Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Chapter 4


Νιώθω τις παλες των χεριών μου να ιδρώνουν... για κάποιον παράξενο λόγο έχω άγχος... υπερβολικά πολύ άγχος... στέκομαι έξω από αυτήν την πόρτα που για πρώτη φορά νιώθω τόσο μικρή... όπως ένα μυρμήγκι θα κοιτούσε τα πλάσματα που εμείς ονομάζουμε ανθρώπους από εκεί χαμηλά... κάπως έτσι νιώθω αυτήν την στιγμή.... ο ηχος από τον χτύπο της πόρτας με κάνει να γυρίσω το βλέμμα μου προς την ανθρώπινη φιγούρα που στεκόταν λίγα μέτρα μπροστά μου... τον γραμματέα του πατέρα μου ο οποίος μόλις πριν λίγα δευτερόλεπτα είχε χτυπήσει την πόρτα και περίμενε έγκριση για να μπορέσουμε να περάσουμε μέσα στο γραφείο...

«Πρόεδρε την έφερα όπως ζητήσατε»... η φωνή του σταθερή... αχρωμη... για λίγο επικρατούσε σιγή... δεν ακούστηκε κάποιου είδους απάντηση από την άλλη μεριά της πόρτας... εκεί ήταν που είδα τον γραμματέα να ανοίγει την πόρτα αργά και σταθερά κάνοντας την κορμοστασιά του στην άκρη ως δείγμα ευγένειας για να περάσω μέσα... ξαφνικά όλο το άγχος που ένιωθα πριν άρχιζε να αυξάνεται... ένιωθα τα αφτια μου να βουίζουν από τον τρόπο με τον οποίο χτυπούσε η καρδιά μου... τόσο έντονα... τόσο γρήγορα... ένιωθα πρώτη φορά λες και κάποιος με οδηγούσε σε σφαγείο και όχι στον άνθρωπο τον οποίο με μεγάλωσε...

Πήρα μια κόφτη ανάσα και ξεκίνησα να περπατάω... τα βήματα μου σταθερά... το κεφάλι μου σκημενο στο πάτωμα... για πρώτη φορά ένιωθα πως δεν αναγνώριζα τον άνθρωπο που είχα απέναντι μου και αυτό με τρόμαζε... δεν είχα το θάρρος να σηκώσω το κεφάλι μου και να κοιτάξω... να κοιτάξω κάποιον άλλον... κάποιον ο οποίος δεν είχε καμία σχέση με τον πατέρα που γνώριζα και αγαπούσα... αλήθεια γιατί;... τι στο καλό τον οδήγησε στο να πάρει μια τέτοια απόφαση;... θέλω... θέλω τόσο πολύ να τον ρωτήσω αλλά... δεν μπορώ... κατά βάθος ξέρω.. δεν μου πέφτει κανένας λόγος... δεν έχω κανένα δικαίωμα να ανακατευτω αλλά...

F: Κάτσε κάτω Αριάδνη... ο τόνος του επιβλητικός... η στάση του τόσο ξένη... ο αέρας που απέπνεε ψυχρός... και... τρομακτικός... χωρίς δεύτερη σκέψη υπάκουσα και κάθισα στην δερμάτινη καρέκλα λίγα μέτρα μακριά του... δεν είχα πάψει να κοιτάζω το πάτωμα... όση ώρα ήμουν μέσα στο γραφείο του διάφορες σκέψεις περνούσαν από το μυαλό μου... και αυτή που κυριαρχούσε είναι γιατί έπρεπε να έρθουν έτσι τα πράγματα;... ήξερα πως το να μιλούσα δεν θα άλλαζε τίποτα... ήξερα πως το να προσπαθήσω να του αλλάξω γνώμη θα ήταν ότι πιο ανούσιο και ανώφελο θα μπορούσα να κάνω...

Frederick Valentino... ένας άντρας γεμάτος όνειρα και φιλοδοξίες... στην ηλικία μόνο των δεκαεπτά πήρε τις επιχειρήσεις του πατέρα του στα χέρια του εκτοξεύοντας τες στα ύψη... στρατηγική και μεθοδικότητα... δύναμη και κύρος... όλοι οι συνεργάτες του... όλη η υψηλή κοινωνία μέχρι και όλος ο κόσμος τον ήξερε ως τον πιο χαρισματικό άντρα της χώρας... δεν μπορούσαν παρα να τον θαυμάζουν... να τον ζηλεύουν... να τον μισούν.... Αλλά και να τον αγαπούν ταυτόχρονα... αυτό ήταν ο πατέρας μου τα τελευταία τριάντα χρόνια μέχρι που... όλα άλλαξαν... άλλαξαν μια για πάντα όταν... όταν στην Επιφάνια βγήκε άλλο ένα όνομα... ένα όνομα που πλέον κανείς δεν τολμάει να ξεστομίσει... Isidore Van De Leone ...

Ένας άντρας που κατάφερε να κερδίσει όλα όσα ο πατέρας μου είχε χτίσει με κόπο και ιδρώτα απλόχερα... Μέσα σε μόνο λίγα χρόνια κατάφερε να γίνει το πρώτο όνομα στον επιχειρηματικό κόσμο όχι μόνο εντός αλλά και εκτός... δεν υπήρχε άνθρωπος παγκοσμίως που να μην γνώριζε το επίθετο Van De Leone... πρώτος στις μεταφορές... στον κόσμο του χρήματος ... στον κόσμο του εμπορίου.... Ένας κολοσσός τόσο δυνατός και απροσπέλαστος...

Πως λοιπόν;... πως μπορώ να δεχτώ τώρα πως ο πατέρας μου θέλει να ρίξει τον εγωισμό του και να ζητήσει βοήθεια από τον άνθρωπο που του 'έκλεψε' τα πάντα;... δεν ξέρω τι να υποθέσω... δεν μπορώ να καταλάβω τι σκέψεις περνάνε από το μυαλό του... δεν μπορώ να συλλάβω τον λόγο που αποφάσισε να στραφεί για βοήθεια σε εκείνον...

Όση ώρα καθομαι στο γραφείο του κάνοντας αυτές τις σκέψεις γύρω μου επικρατούσε σιγή... νεκρική και αποπνικτική σιγή....

F: Φαντάζομαι ξέρεις τον λόγο που σε κάλεσα εδώ... λέει και ο ηχος από χαρτιά να πέφτουν επάνω στο γραφείο ηχεί στα αφτια μου... «Θα έχεις ακουσει τις φήμες που κυκλοφορούν στην εταιρία τις τελευταίες μέρες»... ναι τις έχω ακουσει... για αυτό και δεν ξέρω τι να πω... απότομα ο ηχος της καρέκλας να τρίζει και βήματα να ξεκινούν να πλησιάζουν φτάνει στα αφτια μου... «Ο,τι έχεις ακουσει είναι αλήθεια»... απότομα εκεί που καθ όλη την διάρκεια είχα το κεφάλι μου σκημενο βρήκα το θάρρος να το σηκώσω και να κοιτάξω προς το μέρος του... εκείνος στέκονταν με τα χέρια πίσω από την πλάτη κοιτάζοντας έξω από την μεγάλη γυάλινη τζαμαρία... το βλέμμα του στραμμένο προς τους αχανείς ουρανοξύστες...

Α:Δεν σε καταλαβαίνω πατέρα!... ο τόνος μου γεμάτος απόγνωση... η στάση μου διστακτική... δεν ήξερα τι έπρεπε να πω... τι έπρεπε να κάνω... «Γιατί; Γιατί έπρεπε να πάρεις μια τέτοια απόφαση ενώ-».... Πριν προλάβω να τελειώσω την φράση μου η έντονη φωνή του ήχησε στα αφτια μου

F:ΔΕΝ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΝΑ ΜΕ ΚΑΤΑΛΑΒΕΙΣ!... ο τόνος του απότομος... ήξερα πως δεν θα έπαιρνε από λόγια και ποσό μάλλον λόγια τα οποία έβγαιναν από το στόμα μου... είχε ήδη πάρει τις αποφάσεις του... ήταν πλέον τετελεσμένο... και εγώ... δεν θα μπορούσα ποτέ να του πάω κόντρα... «το μόνο που έχεις να κανείς είναι από εδώ και πέρα να υπακούς και να εκτελείς την οποία απόφαση και να πάρω»... ένιωθα το βλέμμα του να με κοιτάζει από την αντανάκλαση του παραθύρου... απότομα χαμήλωσα για άλλη μια φορά το κεφάλι...

Άραγε μπορεί τα πράγματα να είχαν πάρει άλλη τροπή;... αν όντως είχα έστω και στο ελάχιστο τις ικανότητες του θα μπορούσα να είχα διαχειριστεί αλλιώς την κατάσταση;... θα μπορούσα να βρω μια άλλη λύση η οποία δεν θα ήταν τόσο υποτιμητική;... Χα·... ηλίθιες σκέψεις για άλλη μια φορά Αριάδνη... ξέρεις πολύ καλά ποσό άχρηστη είσαι σε ότι αφορά σε θέματα που έχουν να κάνουν με τόσο σοβαρές αποφάσεις....

F:Προς το παρόν μπορείς να πηγαίνεις· δεν σε χρειάζομαι κάτι άλλο... ο τόνος του ψυχρός... ξένος... που πήγε ο πατέρας γεμάτος στοργή;... που πάντα μου χαμογελούσε και μου έλεγε πως με αγαπάει;... υποθετω... 'ναι Αριάδνη· ο πατέρας αυτός δεν υπάρχει πια! Χώνεψε το επιτέλους'... με αργές κινήσεις σηκώθηκα από την καρέκλα και ξεκίνησα να περπατάω προς την πόρτα... λίγο πριν αγγίξω το πόμολο η φωνή του για άλλη μια φορά με σταμάτησε «σύντομα θα σου εξηγήσω τι πρέπει να κανείς»... είπε και χωρίς να κοιτάξω πίσω άνοιξα την πόρτα και βγήκα έξω... για ποσό ακόμα θα συνεχιστεί όλη αυτή η κατάσταση;... για ποσό... σκέφτομαι καθώς νιώθω τα μάτια μου υγρά...

[....]

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro