Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Κεφάλαιο 5ο

Pov Μαρίας

Ανοίγω τα μάτια μου και αντικριζω ένα άσπρο δωμάτιο. Καθώς η όραση μου συνηθίζει, προσπαθώ να διακρίνω τον χώρο γύρο μου.

Δεν φοράω τους φακούς επαφής, ούτε βρίσκω κάπου τα γυαλιά μου. Πράγμα που κάνει την όραση μου δύσκολη.

Γυρίζω προς τα αριστερά το κεφάλι μου και βλέπω ένα κεφάλι να έχει ξαπλώσει δίπλα μου. Τα μακριά καστανα μαλλιά της με κάνουν να αναγνωρίσω την ταυτότητα αυτού του ατόμου.

<<Μαμα>>, καταφέρνω να πω και η φωνή μου ακούγεται αδύναμη. Στο άκουσμα της φωνής μου πετάχτηκε όρθια.

<<Αγάπη μου, είσαι καλά;>>, με ρώτησε ανησυχη ενώ διεκρινα δάκρυα στα μάτια της.

<<Που είμαι; τι συνέβει;>>, ρώτησα καθώς μνήμες έρχονταν στο μυαλό μου.

Ο πατέρας μου! Αυτός με χτύπησε! Ήταν και ο Νίκος εκεί. Ο θεε μου, ο Νίκος που να είναι ο Νίκος; είναι καλά; και αν χτύπησε και εκείνον; και αν του έκανε κάποιο κακό;

<<Που είναι;>>, ρώτησα σχεδόν αμέσως χωρίς να την αφήσω να απαντήσει στο προηγούμενο ερώτημα μου.

Αυτή με κοίταξε μπερδεμένη και ξεφυσιξα

<<Ο πατέρας μου, που είναι;>>, ρώτησα ολόκληρη την φράση, χωρίς κανένα συναίσθημα στο πρόσωπο ή στην  φωνή μου.

Αυτή στο άκουσμα της ερώτησης κατέβασε το κεφάλι της, δαγκώνοντας το κάτω χείλος της αμηχανα.

<<Μαμα; τι συμβαίνει;>>, ρώτησα ανησυχα αυτή την φορά.

Λες να του έκανε κάτι ο Νίκος; μπορεί να είναι μπασταρδος ο πατέρας μου, αλλά είναι πατέρας μου, όπως και να έχει... Τον αγαπάω.

Η μάνα μου πήρε μια βαθιά ανάσα και άρχισε να μιλάει εξηγώντας μου.

<<Όταν λυποθημησες, ο Νικόλας χτύπησε τον πατέρα σου, το ίδιο ίσως και περισσότερο άσχημα, από ότι χτύπησε ο πατέρας σου εσένα.>>,απάντησε και μια έκφραση έκπληξης πήρε θέση στο πρόσωπο μου.

Το περίμενα να επέμβει, ακόμα και ας του έκανα νόημα να μην το κάνει. Με αγαπάει πολύ για να κάθετε και να βλέπει αυτό το θέαμα.

<<Ο Νίκος που είναι; γιατί δεν ήρθε να με δει;>>, είπα την ερώτηση που με εκαιγε από την στιγμή που ξύπνησα.

Γιατί δεν έκανα δίπλα μου τώρα;

Για ακόμα μια φορά κατεβάζει το κεφάλι της, κοιτώντας τα μπλεγμενα της χέρια κάνοντας την καρδιά μου να χτυπάει δυνατά.

<<Που είναι;>>, ρώτησα κοφτα. Ίσως και πιο απότομα από ότι ήθελα και έπρεπε. Κομπλαρε την είδα πως με κοιτούσε και δεν ήξερε τι έπρεπε να απαντήσει.

<<Σ-στο Κρατητηριο>>, απάντησε σιγανα και την κοιτούσα πλέον με γουρλωμενα μάτια.

<<ΠΟΥ ΕΊΝΑΙ?>>, ρώτησα ξανά φωνάζοντας, μη πιστευοντας το και σηκώθηκα λίγο απότομα από την θέση μου.

<<Τι εννοείς ότι είναι στο κρατητηριο; γιατί είναι στο κρατητηριο; τι έγινε;>>, την βομβαρδιζα με ερωτήσεις περιμένοντας να απαντήσει σε όλες.

<<Όταν εσύ λυποθημησες και ο Νίκος επιτέθηκε στον πατέρα σου.. >>, είπε και έκανε μια παύση παίρνοντας μια βαθιά ανάσα. <<λίγο μετά κατέφθασε η αστυνομία που είχαμε ενημερώσει για την εξαφάνιση σου>>, είπε και την κοίταξα με σμιγμένα φρύδια. Πήρε ακόμα μια βαθιά ανάσα και συνέχισε.

<<Όταν έφτασαν λοιπόν και είδαν το θέαμα συνέλαβαν αυτόν και τον Θανάση που προσπαθούσε να τον απομακρύνει. Ο Νίκος χτύπησε τους αστυνομικούς επειδή ήθελαν να τον σταματήσουν και τους πήραν στο τμήμα χωρίς να τους αφήσουν να μιλήσουν>>, μου είπε και συντετριμενη έπεσα απότομα πίσω στο νοσοκομειακο κρεβάτι.

Έπιασα με το χέρι μου το κούτελο μου, ενώ προσπαθούσα να ηρεμήσω και να μην αφήσω τα δάκρυα μου να τρέξουν.

Έπειτα από λίγο αφού συνειλθα από τι σοκ σηκώθηκα λίγο πιο όρθια και την κοίταξα σοβαρά.

<<Θα τους βγάλω έξω εγώ>>, ανακοίνωσα και εκείνη την στιγμή η πόρτα του θαλαμου άνοιξε και η προσοχή μας έπεσε εκεί.

Στο δωμάτιο μπήκε ο πατέρας μου κοιτώντας με άγρια.

<<Δεν θα τους βγάλεις>>δήλωσε, ενώ όπως φάνηκε ήταν έξω από την πόρτα και άκουγε όλη αυτή την ώρα την συζήτηση.

<<Οο πατέρα. Θα το κάνω και θα βάλω εσένα μέσα, για όλα αυτά>>, του απάντησα και γελασε.

<<Του έχω κάνει μυνηση για άσκηση βίας εις βάρος μου αλλά και για εσένα. Αν θες να την πάρω πίσω και να αφήσω τον γκομενο σου και τον φιλαράκο του ελεύθερους, δεν θα πεις πουθενά ότι στο έκανα εγώ αυτό και γενικά θα μιλήσεις ποτέ και πουθενά για αυτό το θέμα>>, δήλωσε και τον κοίταξα με ανασηκωμενο φρύδι.

<<Και αν αρνηθω; ξέρεις πως αν μιλήσω θα σε πάω μέσα και αυτός θα την γλυτώσει έτσι και αλλιώς>>, του είπα ειρωνικά με ένα νικητήριο ύφος και είδα τα χαρακτηριστικά του να σφίγγονται.

<<Νομίζω πως αγαπάς την μάνα σου, έτσι;>>, ρώτησε χαμογελωντας άρρωστα και γουρλωσα τα μάτια μου, ενώ γύρισα να την κοιτάξω που τον κοιτούσε τρομοκρατημενη.

<<Τι θες να πεις με αυτό;>>, ρώτησα και κρύο υδρωτας με ελουζε.

<<Ότι αν δεν κάνεις ότι σου λέω, θα την σκοτώσω>>, ανακοίνωσε και έμεινα να τον κοιτάω εκπληκτη.

Η μητέρα μου, μου έπιασε το χέρι και την ένιωσα να τρέμει.

<<Δεν θα το κάνεις>>, είπα προσπαθώντας να τον καταλάβω.

<<Δοκίμασε με>>,  είπε και γύρισε για να φύγει όμως η φωνή μου τον σταμάτησε.

<<Περίμενε. Εντάξει δέχομαι>>, δήλωσα και γύρισε να με κοιτάξει.

<<Τι δέχεσαι;>>, με ρώτησε για να πάρει επιβεβαίωση.

<<Δε θα πω πουθενά ποιος με χτύπησε, ούτε θα μιλήσω για αυτό το θέμα. Αρκεί να αφήσεις τον Νίκο και τον Θανάση ήσυχους και να μην πειράξεις την μάνα μου>>, του είπα μεσα από τα δόντια μου και χαμογελασε.

<<Έχω και άλλους όρους>>, είπε και τον κοίταξα όλο μίσος.

<<τους ακούω>>, του είπα ψυχρά και μας πλησίασε πάλι.

<<Από εδώ και πέρα, θα κάνεις ότι σου λέω, θα συμφωνείς με ότι λέω, θα είσαι καλό κορίτσι με τον μπαμπά, δεν θα φέρνεις αντίρρηση σε ότι λέω και θα κόψεις τα πολλά πολλά με τον Νίκο και την παρέα του>>, ανακοίνωσε και κατέβασα το κεφάλι.

<<Το τελευταίο ξέχνα το, στα άλλα είμαι σύμφωνη>>, του είπα και γέλασε.

<<θα δεις που σιγά σιγά θα καταλάβεις ότι έχω δίκιο. Τι καλή κόρη που έχω εγώ>>, είπε και μου τσιμπησε τα μάγουλα. Αποτραβήχτηκα και με αγριοκοιταξε.

<<Τώρα πάρε την μυνηση πίσω>>, του είπα και γέλασε.

<<Μην αγχώνεσαι, θα το κανονίσω>>, είπε και έφυγε.

Μόλις η πόρτα έκλεισε δάκρυα άρχισαν να κυλάνε στο μέχρι πριν ανέκφραστο προσωπο μου, ενώ λυγμοι έβγαιναν από το στόμα μου.

Η αναπνοή μου έγινε δύσκολη και έπειτα από λίγο μια νοσοκόμα μπήκε στο δωμάτιο κάνοντας μου μία ένεση. Αρχισα να τα βλέπω θωλα ενώ παράλληλα ένιωθα τους παλμους μου να πέφτουν πάλι στο φυσιολογικό.

Ένα σκοτάδι άρχισε να απλώνεται σιγά σιγά. Ηεμηστικη ένεση. Ώρα για έναν υπνακο.

Άνοιξα τα μάτια μου και ακούγονταν φωνές απέξω. Με όλες τις δυνάμεις που είχα βγήκα από το δωμάτιο για να δω την μάνα μου να κλαίει στην αγκαλιά του Νίκου και να φωνάζει στον πατέρα μου, ο ποιος ήταν εξαγριωμένος και επίσης φώναζε.

<<ΕΣΎ ΦΤΑΙΣ ΠΟΥΤΑΝΑ, ΕΣΎ ΠΟΥ ΔΕΝ ΞΕΡΕΙΣ ΝΑ ΦΡΟΝΤΙΖΕΙΣ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΣΟΥ. ΘΑ ΣΕ ΣΚΟΤΏΣΩ, ΘΑ ΣΕ ΣΚΟΤΏΣΩ>>, φώναζε και σεκιουριταδες τον κρατούσαν για να μην την χτυπήσει. Το πρόσωπο του ήταν κατακοκκινο και οι φλέβες πέταγαν από τον λαιμό, το κουτελο και τα χέρια του.

<<Στα.. Σταμάτα να.. Να μου... Φωνάζεις. Και κάνε κάτι. Βρες το παιδί μου! Θέλω πίσω το παιδί μου!>>, φώναξε πίσω η μάνα μου κλαιγοντας.

<<Αν κάποιος φταίει εδώ, αυτός είσαι εσύ! Εξετιας σου βρισκόμαστε εδώ, εξετιας σου δεν τον είχα μαζί μου>>, συνέχισε φωνάζοντας αυτή.

<<ΣΚΆΣΕ ΠΟΥΤΑΝΑ>>, της φώναξε ο πατέρας μου και οι σεκιουριταδες τον μετέφεραν εξω.

<<Μαμα;>>, ρώτησα και γύρισαν να με κοιτάξουν.

Η μητέρα μου ακόμα στο πάτωμα έκλαιγε. Ο Νίκος με κοίταξε και ξεροκαταπια. Ο Θανάσης εμφανίστηκε από πίσω μου και αφού ο Νίκος άφησε την μητέρα μου, ο Θανάσης της έδωσε ένα ποτήρι με νερό.

Ο Νίκος με πλησίασε και με έκανε μια σφιχτη αγκαλιά. Ανταπεδωσα αμέσως.

<<Πάμε μέσα, πρέπει να μιλήσουμε>>, είπε και άνοιξε την πόρτα πίσω μας και μπήκαμε μέσα.

<< τι έπαθε η μαμά μου;>>, ρώτησα καθώς ξαπλωσα παλι στο κρεβάτι.

<<Αυτό που έχω να σου πω είναι πολύ σημαντικό και είναι ο λόγος που είναι η μαμά σου έτσι>>, ξεκίνησε σοβαρός και άρχισα να τρομάζω.

<<Τι έχει γίνει; >>, ρώτησα και εσκυψε το κεφάλι.

<<Ο αδερφός σου>>, άρχισε και τα μάτια μου άνοιξαν διαπλατα.

<<Τι έπαθε? Του έκανε κάτι ο πατέρας μου? >>, φώναξα καθώς σηκώθηκα και Εμ έπιασε γρήγορα από τους ώμους και με ακουμπησε στο κρεβάτι πάλι.

<<Θέλω να μείνεις ψυχραιμη>>, είπε και στα μάτια μου άρχισαν να συσωρευονται δάκρυα.

<<Συγνώμη για όλα>>, είπε και εσμιξα τα φρύδια.

Γιατί ζητάει συγνώμη τώρα; για τον αδερφό μου δεν λέγαμε;

<<Δεν ήθελα να φτάσει σε αυτό το σημείο, ούτε το περίμενα. Όμως, ούτε και το ήθελα να γίνει αυτό>>, είπε και με μπέρδεψε ακόμα περισσότερο.

<<Άστα αυτά τώρα Νίκο και πες μου τι στο διαολο έγινε με τον αδερφό μου! >>, απετησα και ξεροκαταπιε.

<<Τον απηγαγαν...>>, είπε και γουρλωσα τα μάτια μου.

<<ΤΙ ΈΚΑΝΑΝ?>>, φώναξα και έβγαλα ατσαλα τον ορο που ήταν στο χέρι μου.

Βγήκα τρέχοντας από το δωμάτιο και άρχισα να κατευθυνομαι προς το ισόγειο. Δεν ξέρω που πάω ή τι κάνω. Θέλω να βρω τον αδερφό μου. Θέλω να κάνω αυτούς να πληρώσουν. Έφτασα στο ισόγειο και βγήκα έξω. Εβρεχε και μάλιστα πολύ. Η βροχή ήταν τόσο δυνατή που δεν ακουγόταν τίποτα άλλο, μόνο ο ήχος της όταν γινόταν ένα με το έδαφος.

Η βροχή έκανε τα ρούχα μου να κολλήσουν με το σώμα μου και σταμάτησα να τρέχω λίγο πιο κάτω από το νοσοκομείο. Με το ζόρι μπορούσα να αναπνευσω.

<<ΜΑΡΊΑΑΑ>>, άκουσα, μέσα σε όλη την βαβουρα της βροχής, αχνα την φωνή του Νίκου.

Τα δάκρυα μου είχαν πολλαπλασιαστει κάνοντας την όραση μου δύσκολη και την ανάσα μου ακόμα πιο δύσκολη. Γίνονταν ένα με την βροχή καθώς οι σταλες έπεφταν πάνω στο πρόσωπο μου.

Ένα χέρι τυλιχτηκε γύρο από το στόμα μου, τρομάζοντας με. Ο άγνωστος άνθρωπος άρχισε να με τραβάει μέχρι ένα στενάκι στο οποίο δεν έπεφτε η βροχή. Μουγκριτα έβγαιναν από το στόμα μου σε μια προσπάθεια να φωνάξω βοήθεια.

Μια αγκωνια προσγειώθηκε στην κοιλιά του αλλά δεν του έκανε τίποτα, καθώς ήμουν πολύ αδύναμη. Λίγο αργότερα βρισκόταν στο πάτωμα και ο Νίκος από πάνω του να τον χτυπάει.

<<Δεν έμαθες από την τελευταία φορά; μακριά της μπασταρδε>>, φώναξε ο Νίκος και έπεσα στο πάτωμα προσπαθώντας να ηρεμήσω.

Αφού σηκώθηκε και άφησε τον άντρα αναισθητο γύρισα να τον κοιτάξω.

Ο πατέρας μου.

<<Είσαι καλά;>>, με ρώτησε και έγνεψα αρνητικά.

<<Θέλω τον αδερφό μου>>, είπα κλαιγοντας με με πήρε αγκαλιά.

Η όραση μου είχε θωλωσει και ένιωθα να ζαλιζομαι. Έκλαιγα με λυγμους ώσπου δεν μπορούσα να αναπνευσω σχεδόν καθόλου. Τα πάντα γύρω μου άρχισαν να σκοτεινιαζουν. Μέχρι που έγιναν απέραντο μαύρο.

Pov Νίκου

Λυποθυμησε στα χέρια μου και την πήρα και άρχισα μέσα από στενά όπου να μην βρεχομαστε φτάσαμε πάλι στο νοσοκομείο. Οι γιατροί της ανέλαβαν και κάθισα μαζί με τον Θανάση τον Αλεξ την Σονια και την μητέρα της απέξω.

Η μητέρα της Μαρίας δεν σταματούσε να κλαίει και η Σονια την είχε στην αγκαλιά της λέγοντας της να ηρεμήσει.

Σηκώθηκα και έγνεψα στα αγόρια να με ακολουθήσουν. Βγήκαμε στο μπαλκόνι του νοσοκομείου καθώς η βροχή είχε σταματήσει.

<<Η Κατ θα την πληρώσει άσχημα! Απηγαγε τον αδερφό της Μαρίας για την πονέσει, ώστε να διαλύσει εμένα>>, είπα και χτύπησα το κάγκελο.

<<Ηρέμησε, θα τους εντοπίσουμε και θα τον πάρουμε πίσω. Δεν θα την αφήσουμε να τον πειράξει>>, μου είπε ο Θανάσης και τον κοίταξα εκνευρισμενος.

<<Θα την σκοτώσω, αν τολμήσει να πειράξει τον μικρό θα την σκοτώσω με τα ίδια μου τα χέρια>>, ανακοίνωσα και έγνεψα γρήγορα αρνητικά, <<όχι, θα την σκοτώσω έτσι και αλλιώς>>, δήλωσα έπειτα και μπήκα μέσα γρήγορα με τους δύο τους να με ακολουθούν. Εκείνη την στιγμή ένας γιατρός βγήκε από το δωμάτιο.

<<είναι καλά. Ανέβασε πολύ υψηλό πυρετό όμως, αλλά θα γίνει καλά, περαστικά και πάλι>>, μας είπε και έφυγε.

Τουλάχιστον η Μαρία είναι καλά.

...

Μετά από μερικές ώρες επέστρεψα στην αποθήκη μαζί με τον Θανάση ενώ ο Αλεξ έμεινε να τους προσέχει.

<<πρέπει να κάνουμε κάτι γρήγορα. Θα συγκεντρώσω όλη την ομάδα. Πρέπει να τους βρούμε>>, είπα και τότε η πόρτα άνοιξε…

<<ΠΟΙΟΝ ΣΚΟΤΩΝΩ? >>, φώναξε η Αντωνία μπαίνοντας στην αποθήκη.

<<Την κατ>>, της λέει ο Θανάσης και αυτή γελάει σατανικα.

<<Οχι, αυτή θα την κανονίσω εγώ. Αντωνία, μάζεψε όλη την ομάδα, θα πάμε για εφοδο>>, της λέω εγώ και γνεφει θετικά.

Πλησιάζει τον Θανάση και του ρίχνει ένα δυνατό χαστούκι. Αυτος όπως και εγώ την κοιτάμε έκπληκτοι.

<<Τι φάση;>>, αναφωνει ο Θανάσης πιάνοντας το πονεμένο του μάγουλο. Σε λυπάμαι φίλε.

<<Ξέρεις εσύ γιατί δεν χρειάζεται να τι αναφέρω, Κατσαρίδα>>, του είπε αυτή και αν η κατάσταση δεν ήταν σοβαρή και δεν ανησυχούσα θα γέλαγα.

<<Μαα τι έκανα πάλιι; δεν έκανα κάτι>>, αναφωνησε αυτός και τον κοίταξε με στενεμενα μάτια.

<<Για όλα τα προηγούμενα. Στο χρωστούσα. Α και για να μην κάνεις. Σε προειδοποιω>>, του είπε κουνοντας επιβλητικα το δάχτυλο της μπροστά του. Οκευ η εικόνα είναι για γέλοια.

<<Λοιπόν φτάνει τόσο. Τώρα πρέπει να τους βρούμε.>>, είπα σοβαρά και με κοίταξαν και οι δύο σοβαρά.

<<Ώρα για δράση>>, είπε η Αντωνία και προχώρησε προς το γραφείο του αφεντικου αφήνοντας μας πίσω.

Pov Αντωνίας

Το αφεντικό είναι μέσα οπότε χτυπάω την πόρτα και μπαίνω μέσα.

<<Τι θες;>>, απάντησε και έβγαλα τι όπλο μου ακουμποντας το στον κρόταφο του.

<<Ξέρεις καλά ότι μπορώ να σε σκοτώσω ανα πάσα στιγμή, τώρα κάλεσε όλη την ομάδα για σύσκεψη και πάρε και τηλεφωνο τον αγαπημένο σου γιόκα, πρέπει να βρω την τοποθεσία του>>, του είπα και αφού πήρα το όπλο από το κεφάλι του έκατσα στον πλήρη εξοπλισμένο υπολογιστή εντοπισμού ενώ αυτός κάλεσε τον γιο του, Άρη, τηλέφωνο.

Άργησε όμως το σήκωσε. Φυσικά είναι σε ανοιχτή ακρόαση.

<<Μπα μπα μπα, θυμήθηκαμε πως έχουμε και έναν γιο; τι θες; >>, ακούστηκε η βαριά φωνή του Άρη από το ακουστικό. Του έκανα νόημα να μιλήσει και αυτό έκανε.

<<Απλά ήθελα να δω πως είσαι γιε μου, είναι τόσο κακό;>>, ρώτησε αυτός ξεροκαταπινοντας. Γέλια ακούστηκαν από το ακουστικό όπως και ένα μουγκριτο σαν κάποιος να παλευε να ελευθερωθει. Μπινγκο.

<<Εσύ; να μάθεις τι κάνω; σε ποιον τα πουλάς; λεγε τι θες είμαι σε δουλειά>>, είπε εκείνος και ο αρχηγός ξεφύσηξε.

<<Έχω μια μεταφορά αλλά δεν έχω που να την αναθεσω είναι δύσκολη αποστολή, θα μπορούσες; >>, ρώτησε και πλέον είδα βρει την τοποθεσία.

<<όχι, να πας στον διαολο πατέρα>>, του είπε ο Άρης και το έκλεισε.

<<Καλή δουλειά, έχω την τοποθεσία, τώρα φεύγω. Και μην με φοβάσαι τόσο, να με φοβάσαι περισσότερο>>, του είπα και βγήκα από το δωμάτιο.

Είμαι η μόνη που γνωρίζω όλη την αλήθεια, αλλά δεν μπορώ να την αποκαλύψω. Με κρατάει όπως τον κρατάω, με ένα μυστικό.

<<Σε λίγο έρχεται η ομάδα. Έχω την τοποθεσία>>, τους ανακοίνωσα και τα μάτια του Νίκου ελαμψαν.

Pov Νίκου

Όλη η ομάδα εκτός του Αλεξ ήταν εδώ.

<<Έχετε όλοι ακουστά την Κατερίνα Κυμπερη σωστά?>>, ρώτησε ο αρχηγός και ψυθιροι ακούστηκαν.

<<Αυτή η δυνατή γυναίκα και αρχηγός αντίπαλης συμμορίας, έχει ένα άτομο που πρέπει να πάρουμε πίσω. Είναι ένα μικρό 8χρονο αγοράκι. Πρέπει να διασφαλισουμε την σωματική του ακεραιότητα και να το ελεύθεροσουμε>>, είπε ο αρχηγός και εγώ χαμόγελασα.

<<Και γιατί να το κάνουμε αυτό; πιο το όφελος μας;>>, ρώτησε κάποιος από την ομάδα.

<<Είναι ένα μικρό αγόρι, το κακοποιουν και πολλά άλλα. Και επίσης σε αυτή την αποστολή θα κάνουμε εφοδο όλοι, ενώ όμως ενημερώθηκαμε είναι μόλις 20 άτομα στον χώρο εκείνο από δικής της πλευράς. Αυτό σημαίνει ότι είμαστε συν 40 άτομα. Ένας αρκετά μεγάλος αριθμός για Νίκη, αν φοβάσαι αυτο>>, του εξήγησε και σώπασαν.

<<την αποστολή θα ηγειθει ο Νίκος, ο οποίος θα σας εξηγήσει το σχέδιο>>, τελείωσε και έπειτα σηκώθηκα όρθιος εγώ.

<<Ευχαριστώ που συμφωνείτε να γίνει αυτό. Το μέρος όπου βρίσκεται είναι έξω από την πόλη. Περίπου 3 χλμ έξω από την πόλη σε ένα απομακρυσμενο μέρος. Εκεί έχει πολλά εγκαταλελλημενα κτήρια. Είναι μακρυά από την βάση τους, αυτό σημάνει πλεονέκτημα, δεν μπορούν να έρθουν γρήγορα ενισχύσεις, αν καλέσουν. 10 άτομα θα μείνουν απέξω από το κτήριο σε περίπτωση που χρειαστούμε εμείς ενισχύσεις. 20 άτομα θα μπουν από την πίσω πόρτα για αντιπερισμασμο και έπειτα οι υπόλοιποι 30 θα μπουμε από την μπροστινή πόρτα. Θανάση ηγεισε τον αντιπερισμασμο, Αντωνία μαζί μου την ομάδα. Αν κάτι πάει στραβά ακούτε την Αντωνία. Κατανοητό ως εδώ;>>, ρώτησα αφού εξήγησα την πρώτη φάση του σχεδίου.

Όλοι έγνεψαν θετικά και έβαλα στο πάτωμα το τεράστιο σχέδιο του κτηρίου. Αφού έδειξα 20 άτομα τους είπα να μετακινηθούν πίσω μου.

<<Εσείς θα μπείτε από εδώ, υπάρχει μια μικρή πόρτα κατά ομάδες θα μπείτε μέσα προκαλώντας χαμό. Οι περισσότεροι θα τρέξουν εκεί. Οι υπόλοιποι θα μπούμε από εδώ>>, είπα και έδειξα την μπροστά πόρτα. <<Αντωνία παίρνεις τους 20 και τους οδηγείς από την πόρτα, εγώ τους άλλους 10 για τον πάνω όροφο>>εξηγώ και όλοι γνεφουν.

<<Ο μικρός βρίσκετε στον 4ο όροφο όπου θα είναι και ο Άρης με την Κατ. Τη κατ την αφήνετε σε εμένα. Την τραυματίζετε αν την δείτε αλλά δεν την σκοτώνετε, αυτό θα το κάνω εγω>>, συνέχισα, <<Πάνο, θέλω εσένα να κοιτάς την ομάδα ενισχύσεων>>, του είπα και έγνεψα θετικά.

<<Ο Αλεξ θα είναι μαζί μου ή δεν θα έρθει στην επίθεση, για άλλη δουλειά>>, ανακοίνωσα, <<Δεν δείχνετε έλεος, τους σκοτώνετε, όταν πάρουμε το παιδί υποχωρουμε, θα υπάρχουν βανακια σχεδόν 100 μετρα από το κτήριο όπου θα μας μεταφέρουν εγώ ο Αλεξ ο Θανάσης η Αντωνία και ο Πάνος έχουμε τιε μηχανές που θα πάμε από άλλο δρόμο προσπαθώντας να τους αποπροσανατολισουμε σε περίπτωση που μας κινηγησουν.>>, τους είπα και έγνεψαν θετικά. <<το έχουμε;>>, ρώτησα και όλοι φώναξαν με μια φωνή. <<ΝΑΙ >>.

<<Μεθαύριο το ξημέρωμα ετοιμαστείτε για την επίθεση>>, τους είπα και έκλεισα το σχέδιο. Σηκώθηκα όρθιος και αφού τους χαιρετισα όλους πήρα τον Θανάση να πάμε στο νοσοκομείο ξανά.

<<Παιδιά, να έρθω; που πάτε;>>, μας ρώτησε η Αντωνία και της έκανα νευμα να έρθει.

<<νοσοκομείο, να δούμε την Μαρία>>, της απάντησα και έγνεψε θετικά. Μπήκαμε στο αμάξι και ξεκινήσαμε για το νοσοκομείο. Η Αντωνία δεν έχει γνωρίσει την Μαρία αλλά είμαι σίγουρη πως η Μαρία θα την λατρέψει, είναι τόσο καλό κορίτσι.

Φτάσαμε στο νοσοκομείο και ανέβηκαμε στον θάλαμο. Κανονικά απαγορεύεται αλλά ποιος θα μας δει;

Pov Μαρίας

Η ώρα είναι περασμένες 12 αλλά δεν έχω καθόλου ύπνο. Είμαι άρρωστη και ο αδερφός μου θύμα απαγωγής. Η μαμά μου βρίσκεται έξω από τον θάλαμο και κοιμάται στις καρέκλες, δεν την άφησαν να μείνει μαζί μου..

Η πόρτα ανοίγει και βλέπω τον Νίκο να κρατάει την μάνα μου, ενώ μπαίνει στο δωμάτιο και να την ξαπλώσει στο διπλανό κρεβάτι. Τον κοιτάω ανεκφρασρη και στην πόρτα στέκονται ο Θανάσης και ακόμα μια κοπελίτσα. Έρχονται και αυτοί μέσα και τους χαμογελαω, όσο μπορώ. Θέλω να πάω στον αδερφό μου.

<<Αντωνία, χάρηκα>>, μου είπε η κοπέλα και της έδωσα κουρασμένη το χέρι μου.

<<Μαρία>>, της λέω και ξαπλωνω καλύτερα. Κάθονται σε καρέκλες δίπλα μου όλοι. Από δεξιά ο Θανάσης και η Αντωνία και αριστερά ο Νίκος.

<<Ψιτ>>, ψυθιριζω στον Νίκο που μου χαηδευει το χέρι. <<να σου πω>>, του λέω και πλησιάζει.

<<Δεν θέλω να πετάξω μαλακια για αυτό σε ρωτάω. Η κοπέλα ποια είναι; τίποτα γκομενα ή συγγενείς του Θανάση; >>, τον ρώτησα και άρχισε να γελάει.

<<Τσου αγριογατα, φίλη μας είναι και μέλος της συμμορίας >>, μου είπε και την κοίταξα στιγμιαία.

<<Των αναρχικων; φαίνεται μικρή, καλά όλα τα νιανιαρα έχετε;>>, ρώτησα και γέλασε.

<<είμαι 15 όχι νιανιαρο>>, παραπονεθηκε αυτή.

<<και εγώ 16 χαίρω πολύ και αυτό 17 αλλά ακόμα νιανιαρο είναι>>, είπα και έδειξα τον Νίκο.

<<Ααα να σου πω κυρά μου, εγώ δεν είμαι μικρή, επίπεδη το αγόρι σου κάνει σαν 3χρονο δεν σημάνει πως εγώ είμαι μικρή. Αντε μικρο είναι το μάτι σου>>, είπε θυγμενη και γέλασα.

<<Αυτό το μικρό γριά βρήκε που είναι ο αδερφός σου όμως>>, μου είπε και πετάχτηκα όρθια.

<<Που είναι;>>, ρώτησα και ο Νίκος την κοίταξε άγρια.

<<Πήγενε με στον αδερφό μου, τώρα>>, είπα και πήγα να σηκωθω αλλά με σταμάτησαν.

<<όλα στην ώρα τους, αν πας τώρα θα σκοτωθεις, θα στον φέρω πίσω στο υπόσχομαι. Ή θα τον φέρω πίσω σωο ή θα πεθάνω που και στις δύο περιπτώσεις σώζε τε>>,ούτε είπε και δάκρυσα.

<<Σκάσε, όχι, θέλω και τους 2 σας ζωντανούς>>, του είπα και τον αγκαλιασα σφιχτά.

<<Σσσς δεν πρόκειται να σε αφήσω, θα στον φέρω πίσω>>, μου είπε και μυρισα το άρωμα του.

<<Μην ανησυχείς, θα στον προσέχουμε εμείς, δεν θα πάθει τίποτα ο άντρας σου>>, μου είπε γλυκά η Αντωνία και την έκανα και αυτή μια αγκαλιά.

Ένιωθα τα μάτια μου να βαρένουν, έπρεπε να κοιμηθώ. Ο Νίκος σαν να τι κατάλαβε με ξαπλωσε πίσω.

<<Πρέπει να ξεκουραστείς, Θανάση πήγαινε την Αντωνία σπίτι της εγώ θα μείνω εδώ>>, είπε ο Νίκος και ο Θανάσης έγνεψε.

<<Καλά, αν ζει ο Θανάσης μέχρι αύριο για την επίθεση καλώς, γιατί εγώ και αυτός στο ίδιο αμάξι; πιθανόν να τον βρουν τεμαχισμενο>>, δήλωσε η Αντωνία και γέλασα ελαφρά.

<<ο σκάσε>>, της είπε ο Θανάσης και του έριξε χαστούκι.

<<Ξανά;>>, ρώτησε αυτός. Θέλω τόσο πολύ να γελάσω.

<<Βουλωστο θα το πω ξέρεις που και να σε δω πως θα ξεφύγεις>>, του απάντησε η Αντωνία και αυτό στριφογυρισε τα μάτια του.

**συγγραφέας: ΈΧΩ ΚΛΑΨΕΙ ΑΛΉΘΕΙΑ 😂😂😂**

Βγήκαν από το δωμάτιο και ο Νίκος ξαπλωσε δίπλα μου παίρνοντας με αγκαλιά.

<<κρυώνεις; >>, με ρώτησε και έγνεψα αρνητικά. Με σκεπασε και με μια κουβέντα και τον αγκαλιασα σφιχτά.

<<Μου έλειψες>>, του ψυθιρισα με κλειστά τα μάτια καθώς μου άφησε ένα φιλί στο κουτελο, ενώ τον ένιωσα να χαμογελάει.

<<Και εμένα>>, είπε μυριζοντας τα μαλλιά μου. <<Σε αγαπάω>>, μου είπε και χαμόγελασα. Τον κοίταξα στο μάτια και του χαηδεψα το μάγουλο.

<<Και εγώ σε αγαπάω Νίκο>>, του είπα και λίγο αργότερα έσπασα την οπτική επαφή μηδενιζοντας την απόσταση με ένα γλυκό φιλί.

Βολευτικα καλύτερα στην αγκαλιά του κλείνοντας να μάτια μου ήρεμη.

**Το πρωί**

Ξύπνησα από την νοσοκόμα η οποία φώναζε στην μανα μου και ταυτόχρονα την έπεφτε στον Νίκο.

Μόλις άνοιξα τα μάτια μου είδα τον Νίκο να έχει τα χέρια του ψηλά σε θέση παραίτησης και να κάνει πίσωβηματα κοιτώντας την νοσοκόμα αηδιασμενος ενώ αυτή προσπαθούσε να τον ακουμπήσει.

Χωρίς να νιώθω κάποια αντίσταση ή κούραση σηκώθηκα όρθια πίσω της και της τράβηξα απότομα την κοτσιδα με αποτέλεσμα να βρεθεί φαρδιά πλατιά στο πάτωμα.

<<ΔΕΝ. ΑΓΓΙΖΕΙΣ. ΤΟ. ΑΓΌΡΙ. ΜΟΥ>>, της φώναξα και τρόμοκρατημενη έφυγε από το δωμάτιο.

Δύο χέρια τυλιχτηκαν γύρο μου και ο Νίκος άφησε ενα φιλί στην βάση του λαιμου μου.

<<Μαρεσει όταν ζηλεύεις >>, είπε πηγαίνοντας με πάλι στο κρεβάτι για να ξαπλωσω.

<<Μπαα, δεν ζηλεύω>>, του είπα και με κοίταξε με ανασηκωμενο φρύδι.

<<Αυτό δεν ήταν ζήλια μωρό μου, είναι κτητικοτητα. Ότι είναι δικό μου, είναι μόνο δικό μου. Κατανοητό;>>, του είπα και γέλασε.

<<Κατανοητότατο>>, είπα και με πλησίασε.

<<Μπράβο το καλό μου το παιδί>>, του είπα και του ζουληξα τα μάγουλα.

<<Αιμομηξια?>>, ρώτησε τάχα σοκαρισμένος ειρωνικά.

<<Ο σκάσε βλαμμενο>>, του είπα και του πάτησα μια μπουνιά στο μπράτσο.

<<Μπαμ>>, είπε και βαρεσα το κουτελο μου, Αουτς αυτό πόνεσε.

<<Μηηη θα πονάει το κεφάλι σου>>, μου λέει και του χαμογελαω. Έπειτα η έκδοση μου αλλάζει σε μελαγχολική και τα μάτια μου βουρκωνουν.

<<Θέλω τον αδερφό μου Νίκο, τον θέλω εδώ, χαρούμενο, χωρίς να φοβάται, χωρίς να υποφέρει>>, είπα και τα πρώτα δάκρυα άρχισαν να τρέχουν.

<<Ηρέμησε μωρό μου, θα τον φέρω πίσω, στο υποσχέθηκα. Αύριο το πρωί θα έχουν τελειώσει όλα>>, μου είπα καθώς με έβαλε στην αγκαλιά του.

<<Θα έρθω μαζί σου>>, του ανακοίνωσα και γουρλωσε τα μάτια του.

<<Ξέχασε το. Είναι πολύ επικίνδυνο>>, είπε απόλυτος και τον κοίταξα θυμωμένη.

<<Πας καλά; είναι αδερφός μου Νίκο. Τέλος θα έρθω μαζί σου>>, του είπα και σηκώθηκε νευριασμενος.

<<Αφού το θες, σήκω, θα έρθεις μαζί μου και τώρα για προαιτημασια>>, είπε και αμέσως σηκώθηκα. Αφού άλλαξα σε ρούχα που μου είχαν φέρει με έπιασε από το χέρι και φύγαμε κρυφά από το νοσοκομείο.

Πήγαμε σε έναν μεγάλο χώρο. Μόλις άνοιξε την πόρτα του κτηρίου στόχοι φάνηκαν μπροστά και στον πάγκο διάφορα όπλα. Ανατριχιασα και τα πόδια μου άρχισαν να τρέμουν. Τι είναι εδώ;

<<Έλα, πρέπει να εξάσκηθεις σε λίγο θα έρθουν και το παιδιά>>, είπε και ξεροκαταπια.

<<Γιατί έχετε τόσα όπλα; αναρχικοί δεν είστε;>>, ρώτησα και γέλασε.

<<Ώρα να μάθεις όλη την αλήθεια λοιπόν>>, είπε και πραγματικά φοβήθηκα για το τι θα ακούσω.

<< Δεν πρόκειται για συμμορία αναρχικων, είμαστε πιο μπλεγμενοι από ότι νομίζεις, όλοι μας. Μιλάμε για όπλα, δολοφονίες, ναρκωτικά, ληστείες >>, είπε και στα μάτια μου συσορευτικαν δάκρυα.

<<Δεν μπορεί>>, είπα και πισωπατησα.

<<Τώρα ξέρεις>>, είπε και τα δάκρυα πολλαπλασιάστηκαν.

<<Γιατί; γιατί δεν μου το είπες από την αρχή;>>, ρώτησα και κατέβασε το κεφάλι του.

<<Φοβόμουν πως θα σε χάσω, ότι θα με σιχαθεις, δεν αγαπάω γαμωτο δεν θέλω να μπλέξεις σε όλο αυτό. Μα να που εμπλεξες και τώρα απηγαγαν τον αδερφό σου και φταίω εγώ. Αν δεν ήμουν στην ζωή σου δεν θα έψαχνα για εσένα. Θέλουν να σε πινεσουν για να με διαλύσουν. Συγνώμη Μαρία>>, είπα και έχασα την γη κάτω από τα πόδια μου. Αρχισα να τρώω μακριά και μόλις άνοιξα την πόρτα έπεσα κάνω σε κάποιον. Κοίταξα και ήταν η Αντωνία.

<<Μαρία; τι κάνεις εδώ; τι έγινε; γιατί Κλες;>>, με ρώτησε και την αγκαλιασα. Μπορεί να ήταν και αυτή στην συμμορία αλλά δεν μου φταίει σε κάτι, αυτός φταίει για όλα.

Με κράτησε σφιχτά και προχώρησαμε μέσα.

<<Τι στο διαολο της έκανες;>>, του φώναξε και αυτός κατέβασε το κεφάλι του κάτω.

Την σταμάτησα και τον πλησίασα. Ένα δυνατό χαστούκι προσγειώθηκε στο πρόσωπο του, κάνοντας τον να γυρίσει το κεφάλι του προς την άλλη πλευρά.

<<Σε μισώ>>, του είπα και είδα τα δάκρυα να βγαίνουν από τα μάτια του.

<<Ήθελα μόνο να σε προστατεύσω>>, ψιθύρισε και τον κοίταξα στα μάτια.

Αρχισα να Κλαίω πιο δυνατά και τον αγκαλιασα σφιχτά. Ανταπεδωσε την αγκαλιά αμέσως.

<<Συ.. Συγνώμη. Σε αγαπάω γαμωτο μου>>, είπα ενώ ταυτόχρονα έκλαιγα.

<<Θα πεθάνω αν πάθεις κάτι, σε μισώ όταν μου λες ψέματα, σε λατρεύω όταν προσπαθείς να με κάνεις να νιώσω καλύτερα, σε αγαπάω όταν μου λες την αλήθεια>>, του είπα και τον εσφιξα και άλλο.

<<Και εγώ σε αγαπαω, κάθε στιγμή σε κάθε σου διάθεση, σε αγαπάω και σε λατρεύω και θα πεθάνω αν πάθεις κάτι και θα σκοτώσω όποιον σε πειράξει και φέρει δάκρυα στα μάτια σου>>, μου είπε και άρχισα να Κλαίω περισσότερο.

Μετά από λίγο και αφού ηρέμησα βγήκα από την αγκαλιά του και σκουπισα τα δάκρυα μου.

<<Πάμε για εξάσκηση, έχω κάποιον να σκοτώσω και κάποιον να σώσω>>, είπα και έπιασα ένα όπλο.

<<Μαρεσει όταν είναι άγρια ακόμα περισσότερο>>, σχολίασε ο Νίκος και προχώρησα προς τους στόχους.

Εχω τόσο καλό σημάδι που δεν χρειάστηκα πολύ για να βρίσκω στόχο. Αμέσως κατά κατάφερα.

<<Είναι καλή>>, σχολίασε η Αντωνία και γέλασα.

<< πάντα μικρή>>, της είπα και με κοίταξε δολοφονικα. Πήρε και αυτή δύο όπλα και μας έδειξε τις δικές της ικανότητες. Είναι πάρα πολύ καλή.

<<Τι έχεις να πεις για αυτό γρια>>, μου είπε και γέλασα.

<<Οχι και άσχημα. Για νιανιαρο>>, της είπα και συνεχίσαμε τηε εξάσκηση καθώς έρχονταν και άλλοι και άλλο απ την ομάδα. Ο Νίκος μου εξήγησε το σχέδιο και το άλλαξε λίγο με εμένα να πηγαίνω μαζί του και τον Αλεξ να μας ακολουθεί για επιπλέον προστασία. Αύριο στις 4 φεύγουμε από εδώ και 5 κάνουμε εφοδο.

Ενημέρωσα την μάνα μου ότι βγήκα από το νοσοκομείο με τον Νίκο και πωε θα μείνω μαζί του και να μην ανησυχεί ούτε να ειδοποιήσει αστυνομία. Αύριο θα της φέρουμε τον μικρό Στέλιο πίσω.

Είναι μεγάλη μέρα αύριο πρέπει να ξεπεραστουμε.

...

Ξυπνάω και κοιτάω το τηλέφωνο 3.30 πρέπει να ετοιμάστω.

Σηκώνομαι και σκουνταω τον Νίκο. Ολοι άρχισαν να σηκώνονται και να ετοιμάζονται.

<<Φόρεσε το>>, μου είπε ο Νίκος και μου έφερε ένα γιλεκο.

<<Είναι αλεξισφερο, κλεμμένο από μπάτσους βέβαια αλλά θα την κάνει την δουλειά του>>, μου είπε και το φόρεσα όπως έκαναν και κάποιοι άλλοι από την ομάδα.

<<Γιατί δεν φοράνε όλοι? >>, ρώτησα και κοίταξε τριγύρω του χωρίς συναισθήματα.

<<Δεν έχουμε αρκετά οπότε μόνο πι σημαντικοί, δηλαδή οι επικεφαλής, φοράνε>>, μου είπε και έγνεψα λυπημένη θετικά.

Βγήκαμε έξω και ανέβηκαμε στην μηχανή του Νίκου. Ο Θανάσης, ο Αλεξ, ο Πάνος και η Αντωνία είχαν τις δικές τους, ενώ οι άλλοι μπήκαν στα βανακια. Ξεκινήσαμε για το μέρος όπου είχαν τον αδερφό μου.

...

Μόλις φτάσαμε πήραμε όπλα και γεμιστηρες και χωριστηκαμε. Η πρώτη ομάδα με τον Θανάση μπήκε πυροβολισμοι άρχισαν να ακούγονται και βγήκαμε από τις κρυψώνες και μπήκαμε και εμείς. Εγώ ο Νίκος ο Αλεξ και 10 ακόμα ανέβηκαμε πάνω. Πυροβολισμοι ακούγονταν αλλά φοβόμουν, φοβόμουν να πατήσω σκαλδαλι. Όταν το πείρα απόφαση άρχισα και εγώ να πυροβολω και τελικά φτάσαμε στο τέταρτο όροφο. Μια μεγάλη πόρτα ήταν στο τέλος του διαδρόμου την οποία ανοίξαμε και βρεθήκαμε αντιμέτωπη σε κάτι που δεν περιμέναμε.

3 άτομα αυτοί, 3 και εμείς.

Τομ αδερφό μου τον κρατούσε ο αδερφός του πατέρα μου και τον σημαδευε με ένα όπλο στο κεφάλι ενώ γελαγε.

<<τι έγινε Μαρία; δεν το περίμενες αυτό έτσι κορίτσι μου; >>, είπε ο θείος μου και αηδίασα.

<<ΆΦΗΣΕ. ΤΟΝ>>, του φώναξα και αυτός γέλασε και άλλο. 2 ακόμα άντρες εμφανίστηκαν πίσω μας ακίνητοποιοντας τον Νίκο και τον Αλεξ.

<<ΟΧΙ>>, φώναξα καθώς πήγαν να τους σκοτώσουν. Ο θείος μου έκανε νόημα να μην το κάνουν και εγώ προχώρησα μπροστά πετώντας τα όπλα όπως μου είπε και το αλεξισφερο.

<<Άφησε τον μικρό ελεύθερο, δεν έκανε κάτι, εμένα θες. Ορίστε με έχεις>>, του είπα και μου πέταξε τον μικρό μπροστά και τον έπιασα. Τον εσφιξα στην αγκαλιά μου και τον μύριζα και τον φιλουσα σαν να ήταν η τελευταία φορά.

Ακούστηκε το όπλο όταν οπλιζει και ένιωσα κάτι κρύο στο κουτελο μου. Άνοιξα τα μάτια μου και απομακρυνα τον μικρό. Σηκώθηκα αργά και κοίταξα την Κατερίνα μπροστά μου να χαμογελάει.

<<Τελείωσε Μαρία. Θα πληρώσεις για όλα, για τον θάνατο του αδερφού μου για όλα>>, είπε και την κοίταξα χωρίς να καταλαβαίνω.

<<τι λες;>>, την ρώτησα και άρχισα να καταλαβαίνω.

<<το όνομα Γιώργος σου θυμίζει κάτι;>>, μου είπε και γουρλωσα τα μάτια μου.

<<Πολλά, μην αγχώνεσαι σου έχει κρατήσει θέση στην κόλαση>>, της είπα και με μια κίνηση γύρισα το χέρι της και της έβαλα το όπλο στον δικό της κρόταφο.

Εκείνη την στιγμή ο Θανάσης και η Αντωνία κατέφθασαν και σκότωσαν τους δύο άντρες που είχαν ακινητοποιησει τον Νίκο και τον Αλεξ.

Ο Στέλιος έτρεξε στον Αλεξ και βγήκαν τρέχοντας από το δωμάτιο και οι δύο.

Εγω σημαδευα την κατ, ο Άρης εμένα, ο Νίκος τον Άρη, ο θείος μου τον Νίκο και η Αντωνία τον θείο μου.

<<τι θα κάνετε τώρα;>> είπε ο Θανάσης και η κατ κατάφερε να πιάσει άλλο όπλο και σημάδεψε τον Θανάση.

<<Με ένα ταυτόχρονο πάτημα είμαστε όλοι νεκροί>>, δήλωσε η κατ και χωρίς να χάσω χρόνο την έριξα κάτω πετώντας τα όπλα και των δύο. Ενώ 2 πυροβολισμοι ακούστηκαν.

Η Αντωνία είχε πυροβολισει τον θείο μου και ο Νίκος τον Άρη. Ο Άρης χτυπηθηκε στο χέρι ενώ ο θείος μου στο στερνο. Αλλά είχε ακόμα τις αισθήσεις του.

Η Κατερίνα με έριξε από κάτω και έπιασε ξανά το όπλο. Ένας πυροβολισμος ξανά ακούστηκε. Αυτή την φορά ο θείος μου είχε πυροβολείσει.

<<ΝΊΚΟ>>, φώναξα όταν τον είδα και ο Θανάσης έριξε κατευθείαν στο κεφάλι του θείου μου.

Αντίο θείε Μάριε.

Η Κατερίνα με έπιασε από τον λαιμό και με σημαδευε στο κεφάλι καθώς προχωρούσε. Κανένας δεν έκανε τίποτα. Βγήκαμε εκτος κτιρίου και τότε με άφησε και άρχισε να τρέχει ενώ η Αντωνία φάνηκε μπροστά μου. Έτρεξε κοντά μου και της έδειξα προς τα που πήγε.

Ο Θανάσης βγήκε μετά από λίγο με τον Νίκο στους ώμους του. Τον βοήθησα να τον πάμε στο ένα βανακι που δεν είχε φύγει και αφού βεβαιωθηκαμε ότι θα πάει νοσοκομείο περιμέναμε την Αντωνία.

Μόλις γύρισε την έκανα μια αγκαλιά κλαιγοντας.

<<Σσς θα γίνει καλά>>, μου είπε και έγνεψα θετικά.

<<Δυστυχώς δεν την πρόλαβα>>, είπα και χαμηλωσε το κεφάλι.

Ένα μυνημα ήρθε στο κινητό μου και άρχισα να τρεμω. Το άνοιξα με τρεμαμενα χέρια και το κοίταξα. Η ανάσα μου κόπηκε.

"Δεν τελειώσαμε Μαρία" έγραφε το μυνημα. Η Κατερίνα!

Φύγαμε από εκεί και πήγαμε στο νοσοκομείο όπου βρισκόταν ο Νίκος.

Δεν το είχαμε καταλάβει αλλά η Αντωνία είχε χτυπήσει και είχα χάσει πολύ αίμα με απόγευμα να λυποθυμησει στο νοσοκομείο. Ευτυχώς είναι εκτός κινδύνου. Πήγα τον μικρό στην μανα μου και τώρα ; περιμένω να βγουν από όχι χειρουργείο ο Νίκος.

Ένας γιατρός βγήκε έξω και τον πλησίασα.

<<όλα καλά, σε λίγο θα τον μεταφέρουμε εντατική, είναι πολύ γερός>>, μας είπε και έφυγε. Ένα βάρος έφυγε από πάνω μου. Προχώρησα να δω την Αντωνία, είναι τόσο δυνατή και αυτή.

...

Άνοιξα την πόρτα και τον είδα με τα σολινακια. Ράγησε η καρδιά μου.

<<Νίκο;>>, είπα και γύρισε να με κοιτάξει.

<<Τελείωσε;>>, ρώτησε και έγνεψα αρνητικά.

<<Μόλις άρχισε>>, του είπα και ένα δάκρυ κύλησε.

<<Να ζήσεις Αντωνία και χρόνια πολλά μεγάλη να γίνεις με άσπρα μαλλιά παντού να σκορπιζεις της γνώσης το φως και όλοι να λένε να μια σοφός>>, της είπα καθώς κρατούσα την τούρτα και έσβησε τα κεράκια, όλοι άρχισαν να χειροκροτουν και εγώ χαμόγελασα σατανικα.

Αφού βγάλαμε τα κεράκια, σε μια στιγμή η τούρτα βρέθηκε στο πρόσωπο της κάνοντας της χάλια.

<<Μαρίαααα>>, φώναξε και άρχισα να γελάω όπως και οι υπόλοιποι, είχε γίνει μαύρη σαν την τούρτα.

Ναι η τούρτα ήταν μαύρη σοκολάτα.

<<Χαρούμενα 16 σκατο>>, της είπα και έφαγα λίγο τούρτα με το δάχτυλο μου.

Ο Νίκος με πήρε αγκαλιά και με φιλισε στο μάγουλο και του έβαλα και αυτού λίγο τούρτα στο πρόσωπο.

<<Νια μπράβο. Τώρα γλυφτο>>, μου είπε και γέλασα γλυφοντας την λίγη τούρτα από το μάγουλο του.

Με έπιασε απότομα και με φιλισε παθιασμενα.

<<Ει ει ει αλλού τα μελια κόλλησαμε>>, είπε η Αντωνία και γέλασα.

<<Εσύ από την τούρτα κολλάς όχι από τα μελια>>, της είπα και γέλασα και άλλο.

<<Αη ρε>>, μου είπε και γελάσαμε όλοι μαζί.

Μην βλέπετε αυτή την χαρά τώρα, μπορεί με την κατ να μην έχει γίνει στο τώρα τελευταία αλλά εγώ έχω δράματα. Οι γονείς μου παίρνουν διαζύγιο και ο πατέρας μου προσπαθεί να πάρεις την κηδεμονία του Στέλιου και την δική μου.

<<Μαρία; τι σκέφτεσαι;>>, ρώτησε ο Νίκος και έγνεψα αρνητικά.

<<Τίποτα μωρό μου, πάμε να γιορτάσουμε>>, του είπα και πήγαμε στο σαλόνι με τους άλλους.

5583 λέξεις

Υπέροχα πάει γενικότερα 😂

Τι μαλακίες έχω γράψει χριστε μου δεν μπορώ καν να τα διαβάσω κριντζαρω.

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro