Ο Κέβιν Ρουσσώ και ο Λουκ Τζάκσον είχαν βγει πια από το σπίτι των Μπλάκγουελ και σάρωναν την περίμετρο, φτάνοντας μέχρι την γραμμή των πρώτων ψηλών ελάτων που σε καλωσόριζαν στο σκοτεινό δάσος του Βερμόντ.
«Πρέπει να τις βρούμε γρήγορα!» Επίταξε γρήγορα ο νεαρός Κυνηγός.
«Που μπορεί να πήγαν;»
«Δεν έχω ιδέα, αλλά φοβάμαι για το χειρότερο...» Ψέλλισε χαμηλά στον Λουκ που περπατούσε δίπλα του γύρω από το σπίτι των Μπλάκγουελ.
Ο Λουκ ξαφνικά σταμάτησε να βηματίζει και πάγωσε στεκούμενος μπροστά στο θέαμα του αρχέγονου δάσους. Η βουνίσια μυρωδιά εισχώρησε στα ρουθούνια του, όσο τα πόδια του βυθίζονταν στο νοτισμένο έδαφος που ήταν καλυμμένο με αγριολούλουδα.
«Ποτέ δεν κατάλαβα γιατί, αλλά αυτό το δάσος μας ασκεί μια σκοτεινή γοητεία.» Παραδέχθηκε παρασέρνοντας και τον Κέβιν στο θέαμα.
Ο Κέβιν στάθηκε δίπλα στον Σερίφη του Όζαρκς. «Το Βερμόντ, έχω ακούσει πως έχει μεγάλη ιστορία.» Το βλέμμα του έπεσε πάνω στις σκιές που δημιουργούσε το χλωμό φεγγάρι.
«Λες να πήγανε στο δάσος;» Έκανε ένα βήμα εμπρός σχεδόν μαγεμένος.
Ο Κέβιν ήξερε πως η Άζρα είχε τάση να πηγαίνει στο δάσος συχνά. Όμως κάτι είχε καταλάβει, από το βλέμμα του Τζάρεντ, πως κάτι άλλο μάλλον συνέβαινε κι έπρεπε να μάθει. «Πρέπει να μιλήσουμε με τον Τζάρεντ!» Λέγοντάς το δεν περίμενε στιγμή για να ακούσει την άποψη του Λουκ, έτσι ξεκίνησε να ανηφορίζει προς την κεντρική είσοδο.
Ο Τζάρεντ δεν μπορούσε να βγει έξω και να αρχίσει να ψάχνει για την Φρέγια, σε αντίθεση με τον Λουκ και τον Κέβιν που δεν ήταν η κεντρική παρουσία αυτής της βραδιάς, έπρεπε να είναι παρόν στην ομιλία.
Για να καταλαγιάσει την ανησυχία του που τον έτρωγε στην συνείδησή του, επέλεξε να πιστέψει ότι η Φρέγια απλά το είχε σκάσει εκνευρισμένη από το σπίτι και πως δεν κινδύνευε. Παρόλο που αυτό δεν το ήξερε, προσπάθησε να το πιστέψει ώστε να καταφέρει να συγκεντρωθεί στην Μόνο Σινκλαίρ...
Επέστρεψε πλάι στην γυναίκα του, προκαλώντας της κι άλλα ερωτηματικά για την συμπεριφορά του. Όμως δεν επιδίωξε να ανταλλάξουν καμία κουβέντα, αφήνοντάς την στο σκοτάδι.
«Όπως μπορεί να ακούσατε, πράγματι αγαπητοί συμπολίτες, ο αριθμός των νεκρών στην πόλη μας αυξήθηκε έντονα τον τελευταίο μήνα. Το Δημαρχείο σε συνεργασία με το Τμήμα της Αστυνομίας το ερευνούμε ενδελεχώς και σύντομα θα σας ενημερώσουμε αναλυτικά για την εξέλιξη του θέματος. Μέχρι τότε υπάρχουν μερικές ανακοινώσεις που αφορούν όλους σας.» Οι ξαφνικές απώλειες είχαν κάνει αίσθηση στην μικρή Καναδέζικη πόλη, έτσι δεν μπορούσαν να μείνουν ασχολίαστες. Δεν θα σταματούσε όμως εκεί, τα σχόλια δεν ήταν αρκετά. Σε αυτό το σημείο έμπαινε επιτέλους σε δράση το σχέδιό της, για να σταματήσει τον Τζάρεντ από το να της πάρει την εξουσία μέσα από τα χέρια.
«Το πρώτο βήμα μας για να δούμε σύντομα αποτελέσματα, είναι ότι στείλαμε δεκάδες Κυνηγούς στο βουνό Βερμόντ για να σκοτώσουν τα βουβάλια και τους βουνήσιους λύκους. Θέλουμε να ελαττωθούν σε αριθμό τα άγρια ζώα που ζουν τόσο κοντά στα σπίτια μας ώστε να μειωθούν και οι επιθέσεις τους.»
Όλα τα παραπάνω όμως, δεν ήταν απλά μια ενημέρωση για τους κατοίκους του Όζαρκς. Ήταν επίθεση στα σκοτεινά πλάσματα αυτού του τόπου. Η Μόνα Σινκλαίρ κήρυττε πόλεμο! Ενώ ταυτόχρονα συντηρούσε την εικόνα της δημάρχου που νοιάζεται για την πόλη της. Ο Τζάρεντ έμενε πίσω, με τους ψηφοφόρους να εμπιστεύονται εκείνη, βλέποντας την στάση της.
Ο Τζάρεντ άκουσε πολύ καλά τα όσα είπε και μυρίστηκε τελικά την πλεκτάνη που είχε στήσει πίσω από την πλάτη του. Η πολιτική ήταν ένα πολύ βρώμικο παιχνίδι τελικά.
Η δήμαρχος αντάλλαξε ένα επιθετικό βλέμμα μαζί του. Είχε αποκαλύψει πια τις προθέσεις της.
«Όλα αυτά θα συμβάλλουν στην καταπολέμηση των επιθέσεων που δέχονται συνάνθρωποί μας, ακόμα και στο κέντρο της πόλης πια. Πουθενά δεν είμαστε πια ασφαλείς όσο τέρατα σαν κι αυτά κυκλοφορούν ανάμεσά μας!»
«Νομίζετε σκοτώνοντας μερικά βουβάλια θα μειωθούν οι θάνατοι σε μια καταραμένη πόλη σαν το Όζαρκς;» Από το πουθενά ένας καλεσμένος φώναξε, διακόπτοντας την δήμαρχο.
«Ορίστε; Κύριε, μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι η προσέγγισή μας θα αποβεί επιτυχής.» Αμέσως απάντησε η Μόνα. «Για αυτόν τον λόγο, δεν μείναμε στην μια μόνο επιδρομή, αλλά συντάξαμε και...»
Και τότε ξαναμίλησε κάποιος άλλος... «Είναι πράγματι βουβάλια αυτά που σκοτώνουν τους κατοίκους του Όζαρκς, Δήμαρχε;»
«Λένε πως υπάρχουν τέρατα στο βουνό! Ξέρουμε τι σκότωσε εκείνους τους εφήβους στο κάμπινγκ εκείνο το βράδυ!»
«Πως θα μας προστατεύσετε από αυτά; Τα παιδιά μου δεν μπορούν να κυκλοφορούν με ασφάλεια όσο υπάρχουν τα τέρατα ανάμεσά μας!»
«Δεν μπορούμε να κυκλοφορούμε πλέον τα βράδια!»
«Δεν υπάρχει ασφάλεια, δήμαρχε!»
Ο Τζάρεντ αναστατώθηκε. Τι ήταν αυτό το ξαφνικό που μόλις συνέβη; Είχε επιλέξει τους καλεσμένους του για το Γκαλά έναν έναν πολύ προσεκτικά. Ποιοι ήταν αυτοί που μίλησαν; Έστρεψε το βλέμμα του και κοίταξε προς το μέρος τους. Ήταν τρομοκρατημένοι και μόλις τους δόθηκε η ευκαιρία να το εκφράσουν δεν δίστασαν να το κάνουν, ανεξάρτητα με την θέση τους στην κοινωνία του Όζαρκς, το έκαναν.
Το πλήθος έδειχνε να αναστατώνεται κι αυτό ως ένα βαθμό, με όλες αυτές τις διακοπές. Άλλοι ενοχλήθηκαν από την ξαφνική διακοπή όλων όσων μίλησαν με αγένεια διακόπτοντας την δήμαρχο, ενώ άλλοι αρχίσαν να αποκτούν αμφιβολίες επηρεασμένοι από αυτά όλα που άκουγαν.
«Παρακαλώ λίγο ησυχία!» Ένας από τους συμβούλους της Μόνα βγήκε μπροστά. «Παρακαλώ πολύ! Λίγο ησυχία, η Δήμαρχός μας δεν τελείωσε με τις ανακοινώσεις της.» Προσπάθησε να επιβληθεί με την δυνατή του φωνή.
«Οι επιθέσεις ξεκίνησαν ένα μήνα πριν, με αυξητική τάση. Αλλά τώρα θα σταματήσουνε. Λάβαμε τα μέτρα μας!» Το διαρκή μουρμουρητό που γέμισε στον χώρο την ενοχλούσε, αλλά δεν θα σταματούσε, είχε έναν σκοπό εκείνο το βράδυ. «Κανένα τέρας δεν θα κατηφορίσει προς την πόλη μας και δεν θα βγει από το δάσος.» Χρησιμοποίησε μια λέξη που άκουσε, ενώ την εννοούσε με την πλήρη και κυριολεκτική σημασία της.
Ο Τζάρεντ Μπλάκγουελ, ένιωσε ένα ζευγάρι μάτια να πέφτουν απειλητικά πάνω του. Η Κριστίν Ρέιβενκροφτ τον είχε στοιχειώσει με την διεισδυτική της ματιά. Είχε εξοργιστεί με όσα άκουγε από την νυν δήμαρχο. Για αυτό και ήθελε τον Τζάρεντ σε εκείνη την θέση, για να μπορεί να κλείνει συμφωνίες μαζί του προς το συμφέρον της. Η Μόνα ήταν μια απειλή για την Κριστίν και δεν την ήθελε σε θέση εξουσίας.
«Σερένα, πρόσεχε σε παρακαλώ...» Είπε προφητικά, λες και είχε μυριστεί τι θα συνέβαινε στα επόμενα λεπτά. «Η κατάσταση δείχνει να ξεφεύγει.» Έσφιξε τα δόντια του, ενώ ταυτόχρονα κοιτούσε προς την γυναίκα που του προκαλούσε ένα απόκοσμο συναίσθημα.
Ο Τζάρεντ για ακόμα μια φορά έφυγε και αυτήν την φορά πήγε αμέσως προς το μέρος της διευθύντριας της Ακαδημίας του Μπλε Ρόδου που ήρθε απροσκάλεστη στο Γκαλά. «Νόμιζα δεν αφήνατε ποτέ την Ακαδημία. Δεν περνάτε ποτέ τα όρια του δάσους. Υπήρχε μια συμφωνία μεταξύ μας.» Ο Τζάρεντ την κοίταξε απειλητικά Παρόλο που δεν ένιωθε καθόλου άνετα με την παρουσία της Κριστίν στο σπίτι του, προσπάθησε να το κρύψει.
«Τζάρεντ δεν μπορώ να ελέγξω απολύτως τους φοιτητές μου, είναι νέοι γεμάτοι όρεξη που δεν μπορώ να σταματήσω. Γνωρίζω πολύ καλά πως έχουν διαδραματιστεί πολλά περιστατικά τον τελευταίο καιρό στην πόλη.» Αποκρίθηκε, χωρίς να το θεωρεί σημαντικό το γεγονός ότι οι φοιτητές της Ακαδημίας επιτίθονταν τα βράδια σε θνητούς. «Βέβαια...» Προκάλεσε την προσοχή του άνδρα με το επίσημο κουστούμι που στέκονταν δίπλα του. «Έχω να πω ότι οι δικοί μου είναι αρκετά πιο συγκρατημένοι από του ξένους που έχουν γεμίσει την πόλη μας και αναζητούν θηράματα ακόμα και μέσα στην πόλη, μακριά από τις σκιές του δάσος. Τα πλάσματα της Ακαδημίας δεν αφήνουν το δάσος εδώ και πολλά χρόνια, έχουμε αποκοπεί με τον έξω κόσμο. Κρυβόμαστε.»
Ο Τζάρεντ στάθηκε σε μια λέξη της. «Ξένους;»
«Δεκάδες πλάσματα συρρέουν στο Όζαρκς τον τελευταίο καιρό. Η αλήθεια είναι ότι παρατήρησα την ξαφνική αύξησή τους κι εγώ. Εσύ όχι;»
Ο άνδρας παρακολουθούσε την διευθύντρια της Ακαδημίας του Μπλε Ρόδου, αμίλητος. Όσο κι αν ήθελε να το παίξει υπεράνω και ισχυρότερος απέναντι στην Κριστίν το ταπεραμέντο του και η δύναμή του δεν ήταν αρκετά ώστε να τον βγάλουν από πάνω. Παρέμεινε σιωπηλός, με το αγχώδες βλέμμα του να μην μπορεί να βρει κρυψώνα στο εκτεθειμένο πια πρόσωπό του.
«Από την ημέρα που πάτησες το πόδι σου στο Όζαρκς, με την οικογένειά σου, ξεκίνησε παρέλαση πλασμάτων στις σκιές του Όζαρκς! Κάτι τα προσεγγίζει. Μην κάνεις πως δεν καταλαβαίνεις...»
Ο Τζάρεντ δεν μπορούσε να ακούει άλλο. Ήθελε να πιστεύει πως όλοι αυτοί οι βρικόλακες και οι λυκάνθρωποι που τριγυρνούσαν τις νύχτες και σπέρναν τον πανικό στην πόλη τους ήταν όλοι τους από την Ακαδημία. Δεν μπορούσε καν να δεχθεί το ενδεχόμενο ότι ίσως τελικά κάτι άλλο έλκυε αυτά τα πλάσματα στο Όζαρκς, όπως ανακάλυψε ο Σερίφης... Εκείνο το απόγευμα, στο Αστυνομικό Τμήμα, που ο Λουκ Τζάκσον είχε κάνει την σύνδεση της αύξησης των νεκρών με την επιστροφή της Φρέγια Μπλάκγουελ στο Όζαρκς, κοιτάζοντας τους χάρτες με τον απολογισμό των απωλειών, είχε καταλάβει ότι κάτι ακόμα συνέβαινε στην σκοτεινή τους πόλη που ο Τζάρεντ Μπλάκγουελ ακόμα δεν μπορούσε να καταλάβει.
«Επίσης, απόψε έφτασε και η στιγμή που θα σε βοηθήσω να γίνεις δήμαρχος, Τζάρεντ!» Ξύπνησε από τον βαθύ λήθαργο των σκέψεων, τον άνδρα που στέκονταν μπερδεμένος μπροστά της.
Από το παρασκήνιο της πραγματικότητάς του, η ομιλία της δημάρχου ακόμα και τώρα συνέχιζε με ταραχές και διακοπές από τους ανήσυχους πολίτες. Έστρεψαν το βλέμμα τους προς την Μόνα που θα ανακοίνωνε κάτι μεγαλειώδες για την ίδια, αφού ήταν πολύ περήφανη για αυτό.
Η Κριστίν κοίταξε τον Τζάρεντ με ένα βλέμμα που υπόσχονταν πολλά, αλλά δεν έδειξε να του αρέσει.
[...]
Η Φρέγια Μπλάκγουελ μόλις πάτησε το πόδι της στο κατώφλι του σπιτιού της την συνεπήρε η ησυχία που είχε εξαπλωθεί έξω κάτω από το ημίφως της ασημένιας Σελίνης. Δεν μπορούσε να βγάλει από το μυαλό της ότι είχε συμβεί μεταξύ εκείνης και του βρικόλακα που έμοιαζε ξαφνικά γοητευτικός στα μάτια της, αλλά παρέμενε άγνωστος και επικίνδυνος.
Πήρε μια βαθιά ανάσα προσπαθώντας να καθησυχάσει τον εαυτό της και να επαναφέρει στον νου της αυτό που ήθελε να κάνει εξ' αρχής... Να βρει την Άζρα που είδε να φεύγει μόνη της!
Δεν άργησε να ανεβεί τα σκαλιά και να οδηγηθεί στο μέρος όπου βρίσκονταν όλοι οι καλεσμένοι και άκουγαν την δήμαρχο. Έδειχναν να είναι όλοι τους αρκετά αναστατωμένοι αλλά δεν κατάλαβε το γιατί, παρατήρησε την ταραχή και μπορούσε μόνο να φανταστεί το τι ίσως συνέβη.
Ο Άρτσερ με την μεταφυσική του δύναμη, βρέθηκε στο πλάι της Φρέγια Μπλάκγουελ αμέσως μόλις εκείνη βρήκε ένα σημείο να σταθεί ― μακριά από τον κόσμο για να μην γίνει αντιληπτή, αλλά τόσο κοντά όσο χρειαζόταν για να ακούει και να βλέπει.
Πριν καλά καλά τον καταλάβει, ο Άρτσερ της μίλησε. «Χρειάζομαι την βοήθειά σου Φρέγια, πρέπει να έρθεις μαζί μου!» Μετά από την πολλαπλή άρνησή της να τον ακολουθήσει στο ποιος ξέρει που, ο Άρτσερ είχε πεισμώσει. «Δεν μπορούμε να χάσουμε κι άλλο χρόνο, πρέπει να με ακολουθήσεις! Ξέρω πως μπορείς να επανορθώσεις για αυτό που έκανε η φίλη σου στον Νικ!» Η αγωνία είχε κατακλύσει το βλέμμα του, όμως η Φρέγια δεν είδε τον βρικόλακα αφού είχε στραμμένο το πρόσωπό της εμπρός, όσο εκείνος στέκονταν από πίσω της ερμητικά κοντά.
Η Φρέγια συνειδητοποίησε την ταραχή που υπήρχε στον χώρο και πρόσεξε καλύτερα την δήμαρχο...
«Για την ασφάλεια και την επαρκή προστασία όλων μας, ως συμβούλιο, πήραμε μια μεγάλη και καθοριστική απόφαση!» Η Μόνα Σινκλαίρ κέρδισε την προσοχή όλων ξανά.
«Αυτή είναι η δήμαρχος του Όζαρκς σήμερα;» Απόρησε χαμηλόφωνα ο Άρτσερ, απευθυνόμενος στην Φρέγια. «Είχα χρόνια να έρθω στο Όζαρκς...» αποκάλυψε.
Η Φρέγια αρκέστηκε σε ένα θετικό νεύμα, για να τον κάνει να καταλάβει πως αυτή ήταν η δήμαρχος πράγματι. Δεν γύρισε όμως να τον κοιτάξει, παρέμεινε γυρισμένη ευθεία μπροστά, ενώ ο Άρτσερ έμεινε πίσω της ελαφρώς μακριά από την πλάτη της. Η Φρέγια ένιωθε έντονα την παρουσία του πίσω της, αλλά δεν μετακινήθηκε.
«Δημιουργήσαμε την Κόκκινη Φρουρά, που από σήμερα κιόλας θα κυκλοφορεί στον πόλη μας τα βράδια, με κύριο σκοπό της να την κρατήσει ασφαλή για τον καθένα από εσάς! Οι Κυνηγοί του Όζαρκς λαμβάνουν και πάλι τα ηνία αυτής της πόλης, για την ασφάλειά μας!» Δήλωσε βροντόφωνα. «Μπορεί η πόλη μας να είναι γεμάτη από σκοτεινές απειλές» εννοούσε τους βρικόλακες, τους λυκάνθρωπους και τους μάγους, αλλά ακόμα δεν μπορούσε να αποκαλύψει τίποτα μπροστά στον κόσμο... «αλλά οι νέοι Κυνηγοί παίρνουν την σκυτάλη, η πόλη μας δεν υπήρξε ποτέ πιο ασφαλή!»
Ο Κέβιν Ρουσσώ μόλις είχε εισέλθει κι αυτός στο σαλόνι μαζί με τον Λουκ Τζάκσον κι πρόλαβαν να ακούσουν όλα όσα είπε η δήμαρχος. Αμέσως μετά κοίταξαν γύρω τους με χαμένο βλέμμα, προσπαθώντας να συνειδητοποιήσουν αυτό που ακριβώς άκουσαν. Ο καθένας χρειάστηκε τον χρόνο του για διαφορετικό λόγο.
«Κυνηγοί;» Παραξενεύτηκε ο Λουκ φωναχτά, προκαλώντας άθελά του την προσοχή του Κέβιν που γύρισε να τον κοιτάξει. «Νόμιζα πως είχαν τελειώσει με αυτά...»
«Όχι!» Τον διαβεβαίωσε. «Η Κόκκινη Φρουρά θα μας κρατήσει ασφαλής.» Ψέλλισε γενναία, ενώ ταυτόχρονα έριξε ένα βλέμμα στους υπόλοιπους νεαρούς άνδρες που στέκονταν κοντά στη δήμαρχο σαν μια παρέα.
«Κόκκινη Φρουρά;» Κοίταξε τον Κέβιν. Σαν να γέλασε λίγο, από το πόσο παράξενο του φαίνονταν όλο αυτό κι όχι για κάποιον ειρωνικό σκοπό. «Και τι ξέρεις εσύ από την επίλεκτη ομάδα της δημάρχου;» Η απορία στο πρόσωπό του γιγαντώθηκε, όση ώρα όμως κοίταζε τον Κέβιν η απάντηση σχηματίζονταν από μόνη της.
Ο Κέβιν σκέφτηκε πως δεν πείραζε εάν αποκάλυπτε σε έναν τόσο δικό του άνθρωπο ―όσο ήταν ο Λουκ― την θέση του σε αυτήν την ομάδα Κυνηγών. Έτσι κοίταξε όλο νόημα τον Λουκ προσπαθώντας να τον κάνει να καταλάβει από μόνος του. Ο Λουκ μετά από λίγα λεπτά βρήκε την απάντηση που έψαχνε στα μάτια του Κέβιν. Γυάλιζαν, αντικατοπτρίζοντας το θάρρος του και τον ενθουσιασμό του για αυτό που επέλεξε να κάνει πράξη μαζί με τους υπόλοιπους Κυνηγούς του Όζαρκς.
Η αλήθεια ήταν ότι Λουκ το είχε ψυλλιαστεί πολύ νωρίτερα, ―εκείνη την νύχτα στο δάσος, με την επίθεση λυκάνθρωπων στον κάμπινγκ― πως κάτι έτρεχε με τον Κέβιν... Είχε δει πως χειρίζονταν τα όπλα του και πως ελίσσονταν απέναντι στα πλάσματα της νύχτας... Ήταν στο αίμα των Ρουσσώ!
«Ποτέ δεν ήμουν πιο περήφανος για σένα μικρέ!» Έδειχνε σαν περήφανος πατέρας, δίπλα στο παιδί του που πήρε μια γενναία και σωστή απόφαση για το καλό όλων. Ίσως τελικά, ο Λουκ, να ήταν σαν πατέρας για τον Κέβιν Ρουσσώ. Από τότε που έχασε τους δικούς του γονείς, ο Λουκ έγινε ένας γονιός για εκείνον.
«Εσύ Σερίφης κι εγώ Κυνηγός; Τώρα θα μπορούμε να συνεργαστούμε κι επίσημα!» Ο νεαρός χαμογέλασε στον άνδρα, ενθυμούμενος κι εκείνος στιγμές από την αιματηρή νύχτα στο βουνό που κλήθηκαν να σκοτώσουν δεκάδες λυκάνθρωπους με την ειδική ομάδα που είχε συντάξει από την αστυνομία ο Λουκ.
«Η Κόκκινη Φρουρά θα παραμείνει κρυφή, για λόγους εμπιστευτικότητας και προστασίας. Έχει λάβει σαφής οδηγίες από εμένα την ίδια για το πως θα αντιμετωπίσουμε το κακό που μας βρήκε, μετά την επιστροφή του Τζάρεντ Μπλάκγουελ στο Όζαρκς!» Η φωνή της δημάρχου ξεχύθηκε ανάμεσα στον γεμάτο χώρο, φτάνοντας στα αυτιά του αναφερόμενου αλλά και της Κριστίν Ρέιβενκροφτ.
Αυτή ήταν η κατά μέτωπο επίθεση που επιφύλασσε η Μόνα Σινκλαίρ για τον «συνεργάτη» της. Έριχνε το μελάνι της σαν μια πονηρή σουπιά, λέγοντας υποσχέσεις και καλά λόγια στον άνδρα που επιδίωκε να της φάει την θέση και να κάνει κουμάντο την πόλη, καταφέρνοντας να τον αποπροσανατολίσει και στο τέλος έκανε την δουλειά της.
Στην πραγματικότητα όμως, το πάνω χέρι δεν το είχε ούτε η Μόνα αλλά ούτε κι ο Τζάρεντ, το είχε η Κριστίν Ρέιβενκροφτ.
Ο Τζάρεντ ήταν ένα ακόμα θύμα του Όζαρκς.
Στην άλλη πλευρά το δωματίου η μάγισσα είχε πάρει την απόφασή της. Είχε πια στο χέρι της την Μόνα! Οι δυνάμεις μέσα της είχαν αναζωπυρωθεί, μαγεία έρεε καυτή στις φλέβες της. «Τζάρεντ η στιγμή σου έφτασε.» Ενώ ακούστηκε σαν να του ανήγγειλε κάτι κακό, στην πραγματικότητα εννοούσε πως θα είχε τη βοήθεια που του είχε υποσχεθεί. Μιας που δεν τα κατάφερε μόνος του στο να βγάλει την Μόνα από την θέση της δημαρχίας, θα το έκανε η Ακαδημία του Μπλε Ρόδου για εκείνον.
Ο Τζάρεντ κατάπιε τον κόμπο που είχε δεθεί εδώ και ώρα στον λαιμό του. Το στομάχι του σφίχτηκε ακόμα περισσότερο όταν είδε τα χαρακτηριστικά στο πρόσωπο των βρικολάκων γύρω του, που βρίσκονταν στο σπίτι του ακάλεστοι, με την διαταγή της Κριστίν, να σκληραίνουν και να προετοιμάζονται για κάτι. Για τι;
Η Κριστίν, πήρε μια βαθιά ανάσα κι έπειτα έκλεισε ερμητικά τα μάτια της. Μια δυνατή φωτιά έκαιγε μέσα της. Ήταν αυτός ο πόθος που κατεύναζε χρόνια τώρα μέσα της. Δεν μπορούσε άλλο να δέχεται το γεγονός ότι το Όζαρκς το διοικούσαν φατρίες Κυνηγών! Έπρεπε να απαλλαγεί από την Μόνα για τα καλά. Ο Τζάρεντ ήταν του χεριού της, αφού την είχε ανάγκη, θα έκανε ότι κι αν του ζητούσε. Ειδάλλως δεν θα τον βοηθούσε στο παραμικρό.
Αμέσως μόλις η Κριστίν Ρέιβενκροφτ άνοιξε τα μάτια της συντονίστηκε μια μαζική επίθεση από κάθε πλευρά του χώρου, υποδεικνύοντας την θέση ισχύος της σε κάθε επίδοξο ανταγωνιστή της. Οι βρικόλακες που βρίσκονταν με την διαταγή της στην έπαυλη, την επόμενη κιόλας στιγμή χίμηξαν στους θνητούς που είχαν πλημμυρίσει το σπίτι του Τζάρεντ Μπλάκγουελ. Ανάμεσά τους βρίσκονταν και μερικές από τις πιο σπουδαίες οικογένειες Κυνηγών και προσωπικοτήτων του Όζαρκς. Η Κριστίν διψούσε για αίμα Κυνηγών, να δει τους θηρευτές της να πεθαίνουν.
Το συγκεντρωμένο πλήθος σκόρπισε σε δεκάδες διαφορετικές κατευθύνσεις με σκοπό να σώσει την ζωή του από τα τέρατα που τους απειλούσαν. Οι άνθρωποι άφηναν κραυγές και ουρλιαχτά που γέμισαν τον χώρο, σοκ αντικατοπτρίζονταν στα πρόσωπα όλων. Τα πλάσματα της νύχτας προκάλεσαν το απόλυτο χάος με τον τρόμο που έσπειραν μέσα σε μόλις λίγα λεπτά μετά την αιφνιδιαστική προσχεδιασμένη επίθεσή τους.
Οι άνθρωποι είχαν βρεθεί αντιμέτωποι με μια από τις μεγαλύτερες συγχρονισμένες επιθέσεις των σκοτεινών δυνάμεων του Όζαρκς. Η βιαιότητα που εξελίσσονταν ήταν αβάσταχτη και πολλοί ήδη είχαν πεθάνει στα χέρια βρικολάκων, αφού είχαν ταφεί από αυτούς και τους είχαν ρουφήξει μέχρι και την τελευταία σταγόνα αίματος που είχαν στο σώμα τους.
«Τι στο καλό;» Η καρδιά της Φρέγια έχασε έναν χτύπο μόλις είδε όσα διαδραματίζονταν μπροστά στα μάτια της. Πανικός την κατέκλισε και μούδιασαν τα άκρα της.
Ο Άρτσερ δεν έχασε στιγμή και πέρασε μπροστά της με σκοπό να την προστατεύσει από τους όμοιούς του. «Αυτή η πόλη δεν θα αλλάξει ποτέ.» Έδειχνε πως χαμογελούσε ειρωνικά κρυφά, θυμόταν καλά το παρελθόν του Όζαρκς. Περιπλανήθηκε ανάμεσα στις μνήμες του και θυμήθηκε παρόμοια περιστατική επιθέσεων βρικολάκων στο Όζαρκς. Σαν να μην πέρασε μια μέρα, πρόσθεσε η συνείδησή του. Στο μυαλό του κάλπαζε αδάμαστη η φριχτή μνήμη της νύχτας όπου η Βικτώρια τους επιτέθηκε μόλις μετατράπηκε σε βρικόλακας.
Το βλέμμα του Τζάρεντ Μπλάκγουελ είχε παγώσει και όλα κατέρρευσαν για αυτόν... Δεν πίστευε τι συνέβαινε. «Τι ακριβώς είναι αυτό;» Κοίταξε προδομένος την Κριστίν.
«Λίγη βοήθεια για να επισπευσθούν μερικά πράγματα...» Ανασήκωσε τους ώμους της, μαρτυρώντας με αυτόν τον τρόπο την απάθειά της μπροστά στο θέαμα. Έδειχνε ευχαριστημένη και ανάλαφρη, τώρα που είχε βάλει τα πράγμα στην θέση τους με το κρυφό σχέδιό της.
Ο Τζάρεντ ενοχλήθηκε από το βλέμμα της και την στάση της. Δεν μπορούσε με τίποτα να δεχθεί μια σφαγή συνανθρώπων του μέσα στο ίδιο του το σπίτι. Ενοχές άρχισαν να τον τσιμπάνε σαν μυτερές, μολυσμένες λόγχες στα πλευρά. Αυτός τους είχε φέρει όλους εκεί. Αυτός τους οδήγησε όλους στον θάνατό τους. Ένιωθε λες και η ενέδρα ήταν δική του... «Δεν είχαμε συμφωνήσει ποτέ σε κάτι τέτοιο! Πως τόλμησες!» Η οργή που έβραζε μέσα του τον ανάγκασε να βροντοφωνάξει και να αγριοκοιτάξει την πονηρή γυναίκα.
Η Κριστίν αναστέναξε δραματικά. «Σου είπα πως θα βοηθούσα.» Τα μάτια της διασταυρώθηκαν με το Μπλάκγουελ και είδε μέσα τους τον θυμό που ένιωθε.
«Αυτό δεν είναι βοήθεια!» Ένα μείγμα έκπληξης από αυτό που άκουσε μόλις και τρόμο από όσα εξελίσσονταν είχε καλύψει το βλέμμα του.
«Μην φοβάσαι είσαι ασφαλής ― και εσύ και η οικογένειά σου.» Τον διαβεβαίωσε αμέσως.
Πως μπορούσε όμως τώρα να την εμπιστευθεί;
Η Φρέγια και η Σερένα! Έπρεπε να τις βρει αμέσως. Οι κτύποι της καρδιάς του αυξήθηκαν μόλις ήρθαν στο μυαλό του τα αγαπημένα ― οικογενειακά του πρόσωπα.
«Τώρα έμεινε να εκπληρώσεις κι εσύ την δική σου, άλλη, υπόσχεση. Εγώ θα σε κάνω δήμαρχο και τώρα εσύ πρέπει να μου φέρεις την Άζρα Τζάκσον!» Η φωνή της στοίχειωσε τον Τζάρεντ. Το ερεβώδες βλέμμα της τον προβλημάτισε.
Τα βαθιά μπλε μάτια του Τζάρεντ Μπλάκγουελ πετούσαν σπίθες. Την είχε πατήσει ήδη μια φορά με την Κριστίν, ενώ του είχε υποσχεθεί πως θα βοηθήσει ― βοήθησε μέσω ενός μακελλειού. Αυτό δεν ήταν σε καμία περίπτωση η βοήθεια που περίμενε να λάβει από την διευθύντρια της Ακαδημίας. Δεν του είχε πει τίποτα για τον τρόπο που θα τον βοηθούσε. Γι' αυτό τώρα έπρεπε να προσέχει τι δίνει, τι παίρνει και τι συμφωνεί μαζί της...
«Αυτό έχει ήδη τακτοποιηθεί.» Της είπε αποφασισμένος. Η Άζρα ήταν ένα δυνατό χαρτί του Τζάρεντ. Γιατί την ήθελε η Κριστίν; Δεν μπορεί να ήταν μόνο τα τεστ που ήθελε να της κάνει. Κάτι είχε ανακαλύψει που του το έκρυβε. Τώρα ήξερε τι να κάνει με την Άζρα.
«Δηλαδή;» Δεν κατάλαβε τι εννοούσε και αφού είχε παρατηρήσει το μυστήριο βλέμμα του έκανε μια προσπάθεια να το αποκρυπτογραφήσει.
Είχαν ξεκινήσει μια υποτιθέμενη συμφωνία μεταξύ τους, αλλά το μόνο που έκαναν από την πρώτη στιγμή είναι ναι θέτουν παγίδες ο ένας στον άλλον.
«Εννοώ πως το ζήτημα της Άζρα Τζάκσον έχει ήδη δρομολογηθεί.»
«Με εκπλήσσεις Τζάρεντ.» Η Κριστίν έδειχνε ικανοποιημένη, περίμενε να βρει την Άζρα στα μπουντρούμια των εργαστηρίων μόλις επέστρεφε στην Ακαδημία. Έκανε μια στροφή και άφησε τον Τζάρεντ μόνο του, με την συνείδησή του, να αντιμετωπίσει το χάος συναισθημάτων που του δημιούργησε.
Η σφαγή συνεχίζονταν και μπροστά στα μάτια όλων το νήμα της ζωής δεκάδων θνητών κόβονταν απότομα από τα μυτερά δόντια βρικολάκων. Οι Κυνηγοί, παρόλο που αιφνιδιάστηκαν, δεν δίστασαν να χυθούν στην μάχη προς υπεράσπιση των ανθρώπων από την αρχή. Η Κόκκινη Φρουρά ήταν εκεί. Τρόμος είχε ζωγραφιστεί στα πρόσωπα όλων των παρευρισκόμενων καθώς όλοι έτρεχαν να σώσουν την ζωή τους. Ο Κέβιν Ρουσσώ με την ομάδα του προσπαθούσαν με τα λιγοστά όπλα που διέθεταν ―αλλά κυρίως με αυτοσχέδια― να υπερασπιστούν τους θνητούς αλλά και τους εαυτούς τους ταυτόχρονα.
Ο Κέβιν δεν ήξερε τι να πρωτοσκεφτεί, όσο πάλευε με έναν από τους βρικόλακες της Ακαδημίας το μυαλό του είχε θολώσει για τα καλά. Τι ακριβώς συνέβαινε; Χρησιμοποίησε μια από τις καρέκλες της τραπεζαρίας του Μπλάκγουελ για να διακόψει τον βρικόλακα που έρχονταν κατά πάνω του. Την έσπασε χτυπώντας την δυνατά στο πάτωμα κι ύστερα άρπαξε με μιας στα γρήγορα το ένα από τα ξύλινα καρεκλοπόδαρα που αποκόπηκε από την σύγκρουση με το πάτωμα. Οι κινήσεις του έπρεπε να είναι γρήγορες ώστε να μείνει ζωντανός.
Ο βρικόλακας επιτέθηκε αμέσως στον Κέβιν αρπάζοντάς τον από τους ώμους. Οι δυο τους πάλεψαν και το τέρας πέταξε τον Κέβιν στο πάτωμα με σκοπό να τον αποδυναμώσει. Όμως γρήγορα σηκώθηκε παίρνοντας φόρα. Μόλις το πλάσμα της νύχτας τον πλησίασε αρκετά για να μπορέσει να αμυνθεί αναλόγως, κράτησε δυνατά και σταθερά το ξύλινο παλούκι εμπρός του και το κατεύθυνε στο θανατηφόρο σημείο.
Ο βρικόλακες καρφώθηκε ακριβώς στο σημείο όπου βρίσκονταν η νεκρή καρδιά του με τον Κυνηγό να καταφέρνει να παραμείνει ζωντανός. Το βάρος που ένιωθε σιγά σιγά ο Κέβιν να πέφτει κατά πάνω του μπορεί να σήμαινε μόνο ένα πράγμα. Ο βρικόλακας πέθαινε. Μερικές μαύρες διαγραμμίσεις που όλο και πλήθαιναν, σαν φλέβες που πριν ήταν αόρατες, έκαναν την εμφάνισή τους μαρτυρώντας το τέλος του πλάσματος. Το σώμα του έγινε γκρίζο κι αμέσως μετά έπεσε στο πάτωμα νεκρό.
Ο Κέβιν λαχανιασμένος γονάτισε μπροστά του με την εξάντληση να τον καταλύει μαζί με έναν έντονο πόνο στην πλάτη. Ήταν ξεκάθαρο πως δεν ήταν ακόμα τόσο δυνατός όσο θα έπρεπε για να βγαίνει αλώβητος από μάχες σαν κι αυτές, αλλά ήταν ακόμα στο ξεκίνημά του. Υποσχέθηκε στον εαυτό του, σιωπηλά, ότι θα γίνονταν ο καλύτερος Κυνηγός στο Όζαρκς. Κοίταξε γύρω του για να διαπιστώσει ότι το πρόβλημα που είχαν ήταν τελικά πολύ μεγαλύτερο από ότι περίμενε.
Η απρόσμενη συνειδητοποίηση, πως ακόμα δεν ήξερε που βρίσκονταν η αγαπημένη του Άζρα τον παρέλυσε, κάνοντάς τον να νιώθει ανίσχυρο. Ένιωσε ένα δυνατό τσίμπημα στην καρδιά του. Δεν μπορεί να είχε εξαφανιστεί! Που είσαι Άζρα;
Θα ορκίζονταν ότι στα πρώτα του βήματα τα πόδια του έτρεμαν τόσο από τον φόβο του να μην ήταν αργά για την Άζρα. Δεν μπορεί να ήταν η τελευταία φορά που την είδε. Δεν μπορούσε καν να φανταστεί τι θα μπορούσε να της είχε συμβεί μετά αφού την άφησαν στο γραφείο του Τζάρεντ Μπλάκγουελ για να συνέλθει... Δεν ήξερε καν από που να ξεκινήσει το ψάξιμο...
Τα χέρια του ακόμα δεν είχαν αφήσει το ξύλινο παλούκι που είχε βυθιστεί στα έγκατα του στέρνου του βρικόλακα καθώς τον είχαν κατακλύσει τα συναισθήματά του για την εξαφανισμένη όμορφη κοπέλα που έτρεφε βαθιά συναισθήματα. Με μια κίνηση βρέθηκε και πάλι στα πόδια του. Τράβηξε το παλούκι από τον νεκρό βρικόλακα και το κράτησε σφιχτά στην παλάμη του, σφίγγοντας τα δόντια του. Οργή τον κατέκτησε βλέποντας βρικόλακες να επιτίθονται σε συμπολίτες του αλλά και γνωστούς του.
Εκείνη την στιγμή ήταν αδύνατον να σκεφτεί περαιτέρω, αφού αυτήν την φορά δυο βρικόλακες τον είχαν βάλει στόχο. Ο Κέβιν είχε αίμα στα χέρια του και στο πρόσωπο, τα ρούχα του είχαν εμποτίσει μερικό επίσης. Δεν έδινε όμως σημασία σε αυτό. Δέχονταν επαναλαμβανόμενες επιθέσεις. Ο Κυνηγός για τα επόμενα λεπτά παλούκωνε τον έναν βρικόλακα μετά τον άλλον ασταμάτητα. Η συνεργασία που άρχισε να αναπτύσσεται με την ώρα, μεταξύ στα μέλη της μικρής Κόκκινης Φρουράς τους, έδειξε πως ότι έκαναν είχε αποτέλεσμα.
Τα τέρατα έκαναν ακριβώς ότι τους ζήτησε η Κριστίν και με το παραπάνω, έσπειραν τον πανικό και τον τρόμο. Νεκρά πρόσωπα και κόκκινο χρώμα είχαν γεμίσει τον χώρο γρήγορα. Τα πτώματα πολλαπλασιάζονταν και η Μόνα Σινκλαίρ δεν μπορούσε να παρακολουθεί άλλο. Δεν το πίστευε αυτό που διαδραματίζονταν εμπρός στα μάτια της. Ένιωθε ξαφνικά τις τύψεις να της φράζουν τον λαιμό. Ο φόβος της για το ποια θα ήταν η κατάληξη και ποιες οι επιπτώσεις αυτού του συμβάντος στην εικόνα της πόλης και της δικής της, έκανε την καρδιά της να σφυροκοπά. Ακόμα και μέσα σε αυτό το χάος μπορούσε να διακρίνει τους δυνατούς χτύπους της καρδιάς της μέσα στο στέρνο της.
Έκανε μια προσπάθεια να σηκωθεί ―πίσω από τον έπιπλο όπου είχε βρει προσωρινό καταφύγιο― μαζί με μερικούς συνεργάτες της για να τρέξουν ως την εξώπορτα και να σώσουν την ζωή τους. Τα υπόλοιπα θα τα έκαναν οι Κυνηγοί, αυτό ήταν το καθήκον τους εξάλλου... Να μείνουν πίσω να πολεμήσουν με τα πλάσματα των Σκιών.
«Μόνα!» Φώναξε ένας από τους συμβούλους της όταν μια γυναίκα εμφανίστηκε από το πουθενά πίσω τους. Κατάλαβε αμέσως πως ήταν μια από τους άλλους...
Το μακρύ φόρεμά της, το έντονο βάψιμό της και τα μαύρα σαν έναν κόρακα του δάσους μαλλιά της τους προκάλεσαν ταραχή μόνο από την εικόνα. «Εξαφανιστείτε!» Οι άνθρωποι που βρίσκονταν μαζί με την Μόνα δίστασαν να την αφήσουν μόνη μαζί της, αλλά η Κριστίν Ρέιβενκροφτ μπορούσε να γίνει πολύ πειστική. Έπρεπε να διασφαλίσει την ασφάλειά τους, ήταν η δήμαρχος, θα την αντιμετώπιζε αυτή.
Όταν όλοι έφυγαν από το σημείο όπου τους εντόπισε η μάγισσα πήρε το ύφος του νικητή. Ανυπομονούσε να ξεφορτωθεί την Μόνα! «Νόμιζες θα κατάφερνες να σταματήσεις τους δικούς μας με μια φρουρά που πρόχειρα έστησες Δήμαρχε;» Το μίσος της για τους Κυνηγούς ήταν εμφανής στο βλέμμα της αλλά και στον τρόπο που μίλησε στην δήμαρχο ―η οποία καταγόταν από την οικογένεια των Κυνηγών Σινκλαίρ.
«Ποια είσαι;» Η Μόνα τραύλισε. Στην συνέχεια χιλιάδες τρόποι έτρεξαν από το μυαλό της για το πως θα μπορούσε να γλυτώσει. Όμως ήξερε πως ήταν άδικο να προσπαθήσει. Η μάγισσα είχε το πάνω χέρι.
«Αυτή που θα σε σταματήσει προφανώς.» Καυχήθηκε.
«Τι είσαι; Είσαι μια από αυτούς σωστά;» Η Μόνα σύρθηκε προς τα πίσω, πάνω στο πάτωμα μετά από μερικά απειλητικά βήματα της γυναίκας που την καταδίωκε. «Πες μου τι θέλεις!»
«Μπορεί οι Κυνηγοί να διοικούν από το παρελθόν το Όζαρκς, όμως αυτό δεν σε χρήζει Δήμαρχο. Δεν θα μείνουμε άλλο στις σκιές, ήρθα να διεκδικήσω την ελευθερία μας.» Η αλαζονεία στο πρόσωπό της ήταν ξεκάθαρη στα μάτια της Μόνα. Έβλεπε ότι αυτή η γυναίκα ήταν κακά νέα για εκείνη και το Όζαρκς.
«Ότι κι αν κάνεις θα είσαι πάντα κυνηγημένη!» Δεν μπορούσε να μείνει σιωπηλοί, έπρεπε να κάνει την προσπάθειά της, να της δείξει πως δεν την φοβάται.
Η Κριστίν χαμογέλασε τρομακτικά. «Κι εσύ νεκρή.» Με μια κίνηση των δακτύλων της στον αέρα, η Μόνα βρέθηκε να αιωρείται στο κενό. Τα μάτια όλων βρέθηκαν να κοιτάζουν την δήμαρχο που είχε πέσει θύμα μας αδίστακτης μάγισσας από την Ακαδημία του Όζαρκς. Όλοι σιώπασαν και παρακολούθησαν με κομμένη την ανάσα. Δεν μπορούσαν να πιστέψουν στα μάτια τους.
Η Μόνα ήταν, έρμαιο μιας ιστορίας μίσους που κρατούσε εδώ και αιώνες. Αυτό το μίσος των σκοτεινών απέναντι στου Κυνηγούς και το αντίστροφο.
«Ελάτε!» Διέταξε η Κριστίν και τα πλάσματα που είχαν έρθει μαζί της από την Ακαδημία έσπευσαν αμέσως να κατασπαράξουν την άμοιρη δήμαρχο. Το σώμα της μέσα σε λίγα μόλις δευτερόλεπτα είχε πέσει στο πάτωμα και βρέθηκε στο κέντρο ενός θανατηφόρου κύκλου. Σε δευτερόλεπτα την περιέβαλαν δεκάδες αιμοδιψή βαμπίρ που είχαν σαφείς οδηγίες: να την σκοτώσουν!
Ο θάνατος της Μόνα Σινκλαίρ ήταν βίαιος και γρήγορος. Όταν έκλεισε τα μάτια της σε αυτόν τον κόσμο, δεν ήξερε ότι το Όζαρκς από την επόμενη κιόλας ημέρα θα ήταν όπως δεν το είχε ποτέ ξαναδεί.
⎯⎯⎯ ☾ ⎯⎯⎯
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro