Το ξεκίνημα - κεφάλαιο 1
Γειά είμαι η Σαμ Ρέιτσελ θα θέλατε να μάθετε κάποια πράγματα για μένα;
Λοιπόν είμαι 17 χρονών και η ζωή μου ειναι ένα χάος. Πρόσφατα έχασα τον πατέρα μου σε ενα αεροπορικό δυστύχημα. Ήταν εξαιρετικός πιλότος είχε περάσει απο πολλές σχολές αεροπορίας , το όνομα του ειχε γραφτεί στις εφημερίδες μιας που έκανε τόσο καλα την δουλειά του και υπήρχαν άνθρωποι που τον προωθούσαν, ωσπου μια μέρα το αεροπλάνο έπεσε και καρφώθηκε στην στέγη ενος σπιτιού. Μας πήραν τηλέφωνο για να μας ενημερώσουν οτι ο περιφημος πιλότος και υπέροχος πατερας Μαξ Ρέιτσελ ήταν πλέον νεκρός.
Απο τοτε η μάνα μου προσπαθεί να κρατήσει τον εαυτό της μακριά απο τα ψυχοφάρμακα κατι που δεν καταφέρνει και πάρα πολυ καλα να διαχειριστεί διότι προχθές ειδα πανω στο κομοδίνο της δύο συσκευασίες απο κάψουλες-χαπια...
Εχει πεσει σε πολυ βαριά κατάθλιψη και δεν μπορώ να την βοηθήσω ούτε εγω κι αυτο με σκσκοτώνει. Η μεγάλη μου αδελφή απο την άλλη , δεν την νοιάζει τίποτα είναι πάντα τόσο χαλαρή σαν να μην συμβαίνει τίποτα. Σαν να μη την νοιαζει που η οικογένεια μας ξαφνικά διαλύθηκε. Που ο πατέρας μας χάθηκε για πάντα... Αχ βρε μπαμπά..
Η μάνα μου κλαίει ολη μέρα κι ολη νύχτα, τα δάκρυα της έχουν μέσα ολον τον πονο και το παράπονο της για αυτήν την άδικη ζωή. Πανε 6 μήνες τώρα απο την απώλεια του πατέρα μου και επικρατεί η ίδια ψυχοφθόρα κατάσταση. Να πηγαινω στο σχολείο και να έρχομαι σπιτι τσακισμενη ,προσπαθωντας να δώσω λίγη δύναμη στην μάνα μου και λιγο μυαλό στην Τζες την αδελφή μου..που για άλλη μια φορά ετοιμάζεται να φύγει.
Σ(αμ) «Που πας Τζέσικα; Έχεις ξεφύγει τελείως; Η μαμά χειροτερεύει ψυχολογικά και εσυ απλά ετοιμάζεσαι να φύγεις;»
Τ(ζεσικα) «Παράτα με μικρή ο,τι γουστάρω θα κάνω και μη μου σπας τα νεύρα τώρα»
Σ : «Παράτα με μικρή;; Που πήγε το "αδελφουλα" , το "μικρο μου βασανάκι" ; Α ναι ξέχασα χάθηκε μαζί με τηντον ευαισθησία σου.»
Τ :«Σκάσε Σαμ δεν καταλαβαίνεις.»
Μαμα : <<Μη μιλας ετσι στην αδελφή σου Τζέσικα δεν το αξίζει .>>
Τ : «Εσύ μη μιλας γιατί εξαιτίας σου πέθανε ο μπαμπάς»
Η αδελφή μου άνοιξε την πόρτα βίαια και έφυγε. Δεν ξερω γιατι το είπε αυτο στην μαμά. Τι την εχει πιάσει; Ήξερα οτι είχε αδυναμία τρελή στον μπαμπά αλλα όχι να την κατηγορήσει κι ολας..
Σ: «Μαμα μην την ακούς σε παρακαλώ. Την εχει εεπηρεάσει ολο αυτο και δεν ξέρει τι λέει»
Η μάνα μου δεν μίλησε, μονάχα κλείστηκε το δωμάτιο της για ώρες , κλαίγοντας και αναπολώντας τις καλές στιγμές της οικογένειας μας. Κοιτάω λιγο απο την χαραμάδα της πόρτας. Κάθεται καθιστή στο κρεβάτι και ξεφυλλίζει το αναμνηστικό άλμπουμ.
Συνεχίζω να την παρατηρώ αλλά...ωχ...τι είναι αυτό;; Δεν μπορώ να δω καλά αλλα νομίζω οτι κρατάει ένα μπουκάλι αλκοόλ. Εύχομαι να μην ξανά άρχισε πάλι τα ίδια..
Αυτο ήταν. Μπουκαρω μέσα.
Σ : «Μαμά τι κάνεις εκεί;; Πίνεις; Άρχισες παλι τα ίδια;»
Μ : «Εγώ.. δεν..ε...»
Σ : «Μαμα πρέπει να βοηθήσεις λίγο τον εαυτό σου, να ξανασταθεις στα πόδια σου, να πιστέψεις στην δύναμη που έχεις μέσα σου και να δω και παλι την παλιά χαμογελαστή εκδοχή της Αν-Μαρι. »
Μ : «Συγγνώμη Σαμ ,μετά απο τον θάνατο του πατέρα σου ειμαι λι..»
**χτυπάει το κινητό της μητέρας**
<<Ναι γεια σας η κυρία Αν-Μαρί Ρέιτσελ?>>
Μ: Ναι η ίδια
<<Σας τηλεφωνώ από το αστυνομικό τμήμα. Η κόρη σας ισχυρίζεται κάποια πράγματα για εσάς και θα θέλαμε να ερευνήσουμε περεταίρω το θέμα θανάτου του Μαξ Ρέιτσελ. Θα θελαμε να μας δωσετε περισσοτερες πληροφοριες σχετικά με αυτό...»
**Η Αν-Μαρι κλείνει το τηλεφωνο**
<<Hello? Κυρια Αν-Μαρι?>>
Σ : «Τι εγινε μαμά? Γιατί χλωμιασες? Ποιός σε πήρε τηλέφωνο?»
Μ : «Η αστυνομία παιδί μου.»
Σ : «Γιατι??»
Μ : «Γιατί η Τζέσικα ισχυρίζεται πράγματα για μένα σχετικά με το θέμα του πατέρα σου και...»
Σ : «Είναι τρελή μαμά ξέρω οτι ποτέ δεν θα έκανες κακό στον μπαμπά »
Μ : «Σαμ..η Τζέσικα έχει δίκαιο.. Όντως εγω φταίω...»
Σ : «Η κακούργα σε έχει τρελάνει..Θα σε κανει να πιστέψεις οτι όντως φται..»
Μ : «Οντως φταιω Σαμ..Έμαθα ενα βράδυ πρίν την τελευταία πτήση του πατέρα σου, οτι με απάτησε..δεν ηξερα πως να το διαχειριστώ και έριξα χάπια στον καφε του το επόμενο πρωί..Πετούσε μεσημέρι .Οδηγησα εγω το αμαξι μεχρι το αεροδρόμιο για να μην καταλάβει οτι ήξερα..Αυτο που δεν σκέφτηκα όμως είναι ότι μαζι με την ζωή του πατέρα σου θα χάνονταν κι άλλες ζωές που δεν άξιζαν τέτοια καταληξη..»
Ημουν έτοιμη να την χαστουκισω...Αλλα αντι για αυτο ειχα μεινει στηλη άλατος και άκουγα αυτα που έλεγε βουρκωμενη...
Απο εκεινη την ημέρα και μετά την μίσησα..
Δεν λεω οτι ηταν ολοσωστος ο πατερας μου αλλα τουλάχιστον δεν σκότωσε κανέναν ουτε πηρε κανέναν στον λαιμο του...
**Νοκ Νοκ πόρτα**
<< ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ ΑΝΟΙΞΤΕ>>
Σ : «Σου εύχομαι να σαπισεις στην φυλακη και να μην ξαναβγεις ποτε απο κει μεσα το ακούς??»
<<Κύρια Αν-Μαρι συλλαμβάνεστε , έχετε το δικαίωμα να παραμείνετε σιωπηλή, οτιδήποτε πειτε μπορεί να χρησιμοποιηθεί εναντίον σας στο δικαστήριο.. >>
Μ : « ΌΧΙ, ΟΧΙ ΣΑΣ ΠΑΡΑΚΑΛΏ , ΟΧΙ, ΜΗ !! »
Σ : «Μαμα !!!!! Ξυπνα ξυπνα!! Τι έπαθες? Είδες εφιάλτη ??
Μ : «Εε?? Ναι...ναι παιδι μου»
Με αγκάλιασε. Φαινόταν τόσο ταραγμένη που δεν μπορούσα να την ρωτήσω τι ηταν αυτο που την τάραξε τοσο στον υπνο της...την πηρε ο ύπνος πανω που ξεφυλλιζε το οικογενειακό μας αλμπουμ...ε και με τοσο ουισκι ειναι η αληθεια πως θα πρεπε να χε πέσει σε χειμερία νάρκη...Δεν της ειπα τίποτα για το ποτο δεν ηθελα να την επιβαρυνω ψυχολογικά αρκετα ζαλισμένη ήταν...
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro