Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

4. The Woman In Black


          Μια κρύα και βροχερή νύχτα στο Όζαρκς, ένα γενικό μπλακάουτ και η Άζρα Τζάκσον να τρέχει πανικόβλητη στους βρεγμένους δρόμους της μικρής πόλης, με μια μαύρη μυστηριώδες φιγούρα να βρίσκεται ένα βήμα μπροστά. Όπως ακριβώς συνέβαινε και στους εφιάλτες της παλιά, όταν την έβλεπε και την στοίχειωνε στα παιδικά όνειρά της. Έτσι ήταν κι εκείνο το βράδυ για την Άζρα, με την μεγαλύτερη εξέλιξη της βραδιάς ακόμα να μην έχει αποκαλυφθεί...

Μόλις κλείδωσε την πόρτα πίσω της, η Άζρα, ακούμπησε την πλάτη της στην καστανή και λεία επιφάνεια της ξύλινης εξώπορτας κι έμεινε εκεί για λίγο... με τα κλειδιά στα χέρια, κολλημένη στην εξώπορτα, να ανασαίνει τόσο βαριά και γρήγορα που θα ορκίζονταν ότι η ανάσα της ακούγονταν σίγουρα ως την κουζίνα. Ίσιαξε τον κορμό της και ύψωσε το κεφάλι της αναζητώντας μερικές ανάσες και σιγά σιγά προσπάθησε να ηρεμίσει τον εαυτό της και να επέλθει στην πραγματικότητα.

«Άζρα, τι στο καλό;» ακούστηκε η φωνή ενός άνδρα. Ήταν ο πατέρας της κοπέλας, ο Λουκ Τζάκσον, που εμφανίστηκε στα καλά καθούμενα μπροστά της τρομάζοντάς την, μόλις εκείνη άνοιξε και πάλι τα μάτια της. Ταράχθηκε τόσο που η καρδιά της ξαναχτύπησε το ίδιο γρήγορα και δυνατά σαν ταμπούρλο, όπως και πριν όταν βρίσκονταν έξω στη βροχή μπροστά στο σκοτεινό κι ανατριχιαστικό σκηνικό με τη μαύρη φιγούρα που είχε πια επιστρέψει.

«Θεέ μου, με τρόμαξες!» Αποκρίθηκε η Άζρα και την ίδια στιγμή απομακρύνθηκε από την πόρτα, αλλάζοντας ολότελα το ύφος που είχε αφού αυτό θα την πρόδιδε στον πατέρα της για ό,τι κι αν είδε κι έζησε προ ολίγου. Δεν ήθελε να αντιληφθεί ο πατέρας της για το ότι κάτι πήγαινε στραβά. Δεν ήθελε καν να του μιλήσει για τον τρομακτικό άγνωστο που είχε επιστρέψει.

«Πως έγινες έτσι; Είσαι λες και βούτηξες στην λίμνη! Δεν είχες ομπρέλα;» Την ρώτησε μένοντας σαστισμένος απέναντί της να την κοιτάζει με ανοιχτό το στόμα, έτοιμος να πατήσει τα γέλια με την εικόνα της. «Ή μήπως πράγματι βούτηξες στη λίμνη;» αστειεύθηκε χωρίς να τα καταφέρει και να την κάνει να γελάσει. Δεν την είχε ανίκανη να το κάνει. Η Άζρα ήταν όντως παρορμητική και δεν σκέφτονταν πολύ. Ως ελεύθερο πνεύμα θα μπορούσε να είχε κάνει πράξη και την πιο τσέπη της σκέψη στο λεπτό δίχως να διστάσει.

«Νομίζεις θα με βοηθούσε ιδιαίτερα μια απλή κοινή ομπρέλα με αυτόν τον κατακλυσμό εκεί έξω;» Είπε σε ειρωνικό τόνο η κόρη του, αποπαίρνοντάς τον. «Βρέχει τόσο δυνατά και φυσάει σαν τρελός και μπουμπουνίζει και αστράφτει σαν διάολος εκεί έξω!» Τον κοίταξε με τρελαμένο βλέμμα φουσκώνοντας τα λόγια της και μετά, αφού παρέμεινε να τον χαζεύει για λίγο, σώπασε και πάλι. Ξεφύσιξε αποκομμένη από την πραγματικότητα για μερικά κλάσματα του δευτερολέπτου. Ο νους της ήταν φανερά αλλού. «Είναι θαύμα που γύρισα σπίτι.» Ψιθύρισε γουρλώνοντας τα μάτια της ενώ την ίδια στιγμή επέστρεψε την προσοχή της στον Λουκ. Έπειτα, απλά έσκυψε σκεπτική, ανακουφισμένη που πλέον βρίσκονταν στην ασφάλεια του σπιτιού της κοντά στον πατέρα της και αμέσως χωρίς να το πολυσκεφτεί ξεκίνησε να ξεντύνεσαι.

Έβγαλε τα μποτάκια της, ενώ στην συνέχεια έκανε το ίδιο και με το μπουφάν της και τη ζακέτα της επίσης. Τα πέταξε όλα μαζί πάνω στο πάτωμα και κόλλησαν όλα ανά μεταξύ τους δημιουργώντας μια άμορφη μάζα. Η Άζρα έμεινε με το μαύρο κολλητό τιραντέ μπλουζάκι που φορούσε κάτω από το φούτερ της και το μπλε τζιν της. Σύντομα, μάντεψε πως θα άρχιζε να τρέμει από το κρύο που μάζεψε ερχόμενη ως εδώ οπότε σκέφτηκε πως καλύτερα θα ήταν αν άλλαζε ρούχα.

«Έπρεπε να μου είχες τηλεφωνήσει,» την πλησίασε για να μαζέψει τα βρεγμένα ρούχα της, αφού εκείνη δεν είχε σκοπό να το κάνει... «θα σε έφερνα εγώ στο σπίτι με το αμάξι.» Κοίταξε τα βρεγμένα ρούχα της και κατάλαβε πόσο δυνατά έβρεχε. Μόνο να φανταστεί μπορούσε!

«Δεν φαντάστηκα ότι θα ήταν τόσο δυνατή η καταιγίδα...» Είπε σαν να μην έτρεχε τίποτα ενώ παράλληλα πάλευε να ξεμπλέξει τα μαλλιά της που είχαν γίνει σαν φωλιά πουλιού... Το πιο ενοχλητικό πράγμα για ένα κορίτσι με μακριά μαλλιά.

«Δεν ήταν και τόσο δύσκολο να το καταλάβεις αυτό νομίζω, ή μήπως είναι;» Της αντιγύρησε σε ειρωνικό τόνο, ξεπληρώνοντας την με το ίδιο νόμισμα. Ο πατέρας της, πλησίασε λίγο ακόμα την Άζρα. «Τέλος πάντων, αυτή η καταιγίδα προκάλεσε μέχρι και μπλακάουτ σε ολόκληρη την πόλη! Πάλι καλά να λες που έτυχε να έχουμε αυτά τα κεράκια ξεχασμένα σε μια γωνία της σοφίτας. Θα βοηθήσουν τουλάχιστον μέχρι να ξημερώσει.» Σχολίασε στο τέλος και η Άζρα του ένευσε θετικά, σύμφωνη, χωρίς διάθεση για περαιτέρω κουβέντα.

Ο Λουκ παραξενευμένος από την ησυχία της κόρης του που ακολούθησε, κοίταξε από πιο κοντά την Άζρα και αυτήν την φορά πιο προσεκτικά. Διέκρινε πίσω από το σίγουρο βλέμμα της μια συνεχόμενη και διαρκείς ανησυχία. Η μικρή κατάφερε να κρυφτεί αρκετά, όμως, οι νευρικές κινήσεις της την πρόδωσαν.

Η ησυχία που είχε δημιουργηθεί τσάκιζε την Άζρα, για αυτό δεν άργησε να την διαταράξει με σκοπό να διακόψει οποιαδήποτε σκέψη έκανε ο Λουκ για το πιθανό λόγο που εκείνη συμπεριφέρονταν κατ' αυτόν τον τρόπο.

«Συγνώμη, μπορούμε να πάμε για ύπνο τώρα; Νυστάζω πάρα πολύ...» Άλλαξε με την πρώτη ευκαιρία θέμα συζήτησης και γέλασε χαμηλόφωνα σε εύθυμο τόνο, έτσι έβαλε μια άνω τελεία στην αγωνιώδης για αυτήν σιωπή, αμέσως μόλις αντιλήφθηκε ότι κάτι έτρεχε στον νου του μπαμπά της. Δεν πρέπει να καταλάβει, δεν πρέπει να καταλάβει, δεν πρέπει να καταλάβει... Επαναλάμβανε ξανά και ξανά μέσα της. Δεν ήθελε να τον καταβάλει και πάλι η τρελή του μανία να την βοηθήσει να το ξεπεράσει, όπως τότε που είχε συμβεί ακριβώς το ίδιο και να μην έχει ζωή πέραν από αυτήν. Γι' αυτό δεν βιάστηκε να του πει κάτι εκείνη τη νύχτα, δεν του είπε λέξη από αυτό που συνέβη. Έπρεπε πρώτα να βεβαιωθεί ότι αυτή η μορφή ήρθε για να μείνει και ύστερα θα του το έλεγε. Δεν πρόκειται να επέτρεπε στον εαυτό της να σύρει μαζί της τον πατέρα της για ακόμα μια φορά στα πιο σκοτεινά μέρη του εαυτού της και να τον δει να καταστρέφεται για 'κείνη.

«Φυσικά, πάμε...» Δέχθηκε και ο Λουκ, χωρίς να έχει την παραμικρή ιδέα για το τι έτρεχε στο κεφάλι του παιδιού του. Όμως, δεν έπαψε να σκέφτεται ότι κάτι όντως συνέβαινε με την Άζρα. Το παραξενευμένο βλέμμα του παρέμενε στο πρόσωπό του, ακόμα και μετά από κάθε επιβεβαίωση της Άζρα πως είναι καλά.

Η Άζρα ξεκίνησε να βαδίζει πρώτη, κατευθυνόμενη προς τις σκάλες, ενώ την ίδια στιγμή μάζευε τα μαλλιά της σε έναν ψηλό-άτακτο κότσο. Ο πατέρας της την ακολούθησε και λίγο πριν σβήσει το κεράκι που είχε τοποθετήσει νωρίτερα πάνω στο έπιπλο πλάι στη σκάλα, άκουσε από το καθιστικό τον ήχο του τηλεφώνου του. Ο Λουκ της έκανε νόημα να σβήσει εκείνη αντί γι' αυτόν το κερί και ύστερα να τον ακολουθήσει, έτσι κι έκανε.

Ο πατέρας της πήρε στα χέρια του το κινητό του τηλέφωνο και η Άζρα -αφού έσβησε το κερί- κάθισε πρόχειρα πάνω στο μπράτσο της πολυθρόνας που ήταν δίπλα από το παράθυρο, στρέφοντας για λίγο το βλέμμα της μελαγχολικά έξω από το παράθυρο όση ώρα ο πατέρας της ήταν σε κλήση.

«Παρακαλώ;» Είπε περίεργος ο Λουκ μόλις σήκωσε το τηλέφωνο. Ποίος μπορεί να τον ζητούσε τέτοια ώρα; Απόρησε η Άζρα.

«Λουκ, σε χρειαζόμαστε στο τμήμα. Έτυχε κάτι έκτακτο με την κακοκαιρία.» Άκουσε την ταραγμένη φωνή ενός συναδέλφου του από την αστυνομία.

«Τι συνέβη;» Ο Λουκ ταράχθηκε.

«Έχουμε ένα ατύχημα στον κεντρικό, τέσσερις ελαφρά τραυματίες κι ένας βαριά χτυπημένος. Η πυροσβεστική και τα ασθενοφόρα είναι ήδη εκεί ενώ η τροχαία είναι κι' όλας καθοδόν, σε θέλουν να πας κι εσύ, από ότι κατάλαβα σε χρειάζεται ο Ντάνι. Πρέπει να υπάρχει και νεκρός...» Του εξήγησε βιαστικός. «Πρέπει να κλείσω φεύγουμε κι εμείς, σε περιμένουμε!»

«Έγινε Κλάρενς, θα είμαι εκεί όσο πιο γρήγορα μπορώ!» Ο Λουκ ενημέρωσε τον συνάδελφο κι έκλεισε το τηλέφωνο αμέσως μετά, χωρίς να χρονοτριβεί δεν ζήτησε παραπάνω πληροφορίες για το συμβάν. Θα τον ενημέρωναν αναλυτικότερα μόλις έφτανε στο σημείο.

«Τι τρέχει μπαμπά;» Η Άζρα ανασηκώθηκε από την θέση της. Τα μάτια της έτρεξαν με αγωνία για να συναντήσουν αυτά του πατέρα της.

«Έχουμε ένα ατύχημα στον κεντρικό με μερικούς τραυματίες μάλιστα...» Εξήγησε τρίβοντας τον σβέρκο του νευρικά. Τα μάτια του κύλισαν στον χώρο σκεπτικά. Της έκρυψε τα κακά μαντάτα για τον πιθανολογούμενο νεκρό.

«Ωωω, Θεέ μου!» Φώναξε σχεδόν η Άζρα από τα νέα που έλαβαν. Ήξερε πόσο επικίνδυνη ήταν αυτή η καταιγίδα και τώρα είχανε και θύματα!

«Πρέπει να πάω...» ξεφύσιξε, «όμως δεν μπορώ να σε αφήσω μόνη σου!» Της είπε αρκετά σκεπτικός εξετάζοντας το κάθε ενδεχόμενο. Ήταν βράδυ και έξω επικρατούσε ο χαλασμός ενώ η πόλη είχε πέσει σε μπλακάουτ με αποτέλεσμα ούτε καν ο συναγερμός του σπιτιού να λειτουργεί, καθώς τροφοδοτείτε από το ρεύμα... Δεν μπορούσε να την αφήσει τώρα!

«Εγώ θα μείνω εδώ. Δεν με πειράζει, όλα καλά!» Τον διαβεβαίωσε παίζοντάς το όσο πιο πειστική μπορούσε να είναι, ώστε να τον καταφέρει να πάει στην δουλειά του και να κάνει το καθήκον του.

«Δεν ξέρω εάν θέλω να σε αφήσω μόνη σου Αζ.»

«Μπαμπά πήγαινε στην δουλειά σου! Δεν είμαι δέκα χρονών πια...» Τον κοίταξε γλυκά αλλά και με λίγο παράπονο την ίδια στιγμή, που δεν την εμπιστευόταν μόνη της. Το θέμα του δεν ήταν η εμπιστοσύνη του απέναντί της. Το όλο θέμα ήταν ότι δεν εμπιστευόταν αυτήν την πόλη. Το Όζαρκς δεν πρόκειται ποτέ να ήταν άξιο εμπιστοσύνης στα μάτια του.

«Έχεις δίκιο, δεν είσαι δέκα...» Ο Λουκ ξεφύσιξε ανακαλώντας στην μνήμη του στιγμές από περασμένες φθινοπωρινές νύχτες παρόμοιες με αυτή που βίωναν εκείνη την στιγμή. Όταν η Άζρα ήταν πολύ μικρή για να την αφήσει μόνη της, ο Λουκ την έπαιρνε πάντα μαζί του. Την ξυπνούσε και την έπαιρνε από το κρεβάτι της άγρια μεσάνυχτα. Ταλαιπωρούσε το μικρό του κοριτσάκι, αλλά δεν είχε κανέναν άλλον κοντά του που να εμπιστεύονταν την κόρη του μαζί του. Η Άζρα είχε περάσει εκατοντάδες βράδια σε μια από τις σιδερένιες καρέκλες του αστυνομικού τμήματος μέσα στο γραφείο του Λουκ, αφού ο ίδιος θεωρούσε πως στο αστυνομικό τμήμα της πόλης θα είχε μια σχετική προστασία που της άρμοζε. Η Άζρα δεν ήταν ένα απλό παιδί με τα παιδικά θέλω και τις παιδικές ανάγκες που όλα τα παιδιά έχουν. Ακόμα και τώρα, δεν είναι απλά μια συνηθισμένη νεαρή κοπέλα. Η Άζρα παραμένει μοναδική και ξεχωριστή. Δεν ήταν καθόλου τυχαίοι όλοι αυτοί οι εφιάλτες που είχε μικρή και την βασάνιζαν για χρόνια, και επίσης, δεν είναι καθόλου τυχαία η μεταφορά αυτών σε σκηνικό μπροστά μάτια της. Αυτό ήταν το πιο τρομακτικό για εκείνη. Όλα ήταν απλά ένας εφιάλτης που έβλεπε όταν έκλεινε τα βλέφαρά της τα βράδια, μέχρι πριν λίγο... που τα είδε όλα μπροστά της ζωντανά. Η κατάσταση ήταν ήδη κρίσιμη, αλλά αυτή δεν το είχε αντιληφθεί πλήρως.

«Εξάλλου, τίποτα κακό δεν συνέβη ποτέ στο Όζαρκς.» Ένευσε θετικά το κορίτσι λέγοντας ψέματα όχι μόνο στον πατέρα της, αλλά και στον ίδιο της τον εαυτό. Ήξερε ότι στις σκιές κινούνταν σκοτεινά και απόκοσμα πλάσματα που θέλανε το κακό τους.

Ο Λουκ πλησίασε την κόρη του και την έσφιξε στην αγκαλιά του. Ύστερα της φίλησε την κορυφή του κεφαλιού της και στο τέλος οπισθοχώρησε προς την εξώπορτα. Γύρισε να την κοιτάξει για μια ακόμα στιγμή λίγο πριν πιάσει το πόμολο της εξώπορτας. Κάθε φορά που έφευγε γιατί το το καθήκον τον καλούσε, έβλεπε τα δυο παιδικά της μάτια να λάμπουν σιγουριά πως όλα θα πάνε καλά. Τώρα όμως δεν αντίκρισε ελπίδα, αλλά ανησυχία. Η Άζρα έδειχνε ταλαιπωρημένη όπως και τότε. Ο Λουκ γνωρίζοντας πολύ καλά αυτό το βλέμμα, φοβήθηκε για τα χειρότερα. Μόλις γυρνούσε να συζητούσαν. «Τα λέμε αργότερα. Πρέπει να φύγω.»

«Να προσέχεις!» Του φώναξε λίγο πριν αφήσει το σπίτι.

Η Άζρα, άκουσε τον ήχο της εξώπορτας να κλείνει ενώ ύστερα τα φώτα του αυτοκινήτου άναψαν φωτίζοντας ακόμα και το σαλόνι, διαπερνώντας την πλατιά τζαμαρία. Μετέπειτα άκουσε και τον ήχο της μηχανής του αμαξιού να απομακρύνεται, καθώς ο Λουκ οδήγησε μακριά αφήνοντας την κόρη του μόνη της πίσω στο σπίτι τους.

Μόλις εκείνη συνειδητοποίησε ότι ήταν μόνη ενεργοποίησε κάθε λειτουργία της: ακοή και όραση κυρίως -καθώς ακόμα δεν είχε ξεχάσει την τρομακτική εμπειρία που είχε πριν λίγο στη μπριού του Βερμόντ, αλλά και στον δρόμο.

Αφού διπλοκλείδωσε την εξώπορτα, σφράγισε κάθε παράθυρο κι έσβησε όλα τα κεριά, ανέβηκε στον πάνω όροφο και οδηγήθηκε αρχικά στο μπάνιο. Παρά το αργό της ώρας, η Άζρα επέλεξε να κάνει ένα γρήγορο ζεστό ντους υπό το φως των κεριών.

Σύντομα βρέθηκε και στο δωμάτιο της με ένα κερί να ψάχνει καθαρά εσώρουχα και πιτζάμες. Η φλόγα του όμως δεν έκανε και τόσο καλή δουλειά. Δεν κατάφερε να βρει ακριβώς αυτά που σκέφτονταν να βάλει, εφόσον ολόκληρο το δωμάτιο ήταν βυθισμένο στο σκοτάδι. Έτσι, αρκέστηκε στα ρούχα που τυχαία τράβηξε μέσα από το συρτάρι πρώτα. Μια γκρι φόρμα κι ένα τυχαίο φούτερ.

H Άζρα ξεκίνησε να χασμουριέται κι έτσι αποφάσισε να σβήσει το κερί δίπλα από το κρεβάτι και να πέσει τελικά γρηγορότερα για ύπνο. Κοίταξε γεμάτη περιέργεια την ώρα στο κινητό της, λίγο πριν απλώσει την κουβέρτα πάνω της. Μόλις συνειδητοποίησε ότι ήταν περασμένες δυο βυθίστηκε στα σκεπάσματά της και έκλεισε τα μάτια της ελπίζοντας να την πάρει γρήγορα ο ύπνος.

Τα μάτια της Άζρα εκείνο το βράδυ, έκλεισαν γρήγορα και ο ύπνος ήρθε αμέσως μετά, ώσπου είδε μπροστά της το ίδιο ακριβώς σκηνικό. Μόνον που αυτήν την φορά όλα ήταν διαφορετικά...

Εκείνη στέκονταν στην μέση του δρόμου με την βροχή να πέφτει πάνω της, να την λούζει από τη κορφή ως τα νύχια και τον άνεμο να την χτυπάει από κάθε κατεύθυνση αλύπητα, να γδέρνει το δέρμα της προκαλώντας της πραγματικό πόνο. Απέναντί της, στο πεζοδρόμιο ακριβώς στο ίδιο σημείο, στέκονταν και πάλι εκείνη η σκοτεινή φιγούρα. Ο φανοστάτης, ήταν σβηστός κι' αυτήν την φορά επίσης. Η λάμπα δεν είχε ούτε ίχνος φωτός. Δεν έβλεπε ούτε κι' αυτήν την φορά κάτι. Η βροχή ήταν τόσο δυνατή που με δυσκολία άνοιγε για μάτια της. Προσπάθησε να τα κρατήσει ανοιχτά και να καταλάβει ποιος κρύβεται πίσω από αυτή τη σκοτεινή όψη. Όμως η ορμή της βροχής της το έκανε ακόμα πιο δύσκολο όσο περνούσε η ώρα. Με την πρώτη αστραπή το πρόσωπο του αγνώστου φωτίστηκε πλήρως και αποκαλύφθηκε στην Άζρα, αφήνοντάς την άναυδη με κομμένη την ανάσα. Η γυναίκα με τα καστανά, σγουρά μαλλιά κοίταζε προς την Άζρα κάνοντάς την να νιώσει άμεσα ένα είδους απειλής. Οι σκιές που αγκάλιαζαν τα χαρακτηριστικά της γυναίκας την έκαναν πιο τρομακτική, όμως, είχε μια ανεξήγητη ισορροπία ανάμεσα στο σκοτάδι και την αγνή ενέργεια που εξέπεμπε προς τα έξω, κι αυτό δεν πέρασε απαρατήρητο από την Άζρα. Ένοιωσε για μια στιγμή ευάλωτη, η γυναίκα την έκανε να ρίξει όλες τις άμυνες της και τώρα ήταν εντελώς απροστάτευτη. Ποια ήταν αυτή; Έπρεπε να μάθει. Έτσι, έτρεξε προς τα εκείνη όσο γρηγορότερα μπορούσε. Μια αόρατη δύναμη την έκανε να χάνει τις δυνάμεις της σιγά σιγά με κάθε βήμα που έκανε προς τα εκείνη, με αποτέλεσμα να μην την φτάσει ποτέ.

Τα μάτια της Άζρα άνοιξαν περίτρανα και ξύπνησε λαχανιασμένη, με την καρδιά της να χτυπάει σαν τρελή. Ένιωθε απίστευτα ταλαιπωρημένη και διαλυμένη. Την ίδια στιγμή πετάχτηκε με δύναμη από το κρεβάτι. Βρέθηκε καθισμένη και στηριζόμενη στα χέρια της, με τον κορμό της ελεύθερο και γυρτό. Έμεινε να κοιτάζει άφωνη και ακίνητη το μισάνοιχτο παράθυρο απέναντί της. Οι αστραπές φαινόταν να διαγράφονται ξεκάθαρα στον μαύρο ουρανό, πίσω από την τραβηγμένη ημιδιάφανη κουρτίνα της, και ο ήχος της βροχής ήταν τόσο δυνατός μέσα στο κεφάλι της ακόμα και τώρα.

Η Άζρα είχε έρθει πρόσωπο με πρόσωπο με την γυναίκα που την στοίχειωνε στους εφιάλτες της, ακόμα κι όταν ήτανε μικρή. Δεν ήθελε να το πιστέψει ότι επέστρεψαν αυτά τα όνειρά της. Οι εφιάλτες της επέστρεψαν; Ίσως ήταν μια παρόρμηση της στιγμής, μιας δύσκολης μέρας... Όμως κατά πόσο μπορούσε να κάνει τον εαυτό της να πειστεί λέγοντάς της κάτι τέτοιο; Ο εφιάλτης της πήρε σάρκα και οστά, νωρίτερα στον δρόμο στη διασταύρωση, ήταν ακριβώς ότι έβλεπε κι όταν ήταν μικρότερη και τώρα θα το ζούσε ξανά;

Τα ρούχα της Άζρα, ήταν βρεγμένα από τον ιδρώτα και τα χέρια της, έτρεμαν ελαφρώς. Ήταν μούσκεμα, λες και βρέθηκε πάλι στην βροχή. Τα μαλλιά της έσταζαν και μικρές σταγόνες έπεφταν αργά και σταθερά πάνω στα σεντόνια της. Η Άζρα στραβοκατάπιε και ένιωσε τις δυνάμεις της να την εγκαταλείπουν σιγά σιγά για τα καλά. Ήταν σίγουρη ότι μια σκοτεινή δύναμη την ξανακυνηγούσε. Αυτή η καταιγίδα βοήθησε κι έφερε στην επιφάνεια κάτι που είχε καταφέρει να θάψει βαθιά μέσα της... τους εφιάλτες της. Η νεαρή κοπέλα ύστερα από λίγο είχε πέσει αναίσθητη στο κρεβάτι της, χωρίς καμία αντίσταση, παραδομένη στους σκοτεινούς εφιάλτες της και στα τέρατα που παραμόνευαν στο σκοτάδι για να την κατασπαράξουν.

⎯⎯⎯ ☾ ⎯⎯⎯

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro