Στην κηδεία
Draco's POV
2 μέρες μετά...
Πέντε τυφλά σημεία... Πέντε τυφλά σημεία, τα οποία δεν ελέγξαμε, προτού αποφασίσουμε πως το σπίτι που έμενε η γιαγιά της, αποτελούσε ασφαλές καταφύγιο.
Δεν υπήρχε κανένας λόγος όμως να κατηγορεί κανείς τον εαυτό του εκείνη την στιγμή. Δεν μπορούσε να ρίξω ευθύνες σε κανέναν για ό,τι έγινε, αφού το λάθος ήταν εξαρχής δικό μου. Μπορεί να ήμαστε πολλοί σε αυτήν την υπόθεση και να συνεργαζόμασταν μεταξύ μας, μα εγώ ήμουν επικεφαλής και έδινα οδηγίες στον καθένα τι έπρεπε να κάνει. Εγώ όφειλα να σκεφτώ κάθε παραμέτρο. Δεν πήρα όλα τα απαραίτητα μέτρα προφύλαξης και ιδού τα αποτελέσματα...
Η Ίνγκριντ θρηνούσε ένα ακόμα αγαπημένο της πρόσωπο. Και έφταιγα εγώ. Δεν κράτησα την υπόσχεση που της είχα δώσει. Και τώρα, υπέφερε εξαιτίας μου.
Στεκόμουν λίγα μέτρα μακριά, με τον Ματ και την Βάλερι στο πλάι μου, ενώ μερικοί αστυνομικοί ήταν από πίσω μας, έτοιμοι να παρέμβουν αν χρειαζόταν. Αν και ήθελα να πιστεύω πως αυτοί οι αλήτες δεν θα έκαναν κάτι μια τέτοια μέρα. Η κηδεία ήταν ένα μυστήριο ιερό και κανένας δεν έπρεπε να το ξεχνά αυτό.
Η παπάς συνέχισε να ψέλνει, ενώ παράλληλα το φέρετρο τοποθετούνταν στην τρύπα που είχε σκαφθεί στο έδαφος. Λίγο πιο πέρα, η Ίνγκριντ έκλαιγε, αλλά σιωπηλά. Δεν ακουγόταν κανένας λυγμός. Τα δάκρυα κυλούσαν από τα μάτια στα μάγουλα της, αλλά εκείνη παρατηρούσε την σκηνή με βλέμμα απλανές. Δύο ηλικιωμένες γυναίκες χάιδευαν απαλά την πλάτη της και της ψιθύριζαν λόγια παρηγοριάς, μα αυτήν δεν έδινε καμία σημασία. Έμοιαζε χαμένη στον δικό της κόσμο... Στον κόσμο του πένθους. Και δυστυχώς, δεν ήταν η πρώτη φορά που βίωνε κάτι τέτοιο.
Σκέφτηκα να πάω εκεί και να την συλλυπηθώ γι' αυτήν την απώλεια, αλλά πιθανότατα ήμουν τελευταίο άτομο που ήθελε να αντικρίσει. Ένιωσα μια σουβλιά ενόχλησης, αλλά την αγνόησα. Όφειλα να σεβαστώ τον προσωπικό χώρο και την επιλογή της, τουλάχιστον για την ώρα.
Συνήθως ήμουν απόμακρος από όλα αυτά. Δεν παρευρισκόμουν σε κηδείες, ούτε σε κάποιο άλλο θρησκευτικό μυστήριο, παρόλο που δεν αμφισβητούσα την σπουδαιότητα τους.
Ωστόσο, αυτήν την φορά, αισθάνθηκα την ανάγκη να το κάνω. Να συμπαρασταθώ στην Ίνγκριντ, έστω και από απόσταση. Να γνωρίζει την παρουσία μου, ακόμα κι' αν με μισούσε πλέον. Κάτι που ίσχυε μάλλον. Θα με απασχολούσε αργότερα αυτό βέβαια.
Την έβλεπα να υποφέρει και κάτι μου υπερίσχυσε την αίσθηση του καθήκοντος και τον επαγγελματισμό που με διακατείχε. Εκείνη την στιγμή, δεν με ενδιέφερε να συμπεριφεθώ ως αστυνομικός, αλλά ως άνθρωπος. Ένα περίεργο συναίσθημα έκανε την καρδιά μέσα στο στήθος μου να αναπηδήσει. Πήγα να κάνω ένα βήμα προς το μέρος της, αλλά δεν το τόλμησα. Υπενθύμισα στον εαυτό μου ήταν νωρίς για να την μιλήσω... Ή μήπως αυτή ήταν λάθος κίνηση τελικά;
Οι ελάχιστοι παρευρισκόμενοι, οι οποίοι ήταν κυρίως μεγάλης ηλικίας άτομα, άρχισαν να αφήνουν τα λουλούδια στον τάφος. Οι λυγμοί τους ήταν το μόνο που ακουγόταν και το κλίμα έγινε ακόμα πιο δυσάρεστο, όταν προσέξαμε πως η Ίνγκριντ ήταν η μόνη που δεν είχε πλησιάσει. Τα πόδια της είχαν στηλωθεί στο χώμα και οι προσπάθειες των κυριών να την πείσουν να περπατήσει, έπεφταν στο κενό.
Αρνούνταν πεισματικά να πει το τελευταίο αντίο στο μοναδικό πρόσωπο που της είχε απομείνει σε αυτήν την ζωή. Κρατούσε τόσο σφιχτά από τα λευκά γαρίφαλα, που είδα τις αρθρώσεις τις να ασπρίζουν.
Κάποτε, η αδερφή μου μου είχε πει πως όλα τα λουλούδια συμβολίζουν κάτι... Τα λευκά γαρίφαλα ήταν το σύμβολο των όμορφων αναμνήσεων. Γι' αυτό τα διάλεξε η Ίνγκριντ. Γιατί μέσα στον πόνο της, είχε να θυμάται και ωραία πράγματα.
Ξαφνιάστηκα από την συνειδητοποίηση του πόσο την καταλάβαινα. Λες και μπορούσα να αισθανθώ τον πόνο της. Η οδύνη ήταν χαραγμένη στο πρόσωπο της. Τα χείλη της έτρεμαν, όπως και το υπόλοιπο σώμα της. Τα δάκρυα δεν σταματούσαν, μα εκείνη δεν έφευγε από την θέση της. Είχε μείνει στήλη άλατος και ένιωσα μια σουβλιά θλίψης να με διαπερνά. Ανατρίχιασα ολόκληρος από την επίγνωση και από το πουθενά, ήξερα ότι δεν γινόταν να μείνω άπραγος.
Ο Ματ με κοίταξε με την άκρη του ματιού του, αλλά τον αγνόησα. Με ελάχιστες δρασκελιές, βρέθηκα δίπλα της. Το κεφάλι της πετάχτηκε προς τα πάνω και τα μάτια της γούρλωσαν όταν με είδε. Δεν περίμενε ότι θα είχα το θράσος να την πλησιάσω, ούτε καν να εμφανιστώ στην κηδεία της γιαγιάς της.
Ήταν τόσο κουρασμένη. Οι μαύροι κύκλοι κάτω από τα μάτια της, το επιβεβαίωναν αυτό. Τα καφέ, ίσια μαλλιά της στεφάνωναν το πρόσωπο της και έπεφταν ανέμελα στους ώμους της, καλύπτοντας ένα μέρος από τα μάγουλα της... Έμοιαζε με ένα εύθραυστο λουλούδι, το οποίο θα πέθαινε αμέσως, αν κάποιος το ξερίζωνε.
<<Σε περιμένει να την αποχαιρετήσεις... Δεν θα αναπαυθεί, αν ξέρει πως η εγγονή της δεν της είπε αντίο>>.
Ό,τι και να σκεφτόταν για εμένα... Δεν ήθελα να πιστεύει πως είμαι εχθρός της, κι ας είχε κάθε δικαίωμα να το κάνει. Ήμουν με το μέρος την σ' αυτήν την ιστορία. Έως το τέλος.
Τα λόγια μου μάλλον την επηρέασαν, αν και από το ύφος της φαινόταν πως δεν θα επρόκειτο να με εμπιστευτεί εύκολα στο μέλλον. Ωστόσο, αναστέναξε βαθιά και έστρεψε την προσοχή της ξανά στον τάφο, προτού αρχίσει να βαδίζει προς τα εκεί. Το έκανε μηχανικά, σαν να το είχε ξανακάνει πολλές φορές στην ζωή της. Και αυτό μου φάνηκε ταυτόχρονα στενάχωρο, αλλά και άθελά μου ύποπτο. Μου υπενθύμισε πως έπρεπε να ρωτήσω την Βάλερι αν είχε ανακαλύψει κάτι για το παρελθόν της Ίνγκριντ.
Ένιωσα άσχημα που σκεφτόμουν αυτό μία τέτοια ώρα, μα δεν γινόταν αλλιώς. Η Ίνγκριντ κινδύνευε ακόμα και δεν μπορούσα να μην βρω λύση.
Άφησε τα λουλούδια να πέσουν στο χώμα... Και τότε, ξέσπασε. Του ουρλιαχτό της έσκισε τον αέρα και ήταν τόσο δυνατό, που αρκετά τρόμαξαν και έκαναν ένα βήμα πίσω. Τα γόνατα της άγγιξαν το έδαφος και διπλώθηκε στα δύο, σε στάση εμβρύου. Έκλαιγε τόσο πολύ, που τα δάκρυα έτρεχαν σαν ορμητικός χείμαρρος και έπεφταν στο έδαφος, σχηματίζοντας μικρές λιμνούλες.
Κανείς δεν πήγε κοντά της. Όλοι θεωρήσαμε και συμφωνήσαμε σιωπηλά πως ήταν καλύτερα να της δώσουμε χώρο και χρόνο, έως ότου να ηρεμήσει. Μόνο αφού την είδαμε να γέρνει προς τα πίσω και να πέφτει με την πλάτη στο χώμα, τρέξαμε προς το μέρος της. Έτρεμε ασταμάτητα και όταν προσπαθήσαμε ο Ματ και εγώ να την ακινητοποιήσουμε με προσοχή, έδιωξε τα χέρια μας μακριά της και συνέχισε να κλαίει και φωνάζει.
<<Όχι! Όχι! Μην με πειράξεις!>>.
Δύο άντρες παλεύαμε να την ηρεμήσουμε, όμως εκείνη συμπεριφερόταν λες και ήταν μόνο ένας από εμάς εκεί και μάλιστα, σκόπευε να την βλάψει... Κοιμόταν μα ανοιχτά τα μάτια. Δεν υπήρχε καμία άλλη λογική εξήγηση.
Η Βάλερι μας είπε να κάνουμε στην άκρη και μας τράβηξε προς τα πίσω, πριν καν προλάβουμε να σηκωθούμε από μόνοι μας. Ευτυχώς, ο γιατρός που είχαμε φέρει για παν ενδεχόμενο, ανέλαβε δράση και τγς χορήγησε μια αναισθητική ουσία, η οποία μέσα σε δευτερόλεπτα, την βύθισε στον ύπνο και έπαψε να ακούγεται. Σήκωσα το κορμί της από τα χώματα, εφόσον δεν μπορούσε πια να αντισταθεί, την κράτησε στα χέρια μου. Δεν περίμενα ποτέ ότι θα έφτανα το κάνω αυτό... Αλλά η ζωή ήταν απρόβλεπτη, σωστά;
Ο γιατρός μας διαβεβαίωσε πως θα ξυπνούσε σε λίγες ώρες. Αρκετός χρόνος για να οργανωθούμε... Όμως ελάχιστος χρόνος για να σκεφτώ πώς θα της εξηγήσω ότι μόνο ένα πράγμα μας έμενε να κάνουμε. Μία σκέψη που επεξεργαζόμουν εδώ και πολύ καιρό στον νου μου, αλλά επιθυμούσα να είναι η έσχατη λύση. Οι τελευταίες εξελίξεις όμως, δεν μας άφηναν άλλη επιλογή.
Ο Ματ έμεινε πίσω, για να διαχειριστεί την κατάσταση με τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, ενώ η Βάλερι και εγώ την πήγαμε σπίτι της. Πιθανόν αυτό να την αναστάτωνε, όταν θα ξυπνούσε, αλλά δεν θα κρατούσε πολύ έτσι κι' αλλιώς.
Η Βάλερι βρήκε το κλειδί κάτω από το χαλάκι της πόρτας. Την ξεκλείδωσε και μπήκαμε μέσα.
Πριν τρεις ημέρες περίπου πέρασα για πρώτη φορά το κατώφλι αυτού του σπιτιού. Τότε, ήταν όλα τόσο ζεστά. Τώρα επικρατούσε μία παγωμάρα. Παρόλο που το σπίτι παρέμενε όμορφο και εντυπωσιακά διακοσμημένο, γεμάτο με ωραία πράγματα, έμοιαζε πλέον άδειο. Σαν να είχε χαθεί η ζωή και τα χρώματα από μέσα του. Το στενάχωρο κλίμα σου άφηνε μία περίεργη αίσθηση.
Προχώρησα πιο βαθιά στο σπίτι. Κάποιες είχε καθαρίσει τα αίματα και τα γυαλιά που βρήκαμε προχθές το βράδυ.
Η Ίνγκριντ είχε κουλουριαστεί κοντά στο άψυχο σώμα της γιαγιάς της και έκλαιγε σιωπηλά, ψιθυρίζοντας κάποια λόγια, στα οποία κανείς μας δεν έδωσε τότε ιδιαίτερη σημασία. Όμως, καθώς ανέβαινα τα σκαλιά, με προορισμό το δωμάτιο της, θυμήθηκα πως άκουσα τις ίδιες ακριβώς λέξεις με αυτές που φώναξε στο κοιμητήριο νωρίτερα... Εκλιπαρούσε κάποιον να μην την βλάψει.
Κούνησα το κεφάλι μου, μόλις έφτασα στον πάνω όροφο, αποδιώχνοντας αυτές τις σκέψεις. Άνοιξα μία μία τις πόρτες των δωματίων με τον αγκώνα μου, μέχρι να βρω το δικό της. Την τέταρτη φορά, τα κατάφερα. Πέρασα κάτω από το δοκάρι πλαγίως, για να μην χτυπήσει η Ίνγκριντ πάνω στον τοίχο.
Το δωμάτιο της... Λες και ήταν βγαλμένο από παραμύθι και παράλληλα από την δεκαετία του ογδόντα.
Στον έναν τοίχο του χώρο, είχαν ενσωματωθεί ράφια και τον καταλάμβαναν όλο. Ήταν γεμάτα με βιβλία, που αδυνατούσα να καταλήξω σε κάποιον λογικό αριθμό. Σε κάποια από αυτά, υπήρχαν και διάσπαρτα κεράκια, διαφόρων αποχρώσεων. Λαμπάκια ήταν κολλημένα πάνω στο ξύλο και μάλλον είχαν μείνει αναμμένα αυτές τις δύο μέρες, γιατί το φως τους ήταν πολύ αχνό. Κόντευε να σβήσει.
Στους υπόλοιπους τοίχους είχαν κολληθεί αφίσες από διάσημες μπάντες, κυρίως των Queen. Βέβαια, πρόσεξα και λίγες, οι οποίες απεικόνιζαν σύγχρονους καλλιτέχνες, όπως η Lana Del Ray, αλλά ήταν το πολύ δέκα στο σύνολο.
Ανάμεσα σε όλα αυτά, διέκρινα φωτογραφίες, οι περισσότερες από τις οποίες συμπεριέλαβαν και την Ίνγκριντ. Ήταν πιο νέα σε αυτές, γύρω στα δεκαεφτά ή δεκαοχτώ. Σε άλλες χαμογελούσε και σε άλλες φαινόταν πιο αυθόρμητη. Την αγκάλιαζαν πολλά πρόσωπα, όλων των ηλικιών. Πρόσωπα τα οποίο δεν έτυχε να δω στο παρόν.
Γιατί ενώ είχε γονείς, έμενε με την γιαγιά της; Αυτή και άλλες απορίες με προβλημάτιζαν, αλλά τις έκανα στην άκρη. Θα τα συλλογιζόμουν αυτά άλλη στιγμή.
Την ακούμπησα απαλά στο κρεβάτι δίπλα στο γραφείο, της έβγαλα τα παπούτσια και την σκέπασα. Κατέβασα τα στόρια στο παράθυρο λίγο, για να μην την ενοχλούν οι αχτίδες του ήλιου, αν και πιθανότατα θα ξυπνούσε μετά την δύση.
Της έριξα μία τελευταία ματιά, προτού βγω από το δωμάτιο. Το στήθος της ανεβοκατέβαινε, καθώς εκείνη ανέπνεε σταθερά. Κοιμόταν ήσυχα, αλλά για πόσο ακόμα; Μετά τα σημερινά, οι εφιάλτες δεν θα αργούσαν να ταράξουν τον ύπνο της.
Αδυνατούσα να προσδιορίσω από πού πήγαζε αυτή η ανησυχία. Όσο την παρατηρούσα, τόσο περισσότερο μεγάλωνε η επιθυμία μου να την πλησιάσω και να της σφίξω το χέρι. Να της δώσω κουράγιο, λέγοντας της πως η ζωή προχωράει, μαζί και αυτοί που μένουν πίσω... Αλλά δεν μπορούσα. Δεν ήμουν το κατάλληλο άτομο και εκτός αυτού, δεν ήμουν σίγουρος κατά πόσο τα πίστευα εγώ ο ίδιος όλα αυτά.
Άπλωσα το χέρι μου, για να απομακρύνω τις τούφες που έπεφταν στο μέτωπο μου.
<<Δεν χρειάζεται να με κουβαλήσεις. Θα σε αγαπώ, ακόμα κι' αν μπω στο σπίτι περπατώντας>>.
<<Και εγώ θα σου δείχνω κάθε μέρα πόσο σε αγαπώ, όπως θέλω>>.
Το αίμα στις φλέβες μου πάγωσε. Αυτή η ανάμνηση με χτύπησε τόσο απότομα, που ένιωσα να χάνω την γη και από τα πόδια μου. Τράβηξε το χέρι μου προς τα πίσω και βγήκα βιαστικά από το δωμάτιο, αφήνοντας την να ξεκουραστεί.
Έγειρα στον τοίχο του διαδρόμου και πέρασα το ένα χέρι πάνω από το πρόσωπο μου, αναστενάζοντας. Η καρδιά μέσα στο στήθος μου σφυροκοπούσε σαν τρελή. Το μυαλό μου πλημμύρισε από τις μνήμες μου και αισθάνθηκα να πνίγομαι μέσα σε αυτές. Κάτι σφίχτηκε μέσα μου και βλεφάρισα αρκετές φορές. Για λίγα δευτερόλεπτα, οι πνεύμονες μου άδειασαν από το οξυγόνο και παραλίγο να καταρρεύσω. Ευτυχώς, η φωνή της Βάλερι με επανέφερε στην πραγματικότητα.
Ανέκτησα τον έλεγχο των συναισθημάτων μου και επέστρεψα στον κάτω όροφο, όπου και με περίμενε.
Καιρό είχε να μου συμβεί αυτός... Δεν ξέρω τι το πυροδότησε, αλλά έπρεπε να βρω τρόπο να συνέλθω γρήγορα. Είχαν περάσει σχεδόν τέσσερα χρόνια. Καλυτέρευα όσο περνούσε ο καιρός. Τι είχε αλλάξει τώρα;
<<Είσαι καλά; Είσαι λίγο χλωμός>>, με ρώτησε και έπιασε το ώμο μου.
<<Μία χαρά, μην αγχώνεσαι... Βάλερι, να σου ζητήσω μία χάρη;>>
<<Φυσικά>>, μου απάντησε και σταύρωσε τα χέρια της κάτω από το στήθος.
<<Αν δεν σου δημιουργώ πρόβλημα, θα μπορούσες να μείνεις μαζί της, μέχρι να ξυπνήσει; Δεν θα ήθελα να είναι μόνη, ύστερα από... Κατάλαβες>>.
Το ύφος της άλλαξε σε σκεπτικό για λίγο. Έμπλεξε μια τούφα κόκκινων μαλλιών γύρω από το δάχτυλο της και αφού πήρε μια βαθιά ανάσα, έγνεψε θετικά. <<Εντάξει. Θα το κάνω. Μόνο και μόνο επειδή την συμπαθώ. Φαίνεται καλό και πονεμένο κορίτσι. Πρέπει να έχει περάσει πολλά>>.
Αυτό ήταν το μόνο σίγουρο...
<<Μιας και το ανέφερες... Έχεις τίποτα να μου πεις σχετικά με αυτά που σου ζήτησα τότε;>>
<<Εννοείς για τους δύο άντρες που συμμετείχαν στην δολοφονία και την Μιράντα Μπράουν; Ναι, έχω κάποια πράγματα. Θα σου μιλούσα νωρίτερα, μα έγινε ό,τι έγινε και δεν πρόλαβα. Έχω αφήσει τον φάκελο πάνω στο γραφείο σου. Ενδιαφέρουσες πληροφορίες μπορώ να πω>>.
Δεν την ρώτησα τι εννοούσε. Θα καταλάβαινα αργότερα, μόλις διάβαζα αυτά που είχε συγκεντρώσει.
<<Για την Ίνγκριντ βρήκες κάτι;>>
<<Ντράκο, σου έχει γίνει έμμονη ιδέα πως κάτι κρύβει αυτό το κορίτσι. Λυπήσου την. Έχει ταλαιπωρηθεί ήδη... Εκτός κι' αν είναι άλλος ο λόγος που ενδιαφέρεσε τόσο πολύ>>, αποκρίθηκε και ένα χαμόγελο τρεμόπαιξε στα χείλη της.
Ήμουν βέβαιος ότι τώρα έπαιρνε το αίμα της πίσω για όλα τα πειράγματα που έκανα σε εκείνη και τον Ματ για το φλερτ τους. Αλλά σε αντίθεση με εκείνους, που συχνά τους ενοχλούσε, εγώ δεν θα έπεφτα σε αυτήν την παγίδα. Είχε πιο σοβαρά θέματα να ασχοληθώ, ακόμα κι' αν μου φαινόταν αστεία η φύση της σχέσης μου μαζί τους.
<<Σου έχω εξηγήσει. Πρέπει να εξετάσουμε όλες τις περιπτώσεις, για παν ενδεχόμενο. Δεν λέω πως κρύβει κάτι απαραίτητα ή ότι εκείνα τα δύο χρόνια αποχής από τις σπουδές είχε μπλέξει κάπου... Το ξέρω πως όλα τα υπόλοιπα έχουν μεγαλύτερη προτεραιότητα. Μα σε παρακαλώ, έχε το και αυτό στον νου σου. Μάθε ό,τι μπορείς και ενημέρωσε με το συντομότερο δυνατόν, εντάξει; Είναι σημαντικό>>, της είπα με το πιο σοβαροφανές ύφος που διέθετα και εκείνη σταμάτησε να αστειεύεται, γνέφοντας θετικά.
<<Εσύ τι θα κάνεις τώρα;>>
<<Θα γυρίσω στο τμήμα, να ρίξω μία ματιά στον φάκελο που μου είπες. Στην συνέχεια, θα θέσω σε εφαρμογή το σχέδιο μας... Είσαι σίγουρη πως είσαι μέσα, Βάλερι; Δεν έχουμε ιδέα πόσο καιρό θα κρατήσει. Μπορείς να βοηθήσεις και από εδώ>>.
<<Το ξέρω, Ντράκο. Επιμένω στο να συμμετέχω και εγώ. Θα χρειαστείτε όση περισσότερη βοήθεια μπορείτε να έχετε. Θα τακτοποιήσω εδώ τις εκκρεμότητες μου και ύστερα θα ετοιμαστώ. Εκτός κι' αν εσύ θες να μείνω εδώ>>, είπε και κούνησα αρνητικά το κεφάλι μου.
Η Βάλερι αποτελούσε πολύτιμη σύμμαχο σε αυτήν την ιστορία. Από την στιγμή που ήταν συνεπής στις υποχρεώσεις και έκανε αυτά που της ζητούσα, δεν θα με απογοήτευε αργότερα. Ένας άνθρωπος που ξέρει να ελίσσεται και ξετρυπώνει στοιχεία από τα πιο απίθανα μέρη, θα χρησίμευε πάρα πολύ. Εξάλλου, μπορούσα να σκεφτώ κάποιον που θα εκτιμούσε την παρουσία της ιδιαίτερα.
Το κινητό μου διέκοψε την συζήτηση. Το άρπαξα αμέσως από την τσέπη μου και στη οθόνη, αναγραφόταν το όνομα του Ματ. Το σήκωσα και το ακούμπησα στο κινητό μου, έτοιμος να ακούσω είτε καλά, είτε κακά νέα. Το δεύτερο ήταν πιο πιθανό.
<<Όπου κι' αν είσαι, παράτα τα όλα και έλα στην τοποθεσία που θα σου στείλω>>, είπε βιαστικά. Τόσο γρήγορα, που με δυσκολία καταλάβαινα τι ήθελε να πει.
<<Πιο σιγά, Ματ>>.
<<Βρέθηκαν τα πτώματα των δύο αντρών που πήραν μέρος στην δολοφονία της Μιράντα Μπράουν. Οι φωτογραφίες που μας έστειλε η Βάλερι, το επαλήθευσαν. Γι' αυτό σου λέω, παράτα τα όλα και έλα να με βρεις. Τώρα, Ντράκο>>.
Δεν πρόλαβα να αντιδράσω. Μου το έκλεισε με την ίδια ταχύτητα που με κάλεσε. Έμεινα για λίγα δευτερόλεπτα αποσβολωμένος, όμως δεν άργησα να συνειδητοποιήσω πως έπρεπε να αναλάβω δράση. Έτσι, έβαλα ξανά το κινητό στην τσέπη μου και στράφηκα προς την Βάλερι ξανά.
<<Τι έγινε;>>
<<Πρέπει να φύγω. Δεν προλαβαίνω να σου μιλήσω τώρα. Θα τα πούμε μετά. Θα σε είσαι σε ετοιμότητα>>, της απάντησα, ενώ κατευθυνόμουν προς την πόρτα, δίχως να της δώσω περαιτέρω εξηγήσεις.
Ήλπιζα να βγει κάτι από αυτό. Άλλωστε, ένα στοιχείο που θα μας υποδείκνυε προς τα πού έπρεπε να κινηθούμε, θα ήταν πολύ καλό.
[...]
Μπήκαμε στο γραφείο με τον Ματ, εξουθενωμένοι από τα γεγονότα της ημέρας. Στην κούραση μας συνέβαλε και ο παράγοντας του τσουχτερού κρύου, ειδικά εκείνη την ημέρα. Παρά το ότι ο χειμώνας θα έφτανε στο τέλος του όπου να 'ναι και η άνοιξη θα έκανε την είσοδο της στην ζωή μας, η κακοκαιρία δεν σταματούσε και όλα έδειχναν πως αυτό δεν θα αλλαζε σύντομα.
<<Έχω να κοιμηθώ φυσιολογικά μέρες...>>, είπε αγανακτησμένος, πέφτοντας βαριεστημένα στην καρέκλα του.
<<Αυτά έχει η δουλειά μας, φίλε>>, αποκρίθηκα και γύρισε τα μάτια του προς τα πάνω, απηυδησμένος.
<<Τι μου είπες τώρα, δεν το ήξερα. Σε ευχαριστώ που μου το ξεκαθάρισες>>, είπε σαρκαστικά και μου ξέφυγαν μερικά χαχανητά.
Γενικά, μου άρεσε που ακόμα και στις πιο δύσκολες καταστάσεις, είχαμε την ευκαιρία να κάνουμε και λίγη πλάκα μεταξύ μας. Έπρεπε να αποφορτιστούμε από το άγχος, ειδικά εκείνη την περίοδο, με όσα συνέβαιναν. Καμιά φορά, το χιούμορ ήταν το καλύτερο φάρμακο για την κακή διάθεση.
Είδα τον φάκελο πάνω στο γραφείο μου και τον πήρα στα χέρια μου. Τον άνοιξα και κάποια χαρτιά βρέθηκαν στο πάτωμα. Ξαφνιάστηκα από τον μικρό αριθμό τους. Από ό,τι φάνηκε, η Βάλερι είχε όντως βρει πράγματα, όμως λιγότερα από ότι εγώ είχα φανταστεί. Μακάρι να είχαν ενδιαφέρον τουλάχιστον, όπως μου είπε.
<<Τι είναι αυτά;>>
<<Ό,τι ανακάλυψε η Βάλερι>>, του απάντησα και έκατσα στη γωνία του γραφείου μου.
<<Για λέγε>>. Χασμουρήθηκε τόσο δυνατά, που αυτήν την φορά γελασα κανονικά.
Ξεκίνησα να διαβάζω. << Λοιπόν, Άλεξ ΜακΚάλι και Τζέισον Ντέιν. Οι άντρες που συμμετείχαν στην δολοφονία της Μιράντας Μπράουν. Βρέθηκαν τα πτώματα τους σήμερα, που σημαίνει ότι όποιος κι' αν τους ανέθεσε αυτήν την δουλειά, δεν ήταν πολύ ευχαριστημένος που υπήρχε μάρτυρας στα σχέδια τους. Και οι δύο σεσημασμένοι από το παρελθόν, διότι; πασχόλησαν τις αρχές αρκετές φορές, κυρίως την δίωξη ναρκωτικών. Έχουν καταγραφεί και κάποιες μικροκλοπές από την μεριά τους. Ωστόσο, το ύποπτο με αθγιγα τους δύο είναι ότι τα τελευταία τέσσερα χρόνια, είχαν εξαφανιστεί από την παρανομία. Και αυτό είναι το μοναδικό κοινό στοιχείο με την υπόθεση της Μπράουν>>.
<<Περίμενε, περίμενε. Ένα ένα, γιατί θα εκραγεί ο εγκέφαλος μου. Καταρχάς, από ποτε συσχετίζουμε το δικό τους παρελθόν με την τωρινή έρευνα;>>
<<Μα δεν σου φαίνεται περίεργο το ότι και τα τρία άτομα, σε κάποια φάση της ζωής τους, εξαφανίστηκαν; Η Μιράντα Μπράουν πέρασε στο πανεπιστήμιο στα είκοσι της. Αυτοί οι δύο, από το πουθενά έπαψαν να τραβούν το ενδιαφέρον της αστυνομίας>>.
<<Ναι. Αλλά αυτό δεν σημαίνει αυτόματα πως υπάρχει κάποια σύνδεση ανάμεσα τους. Τι άλλο γράφει;>>
<<Γράφει ότι ο Άλεξ με τον Τζέισον βρίσκονταν στην Ευρώπη εκείνο το διάστημα>>, του είπα και ακούμπησε τους αγκώνες του πάνω στην ξύλινη επιφάνεια του επίπλου,πλέκοντας τα δάχτυλα των χεριών του μεταξύ τους.
<<Εμένα κάτι άλλο δεν μου κολλάει... Για την Μιράντα Μπράουν, αυτές είναι οι μόνες πληροφορίες που έχουμε; Τι έκανε πριν το πανεπιστήμιο;>>.
Το μυαλό μου πήρε χίλιες στροφές, μόλις το είπε αυτό... Άρχισα να αναρωτιέμαι και εγώ το ίδιο πράγμα.
<<Ισχύει... Η ζωή της πριν το πανεπιστήμιο, μας είναι παντελώς άγνωστη>>. Κοίταξα έξω από το παράθυρο. Αυτό σίγουρα έκανε ακόμη πιο περίπλοκα τα πράγματα.
<<Αυτό είναι ύποπτο. Ποιά ήταν πριν; Αναφέρεται τιοιτα στα χαρτια;>>
Τα σκάναρα δύο και τρεις φορές με το βκεμμα μου, μα δεν είδα κάτι καινούργιο, πέρα από αυτά που ξέραμε εμείς. <<Η Ίνγκριντ ίσως να μπορεί να μας πει κάτι>>.
<<Συμφωνώ. Πρέπει να της μιλήσεις>>, μου είπε και ήταν η σειρά μου να γελάσω ειρωνικά.
<<Δεν πρόκειται να με ακούσει... Όχι μετά από το σημερινό. Μπορεί να μην το πρόσεξες εσύ ή κάποιος άλλος, όμως όταν με κοίταξε... Είδα μισός στα ματια της. Είμαι το τελευταίο άτομο που θα εμπιστευτεί>>.
<<Δεν νομίζω ότι ισχύει αυτό, αλλά όπως και να έχει, πρέπει να γίνει αυτή η κουβέντα. Πες την Βάλερι να το κάνει. Από ό,τι κατάλαβα, την εβαλες έτσι κι' αλλιώς να την φυλάει για λίγο. Δεν έχουν να χάσουμε κάτι>>.
Ο Ματ Μοντέ... Η φωνή της λογικής σε αυτό το τμήμα. Ως γνωστόν, είχε δίκιο.
<<Κάνε το εσύ. Ψάχνεις και δικαιολογίες να της μιλάς>>, του είπα περιπαιχτικά και μουρμούρισε μια βρισιά, την οποία δεν άκουσα, αλλά μπορούσα να την μαντέψω.
<<Για τον ΜακΚάλι και τον Ντέιν; Τίποτα άλλο, πέρα από το ότι ζούσαν στην Ευρώπη;>>
Κοίταξα ξανά τις πληροφορίες πρόχειρα, μα θα τις μελετούσε αργότερα, όταν θα ήμουν συγκεντρωμένος.
<<Δούλευαν σε κάποια εταιρεία μεταφορών. Στην Αγγλία. Ψάξε την και μάθε όσα περισσότερα μπορείς>>. Σημείωσα σε ένα χαρτί το όνομα της εταιρείας και του το έδωσα.
Ύστερα από αυτό, πέσαμε και οι δύο με τα μούτρα στην δουλειά. Η κατάσταση είχε σοβαρέψει πολύ και δεν είχαμε άλλα περιθώρια λάθους. Έπρεπε να κινηθούμε μα άκρα μυστικότητα, αλλά και να ενεργήσουμε όσο το δυνατόν γρηγορότερα. Δεν ήξερα πώς, αλλά έπρεπε να τα καταφέρουμε... Διότι διαφορετικά, η κατάληξη δεν θα ήταν καλή. Για κανέναν μας.
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro