Αναπάντητα ερωτήματα
Draco's POV
Οι τρίχες στον σβέρκο μου ανασηκώθηκαν από το άγχος, όταν βρέθηκα έξω από το ξενοδοχείο... Τα πράγματα ήταν πολύ χειρότερα, από ό,τι μου είχε περιγράψει ο Ματ στο τηλέφωνο.
Το μεγαλύτερο μέρος του κτιρίου είχε καταστραφεί. Και ανάμεσα στα χαλάσματα, οι διασώστες προσπαθούσαν να βρουν όσους περισσότερους επιζώντες μπορούσαν, φωνάζοντας και μετακινώντας όλοι μαζί μεγάλα κομμάτια τσιμέντου.
Ο Ματ δεν πρόλαβε να μου πει πολλά βέβαια. Μόνο για ένα μέρος της καταστροφής πρόλαβε να μου μιλήσει και φυσικά, μου είπε να κάνω στροφή εκατόν ογδόντα μοιρών και να τσακιστώ να γυρίσω πίσω, διότι διαφορετικά με κυνηγούσε έως τα πέρατα του κόσμου και θα με σκότωνε με τον πιο ειδεχθή τρόπο.
Με τρόμαξε ο τόνος του. Άρχισα να φαντάζομαι πράγματα, διάσχιζα την άσφαλτο με τόση ταχύτητα, που ξαφνιάστηκα, επειδή δεν με σταμάτησε κανείς για να μου κόψει κλήση. Γρήγορα όμως παραμέρισα αυτήν την λεπτομέρεια και την έθαψα στο πίσω μέρος του μυαλού μου. Μόνο ένα πράγμα είχε πια σημασία για εμένα... Και αυτό δεν ήταν το καθήκον.
Και τώρα που αντίκρισα αυτό το θέαμα, μόνο μία δυσάρεστη σκέψη περνούσε από το μυαλό μου και μου έκοβε την ανάσα.
<<Ωχ θεέ μου... Όχι, όχι!>>.
Βγήκα βιαστικά από το αμάξι και έτρεξα όσο πιο γρήγορα μπορούσα προς το σημείο. Χώθηκα στο πλήθος και έσπρωχνα τον κόσμο, φωνάζοντας τους να κάνουν στην άκρη. Όλοι τους είχαν πανικοβληθεί και ήθελαν να μάθουν τί συνέβαινε, δεδομένου ότι είχαν χρόνια να βιώσουν κάτι τόσο τρανταχτό και ταραχώδες στην κωμόπολη τους. Ή τουλάχιστον, αυτοί οι ψίθυροι έφταναν στα αυτιά, ενώ πλησίαζα την κίτρινη κορδέλα.
Δύο αστυνομικοί πήγαν να με σταματήσουν, αλλά τους έδειξα το σήμα και έκαναν πίσω αμέσως, δίνοντας μου χώρο για με περάσω στον τόπο του εγκλήματος.
Που να πάρει... Πρώτη φορά αυτή η φράση άφηνε μία τόσο δυσάρεστη γεύση στο στόμα, και μόνο που την επαναλάμβανα από μέσα μου.
Χωρίς να δυσκολέψω την δουλειά όσων εξέταζαν τον χώρο και των διασώστων, κατευθύνθηκα προς τα ασθενοφόρα. Υπήρχαν αρκετοί τραυματισμένοι, ευτυχώς ελαφρά κάποιοι και δεν μεταφερόταν κανένας σε φορείο, που σήμαινε ότι είχαν βρεθεί νεκροί... Ακόμα. Και αυτή η πιθανότητα ήταν πολύ τρομακτική.
Βρήκα επιτέλους το ασθενοφόρο, μέσα στο οποίο καθόταν ο Ματ με έναν νοσοκόμο και υπέμενε τα ράμματα που το έκανε ο νεαρός άντρας. Πίεζε τα χείλη του μεταξύ τους, σχηματίζοντας μία λεπτή γραμμή, απόδειξη ότι δεν ήταν και πολύ βολική η κατάσταση στην οποία βρισκόταν, όμως δεν είχε άλλη επιλογή από το να κάνει υπομονή.
Απελευθέρωσα μία ανάσα ανακούφισης και πλησίασα περισσότερο. Ο ήχος των βημάτων μου χανόταν σε όλον αυτόν τον σαματά που επικρατούσε, μαζί και κάθε άλλη ανούσια σκέψη που θα μπορούσε να μου αποσπάσει την προσοχή. Ο νους μου επικεντρώθηκε μονάχα σε εκείνη την στιγμή και στο να σιγουρευτώ ότι όλα τα πρόσωπα που νοιαζόμουν.
Γιατί έβλεπα μόνο τον Ματ όμως; Πού ήταν η Βάλερι και ο άλλος, νεαρός αστυνομικός;
Και το κυριότερο... Γιατί δεν εντόπιζα πουθενά στο οπτικό μου πεδίο την Ίνγκριντ;
Η καρδιά μου άρχισε να χτυπά δυνατά και δεν μπορούσα με τίποτα να αποβάλω αυτήν την ανησυχία από πάνω μου. Ωστόσο, δεν γινοηαν να χάσω και την ψυχραιμία μου. Διαφορετικά, η παρουσία θα ήταν άχρηστη.
Ο Ματ πρέπει να διαισθάνθηκε την παρουσία μου, γιατί το κεφάλι του πετάχτηκε ψηλά και κόντεψε να πέσει έξω από το ασθενοφόρο, διότι επιχείρησε να τρέξει προς το μέρος μου και παραλίγο να σκοτωθεί. Κατέληξε απλώς να βγάλει ένα επιφώνημα πόνου και παρατήρησα ότι ένα μικρό ράμα στον ώμο του άνοιξε και λίγες σταγόνες αίματος κύλησαν κατά μήκος του χεριού του.
<<Με προσοχή, φίλε>>, του είπα και τον βοήθησα να σταθεί στα πόδια του, αλλά αντί για οτιδήποτε άλλο, κέρδισα ένα άγριο βλέμμα και μία δυνατή μπουνιά στην μύτη... Νομίζω μου την έσπασε.
<<Κάθαρμα! Γελοίε! Είσαι φίλος εσύ, ρε;! Ή πιο σωστά, είσαι άνθρωπος;! Διότι ένας άνθρωπος δεν θα φερόταν τόσο δειλά!>>, φώναξε και από τα μάτια του ξεχείλιζε κάτι πρωτόγνωρο και άγριο, το οποίο δεν είχα διακρίνει ποτέ στο παρελθόν μέσα τους.
Σκούπισα τις στάλες αίματος με ένα χαρτομάντιλο που βρήκα στην τσέπη μου και τον κοίταξα. Ο φίλος μου, έστω και προσωρινά, ήταν έτοιμος να μου ορμήσει. Δύο αστυνομικοί τον άρπαξαν από τα μπράτσα και τον εμπόδισαν να έρθει καταπάνω μου.
<<Ματ, σε παρακαλώ, ηρέμησε και εξήγησε μου τί έγινε εδώ>>, του ζήτησα και μάλλον αυτό ήταν λάθος, γιατί ομη ερώτηση μου τον εξαγρίωσε ακόμα περισσότερο.
<<Έχεις το θράσος να με ρωτάς τί έγινε, Ντράκο;! Εσύ και οι ανασφάλειες σου μας έφεραν σε αυτήν την κατάσταση!>>.
<<Μοντέ, αρκετά. Φτάνει με τον θυμό σου. Έχουμε πιο σοβαρά θέματα να ασχοληθούμε>>.
Έστρεψα το κεφάλι μου από την άλλη μεριά και είδα τον αρχηγό να στέκεται λίγα μέτρα μακριά μου. Το ορθό ανάστημα του τόνιζε το κατάμαυρο, εντυπωσιακό κοστούμι του και τα γυαλιστερά σκαρπίνια του. Για να προστατεύεται από το τσουχτερό κρύο εκείνης της ημέρας, φορούσε μία χοντρή καπαρντίνα, καλά κλεισμένη γύρω από τον λαιμό του και το υπόλοιπο σώμα του.
Θύμιζε έναν μεσήλικα άντρα, βγαλμένο από μία άλλη εποχή. Σκληρός, αυστηρός και τέλεια περιποιημένος, από την κορυφή ως τα νύχια, παρά τον χαμό που επικρατούσε γύρω μας και το τεράστιο ταξίδι που έκανε, για μας βρει πολύ κοντά στα σύνορα του Καναδά. Και φυσικά, ανησυχητικά ψύχραιμος, δεδομένης της κατάστασης. Αυτό σήμαινε μόνο ένα πράγμα... Η δική του βόμβα θα έσκαγε πολύ σύντομα.
<<Μα αρχηγέ–>>.
<<Θα διαχειριστώ τον Ναθάρα όπως κρίνω εγώ. Εσύ κοίτα να ανακάμψεις, και σύντομα μάλιστα. Σας περιμένει πολύ δουλειά. Τώρα, θέλω να μας εξηγήσεις από την αρχή τί έγινε>>, του είπε, χωρίς ίχνος χρώματος στην φωνή του, και έκανε νόημα στους δύο αστυνομικούς που τον συνόδευαν να φύγουν.
Περιμέναμε μέχρι ο νοσοκόμος να ολοκληρώσει την δουλειά του και να μαζέψει τα σύνεργα του. Ύστερα, τον βοήθησε να ντυθεί με ζεστά ρούχα και έφυγε και αυτός, αφήνοντας τους τρεις μας μόνους στην μέση του δρόμου.
Ο Ματ ακόμα έβραζε από θυμό, αλλά τουλάχιστον οι μυς του είχαν χαλαρώσει και έδειχνε να καταναλώνει περισσότερη ενέργεια, ώστε να κρατηθεί ζεστός και να μην ανοίξει κάποιο από τα φρέσκα ράμματα του.
<<Μήπως να πάμε κάπου πιο ζεστά;>>, πρότεινα, αλλά ο αρχηγός κούνησε αρνητικά το κεφάλι του και παρέμεινε σταθερός στη θέση του. Με ένα νεύμα, παρακίνησε τον Ματ να αρχίσει να μιλάει.
Εκείνος πήρε μία βαθιά ανάσα και πέρασε το χέρι του από τον αυχένα του, παλεύοντας να συγκρατήσει τα δάκρυα που είχαν συσσωρευτεί στα μάτια του. <<Ήμασταν στο ίδιο δωμάτιο με την Βάλερι και την Ίνγκριντ. Συζητούσαμε. Τον μικρό τον είχαμε στείλει να φυλάει τον διάδρομο απ' έξω... Δεν φανταστήκαμε ότι μπορεί η απειλή να έρθει από το παράθυρο, και μάλιστα σε τόσο έντονη μορφή>>. Σταμάτησε για ένα λεπτό, εμποδίζοντας το συναίσθημα να πάρει τον έλεγχο του εαυτού του. <<Προσπαθούσαμε να την ηρεμήσουμε και παράλληλα, να μάθουμε κάποια πράγματα. Και τότε... Δεν μπορώ να καταλάβω πώς, γιατί... Ξαφνικά, έκρηξη. Πέτρες, τζάμια, σίδερα... Μόνο για λίγο, κατάφερα να διατηρήσω την όραση μου καθαρή. Κοίταξα γύρω μου. Όλα είχαν καταρρεύσει. Και το μόνο που μπόρεσα να δω, ήταν ένα αμάξι να φτάνει, δύο τύπους να βγαίνουν από μέσα και να μεταφέρουν τα αναίσθητα σώματα της Βάλερι και της Ίνγκριντ. Της βάλανε μέσα και... Εξαφανίστηκαν. Και τότε όλα βυθίστηκαν στο σκοτάδι. Όταν ξύπνησα, βρισκόμουν μέσα σε εκείνο το ασθενοφόρο. Με φρόντισαν και... Να' μαστε>>.
Το αίμα στις φλέβες μου πάγωσε. Λες και ο χρόνος σταμάτησε και ο κόσμος γύρω μας χάθηκε. Απομακρύνθηκε από εμένα και έμεινα μόνος μου στο κέντρο, να κοιτάζω με βλέμμα απλανές το κενό. Κοκάλωσα στην θέση μου και ενώ τα πόδια μου δεν με βαστούσαν, παράλληλα αρνούνταν να μετακινηθούν ή γενικά να κάνουν το οτιδήποτε.
Αν μπορούσα να δω τον εαυτό μου στον καθρέφτη, θα έβλεπα το χρώμα να έχει φύγει από το πρόσωπο μου. Ευθύς η δυσκολία να συντονιστώ έβγαλε φτερά και έδωσε την θέση της σε κάτι άλλο. Κάτι επίπονο. Κάτι πιο βαθύ και σχεδόν αδύνατο να διαχειριστώ, ειδικά από την στιγμή που είχα καιρό να το αισθανθώ σε τόσο έντονο βαθμό...
Απόγνωση. Μου ήταν αδύνατον να αρθρώσω την οποιοδήποτε λέξη, διότι με ο πόνος ξέσκιζε τα σωθικά μου και σάρωνε ολόκληρο τον εσωτερικό μου κόσμο. Σαν να με τρυπούσαν ασταμάτητα χιλιάδες μικρές βελόνες, η μία μετά την άλλη.
Μπορούσα να αφουγκραστώ τους χτύπους της καρδιά μου, η οποία μόλις ειχε σπάσει σε μικρά κομματάκια. Και σίγουρα θα ήταν ακατόρθωτο πια κάποιος να τα μαζέψει όλα και να τα βάλει στην θέση τους... Όχι τώρα, που είχα χάσει κάτι τόσο σημαντικό από την ζωή μου.
Πήρα μία τρεμάμενη ανάσα και προσπάθησα να σταματήσει το ρίγος που με διαπερασε. Τα σπασμένα κόκαλα και το ξύλο από κάποιες υποθέσεις που είχα αναλάβει, δεν ήταν τίποτα σε σχέση με την δύναμη που ασκούσε πάνω μου η πραγματικότητα εκείνη την στιγμή.
<<Κατάλαβα... Ξέρετε και οι δύο τι πρέπει να κάνετε. Και αυτήν την φορά, δεν θέλω καμία ανόητη δικαιολογία>>, είπε και με κοίταξε όλο νόημα, αδιαφορώντας για το πανικό που αισθανόμουν.
Και από την δική μου μεριά, δεν είχε άδικο. Εγώ όφειλα να μην χάσω την ψυχραιμία μου και προφανώς, είχα αποτύχει οικτρά ως προς αυτό. Το θέμα ήταν τί θα έκανα από εκεί και πέρα.
<<Σας δίνω μόνο λίγες ώρες για να ξεκουραστείτε και να φτιάξετε ένα καινούργιο σχέδιο, για τη διάσωση της Ίνγκριντ Κουνσέν και της Βάλερι Στόουν. Θα έχετε από εμένα ό,τι χρειαστείτε. Από εξοπλισμό, μέχρι και άντρες. Και το καλό που σας θέλω, μέχρι αύριο το πρωΐ να λάβω κάποια ενημέρωση. Και μην τσακωθείτε. Η κόντρα σας αυτήν την στιγμή, δεν έχει καμία σημασία. Έγινα κατανοητός;>>, μας ρώτησε και χωρίς να μιλήσουμε με τον Ματ, απλώς γνέψαμε θετικά.
Στην συνέχεια, απομακρύνθηκε με τον ίδιο τρόπο που ήρθε. Διακριτικά, απρόσμενα και δίχως να δώσει κάποια εξήγηση. Το θεωρούσε αυτονόητο ότι θα κάναμε αυτό που μας έλεγε και δεν θα φέρναμε καμία αντίρρηση... Τουλάχιστον, σε αυτήν την περίπτωση, δεν μπορούσα να τον κατηγορήσω.
Άνοιξα το στόμα μου για να πω κάτι στον Ματ, αλλά μου έριξε ένα άγριο βλέμμα. <<Μην μου πεις τίποτα... Όχι τώρα. Απλά πάμε όπου μας πάνε αυτοί οι αστυνομικοί, για πάρουμε δυνάμεις και να προετοιμαστούμε. Έως τότε... Μην μου απευθύνεις τον λόγο>>, αποκρίθηκε και η οργή ήταν ξεκάθαρος στην φωνή του, καθώς πήγα προς το αμάξι με τους αστυνομικούς που περίμεναν, για μας μεταφέρουν με ασφάλεια σε κάποιο ξενοδοχείο.
Υπέθεσα πως ο σωματικός πόνος, δεν είχε πλέον καμία αξία γι' αυτόν. Ο ψυχικός ήταν πιο ξεκάθαρος, καθώς η απόγνωση και ο θυμός ζωγράφιζαν τα χαρακτηριστικά του.
Σεβάστηκα την επιλογή του και απλώς πήγα και εγώ στο αμάξι. Η διαδρομή έως το ξενοδοχείο, ήταν σιωπηλή και ιδιαίτερα αμήχανη. Οι μόνοι ήχοι που ακούγονταν, ήταν αυτοί της φύσης και της μηχανής του αυτοκινήτου, η οποία πάλευε να βγάλει την διαδρομή, καθώς το όχημα γλιστρούσε με δυσκολία πάνω στον δρόμο.
Έκανα μία προσπάθεια να ανοίξω συζήτηση με τον Ματ, αλλά εκείνος αρνιόταν πεισμαγικα να μου απευθύνει τον λόγο. Μου γύρισε την πλάτη και κόλλησε το βλέμμα του στο τοπίο έξω από το παράθυρο, σαν τον ενδιέφεραν περισσότερα οι εκτάσεις δέντρων και τα σπίτια ανάμεσα τους.
Αναστέναξα και βολεύτηκα καλύτερα στο κάθισμα μου, αποδεχόμενος την κατάσταση. Δεν τον πίεσα παραπάνω, παρόλο που ήθελα να του απολογηθώ με χίλιους δύο τρόπους. Διότι οι πράξεις μου μας είχαν οδηγήσει σε αυτό το σημείο.
Δεν τον αδικούσα λοιπόν που αγνοούσε την ύπαρξη μου. Δεν ένιωσα ούτε λίγο θυμό, εξαιτίας αυτής της κατάστασης. Μπορεί να συνέβαινε αυτό κάποτε και να απαιτούσαν εξηγήσεις γι' αυτήν την αδικαιολόγητη αντίδραση εις βάρος μου, όμως πλέον μου είχε γίνει πιο εύκολο να αποδέχομαι τις φορές που έχω αποτύχει. Όχι μόνο ως αστυνομικός, αλλά και ως άνθρωπος.
Άξιζα την οργή όλων γύρω μου. Γιατί τους είχε απογοητεύσει. Και το κερασάκι στην τούρτα αποτέλεσε η φυγή μου πριν από αρκετές ώρες. Έπεισα τον εαυτό μου ότι έκανα το σωστό και πως προστάτευα την Ίνγκριντ. Θεώρησα ότι η παρουσία μου αποτελούσε το μεγαλύτερο πρόβλημα, δεδομένου ότι, παρότι την είχα υπό την προστασία μου, κατόρθωσαν να της επιτεθούν τρεις φορές. Και φυσικά, πίστεψα ότι αν έφευγα, τα πράγματα θα έφτιαχναν. Οι άλλοι δεν θα ήταν τυφλωμένοι από τα συναισθήματα τους και έτσι, θα είχαν πιο καθαρή κρίση, ώστε να φέρουν εις πέρας την αποστολή.
Τώρα συνειδητοποιούσα πόσο εγωϊστικά φέρθηκα... Και όλα αυτά που θα μας στοίχιζαν οι αποφάσεις μου.
Πριν το καταλάβω, φτάσαμε στο ξενοδοχείο. Μπήκαμε μέσα και μία γυναίκα γύρω στα τριάντα στην υποδοχή μας καλωσόρισε με ένα ζεστό χαμόγελο, τι οποίο κανείς μας δεν είχε την διάθεση να ανταποδώσει. Όχι λόγω αγένειας, αλλά επειδή ήμασταν όλοι πολύ ταλαιπωρημένοι για να μιλήσουμε και σίγουρα είχαμε πιο σοβαρά θέματα, από το να κρατήσουμε τα προσχήματα. Πήραμε μόνο το κλειδί και η γυναίκα μας υπέδειξε προς τα που να πάμε, παίρνοντας τα σκαλιά.
Οι δύο αστυνομικοί μας συνόδευσαν μέχρι το δωμάτιο και μας ενημέρωσαν ότι θα παρέμεναν ακριβώς έξω από αυτό, σε περίπτωση που τους χρειαστούμε ή κάποιος πρέπει να καλέσει τον αρχηγό.
Δεν θα ένιωθα και πολύ ασφαλής μόνο με δύο αστυνομικούς απ' έξω, μετά από όσα είχαν γίνει, μα δεν είχα και δικαίωμα να σχολιάζω. Αποδέχτηκα την συνθήκη, με μία μικρή ανακούφιση. Ήμουν ευγνώμων για όλη την προσοχή και προστασία που μας παρείχαν σε μία τόσο δύσκολη περίοδο, όπως κι' αν είχε.
Ο Ματ έκατσε στην άκρη του κρεβατιού και έπιασε το χέρι του, μορφάζοντας. Βλέποντας τον σε αυτήν την κατάσταση, δεν μπόρεσα να μην πλησιάσω, ώστε να τον βοηθήσω να βγάλει το μπουφάν του.
Ήξερα πως όφειλα να σεβαστώ την ανάγκη του για απομόνωση και να μην του δώσω σημασία, έως ότου ο ίδιος αισθανθεί έτοιμος να μου πει κάτι.
Όμως δεν είχαμε την πολυτέλεια του χρόνου, ώστε να γίνει αυτό. Εξάλλου, όπως ανέφερε και ο αρχηγός, οι κόντρες δεν είχαν κανένα απολύτως νόημα εκείνη την στιγμή. Έπρεπε να επικεντρωθούμε στην αποστολή μας και να κάνουμε τα πάντα, προκειμένου η κατάληξη να είναι και η επιθυμητή.
<<Ξεκουράσου λίγο>>, του είπα καλοπροαίρετα και με αγριοκοίταξε.
<<Να ξεκουραστώ; Ντράκο, ζούμε στον ίδιο κόσμο ή μήπως ταξιδεύεις στον δίκιο σου; Έχεις καταλάβει πόσο σοβαρά είναι τα πράγματα; Δεν έχουμε το δικαίωμα να κλείσουμε βλέφαρο, όταν οι–>>.
Δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει, γιατί έπεσε με δύναμη πίσω στο κρεβάτι και ο πόνος αλλοίωσε την έκφραση του. Μουρμούρισε μία βρισιά μέσα από τα δόντια του και δάγκωσε το κάτω χείλος του.
Έβαλα τα χέρια μου στους ώμους του και τον βοήθησε να βολευτεί καλύτερα πάνω στα σεντόνια. Έφτιαξα και τα μαξιλάρια πίσω από το κεφάλι του, για να είναι πιο άνετα, και ύστερα τον κοίταξα. <<Έχεις δίκιο. Δεν μας παίρνει να χάνουμε καιρό. Η Ίνγκριντ και η Βάλερι μας έχουν ανάγκη. Αλλά φίλε, δεν μπορείς ούτε καν να κουνηθείς, χωρίς λίγη στήριξη. Πρέπει να κοιμηθείς, έστω και για μία ώρα. Δεν έχει σημασία αν συμφωνείς μαζί μου ή όχι. Μην ανησυχείς, θα σκεφτώ εγώ ενα σχέδιο και θα το αναλύσουμε μαζί, όταν ξυπνήσεις. Εντάξει;>>, τον ρώτησα και ξεφύσηξε νευριασμένος, αλλά δεν αντέδρασε αρνητικά, οπότε θεώρησα ότι κάναμε πρόοδο.
Έβηξε έντονα και ξεστόμισε μία άλλη βρισιά, την οποία δεν άκουσα. Πέρασε το χέρι του από το στόμα μου, σαν να προσπαθούσε να καταλάβει αν θα κάνει εμετό ή όχι. Στην συνέχεια, έστρεψε το βλέμμα του πάνω μου ξεφύσηξε ξανά. Με τον δείκτη του χεριού του, μου έδειξε την τσάντα του. <<Από την ώρα που έφυγες, κράτησα μερικές σημειώσεις. Κάποια πράγματα... Μου φάνηκαν περίεργα κάποια πράγματα και έτσι, τα κατέγραψα όλα, αναλυτικά. Όταν συνήλθε η Ίνγκριντ, επιχείρησα να εκμαιεύσω όσες περισσότερες πληροφορίες μπορούσα από εκείνη, αλλά η έκρηξη μας πρόλαβε. Ήμουν βέβαιος ωστόσο πως κάτι έκρυβε. Ακόμα είμαι. Θέλω να ελπίζω ότι στο μέλλον θα μάθουμε... Αν μπορέσουμε να σώσουμε εκείνη και την...>>. Έβηξε ξανά, αλλά κατάλαβε ότι δεν ήταν αυτός ο λόγος που σταμάτησε.
Με κανέναν τρόπο δεν θα μπορούσε να κρύψει την ταλαιπωρία του, όσο κι' αν το ήθελε.
Έγειρε πάνω στα μαξιλάρια και έκλεισε τα μάτια του. Παρά τις σιωπηλός ενστάσεις του, κατέληξε να κοιμάται μέσα σε ελάχιστα δευτερόλεπτα.
Μου ξέφυγε ένα γελάκι, καθώς το απαλό ροχαλητό αντήχησε στο δωμάτιο. Άνοιξα την ντουλάπα και για καλή μας τύχη, είδα μία κουβέρτα σε ένα από τα ράφια. Την πήρα στα χέρια μου, την άνοιξα και με προσοχή για να μην τον ξυπνήσω, την έριξα πάνω από το σώμα μου, το οποίο έτρεμε εξαιτίας του κρύου.
Ο φίλος μου είχε ανάγκη τον ύπνο πιο πολύ από εμένα. Εγώ έτσι κι' αλλιώς, και να ήθελα κοιμηθώ, ο νους μου ήταν αλλού. Δεν θα κατάφερνα να κλείσω μάτι.
Τα λόγια του με τάραξαν. Αναρωτήθηκα τί στο καλό μπορεί να εννοούσε και σίγουρα αυτή ήταν μία από τις φορές που η περιέργεια και το άγχος νίκησαν.
Άρπαξα την τσάντα του από το πάτωμα και έκατσα σε μία καρέκλα, κοντά στο μικρό τραπέζι. Την άνοιξα και έβγαλα από μέσα ένα τετράδιο.
Από τότε ξεκινήσαμε σε αυτήν την δουλειά, ο Ματ προτιμούσε πάντοτε να κρατάει σημειώσεις από όσα συνέβαιναν γύρω, ώστε να είναι σίγουρος ότι δεν θα του ξεφύγει ποτέ καμία λεπτομέρεια. Τυπικός και ταυτόχρονα ένας από τους πιο ευγενικούς και καλούς αστυνομικούς που είχε γνωρίσει ποτέ. Και γι' αυτό ήμουν περήφανος που ήμασταν συνεργάτες από την αρχή της καριέρας μας.
Το άνοιξα αργά και εξεπλάγην από το πόσο καθαρογραμμένα ήταν όλα. Θα αναγνώριζα παντού αυτόν τον γραφικό χαρακτήρα, ακόμα κι' αν είχαν περάσει πάρα πολλά χρόνια. Σε αντίθεση με εμένα, ο Ματ έγραφε πάντα με τέτοιον τρόπο, ώστε να βγάζουν νόημα.... Ένας επιπλέον λόγος που τον θαύμαζα.
"Ντράκο, αν αυτό έχει πέσει στα χέρια του, σημαίνει πως επιτέλους αποφάσισες να λογικευτείς και να επιστρέψεις. Ή ότι όλα έχουν πάει στραβά, όσον αφορά την αποστολή να προστατέψουμε την Ίνγκριντ με κάθε κόστος."
Κατέπνιξα το συναίσθημα που ανέβηκε στον λαιμό μου και συνέχισα να διαβάζω, αγνοώντας τα πλοκάμια της ενοχής που είχαν αρχίσει να με πνίγουν και να μου έκοβαν την ανάσα τόσο απότομα.
"Τέλος πάντων, όταν την σώσαμε, κοντά σε εκείνο το κατεστραμμένο σπίτι, παρατήρησα κάτι περίεργο... Σε έναν τοίχο, είδα ζωγραφισμένο το σύμβολο της οργάνωσης, στην οποία βρήκαμε πως ανήκε η Μιράντα Μπράουν στο παρελθόν. Θα μου πεις, ίσως ήταν μία απλή σύμπτωση και το μυαλό μου φτιάχνει περίεργα σενάρια, λόγω της κούρασης. Για να είμαι σίγουρος, έκανα μία μικρή έρευνα... Και ανακάλυψα πως αυτό το σπίτι ήταν κάποτε το πατρικό της Ίνγκριντ Κουνσέν. Δεν μπορεί λοιπόν να ήταν τυχαίο. Ούτε φυσικά και αυτός ή αυτή που της επιτέθηκε και παραλίγο να την σκοτώσει. Θα τα συζητήσω και μαζί σου από κοντά όλα αυτά, όμως πρώτα καλύτερα να τα καταγράψω εδώ, για να είμαι σίγουρος ότι δεν θα τα ξεχάσω."
Καθώς διάβαζα παρακάτω, το μυαλό μου έπαιρνε χίλιες στροφές. Αρχικά, μου ήταν αδύνατον να επεξεργαστώ αυτές τις καινούργιες πληροφορίες. Όσο περισσότερο τις κοιτούσα όμως, τόσο πιο νόημα έβγαζαν οι υποψίες του φίλους μου.
Νέα αναπάντητα ερωτήματα ξεπήδησαν και δεν γινόταν να μην σοκαριστώ.
Η Ίνγκριντ... Τί σχέση μπορούσε να έχει μία οργάνωση, η οποία ήταν υπεύθυνη για αμέτρητα, ειδεχθή εγκλήματα κατά της ανθρώπινης ζωής;
Αρνούμουν να το δεχτώ. Ήταν προφανές πια ότι είχε μυστικά, τα οποία θα μπορούσαν να μας είχαν βοηθήσει νωρίτερα, αλλά αποκλείεται να είχε σχέση με αυτά τα καθάρματα, όσον αφορούσε τις πράξεις τους.
Κάτι άλλο συνέβαινε... Ή πιο σωστά, είχε ήδη συμβεί. Και εμείς απλώς δεν μπήκαμε ποτέ στον κόπο να ψάξουμε σε βάθος το παρελθόν της Ίνγκριντ Κουνσέν.
Συνειδητοποίησα πως πολλές ήταν οι ενδείξεις από την αρχή. Εμείς απλώς δεν τις παρατηρήσαμε, όντας επικεντρωμένοι στο παρόν και στον στόχο μας. Μας ένοιαζε τόσο πολύ να την κρατήσουμε ζωντανή, που κανείς μας δεν σκέφτηκε να ψάξει την ιστορία της και το ποιά ήταν αυτή η κοπέλα. Το γιατί ζούσε με την γιαγιά της. Από τότε που την γνώρισα, δεν είχα ακούσει καμία αναφορά στην υπόλοιπη οικογένεια της. Ούτε καν στους γονείς της...
Ένα άσχημα συναίσθημα φώλιασε μέσα μου. Το ένστικτο μου, μου έλεγε πως έπρεπε να τις σώσουμε όσο πιο γρήγορα γινόταν, και αυτήν την φορά χωρίς λάθη... Διότι διαφορετικά, τα αποτελέσματα θα ήταν καταστροφικά.
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro