Κεφαλαιο 38ο
Χ:Τι ακριβώς είναι έρωτας και τι αγάπη;;;... ρώτησα τον Μάξιμο και εκείνος χαμογέλασε
Μ:έρωτας είναι η επιθυμία, είναι ένα συναίσθημα που ταρακουνάει όλο σου τον κόσμο είναι η έντονη επιθυμία σου για ένα άτομο, αγάπη είναι ο τρόπος με τον οποίο προσεχείς τα άτομα που σε ενδιαφέρουν, νοιάζεσαι, ρωτάς...και τα δυο είναι αλληλένδετα. Δεν προσδιορίζονται με λέξεις ή ταμπέλες. Ο καθ ένας τα νιώθει και τα αντιλαμβάνεται διαφορετικά. Εσυ θες να είσαι συνέχεια κοντά της, δίπλα της, να τη βλέπεις, να της μιλάς.. αυτό είναι αγάπη. Θες να είναι μόνο μαζί σου, να αγαπάει μόνο εσένα αυτό είναι έρωτας.... όσο μου τα εξηγούσε αυτά ο μαξιμος τον κοιτούσα με μεγάλη προσήλωση. Έβλεπα ολα αυτά τα σημάδια και τα ενωνα με τις καταστάσεις. Για αυτό ειμουν τόσο τυφλός και ζηλιάρης γιατί την ήθελα μόνο για μένα και για κανέναν άλλο. Ήθελα την αποκλειστική της προσοχή...την αποκλειστική της αγάπη για μένα... πρέπει να την φέρω πίσω. Είμαι ερωτευμένος μαζί της...
Μ:Χρήστο με ακούς...είπε και γύρισα σε εκείνον
Χ:Ναι απλά σκέφτομαι...είπα και ακούμπησα τα δάχτυλα μπυ στο σαγόνι μου
Μ: πες μου κάτι... με τον θυμό πως τα πας; Καταφέρνεις να τον ελέγχεις;.... με ρώτησε
Χ:ναι το ελέγχω... «θα την είχα αρπάξει την άλλη από το λαιμο και θα την έπνιγα με τα ίδια μου τα χέρια» και αυτή η σκηνή από πριν μου ήρθε στο μυαλό. Ε αυτή το χρειαζόταν...
Μ:χαιρομαι για σένα Χρήστο...είπε και σταματησε να γράφει
Χ:Λοιπόν εγώ λεω να πηγαίνω σιγά σιγά...είπα και σηκωθήκαμε και οι δυο όρθιοι
Μ:Χάρηκα που τα είπαμε...είπε και δώσαμε τα χέρια...α και κάποια στιγμή θέλω να την γνωρίσω...είπε και χαμογέλασα
Χ:Τα λέμε...του είπα και βγήκα πιο ανακουφισμένος από τπ γραφείο του. Δεν ξέρω τι πρέπει να κάνω. Θέλω να την δω και να της μιλήσω όμως από την άλλη φοβάμαι μην με διώξει....
Τελικά αποφάσισα να παω σπιτι μου ήταν ήδη αργά. Μπήκα μέσα και διέκρινα μια φυγουρα στον καναπέ.
Χ:Αντώνη...είπα και τον πλησίασα. Άφησα το χαρτοφύλακα στην πολυθρόνα και έβγαλα το σακάκι μου ενώ κατευθύνθηκα προς το μίνι μπαρ
Α:Πάει το πατέρα...είπε και γύρισα να τον κοιτάξω. Άνοιξα τα πορτακια και έβγαλα ένα ποτήρι και το μπουκάλι με το ουίσκι
Χ:Συγγνώμη απλά...είπα μετανιωμένος όμως με διέκοψε
Α:Απλά δεν είσαι καλα....είπε και ένιωσα το χέρι του στον ώμο μου και γύρισα προς το μέρος του με το ποτήρι στο χέρι
Χ:Μια χαρά είμαι...είπα και καθησα στον καναπέ και το ίδιο έκανε και εκείνος. Κάθησε απέναντι μου και με κοιτούσε
Α:Πίνεις και έχεις αρχίσει και το κάπνισμα και μου λες πως είσαι μια χαρά;....με ρώτησε με ήρεμο τόνο και εγώ άρχισα να νευριάζω
Χ: μην το παίζεις πατέρας γιατί και συ δεν εισουν καλύτερος... είπα και ήπια μια γεμάτη γουλιά από το ουίσκι μου
Α: ξέρεις γιε μου πληρώνω τα λάθη μου και δεν θέλω να τα επαναλάβεις... είπε και άδειασα όλο το ποτήρι. Σηκώθηκα και πηρα να το ξανά γεμίσω
Χ: μην ανήσυχεις δεν πρόκειται να γίνω πατέρας...του είπα και συνέχισα να πίνω.
Α: σε παρακαλώ Χρήστο σταματά να πίνεις.... είπε και πήρε το μπουκάλι από κοντά μου. Καθόμουν ακίνητος και καρφωνα το ποτήρι που κρατούσα στα χέρια μου. Αμέσως το ποταξα με δύναμη κάτω
Χ: σταμάτησα... είπα και σηκώθηκα όρθιος. Πήγα να φύγω όμως η φωνή του με σταματησε
Α:δεν θες να μου μιλήσεις; Ίσως να μπορώ να σε βοηθήσω...είπε. Χωρίς να γυρίσω να τον κοιτάξω του είπα
Χ:θα πω στον Χένρικ να σου στρώσει στον πάνω όροφο... του είπα όμως αυτό που είπε με νευρίασε
Α:δεν χρειάζεται γιε μου θα φύγω...γύρισα και τον κοίταξα στα μάτια και τον πλισιασα
Χ: δεν πρόκειται να πας πουθενα μέσα στη νύχτα... εκείνος χαμογέλασε και με αγκάλιασε...
Α:Μην ξεχάσεις ποτε ποσό σε αγαπώ...είπε και ξαφνικά έχασε την ισορροπία του. Του φώναξα αλλά δεν ξυπνούσε. Αμέσως σήκωσα το σπιτι στο πόδι και όλοι όσοι εργάζονταν εκεί μαζεύτηκε γύρω μου. Τον άφησα στο καναπέ και κοίταξα τους σφυγμούς του «δεν αναπνέει γαμωτο» είπα μέσα στην ταραχή μου και πηρα τηλέφωνο ένα αστενοφορο. Μέσα σε λίγα λεπτά ήταν εδώ. Κρύος ιδρώτας άρχιζε να με λούζει σε όλο μου το σώμα «δεν θα αντέξω να σε χάσω» του ψιθύρισα και μέσα σε λίγα λεπτά είμασταν ήδη στο νοσοκομείο. Ειμουν δίπλα του καθ όλη τη διάρκεια της μεταφοράς του μέχρι που οι γιατροί μου είπαν πως δεν μπορώ να μπω στο δωμάτιο. Περίμενα επ έξω κάνοντας βόλτες πέρα δοθε. Δεν γίνεται να τον χάσω. Οχι και αυτόν δεν θα το αντέξω. Ένας γιατρός βγήκε έξω και έπεσα επάνω του με φορα
Χ:Πως είναι;...ρώτησα όλο ανησυχία
Γ:Είσαστε ο γιος του;...είπε απογοητευμένος
Χ:Ναι τι έγινε;...ξανά επανέλαβα την ερώτηση μου και ο γιατρός με κοίταξε
Γ:κύριε Ρήγα ο πατέρας σας έπαθε ανακοπή λυπάμαι...μου είπε και τον άφησα να φύγει. Καθησα παγωμένος και κοιτούσα το δωμάτιο. Μια νοσοκόμα σκέπασε με το λευκό πάπλωμα το πρόσωπο του. Ένιωθα τα μάτια μου γεμάτα δάκρυα. Ολα όσα έζησα μαζί του πέρασαν σαν ταινία από μπροστά μου. Η φωνή της Λυδιας με έκανε να ξεκόλλησω τα μάτια μου από το κρεβάτι. Με κοίταξε γεμάτη ελπίδα όμως όταν είδε το πρόσωπο μου άρχισε να τρέχει προς το δωμάτιο. Αμέσως την έπιασα από τη μέση και τη σταμάτησα. Εκείνη γύρισε σε μένα και άρχισε να κλαίει με μανία. Την έβαλα στην αγγελία μου και προσπάθησα να την ηρεμήσω
Χ:σσσσς κοιμάται, κοιμάται...επαναλάμβανα ενώ της χάιδευα τα μαλλιά. Εκείνη συνέχισε να κλαίει στην αγκαλιά μου για αρκετη ωρα μέχρι που στέρεψε. Είχαμε μείνει για αρκετές ώρες στο νοσοκομείο μέχρι που τον πήγαν στο νεκροτομείο... πηρα τη λυδία και φύγαμε από το νοσοκομείο και οι δυο σε χάλια κατάσταση. Με το που βγήκαμε έξω χιλιάδες δημοσιογράφοι ήρθαν κατά πάνω μας και άρχισαν τις ερωτήσεις. Έπιασα το χέρι της Λυδιας και μπήκαμε στο αυτοκίνητο. Γιατί μου το έκανες αυτό; Γιατί με άφησες ρε πατέρα; Γιατί;......
Τελικά πέθανε και ο μπαμπάς του Χρήστου. Όπως είπα έπρεπε να το γράψω γιατί στο πρώτο κεφάλαιο είχα αναφέρει το θάνατο του πατέρα του😢😢😢
Εμείς τα λέμε στο επόμενο❤️❤️
🌟🌟🌟&🖋🖋
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro