Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Chapter 8


Από εκείνη την στιγμή και έπειτα... το βλέμμα μου... ασυναίσθητα... και χωρίς καμία απολύτως λογική εξήγηση... έψαχνε την φιγούρα του στο πλήθος... κάθε φορά που το βλέμμα μου τον εντόπιζε η καρδιά μου... χτυπούσε... δυνατά... ακατάπαυστα... το στήθος μου πονούσε... αλλά δεν μπορούσα να σταματήσω... τα μάτια μου δεν.. ξεκολλούσαν από πάνω του... δεν ήξερα το γιατί... κάθε φορά που το κεφάλι του γύριζε έστω και λίγο όλο μου το είναι βρισκόταν σε πανικό... τραβούσα το βλέμμα μου από πάνω του με τον φόβο... μην καταλάβει πως... τον κοιτούσα... μια περίεργη επιθυμία είχε γεννηθεί μέσα μου... και ένα ερώτημα βασάνιζε το μυαλό μου... 'ποιος είναι αυτός ο άντρας;'... αν μάθαινα άραγε θα ηρεμούσα;... δεν ήξερα τι ήταν αυτό το αίσθημα που με είχε καταβάλλει αλλά όλως περιέργως δεν με τρόμαζε... όσο παρεμαινε άγνωστο... δεν με τρόμαζε... διότι πίστευα.. πως θα ήταν παροδικό... ένας ανεξήγητος παροδικός ενθουσιασμός... ναι... αυτό ήταν και τίποτα παραπάνω... ή τουλάχιστον αυτό νόμιζα...

[...]

Οι μέρες πέρασαν τόσο γρήγορα... λες και ο χρόνος με πίεζε... λες και όντως η μοίρα δούλευε εναντίον μου αναγκάζοντας με να συναντηθώ με τους ανθρώπους που ήθελα να αποφύγω όσο τίποτε άλλο στον κόσμο... δεν ήξερα εκείνη την ημέρα τι με περίμενε... δεν μπορούσε ο νους μου να διανοηθεί το σοκ το οποίο δεν θα μπορούσα να ξεπεράσω... μια σκηνή που δεν περίμενα ότι θα έκανε όλο μου το είναι να ταρακουνηθεί προς ένα μονοπάτι που αργότερα θα με οδηγούσε στην απόλυτη... καταστροφή μου...

Βρίσκομαι καθισμένη στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου και λίγα μέτρα μακριά μου βρισκόταν καθισμένος ο πατέρας μου... μετα από εκείνη την νύχτα δεν ξανά μιλήσαμε... δεν είχα το κουράγιο να τον αντιμετωπίσω... ούτε το κουράγιο αλλά ούτε και θάρρος... μετα από εκείνη την συζήτηση είχα πολλά να σκεφτώ... αλλά κυρίως πολλά να χωνέψω... και ομολογώ πως ακόμα δεν έχω καταφέρει να κάνω τίποτα από τα δυο ... το μυαλό μου είναι ακόμα μπερδεμένο... οι σκέψεις μου σκόρπιες... αφήνω τις καταστάσεις πλέον να με οδηγούν... και... δεν ξέρω πως να το αλλάξω αυτό... και αυτό το συναίσθημα με ... πνιγεί ... νιώθω να ασφυκτιώ... πλέον.. πολλά πράγματα έχουν αλλάξει... το μέρος που αποκαλούσα σπίτι μου ειναι τόσο ξένο... τόσο αφιλόξενο... το μέρος που αποκαλούσα δουλειά φαντάζει τόσο παράξενο... δεν νιώθω άνετα... ο κόσμος μου βουλιάζει μαζί με μένα και το μόνο που μπορώ να κάνω ειναι να κοιτάζω... να κοιτάζω άπραγη όλα όσα είχα να εξαφανίζονται ένα προς ένα μέσα από τα χέρια μου... έτσι ήταν ... πρώτα πρώτα η αγαπη των γονιών μου... έπειτα η βούληση μου... μετα η γνώμη μου και σε λίγο... η ελευθερία μου... νιώθω λες και είμαι παγιδευμένη μέσα σε ένα κλουβί... εκεί που νόμιζα πως είχα φτερά... εκεί που νόμιζα πως ο ουρανός ήταν ακριβώς πάνω από το κεφάλι μου τώρα πλέον... το φως έγινε σκοτάδι και τα φτερά μου... αποδείχθηκαν κέρινα ομοιώματα... μια ψεύδη αντανάκλαση του λογιστού φωτός μέσα στο σκοτάδι μου και τίποτε παραπάνω...

F:Πρόσεξε πως θα φερθείς... η φωνή του πατέρα μου ήχησε στα αφτια μου κάνοντας με να γυρίσω το κεφάλι μου προς το μέρος του... «με το που βγούμε από το αμάξι περιμένω να φερθείς με αξιοπρέπεια»... ο τόνος του απότομος... οι λέξεις του φάνταζαν περισσότερο με απειλη παρα... με προσταγή... το μόνο που μπορούσα να κάνω ήταν να νεψω καταφατικά και να ξανά γυρίσω το κεφάλι μου κοιτάζοντας έξω από το παράθυρο...

Η διαδρομή ήταν μεγάλη... με τις σκέψεις μου όμως διάσπαρτες και το μυαλό μου να βουλιάζει όλο και πιο πολύ σε μονοπάτια γεμάτα αγκάθια δεν κατάλαβα για πότε είχαμε φτάσει... με το που πάτησα το πόδι μου έξω από το αμάξι και σήκωσα το κεφάλι μου τότε ήταν που το σώμα μου πάγωσε... το βλέμμα μου ήταν καρφωμένο σε αυτό το πελώριο και τεράστιο κτήριο... ένα ήταν σίγουρο... με το που το βλέμμα σου έπεφτε επάνω του... δύσκολα μπορούσες να σταματήσεις να κοιτάζεις... αυτή η περίεργη αίσθηση του να θέλεις να το παρατηρείς ξανά και ξανά... σαν κάτι αόρατο να σε τραβάει προς τα εκεί...

«Δεσποινίς θέλετε βοήθεια;»....

Α:Όχι ευχαριστώ... λέω ευγενικά και βγαίνω από το αμάξι όσο πιο γρήγορα μπορούσα... καθώς πλησίαζα προς την είσοδο... ένα συναίσθημα που δεν περίμενα πως θα ξανά ένιωθα βγήκε στην Επιφάνια για άλλη μια φορά.. .. ένα συναίσθημα που μισούσα... ένα συναίσθημα που με έκανε να απεχθάνομαι τον εαυτό μου ... και αυτό δεν ήταν άλλο από αυτο της... κατωτερότητας... με το που περάσαμε αυτές τις τεράστιες γυάλες πόρτες όλα γύρω μας φώναζαν 'εξουσια'... χα·... αν ο δικός μου ο εγωισμός ενοχλείτε δεν μπορώ να φανταστώ πως μπορεί να νιώθει ο πατέρας μου αυτή τη στιγμή... και παρ όλα αυτά... επιμένει... επιμένει σε αυτή του τη γελοία ιδέα...

[...]

Λίγη ώρα μετά είχαμε ήδη μπει μέσα στο κτήριο και οδηγηθεί χωρίς καμία καθυστέρηση στον όροφο όπου υπόδεχόντουσαν τους πιθανά νέους συνεργάτες... καθ όλη τη διαδρομή προσπαθούσα να κρατήσω το κεφάλι μου ψηλά και τα μάτια μου καρφωμένα μπροστά... για να μην δείξω κανένα είδους αδυναμίας... κάνε είδους ενδιαφέροντος ή ίχνους ζήλιας.. παρ όλα αυτά... δεν μπορούσα παρα με την άκρη του ματιού μου να διακρίνω πως ο κεντρικός χώρος ήταν τεράστιος σε σημείο που έμοιαζε με λόμπι δεκαστερου ξενοδοχείου... ο χώρος ήταν πεντακάθαρος... επικρατούσε ηρεμία και τάξη... όλα τα μέρη ήταν φωτεινά... και όλοι οι εργαζόμενοι φαινόντουσαν να χαίρονται που δουλεύουν σε έναν κολοσσό σαν και αυτόν... σε αντίθεση... με την δίκη μας την εταιρία... σκέφτομαι καθώς το βλέμμα μου αρχίζει να περιεργάζεται τον χώρο γύρω μου... πόση ώρα έχει περάσει από την στιγμή που βρέθηκα σε αυτό το σωμάτιο;... αναρωτιέμαι και εγώ η ίδια που είμαι... τι κάνω εδώ... σε ένα δωμάτιο κάτασπρο... από τα έπιπλα μέχρι και τους τοίχους... με μια μεγάλη γυάλινη τζαμαρία στα αριστερά του καναπέ όπου καθόμουν και μια πόρτα στα δεξιά μου... τα μάτια μου κοιτάζουν μπροστά μου ... τον κατάλευκο αυτό τοίχο που το μόνο που τον κοσμούσε ήταν ένας πίνακας ζωγραφικής... λίγα μέτρα μακριά μου βρισκόταν ένα γυάλινο τραπεζάκι... με ένα ποτήρι νερού και μια κούπα καφέ επάνω τα οποία μου προσέφερε η γυναίκα που με οδήγησε σε αυτό το χώρο ... τώρα που το σκέφτομαι το όλο μέρος εμοιαζε πιο πολύ με δωμάτιο αναμονής αλλα και πάλι ήταν αρκετά ευρύχωρο.... Χα... τι στο καλό κάνω εδώ;... γιατί ήρθα μαζί;... πιο το νόημα;... σκέφτομαι και με αργές κινήσεις σηκώνομαι όρθια και ξεκινάω να κατευθύνομαι προς την τεράστια γυάλινη τζαμαρία... για λίγο αφήνω το βλέμμα μου να ταξιδέψει... το συναίσθημα του να βλέπεις τον κόσμο από ψηλά... είναι ταυτόχρονα εντυπωσιακό.... αλλά.... και μοναχικό... Αριάδνη τι στο καλό σκέφτεσαι;... χα... νομίζω αρχίζω και το χάνω... απότομα ο ηχος της πόρτας να ανοίγει λίγα μέτρα πίσω μου με επαναφέρει στην πραγματικότητα... 'επιτέλους'.. σκέφτομαι και με σταθερές κινήσεις γυρίζω το κεφάλι μου προς την κατεύθυνση όπου άκουσα τον ήχο... 'πες μου πως επιτέλους φευγουμ-'.... νιώθω το σώμα μου να παγώνει... η καρδιά μου... άρχισε να χτυπάει δυνατά... ακατάπαυστα... δεν μπορεί... θα με γελούν τα μάτια μου... τ-τι δουλειά έχει αυτός ο άντρας εδώ;....

[...]

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro