, πριν του γυρίσω την πλάτη ξανά και κατευθυνθώ τρέχοντας προς την πόρτα που οδηγεί στο μπάνιο στο εσωτερικό του δωματίου του.

Όταν κλείνω την πόρτα πίσω μου, την κλειδώνω για παν ενδεχόμενο, και ύστερα στηρίζομαι πάνω της με ένα ηλίθιο χαμόγελο ζωγραφισμένο στα χείλη μου λόγω του όμορφου ξυπνήματος μου.

Παρά τα παράπονα μου, το να ανοίγεις τα μάτια σου και να βλέπεις τον Φίλιπ Ντάιαμοντ να σε κοιτάζει είναι ο καλύτερος τρόπος για να ξεκινήσει μια ημέρα. Πόσο να μάλλον να έχεις και τα χείλη του να ακουμπάνε το δέρμα σου κιόλας.

Προχωράω προς τον νιπτήρα, και ρίχνω μια καλή ματιά στο είδωλο μου από τον καθρέφτη που βρίσκεται λίγο πιο πάνω. Θεέ μου, χρειάζομαι επειγόντως ένα μπάνιο.

Δεν γίνεται να με δει μετά από τόσα χρόνια η οικογένεια του και εγώ να δείχνω έτσι! Όχι, δεν υπάρχει περίπτωση. Τα μαλλιά μου είναι μπερδεμένα σε σημείο ανησυχίας, τα μάτια μου έχουν μαύρους κύκλους από την έλλειψη ύπνου, και γενικώς χρειάζομαι επειγόντως ένα φρεσκάρισμα.

Βγάζω την μπλούζα του Φίλιπ από πάνω μου και ετοιμάζομαι να μπω στην ντουζιέρα όταν συνειδητοποιώ ότι δεν έχω ρούχα μαζί μου, καθώς τα άφησα πεσμένα στο πάτωμα του δωματίου του Φίλιπ.

Βρίζω σιγανά, και ανοίγω την πόρτα αρκετά έτσι να βλέπω και με το ένα μου μάτι προς τα μέσα, όσο αυτό είναι δυνατόν.

«Φίλιπ;» ψιθυρίζω, κοιτώντας τριγύρω ψάχνοντας να δω αν είναι εδώ. «Φίλιπ!» λέω ξανά, πιο φωναχτά από πριν.

Καμία απάντηση.

Ωραία. Ανοίγω περισσότερο την πόρτα και ύστερα βγαίνω έξω, προσέχοντας να μην κάνω θόρυβο καθώς περπατάω μέσα στο δωμάτιο.

Που στο καλό έβαλε τα ρούχα μου;

Κοιτάζω ξανά τριγύρω, μα δεν βρίσκω ούτε ένα ίχνος υφάσματος να βρίσκεται κάτω.

«Ψάχνεις για αυτά;» η φωνή του πίσω μου με κάνει να πεταχτώ, αφήνοντας μια μικρή στριγκλιά.

Γυρνάω με το χέρι μου να βρίσκεται στη καρδιά μου, και τον βλέπω να με κοιτάζει με ένα πονηρό βλέμμα, κρατώντας τα ρούχα μου στο χέρι του.

«Πώς στο καλό.…» αρχίζω μα η ανάγκη μου για οξυγόνο δεν με αφήνει να τελειώσω.

«Αυτό αναρωτιέμαι και εγώ, μωρό μου. Πώς στο καλό γίνεται να μην είδες έναν δίμετρο μυώδη άντρα να στέκεται 'κρυμμένος' λίγο πιο αριστερά σου;» ρωτάει με ανασηκωμένο το φρύδι.

«Ήρεμα τερατάκι μου, φοβήθηκα τώρα» τον ειρωνεύομαι, και αρπάζω γρήγορα τα ρούχα από το κράτημα του.

Γυρνάω ώστε να ξαναμπώ στην ασφάλεια του μπάνιου, όταν νιώθω την παλάμη του να έρχεται σε επαφή με το δέρμα του πισινού μου. Παρόλη την έκπληξη μου, δεν το αφήνω να με επιβραδύνει καθώς μπαίνω μέσα και κλειδώνω ξανά την πόρτα.

«Μην με προκαλείς ηλιαχτίδα!» λέει φωναχτά, και από την φωνή του μπορώ να καταλάβω πως διασκεδάζει την όλη κατάσταση.

«Πήγαινε να ξυπνήσεις τον Τζέικ, μωρό μου, και άσε τις απειλές. Δεν πιάνουν σε εμένα!» αποκρίνομαι, «Και μην βιαστείς, πάρε τον χρόνο σου, γιατί σκοπεύω να κάνω ένα μεγάλο και χαλαρωτικό μπανάκι πριν βγω!»

***

Γεια σας! Συγγνώμη για την τόσο μεγάλη καθυστέρηση, αλλά πραγματικά δεν έβρισκα σχεδόν καθόλου χρόνο για να ολοκληρώσω το κεφάλαιο. Ελπίζω να σας άρεσε!

Επίσης, να πω ότι -σε περίπτωση που δεν το προσέξατε- άλλαξα τον ηθοποιό που υποδύεται τον Φίλιπ και πλέον είναι ο Jamie Dornan. Αυτό το αποφάσισα μόνο επειδή ο προηγούμενος εμφανισιακά φαινόταν πολύ μικρός, όχι ότι δεν είναι:'(.

Καιιι τέλος⬇
Ερώτηση: Θα θέλατε να διαβάσετε την ιστορία του Ντέιμον;
[Αν δεν θυμάστε στο κεφάλαιο 43 είχαμε δει μια διαφορετική πλευρά του, κάαπως πληγωμένη θα έλεγα].

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro